Language of document : ECLI:EU:C:2016:459

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MACIEJ SZPUNAR

της 16ης Ιουνίου 2016 (1)

Υπόθεση C‑174/15

Vereniging Openbare Bibliotheken

κατά

Stichting Leenrecht

[αίτηση του Rechtbank Den Haag (πρωτοδικείο Χάγης, Κάτω Χώρες)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα — Δικαίωμα εκμισθώσεως και δικαίωμα δανεισμού προστατευόμενων έργων — Οδηγία 2001/29/ΕΚ — Οδηγία 2006/115/ΕΚ — Ψηφιακά βιβλία — Δημόσιες βιβλιοθήκες»





 Εισαγωγή

1.        Η βιβλιοθήκη είναι ένα πολύ παλιό δημιούργημα της ανθρωπότητας. Προηγήθηκε κατά πολλούς αιώνες της εφευρέσεως του χαρτιού και της εμφανίσεως του βιβλίου όπως το γνωρίζουμε σήμερα. Προσαρμόστηκε στα δεδομένα που προέκυψαν από την εφεύρεση, τον δέκατο πέμπτο αιώνα, της τυπογραφίας, από την οποία μάλιστα ωφελήθηκε, ενώ το δικαίωμα του δημιουργού, το οποίο έκανε την εμφάνισή του περίπου τον δέκατο όγδοο αιώνα, χρειάστηκε να προσαρμοστεί στον θεσμό της βιβλιοθήκης. Σήμερα συντελείται μια νέα επανάσταση: η ψηφιακή. Άραγε η βιβλιοθήκη θα επιβιώσει της νέας αυτής ανατροπής που επέρχεται στα δεδομένα που την περιβάλλουν; Η υπό κρίση υπόθεση, χωρίς να υπερτιμώ τη σημασία της, συνιστά αναμφίβολα μια πραγματική ευκαιρία ώστε να διευκολυνθεί όχι μόνον η επιβίωση των βιβλιοθηκών, αλλά και να δοθεί σε αυτές μια νέα ώθηση.

2.        Πράγματι, και αυτό είναι κοινοτοπία, η ψηφιακή τεχνολογία και η εμφάνιση του διαδικτύου προκάλεσαν σημαντικές ανατροπές σε πλείστους τομείς δραστηριότητας, μεταξύ των οποίων και στον τομέα της δημιουργίας, ιδίως της λογοτεχνικής. Η εμφάνιση των ψηφιακών βιβλίων επέφερε ριζικές μεταβολές τόσο στον τομέα των εκδόσεων όσο και στις συνήθειες των αναγνωστών, και αυτό δεν είναι παρά η αρχή. Μολονότι το ψηφιακό βιβλίο δεν πρόκειται βεβαίως να αντικαταστήσει το έντυπο, ωστόσο, για ορισμένες κατηγορίες βιβλίων και σε ορισμένες αγορές, ο όγκος των πωλήσεων ψηφιακών βιβλίων είναι ίσος, ή και μεγαλύτερος, από τον όγκο των πωλήσεων έντυπων βιβλίων, ενώ ορισμένα βιβλία εκδίδονται μόνο σε ψηφιακή μορφή (2). Επίσης, κάποιοι αναγνώστες, οι οποίοι όλο και αυξάνονται σε αριθμό, τείνουν να εγκαταλείψουν την ανάγνωση έντυπων βιβλίων έναντι της συσκευής ανάγνωσης, ενώ μάλιστα ορισμένοι από τους νεότερους εξ αυτών δεν είχαν συνηθίσει ποτέ στο έντυπο βιβλίο.

3.        Αν οι βιβλιοθήκες δεν προσαρμοστούν στην εξέλιξη αυτή, κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν και να χάσουν την ικανότητα να διαδραματίζουν τον επί χιλιετίες ρόλο τους στη διάδοση του πολιτισμού. Η θέσπιση κανονιστικού πλαισίου κατάλληλου για τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας των βιβλιοθηκών αποτελεί, εδώ και κάποιο καιρό, αντικείμενο εκτεταμένων συζητήσεων τόσο μεταξύ των ενδιαφερόμενων φορέων όσο και στη θεωρία (3). Στο επίκεντρο των συζητήσεων αυτών βρίσκεται το ερώτημα αν —και με ποια νομική βάση— έχουν οι βιβλιοθήκες δικαίωμα δανεισμού ψηφιακών βιβλίων. Η υπό κρίση υπόθεση παρέχει στο Δικαστήριο την ευκαιρία να δώσει μια απάντηση στο ερώτημα αυτό.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η οδηγία 2001/29/ΕΚ

4.        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (4), το οποίο τιτλοφορείται «Πεδίο εφαρμογής», ορίζει, στην παράγραφο 2, στοιχείο βʹ:

«Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11 [το οποίο επιφέρει τεχνικές προσαρμογές σε ορισμένες οδηγίες στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού], η παρούσα οδηγία ουδόλως θίγει τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις σχετικά με:

[…]

β)      το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας».

5.        Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής, το οποίο επιγράφεται «Δικαίωμα αναπαραγωγής», ορίζει, στο στοιχείο αʹ:

«Τα κράτη μέλη παρέχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν, την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει:

α)      στους δημιουργούς, όσον αφορά τα έργα τους».

6.        Το άρθρο 3 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Δικαίωμα παρουσίασης έργων στο κοινό και δικαίωμα διάθεσης άλλων αντικειμένων στο κοινό», ορίζει στην παράγραφό του 1:

«Τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά, όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος.»

7.        Το άρθρο 4 της οδηγίας 2001/29, το οποίο φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα διανομής», προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.      Τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς, όσον αφορά το πρωτότυπο ή αντίγραφο των έργων τους, το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν τη διανομή τους στο κοινό με οποιαδήποτε μορφή μέσω πώλησης ή άλλως.

2.      Το δικαίωμα διανομής του πρωτοτύπου ή των αντιγράφων ενός έργου εντός της Κοινότητας αναλώνεται μόνο εάν η πρώτη πώληση ή η κατ’ άλλον τρόπο πρώτη μεταβίβαση της κυριότητας του έργου αυτού εντός της Κοινότητας πραγματοποιείται από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του».

8.        Τέλος, το άρθρο 5 της ίδιας οδηγίας, το οποίο έχει τον τίτλο «Εξαιρέσεις και περιορισμοί», ορίζει, στις παραγράφους του 1 και 2, στοιχείο γʹ:

«1.      Οι αναφερόμενες στο άρθρο 2 προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής, οι οποίες είναι μεταβατικές ή παρεπόμενες και οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου, έχουν δε ως αποκλειστικό σκοπό να επιτρέψουν:

[…]

β)      τη νόμιμη χρήση

ενός έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου, και οι οποίες δεν έχουν καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία, εξαιρούνται από το δικαίωμα αναπαραγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2.

2.      Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν εξαιρέσεις ή περιορισμούς από το δικαίωμα αναπαραγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

[…]

γ)      ειδικές πράξεις αναπαραγωγής που πραγματοποιούνται από προσιτές στο κοινό βιβλιοθήκες, εκπαιδευτικά ιδρύματα ή μουσεία, ή από αρχεία που δεν αποσκοπούν, άμεσα ή έμμεσα, σε κανένα οικονομικό ή εμπορικό όφελος».

 Η οδηγία 2006/115/ΕΚ

9.        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2006/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας (5), το οποίο τιτλοφορείται «Αντικείμενο της εναρμόνισης», ορίζει:

«1.      Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου [κεφάλαιο I, το οποίο τιτλοφορείται “Δικαίωμα εκμίσθωσης και δανεισμού”], τα κράτη μέλη παρέχουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 5, δικαίωμα συναίνεσης ή απαγόρευσης για την εκμίσθωση και τον δανεισμό πρωτοτύπων και αντιγράφων έργων που προστατεύονται από την πνευματική ιδιοκτησία και άλλων αντικειμένων που μνημονεύονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1.

2.      Τα δικαιώματα κατά την παράγραφο 1 δεν εξαντλούνται από οποιαδήποτε πώληση, ή άλλη πράξη διανομής πρωτοτύπων και αντιγράφων έργων που προστατεύονται από την πνευματική ιδιοκτησία και άλλων αντικειμένων που μνημονεύονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1.»

10.      Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής, το οποίο τιτλοφορείται «Ορισμοί», ορίζει στην παράγραφο 1, στοιχείο βʹ:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

β)      ως “δανεισμός” νοείται η διάθεση προς χρήση, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, και όχι για άμεσο ή έμμεσο οικονομικό ή εμπορικό όφελος, όταν γίνεται από ιδρύματα που είναι ανοιχτά στο κοινό».

11.      Το άρθρο 3 της ίδιας οδηγίας, το οποίο τιτλοφορείται «Δικαιούχοι και αντικείμενο του δικαιώματος εκμίσθωσης και δανεισμού», ορίζει στην παράγραφο 1, στοιχείο αʹ:

«Το αποκλειστικό δικαίωμα συναίνεσης ή απαγόρευσης για την εκμίσθωση και το δανεισμό ανήκει:

α)      στο δημιουργό, όσον αφορά το πρωτότυπο και τα αντίγραφα του έργου του».

12.      Τέλος, το άρθρο 6 της ίδιας οδηγίας, το οποίο τιτλοφορείται «Παρέκκλιση από το αποκλειστικό δικαίωμα δημόσιου δανεισμού», ορίζει στις παραγράφους 1 και 3:

«1.      Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από το αποκλειστικό δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 1 όσον αφορά το δημόσιο δανεισμό, υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον οι δημιουργοί λαμβάνουν αμοιβή για το δανεισμό αυτό. Τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να καθορίζουν την αμοιβή λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους πολιτιστικής προαγωγής.

[…]

3.      Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν ορισμένες κατηγορίες ιδρυμάτων από την πληρωμή της αμοιβής κατά τις παραγράφους 1 και 2.»

 Το ολλανδικό δίκαιο

13.      Ο νόμος περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας (Auteurswet) καθιερώνει το δικαίωμα δανεισμού στο άρθρο 12, παράγραφος 1, σημείο 3, και παράγραφος 3. Η παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό καθιερώνεται στο άρθρο 15c, παράγραφος 1, του νόμου αυτού.

 Τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

14.      Σε πολλά κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και στις Κάτω Χώρες, διεξάγεται ζωηρή συζήτηση σχετικά με τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων. Σε έκθεση η οποία συνετάγη κατόπιν αιτήματος του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού και Επιστημών, διαπιστώθηκε ότι ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων δεν υπαγόταν στο αποκλειστικό δικαίωμα δανεισμού κατά την έννοια των διατάξεων περί μεταφοράς της οδηγίας 2006/115 στο ολλανδικό δίκαιο. Κατά συνέπεια, ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων από τις δημόσιες βιβλιοθήκες δεν μπορεί να υπαχθεί στην παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής και που έχει επίσης μεταφερθεί στο ολλανδικό δίκαιο. Με βάση την ως άνω διαπίστωση, η κυβέρνηση εκπόνησε σχέδιο νόμου για τις βιβλιοθήκες.

15.      Ωστόσο, η Vereniging Openbare Bibliotheken, ένωση στην οποία συμμετέχουν όλες οι δημόσιες βιβλιοθήκες των Κάτω Χωρών (στο εξής: VOB) και ενάγουσα στην κύρια δίκη, δεν συμμερίζεται την ως άνω διαπίστωση. Με την πεποίθηση ότι οι κρίσιμες διατάξεις του ολλανδικού δικαίου έχουν εφαρμογή και στον ψηφιακό δανεισμό, η VOB άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου αναγνωριστική αγωγή κατά του Stichting Leenrecht, ιδρύματος επιφορτισμένου με την είσπραξη της αμοιβής που οφείλεται στους δημιουργούς με βάση την παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό και εναγομένου στην κύρια δίκη, με αίτημα να διαπιστωθεί, κατ’ ουσίαν: πρώτον, ότι ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων εμπίπτει στο δικαίωμα δανεισμού, δεύτερον, ότι η διάθεση ψηφιακών βιβλίων για απεριόριστο χρονικό διάστημα συνιστά πώληση κατά την έννοια των διατάξεων που διέπουν το δικαίωμα διανομής και, τρίτον, ότι ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων από τις δημόσιες βιβλιοθήκες με την καταβολή εύλογης αμοιβής στους δημιουργούς δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των δημιουργών.

