Language of document : ECLI:EU:T:2018:68

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 5ης Φεβρουαρίου 2018 (*)

«Έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη – Προσκλήσεις για υποβολή προτάσεων και συναφών δραστηριοτήτων βάσει του προγράμματος εργασίας 2015 του ΕΣΕ – Πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία (2014-2020) – Ορίζων 2020 – Απόφαση του ERCEA με την οποία κηρύσσεται μη επιλέξιμη η υποβληθείσα από τον προσφεύγοντα πρόταση – Έργο για την αναγνώριση μαθηματικών αλγορίθμων που επιτρέπουν την ανάγνωση και ανάλυση ορισμένων αρχαίων χειρογράφων – Κατάχρηση εξουσίας – Πλάνη περί τα πράγματα – Πλάνη περί το δίκαιο – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως»

Στην υπόθεση T-208/16,

Graziano Ranocchia, κάτοικος Ρώμης (Ιταλία), εκπροσωπούμενος από τον C. Intino, δικηγόρο,

προσφεύγων,

κατά

Εκτελεστικού Οργανισμού του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ERCEA), εκπροσωπούμενου, αρχικώς, από τις E. Chacon Mohedano, R. Maggio Panizza και L. Moreau, στη συνέχεια, από τις E. Chacon Mohedano, R. Maggio Panizza και F. Sgritta,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την ακύρωση, πρώτον, της αποφάσεως Ares(2016) 1020667 του ERCEA, της 26ης Φεβρουαρίου 2016, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του προσφεύγοντος για αναθεώρηση της αποφάσεως με την οποία δεν εγκρίθηκε η επιχορήγηση της ερευνητικής προτάσεως αριθ. 682937, με τίτλο «PHercSchools2 – The Hellenistic Philosophical Schools in the Herculaneum Papyri», δεύτερον, της αποφάσεως Ares(2015) 5922529 του ERCEA, της 17ης Δεκεμβρίου 2015, με την οποία δεν εγκρίθηκε η επιχορήγηση αυτής της ερευνητικής προτάσεως, και, τρίτον, κάθε άλλης προγενέστερης, μεταγενέστερης ή συναφούς με αυτές τις αποφάσεις πράξεως, μεταξύ άλλων του καταλόγου των εγκεκριμένων έργων για το πρόγραμμα επιχορηγήσεως «ERC-Consolidator Grant», ο οποίος δημοσιοποιήθηκε με το ανακοινωθέν Τύπου του ERCEA της 12ης Φεβρουαρίου 2016,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Prek, πρόεδρο, E. Buttigieg και B. Berke (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

 Πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία Ορίζων 2020

1        Το πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία Ορίζων 2020 θεσπίστηκε, βάσει των άρθρων 173 και 182 ΣΛΕΕ, με τον κανονισμό (ΕΕ) 1291/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του προγράμματος-πλαισίου «Ορίζων 2020» για την έρευνα και την καινοτομία (2014-2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1982/2006/ΕΚ (ΕΕ 2013, L 347, σ. 104), και με τον κανονισμό (ΕΕ) 1290/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση των κανόνων συμμετοχής και διάδοσης του «Ορίζων 2020 – Πρόγραμμα-πλαίσιο έρευνας και καινοτομίας (2014-2020)» και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1906/2006 (ΕΕ 2013, L 347, σ. 81).

2        Το πρόγραμμα αυτό προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΣΕ) συντονίζει και χρηματοδοτεί ερευνητικά έργα μέσω προσκλήσεων υποβολής προτάσεων.

3        Το άρθρο 11 του κανονισμού 1290/2013, με τίτλο «Προσκλήσεις υποβολής προτάσεων», προβλέπει, στην παράγραφο 1, τα εξής:

«Οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων δημοσιεύονται […] λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την ανάγκη διαφάνειας και μη εφαρμογής διακρίσεων, καθώς και την ευελιξία που αρμόζει στην ποικιλομορφία των τομέων έρευνας και καινοτομίας.»

4        Το άρθρο 15 του κανονισμού 1290/2013, με τίτλο «Κριτήρια επιλογής και παροχής της επιχορήγησης», έχει ως εξής:

«1.      Οι υποβαλλόμενες προτάσεις αξιολογούνται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α)      αριστεία·

β)      αντίκτυπος·

γ)      ποιότητα και απόδοση της υλοποίησης.

2.      Το κριτήριο του στοιχείου α) της παραγράφου 1 είναι το μόνο που εφαρμόζεται σε προτάσεις για δράσεις έρευνας αιχμής του ΕΣΕ.

[…]

6.      Οι προτάσεις κατατάσσονται βάσει των αποτελεσμάτων της κρίσης. Η επιλογή πραγματοποιείται με βάση αυτή την κατάταξη.

7.      Η αξιολόγηση πραγματοποιείται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες.

[…]»

5        Το άρθρο 16 του κανονισμού 1290/2013 αφορά τη διαδικασία αναθεωρήσεως της κρίσεως. Προβλέπει τα εξής:

«1.      Η Επιτροπή ή ο αρμόδιος φορέας χρηματοδότησης προβλέπουν διαφανή διαδικασία αναθεώρησης κρίσης για αιτούντες οι οποίοι θεωρούν ότι η κρίση της πρότασής τους δεν εκτελέστηκε σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, στο σχετικό πρόγραμμα εργασίας ή στο σχέδιο εργασίας ή στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

2.      Από τον συντονιστή της πρότασης υποβάλλεται αίτημα αναθεώρησης σχετιζόμενο με συγκεκριμένη πρόταση εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή ή ο αρμόδιος φορέας χρηματοδότησης ενημερώνει τον συντονιστή σχετικά με τα αποτελέσματα της κρίσης.

3.      Για την εξέταση του αιτήματος κατά την παράγραφο 2 αρμόδιοι είναι η Επιτροπή ή ο αρμόδιος φορέας χρηματοδότησης. Η εξέταση καλύπτει μόνο τις διαδικαστικές παραμέτρους της κρίσης, και όχι την αξία της πρότασης.

4.      Σχετικά με τις διαδικαστικές παραμέτρους της διαδικασίας κρίσης αποφαίνεται επιτροπή αναθεώρησης κρίσεων συγκροτούμενη από προσωπικό της Επιτροπής ή του αρμόδιου φορέα χρηματοδότησης. Στην επιτροπή προεδρεύει υπάλληλος της Επιτροπής ή του αρμόδιου φορέα χρηματοδότησης, από υπηρεσία άλλη από εκείνη που είναι υπεύθυνη για την πρόσκληση υποβολής προτάσεων. Η επιτροπή μπορεί να συστήσει ένα από τα ακόλουθα:

α)      επαναξιολόγηση της πρότασης κυρίως από αξιολογητές που δεν συμμετείχαν στην προηγούμενη κρίση·

β)      επιβεβαίωση της αρχικής αξιολόγησης.

5.      Με βάση τη σύσταση κατά την παράγραφο 4, από την Επιτροπή ή από τον αρμόδιο φορέα χρηματοδότησης λαμβάνεται απόφαση η οποία κοινοποιείται στον συντονιστή της πρότασης. Η Επιτροπή ή ο αρμόδιος φορέας χρηματοδότησης λαμβάνουν την απόφαση αυτή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

6.      Η διαδικασία αναθεώρησης δεν καθυστερεί τη διαδικασία επιλογής για τις προτάσεις που δεν αποτελούν το αντικείμενο αιτήματος αναθεώρησης.

7.      Η διαδικασία αναθεώρησης δεν αποκλείει άλλες ενέργειες στις οποίες μπορεί να προβεί ο συμμετέχων με βάση το δίκαιο της Ένωσης.»

6        Το άρθρο 17 του κανονισμού 1290/2013, με τίτλο «Έρευνες και καταγγελίες», προβλέπει τα εξής:

«1.      Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι υφίσταται διαδικασία που επιτρέπει στους συμμετέχοντες να προχωρούν σε έρευνες ή καταγγελίες σχετικά με τη συμμετοχή τους στο Ορίζων 2020.

2.      Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι παρέχονται σε όλους τους συμμετέχοντες και δημοσιεύονται στο διαδίκτυο πληροφορίες σχετικά με τη γνωστοποίηση προβληματισμών και την υποβολή ερωτήσεων ή καταγγελιών.»

7        Το άρθρο 20 του κανονισμού 1290/2013, με τίτλο «Χρόνος μέχρι την επιχορήγηση», προβλέπει στην παράγραφο 2, στοιχείο αʹ, ότι οι αιτούντες πρέπει να ενημερωθούν σχετικά με την έκβαση της επιστημονικής αξιολογήσεως της προτάσεώς τους εντός το πολύ πέντε [μηνών] από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής ολοκληρωμένων προτάσεων.

8        Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέθεσε καθήκοντα διαχειρίσεως του προγράμματος‑πλαισίου Ορίζων 2020 στον Εκτελεστικό Οργανισμό του ΕΣΕ (ERCEA).

9        Το νομικό πλαίσιο για τη διαχείριση των εκτελεστικών οργανισμών ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) 58/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων (ΕΕ 2003, L 11, σ. 1).

10      Το άρθρο 22 του κανονισμού 58/2003 προβλέπει τη δυνατότητα ασκήσεως διοικητικής προσφυγής προκειμένου η Επιτροπή να ασκήσει έλεγχο νομιμότητας.

