Language of document : ECLI:EU:C:2012:718

Υπόθεση C‑417/11 P

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

κατά

Nadiany Bamba

«Αίτηση αναιρέσεως — Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) — Λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων εις βάρος ορισμένων προσώπων και οντοτήτων λόγω της καταστάσεως στην Ακτή του Ελεφαντοστού — Δέσμευση κεφαλαίων — Άρθρο 296 ΣΛΕΕ — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Δικαιώματα άμυνας — Δικαίωμα αποτελεσματικής ένδικης προστασίας — Δικαίωμα σεβασμού της ιδιοκτησίας»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 15ης Νοεμβρίου 2012

1.        Αναίρεση — Λόγοι — Ανεπαρκής αιτιολογία — Παραδεκτό

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58)

2.        Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Περιοριστικά μέτρα δεσμεύσεως κεφαλαίων

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 560/2005, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 25/2011, παράρτημα I A, σημείο 6· απόφαση 2010/656 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2011/18, παράρτημα ΙI A, σημείο 6)

3.        Αναίρεση —Λόγοι — Ανεπαρκής αιτιολογία — Λόγος αυτοτελής σε σχέση με τον αφορώντα την ουσιαστική νομιμότητα

(Άρθρα 256 ΣΛΕΕ και 296 ΣΛΕΕ)

4.        Ευρωπαϊκή Ένωση — Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων — Κανονισμός για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων λόγω της καταστάσεως στην Ακτή του Ελεφαντοστού και απόφαση περί ανανεώσεως των μέτρων αυτών — Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου που εξέδωσε την πράξη να ακούσει τον ενδιαφερόμενο πριν την αρχική εγγραφή του στον συνημμένο στην πράξη αυτή κατάλογο προσώπων — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 560/2005 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 25/2011, παράρτημα I A· απόφαση 2010/656 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2011/18, παράρτημα II)

1.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 39 έως 41)

2.        Από την επιβαλλόμενη από το άρθρο 296 ΣΛΕΕ αιτιολογία πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο η συλλογιστική του θεσμικού οργάνου το οποίο εξέδωσε την πράξη, κατά τρόπο που να καθιστά δυνατό στον μεν θιγόμενο να γνωρίζει τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη των μέτρων, στο δε αρμόδιο δικαστήριο να ασκεί τον έλεγχό του. Ωστόσο, η επιβαλλόμενη από το άρθρο 296 ΣΛΕΕ αιτιολογία πρέπει να προσαρμόζεται στη φύση της επίμαχης πράξεως και στο πλαίσιο εντός του οποίου αυτή εκδόθηκε και, συνεπώς, μια βλαπτική πράξη είναι επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον έχει εκδοθεί εντός πλαισίου γνωστού στον θιγόμενο, το οποίο του επιτρέπει να γνωρίζει το περιεχόμενο του ληφθέντος εις βάρος του μέτρου.

Προκειμένου περί αρχικής αποφάσεως περί δεσμεύσεως κεφαλαίων, στον βαθμό που δεν παρέχεται στον θιγόμενο δικαίωμα ακροάσεως πριν από τη λήψη της αποφάσεως, η τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως είναι πολύ σημαντικότερη, καθόσον αποτελεί τη μοναδική εγγύηση που επιτρέπει σ’ αυτόν, τουλάχιστον μετά τη λήψη της αποφάσεως αυτής, να ασκήσει επωφελώς τα ένδικα βοηθήματα που έχει στη διάθεσή του για να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως.

Συναφώς, σε περίπτωση που η εγγραφή του ονόματος του θιγομένου μεταξύ των προσώπων εις βάρος των οποίων λαμβάνονται περιοριστικά μέτρα δεσμεύσεως κεφαλαίων έγινε βάσει της προβαλλόμενης ευθύνης του, λόγω των καθηκόντων που φέρεται ότι ασκούσε ως διευθυντής εφημερίδας για πράξεις δημόσιας υποδαυλίσεως του μίσους και της βίας, καθώς και για εκστρατείες παραπληροφορήσεως, η υποχρέωση αιτιολογήσεως έχει εκπληρωθεί αν το θεσμικό όργανο που εξέδωσε την πράξη παρέχει στοιχεία, στην αιτιολογία της αποφάσεως περί δεσμεύσεως κεφαλαίων, που καθιστούν δυνατό να γίνει αντιληπτό από πού το όργανο αυτό αντλεί τον ειδικό και συγκεκριμένο λόγο για τη λήψη περιοριστικών μέτρων εις βάρος του θιγομένου. Τούτο συμβαίνει αν η πράξη επισημαίνει τα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία, τα οποία συνίστανται στα επαγγελματικά καθήκοντα, στον εκδοτικό όμιλο, στην εφημερίδα και στα είδη πράξεων και εκστρατειών τα οποία αφορά. Με τα στοιχεία αυτά, παρέχεται στον θιγόμενο η δυνατότητα να προσβάλει λυσιτελώς το βάσιμο της πράξεως. Λαμβανομένων υπόψη των εν λόγω στοιχείων, ο θιγόμενος έχει τη δυνατότητα, ενδεχομένως, να αμφισβητήσει το υποστατό των πραγματικών περιστατικών που εκθέτει η πράξη ή τη λυσιτέλεια όλων ή ορισμένων από τα περιστατικά αυτά ή τον χαρακτηρισμό τους.

(βλ. σκέψεις 50, 51 έως 53, 54, 56, 57, 59)

3.        Στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας, το ζήτημα της αιτιολογίας, η οποία συνιστά ουσιώδη τύπο, είναι αυτοτελές σε σχέση προς το ζήτημα της αποδείξεως της προβαλλόμενης συμπεριφοράς, το οποίο εμπίπτει στην ουσιαστική νομιμότητα της επίμαχης πράξεως και προϋποθέτει τον έλεγχο του υποστατού των πραγματικών περιστατικών τα οποία εκτίθενται στην πράξη αυτή, καθώς και του χαρακτηρισμού των περιστατικών αυτών ως στοιχείων που δικαιολογούν την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων εις βάρος του εμπλεκομένου προσώπου.

(βλ. σκέψη 60)

4.        Προς επίτευξη του σκοπού των οποίο επιδιώκουν οι πράξεις περί εγγραφής του ονόματος ενός προσώπου, μιας οντότητας ή ενός οργανισμού στους καταλόγους που αποτελούν αντιστοίχως, το παράρτημα II της αποφάσεως 2010/656, σχετικά με την ανανέωση των περιοριστικών μέτρων κατά της Ακτής του Ελεφαντοστού, και το παράρτημα I A του κανονισμού (ΕΚ) 560/2005 για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων ενόψει της κατάστασης στην Ακτή του Ελεφαντοστού, τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα πρέπει, ως εκ της φύσεώς τους, να είναι αιφνιδιαστικά. Για τον λόγο αυτόν, το θεσμικό όργανο που εξέδωσε την πράξη δεν είναι υποχρεωμένο να προβεί σε ακρόαση του θιγομένου πριν την αρχική εγγραφή του ονόματός του στους επίμαχους καταλόγους.

(βλ. σκέψη 74)