16.      Η VOB προσθέτει ότι η αγωγή της αφορά τον δανεισμό σύμφωνα με το αποκαλούμενο από το αιτούν δικαστήριο μοντέλο «one copy one user». Κατά το μοντέλο αυτό, το διατιθέμενο από τη βιβλιοθήκη ψηφιακό βιβλίο μπορεί να μεταφορτώνεται από τον χρήστη για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί ο δανεισμός, ενώ στο διάστημα αυτό το βιβλίο δεν είναι προσιτό σε άλλους χρήστες της βιβλιοθήκης. Με τη λήξη του χρονικού αυτού διαστήματος, η μεταφόρτωση του βιβλίου καθίσταται αυτομάτως αδύνατη για τον οικείο χρήστη και συνεπώς το βιβλίο μπορεί να το δανειστεί άλλος χρήστης. Εξάλλου, η VOB επισήμανε ότι επιθυμούσε να περιορίσει το πεδίο της αγωγής της στα «μυθιστορήματα, τις συλλογές διηγημάτων, τις βιογραφίες, τα ταξιδιωτικά αφηγήματα, τα παιδικά βιβλία και τη νεανική λογοτεχνία».

17.      Στην κύρια δίκη παρεμβαίνουν οι Stichting Lira, οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων που εκπροσωπεί τους δημιουργούς λογοτεχνικών έργων (στο εξής: Lira) και Stichting Pictoright, οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων που εκπροσωπεί τους δημιουργούς εικαστικών έργων (στο εξής: Pictoright), αμφότεροι προς υποστήριξη των αιτημάτων της VOB, καθώς και η Vereniging Nederlands Uitgeversverbond, ένωση των εκδοτών (στο εξής: NUV), η οποία υποστηρίζει την αντίθετη θέση.

18.      Το Rechtbank Den Haag (πρωτοδικείο Χάγης, Κάτω Χώρες), κρίνοντας ότι η απάντηση στα αιτήματα της VOB εξαρτάται από την ερμηνεία των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα:

«1.      Πρέπει το άρθρο 1, παράγραφος 1, το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, και το άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 να ερμηνευθούν κατά τέτοιον τρόπο ώστε ο όρος “δανεισμός”, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, να καλύπτει επίσης τη διάθεση προς χρήση, όχι για άμεσο ή έμμεσο οικονομικό ή εμπορικό όφελος, μυθιστορημάτων, συλλογών διηγημάτων, βιογραφιών, ταξιδιωτικών αφηγημάτων, παιδικών βιβλίων και νεανικής λογοτεχνίας που προστατεύονται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, όταν η διάθεση αυτή πραγματοποιείται από ίδρυμα προσβάσιμο από το κοινό

–        με την τοποθέτηση αντιγράφου σε ψηφιακή μορφή (αναπαραγωγή Α) στον διακομιστή του ιδρύματος και με την παροχή σε χρήστη της δυνατότητας να αναπαραγάγει μέσω μεταφορτώσεως το αντίγραφο στον δικό του υπολογιστή (αναπαραγωγή Β),

–        όταν το αντίγραφο που ο χρήστης δημιούργησε κατά τη μεταφόρτωση (αναπαραγωγή Β), μετά την παρέλευση συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί πλέον να χρησιμοποιηθεί, και

–        όταν άλλοι χρήστες κατά τη διάρκεια του χρονικού αυτού διαστήματος δεν μπορούν να μεταφορτώσουν στον υπολογιστή τους το αντίγραφο (αναπαραγωγή Α);

2.      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, μήπως το άρθρο 6 της οδηγίας 2006/115 και/ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη του δικαίου της Ένωσης εμποδίζουν τα κράτη μέλη να εξαρτήσουν την εφαρμογή τού κατά το άρθρο 6 της οδηγίας 2006/115 περιορισμού του δικαιώματος δανεισμού από την προϋπόθεση ότι το αντίγραφο του έργου που διατίθεται από το ίδρυμα (αναπαραγωγή Α) τέθηκε σε κυκλοφορία με πρώτη πώληση ή με κατ’ άλλον τρόπο πρώτη μεταβίβαση της κυριότητας του αντιγράφου αυτού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29;

3.      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, τάσσει το άρθρο 6 της οδηγίας 2006/115 άλλες απαιτήσεις σχετικά με την προέλευση του αντιγράφου που διατίθεται από το ίδρυμα (αναπαραγωγή Α), όπως π.χ. την απαίτηση το αντίγραφο αυτό να ελήφθη από νόμιμη πηγή;

4.      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, πρέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η κατά την εν λόγω διάταξη έκφραση “πρώτη πώληση ή κατ’ άλλον τρόπο πρώτη μεταβίβαση της κυριότητας” ενός αντικειμένου περιλαμβάνει επίσης τη διάθεση προς χρήση, εξ αποστάσεως μέσω μεταφορτώσεως, για απεριόριστο χρονικό διάστημα ενός σε ψηφιακή μορφή αντιγράφου μυθιστορημάτων, συλλογής διηγημάτων, βιογραφιών, ταξιδιωτικών αφηγημάτων, παιδικών βιβλίων και νεανικής λογοτεχνίας που προστατεύονται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας;»

19.      Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 17 Απριλίου 2015. Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν οι VOB, NUV, Lira και Pictoright, η Γερμανική, η Ελληνική, η Γαλλική, η Ιταλική, η Λεττονική, η Πορτογαλική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι VOB, NUV, Lira και Pictoright, η Τσεχική, η Ελληνική και η Γαλλική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή έλαβαν μέρος στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 9ης Μαρτίου 2016.

 Ανάλυση

20.      Το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα. Το πρώτο είναι κεφαλαιώδους σημασίας, διότι αφορά το αν ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων εμπίπτει στις διατάξεις της οδηγίας 2006/115. Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, τα υπόλοιπα ερωτήματα καθίστανται άνευ αντικειμένου. Θα εστιάσω συνεπώς την ανάλυσή μου στο πρώτο ερώτημα. Το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο ερώτημα αφορούν τις προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν τα ψηφιακά βιβλία προκειμένου να μπορούν ενδεχομένως να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού στο πλαίσιο της παρεκκλίσεως για τον δημόσιο δανεισμό. Θα τα εξετάσω από κοινού και κατά τρόπο συνοπτικό.

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

21.      Με το πρώτο ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της ίδιας οδηγίας, έχει την έννοια ότι η διάθεση στο κοινό από τις δημόσιες βιβλιοθήκες ψηφιακών βιβλίων για περιορισμένο χρονικό διάστημα εμπίπτει στο κατοχυρούμενο από το άρθρο αυτό δικαίωμα δανεισμού.

22.      Κατά το αντικείμενο της κύριας δίκης, όπως αυτό προσδιορίζεται στην αγωγή της VOB, το αιτούν δικαστήριο περιορίζει το ερώτημά του στα «μυθιστορήματα, τις συλλογές διηγημάτων, τις βιογραφίες, τα ταξιδιωτικά αφηγήματα, τα παιδικά βιβλία και τη νεανική λογοτεχνία». Εντούτοις, μολονότι μπορεί να γίνει δεκτό ότι η προβληματική που μας απασχολεί στην υπό κρίση υπόθεση περιορίζεται, μεταξύ των διαφόρων αντικειμένων που προστατεύονται από το δικαίωμα δανεισμού, μόνο στα ψηφιακά βιβλία (6), φρονώ ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο τρόπος με τον οποίο το αιτούν δικαστήριο οριοθετεί την προβληματική αυτή. Ειδικότερα, η κατηγορία λογοτεχνικών έργων την οποία διακρίνει το δικαστήριο αυτό ουδόλως στηρίζεται, κατά τη γνώμη μου, σε κάποιο αντικειμενικό κριτήριο βάσει του οποίου δικαιολογείται η διαφορετική νομική μεταχείρισή της. Επομένως, η λύση που θα προκρίνει το Δικαστήριο στην απάντησή του στο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει να έχει εφαρμογή, αδιακρίτως, σε όλων των ειδών τα λογοτεχνικά έργα τα οποία υφίστανται υπό τη μορφή ψηφιακού βιβλίου.

23.      Κατά τη γνώμη μου, η ερμηνεία της οδηγίας 2006/115 είναι απαραίτητο να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας και να καθιστά δυνατό τον συγκερασμό των διαφόρων διακυβευόμενων συμφερόντων. Ταυτόχρονα, η ερμηνεία αυτή πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και με τη λογική των λοιπών πράξεων της Ένωσης στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού. Θα εξετάσω τα επιμέρους αυτά ζητήματα κατωτέρω.

 Επί των αξιολογικών θεμελίων που επιβάλλουν την ερμηνεία της οδηγίας 2006/115 υπό το φως των σύγχρονων διακυβευμάτων

24.      Η οδηγία 2006/115 δεν είναι νέο κανονιστικό κείμενο. Ειδικότερα, αποτελεί κωδικοποίηση της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 1992, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας (7), η οποία είναι μία από τις δύο πρώτες πράξεις παράγωγου δικαίου στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού (8). Όσον αφορά το δικαίωμα δανεισμού, η οδηγία αυτή δεν υπέστη ποτέ τροποποιήσεις επί της ουσίας, ούτε κατά την αναδιατύπωσή της με την οδηγία 2006/115 ούτε νωρίτερα. Επομένως, οι ισχύουσες διατάξεις σχετικά με το δικαίωμα δανεισμού είναι κατ’ ουσίαν ίδιες με τις διατάξεις που θεσπίστηκαν το 1992.

25.      Είναι κατά τη γνώμη μου αδιαμφισβήτητο ότι, την εποχή εκείνη, ο νομοθέτης της Ένωσης δεν είχε σκεφτεί να συμπεριλάβει τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων στην κατά την οδηγία 92/100 έννοια του δανεισμού, απλώς διότι η εμπορικώς αξιοποιήσιμη τεχνολογία των ψηφιακών βιβλίων βρισκόταν τότε ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Εξάλλου, όταν η Επιτροπή, στην αιτιολογική έκθεση της εν λόγω οδηγίας, απέκλεισε ρητώς τη δυνατότητα εφαρμογής της οδηγίας αυτής στη διάθεση έργων στο κοινό μέσω μεταφορτώσεως, αναφέρθηκε αποκλειστικά στα φωνογραφήματα και τα βιντεογραφήματα (9). Το ζήτημα της μεταφορτώσεως των βιβλίων ούτε καν μνημονεύθηκε στην εν λόγω αιτιολογική έκθεση.

26.      Μήπως αυτό σημαίνει ότι οι διατάξεις της οδηγίας 2006/115 πρέπει ακόμα και σήμερα να ερμηνεύονται κατά τρόπον ώστε ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων να εξαιρείται από την κατά την οδηγία αυτή έννοια του δανεισμού; Θεωρώ πως όχι, και τούτο για τρεις λόγους.

27.      Πρώτον, είναι απαραίτητο κατά την άποψή μου τα νομικά κείμενα να ερμηνεύονται κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη της τεχνολογίας, της αγοράς και των συμπεριφορών και να μην καθηλώνονται στο παρελθόν μέσω μιας ερμηνείας υπέρμετρα ανελαστικής (10).