 Κριτήρια επιλογής και διαδικασία αξιολογήσεως για τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων του 2015

11      Όσον αφορά τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων του 2015, τα κριτήρια επιλογής και οι διαδικασίες αξιολογήσεως καθορίστηκαν στο πρόγραμμα εργασίας του 2015 του ΕΣΕ και στους κανόνες για την υποβολή προτάσεων και τις συναφείς διαδικασίες αξιολογήσεως, επιλογής και κατακυρώσεως που αφορούν το ειδικό πρόγραμμα Ορίζων 2020 (στο εξής: κανόνες του ΕΣΕ), οι οποίοι εγκρίθηκαν με την απόφαση C(2014) 2454 τελικό της Επιτροπής, της 15ης Απριλίου 2014, σχετικά με τους κανόνες του ΕΣΕ.

12      Επιπλέον, οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων συνοδεύονται από πληροφορίες απευθυνόμενες στους αιτούντες οι οποίοι ανταποκρίνονται στις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων ώστε να λάβουν επιχορηγήσεις (στο εξής: πληροφορίες προς τους αιτούντες).

13      Το πρόγραμμα εργασίας του ΕΣΕ αναφέρει ότι, για όλες τις επιχορηγήσεις που αφορούν τις έρευνες αιχμής του ΕΣΕ, η αριστεία αποτελεί το μόνο κριτήριο για την αξιολόγηση της καινοτόμου φύσεως, των προσδοκιών και της σκοπιμότητας του ερευνητικού έργου, καθώς και για την ικανότητα, τη δημιουργικότητα και τη δέσμευση του κύριου ερευνητή.

14      Η διαδικασία αξιολογήσεως εκτίθεται με λεπτομέρειες στα σημεία 3.6 έως 3.8 των κανόνων του ΕΣΕ και περιλαμβάνει δύο στάδια. Μόνον οι υποψηφιότητες οι οποίες επιτυγχάνουν στο πρώτο στάδιο γίνονται δεκτές στο δεύτερο στάδιο. Κατά το πρώτο στάδιο, το έργο αξιολογείται υπό τη συνοπτική του έκδοση, η οποία περιλαμβάνει την περιγραφή του έργου (extended synopsis) καθώς και την εξειδίκευση και το βιογραφικό σημείωμα του κύριου ερευνητή. Στο δεύτερο μόνον στάδιο η πλήρης υποψηφιότητα, ήτοι το λεπτομερές ερευνητικό έργο (scientific proposal), εξετάζεται και αξιολογείται. Οι πληροφορίες αυτές συνοψίζονται, εξάλλου, στις πληροφορίες προς τους αιτούντες, ενώ προσαρτώνται και στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

15      Περαιτέρω, το σημείο 3.6.1, δωδέκατο εδάφιο, των κανόνων του ΕΣΕ προβλέπει τα εξής:

«Η κρίση της ομάδας εμπειρογνωμόνων όσον αφορά την πρόταση και τη σειρά κατατάξεώς της στηρίζεται σε επιμέρους εκτιμήσεις και στις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της ομάδας εμπειρογνωμόνων, και εγκρίνεται κατά πλειοψηφία. Το αποτέλεσμα του σταδίου αξιολογήσεως της ομάδας αποτελεί κατάταξη. Κατά το τελευταίο στάδιο της αξιολογήσεως από τους ομοτίμους, η ομάδα προσδιορίζει τις προτάσεις οι οποίες προτείνονται για χρηματοδότηση εφόσον είναι διαθέσιμα επαρκή κονδύλια.»

16      Προκύπτει, επίσης, από το σημείο 3.6.2 των κανόνων του ΕΣΕ ότι, εάν προβλέπεται στο πρόγραμμα εργασίας του ΕΣΕ, η αξιολόγηση από την ομάδα μπορεί να περιλαμβάνει συνεντεύξεις με τον κύριο ερευνητή.

17      Εξάλλου, το σημείο 1.2.5 των πληροφοριών προς τους αιτούντες ορίζει τα εξής:

«[…] Σημειώνεται ότι οι κρίσεις των επιμέρους αξιολογητών δεν συγκλίνουν απαραιτήτως – η αντιπαράθεση και οι διαφορετικές απόψεις ως προς την αξία μιας προτάσεως αποτελούν μέρος της “επιστημονικής μεθόδου” και είναι θεμιτές.

Επιπλέον, η ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΕΣΕ μπορεί να υιοθετήσει διαφορετική άποψη από εκείνη που ενδεχομένως συνάγεται από τις παρατηρήσεις εκάστου επιμέρους αξιολογητή. Τούτο ισχύει, για παράδειγμα, όταν από τις διαβουλεύσεις της ομάδας αναδεικνύεται κάποια σημαντική αδυναμία μιας προτάσεως η οποία δεν είχε εντοπισθεί από τους επιμέρους αξιολογητές. Οι παρατηρήσεις της ομάδας απηχούν την κατόπιν συναινέσεως απόφαση της ομάδας στο σύνολό της με βάση τις προηγούμενες επιμέρους αξιολογήσεις τις οποίες πραγματοποιούν εξ αποστάσεως ανεξάρτητοι αξιολογητές, οι οποίοι δύναται να είναι μη αμειβόμενοι εμπειρογνώμονες ή μέλη της ομάδας, κατόπιν ενδελεχών διαβουλεύσεων και με βάση την κατάταξη της προτάσεως σε σχέση με τις λοιπές προτάσεις κατά τη συνάντηση της ομάδας.»

18      Κατόπιν της αξιολογήσεως από τους ομοτίμους, ο ERCEA γνωρίζει στους αιτούντες, σύμφωνα με το σημείο 3.8 των κανόνων του ΕΣΕ, το αποτέλεσμα της αξιολογήσεως με «ενημερωτικό έγγραφο» απευθυνόμενο στον κύριο ερευνητή και στην αιτούσα νομική οντότητα.

 Διαδικασία αναθεωρήσεως της αξιολογήσεως

19      Κατά το σημείο 3.9 των κανόνων του ΕΣΕ, είναι δυνατό να υποβληθεί αίτημα για την αναθεώρηση της αξιολογήσεως σε εσωτερική επιτροπή αναθεωρήσεως.

20      Το σημείο 3.9, πέμπτο εδάφιο, των κανόνων του ΕΣΕ ορίζει τα ακόλουθα:

«[…] Καθήκον της επιτροπής αναθεωρήσεως είναι η διασφάλιση της συνεκτικής νομικής ερμηνείας αυτού του είδους αιτημάτων και της ίσης μεταχειρίσεως των αιτούντων. Παρέχει ειδική γνώμη ως προς τη διεξαγωγή της διαδικασίας αξιολογήσεως με βάση το σύνολο των διαθέσιμων πληροφοριών που αφορούν την πρόταση και την αξιολόγησή της. Εργάζεται κατά τρόπο ανεξάρτητο. Ωστόσο, η επιτροπή δεν προβαίνει η ίδια σε αξιολόγηση της προτάσεως. Εφόσον διαπιστώσει παρατυπία κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως η οποία ήταν ικανή να επηρεάσει την απόφαση περί μη χρηματοδοτήσεως της προτάσεως, μπορεί να προτείνει πρόσθετη αξιολόγηση του συνόλου ή μέρους της προτάσεως από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες. Αναλόγως της φύσεως του αιτήματος αναθεωρήσεως, η επιτροπή μπορεί να εξετάσει τα βιογραφικά σημειώματα των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων, τις επιμέρους παρατηρήσεις τους και την έκθεση αξιολογήσεως. Η επιτροπή δεν αναιρεί την επιστημονική κρίση των ομάδων εμπειρογνωμόνων οι οποίοι θεωρείται ότι διαθέτουν τα δέοντα προσόντα.

Στο πλαίσιο της αναθεωρήσεως, η επιτροπή συστήνει στον αρμόδιο για την πρόσκληση υποβολής προτάσεων τις ενέργειες στις οποίες οφείλει να προβεί. Εάν η επιτροπή αναθεωρήσεως εκτιμά ότι υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη της αιτιάσεως, μπορεί να προτείνει την επαναξιολόγηση της προτάσεως εν όλω ή εν μέρει από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες ή τη διατήρηση του αρχικού πορίσματος. Η επιτροπή αναθεωρήσεως μπορεί να διατυπώσει και άλλες παρατηρήσεις ή συστάσεις […]».

21      Συναφώς, το σημείο 1.2.5.1, δεύτερο εδάφιο, των πληροφοριών προς τους αιτούντες αναφέρει ότι η διαδικασία αναθεωρήσεως της αξιολογήσεως αφορά τα κενά στη διαδικασία αξιολογήσεως και, σε σπάνιες περιπτώσεις, τα πραγματικά σφάλματα.

22      Τέλος, το σημείο 3.9, όγδοο εδάφιο, των κανόνων του ΕΣΕ διευκρινίζει ότι η διαδικασία αναθεωρήσεως της αξιολογήσεως δεν κωλύει την άσκηση από τους αιτούντες ενδίκων βοηθημάτων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 Διοικητική διαδικασία

23      Στις 30 Ιουλίου 2014, η Επιτροπή δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την πρόσκληση για την υποβολή προτάσεων και συναφών δραστηριοτήτων βάσει του προγράμματος εργασίας 2015 του ΕΣΕ στο πλαίσιο του προγράμματος-πλαισίου για την έρευνα και την καινοτομία (2014-2020) – Ορίζοντας 2020 (ΕΕ 2014, C 248, σ. 6), κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεώς της C(2014) 5008, της 22ας Ιουλίου 2014.

