Language of document : ECLI:EU:T:2010:526

Υπόθεση T-19/07

Systran SA και

Systran Luxembourg SA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Εξωσυμβατική ευθύνη – Διαγωνισμός για την υλοποίηση σχεδίου συντηρήσεως και βελτιώσεως από γλωσσικής πλευράς του συστήματος αυτόματης μεταφράσεως που χρησιμοποιεί η Επιτροπή – Πηγαίος κώδικας διατιθέμενου στο εμπόριο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή – Προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού – Άνευ συναινέσεως γνωστοποίηση σε τρίτον στοιχείων σχετικών με την τεχνογνωσία – Αγωγή αποζημιώσεως – Διαφορά με αντικείμενο εξωσυμβατική ευθύνη – Παραδεκτό – Πραγματική και βέβαιη ζημία – Αιτιώδης συνάφεια – Κατ’ αποκοπή εκτίμηση του ύψους της ζημίας»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Αγωγή αποζημιώσεως – Αντικείμενο – Αίτημα να υποχρεωθεί η Ένωση σε καταβολή αποζημιώσεως βάσει του άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ – Αποκλειστική αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης – Εκτίμηση του ζητήματος αν πρόκειται για ευθύνη εκ συμβάσεως ή εξωσυμβατική ευθύνη – Κριτήρια

(Άρθρα 235 ΕΚ, 238 ΕΚ, 240 ΕΚ και 288, εδ. 2, ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 113)

2.      Αγωγή αποζημιώσεως – Αντικείμενο – Αποκατάσταση της ζημίας από τη φερόμενη αθέτηση, εκ μέρους της Επιτροπής, του καθήκοντός της να προστατεύει το απόρρητο της τεχνογνωσίας – Εξωσυμβατική βάση – Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης

(Άρθρα 235 ΕΚ, 287 ΕΚ, και 288, εδ. 2, ΕΚ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, άρθρο 41)

3.      Διαδικασία – Δικόγραφο της προσφυγής – Τυπικά στοιχεία

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 21, εδ. 1, και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1, στοιχείο γ΄)

4.      Αγωγή αποζημιώσεως – Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης – Αρμοδιότητά του να αποφανθεί επί ισχυρισμού περί προσβολής, εκ μέρους της Επιτροπής, του δικαιώματος του δημιουργού – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 235 ΕΚ και 288, εδ. 2, ΕΚ)

5.      Αγωγή αποζημιώσεως – Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης – Καταδίκη της Ένωσης σε αποζημίωση σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη

(Άρθρα 235 ΕΚ και 288, εδ. 2, ΕΚ)

6.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που παρέχει δικαιώματα στους ιδιώτες – Πραγματική και βέβαιη ζημία – Αιτιώδης συνάφεια

(Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)

7.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 91/250 – Νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή – Πράξεις που υπόκεινται σε περιορισμούς – Εξαιρέσεις – Περιεχόμενο

(Οδηγία 91/250 του Συμβουλίου, άρθρα 4 και 5)

8.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που παρέχει δικαιώματα στους ιδιώτες

(Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)

1.      Όσον αφορά την ευθύνη εκ συμβάσεως, ο δικαστής της Ένωσης είναι αρμόδιος μόνον εάν υφίσταται ρήτρα διαιτησίας κατά την έννοια του άρθρου 238 ΕΚ. Ελλείψει τέτοιας ρήτρας, το Γενικό Δικαστήριο δεν δύναται, βάσει του άρθρου 235 ΕΚ, να αποφανθεί στην πραγματικότητα επί αγωγής αποζημιώσεως εκ συμβάσεως. Σε διαφορετική περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο θα επεξέτεινε την αρμοδιότητά του πέραν των διαφορών που του αναθέτει περιοριστικώς το άρθρο 240 ΕΚ, το οποίο εμπιστεύεται στα εθνικά δικαστήρια την κοινού δικαίου αρμοδιότητα να κρίνουν υποθέσεις στις οποίες είναι διάδικος η Ένωση. Η αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης σε διαφορές εκ συμβάσεως συνιστά παρέκκλιση από το κοινό δίκαιο και πρέπει, επομένως, να ερμηνεύεται συσταλτικώς, έτσι ώστε το Γενικό Δικαστήριο να μπορεί να εκδικάζει μόνον αγωγές που πηγάζουν από σύμβαση ή που έχουν άμεση σχέση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από σύμβαση.