28.      Μια τέτοια ερμηνεία, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως «δυναμική» ή «εξελικτική» είναι κατά τη γνώμη μου απαραίτητη, ιδίως στους τομείς που επηρεάζονται έντονα από την τεχνολογική πρόοδο, όπως συμβαίνει με το δικαίωμα του δημιουργού. Πράγματι, η πρόοδος αυτή είναι στις μέρες μας τόσο γρήγορη ώστε ξεπερνά σαφώς τη νομοθετική διαδικασία, καθιστώντας συχνά μάταιες τις απόπειρες προσαρμογής των δικαιικών διατάξεων διά της οδού αυτής, ενώ τα νομικά κείμενα καθίστανται παρωχημένα ήδη κατά τη στιγμή της θεσπίσεώς τους ή μετά από σύντομο χρονικό διάστημα. Η ίδια η οδηγία 2006/115 αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του φαινομένου αυτού. Οι διατάξεις της σχετικά με την εκμίσθωση, οι οποίες αποσκοπούσαν στη ρύθμιση της αγοράς εκμισθώσεως βιντεοκασετών, CD και DVD, είναι σήμερα παρωχημένες, διότι η εκμίσθωση φωνογραφημάτων και βιντεογραφημάτων έχει πρακτικά εξαφανιστεί, τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή αγορά, έναντι της διαθέσεως μέσω του διαδικτύου (11). Ο παρωχημένος χαρακτήρας των κανόνων δικαίου σε σχέση με την πραγματικότητα δημιουργεί συχνά προβλήματα ερμηνείας, αβεβαιότητας ή κενών δικαίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μόνο η κατάλληλη νομολογιακή ερμηνεία είναι ικανή να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της οικείας ρυθμίσεως απέναντι στην ταχύτητα της τεχνολογικής και οικονομικής εξελίξεως στον συγκεκριμένο τομέα.

29.      Η προσέγγιση αυτή φαίνεται ότι συνάδει και με τις προθέσεις του νομοθέτη κατά τη θέσπιση των πράξεων του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού. Ειδικότερα, στην αιτιολογική σκέψη 4 της οδηγίας 2006/115 ορίζεται ότι «[η] προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας […] πρέπει να προσαρμόζεται στις νέες οικονομικές εξελίξεις […]». Η ίδια βούληση προσαρμογής στη νέα τεχνολογική και οικονομική πραγματικότητα συνάγεται από τις αιτιολογικές σκέψεις 2, 5 και 8 της οδηγίας 2001/29, η οποία παραμένει η βασική πράξη του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού. Πώς όμως να διασφαλιστεί η εν λόγω προσαρμογή και «επικαιροποίηση» των νομοθετικών διατάξεων, αν όχι με την κατάλληλη ερμηνεία τους;

30.      Ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων είναι ένα σύγχρονο ισοδύναμο του δανεισμού έντυπων βιβλίων. Δεν συμμερίζομαι το επιχείρημα που προβλήθηκε στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως κατά το οποίο το ψηφιακό και το παραδοσιακό βιβλίο ή ο δανεισμός ψηφιακού και έντυπου βιβλίου διαφέρουν ριζικά. Είναι σαφές ότι το ψηφιακό βιβλίο έχει διαφορετική μορφή, μπορεί να είναι πιο εύχρηστο σε ορισμένες περιπτώσεις (αλλά λιγότερο εύχρηστο σε άλλες περιπτώσεις) και επιτρέπει ορισμένες λειτουργίες, όπως η αναζήτηση λέξεων και μεταφράσεων, τις οποίες δεν διαθέτει το έντυπο βιβλίο. Ωστόσο, τα χαρακτηριστικά αυτά είναι δευτερεύοντα και η σημασία τους εξαρτάται από τις υποκειμενικές προτιμήσεις κάθε χρήστη. Το ίδιο ισχύει και για το επιχείρημα κατά το οποίο το βασικό πλεονέκτημα του ψηφιακού δανεισμού έγκειται στο ότι αυτός δεν προϋποθέτει μετακίνηση του χρήστη στη βιβλιοθήκη, καθώς πραγματοποιείται εξ αποστάσεως. Μπορεί κάλλιστα να αντιταχθεί ότι ορισμένα άτομα προτιμούν τη μετάβαση στη βιβλιοθήκη λόγω της ανθρώπινης επαφής.

31.      Ωστόσο, αποφασιστικής σημασίας στο σημείο αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το αντικειμενικό στοιχείο: δανειζόμενος ένα βιβλίο, παραδοσιακό ή ψηφιακό, από τη βιβλιοθήκη, ο χρήστης επιθυμεί να λάβει γνώση του περιεχομένου του βιβλίου αυτού χωρίς να κρατήσει αντίτυπο στο σπίτι του. Από την άποψη αυτή, το έντυπο και το ψηφιακό βιβλίο, καθώς και οι λεπτομέρειες του τρόπου δανεισμού τους, δεν διαφέρουν ουσιωδώς.

32.      Συνεπώς, κατά την ερμηνεία της οδηγίας 2006/115 πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πραγματικότητα αυτή, το δε νομικό καθεστώς του δανεισμού ψηφιακών βιβλίων πρέπει να ευθυγραμμίζεται προς αυτό του δανεισμού παραδοσιακών βιβλίων.

33.      Δεύτερον, ο κύριος σκοπός του δικαιώματος του δημιουργού είναι η προστασία των συμφερόντων των δημιουργών. Δεν είναι τυχαίο ότι, στην κύρια δίκη, οι οργανισμοί που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των δημιουργών, δηλαδή οι Lira και Pictoright, παρεμβαίνουν προς υποστήριξη των αιτημάτων της VOB. Το γεγονός αυτό ίσως φαίνεται παράδοξο, είναι όμως απόρροια της λογικής της αγοράς, η οποία επικρατεί σήμερα στον τομέα του δανεισμού ψηφιακών βιβλίων.

34.      Πράγματι, μια τέτοια αγορά υφίσταται και οι βιβλιοθήκες όντως δανείζουν βιβλία ψηφιακής μορφής. Εφόσον όμως θεωρείται ότι η εν λόγω μορφή δανεισμού δεν καλύπτεται από την έννοια του δανεισμού κατά την οδηγία 2006/115, δεν μπορεί να υπαχθεί ούτε στην παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής. Ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων οργανώνεται συνεπώς βάσει συμβάσεων παραχωρήσεως δικαιωμάτων που συνάπτονται μεταξύ των βιβλιοθηκών και των εκδοτών. Οι τελευταίοι θέτουν στη διάθεση των βιβλιοθηκών, έναντι τιμήματος που αποτελεί αντικείμενο ειδικής διαπραγματεύσεως, τα ψηφιακά βιβλία, τα οποία οι βιβλιοθήκες δικαιούνται εν συνεχεία να δανείζουν στους χρήστες. Όπως βεβαιώνουν οι Lira και Pictoright, οι συμβατικές αυτές σχέσεις δημιουργούν πλεονεκτήματα κυρίως υπέρ των εκδοτών ή των άλλων μεσαζόντων στο εμπόριο ψηφιακών βιβλίων, ενώ οι δημιουργοί δεν λαμβάνουν εύλογη αμοιβή.

35.      Αντίθετα, αν γινόταν δεκτό ότι ο ψηφιακός δανεισμός εμπίπτει στις διατάξεις της οδηγίας 2006/115, και άρα στην παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, αυτής, οι δημιουργοί, σύμφωνα με την επιταγή της εν λόγω διατάξεως, θα λάμβαναν, ως εκ τούτου, αμοιβή, η οποία θα προστίθετο στην αμοιβή από την πώληση των βιβλίων και θα ήταν ανεξάρτητη από τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους εκδότες.

36.      Μια ερμηνεία της οδηγίας 2006/115 κατά την οποία ο ψηφιακός δανεισμός εμπίπτει στην έννοια του «δανεισμού» όχι μόνο δεν θα έθιγε τα συμφέροντα των δημιουργών, αλλά, τουναντίον, θα συνέβαλλε στην καλύτερη προστασία τους σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση, η οποία διέπεται αποκλειστικά από τους νόμους της αγοράς.

37.      Τέλος, τρίτον, οι σκέψεις που με οδηγούν στο να προκρίνω μια ερμηνεία της οδηγίας 2006/115 που να λαμβάνει υπόψη την τεχνολογική εξέλιξη είναι αυτές τις οποίες εξέθεσα στο εισαγωγικό μέρος των παρουσών προτάσεων. Διαχρονικά, οι βιβλιοθήκες δάνειζαν βιβλία χωρίς να οφείλουν να ζητούν σχετική άδεια. Ορισμένες μάλιστα από αυτές δεν χρειαζόταν καν να αγοράζουν το αντίτυπό τους, επειδή επωφελούνταν της εκ του νόμου υποχρεώσεως καταθέσεως. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι το βιβλίο δεν θεωρείται ως συνηθισμένο εμπόρευμα και η λογοτεχνική δημιουργία δεν συνιστά απλή οικονομική λειτουργία. Η σημασία των βιβλίων για τη διατήρηση και την πρόσβαση στον πολιτισμό και την επιστημονική γνώση υπερίσχυε πάντοτε έναντι των εκτιμήσεων αμιγώς οικονομικής φύσεως.

38.      Σήμερα, στην εποχή της ψηφιοποίησης, οι βιβλιοθήκες πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να διαδραματίζουν τον ίδιο ρόλο στη διατήρηση και διάδοση του πολιτισμού με αυτόν με τον οποίο ήταν επιφορτισμένες την εποχή που το βιβλίο υφίστατο μόνο σε έντυπη μορφή. Αυτό όμως δεν είναι απαραιτήτως εφικτό σε περιβάλλον όπου κυριαρχούν αποκλειστικά οι νόμοι της αγοράς. Αφενός, οι βιβλιοθήκες, κυρίως οι δημόσιες, δεν διαθέτουν πάντοτε τα οικονομικά μέσα ώστε να προμηθεύονται, καταβάλλοντας το τίμημα που ζητούν οι εκδότες, τα ψηφιακά βιβλία με δικαίωμα δανεισμού τους. Αυτό αφορά ειδικά τις βιβλιοθήκες οι οποίες λειτουργούν στις λιγότερο ευνοημένες περιοχές, δηλαδή εκεί όπου ο ρόλος τους έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Αφετέρου, οι εκδότες και οι μεσάζοντες στο εμπόριο ψηφιακών βιβλίων συχνά διστάζουν να συνάψουν με τις βιβλιοθήκες συμβάσεις βάσει των οποίων επιτρέπεται ο ψηφιακός δανεισμός. Φοβούνται, ειδικότερα, μήπως ο δανεισμός αυτός θίξει τα συμφέροντά τους, μειώνοντας τις πωλήσεις ή εμποδίζοντάς τους να αναπτύξουν τα δικά τους εμπορικά μοντέλα διαθέσεως των βιβλίων για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Κατά συνέπεια, είτε περιορίζουν συμβατικώς τις δυνατότητες δανεισμού ψηφιακών βιβλίων από τις βιβλιοθήκες, καθορίζοντας για παράδειγμα έναν μέγιστο αριθμό δανεισμών ή κάποιο χρονικό διάστημα μετά τη δημοσίευση του βιβλίου στη διάρκεια του οποίου δεν είναι δυνατός ο δανεισμός, είτε αρνούνται να συνάψουν τέτοιες συμβατικές σχέσεις με τις βιβλιοθήκες (12).

39.      Κατά συνέπεια, χωρίς τα προνόμια που απορρέουν από την παρέκκλιση από το αποκλειστικό δικαίωμα δανεισμού, οι βιβλιοθήκες κινδυνεύουν να μην είναι πλέον σε θέση να συνεχίσουν να διαδραματίζουν, στο ψηφιακό περιβάλλον, τον ρόλο τον οποίο κατείχαν διαχρονικά στο περιβάλλον του έντυπου βιβλίου.

40.      Για τους λόγους που εκτέθηκαν ανωτέρω, φρονώ ότι η ερμηνεία της κατά την οδηγία 2006/115 έννοιας του «δανεισμού» δεν πρέπει να περιορίζεται στα όσα ενδέχεται να είχε κατά νου ο νομοθέτης της Ένωσης κατά τον χρόνο της αρχικής θεσπίσεως της οδηγίας αυτής (δηλαδή της οδηγίας 92/100), αλλά ότι έννοια αυτή πρέπει να ορίζεται κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς που μεσολάβησαν έκτοτε. Πρέπει στο εξής να εξεταστεί αν η ερμηνεία αυτή προκύπτει πράγματι από το γράμμα των διατάξεων της ίδιας της οδηγίας 2006/115 και αν είναι συνεπής με άλλες πράξεις του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού καθώς και με τις διεθνείς υποχρεώσεις που υπέχει η Ένωση.