24      Στις 12 Μαρτίου 2015, ο προσφεύγων, Graziano Ranocchia, υπέβαλε στον ERCEA αίτηση επιχορηγήσεως του τύπου «ERC Consolidator Grants» στο πλαίσιο της προσκλήσεως υποβολής προτάσεων για το πρόγραμμα επιχορηγήσεως ERC Consolidator Grant 2015 ενώπιον της ομάδας SH5 ‐ Πολιτισμός και πολιτιστική παραγωγή (στο εξής: ομάδα SH5) για έργο το οποίο αφορά την εφαρμογή σε παπύρους του Ηρακλείου Καμπανίας της τομογραφίας με ακτίνες X με διάταξη αντίθετης φάσεως. Η ζητηθείσα επιχορήγηση ανερχόταν σε 2 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο ανώτατο ποσό το οποίο μπορεί να χορηγηθεί, πλέον πρόσθετου ποσού 749 226 ευρώ για την αγορά σημαντικού εξοπλισμού.

25      Ως προς την ερευνητική πρόταση του προσφεύγοντος, η ομάδα SH5 διατύπωσε ευνοϊκή κρίση κατά το πρώτο στάδιο αξιολογήσεως. Η κρίση αυτή κοινοποιήθηκε με έγγραφα της 3ης και της 22ας Ιουλίου 2015 στον προσφεύγοντα, ο οποίος κλήθηκε σε συνέντευξη.

26      Στις 5 Οκτωβρίου 2015, ο ERCEA έλαβε καταγγελία η οποία περιείχε αιτιάσεις για ενδεχόμενη επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά αναφορικά με την ερευνητική πρόταση την οποία υπέβαλε ο προσφεύγων, σύμφωνα με την οποία ο προσφεύγων χρησιμοποίησε στην πρότασή του μη δημοσιευμένη έρευνα διεξαχθείσα σε άλλο ινστιτούτο από άλλη ερευνητική ομάδα, και δη με τη συμβολή ενός των συνεργατών του, ο οποίος εργαζόταν για το συγκεκριμένο ερευνητικό ινστιτούτο.

27      Κατόπιν εξετάσεως της καταγγελίας από την αρμόδια εσωτερική επιτροπή του ERCEA, ο προσφεύγων κλήθηκε, με ηλεκτρονικό μήνυμα της 30ής Οκτωβρίου 2015, να υποβάλει τις παρατηρήσεις του επί των κατηγοριών αυτών.

28      Στις 5 Νοεμβρίου 2015, ο προσφεύγων προσκόμισε τις ζητηθείσες διευκρινίσεις και αποσαφήνισε ότι ο συνεργάτης του ουδέποτε είχε ενημερωθεί για τη φερόμενη μη δημοσιευθείσα έρευνα από την ανταγωνίστρια ομάδα.

29      Όσον αφορά την εξέταση των αιτιάσεων περί επιστημονικώς ανάρμοστης συμπεριφοράς, ο αρμόδιος συντονιστής του ERCEA, κατόπιν συστάσεως της επιτροπής του επιστημονικού συμβουλίου που είναι αρμόδια για τις συγκρούσεις συμφερόντων, τα επαγγελματικά παραπτώματα και τα δεοντολογικά ζητήματα, αποφάσισε να απορρίψει την αξιολόγηση εκ μέρους ενός των εξ αποστάσεως εμπειρογνωμόνων αξιολογητών, λόγω ενδεχόμενης συγκρούσεως συμφερόντων εξαιτίας της στενής του συνεργασίας με τον καταγγέλλοντα την επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά.

30      Έπειτα από το πρώτο στάδιο αξιολογήσεως, ο προσφεύγων, ως κύριος ερευνητής, ολοκλήρωσε την τελική συνέντευξη στις 12 Νοεμβρίου 2015 ενώπιον της ομάδας SH5.

31      Με έγγραφο της 17ης Δεκεμβρίου 2015, ο ERCEA γνωστοποίησε στον προσφεύγοντα την απόφασή του Ares(2015) 5922529 περί μη συμπεριλήψεως της ερευνητικής του προτάσεως στον κατάλογο των εγκεκριμένων προτάσεων (στο εξής: απόφαση περί μη επιχορηγήσεως), διότι η ομάδα SH5 είχε αποφασίσει, με βάση τις συνημμένες στο έγγραφο αξιολογήσεις των επιμέρους αξιολογητών, ότι η πρόταση δεν πληρούσε όλα τα κριτήρια αξιολογήσεως του ΕΣΕ, αλλά μόνον ορισμένα εξ αυτών. Με το έγγραφο αυτό, ο ERCEA διευκρίνισε ότι η ομάδα SH5 είχε στηρίξει την κρίση της στις εξ αποστάσεως αξιολογήσεις καθώς και σε διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών της.

32      Στο πλαίσιο αυτό, με βάση τις επιμέρους αξιολογήσεις έξι εξωτερικών εξεταστών καθώς και την τελική συνέντευξη με τον προσφεύγοντα και τη σύγκριση με άλλες ερευνητικές προτάσεις, η ομάδα SH5 αποφάσισε να μην εισηγηθεί θετικά ως προς την ερευνητική πρόταση του προσφεύγοντος.

33      Οι αντιρρήσεις της ομάδας SH5 έναντι του προσφεύγοντος και της ερευνητικής του προτάσεως αφορούσαν, κατ' ουσίαν, την ικανότητά του να παρακολουθήσει τις τεχνολογικές και χρηματοδοτικές πτυχές του έργου καθώς και τον σχετικά περιορισμένο ρόλο που είχε ανατεθεί στους μεταδιδακτορικούς ερευνητές.

34      Στις 21 Δεκεμβρίου 2015, ο προσφεύγων ενημερώθηκε σχετικά με την απόρριψη της καταγγελίας περί της φερόμενης επιστημονικώς ανάρμοστης συμπεριφοράς του από την αρμόδια εσωτερική επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεως με την επιστημονική επιτροπή η οποία είναι αρμόδια για τις συγκρούσεις συμφερόντων, τα επαγγελματικά παραπτώματα και τα δεοντολογικά ζητήματα.

35      Στις 22 Δεκεμβρίου 2015, ο προσφεύγων υπέβαλε, ηλεκτρονικά, μέσω της πύλης που είναι διαθέσιμη για τους συμμετέχοντες στο πλαίσιο του προγράμματος Ορίζων 2020, αίτημα για την αναθεώρηση της αξιολογήσεως βάσει του σημείου 3.9 των κανόνων του ΕΣΕ.

36      Στο αίτημα αναθεωρήσεως, ο προσφεύγων, πρώτον, ανέφερε ότι στην πρόταση του 2015 είχαν τηρηθεί οι συστάσεις του ERCEA στο πλαίσιο της προηγούμενης υποψηφιότητάς του το 2014.

37      Δεύτερον, αμφισβήτησε την αιτίαση ως προς την ικανότητά του να παρακολουθήσει τις τεχνολογικές πτυχές του έργου δηλώνοντας ότι η αιτίαση αυτή στηριζόταν όχι στην γραπτή του πρόταση αλλά στις τεθείσες ερωτήσεις κατά τη συνέντευξη, μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν μία στην οποία αρνήθηκε να απαντήσει. Στον βαθμό που η ερώτηση αυτή αφορούσε την επιστήμη της φυσικής, ενώ ο ίδιος είναι ιστορικός και φιλόσοφος, η ερώτηση δεν θα έπρεπε να του είχε τεθεί. Εξάλλου, η απαίτηση να γνωρίζει ο κύριος ερευνητής όλες τις τεχνικές πτυχές ενός έργου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν εμπίπτουν στην ειδικότητά του, είναι αντίθετη στην πολιτική του ΕΣΕ η οποία συνίσταται στην ενθάρρυνση των διεπιστημονικών έργων. Υπογράμμισε επίσης ότι είχε απαντήσει με πληρότητα στις δύο άλλες ερωτήσεις.

38      Τρίτον, αμφισβήτησε την κριτική ως προς τον περιορισμένο ρόλο των μεταδιδακτορικών ερευνητών τονίζοντας ότι ο ρόλος ο οποίος είχε ανατεθεί σε αυτούς τους νέους ερευνητές αποτελούσε τον πυρήνα του έργου.

39      Τέταρτον, υποστήριξε ότι η κρίση της ομάδας SH5 ήταν δυσανάλογη και απέδιδε υπερβολικά μεγάλη βαρύτητα στην πλέον αρνητική επιμέρους αξιολόγηση, την οποία αμφισβητούσε, ενώ οι λοιπές πέντε αξιολογήσεις ήταν θετικές. Υποστήριξε συναφώς ότι η αρνητική αξιολόγηση προερχόταν αναμφιβόλως από ανταγωνιστή ερευνητή με τον οποίο υπήρχε σύγκρουση συμφερόντων και ότι, εξ αυτού του γεγονότος, δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη η εν λόγω αξιολόγηση.

40      Πέμπτον, προέβαλε κατ' ουσίαν ότι η απόφαση της ομάδας SH5 είχε αναμφιβόλως επηρεαστεί από την εναντίον του διαδικασία για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά, η οποία δεν ολοκληρώθηκε, και θεωρούσε ότι είχε γίνει γνωστή στα μέλη της ομάδας SH5.

