Language of document : ECLI:EU:T:2013:635

Υπόθεση T‑79/12

Cisco Systems, Inc.
και

Messagenet SpA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συγκεντρώσεις — Ευρωπαϊκές αγορές υπηρεσιών επικοινωνίας μέσω Διαδικτύου — Απόφαση που κηρύσσει τη συγκέντρωση συμβατή με την εσωτερική αγορά — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 11ης Δεκεμβρίου 2013

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Απόφαση με την οποία μια συγκέντρωση κρίνεται συμβατή με την εσωτερική αγορά — Προσφυγή ανταγωνιστικής επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται σε αγορά γειτονική της αγοράς στην οποία υπάρχει δεσπόζουσα θέση και η οποία συμμετείχε ενεργά στη διοικητική διαδικασία — Παραδεκτό

(Άρθρο 236, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως — Έννομο συμφέρον — Απαίτηση υπάρξεως γεγενημένου και ενεστώτος εννόμου συμφέροντος — Προσφυγή με την οποία επιδιώκεται η ακύρωση αποφάσεως της Επιτροπής περί κηρύξεως της συμβατότητας συγκεντρώσεως με την εσωτερική αγορά — Προσφυγή που ασκείται από επιχείρηση ανταγωνιστική προς τα μέρη της συγκεντρώσεως — Παραδεκτό

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

3.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Έκδοση αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται η συμβατότητα μιας συγκεντρώσεως προς την εσωτερική αγορά χωρίς να κινηθεί το δεύτερο στάδιο — Προϋπόθεση — Απουσία σοβαρών αμφιβολιών — Εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως — Περιθώριο εκτιμήσεως — Δικαστικός έλεγχος — Περιεχόμενο

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 και 8)

4.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων — Εκτίμηση της συμφωνίας προς την εσωτερική αγορά — Δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως με αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε μεγάλο βαθμό ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην εσωτερική αγορά — Έκταση των δυσμενών επιπτώσεων της συγκεντρώσεως στην πρόσβαση στην αγορά — Βάρος αποδείξεως του διαδίκου που αμφισβητεί τη νομιμότητα της αποφάσεως περί συμβατότητας της συγκεντρώσεως

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2· ανακοίνωση 2004/C 31/03 της Επιτροπής, σημεία 8 και 22)

5.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων — Εκτίμηση της συμφωνίας προς την εσωτερική αγορά — Δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως με αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε μεγάλο βαθμό ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην εσωτερική αγορά — Ορισμός των αγορών — Ενδείξεις — Υψηλό μερίδιο αγοράς — Περιστάσεις που μπορούν να μειώσουν την αποδεικτική αξία

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2· ανακοίνωση 2004/C 31/03 της Επιτροπής, σημείο 17)

6.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση — Περιεχόμενο — Απόφαση εφαρμογής των κανόνων που αφορούν τις συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων — Απόφαση που επιτρέπει συγκέντρωση

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου)

7.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων — Εκτίμηση της συμφωνίας προς την εσωτερική αγορά — Συγκέντρωση εταιριών ετερογενών δραστηριοτήτων — Κριτήρια — Σημαντική παρακώλυση του ανταγωνισμού ως άμεση συνέπεια της συγκεντρώσεως — Συγκέντρωση μεταξύ επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες και λογισμικό επικοινωνίας μέσω Διαδικτύου — Ικανότητα αποκλεισμού της αγοράς μέσω της διασφαλίσεως προνομιακής διαλειτουργικότητας μεταξύ των αντίστοιχων λογισμικών

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2· ανακοίνωση 2008/C 265/07 της Επιτροπής, σημεία 11,92 και 93)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 33, 34, 38-40)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 35-37)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 45-50)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 59-63, 79-83, 88-93)

5.      Όσον αφορά την εκτίμηση του συμβατού μιας συγκεντρώσεως με την εσωτερική αγορά, μερίδιο αγοράς που υπερβαίνει το 50 % θα μπορούσε να αποτελεί σοβαρή απόδειξη δεσπόζουσας θέσεως, εφόσον έχει προηγουμένως οριστεί η αγορά στην οποία αναφέρεται το εν λόγω μερίδιο.

Εντούτοις, υψηλό μερίδιο αγοράς και μεγάλος βαθμός συγκεντρώσεως σε στενή αγορά δεν είναι ενδεικτικά μιας ισχύος στην αγορά τέτοιας που θα επέτρεπε στη νέα οντότητα να νοθεύσει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά, όταν το επίμαχο μερίδιο αγοράς υπόκειται σε σημαντική διακύμανση και αστάθεια. Εξάλλου, μεγάλο μερίδιο αγοράς δεν είναι κατ’ ανάγκη ενδεικτικό δεσπόζουσας θέσης και, συνεπώς, βλάβης για τον ανταγωνισμό, στη διάρκεια του χρόνου, όταν αφορά έναν πρόσφατο τομέα που αναπτύσσεται ραγδαία και χαρακτηρίζεται από σύντομης διάρκειας κύκλους καινοτομίας, στον οποίο το μεγάλο μερίδιο αγοράς μπορεί να αποδειχτεί εφήμερο. Όσον αφορά, ιδίως, τον τομέα των υπηρεσιών και του λογισμικού επικοινωνιών μέσω Διαδικτύου, η σημασία της συγκεντρώσεως μεγάλου μεριδίου της αγοράς μπορεί να περιοριστεί από το γεγονός ότι σημαντικός αριθμός χρηστών υπολογίζουν στη διαλειτουργικότητα και τη δωρεάν παροχή των υπηρεσιών αυτών.