 Επί της ορθότητας της προτεινόμενης ερμηνείας υπό το πρίσμα των ισχυουσών διατάξεων

–       Επί του γράμματος και της οικονομίας της οδηγίας 2006/115

41.      Για να διαπιστωθεί αν η προτεινόμενη ερμηνεία προκύπτει από το γράμμα και την οικονομία της οδηγίας 2006/115, πρέπει, κατά πρώτον, να ληφθεί υπόψη ο σκοπός, αφενός, του αποκλειστικού δικαιώματος δανεισμού και, αφετέρου, της παρεκκλίσεως από το δικαίωμα αυτό για τον δημόσιο δανεισμό. Όσον αφορά το αποκλειστικό δικαίωμα δανεισμού, σκοπός του είναι να εξασφαλίσει στους δημιουργούς εύλογη αμοιβή για τη συγκεκριμένη μορφή εκμεταλλεύσεως των έργων τους. Δεδομένου ότι η εκμετάλλευση των ψηφιακών βιβλίων με τη μορφή του δανεισμού αποτελεί μια πραγματικότητα, φρονώ ότι είναι απολύτως συνεπές να συμπεριληφθεί η εν λόγω μορφή δανεισμού στο πεδίο εφαρμογής του αποκλειστικού αυτού δικαιώματος.

42.      Όσον αφορά τον σκοπό της παρεκκλίσεως για τον δημόσιο δανεισμό, έχω ήδη παρουσιάσει τα επιχειρήματα τα οποία συνηγορούν, κατά την γνώμη μου, υπέρ της δυνατότητας των δημοσίων βιβλιοθηκών να απολαύουν της παρεκκλίσεως αυτής όσον αφορά τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων (13).

43.      Κατά δεύτερον, πρέπει να τεθεί το ερώτημα αν το γράμμα της οδηγίας 2006/115 επιτρέπει να ερμηνευθούν οι σχετικές με τον δανεισμό διατάξεις της οδηγίας αυτής υπό την έννοια ότι καταλαμβάνουν τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων. Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει ότι «τα κράτη μέλη παρέχουν […] δικαίωμα συναίνεσης ή απαγόρευσης για […] το δανεισμό πρωτοτύπων και αντιγράφων έργων που προστατεύονται από την πνευματική ιδιοκτησία […]» (14). Επομένως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η αναφορά αυτή στα πρωτότυπα και τα αντίγραφα περιορίζει την έκταση του δικαιώματος δανεισμού σε έργα ενσωματωμένα σε υλικό φορέα, με τον οποίο και δανείζονται. Αυτό θα απέκλειε τα ψηφιακά βιβλία, τα οποία συνήθως διατίθενται μέσω μεταφορτώσεως, δηλαδή αποσυνδεδεμένα από τον υλικό τους φορέα (15). Ωστόσο, φρονώ ότι μια τέτοια ερμηνεία δεν θα ήταν ορθή.

44.      Κατά τη γνώμη μου, το αντίγραφο κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως δεν πρέπει να ταυτίζεται αποκλειστικά με το υλικό αντίτυπο του έργου. Ειδικότερα, το αντίγραφο είναι απλώς το αποτέλεσμα της πράξεως αναπαραγωγής. Το έργο υφίσταται μόνον υπό τη μορφή του πρωτοτύπου και των αντιγράφων του, τα οποία είναι τα αποτελέσματα της αναπαραγωγής του πρωτοτύπου. Ενώ στην περίπτωση του έντυπου βιβλίου ένα παραδοσιακό αντίγραφο περιέχεται αναγκαστικά σε υλικό φορέα, δεν ισχύει το ίδιο για το ψηφιακό αντίγραφο. Εξάλλου, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι στη γαλλική απόδοση της προτάσεως οδηγίας 92/100 δεν χρησιμοποιούνταν ο όρος «αντίγραφο», αλλά ακριβώς ο όρος «αναπαραγωγή» (16). Η θέση ότι η αναπαραγωγή του έργου δεν συνίσταται στη δημιουργία αντιγράφου θα ήταν αντίθετη προς τη λογική του δικαιώματος του δημιουργού.

45.      Κατά την άποψή μου, ούτε και το γεγονός ότι στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/115 χρησιμοποιείται ο όρος δανεισμός [prêt] «d’objets» αντιτίθεται στην ερμηνεία της οδηγίας αυτής υπό την έννοια ότι καταλαμβάνει τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων. Πράγματι, αφενός, η προσθήκη της λέξης «objets» δεν εμφανίζεται σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις. Τουναντίον, οι περισσότερες αρκούνται στη λέξη «δανεισμός» [prêt] (17). Αφετέρου, στην οδηγία 2006/115 ο όρος «objets» αναφέρεται σε όλα τα αντικείμενα του δικαιώματος δανεισμού και του δικαιώματος εκμισθώσεως, τα οποία απαριθμούνται στο άρθρο 3, παράγραφος 1 (18). Συνεπώς, ο όρος αυτός δεν διαθέτει σημασία ίδια και διακριτή, όσον αφορά τα έργα, από εκείνη η οποία εκφράζεται δια των όρων «πρωτότυπο» και «αντίγραφα».

46.      Κατά τρίτον, όσον αφορά το επιχείρημα που προβλήθηκε από τη Γαλλική Κυβέρνηση κατά το οποίο η αρχή της στενής ερμηνείας των εξαιρέσεων αντιτίθεται στη διεύρυνση του πεδίου της έννοιας του «δανεισμού» στον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων, πρέπει να παρατηρηθεί ότι εδώ πρόκειται για την ερμηνεία όχι μιας εξαιρέσεως, αλλά του κανόνα, ήτοι της εκτάσεως του δικαιώματος δανεισμού που προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115.

47.      Επιπροσθέτως, όσον αφορά την παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115, πρέπει να υπομνησθεί ότι, μολονότι οι εξαιρέσεις από τα δικαιώματα του δημιουργού πρέπει να ερμηνεύονται στενά, η ερμηνεία αυτή πρέπει ωστόσο να μην θίγει την πρακτική αποτελεσματικότητα της εξαιρέσεως και να μην έρχεται σε αντίθεση με τον σκοπό της (19). Όμως, υπέρμετρα στενή ερμηνεία της έννοιας του δανεισμού θα έθιγε την πρακτική αποτελεσματικότητα και τον σκοπό της εν λόγω παρεκκλίσεως όσον αφορά τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων.

48.      Για τους λόγους που εκτέθηκαν ανωτέρω, φρονώ ότι η ερμηνεία της έννοιας του δανεισμού κατά τρόπον ώστε αυτή να περιλαμβάνει τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων δεν είναι αντίθετη ούτε προς τον σκοπό ούτε προς το γράμμα της οδηγίας 2006/115.

–       Επί της συνοχής του συστήματος του δικαιώματος του δημιουργού στο δίκαιο της Ένωσης

49.      Στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως, υποστηρίχθηκε από την NUV καθώς και από τη Γερμανική και τη Γαλλική Κυβέρνηση ότι η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της κατά την οδηγία 2006/115 έννοιας του «δανεισμού» στον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων είναι ασύμβατη με άλλες πράξεις του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού, και πρωτίστως με την οδηγία 2001/29. Πρόκειται, πρώτον, για ορολογική ασυνέπεια, καθώς μερικοί όροι, όπως για παράδειγμα οι όροι «αντίγραφο» και «objet», χρησιμοποιούνται κατά τρόπο ασύμβατο με την ιδέα του ψηφιακού δανεισμού. Δεύτερον, μια τέτοια ευρεία ερμηνεία της έννοιας του δανεισμού θα ερχόταν σε σύγκρουση με το δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό και με το δικαίωμα διαθέσεως στο κοινό, τα οποία κατοχυρώνονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29. Κατά το επιχείρημα αυτό, ο δανεισμός των ψηφιακών βιβλίων εμπίπτει στο δικαίωμα διαθέσεως στο κοινό, το οποίο δεν επιδέχεται παρέκκλιση αντίστοιχη με αυτήν που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115. Κατά συνέπεια, η υπαγωγή του ψηφιακού δανεισμού στην οδηγία 2006/115 και η εφαρμογή της εν λόγω παρεκκλίσεως θα παραβίαζε το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29.

50.      Όσον αφορά το πρώτο από τα ανωτέρω επιχειρήματα, οφείλω να επισημάνω ότι αν η αρχή της απόλυτης ορολογικής συνέπειας στο πλαίσιο του δικαίου της Ένωσης σχετικά με το δικαίωμα του δημιουργού πρέπει να εφαρμόζεται άνευ όρων, τότε επιβάλλεται να υιοθετηθεί ο ορισμός ορισμένων εννοιών, όπως για παράδειγμα των εννοιών «αντίγραφο», «πώληση» και «αναπαραγωγή», τον οποίο συνήγαγε το Δικαστήριο στην απόφαση Usedsoft (20). Ειδικότερα, η απόφαση αυτή, η οποία εκδόθηκε από το τμήμα μείζονος συνθέσεως και αφορά την ερμηνεία της οδηγίας 2009/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (21), είναι μέχρι στιγμής η μοναδική απόφαση στην οποία το Δικαστήριο ερμήνευσε κάποιες έννοιες του δικαιώματος του δημιουργού στο πλαίσιο του ψηφιακού περιβάλλοντος.

51.      Στηριζόμενο σε διατάξεις στις οποίες χρησιμοποιείται ορολογία κατ’ ουσίαν όμοια με αυτήν την οδηγίας 2001/29 (22), το Δικαστήριο έκρινε ότι η μεταφόρτωση μέσω του διαδικτύου έχει ως αντικείμενο ένα αντίγραφο του έργου, εν προκειμένω ενός προγράμματος υπολογιστή (23), και ότι η μεταφόρτωση αυτή, η οποία συνοδεύεται από άδεια χρήσεως για απεριόριστο χρονικό διάστημα, συνιστά πώληση του αντιγράφου αυτού και άρα συνεπάγεται ανάλωση του δικαιώματος διανομής του εν λόγω αντιγράφου (24).

52.      Με βάση την αρχή της ορολογικής συνέπειας αυστηρώς εφαρμοζόμενη, ο όρος «αντίγραφο», ο οποίος χρησιμοποιείται τόσο στην οδηγία 2001/29 όσο και στην οδηγία 2006/115, πρέπει να γίνει κατανοητός υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει τα ψηφιακά αντίγραφα που δεν είναι ενσωματωμένα σε υλικό φορέα. Εξάλλου, με βάση την ίδια αρχή μπορεί να επιλυθεί ευχερώς το πρόβλημα, το οποίο αποτελεί αντικείμενο εκτεταμένων συζητήσεων στους κόλπους της θεωρίας και ανακύπτει και στην υπό κρίση υπόθεση, της αναλώσεως του δικαιώματος διανομής συνεπεία πωλήσεως μέσω μεταφορτώσεως. Πράγματι, δεδομένου ότι το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29 είναι διατυπωμένο κατά τρόπο κατ’ ουσίαν όμοιο με το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2009/24, πρέπει συνεπώς και να ερμηνεύεται καταρχήν κατά όμοιο τρόπο.

53.      Αντίθετα, αν θεωρηθεί ότι οι ίδιοι όροι είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο διαφορετικής ερμηνείας στο πλαίσιο της οδηγίας 2001/29 σε σχέση με την ερμηνεία που υιοθέτησε το Δικαστήριο στην απόφαση Usedsoft στο πλαίσιο της οδηγίας 2009/24, τότε δεν αντιλαμβάνομαι γιατί να μην μπορεί η ίδια «ορολογική αυτονομία» να ισχύσει και στη σχέση μεταξύ της οδηγίας 2001/29 και της οδηγίας 2006/115 (25).