41      Στις 12 Φεβρουαρίου 2016, ο ERCEA δημοσίευσε ανακοινωθέν Τύπου με τον κατάλογο τον εγκεκριμένων από την ομάδα SH5 έργων για το 2015 (στο εξής: κατάλογος των εγκεκριμένων έργων).

42      Με έγγραφο της 26ης Φεβρουαρίου 2016, ο ERCEA γνωστοποίησε στον προσφεύγοντα την έκδοση της αποφάσεως Ares(2016) 1020667, σχετικά με το πόρισμα της αναθεωρήσεως της αξιολογήσεως (στο εξής: απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016).

43      Με το έγγραφο αυτό, ο προσφεύγων ενημερώθηκε ότι η επιτροπή αναθεωρήσεως είχε εξετάσει το αίτημά του και επιβεβαίωσε ότι η διαδικασία αξιολογήσεως του ΕΣΕ είχε τηρηθεί πλήρως, σύμφωνα με τους κανόνες του ΕΣΕ και το πρόγραμμα εργασίας του.

44      Ο ERCEA εξέθεσε, στο εν λόγω έγγραφο, τα τελικά πορίσματα της επιτροπής αναθεωρήσεως. Εξ αυτών απορρέει ότι η επιτροπή αναθεωρήσεως έκρινε ότι η πρότασή του είχε αξιολογηθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες οι οποίοι ήταν όλοι ειδικοί στον συγκεκριμένο τομέα εξειδικεύσεως.

45      Διευκρίνισε επίσης ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως είχε ληφθεί όχι μόνο με βάση τις παρατηρήσεις επιμέρους αξιολογητών, αλλά και με βάση τις διαβουλεύσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο της ομάδας SH5 και σε συνάρτηση με την κατάταξη της προτάσεώς του έναντι των λοιπών προτάσεων.

46      Επιπλέον, ο ERCEA τόνισε ότι τα αποτελέσματα της τελικής αξιολογήσεως της ερευνητικής του προτάσεως απηχούσαν τη ληφθείσα με consensus απόφαση της ομάδας SH5, χωρίς να έχει κατ' ανάγκην υιοθετηθεί κάθε άποψη των επιμέρους αξιολογητών.

47      Εξάλλου, η επιτροπή αναθεωρήσεως έκρινε ότι σκοπός των παρατηρήσεων του προσφεύγοντος ήταν η αμφισβήτηση της επιστημονικής αξιολογήσεως των αξιολογητών ή της ομάδας SH5 ενώ η κρίση αυτή δεν ενέπιπτε στην αρμοδιότητά της.

48      Τέλος, η επιτροπή αναθεωρήσεως διαπίστωσε ότι οι κανόνες του ΕΣΕ περί συγκρούσεως συμφερόντων είχαν τηρηθεί και ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι ετίθετο ζήτημα συγκρούσεως συμφερόντων από πλευράς των αξιολογητών.

49      Βάσει των προεκτεθέντων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν παρεισέφρησε οποιαδήποτε διαδικαστική πλημμέλεια στη διαδικασία αξιολογήσεως.

50      Με βάση τα ως άνω συμπεράσματα της επιτροπής αναθεωρήσεως, ο ERCEA ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως παρέμενε ισχυρή.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

51      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 29 Απριλίου 2016, ο προσφεύγων άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

52      Ο ERCEA κατέθεσε το υπόμνημα αντικρούσεως στις 19 Ιουλίου 2016.

53      Ο προσφεύγων κατέθεσε το υπόμνημα απαντήσεως στις 6 Σεπτεμβρίου 2016. Ο ERCEA κατέθεσε το υπόμνημα ανταπαντήσεως στις 28 Οκτωβρίου 2016.

54      Στις 13 Ιουλίου 2017, το Γενικό Δικαστήριο έθεσε στους διαδίκους ερωτήσεις σχετικά με το παραδεκτό ratione temporis της προσφυγής όσον αφορά ορισμένες πράξεις που αποτελούν αντικείμενο της διαφοράς. Ο ERCEA και ο προσφεύγων απάντησαν στην ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, αντιστοίχως, στις 19 και στις 28 Ιουλίου 2017.

55      Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016·

–        να ακυρώσει την απόφαση περί μη επιχορηγήσεως·

–        να ακυρώσει κάθε προγενέστερη, μεταγενέστερη ή συναφή με τις αποφάσεις αυτές πράξη, και δη τον κατάλογο των εγκεκριμένων έργων·

–        να διατάξει τη συμπερίληψη της ερευνητικής του προτάσεως στην κατάταξη των εγκεκριμένων έργων τα οποία χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της προσκλήσεως υποβολής προτάσεων του 2015·

–        να διατάξει την προσκόμιση ορισμένων εγγράφων·

–        να καταδικάσει τον ERCEA στα δικαστικά έξοδα.

56      Ο ERCEA ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή ως αβάσιμη·

–        να απορρίψει το αίτημα προσκομίσεως εγγράφων λόγω ελλείψεως συνάφειας·

–        να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

57      Για λόγους οικονομίας της διαδικασίας και τηρουμένης της αρχής της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, ο δικαστής μπορεί να εκδώσει απόφαση επί προσφυγής χωρίς να υποχρεούται να αποφαίνεται οπωσδήποτε επί του συνόλου των ισχυρισμών και επιχειρημάτων των διαδίκων (βλ., κατ' αναλογίαν, απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2002, Συμβούλιο κατά Boehringer, C-23/00 P, EU:C:2002:118, σκέψη 52). Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η προσφυγή μπορεί να εξετασθεί επί της ουσίας χωρίς να χρειάζεται να αποφανθεί επί του παραδεκτού της.

 Επί των αιτημάτων για την ακύρωση της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως και της αποφάσεως της 26ης Φεβρουαρίου 2016

58      Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι αντλούνται, ο πρώτος, από κατάχρηση εξουσίας συνδεόμενη με τον πρόδηλο ανορθολογισμό της εκτιμήσεως της ερευνητικής του προτάσεως, ο δεύτερος, από κατάχρηση εξουσίας συνδεόμενη με την παραμόρφωση πραγματικών περιστατικών και, ο τρίτος, από κατάχρηση εξουσίας συνδεόμενη με την παράβαση των κανόνων του ERCEA σχετικά με την αξιολόγηση των ερευνητικών προτάσεων.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται κατάχρηση εξουσίας συνδεόμενη με τον πρόδηλο ανορθολογισμό της εκτιμήσεως της ερευνητικής του προτάσεως

59      Πρώτον, ο προσφεύγων θεωρεί, κατ' ουσίαν, ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως ενέχει κατάχρηση εξουσίας. Υποστηρίζει ότι οι λόγοι για τους οποίους η ομάδα SH5 απέρριψε την ερευνητική του πρόταση καταρρίπτονται από τα προσκομισθέντα έγγραφα και δεν εμπίπτουν στη διαδικασία επιστημονικής αξιολογήσεως. Προσθέτει ότι διέθετε τις απαιτούμενες γνώσεις αναφορικά με την πρόταση και τους οικείους τομείς και ότι απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις, πλην μίας.

60      Δεύτερον, η κατάχρηση εξουσίας δεν περιοριζόταν μόνον στο αντικείμενο της αξιολογήσεως, αλλά αφορούσε και την ορθή μεταφορά των επιμέρους αξιολογήσεων των εξ αποστάσεως εξεταστών στο πλαίσιο της τελικής συνολικής αξιολογήσεως της ομάδας SH5.

61      Αυτή η τελική αξιολόγηση ήταν ανορθολογική και δυσανάλογη λόγω του ότι από τη σύνθεση των πέντε εξαιρετικά θετικών αξιολογήσεων και της μίας εν μέρει αρνητικής αξιολογήσεως θα έπρεπε να προκύψει μια συνολικά άριστη εκτίμηση βάσει της οποίας έπρεπε να εγκριθεί η ερευνητική του πρόταση.

62      Κατά τον προσφεύγοντα, οι κανόνες του ΕΣΕ παραβιάστηκαν, καθόσον η εκτίμηση της ομάδας SH5 συνίστατο σε απλή παρουσίαση της πλέον αρνητικής επιμέρους αξιολογήσεως, γεγονός το οποίο συνάγει από την καθοριστικής σημασίας σύμπτωση της κύριας αιτιολογίας της απορριπτικής αποφάσεως της ομάδας SH5 με την επιχειρηματολογία του πέμπτου εξεταστή.

63      Τρίτον, ο προσφεύγων προσάπτει στην επιτροπή αναθεωρήσεως ότι «αγνόησε την πρόδηλη διαστρέβλωση του κριτηρίου της επιστημονικής αριστείας» και ότι αρνήθηκε την ύπαρξη συγκρούσεως συμφερόντων όσον αφορά τον πέμπτο εξεταστή, ο οποίος δεν εξαιρέθηκε.

64      Κατά την άποψή του, οι προβληθείσες αιτιάσεις αφορούν, αντιθέτως προς την κρίση της επιτροπής αναθεωρήσεως, διαδικαστικά και μεθοδολογικά ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της επιτροπής αυτής και όχι στην επιστημονική εκτίμηση του έργου.

65      Ο ERCEA αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή.

