Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 6 Ιουνίου 2011 η Ευρωπαϊκή Επιτροπήκατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα)στις 24 Μαρτίου 2011 στην υπόθεση T-385/06, Aalberts Industries NV, Comap SA, πρώην Aquatis France SAS, Simplex Armaturen + Fittings GmbH & Co. KG κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-287/11 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: F. Castillo de la Torre, V. Bottka, R. Sauer)

Αντίδικοι κατ' αναίρεση: Aalberts Industries NV, Comap SA, πρώην Aquatis France SAS, Simplex Armaturen + Fittings GmbH & Co. KG

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση,

να απορρίψει στο σύνολό της την ασκηθείσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγή,

να καταδικάσει τις τρεις προσφεύγουσες σε πρώτο βαθμό στο σύνολο των δικαστικών εξόδων της παρούσας καθώς και της πρωτοβάθμιας διαδικασίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή στηρίζει την αίτησή της αναιρέσεως στους ακόλουθους τρεις λόγους.

Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη διάφορους κανόνες περί του βάρους αποδείξεως, καθώς και διαδικαστικούς κανόνες στον τομέα της απόδειξης, ότι παραμόρφωσε ορισμένα αποδεικτικά στοιχεία και ότι δεν αιτιολόγησε τις διαπιστώσεις του περί τα πραγματικά περιστατικά. Μολονότι το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει τη νομολογία σχετικά με την ανάγκη να λαμβάνεται υπόψη η συνολική δέσμη ενδείξεων, εντούτοις η κρίση του μαρτυρεί μια ιδιαίτερα αποσπασματική προσέγγιση, στο πλαίσιο της οποίας τα αποδεικτικά στοιχεία εξετάζονται μεμονωμένα και απορρίπτονται ένα προς ένα. Το γεγονός αυτό έχει αντίκτυπο στην ανάλυση των επιμέρους επαφών τις οποίες η απόφαση θεωρεί ως εκδηλώσεις της συμμετοχής των επιχειρήσεων της Aalberts στη συνεχή παράβαση. Τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη συμμετοχή των θυγατρικών, Simplex και Aquatis, στη συνεχή παράβαση εκτιμώνται μεμονωμένα από το Γενικό Δικαστήριο, μολονότι αφορούν μία και μόνη επιχείρηση (Aalberts). Επιπλέον, όσον αφορά τις επαφές αυτές, το Γενικό Δικαστήριο παραμορφώνει ορισμένα κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία ή, εν πάση περιπτώσει, δεν αιτιολογεί επαρκώς τα συμπεράσματά του ως προς την αποδεικτική αξία ορισμένων αποδεικτικών στοιχείων.

Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, ο οποίος προβάλλεται επικουρικώς, στηρίζεται στο ότι, ακόμη και αν οι διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου περί τα πραγματικά περιστατικά γίνονταν δεκτές, πάντως, το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής στο σύνολό της, στο μέτρο που διαπίστωσε ότι αυτή ήταν μερικώς εσφαλμένη. Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλάνη περί το δίκαιο ως προς δύο, τουλάχιστον, σημεία:

-    πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής με το αιτιολογικό ότι η Aquatis δεν είχε τον ίδιο βαθμό γνώσεως όσον αφορά τη σύμπραξη με τους λοιπούς μετέχοντες στις συσκέψεις της FNAS στη Γαλλία. Εντούτοις, κατά πάγια νομολογία, ο διαφορετικός βαθμός γνώσεως ενός μετέχοντος σε σύμπραξη δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια να θεωρηθεί ότι δεν υφίσταται συνολικώς η ενιαία και διαρκής παράβαση, αλλά μπορεί, το πολύ, να οδηγήσει σε μερική ακύρωση της διαπιστώσεως περί της υπάρξεως παραβάσεως και, πιθανότατα, σε μείωση του προστίμου.

-    δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο, καθόσον ακύρωσε στο σύνολό της την απόφαση ως προς την Aalberts και τις δύο θυγατρικές της, ενώ η μερική ακύρωση θα ήταν η πλέον κατάλληλη λύση σύμφωνα με τη νομολογία, υπερέβη τις εξουσίες του.

Τέλος, ο τρίτος λόγος αναιρέσεως προβάλλεται επίσης επικουρικώς, για την περίπτωση που το Δικαστήριο απορρίψει τον πρώτο και τον δεύτερο λόγο, δεδομένου ότι αφορά τον υπολογισμό του προστίμου της Simplex και της Aquatis για την πρώτη περίοδο, σε περίπτωση που η διαπίστωση περί της υπάρξεως παραβάσεως κατά τη δεύτερη περίοδο ακυρωθεί στο σύνολό της. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η ακύρωση του άρθρου 2, στοιχείο β΄, παράγραφος 2, της αποφάσεως δεν αιτιολογείται επαρκώς και ότι το Γενικό Δικαστήριο, κατά το μέτρο που στηρίχθηκε στο λεγόμενο ανώτατο όριο του 10 % που προβλέπεται από το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 1, αποφάνθηκε ultra petita και παραβίασε την αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως και, συνακόλουθα, το δικαίωμα ακροάσεως, δεδομένου ότι το ζήτημα αυτό δεν συζητήθηκε στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας δίκης.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).