54.      Πρέπει επίσης να προσθέσω ότι, κατά τη γνώμη μου, η απόφαση Art & Allposters International (26) δεν θέτει εν αμφιβόλω ούτε περιορίζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα συμπεράσματα που απορρέουν από την απόφαση Usedsoft. Ειδικότερα, η πρώτη απόφαση αφορούσε την άμεση μεταφορά έργου μέσω χημικής, και όχι ψηφιακής, μεθόδου από έναν υλικό φορέα (χαρτί) σε έναν άλλο (καμβά). Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο έκρινε, με την εν λόγω απόφαση, ότι, κατοχυρώνοντας το δικαίωμα διανομής, ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να αφήσει στους δημιουργούς τον έλεγχο της πρώτης θέσεως στην αγορά κάθε υλικού αντικειμένου το οποίο ενσωματώνει το έργο τους (27), ενώ η αντικατάσταση του φορέα συνεπάγεται τη δημιουργία νέου (υλικού) αντικειμένου (28), και ότι δεν μπορούσε συνεπώς να γίνει λόγος για ανάλωση του εν λόγω δικαιώματος διανομής (29). Αντίθετα, κανένα στοιχείο της υποθέσεως αυτής δεν αφορούσε το ζήτημα αν δύναται να επέλθει ανάλωση του εν λόγω δικαιώματος συνεπεία της μεταβιβάσεως της κυριότητας ψηφιακού αντιγράφου ενός έργου.

55.      Όσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα που μνημονεύθηκε στο σημείο 49 ανωτέρω, το οποίο αντλείται από το δικαίωμα παρουσιάσεως και διαθέσεως στο κοινό, αρκεί να σημειωθεί ότι η οδηγία 92/100 είναι προγενέστερη της οδηγίας 2001/29 και ότι η δεύτερη, κατά την αιτιολογική της σκέψη 20 και το άρθρο της 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, αφήνει ανέπαφες —και ουδόλως θίγει— τις ισχύουσες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης σχετικά, μεταξύ άλλων, με το δικαίωμα δανεισμού που προβλέπεται στην οδηγία 92/100 (κωδικοποιηθείσα ως οδηγία 2006/115). Η τελευταία αυτή οδηγία συνιστά επομένως lex specialis σε σχέση με την οδηγία 2001/29. Εξάλλου, το ίδιο επιχείρημα είχε προβληθεί και στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Usedsoft, και η απάντηση του Δικαστηρίου ήταν ανάλογη (30). Συνεπώς, ο χαρακτηρισμός του δανεισμού ψηφιακών βιβλίων ως «δανεισμού» κατά την έννοια της οδηγίας 2006/115 δεν αντιφάσκει προς το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29.

56.      Υποστηρίχθηκε επίσης ότι ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων συνεπάγεται, πέρα από την πράξη του δανεισμού αυτή καθεαυτή, και πράξεις αναπαραγωγής, εκ μέρους τόσο της βιβλιοθήκης όσο και του χρήστη, όπερ ενδέχεται να προσβάλλει το αποκλειστικό δικαίωμα των δημιουργών να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την αναπαραγωγή αυτή, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29.

57.      Ωστόσο, όσον αφορά την αναπαραγωγή που πραγματοποιείται από τις βιβλιοθήκες, αυτή καλύπτεται κατά τη γνώμη μου από την εξαίρεση από το δικαίωμα αναπαραγωγής η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2001/29, ερμηνευόμενο υπό το φως της αποφάσεως «Technische Universität Darmstadt» του Δικαστηρίου (31). Η διάταξη αυτή προβλέπει εξαίρεση από το δικαίωμα αναπαραγωγής για «ειδικές πράξεις αναπαραγωγής που πραγματοποιούνται από προσιτές στο κοινό βιβλιοθήκες […] που δεν αποσκοπούν, άμεσα ή έμμεσα, σε κανένα οικονομικό ή εμπορικό όφελος». Στην προαναφερθείσα απόφαση, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εξαίρεση αυτή δύναται να εφαρμοστεί προκειμένου να επιτρέπεται στις βιβλιοθήκες να πραγματοποιούν πράξεις παρουσιάσεως στο κοινό με βάση μια άλλη εξαίρεση, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο ιδʹ, της οδηγίας 2001/29 (32). Κατ’ αναλογίαν, η εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της ίδιας οδηγίας πρέπει να μπορεί να εφαρμόζεται προκειμένου να επιτρέπεται στις βιβλιοθήκες να απολαύουν της παρεκκλίσεως από το δικαίωμα δανεισμού η οποία προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115.

58.      Όσον αφορά την αναπαραγωγή που πραγματοποιείται από τον χρήστη στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του ή σε οποιοδήποτε άλλη συσκευή αναγνώσεως των ψηφιακών βιβλίων κατά τη μεταφόρτωση του δανεισμένου από τη βιβλιοθήκη βιβλίου, αυτή καλύπτεται κατά τη γνώμη μου από την υποχρεωτική εξαίρεση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Πράγματι, η αναπαραγωγή αυτή είναι προσωρινή, καθώς το αντίγραφο που πραγματοποιείται στη συσκευή του χρήστη διαγράφεται ή απενεργοποιείται αυτομάτως κατά τη λήξη της περιόδου δανεισμού. Επίσης, είναι παρεπόμενη και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου, ήτοι της μεταφορτώσεως. Τέλος, αποκλειστικός σκοπός της είναι να επιτρέψει τη νόμιμη χρήση του έργου, ήτοι τη χρήση στο πλαίσιο του ψηφιακού δανεισμού, και δεν έχει αυτοτελή οικονομική σημασία. Συνεπώς, η αναπαραγωγή αυτή πληροί τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όπως αυτό έχει ερμηνευθεί στη νομολογία του Δικαστηρίου (33).

59.      Τέλος, στην υπό κρίση υπόθεση προβλήθηκε, μεταξύ άλλων από τη Γαλλική Κυβέρνηση, το επιχείρημα ότι η διαφορετική μεταχείριση, από την άποψη του φόρου προστιθέμενης αξίας, των βιβλίων που είναι ενσωματωμένα σε υλικό φορέα και των βιβλίων που διανέμονται μέσω μεταφορτώσεως, την οποία έκανε δεκτή το Δικαστήριο στις αποφάσεις Επιτροπή κατά Γαλλίας (34) και Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου (35), καταδεικνύει ότι οι δύο αυτές μορφές βιβλίων δεν είναι ισοδύναμες. Οφείλω εντούτοις να παρατηρήσω, κατά πρώτον, ότι το ζήτημα που τίθεται στην υπό κρίση υπόθεση δεν είναι το αν τα έντυπα και τα ψηφιακά βιβλία είναι, αυτά καθεαυτά, συγκρίσιμα, αλλά το αν ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων είναι ισοδύναμος με τον δανεισμό παραδοσιακών βιβλίων. Από την άποψη αυτή, όπως διαπίστωσα στο σημείο 31 των παρουσών προτάσεων, αυτές οι δύο μορφές δανεισμού είναι κατά τη γνώμη μου ισοδύναμες όσον αφορά τα ουσιώδη και αντικειμενικώς κρίσιμα χαρακτηριστικά τους.

60.      Κατά δεύτερον, πρέπει να επισημανθεί ότι η λύση που προκρίθηκε από το Δικαστήριο στις δύο αυτές αποφάσεις θεμελιώνεται στο γράμμα των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης σε θέματα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), οι οποίες, στο μέτρο που θεωρούν τις παροχές που πραγματοποιούνται διά της ψηφιακής οδού ως υπηρεσίες, δεν επιτρέπουν την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα βιβλία που δεν είναι ενσωματωμένα σε υλικό φορέα. Εντούτοις, ο δανεισμός, είτε αφορά ψηφιακό είτε αφορά έντυπο βιβλίο, αποτελεί πάντοτε υπηρεσία. Κατά συνέπεια, η προβληθείσα νομολογιακή διάκριση δεν έχει εφαρμογή.

61.      Εξάλλου, η διάκριση αυτή μεταξύ έντυπων και ψηφιακών βιβλίων εγείρει, από τη σκοπιά της φορολογίας, σοβαρά ζητήματα όσον αφορά τη συμβατότητά της με την αρχή της ουδετερότητας, η οποία αποτελεί την έκφραση της αρχής της ισότητας στον φορολογικό τομέα (36). Πρέπει να επισημανθεί ότι η Επιτροπή δημοσίευσε προσφάτως ένα σχέδιο δράσης για τον ΦΠΑ, στο οποίο προβλέπεται ρητώς η ευθυγράμμιση του συντελεστή ΦΠΑ που έχει εφαρμογή στα ψηφιακά περιοδικά και βιβλία προς τον συντελεστή των έντυπων βιβλίων (37). Η προσέγγιση αυτή επιβεβαιώνει τη θέση της Επιτροπής, που προβλήθηκε και στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως, κατά την οποία τα ψηφιακά και τα έντυπα βιβλία είναι κατ’ ουσίαν ισοδύναμα.

62.      Από τις σκέψεις που προηγήθηκαν συνάγεται ότι η ερμηνεία του κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 «δανεισμού» υπό την έννοια ότι αυτός περιλαμβάνει τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων, με αποτέλεσμα να επιτρέπεται η εφαρμογή της παρεκκλίσεως από το δικαίωμα δανεισμού η οποία προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, ουδόλως είναι ασύμβατη ή ασυνεπής προς το σύνολο των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού.

–       Επί της συμμορφώσεως προς τις διεθνείς υποχρεώσεις

63.      Η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος σε πολυάριθμες διεθνείς συμβάσεις στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού, μεταξύ άλλων στη Συνθήκη του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας για την πνευματική ιδιοκτησία (ΣΠΙ), που υιοθετήθηκε στη Γενεύη στις 20 Δεκεμβρίου 1996 (38). Συνεπώς, οι πράξεις του παράγωγου δικαίου πρέπει να είναι σύμφωνες —αλλά και να ερμηνεύονται κατά τρόπο σύμφωνο— με τη Συνθήκη αυτή (39). Πρέπει επομένως να εξακριβωθεί αν η ερμηνεία του κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 «δανεισμού» υπό την έννοια ότι αυτός περιλαμβάνει τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων συνάδει με τη Συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία.

64.      Η εν λόγω Συνθήκη δεν περιέχει διατάξεις σχετικά με το δικαίωμα δανεισμού. Πραγματεύεται μόνο, στο άρθρο της 7, το δικαίωμα εμπορικής εκμισθώσεως, ήτοι της εκμισθώσεως που πραγματοποιείται έναντι ανταλλάγματος, προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, κινηματογραφικών έργων και έργων που έχουν ενσωματωθεί σε φωνογραφήματα (40). Η διάταξη αυτή δεν αφορά ούτε τον δημόσιο δανεισμό ούτε τα ψηφιακά βιβλία.

65.      Το γεγονός ότι ο δανεισμός, τουλάχιστον των ψηφιακών βιβλίων, καλύπτεται από τη Συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία οφείλεται στο ότι αυτός συνιστά ειδική μορφή εκμεταλλεύσεως του δικαιώματος παρουσιάσεως στο κοινό, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8 της εν λόγω Συνθήκης (41). Το δικαίωμα αυτό μεταφέρεται καταρχήν στο δίκαιο της Ένωσης με το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/29. Ωστόσο, η οδηγία 2006/115 συνιστά lex specialis σε σχέση με την οδηγία 2001/29, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου της 3 (42).

66.      Η Συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία προβλέπει στο άρθρο 10, παράγραφος 1, τη δυνατότητα για τα συμβαλλόμενα μέρη να εισάγουν εξαιρέσεις και περιορισμούς στα κατοχυρούμενα από τη διάταξη αυτή δικαιώματα, υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για «ορισμένες ειδικές περιπτώσεις που δεν έρχονται σε σύγκρουση με την κανονική εκμετάλλευση του έργου και δεν θίγουν αδικαιολόγητα τα έννομα συμφέροντα του δημιουργού». Οι προϋποθέσεις αυτές καλούνται κοινώς το «τεστ των τριών σταδίων». Κατά την άποψή μου, η παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115, πληροί, όσον αφορά τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων, τις τρεις αυτές προϋποθέσεις.