Αντιθέτως, όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη, ο δικαστής της Ένωσης είναι αρμόδιος χωρίς να χρειάζεται προηγούμενη ρητή συμφωνία των διαδίκων. Προκειμένου να κρίνει αν είναι αρμόδιο δυνάμει του άρθρου 235 ΕΚ, το Γενικό Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει, υπό το πρίσμα των διαφόρων σχετικών στοιχείων του φακέλου, αν το αίτημα της ενάγουσας για αποζημίωση στηρίζεται αντικειμενικά και εν όλω σε υποχρεώσεις εκ συμβάσεως ή σε εξωσυμβατικές υποχρεώσεις, οι οποίες χαρακτηρίζουν τη διαφορά ως εκ συμβάσεως ή εξωσυμβατική. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να συναχθούν, μεταξύ άλλων, από την εξέταση των ισχυρισμών των διαδίκων, από το γενεσιουργό της ζημίας της οποίας ζητείται η ανόρθωση γεγονός και από το περιεχόμενο των εκ της συμβάσεως ή εξωσυμβατικών διατάξεων των οποίων γίνεται επίκληση για την επίλυση του επίδικου ζητήματος. Όποτε επεμβαίνει στο πεδίο της εξωσυμβατικής ευθύνης, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί κάλλιστα να εξετάζει το περιεχόμενο μιας συμβάσεως, όπως εξετάζει οποιοδήποτε έγγραφο το οποίο επικαλείται κάποιος από τους διαδίκους προς στήριξη των ισχυρισμών του, προκειμένου να διαπιστώσει αν, βάσει της συμβάσεως αυτής, μπορεί να αμφισβητηθεί η αρμοδιότητα που του ανατίθεται ρητώς από το άρθρο 235 ΕΚ. Η εξέταση αυτή εμπίπτει στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών των οποίων γίνεται επίκληση για να αποδειχθεί η αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου, η έλλειψη της οποίας αποτελεί δημοσίας τάξεως λόγο απαραδέκτου, κατά την έννοια του άρθρου 113 του Κανονισμού Διαδικασίας.

(βλ. σκέψεις 58-62)

2.      Η αρχή ότι οι επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα στην προστασία του επιχειρηματικού τους απορρήτου, έκφραση της οποίας αποτελεί το άρθρο 287 ΕΚ, αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης. Το άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων αναφέρεται επίσης στην ανάγκη τηρήσεως, εκ μέρους της διοικήσεως, των νομίμων συμφερόντων της εμπιστευτικότητας και του επαγγελματικού και επιχειρηματικού απορρήτου.

Το επιχειρηματικό απόρρητο αποτελείται από τις τεχνικές πληροφορίες που σχετίζονται με την τεχνογνωσία, των οποίων όχι μόνον η κοινοποίηση, αλλά και η απλή διαβίβαση σε υποκείμενο δικαίου διαφορετικό από εκείνο που παρείχε την πληροφορία, μπορούν να βλάψουν σοβαρά τα συμφέροντα του τελευταίου. Οι τεχνικές πληροφορίες, προκειμένου να εμπίπτουν, ως εκ της φύσεώς τους, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 287 ΕΚ, είναι αναγκαίο, κατ’ αρχάς, να είναι γνωστές σε έναν περιορισμένο μόνον αριθμό προσώπων. Έπειτα, πρέπει να πρόκειται για πληροφορίες των οποίων η διάδοση δύναται να προκαλέσει σοβαρή ζημία στο πρόσωπο που τις παρέσχε ή σε τρίτους. Τέλος, απαιτείται τα συμφέροντα που ενδέχεται να θιγούν από τη διάδοση της πληροφορίας να είναι αντικειμενικώς άξια προστασίας.