66      Στο πλαίσιο αυτού του λόγου ακυρώσεως, ο προσφεύγων προσάπτει, κατ' ουσίαν, στον ERCEA ότι ενήργησε κατά κατάχρηση εξουσίας συνδεόμενη με τον πρόδηλο ανορθολογισμό της εκτιμήσεως της προτάσεώς του και ότι δεν τήρησε τους κανόνες του ΕΣΕ σχετικά με τον τρόπο αξιολογήσεως.

67      Προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού, ο προσφεύγων υποστηρίζει κατ' ουσίαν ότι η ομάδα SH5 υπέπεσε σε σφάλμα, καθόσον η αιτιολογία της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως καταρρίπτεται από τα προσκομισθέντα έγγραφα ενώ, περαιτέρω, δεν μεταφέρθηκαν ορθώς οι εκτιμήσεις των επιμέρους αξιολογητών, όπως αποδεικνύεται από την απόκλιση μεταξύ αυτών των εκτιμήσεων και της τελικής αξιολογήσεως της ομάδας. Εξ αυτού συνάγεται ότι η ομάδα SH5 επεδίωξε διαφορετικό σκοπό από εκείνον της επιστημονικής αξιολογήσεως.

68      Περαιτέρω, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η επιτροπή αναθεωρήσεως εσφαλμένως αγνόησε την «πρόδηλη διαστρέβλωση του κριτηρίου της επιστημονικής αριστείας», καθόσον η ομάδα SH5 έλαβε αποκλειστικώς υπόψη τη μόνη αρνητική επιμέρους αξιολόγηση και αρνήθηκε την ύπαρξη συγκρούσεως συμφερόντων.

69      Κατά τη νομολογία, μια πράξη εκδίδεται κατά κατάχρηση εξουσίας μόνον όταν από αντικειμενικές, λυσιτελείς και συγκλίνουσες ενδείξεις προκύπτει ότι έχει ως αποκλειστικό ή, τουλάχιστον, καθοριστικό σκοπό την επίτευξη αποτελέσματος διαφορετικού από εκείνο το οποίο δηλώνεται ότι επιδιώκει ή την αποφυγή τηρήσεως διαδικασίας που προβλέπεται ειδικά στη Συνθήκη για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιστάσεων (απόφαση της 10ης Μαρτίου 2005, Ισπανία κατά Συμβουλίου, C-342/03, EU:C:2005:151, σκέψη 64).

70      Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία, στην περίπτωση περίπλοκων εκτιμήσεων, οι αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέτουν, σε ορισμένους τομείς του δικαίου της Ένωσης, ευρεία διακριτική ευχέρεια, με αποτέλεσμα ο έλεγχος τον οποίο ασκεί ο δικαστής της Ένωσης των εκτιμήσεων αυτών να πρέπει να περιορίζεται στην εξακρίβωση της τηρήσεως των διαδικαστικών κανόνων και της αιτιολογίας, της ουσιαστικής ακρίβειας των πραγματικών περιστατικών που ελήφθησαν υπόψη για την αμφισβητούμενη επιλογή και στην απουσία πρόδηλης πλάνης κατά την εκτίμηση των γεγονότων αυτών ή στην ανυπαρξία καταχρήσεως της εξουσίας (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 2ας Σεπτεμβρίου 2010, Επιτροπή κατά Deutsche Post, C-399/08 P, EU:C:2010:481, σκέψη 97, και της 28ης Ιανουαρίου 2016, Heli-Flight κατά AESA, C-61/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:59, σκέψη 101).

71      Η εκτίμηση της επιστημονικής αριστείας μιας ερευνητικής προτάσεως από ομάδα εμπειρογνωμόνων και από επιμέρους αξιολογητές των οικείων επιστημονικών κλάδων ανήκει στην κατηγορία των περίπλοκων εκτιμήσεων υπό την έννοια της παρατεθείσας ανωτέρω στη σκέψη 70 νομολογίας.

72      Επομένως, εναπόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να διαπιστώσει αν από αντικειμενικές, λυσιτελείς και συγκλίνουσες ενδείξεις προκύπτει ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως λήφθηκε με σκοπό διαφορετικό από τη χρηματοδότηση ερευνητικών προτάσεων άριστης επιστημονικής ποιότητας, με αποτέλεσμα να στοιχειοθετείται στην περίπτωση αυτή κατάχρηση εξουσίας, και να ελέγξει αν, όπως υποστηρίζει, κατ' ουσίαν, ο προσφεύγων, ο ERCEA υπέπεσε σε πραγματική πλάνη, σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή αν παρέβη τους κανόνες του ΕΣΕ.

73      Συναφώς, πρώτον, από το σημείο 3.6, δωδέκατο εδάφιο, των κανόνων του ΕΣΕ προκύπτει ότι οι αποφάσεις της ομάδας δεν στηρίζονται μόνον στις απόψεις των επιμέρους αξιολογητών, οι οποίες προσκομίζονται πριν από τη συνέντευξη με τους αιτούντες, αλλά και στις διαβουλεύσεις της ομάδας.

74      Επιπλέον, το σημείο 1.2.5 των πληροφοριών προς τους αιτούντες διευκρινίζει, αφενός, ότι η ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΕΣΕ μπορεί να εκδώσει απόφαση η οποία διαφέρει από εκείνη που μπορεί να συναχθεί από τις παρατηρήσεις κάθε επιμέρους αξιολογητή, ιδίως αν από τις διαβουλεύσεις της προκύπτει κάποια αδυναμία της προτάσεως η οποία δεν είχε εντοπισθεί από τους άλλους επιμέρους αξιολογητές, και, αφετέρου, ότι η απόφαση της ομάδας στηρίζεται όχι μόνο στις επιμέρους αξιολογήσεις, αλλά και σε ενδελεχείς διαβουλεύσεις, ενώ εξαρτάται και από την κατάταξη των λοιπών προτάσεων.

75      Επομένως, καίτοι εναπόκειται στην ομάδα να λάβει υπόψη, κατά τις διαβουλεύσεις της επί ερευνητικής προτάσεως, το σύνολο των επιμέρους αξιολογήσεων, η τελική της αξιολόγηση μπορεί εντούτοις, λόγω της διακριτικής της ευχέρειας, να μην απηχεί τη θέση που διαφαίνεται ότι μπορεί να συναχθεί από τις παρατηρήσεις κάθε επιμέρους αξιολογητή.

76      Συναφώς, η ενδεχόμενη απόκλιση μεταξύ της πλειονότητας των απόψεων των επιμέρους αξιολογητών και της αποφάσεως της ομάδας εντάσσεται στην κανονική διεξαγωγή της διαδικασίας αξιολογήσεως του ενδιαφέροντος και της επιστημονικής αξίας μιας ερευνητικής προτάσεως.

77      Στο πλαίσιο αυτό, εκτός αν αποδειχθεί πραγματική πλάνη ή πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, το ενδεχόμενο ένα στοιχείο το οποίο υποδείχθηκε σε μία μόνον επιμέρους αξιολόγηση να πείσει την ομάδα κατά τις διαβουλεύσεις της εντάσσεται στην κανονική διεξαγωγή της διαδικασίας επιστημονικής αξιολογήσεως και δεν αντιβαίνει στους κανόνες του ΕΣΕ. Επιπλέον, προβλέπεται ρητώς στις πληροφορίες προς τους αιτούντες.

78      Εξάλλου, η αξιολόγηση των προτάσεων στηρίζεται επίσης στις διαβουλεύσεις της ομάδας και στη σύγκριση των διαφόρων ερευνητικών προτάσεων.

79      Ο προσφεύγων δεν αποδεικνύει ότι η ομάδα SH5 υπέπεσε σε πλάνη ως προς το υποστατό των πραγματικών περιστατικών ή σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, αλλά απλώς αμφισβητεί τα κριτήρια αξιολογήσεως τα οποία εφάρμοσε η ομάδα ή την εκτίμηση της προτάσεώς του η οποία, κατά τους ισχυρισμούς του –χωρίς να προσκομίζει συναφώς αποδείξεις– καταρρίπτεται από τα προσκομισθέντα έγγραφα.

80      Επομένως, η ενδεχόμενη διαφοροποίηση του συνόλου των επιμέρους αξιολογήσεων από την τελική απόφαση της ομάδας SH5 δεν είναι ικανή να αποδείξει την επιδίωξη σκοπού διαφορετικού από εκείνου της αναζητήσεως της επιστημονικής αριστείας, παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ ή πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως εκ μέρους της ομάδας SH5.

81      Για τους ίδιους λόγους, η έκδοση αποφάσεως η οποία συμπίπτει με μία εκ των επιμέρους αξιολογήσεων, εφόσον τούτο ισχύει, δεν είναι ικανή να στοιχειοθετήσει, αυτή καθαυτή, κατάχρηση εξουσίας, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ.

82      Δεύτερον, η εκτίμηση των προσκομισθέντων εγγράφων στο πλαίσιο της ερευνητικής προτάσεως, όπως και η εκτίμηση της συνάφειας των ερωτήσεων που τέθηκαν από την ομάδα SH5 στον κύριο ερευνητή κατά τη συνέντευξή του και των απαντήσεων στις ερωτήσεις αυτές, εμπίπτουν στο περιθώριο εκτιμήσεως της ομάδας SH5.

83      Επομένως, ελλείψει πλάνης ως προς το υποστατό των πραγματικών περιστατικών ή πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως, η αμφισβήτηση των στοιχείων αυτών από επιστημονικής απόψεως δεν μπορεί να θεωρηθεί παράνομη.