67.      Πρώτον, όσον αφορά την προϋπόθεση κατά την οποία η εξαίρεση πρέπει να αφορά ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, επιβάλλεται η παρατήρηση ότι η παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό περιορίζεται διττώς. Αφενός, αφορά όχι όλες τις μορφές παρουσιάσεως στο κοινό, αλλά μόνο μια ειδική μορφή, τον δανεισμό, ήτοι τη διάθεση για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Αφετέρου, δικαιούχοι της εν λόγω παρεκκλίσεως είναι μόνο τα ιδρύματα (βιβλιοθήκες) που είναι προσιτά στο κοινό και δεν αποκομίζουν κέρδος από τη δραστηριότητα του δανεισμού. Εξάλλου, η παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό επιδιώκει έναν νόμιμο σκοπό χάριν του δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος συνίσταται, εν γένει, στην καθολική πρόσβαση στον πολιτισμό.

68.      Δεύτερον, όσον αφορά την προϋπόθεση κατά την οποία δεν πρέπει να δημιουργείται σύγκρουση με την κανονική εκμετάλλευση του έργου, υποστηρίχθηκε, μεταξύ άλλων από την NUV με τις παρατηρήσεις της (43), ότι ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων μέσω μεταφορτώσεως, σε αντίθεση προς τον παραδοσιακό δανεισμό έντυπων βιβλίων, προσομοιάζει σε τέτοιο βαθμό με τις συνηθισμένες μορφές διανομής των βιβλίων αυτών, ώστε έρχεται σε σύγκρουση με την κανονική εκμετάλλευση των δικαιωμάτων των δημιουργών, διότι υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό την απόκτηση του βιβλίου στην αγορά. Αυτό οφείλεται πρωτίστως στο γεγονός ότι ο ψηφιακός δανεισμός δεν προϋποθέτει μετακίνηση του χρήστη στη βιβλιοθήκη, οπότε προσομοιάζει με την αγορά μέσω διαδικτύου, και στο γεγονός ότι το δανειζόμενο από τη βιβλιοθήκη ψηφιακό βιβλίο, είναι όμοιο στην όψη με το βιβλίο που αγοράζεται, είναι δηλαδή πάντοτε «καινούργιο», καθώς η κατάστασή του δεν επιδεινώνεται με τη χρήση. Επιπλέον, η ευκολία με την οποία αναπαράγονται τα ψηφιακά βιβλία χωρίς επιδείνωση της κατάστασής τους αυξάνει τον κίνδυνο χρήσεώς τους σε έκταση που υπερβαίνει την επιτρεπόμενη στο πλαίσιο του δανεισμού χρήση.

69.      Ωστόσο, τα ανωτέρω επιχειρήματα δεν λαμβάνουν υπόψη τα λοιπά χαρακτηριστικά του δανεισμού ψηφιακού βιβλίου, τα οποία τον διακρίνουν από την αγορά. Καταρχάς, ο δανεισμός αυτός είναι χρονικά περιορισμένος, οπότε επιτρέπει στον χρήστη μόνο να λάβει γνώση του περιεχομένου του βιβλίου χωρίς να κρατήσει αντίγραφο. Έπειτα, δεδομένου ότι η δυνατότητα δανεισμού περιορίζεται ανάλογα με τον αριθμό αντιτύπων (ή ψηφιακών αντιγράφων) που έχει στη διάθεσή της η βιβλιοθήκη, δεν είναι βέβαιο ότι ο χρήστης μπορεί να δανειστεί ένα συγκεκριμένο ψηφιακό βιβλίο κατά την επιθυμητή χρονική στιγμή. Τέλος, πλήθος μελετών αποδεικνύουν ότι ο δανεισμός βιβλίων, είτε παραδοσιακών είτε ψηφιακών, δεν μειώνει τον όγκο των πωλήσεων, αλλά, τουναντίον, συμβάλλει στην αύξηση του όγκου αυτού, διότι αναπτύσσει τη συνήθεια της ανάγνωσης (44).

70.      Το γεγονός ότι ορισμένοι έμποροι ψηφιακών βιβλίων έχουν αναπτύξει εμπορικά μοντέλα που μοιάζουν με αυτό της ηλεκτρονικής εκμισθώσεως δεν δύναται, από μόνο του, να αποτελέσει εμπόδιο για την εφαρμογή στα ψηφιακά βιβλία της παρεκκλίσεως για τον δημόσιο δανεισμό. Ειδικότερα, η παρέκκλιση αυτή επιδιώκει ένα νόμιμο σκοπό δημοσίου συμφέροντος ο οποίος δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί μόνο στους τομείς που δεν καλύπτονται από οικονομική δραστηριότητα. Ειδάλλως, η εμπορική εκμίσθωση θα μπορούσε να εκτοπίσει οποιαδήποτε δραστηριότητα δανεισμού, είτε υλικών είτε άυλων αγαθών, και η εν λόγω παρέκκλιση θα έχανε επομένως κάθε πρακτική αποτελεσματικότητα.

71.      Αντίθετα, το γεγονός ότι οι εκδότες και οι μεσάζοντες προσφέρουν άδειες χρήσεως του δικαιώματος ψηφιακού δανεισμού στις βιβλιοθήκες ή αναπτύσσουν τα δικά τους μοντέλα εκμισθώσεως, υπό την έννοια της διαθέσεως για περιορισμένο χρονικό διάστημα, αποδεικνύει ότι ο ψηφιακός δανεισμός, αυτός καθεαυτόν, δεν θίγει την εκμετάλλευση των δικαιωμάτων των δημιουργών, αντίθετα προς τα ενίοτε υποστηριζόμενα.

72.      Όσον αφορά τους κινδύνους που συνδέονται με τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων, πρέπει να σημειωθεί ότι τα τεχνικά μέτρα προστασίας, η χρήση των οποίων είναι σήμερα καθολική, όπως η αυτόματη απενεργοποίηση του αντιγράφου κατά τη λήξη της περιόδου δανεισμού, η αδυναμία εκτυπώσεως ή η φραγή των πρόσθετων αντιγράφων, καθιστούν εφικτό τον ουσιώδη περιορισμό των κινδύνων.

73.      Εν πάση περιπτώσει, απόκειται σε τελική ανάλυση στα κράτη μέλη, εφόσον επιθυμούν να εφαρμόσουν την παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό ψηφιακών βιβλίων, να οργανώσουν τους κανόνες της παρεκκλίσεως αυτής κατά τρόπον ώστε η συγκεκριμένη μορφή δανεισμού να αποτελεί πράγματι ένα λειτουργικό ισοδύναμο του παραδοσιακού δανεισμού και να μην θίγει την κανονική εκμετάλλευση των δικαιωμάτων των δημιουργών. Λύσεις όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη μοντέλο «one copy one user» ή η υποχρεωτική εφαρμογή τεχνικών μέτρων προστασίας καθιστούν εφικτή την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού.

74.      Τέλος, τρίτον, κατά την τελευταία προϋπόθεση, η εξαίρεση δεν πρέπει να θίγει αδικαιολόγητα τα έννομα συμφέροντα των δημιουργών. Τα συμφέροντα αυτά, όσον αφορά την εκμετάλλευση των περιουσιακών δικαιωμάτων του δημιουργού, είναι πρωτίστως οικονομικής τάξεως. Σε ένα περιβάλλον το οποίο ρυθμίζεται αποκλειστικά από τους νόμους της αγοράς, η δυνατότητα των δημιουργών να υπερασπιστούν να συμφέροντά τους εξαρτάται κυρίως από τη διαπραγματευτική τους δύναμη έναντι των εκδοτών. Ορισμένοι εκ των δημιουργών είναι βεβαίως σε θέση να εξασφαλίσουν ικανοποιητικούς όρους, άλλοι όμως όχι, όπως αποδεικνύει η θέση των Lira και Pictoright στην υπό κρίση υπόθεση. Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 προβλέπει αμοιβή για τους δημιουργούς σε περίπτωση εφαρμογής της παρεκκλίσεως για τον δημόσιο δανεισμό. Δεδομένου ότι αμοιβή αυτή είναι ανεξάρτητη από τη διαπραγμάτευση μεταξύ του δημιουργού και του εκδότη, όχι μόνο καθιστά εφικτή την περιφρούρηση των εννόμων συμφερόντων του δημιουργού, αλλά ενδέχεται μάλιστα να αποβεί πιο συμφέρουσα για τους δημιουργούς.

75.      Συνεπώς, το άρθρο 8 της Συνθήκης για τα πνευματικά δικαιώματα, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 της ίδιας Συνθήκης, δεν αντιτίθεται, κατά τη γνώμη μου, στην ερμηνεία του κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 δανεισμού υπό την έννοια ότι αυτός περιλαμβάνει τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων.

76.      Μπορεί περαιτέρω να προβληθεί η αντίρρηση ότι οι όροι «πρωτότυπο» και «αντίγραφο» της οδηγίας 2006/115 πρέπει να γίνονται κατανοητοί κατά τρόπο όμοιο με τους αντίστοιχους όρους «πρωτότυπο» και «αντίτυπο» οι οποίοι χρησιμοποιούνται στα άρθρα 6 και 7 της Συνθήκης για το δικαίωμα του δημιουργού. Κατά την κοινή δήλωση όσον αφορά τα δύο αυτά άρθρα, η οποία προσαρτάται στη Συνθήκη, οι εν λόγω όροι «αναφέρονται αποκλειστικά στα υλικά ενσωματωμένα αντίτυπα τα οποία μπορούν να τεθούν σε κυκλοφορία ως ενσώματα αντικείμενα» (45). Αυτό φαίνεται να εξαιρεί τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων από την κατά την οδηγία 2006/115 έννοια του «δανεισμού πρωτοτύπων και αντιγράφων».

77.      Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές της Συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία αφορούν το δικαίωμα διανομής (άρθρο 6) και το δικαίωμα εμπορικής εκμισθώσεως άλλων αντικειμένων πλην των βιβλίων (άρθρο 7). Φρονώ επομένως ότι η εν λόγω κοινή δήλωση, εφαρμοζόμενη κατ’ αναλογίαν στην οδηγία 2006/115, δεν μπορεί να αποκλείσει τη διαφορετική ερμηνεία των αντίστοιχων αυτών όρων προκειμένου για μια μορφή εκμεταλλεύσεως που δεν εμπίπτει στο άρθρο 8 της Συνθήκης.

78.      Εξάλλου, εφόσον το Δικαστήριο έκρινε, στην απόφαση Usedsoft (46), σχετικά με το δικαίωμα διανομής προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, το οποίο εμπίπτει σαφώς στην εν λόγω κοινή δήλωση, ότι το δικαίωμα διανομής και ο κανόνας της αναλώσεώς του εφαρμόζονται και στην πώληση μέσω μεταφορτώσεως, τότε, κατά μείζονα λόγο, το ίδιο μπορεί να ισχύσει και στην περίπτωση του δανεισμού, ο οποίος δεν εμπίπτει ούτε στο δικαίωμα διανομής ούτε στο δικαίωμα εκμισθώσεως.

 Συμπέρασμα επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

79.      Οι ανωτέρω σκέψεις μπορούν να συνοψιστούν ως εξής. Ο δανεισμός ψηφιακών βιβλίων από τις δημόσιες βιβλιοθήκες δεν αποτελεί μελλοντικό σχέδιο ούτε, ακόμα λιγότερο, ευσεβή πόθο. Τουναντίον, πρόκειται για υπαρκτό φαινόμενο. Ωστόσο, εξαιτίας της περιοριστικής ερμηνείας της έννοιας του «δικαιώματος δανεισμού» η οποία επικρατεί στα κράτη μέλη, το φαινόμενο αυτό υπόκειται πλήρως στους νόμους της αγοράς, σε αντίθεση προς τον δανεισμό παραδοσιακών βιβλίων, ο οποίος τυγχάνει ευνοϊκής για τις βιβλιοθήκες ρυθμίσεως. Κατά συνέπεια, φρονώ ότι η κατάλληλη ερμηνεία του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου είναι απαραίτητη, προκειμένου οι βιβλιοθήκες να μπορούν να απολαύουν των ίδιων ευνοϊκών όρων και στο σύγχρονο ψηφιακό περιβάλλον. Μια τέτοια ερμηνεία αποβαίνει όχι μόνον υπέρ του δημοσίου συμφέροντος για την πρόσβαση στην επιστήμη και τον πολιτισμό αλλά και υπέρ του συμφέροντος των δημιουργών. Ταυτόχρονα, ουδόλως είναι αντίθετη προς το γράμμα ή τους σκοπούς των ισχυουσών διατάξεων. Αντιθέτως, μόνο μια τέτοια ερμηνεία θα επιτρέψει στις διατάξεις αυτές να διαδραματίσουν πλήρως τον ρόλο που τους ανατέθηκε από τον νομοθέτη, την προσαρμογή δηλαδή του δικαιώματος του δημιουργού στην πραγματικότητα της κοινωνίας της πληροφορίας.