Εφόσον πρόκειται, εν προκειμένω, για την εκτίμηση του φερόμενου ως παράνομου και ζημιογόνου χαρακτήρα της γνωστοποιήσεως από την Επιτροπή προς τρίτον πληροφοριών προστατευόμενων από δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή από την τεχνογνωσία, χωρίς τη ρητή άδεια του δικαιούχου των σχετικών δικαιωμάτων, και τούτο υπό το πρίσμα των εφαρμοστέων συναφώς γενικών αρχών που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών και όχι υπό το πρίσμα συμβατικών όρων, οι οποίοι περιέχονται σε συμβάσεις που συνήφθησαν στο παρελθόν σχετικά με ζητήματα ξένα προς τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και την τεχνογνωσία της, η διαφορά δεν είναι εκ συμβάσεως.

(βλ. σκέψεις 79-80, 103)

3.      Το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο πρέπει να αναφέρει το αντικείμενο της διαφοράς και να περιέχει συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών. Η μνεία αυτή πρέπει να είναι αρκούντως σαφής και ακριβής, ώστε να μπορεί ο μεν εναγόμενος να προετοιμάσει την άμυνά του, ο δε δικαστής της Ένωσης να ασκήσει τον δικαστικό του έλεγχο. Προς κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, επιβάλλεται τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά περιστατικά επί των οποίων στηρίζεται η αγωγή να προκύπτουν, τουλάχιστον συνοπτικώς, αλλά κατά τρόπο λογικό και κατανοητό, από το κείμενο του ίδιου του δικογράφου. Για να πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, το δικόγραφο με το οποίο ζητείται η αποκατάσταση ζημιών που προκάλεσε θεσμικό όργανο πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα στοιχεία βάσει των οποίων είναι δυνατό να προσδιοριστεί ποια συμπεριφορά προσάπτει η ενάγουσα στο όργανο.

(βλ. σκέψεις 107-108)

4.      Όταν στο πλαίσιο εξωσυμβατικής αγωγής αποζημιώσεως, η έννοια της προσβολής δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας δι’ απομιμήσεως προβάλλεται σε συνδυασμό με εκείνη της προστασίας του απορρήτου της τεχνογνωσίας, με μόνο σκοπό να χαρακτηριστεί παράνομη η συμπεριφορά της Επιτροπής, η εκτίμηση αυτή του παράνομου χαρακτήρα της επίμαχης συμπεριφοράς πραγματοποιείται υπό το πρίσμα γενικών αρχών που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών και δεν προϋποθέτει προηγούμενη απόφαση αρμόδιας εθνικής αρχής.

Κατά συνέπεια, λαμβανομένης υπόψη της αρμοδιότητας που παρέχουν στο Γενικό Δικαστήριο τα άρθρα 235 ΕΚ και 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη και ελλείψει εθνικού ένδικου βοηθήματος που θα καθιστούσε δυνατή την αποκατάσταση, εκ μέρους της Επιτροπής, της ζημίας την οποία ισχυρίζεται ότι υπέστη η ενάγουσα λόγω της προβαλλόμενης απομιμήσεως, η έννοια της απομιμήσεως που χρησιμοποιεί η ενάγουσα μπορεί κάλλιστα να ληφθεί υπόψη προκειμένου να χαρακτηριστεί ως παράνομη η συμπεριφορά της Επιτροπής στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως.

Η έννοια της απομιμήσεως που χρησιμοποιεί η ενάγουσα στο πλαίσιο αυτό ερμηνεύεται υπό το πρίσμα μόνον εκείνων των γενικών αρχών που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών και που, σε ό,τι αφορά προγράμματα υπολογιστών, έχουν περιληφθεί σε οδηγίες εναρμονίσεως ή έχουν τεθεί από αυτές. Το Γενικό Δικαστήριο είναι, επομένως, αρμόδιο να διαπιστώσει απομίμηση με την έννοια που θα μπορούσε να δοθεί στον όρο αυτόν από αρμόδια εθνική αρχή ενός κράτους μέλους κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας του κράτους αυτού στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως.