84      Τρίτον, ελλείψει αντικειμενικών, λυσιτελών και συγκλινουσών ενδείξεων οι οποίες να αποδεικνύουν ότι τα εφαρμοσθέντα κριτήρια αξιολογήσεως και η αξιολόγηση της προτάσεως και της συνεντεύξεως του προσφεύγοντος επιδίωκαν σκοπό διαφορετικό από εκείνον της αξιολογήσεως της επιστημονικής ποιότητας της προτάσεώς του, τα προβληθέντα από τον προσφεύγοντα στοιχεία δεν είναι ικανά να στοιχειοθετήσουν κατάχρηση εξουσίας.

85      Η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως δεν ενέχει, επομένως, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, πλάνη περί τα πράγματα, παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ ή κατάχρηση εξουσίας.

86      Υπό τις συνθήκες αυτές, η απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016, στον βαθμό που διαπίστωσε ότι οι κανόνες του ΕΣΕ είχαν τηρηθεί, δεν πάσχει τις φερόμενες παρανομίες.

87      Ως προς την αμφισβήτηση της διαπιστώσεως, από την επιτροπή αναθεωρήσεως, ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων, παρατηρείται ότι ο προσφεύγων δεν προσκομίζει αποδείξεις από τις οποίες να προκύπτει η ύπαρξη συγκρούσεως συμφερόντων όσον αφορά τον πέμπτο αξιολογητή.

88      Συγκεκριμένα, υπογραμμίζει ότι υπάρχει σύμπτωση μεταξύ, αφενός, των δικαιολογητικών λόγων της εναντίον του διαδικασίας για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά –κατόπιν της οποίας εξαιρέθηκε ένας επιμέρους αξιολογητής για λόγους που άπτονταν της συγκρούσεως συμφερόντων– και, αφετέρου, των παρατηρήσεων του πέμπτου αξιολογητή. Εκτιμά ότι μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη συγκρούσεως συμφερόντων από αυτήν τη φερόμενη σύμπτωση.

89      Πάντως, μια τέτοια σύμπτωση, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι υφίσταται, δεν μπορεί να συνιστά, αφεαυτής και ελλείψει άλλων αποδεικτικών στοιχείων, επαρκή λόγο για τη διαπίστωση συγκρούσεως συμφερόντων.

90      Επιπλέον, ελλείψει άλλων στοιχείων, η σύγκρουση συμφερόντων δεν μπορεί απλώς να συναχθεί από τη διατύπωση μιας επιστημονικής εκτιμήσεως η οποία επικρίνει την ερευνητική πρόταση του προσφεύγοντος.

91      Επομένως, τα στοιχεία τα οποία προέβαλε ο προσφεύγων δεν αποδεικνύουν ότι η απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016, στον βαθμό που διαπίστωσε ότι δεν ετίθετο ζήτημα συγκρούσεως συμφερόντων για κανέναν από τους αξιολογητές, πάσχει έλλειψη νομιμότητας.

92      Κατά τα λοιπά, τα εναπομένοντα επιχειρήματα του προσφεύγοντος, ιδίως τα αφορώντα τη σύγκριση με τις εγκριθείσες ερευνητικές προτάσεις, αποβλέπουν αποκλειστικώς στην αντίκρουση της επιστημονικής εκτιμήσεως της προτάσεώς του και δεν είναι ικανά να αποδείξουν πλάνη ως προς το υποστατό των πραγματικών περιστατικών ή πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, οπότε πρέπει να απορριφθούν.

93      Επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος.

 Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται κατάχρηση εξουσίας συνδεόμενη με παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών

94      Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η κατάχρηση εξουσίας στοιχειοθετείται με βάση την επικριτέα εκτίμηση του πέμπτου αξιολογητή, η οποία επηρέασε την τελική επιλογή της ομάδας SH5.

95      Αμφισβητεί, κατ' ουσίαν, την αξιολόγηση της ερευνητικής του προτάσεως και της προσωπικής του εμπειρίας από τον αξιολογητή αυτόν και συνάγει εκ των ανωτέρω ότι η απόφαση της ομάδας SH5 είναι παράνομη καθόσον προσέδωσε υπερβολική βαρύτητα στην πέμπτη αξιολόγηση, η οποία, κατά την άποψή του, στηρίζεται σε ανακριβή πραγματικά περιστατικά.

96      Φρονεί ότι αξιολόγηση η οποία δεν αντιστοιχεί στα πραγματικά περιστατικά ισοδυναμεί με κατάχρηση εξουσίας.

97      Με το υπόμνημα απαντήσεως, ο προσφεύγων υποστηρίζει επίσης ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως πάσχει κατάχρηση εξουσίας καθόσον λήφθηκε με σκοπό διαφορετικό από εκείνον της αξιολογήσεως της επιστημονικής αριστείας της ερευνητικής του προτάσεως.

98      Προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού, υποστηρίζει, κατ' ουσίαν, ότι η αξιολόγηση του πέμπτου αξιολογητή, η οποία στερείται οποιασδήποτε επιστημονικής βάσεως, αποδεικνύει ότι το δεοντολογικό κριτήριο υπερίσχυσε του κριτηρίου της αριστείας και ότι η διαδικασία για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά επηρέασε την αξιολόγηση της ερευνητικής του προτάσεως. Συναφώς, υπογραμμίζει τη σύμπτωση μεταξύ της εναντίον του καταγγελίας για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά, η οποία στη συνέχεια απορρίφθηκε, και της αξιολογήσεως του πέμπτου αξιολογητή καθώς και την παρουσία δύο μελών της επιτροπής δεοντολογίας κατά τη συνέντευξή του ενώπιον της ομάδας SH5. Αναφέρει επίσης ότι η επιρροή αυτή αποδεικνύεται από τη φορτική συμπεριφορά εκ μέρους ενός μέλους της ομάδας SH5 και από το ανακριτικό του ύφος.

99      Τέλος, υποστηρίζει ότι η αναγνώριση της αριστείας του έργου του το 2014 αποδεικνύει ότι το βελτιωμένο έργο του το 2015 δεν θα ήταν δυνατό να απορριφθεί.

100    Ο ERCEA αμφισβητεί την ανωτέρω επιχειρηματολογία.

101    Στο πλαίσιο του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, ο προσφεύγων προσάπτει κατ' ουσίαν στον ERCEA κατάχρηση εξουσίας απορρέουσα από το γεγονός ότι αποδόθηκε υπερβολική βαρύτητα, κατά την έκδοση της αποφάσεως της ομάδας SH5, στην εκτίμηση του πέμπτου αξιολογητή, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της ομάδας SH5 καθόσον η εκτίμηση αυτού του αξιολογητή στηρίζεται σε ανακριβή πραγματικά περιστατικά, συνεκτίμηση στοιχείων που άπτονται της δεοντολογίας αντί αποκλειστικώς επιστημονικών στοιχείων και παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ.

102    Ο προσφεύγων αμφισβητεί επίσης την εκ μέρους του πέμπτου εξεταστή αξιολόγηση της ερευνητικής προτάσεώς του και της ικανότητάς του να ελέγξει τις επιστημονικές πτυχές του έργου και υποστηρίζει ότι αυτή στηρίζεται σε ανακριβή πραγματικά περιστατικά.

103    Πρώτον, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 73 έως 78 της παρούσας αποφάσεως, η συνεκτίμηση της αξιολογήσεως του πέμπτου αξιολογητή, ανεξαρτήτως της βαρύτητας που της αποδόθηκε, δεν είναι ικανή να αποδείξει, αυτή καθαυτή, και ελλείψει αποδείξεως τυχόν καταχρήσεως εξουσίας, πλάνης περί τα πράγματα, πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως ή παραβάσεως των κανόνων του ΕΣΕ, ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως πάσχει έλλειψη νομιμότητας.

104    Δεύτερον, η ομάδα SH5 ανέφερε στην αιτιολογία της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως ότι, δεδομένου του φιλόδοξου αντικειμένου της ερευνητικής προτάσεως, λόγω της προτεινόμενης τεχνολογίας απεικονίσεως για την αποκρυπτογράφηση των παπύρων, ανέκυψαν, κατά τη διάρκεια της συνεντεύξεώς του ενώπιον της ομάδας SH5, αμφιβολίες ως προς την ικανότητα του κύριου ερευνητή να ελέγξει τις τεχνικές και χρηματοδοτικές πτυχές του έργου.

105    Πρώτον, επιβάλλεται, επομένως, η διαπίστωση ότι ορισμένα πραγματικά στοιχεία τα οποία υπογραμμίζει ο πέμπτος αξιολογητής και αμφισβητεί ο προσφεύγων δεν περιλαμβάνονται στην αιτιολογία της αποφάσεως της ομάδας SH5. Το ίδιο ισχύει, ειδικότερα, για την παρατήρηση σύμφωνα με την οποία η τεχνολογία της τομογραφίας με ακτίνες X με διάταξη αντίθετης φάσεως έχει ήδη εφαρμοστεί από μη διαπιστευμένα πανεπιστήμια στο πλαίσιο της προτάσεως, για την παρατήρηση σχετικά με την αδυναμία μεταφοράς των χειρογράφων από την Ιταλία προς τη Γαλλία και για το επιχείρημα ότι η ανασύσταση των σχετικών κειμένων χάρη στη χρησιμοποίηση της τεχνολογίας αυτής θα χρειαζόταν δεκαετίες.