80.      Συνεπώς, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα προτείνω να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της ίδιας οδηγίας, έχει την έννοια ότι η διάθεση στο κοινό από τις βιβλιοθήκες ψηφιακών βιβλίων για περιορισμένο χρονικό διάστημα εμπίπτει στο κατοχυρούμενο από το άρθρο αυτό δικαίωμα δανεισμού. Τα κράτη μέλη τα οποία επιθυμούν να εφαρμόσουν στον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων την παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 6 της ίδιας οδηγίας οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι όροι του δανεισμού αυτού δεν έρχονται σε σύγκρουση με την κανονική εκμετάλλευση του έργου ούτε θίγουν αδικαιολόγητα τα έννομα συμφέροντα των δημιουργών.

 Επί του δεύτερου, του τρίτου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

81.      Το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει κατά τη γνώμη μου να εξεταστούν από κοινού, αφορούν τις απαιτήσεις σχετικά με την προέλευση του δανειζόμενου από τη βιβλιοθήκη αντιγράφου τις οποίες δύναται ενδεχομένως να θεσπίσει ο εθνικός νομοθέτης κατά την εισαγωγή, για τον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων, της παρεκκλίσεως από το δικαίωμα δανεισμού που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115. Το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί, κατ’ ουσίαν, αν η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι ο εθνικός νομοθέτης μπορεί να απαιτήσει το αντίγραφο του δανειζόμενου από τη βιβλιοθήκη ψηφιακού βιβλίου να έχει τεθεί σε κυκλοφορία με πρώτη πώληση ή με κατ’ άλλον τρόπο πρώτη μεταβίβαση της κυριότητας του αντιγράφου αυτού εντός της Ένωσης από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29. Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η διάθεση ψηφιακού βιβλίου στο κοινό συνιστά την εν λόγω πρώτη πώληση ή πρώτη μεταβίβαση της κυριότητας. Αντίθετα, σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως επί του πρώτου ανωτέρω σημείου, το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο σχετικά με τη δυνατότητα καθιερώσεως άλλων απαιτήσεων, όπως για παράδειγμα της απαιτήσεως περί νόμιμης προελεύσεως του αντιγράφου που αποτελεί αντικείμενο του δανεισμού.

82.      Όπως βεβαιώνει το ίδιο το αιτούν δικαστήριο στην απόφαση περί παραπομπής, αφετηρία των ερωτημάτων αυτών είναι το γράμμα των ισχυουσών ολλανδικών διατάξεων, οι οποίες καθιερώνουν μια τέτοια απαίτηση όσον αφορά τα έντυπα βιβλία στο πλαίσιο της παρεκκλίσεως για τον δημόσιο δανεισμό. Επικαλούμενο δε το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29, το αιτούν δικαστήριο εγείρει στην υπό κρίση υπόθεση και το ζήτημα της αναλώσεως του δικαιώματος διανομής. Ωστόσο, φρονώ ότι ο μηχανισμός αναλώσεως δεν έχει σχέση με το δικαίωμα δανεισμού το οποίο μας απασχολεί στην υπό κρίση υπόθεση.

83.      Ειδικότερα, το δικαίωμα δανεισμού όπως αυτό γίνεται αντιληπτό στην οδηγία 2006/115 είναι απολύτως ανεξάρτητο από την ανάλωση του δικαιώματος διανομής. Αφενός, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, τα δικαιώματα του δανεισμού και της εκμισθώσεως δεν εξαντλούνται με την ανάλωση του δικαιώματος διανομής. Με άλλα λόγια, η αγορά αντιγράφου ενός έργου δεν αρκεί για να μπορεί κανείς να το δανείζει ή να το εκμισθώνει ελεύθερα. Επιπλέον, πρέπει κανείς να αποκτήσει, ξεχωριστά, το δικαίωμα δανεισμού ή εκμισθώσεως του αντιγράφου αυτού, είτε με τη συγκατάθεση του δικαιούχου, διά της συνάψεως συμβάσεως, είτε με βάση την παρέκκλιση για τον δημόσιο δανεισμό που προβλέπεται στο άρθρο 6 της οδηγίας 2006/115, εφόσον αυτό έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο.

84.      Αφετέρου, η απόκτηση του δικαιώματος δανεισμού ή εκμισθώσεως ενός έργου ουδόλως εξαρτάται, κατά την οδηγία 2006/115, από την προϋπόθεση της αναλώσεως του δικαιώματος διανομής. Το δικαίωμα του δανεισμού ή της εκμισθώσεως μπορεί, για παράδειγμα, να αφορά έργα που δεν προορίζονται για δημόσια κοινοποίηση, όπως τα χειρόγραφα, οι διδακτορικές διατριβές, κ.λπ.

85.      Όταν το δικαίωμα του δανεισμού ή της εκμισθώσεως αποκτάται με τη συγκατάθεση του δημιουργού, τότε μπορεί να υποτεθεί ότι τα συμφέροντα αυτού προστατεύονται επαρκώς. Αντίθετα, όταν το δικαίωμα δανεισμού απορρέει από την παρέκκλιση, τότε η εφαρμογή του σε έργα που δεν προορίζονται για δημοσιοποίηση ενδέχεται να θίγει τα έννομα συμφέροντα, και μάλιστα όχι μόνο τα περιουσιακά, των δημιουργών. Επομένως, δικαιολογείται κατά τη γνώμη μου η δυνατότητα των κρατών μελών να απαιτούν, στο πλαίσιο της παρεκκλίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115, τα ψηφιακά βιβλία που αποτελούν αντικείμενο δανεισμού να έχουν προηγουμένως διατεθεί στο κοινό από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του. Βεβαίως, ο περιορισμός αυτός δεν πρέπει να διαμορφώνεται κατά τρόπο που να περιορίζει την εμβέλεια της παρεκκλίσεως, όπερ ισχύει και όσον αφορά τη μορφή την οποία μπορεί να λάβει ο δανεισμός των έργων.

86.      Τέλος, όσον αφορά το ζήτημα της νόμιμης προελεύσεως του αντιγράφου του έργου, το Δικαστήριο έχει κρίνει, αναφορικά με την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29, ότι η εξαίρεση αυτή δεν επιβάλλει στους δικαιούχους την υποχρέωση να ανέχονται προσβολές των δικαιωμάτων τους απορρέουσες από την πραγματοποίηση ιδιωτικών αντιγραφών. Επομένως, η εν λόγω διάταξη έχει την έννοια ότι δεν εμπίπτουν σε αυτήν οι περιπτώσεις ιδιωτικών αντιγράφων πραγματοποιούμενων από παράνομη πηγή (47).

87.      Κατά τη γνώμη μου, η ίδια ερμηνεία πρέπει, κατ’ αναλογίαν, να ισχύσει και στην περίπτωση της παρεκκλίσεως από το δικαίωμα δανεισμού που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 όσον αφορά τα ψηφιακά βιβλία. Πολλώ δε μάλλον που δικαιούχοι της παρεκκλίσεως αυτής είναι ιδρύματα τα οποία, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, είναι δημόσια, και από τα οποία είναι δυνατόν να απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή ως προς την τήρηση του νόμου. Νομίζω ότι το σημείο αυτό δεν χρειάζεται να αναλυθεί περισσότερο.

88.      Συνεπώς, στο δεύτερο, τρίτο και τέταρτο ερώτημα προτείνω να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει το κράτος μέλος το οποίο εφαρμόζει την παρέκκλιση που προβλέπεται στη διάταξη αυτή να απαιτεί τα ψηφιακά βιβλία που αποτελούν αντικείμενο δανεισμού με βάση την εν λόγω παρέκκλιση να έχουν προηγουμένως διατεθεί στο κοινό από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, υπό τον όρο ότι ο περιορισμός αυτός δεν διαμορφώνεται κατά τρόπον ώστε να περιορίζει την εμβέλεια της παρεκκλίσεως. Η ίδια διάταξη έχει την έννοια ότι αφορά αποκλειστικά τα ψηφιακά βιβλία που προέρχονται από νόμιμες πηγές.

 Πρόταση

89.      Με βάση το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υποβλήθηκαν από το Rechtbank Den Haag (πρωτοδικείο Χάγης) ως εξής:

1)      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής, έχει την έννοια ότι η διάθεση στο κοινό από τις βιβλιοθήκες ψηφιακών βιβλίων για περιορισμένο χρονικό διάστημα εμπίπτει στο κατοχυρούμενο από το άρθρο αυτό δικαίωμα δανεισμού. Τα κράτη μέλη τα οποία επιθυμούν να εφαρμόσουν στον δανεισμό ψηφιακών βιβλίων την παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 6 της ίδιας οδηγίας οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι όροι του δανεισμού αυτού δεν έρχονται σε σύγκρουση με την κανονική εκμετάλλευση του έργου ούτε θίγουν αδικαιολόγητα τα έννομα συμφέροντα των δημιουργών.

2)      Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/115 έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει το κράτος μέλος που εφαρμόζει την παρέκκλιση που προβλέπεται στη διάταξη αυτή να απαιτεί τα ψηφιακά βιβλία που αποτελούν αντικείμενο δανεισμού με βάση την εν λόγω παρέκκλιση να έχουν προηγουμένως διατεθεί στο κοινό από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, υπό τον όρο ότι ο περιορισμός αυτός δεν διαμορφώνεται κατά τρόπο που να περιορίζει την εμβέλεια της παρεκκλίσεως. Η ίδια διάταξη έχει την έννοια ότι αφορά αποκλειστικά τα ψηφιακά βιβλία που προέρχονται από νόμιμες πηγές.


1 —      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2 —      Για παράδειγμα, Un tour sur le Bolide (πρωτότυπος τίτλος: Riding the Bullet) του Stephen King (Simon & Schuster 2000) ή Starość Aksolotla (εξ όσων γνωρίζω, δεν υφίσταται γαλλική μετάφραση, αγγλικός τίτλος: The Old Axolotl) του Jacek Dukaj (Allegro 2015).


3 —      Για μερικά παραδείγματα, βλ. Davies, Ph., «Access v. contract: competing freedoms in the context of copyright limitations and exceptions for libraries», European Intellectual Property Review, 2013/7, σ. 402· Dreier, T., «Musées, bibliothèques et archives: de la nécessité d’élargir les exceptions au droit d’auteur», Propriétés intellectuelles, 2012/43, σ. 185· Dusollier, S., «A manifesto for an e‑lending limitation in copyright», Journal of Intellectual Property, Information Technology and E-Commerce Law, 2014/5(3)· Matulionyte, R., «E-lending and a public lending right: is it really a time for an update?», European Intellectual Property Review, 2016/38(3), σ. 132· Siewicz, K., «Propozycja nowelizacji prawa autorskiego w zakresie działalności bibliotek», Zeszyty naukowe Uniwersytetu Jagiellońskiego. Prace z prawa własności intelektualnej, 2013/122, σ. 54· Zollinger, A., «Les bibliothèques numériques, ou comment concilier droit à la culture et droit d’auteur», La semaine juridique. Entreprise et affaires, 2007/25, σ. 18.


4 —      ΕΕ 2001, L 167, σ. 10.


5 —      ΕΕ 2006, L 376, σ. 28.


