Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 7 Μαΐου 2018 ο Bruno Gollnisch κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 7 Μαρτίου 2018, στην υπόθεση T-624/16, Gollnisch κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση C-330/18 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Bruno Gollnisch (εκπρόσωπος: B. Bonnefoy-Claudet, avocat)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο τα εξής:

Αιτήματα κατά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως:

Να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2018, T-624/16·

Να αποφανθεί κατά νόμον ως προς τα ζητήματα που εγείρονται όσον αφορά τη διατύπωση νομολογίας·

Να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προκειμένου αυτό να αποφανθεί εκ νέου επί της υποθέσεως αυτής·

Να επιδικάσει στον αναιρεσείοντα ποσό 12 500 ευρώ όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας·

Να καταδικάσει το Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Αιτήματα που προβάλλονται σε περίπτωση κατά την οποία η αίτηση αναιρέσεως κριθεί παραδεκτή:

Εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι έχει ενημερωθεί επαρκώς, να κρίνει τη διαφορά επί της ουσίας·

Να ακυρώσει την απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 1ης Ιουλίου 2016, την κοινοποίηση και τα μέτρα εκτελέσεως της αποφάσεως αυτής, τα οποία περιέχονται στο από 6 Ιουλίου 2016 έγγραφο του Γενικού Διευθυντή Οικονομικών, και το αριθ. 2016-914 χρεωστικό σημείωμα της 5ης Ιουλίου 2016·

Να δεχθεί τα πρωτοδίκως προβληθέντα αιτήματα του νυν αναιρεσείοντος·

Να επιδικάσει στον αναιρεσείοντα ποσό 20 000 ευρώ σε ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη·

να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Επικουρικά αιτήματα:

Να αποφασίσει την αναστολή της ενώπιόν του διαδικασίας μέχρι την ολοκλήρωση των ποινικών διαδικασιών που έχουν κινηθεί στη Γαλλία·

Να αποφασίσει την αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα στο μεταξύ χρονικό διάστημα και την καθ’ ολοκληρία επιστροφή στον αναιρεσείοντα των ποσών που έχουν παρακρατηθεί βάσει της εν λόγω αποφάσεως.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1. Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται αναρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα και παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 3, του εσωτερικού κανονισμού του Κοινοβουλίου

Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση απονέμεται στον Γενικό Γραμματέα αρμοδιότητα λήψεως αποφάσεων η οποία τον εξουσιοδοτεί να αποφασίζει μόνος αν υφίσταται περίπτωση αχρεωστήτου, μολονότι κατά τη νομοθεσία και την προγενέστερη νομολογία έχει μόνον αρμοδιότητα διερευνήσεως, υποβολής προτάσεων και εκτελέσεως αποφάσεων.

2. Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται μη τήρηση της αρχής «una via electa» και της αρχής κατά την οποία η ποινική δίκη συνεπάγεται αναστολή της εκδικάσεως της υποθέσεως στα πολιτικά δικαστήρια.

Κακώς κρίνεται με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι η προβληθείσα αρχή ανήκει στο εθνικό και όχι στο ευρωπαϊκό δίκαιο και ότι η υπό κρίση υπόθεση δεν είχε καμία συνέπεια ποινικού χαρακτήρα.

3. Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας

Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση 1) δεν αποκαταστάθηκε το θεμελιώδες δικαίωμα ακροάσεως του αναιρεσείοντος, το οποίο αυτός στερήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας· 2) επικυρώθηκε ο εκ μέρους της διοικήσεως του Κοινοβουλίου χαρακτηρισμός περί απλών υποψιών, μολονότι επρόκειτο για αιτιάσεις, κατά τα λοιπά όχι βάσιμες, που προβλήθηκαν εις βάρος του αναιρεσείοντος κατά την εν λόγω διαδικασία, ενώ ο μεταβαλλόμενος και ανακριβής χαρακτήρας των αιτιάσεων αυτών αποτελούσε εμπόδιο για τη λυσιτελή υπεράσπιση του αναιρεσείοντος· 3) δεν ελήφθησαν υπόψη οι συνέπειες της σιωπής που τήρησε η διοίκηση σε σχέση με τις επιστολές του αναιρεσείοντος, ο οποίος της υπέβαλλε ερωτήσεις ως προς την ακριβή φύση των αποδεικτικών για την εργασία του συνεργάτη του στοιχείων τα οποία ανέμενε από αυτόν η διοίκηση.

4. Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται μεταχείριση ενέχουσα δυσμενή διάκριση και fumus persecutionis, καθώς και παράτυπη αντιστροφή του βάρους αποδείξεως

Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν χαρακτηρίσθηκαν ως τέτοιες οι ενδείξεις περί συμπεριφοράς ενέχουσας διακρίσεις και περί fumus persecutionis, ενώ δεν έγινε δεκτό ότι η νομολογία που επικαλέσθηκε ο αναιρεσείων μπορεί να τύχει εφαρμογής κατ’ αναλογίαν και στις περιπτώσεις διακρίσεων πολιτικού χαρακτήρα.

5. Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ανεπαρκής αιτιολογία και παράβαση του άρθρου 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

Κακώς κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι τα ενδιάμεσα έγγραφα της διαδικασίας επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών δεν είχαν νομική αξία όσον αφορά το κύρος της διαδικασίας αυτής και, ως εκ τούτου, το κύρος της τελικής πράξεως. Επομένως, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν συνήχθησαν οι συνέπειες του ότι τόσο η διαρκής αυτή μεταβολή της αιτιολογίας όσο και η σιωπή που τήρησε η διοίκηση ως προς τα αιτήματα του αναιρεσείοντα για την παροχή διευκρινίσεων δεν του παρείχαν τη δυνατότητα να γνωρίζει πώς όφειλε να αποδείξει ότι δεν υπέπεσε σε παράβαση.

6. Με τον έκτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

Κατά τον αναιρεσείοντα, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι η ανάγκη να διατηρεί βουλευτής τα αποδεικτικά στοιχεία της εργασίας των βοηθών του δεν είναι ούτε αναδρομικής ούτε δεσμευτικής ισχύος.

7. Με τον έβδομο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ανακριβής χαρακτηρισμός των αποδεικτικών στοιχείων, παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών και σκεπτικό ενέχον αντιφάσεις

Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση διατυπώθηκε μονομερώς, εκ των υστέρων, άνευ νομικής βάσεως και άνευ συνοχής, θεωρία περί αποδεδειγμένων και παραδεκτών τρόπων αποδείξεως της εργασίας κοινοβουλευτικού βοηθού, μη λαμβάνουσα υπόψη αυθαιρέτως τα στοιχεία που είχε προσκομίσει ο αναιρεσείων και προσάπτουσα στον τελευταίο ότι δεν προσκόμισε νέα στοιχεία στο πλαίσιο της δίκης.

8. Με τον όγδοο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας

Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίνεται, αφενός, ότι τα μέτρα εφαρμογής δεν καταλείπουν στον Γενικό Γραμματέα κανένα περιθώριο εκτιμήσεως ως προς τη λήψη αποφάσεως και, αφετέρου, ότι ο αναιρεσείων δεν ανέπτυξε επαρκή επιχειρηματολογία κατά των μέτρων εφαρμογής ή των νομοθετικών κειμένων στα οποία βασίζονται τα μέτρα αυτά.

____________