(βλ. σκέψεις 65-74)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 108-113)

7.      Όσον αφορά τον τομέα των συγκεντρώσεων εταιριών ετερογενών δραστηριοτήτων, από τις παραγράφους 11 και 92 των κατευθυντήριων γραμμών που εξέδωσε η Επιτροπή για την αξιολόγηση των μη οριζόντιων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, προκύπτει ότι αυτό το είδος συγκεντρώσεων δεν αφορά ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα οι εν λόγω συγκεντρώσεις να είναι λιγότερο πιθανό να δημιουργούν προβλήματα στον ανταγωνισμό, σε σχέση με τις οριζόντιες συγκεντρώσεις. Εξάλλου, οι συγκεντρώσεις αυτές μπορούν να παράσχουν τη δυνατότητα στα εμπλεκόμενα μέρη να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητά τους.

Παρόλα αυτά, οι συγκεντρώσεις εταιριών ετερογενών δραστηριοτήτων μπορούν να δημιουργήσουν προβλήματα στον ανταγωνισμό, ιδίως όταν η συγκέντρωση δίνει τη δυνατότητα στη νέα οντότητα να ακολουθήσει στρατηγική αποκλεισμού από την αγορά. Τέτοιος αποκλεισμός από την αγορά μπορεί να προκληθεί αν ο συνδυασμός προϊόντων σε συναφείς αγορές παρέχει στη συγχωνευθείσα επιχείρηση την ικανότητα και το κίνητρο να χρησιμοποιήσει σε άλλη αγορά την ισχυρή θέση που κατέχει σε μια αγορά, για να αποκλείσει τον ανταγωνισμό. Για να δημιουργείται πρόβλημα στον ανταγωνισμό βάσει του κανονισμού 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, πρέπει να προβλέπεται ότι αυτό το αποτέλεσμα στην άλλη αγορά θα επέλθει στο σχετικά σύντομο μέλλον.

Όσον αφορά την απόδειξη τέτοιων συσπειρωτικών αποτελεσμάτων, είναι ιδιαιτέρως σημαντική η ποιότητα των αποδεικτικών στοιχείων της Επιτροπής σχετικά με την παρακώλυση του ανταγωνισμού. Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση μιας συγκεντρώσεως εταιριών ετερογενών δραστηριοτήτων στηρίζεται σε μια ανάλυση προοπτικών, όπου, αφενός, ο συνυπολογισμός ενός μελλοντικού χρονικού διαστήματος και, αφετέρου, η χρησιμοποίηση «μοχλού», που είναι αναγκαία προκειμένου να προκύψει σημαντικό εμπόδιο για τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, έχουν ως συνέπεια οι σχέσεις αιτίου και αποτελέσματος να είναι δυσδιάκριτες, αβέβαιες και δυσαπόδεικτες. Η Επιτροπή μπορεί να κηρύξει μια συγκέντρωση ασύμβατη με την εσωτερική αγορά μόνο αν η σημαντική παρακώλυση του ανταγωνισμού είναι άμεση συνέπεια της συγκεντρώσεως. Μια τέτοια παρακώλυση που θα ήταν αποτέλεσμα μελλοντικών αποφάσεων της συγχωνευόμενης οντότητας μπορεί να θεωρηθεί άμεση συνέπεια της συγκεντρώσεως, αν αυτή η μελλοντική συμπεριφορά καθίσταται πιθανή και οικονομικά εύλογη λόγω της τροποποιήσεως των χαρακτηριστικών και της δομής της αγοράς που προκαλείται από τη συγκέντρωση.

Όσον αφορά τη συγκέντρωση μεταξύ δύο επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες και λογισμικό επικοινωνίας μέσω Διαδικτύου για επαγγελματική και για οικιακή χρήση, η ικανότητα της νέας οντότητας να αποκλείσει την αγορά, εξασφαλίζοντας προνομιακή διαλειτουργικότητα μεταξύ των αντίστοιχων λογισμικών, πρέπει να αξιολογηθεί, ιδίως, βάσει του έργου τεχνολογικής καινοτομίας και της διάρκειας της περιόδου που απαιτείται για να τεθεί το προϊόν στην αγορά, που είναι αναγκαία για αποκλεισθεί η αγορά. Αν το αποτέλεσμα του αποκλεισμού εξαρτάται από σειρά παραγόντων που τοποθετούνται στο μέλλον και στηρίζονται σε εικασίες, τότε το αποτέλεσμα αυτό είναι τόσο αβέβαιο ώστε να μην μπορεί να θεωρηθεί ως άμεση συνέπεια της συγκεντρώσεως. Επιπλέον, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι αυτό το αρνητικό αποτέλεσμα μπορεί να θεωρηθεί ως συνέπεια της συγκεντρώσεως, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποδειχθεί το εμπορικό κίνητρο της νέας οντότητας να εφαρμόσει στρατηγική αποκλεισμού της αγοράς, η ύπαρξη ισχύος στην αγορά επαρκούς για την επιβολή μιας τέτοιας στρατηγικής, καθώς και η ανικανότητα των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων να αντιμετωπίσουν τον αποκλεισμό της αγοράς.

(βλ. σκέψεις 115-135)