106    Επιπλέον, η έκθεση αξιολογήσεως του πέμπτου αξιολογητή αποτελεί απλώς ένα από τα στοιχεία τα οποία έλαβε υπόψη η ομάδα SH5.

107    Επομένως, η αμφισβήτηση αυτών των πραγματικών στοιχείων δεν είναι ικανή να αποδείξει πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως εκ μέρους της ομάδας SH5.

108    Δεύτερον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η άποψη του πέμπτου αξιολογητή ότι ο προσφεύγων δεν είχε επαρκή εμπειρία για την εφαρμογή της τομογραφίας με ακτίνες X με διάταξη αντίθετης φάσεως επί των παπύρων του Ηρακλείου Καμπανίας ώστε να έχει τον πλήρη έλεγχο της τεχνολογικής πτυχής της ερευνητικής προτάσεως είναι εσφαλμένη, καθόσον η δημοσίευση ενός συλλογικού επιστημονικού άρθρου από τον προσφεύγοντα και την ομάδα του αποδεικνύει τον έλεγχο αυτό και την ικανότητα διαχειρίσεως και ελέγχου της τεχνολογικής πτυχής της προτάσεως αυτής την οποία διαθέτει η ομάδα του.

109    Η αξιολόγηση της δυνατότητας ελέγχου της τεχνολογικής πτυχής της ερευνητικής προτάσεως από τον προσφεύγοντα, του βαθμού των απαιτούμενων γνώσεων διαχειρίσεως και της σημασίας των τεχνολογικών πτυχών εμπίπτουν στην επιστημονική κρίση της ομάδας SH5.

110    Συναφώς, η δημοσίευση συλλογικού επιστημονικού άρθρου και η ύπαρξη εντός της ερευνητικής ομάδας ειδικών αυτής της τεχνολογίας δεν είναι ικανές να αποδείξουν πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της ομάδας SH5.

111    Πράγματι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 104 ανωτέρω, η ομάδα SH5 δεν διατύπωσε αμφιβολίες ως προς την επιστημονική ικανότητα των μελών της ερευνητικής ομάδας, αλλά μόνον ως προς την ικανότητα του προσφεύγοντος ως κύριου ερευνητή να διαχειριστεί την τεχνολογική πτυχή του έργου.

112    Εξάλλου, ο προσφεύγων αναγνωρίζει ότι αρνήθηκε να απαντήσει σε ερώτηση αφορώσα τα στοιχεία του φορητού εργαστηριακού τραπεζιού για την τομογραφία με ακτίνες X με διάταξη αντίθετης φάσεως που προβλέπει το έργο, διότι δεν ενέπιπτε στην ειδικότητά του. Δηλώνει, επίσης, ότι οι τεχνολογικές λεπτομέρειες είναι δευτερεύουσας σημασίας στο πλαίσιο του έργου και ότι βρίσκονται, σε κάθε περίπτωση, υπό τον έλεγχο άλλων μελών της ερευνητικής ομάδας.

113    Επιπλέον, κανένα από τα στοιχεία τα οποία προέβαλε ο προσφεύγων, από μόνο του ή σε συνδυασμό με τα λοιπά στοιχεία, δεν είναι ικανό να αποδείξει ότι η ομάδα SH5 υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.

114    Τρίτον, στον βαθμό που οι ομάδες εμπειρογνωμόνων εκδίδουν αυτοτελή απόφαση για κάθε πρόσκληση υποβολής προτάσεων, η έγκριση του έργου του προσφεύγοντος το 2014 δεν διασφαλίζει την αποδοχή παρόμοιου μεταγενέστερου έργου.

115    Υπό τις συνθήκες αυτές, η ομάδα SH5 δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως κρίνοντας ότι υπήρχαν αμφιβολίες ως προς την ικανότητα του προσφεύγοντος να διαχειριστεί την τεχνολογική πτυχή της ερευνητικής προτάσεως.

116    Τέταρτον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως επηρεάστηκε από την εναντίον του παράλληλη διαδικασία για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά και ότι το δεοντολογικό κριτήριο λήφθηκε υπόψη από την ομάδα SH5 σε βάρος του κριτηρίου της επιστημονικής αριστείας, όπερ συνάγει από την αξιολόγηση του πέμπτου αξιολογητή, από την παρουσία δύο μελών της επιτροπής δεοντολογίας κατά τη συνέντευξή του ενώπιον της ομάδας SH5 και από τον φερόμενο ανακριτικό ύφος ενός εμπειρογνώμονα της ομάδας αυτής καθώς και από ό,τι θεωρεί ότι συνιστούσε φορτική συμπεριφορά.

117    Συναφώς, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 73 έως 78 της παρούσας αποφάσεως, η αξιολόγηση του πέμπτου αξιολογητή αποτελεί ένα μόνον στοιχείο μεταξύ άλλων τα οποία έλαβε υπόψη η ομάδα SH5.

118    Επιπλέον, αντιθέτως προς όσα προβάλλει ο προσφεύγων, δεν προκύπτει από την αιτιολογία της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως ότι η ομάδα SH5 συντάχθηκε άνευ όρων με την αξιολόγηση του πέμπτου αξιολογητή.

119    Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η ομάδα SH5 εξέδωσε την απόφαση περί μη επιχορηγήσεως όντας επηρεασμένη από την εναντίον του προσφεύγοντος καταγγελία για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά η οποία στη συνέχεια απορρίφθηκε, ο προσφεύγων δεν προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται τέτοια επιρροή.

120    Πρώτον, η επιρροή της εναντίον του προσφεύγοντος διαδικασίας για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά δεν μπορεί απλώς να συναχθεί από την φερόμενη αναλογία μεταξύ των επικρίσεων που διατύπωσε ο πέμπτος αξιολογητής και των όσων προσάπτονται στον προσφεύγοντα στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής. Δεν μπορεί περαιτέρω να συναχθεί ούτε από τον φερόμενο ανακριτικό ύφος του αξιολογητή αυτού κατά τη συνέντευξη με τον προσφεύγοντα.

121    Πράγματι, αφενός, η αξιολόγηση του πέμπτου αξιολογητή αποτελεί ένα μόνο στοιχείο μεταξύ άλλων στοιχείων τα οποία έλαβε υπόψη η ομάδα SH5 και, αφετέρου, δεν προκύπτει από την αιτιολογία της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως ότι η ομάδα SH5 στήριξε την απόφασή της στις κατηγορίας περί χρησιμοποιήσεως των εργασιών άλλων ερευνητών.

122    Δεύτερον, η φερόμενη παρουσία μελών της επιτροπής δεοντολογίας κατά τη συνέντευξη του προσφεύγοντος, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι ισχύει, δεν είναι ικανή, αφεαυτής και ελλείψει άλλων αποδεικτικών στοιχείων, να αποδείξει ότι η ομάδα SH5 επέλεξε τις προτάσεις στηριζόμενη σε κριτήριο διαφορετικό από εκείνο της επιστημονικής αριστείας. Επιπλέον, ο ERCEA αμφισβητεί ότι τα μέλη της επιτροπής δεοντολογίας ήταν παρόντα κατά τη συνέντευξη με τον προσφεύγοντα. Ο τελευταίος δεν προσκόμισε συναφώς οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο.

123    Τρίτον, ούτε το γεγονός ότι ο πρόεδρος της ομάδας SH5 ενημερώθηκε για την ύπαρξη της εναντίον του προσφεύγοντος διαδικασίας για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά είναι ικανό, ελλείψει άλλων στοιχείων, να αποδείξει ότι η διαδικασία αυτή επηρέασε την εν λόγω ομάδα.

124    Κατά συνέπεια, ο προσφεύγων δεν απέδειξε ότι η ομάδα SH5 υπέπεσε σε πλάνη όσον αφορά το υποστατό πραγματικών περιστατικών ή σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως εκδίδοντας την απόφαση περί μη επιχορηγήσεως.

125    Επιπλέον, ελλείψει αντικειμενικών, λυσιτελών και συγκλινουσών ενδείξεων προς απόδειξη του ότι τα εφαρμοσθέντα κριτήρια αξιολογήσεως και η αξιολόγηση της προτάσεως και της συνεντεύξεως του προσφεύγοντος επιδίωκαν σκοπό άλλο από εκείνον της αξιολογήσεως της επιστημονικής ποιότητας της προτάσεώς του, τα προβληθέντα από τον προσφεύγοντα στοιχεία δεν είναι ικανά να στοιχειοθετήσουν κατάχρηση εξουσίας.

126    Επομένως, ο προσφεύγων δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως έπασχε έλλειψη νομιμότητας.

127    Επομένως, η απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016, στον βαθμό που διαπίστωσε ότι οι κανόνες του ΕΣΕ είχαν τηρηθεί, δεν πάσχει τις φερόμενες παρανομίες.

128    Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος.

 Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται κατάχρηση εξουσίας απορρέουσα από παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ για την αξιολόγηση ερευνητικών προτάσεων

129    Καταρχάς, ο προσφεύγων υποστηρίζει, κατ' ουσίαν, ότι η ερευνητική του πρόταση δεν αξιολογήθηκε με βάση το κριτήριο της επιστημονικής αριστείας και αμφισβητεί την εκτίμηση των θετικών στοιχείων της προτάσεώς του, του απαιτούμενου από την ομάδα SH5 επιπέδου γνώσεων για τη διαχείριση της τεχνολογικής πτυχής του έργου και του βιογραφικού του σημειώματος.