(βλ. σκέψεις 115-117)

5.      Από τα άρθρα 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ και 235 ΕΚ προκύπτει ότι ο δικαστής της Ένωσης είναι αρμόδιος να υποχρεώσει την Ένωση σε κάθε είδος αποζημιώσεως σύμφωνης με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη, περιλαμβανομένης, εφόσον δεν αντιβαίνει στις αρχές αυτές, της αποζημιώσεως σε είδος, ενδεχομένως δε υπό τη μορφή διαταγής για πράξη ή παράλειψη. Κατά συνέπεια, η Ένωση δεν πρέπει, κατ’ αρχήν, να εξαιρείται από την εφαρμογή αντίστοιχου διαδικαστικού μέτρου εκ μέρους του δικαστή της Ένωσης, εφόσον αυτός έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφαίνεται επί αγωγών προς αποκατάσταση ζημίας που καταλογίζεται στην Ένωση.

Η πλήρης ανόρθωση της ζημίας που φέρεται ότι προκλήθηκε σε περίπτωση κατά την οποία προβάλλεται προσβολή, εκ μέρους της Ένωσης, του δικαιώματος του δημιουργού προϋποθέτει την πλήρη αποκατάσταση του δικαιούχου στο δικαίωμά του πνευματικής ιδιοκτησίας η δε αποκατάσταση αυτή απαιτεί τουλάχιστον, και ανεξάρτητα από τον υπολογισμό ενδεχόμενης αποζημιώσεως, την άμεση παύση της προσβολής του δικαιώματός του. Η πλήρης ανόρθωση της ζημίας μπορεί επίσης να λάβει τη μορφή της κατασχέσεως ή της καταστροφής του προϊόντος της απομιμήσεως ή, ακόμη, της δημοσιεύσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου με έξοδα της Επιτροπής.

(βλ. σκέψεις 120-123)

6.      Εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας κατά την έννοια του άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ στοιχειοθετείται εφόσον συντρέχει δέσμη προϋποθέσεων που αφορούν τον παράνομο χαρακτήρα της προσαπτόμενης στο θεσμικό όργανο συμπεριφοράς, το υποστατό της ζημίας και την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της συμπεριφοράς του οργάνου και της προβαλλόμενης ζημίας.

Η προσαπτόμενη στο θεσμικό όργανο παράνομη συμπεριφορά πρέπει να συνίσταται σε κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που έχει ως σκοπό την απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες. Όταν το όργανο αυτό δεν διαθέτει παρά αισθητά περιορισμένη ή και ανύπαρκτη διακριτική ευχέρεια, η απλή παραβίαση του δικαίου της Ένωσης μπορεί να αρκεί προς απόδειξη της υπάρξεως κατάφωρης παραβάσεως.

Η ζημία της οποίας ζητείται η ανόρθωση πρέπει να είναι πραγματική και βεβαία, απαιτείται δε η ύπαρξη άμεσης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της συμπεριφοράς του θεσμικού οργάνου και της ζημίας.

(βλ. σκέψεις 126-127, 268)

7.      Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 της οδηγίας 91/250, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, εξαίρεση από τις πράξεις που εμπίπτουν στο αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού του προγράμματος και ορίζονται στο άρθρο 4 της ίδιας οδηγίας προορίζεται για εφαρμογή μόνο στις εργασίες οι οποίες πραγματοποιούνται από τον νόμιμο αγοραστή του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή και όχι στις εργασίες τις οποίες αναθέτει ο αγοραστής αυτός σε κάποιον τρίτο. Επίσης, η εφαρμογή της εξαιρέσεως αυτής περιορίζεται στις πράξεις που είναι αναγκαίες ώστε ο νόμιμος αγοραστής του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή να μπορεί να το χρησιμοποιεί κατά τρόπο σύμφωνο προς τον σκοπό του, περιλαμβανομένης της διορθώσεως σφαλμάτων.

(βλ. σκέψη 225)

8.      Συνιστά κατάφωρη προσβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και τεχνογνωσίας που έχει μια επιχείρηση επί λογισμικού, και είναι, επομένως, ικανό να θεμελιώσει την ύπαρξη εξωσυμβατικής ευθύνης της Ένωσης το γεγονός ότι η Επιτροπή αναγνώρισε στον εαυτό της το δικαίωμα να πραγματοποιήσει εργασίες που θα είχαν κατ’ ανάγκην ως συνέπεια την τροποποίηση στοιχείων του λογισμικού αυτού, όπως παραδείγματος χάρη, του πηγαίου κώδικα, χωρίς να έχει τη συναίνεση της εν λόγω επιχειρήσεως.

(βλ. σκέψεις 250, 261)