130    Περαιτέρω, προσάπτει στην ομάδα SH5 ότι προέβη σε επιφανειακή εξέταση στηριζόμενη σε καταρριφθέντα πραγματικά περιστατικά.

131    Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η ομάδα SH5 δεν αξιολόγησε ορθά τον καινοτόμο χαρακτήρα της ερευνητικής του προτάσεως και ότι δεν μπορούσε να στηρίξει την αξιολόγησή της στη γνώση που διέθετε ο κύριος ερευνητής όσον αφορά ένα δευτερεύον τεχνικό στοιχείο.

132    Τέλος, η μετατροπή των πέντε εξαιρετικά θετικών αξιολογήσεων σε μία ενιαία αρνητική κρίση είναι αντίθετη προς κάθε λογική βασιζόμενη στα θετικά στοιχεία της προτάσεως και αντιφατική.

133    Ο ERCEA αμφισβητεί την ως άνω επιχειρηματολογία.

134    Στο πλαίσιο του τρίτου λόγου ακυρώσεως, ο προσφεύγων αμφισβητεί, κατ' ουσίαν, την επιστημονική εκτίμηση της ερευνητικής του προτάσεως, του απαιτούμενου από την ομάδα SH5 επιπέδου γνώσεων για τη διαχείριση της τεχνολογικής πτυχής του έργου, ιδίως της λήψεως υπόψη ενός τεχνικού ζητήματος το οποίο θεωρεί παρεπόμενο, και του βιογραφικού του σημειώματος. Προσάπτει επίσης στην ομάδα SH5 ότι προέβη σε επιφανειακή εξέταση στηριζόμενη σε καταρριφθέντα πραγματικά περιστατικά και θεωρεί ότι η μετατροπή πέντε θετικών αξιολογήσεων σε μία αρνητική κρίση είναι αντίθετη προς τους κανόνες του ΕΣΕ και συνιστά κατάχρηση εξουσίας.

135    Συναφώς, όπως προκύπτει από την ανάλυση των δύο πρώτων λόγων ακυρώσεως, τα επιχειρήματα του προσφεύγοντος σχετικά με την επιστημονική εκτίμηση της ερευνητικής του προτάσεως, των απαιτούμενων από την ομάδα SH5 γνώσεων για τη διαχείριση της τεχνολογικής πτυχής του έργου, ιδίως το ότι έλαβε υπόψη ένα τεχνικό ζήτημα το οποίο θεωρεί παρεπόμενο, καθώς και τα επιχειρήματα σχετικά με την πλάνη ως προς το υποστατό πραγματικών περιστατικών και τη φερόμενη διαφοροποίηση μεταξύ των πορισμάτων των επιμέρους αξιολογήσεων και της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως δεν είναι ικανά να στοιχειοθετήσουν πλάνη περί τα πράγματα, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, κατάχρηση εξουσίας ή παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ.

136    Επομένως, ο προσφεύγων δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι η απόφαση περί μη επιχορηγήσεως έπασχε έλλειψη νομιμότητας.

137    Συνεπώς, η απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016 δεν πάσχει τις φερόμενες παρανομίες στον βαθμό που διαπίστωσε ότι οι κανόνες του ΕΣΕ είχαν τηρηθεί.

138    Ως εκ τούτου, ο τρίτος λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος.

139    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι τα αιτήματα για την ακύρωση της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως και της αποφάσεως της 26ης Φεβρουαρίου 2016, τα οποία αποτελούν το πρώτο και το δεύτερο αίτημα, πρέπει να απορριφθούν.

140    Ο προσφεύγων στηρίζεται στη φερόμενη έλλειψη νομιμότητας της αποφάσεως περί μη επιχορηγήσεως και της αποφάσεως της 26ης Φεβρουαρίου 2016 προκειμένου να επιτύχει την ακύρωση προγενέστερων, μεταγενέστερων και συναφών με τις αποφάσεις τις οποίες αφορά η προσφυγή πράξεων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται ο κατάλογος των εγκεκριμένων έργων, και προκειμένου το Γενικό Δικαστήριο να υποχρεώσει τον ERCEA να συμπεριλάβει την ερευνητική του πρόταση στα χρηματοδοτούμενα έργα.

141    Δεδομένης της απορρίψεως των λόγων ακυρώσεως όσον αφορά την απόφαση περί μη επιχορηγήσεως και την απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2016, τα αιτήματα για την ακύρωση των προγενέστερων, μεταγενέστερων ή συναφών με τις αποφάσεις τις οποίες αφορά η προσφυγή πράξεων, για την ακύρωση του καταλόγου των εγκεκριμένων έργων και για την υποχρέωση του ERCEA από το Γενικό Δικαστήριο να συμπεριλάβει την ερευνητική του πρόταση στα χρηματοδοτούμενα έργα πρέπει επίσης να απορριφθούν.

 Επίτωναιτημάτωνπροσκομίσεως εγγράφων

142    Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να διατάξει την προσκόμιση, πρώτον, της κατατάξεως των χρηματοδοτούμενων εγκεκριμένων από την ομάδα SH5 έργων, δεύτερον, των τελικών εκτιμήσεων, των επιμέρους αξιολογήσεων και των σημειώσεων που αφορούν τα εγκεκριμένα και χρηματοδοτούμενα από την ομάδα SH5 έργα, τρίτον, της καταγγελίας περί επιστημονικώς ανάρμοστης συμπεριφοράς κατά της ερευνητικής του προτάσεως, τέταρτον, του ονόματος του πέμπτου ανώνυμου αξιολογητή της ερευνητικής του προτάσεως και, πέμπτον, της καταγραφής της συνεντεύξεώς του με την ομάδα SH5 στις 12 Νοεμβρίου 2015.

143    Κατά τη νομολογία, για να δοθεί η δυνατότητα στο Γενικό Δικαστήριο να προσδιορίσει αν είναι χρήσιμο για την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας να διατάξει την προσκόμιση ορισμένων εγγράφων, ο διάδικος που υποβάλλει σχετικό αίτημα οφείλει να εξατομικεύσει τα αιτούμενα έγγραφα και να παράσχει τουλάχιστον στο Γενικό Δικαστήριο κάποια ελάχιστα στοιχεία πιστοποιούντα τη χρησιμότητα των εγγράφων αυτών για τις ανάγκες της δίκης (αποφάσεις της 17ης Δεκεμβρίου 1998, Baustahlgewebe κατά Επιτροπής, C-185/95 P, EU:C:1998:608, σκέψη 93, και της 8ης Οκτωβρίου 2008, Sogelma κατά ΕΥΑ, T-411/06, EU:T:2008:419, σκέψη 152).

144    Καταρχάς, η κατάταξη των χρηματοδοτούμενων εγκεκριμένων από την ομάδα SH5 έργων, όπως και οι τελικές εκτιμήσεις, οι επιμέρους αξιολογήσεις και οι αφορώσες τα έργα αυτά σημειώσεις, εμφανίζουν χρησιμότητα μόνον αν από τη σύγκριση μεταξύ της ερευνητικής προτάσεως του προσφεύγοντος και των έργων αυτών δύναται να αποδειχθεί πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ εκ μέρους της ομάδας SH5.

145    Ωστόσο, η σύγκριση αυτή εμπίπτει στην επιστημονική εκτίμηση των ερευνητικών προτάσεων.

146    Ελλείψει, όμως, οποιουδήποτε στοιχείου αποδεικνύοντος πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την ερευνητική πρόταση του αιτούντος, η εν λόγω σύγκριση δεν είναι ικανή να αποδείξει, αφεαυτής, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ.

147    Επομένως, η κατάταξη των εγκεκριμένων έργων, οι τελικές εκτιμήσεις, οι επιμέρους αξιολογήσεις και οι σχετικές με τα έργα αυτά σημειώσεις δεν χρησιμεύουν για τις ανάγκες της παρούσας δίκης.

148    Ακολούθως, όπως απορρέει από τις σκέψεις 87 έως 90 και 121 έως 123 της παρούσας αποφάσεως, η καταγγελία για επιστημονικώς ανάρμοστη συμπεριφορά κατά της ερευνητικής προτάσεως του προσφεύγοντος δεν είναι χρήσιμη για τις ανάγκες της παρούσας δίκης στον βαθμό που δεν είναι ικανή, ελλείψει άλλων αποδεικτικών στοιχείων και της αποδείξεως του ότι η ομάδα SH5 αξιολόγησε την πρότασή του επηρεασμένη από την καταγγελία αυτή, να αποδείξει κατάχρηση εξουσίας, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ.

149    Το ίδιο ισχύει και ως προς το όνομα του πέμπτου ανώνυμου αξιολογητή.

150    Τέλος, καθόσον το περιεχόμενο της συνεντεύξεως του προσφεύγοντος δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους και δεν είναι ικανό να αποδείξει κατάχρηση εξουσίας, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή παράβαση των κανόνων του ΕΣΕ, η καταγραφή της δεν είναι χρήσιμη για τις ανάγκες της παρούσας δίκης.

151    Συνεπώς, δεν απαιτείται να διαταχθεί η προσκόμιση των εγγράφων αυτών.

152    Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

153    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι ο προσφεύγων ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί να φέρει τα δικά του δικαστικά έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα του ERCEA, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του δευτέρου.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τον GrazianoRanocchia στα δικαστικά έξοδα.

Prek

Buttigieg

Berke

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 5 Φεβρουαρίου 2018.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.