6 —      Τη διαφορετική μεταχείριση φαίνεται να την επιτρέπει το ίδιο το γράμμα του άρθρου 6 της οδηγίας 2006/115, η παράγραφος 2 του οποίου προβλέπει τη δυνατότητα μη εφαρμογής του δικαιώματος δανεισμού στα φωνογραφήματα, στις ταινίες και στα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, υπό την επιφύλαξη της καθιερώσεως αμοιβής για τους δημιουργούς. Δεδομένου εξάλλου ότι τα φωνογραφήματα (συμπεριλαμβανομένων των ακουστικών βιβλίων) και τα βιντεογραφήματα είναι συνήθως ενσωματωμένα σε υλικό φορέα, η υπαγωγή τους, υπό τη μορφή αυτή, στο δικαίωμα δανεισμού δεν δημιουργεί πρόβλημα. Προφανώς δεν ισχύει το ίδιο για τα ψηφιακά βιβλία, τα οποία συνήθως διανέμονται μόνο μέσω μεταφορτώσεως.


7 —      ΕΕ 1992, L 346, σ. 61.


8 —      Η δεύτερη είναι η οδηγία 91/250/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1991, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ 1991, L 122, σ. 42).


9 —      COM(90) 586 τελικό, σ. 33 έως 35. Ομοίως, οι εκπρόσωποι της θεωρίας οι οποίοι δέχονταν την εφαρμογή της οδηγίας αυτής στον ηλεκτρονικό δανεισμό και στην ηλεκτρονική εκμίσθωση συνέδεαν τη δυνατότητα αυτή όχι με τα βιβλία, αλλά με τα φωνογραφήματα και τα βιντεογραφήματα. Κατ’ αυτούς, η «ηλεκτρονική» εκμίσθωση προσομοιάζει μάλλον με ένα είδος «βίντεο κατ’ αίτηση» που προσφέρεται μέσω τηλεοπτικής μεταδόσεως (βλ. Reinbothe, J., von Lewinsky, S., The EC directive on rental and lending rights and on piracy, Λονδίνο 1993, σ. 41 και 42).


10 —      Τηρουμένων των αναλογιών, το γεγονός ότι το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών του 1787 εξακολουθεί να εφαρμόζεται και το γεγονός ότι ορισμένα άρθρα της Magna Carta του 1215 εξακολουθούν να αποτελούν μέρος της έννομης τάξεως του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας οφείλεται στο ότι δεν τους δίδεται η ερμηνεία που επικρατούσε στην εποχή του Γεωργίου Ουάσιγκτον ή του Ιωάννη του Ακτήμονα, αλλά ερμηνεία προσαρμοσμένη στη σύγχρονη εποχή.


11 —      Και η θεωρία διατρέχει τον κίνδυνο να καταστεί γρήγορα παρωχημένη. Ένας συγγραφέας διαπιστώνει: «Κοιτάζοντας ένα βιβλίο που γράφτηκε […] πριν από 15 έτη με τίτλο “Ίντερνετ και δίκαιο”, το προ 5 ετών βιβλίο μου για τη διαδραστική τηλεόραση αλλά και ένα άρθρο προ 3 ετών σχετικά με τη διατήρηση των έργων στο διαδίκτυο, διαπιστώνω μετά λύπης πόσο ξεπερασμένα είναι» (Markiewicz, R., «Internet i prawo autorskie — wykaz problemów i propozycje ich rozwiązań», Zeszyty naukowe Uniwersytetu Jagiellońskiego. Prace z prawa własności intelektualnej, 2013/121, σ. 5). Τι να πει λοιπόν κανείς για μια οδηγία η οποία θεσπίστηκε, στην αρχική της εκδοχή, πριν από 25 σχεδόν έτη;


12 —      Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία του ψηφιακού δανεισμού, βλ. έκθεση του Mount, D., για Taalunie, Bibnet and Bibliotheek.nl, A Review of Public Library E-Lending Models, Δεκέμβριος 2014 (http://stichting.bibliotheek.nl), στην οποία αναφέρονται οι Lira και Pictoright στις γραπτές παρατηρήσεις τους. Βλ., επίσης, The European Bureau of Library, Information and Documentation Associations (EBLIDA) Position Paper The Right to E-read, Μάιος 2014, www.eblida.org· Davies, Ph., όπ.π.· Dusollier, S., όπ.π.· Fédération Internationale des Associations de Bibliothécaires et des Bibliothèques (IFLA), IFLA 2014 eLending Background Paper, www.ifla.org· Fischman Afori, O., «The Battle Over Public E-Libraries: Taking Stock and Moving Ahead», International Review of Intellectual Property and Competition Law, 2013, σ. 392· Matulionyte, R., όπ.π.· O’Brien, D.R., Gasser, U., Palfrey, J., E‑books in Libraries, A Briefing Document developed in preparation for a Workshop on E‑Lending in Libraries, Berkman Center Research Publication αριθ. 2012-15 (σχετικά με την αμερικανική αγορά).


13 —      Βλ., μεταξύ άλλων, σημεία 33 έως 39 των παρουσών προτάσεων.


14 —      Η υπογράμμιση δική μου.


15 —      Ειδικότερα, ο φορέας αυτός είναι καταρχάς ο διακομιστής του οργανισμού ο οποίος διαθέτει το ψηφιακό βιβλίο και στη συνέχεια ο ηλεκτρονικός υπολογιστής ή οποιαδήποτε άλλη ψηφιακή συσκευή του χρήστη. Συνεπώς, ο σύνδεσμος με τον υλικό φορέα διακόπτεται κατά τη μετάδοση.


16 —      COM(90) 586 τελικό, ΕΕ 1990, C 53, σ. 35. Η προσέγγιση αυτή επιρρωννύεται και από τη γερμανική απόδοση της οδηγίας 2006/115, στην οποία χρησιμοποιείται ο όρος «Vervielfältigungsstück», ο οποίος παραπέμπει στην πράξη αναπαραγωγής («Vervielfältigung» —βλ. τη γερμανική απόδοση της οδηγίας 2001/29, άρθρο 2). Βλ., επίσης, υπό την έννοια αυτή, Gautrat, Ph., «Prêt public et droit de location: l’art et la manière», RTD Com., 2008, σ. 752 (σημείο 16).


17 —      Βλ., για παράδειγμα, τη γερμανική, την πολωνική και την αγγλική γλωσσική απόδοση.


18 —      Δηλαδή τα πρωτότυπα και τα αντίγραφα των έργων, τις υλικές ενσωματώσεις των εκτελέσεων, τα φωνογραφήματα και τις ταινίες.


19 —      Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631, σκέψη 163), και της 3ης Σεπτεμβρίου 2014, Deckmyn και Vrijheidsfonds (C‑201/13, EU:C:2014:2132, σκέψη 23).


20 —      Απόφαση της 3ης Ιουλίου 2012 (C‑128/11, EU:C:2012:407).


21 —      ΕΕ 2009, L 111, σ. 16.


22 —      Κυρίως όσον αφορά τους όρους «αντίγραφο», «αναπαραγωγή» και «πώληση».


23 —      Απόφαση της 3ης Ιουλίου 2012, Usedsoft (C‑128/11, EU:C:2012:407, και, ιδίως, σκέψεις 35, 37 και 47).


24 —      Απόφαση της 3ης Ιουλίου 2012, Usedsoft (C‑128/11, EU:C:2012:407, σκέψεις 47 και 48).


25 —      Η διαπίστωση αυτή δεν φαίνεται να αναιρείται από την πρόσφατη απόφαση της 31ης Μαΐου 2016, Reha Training (C-117/15, EU:C:2016:379). Στην εν λόγω υπόθεση ζητήθηκε από το Δικαστήριο να αποφανθεί ως προς τη φερόμενη διαφορετική ερμηνεία, στη νομολογία του, της έννοιας της «παρουσιάσεως στο κοινό» στο πλαίσιο της οδηγίας 2001/29, αφενός, και σε αυτό της οδηγίας 2006/115, αφετέρου. Το Δικαστήριο, επαναλαμβάνοντας τη διατύπωση προγενέστερης αποφάσεως, έκρινε ότι στις έννοιες που χρησιμοποιούνται από τις επίμαχες δύο οδηγίες πρέπει να προσδίδεται η ίδια σημασία, εκτός αν ο νομοθέτης της Ένωσης έχει εκφράσει, εντός συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου, διαφορετική βούληση (σκέψη 28). Πάντως, το γεγονός ότι η έννοια της «παρουσιάσεως στο κοινό» πρέπει να ερμηνεύεται κατά τον ίδιο τρόπο στο πλαίσιο των δύο αυτών οδηγιών ουδόλως φαίνεται να αμφισβητείται. Εξάλλου, από την ανακεφαλαίωση, στις σκέψεις 35 έως 52 της αποφάσεως Reha Training, της προγενέστερης νομολογίας ουδεμία ανακολουθία αποδείχθηκε όσον αφορά την ερμηνεία της εν λόγω έννοιας. Αντίθετα, όσον αφορά την έννοια του «αντιγράφου», ο νομοθέτης με τρόπο σαφή διευκρίνισε, στην αιτιολογική σκέψη 29 της οδηγίας 2001/29, το συγκεκριμένο πλαίσιο εντός του οποίου η έννοια αυτή χρησιμοποιείται στην εν λόγω οδηγία, ήτοι αυτό του δικαιώματος διανομής του οποίου η ανάλωση δεν θα μπορούσε να επέλθει συνεπεία της διαδικτυακής διανομής. Ωστόσο, ο περιορισμός αυτός της έννοιας του «αντιγράφου» —η οποία, κατά την άποψή μου, περιλαμβάνει τα ψηφιακά αντίγραφα (βλ. σημείο 44 των παρουσών προτάσεων)— δεν είναι αναγκαίος όσον αφορά το δικαίωμα δανεισμού που διέπεται από την οδηγία 2006/115, διότι, εν πάση περιπτώσει, το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αναλωθεί, ανεξάρτητα από τον ορισμό που δίνεται στην έννοια του «αντιγράφου».


26 —      Απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2015 (C‑419/13, EU:C:2015:27).


27 —      Απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2015, Art & Allposters International (C‑419/13, EU:C:2015:27, σκέψη 37).


28 —      Απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2015, Art & Allposters International (C‑419/13, EU:C:2015:27, σκέψη 43).


29 —      Απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2015, Art & Allposters International (C‑419/13, EU:C:2015:27, σκέψη 49 και διατακτικό).


30 —      Απόφαση της 3ης Ιουλίου 2012, Usedsoft (C‑128/11, EU:C:2012:407, σκέψη 51).


31 —      Απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, Eugen Ulmer (C‑117/13, EU:C:2014:2196).


32 —      Απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, Eugen Ulmer (C‑117/13, EU:C:2014:2196, σκέψεις 43 έως 46).


33 —      Βλ. αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631, σκέψεις 161 έως 180), και της 5ης Ιουνίου 2014, Public Relations Consultants Association (C‑360/13, EU:C:2014:1195, σκέψεις 22 έως 52, και, ιδίως, σκέψεις 29 έως 33).


34 —      Απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015 (C‑479/13, EU:C:2015:141).


35 —      Απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015 (C‑502/13, EU:C:2015:143).


36 —      Βλ. αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υποβλήθηκε από το πολωνικό Συνταγματικό Δικαστήριο στην υπόθεση Rzecznik Praw Obywatelskich (C‑390/15), η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου.


37 —      Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, της 7ης Απριλίου 2016, Προς έναν ενιαίο χώρο ΦΠΑ στην ΕΕ — Η ώρα των αποφάσεων [COM(2016) 148 τελικό], σ. 12.


38 —      Συνθήκη η οποία εγκρίθηκε επ’ ονόματι της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2000/278/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 2000 (ΕΕ 2000, L 89, σ. 6).


39 —      Βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2015, Art & Allposters International (C‑419/13, EU:C:2015:27, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


40 —      Βλ. άρθρο 7, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία.


41 —      Κατά το άρθρο αυτό, «[…] οι δημιουργοί λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων έχουν αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν κάθε παρουσίαση των έργων τους στο κοινό, με ενσύρματα ή ασύρματα μέσα, περιλαμβανομένης της διάθεσης στο κοινό των έργων τους κατά τρόπο ώστε τα μέλη του κοινού να μπορούν να έχουν πρόσβαση σ’ αυτά από τον τόπο και κατά τον χρόνο της ατομικής επιλογής τους».


42 —      Βλ. σημείο 55 των παρουσών προτάσεων.


43 —      Βλ., επίσης, Matulionyte, R., όπ.π.


44 —      Dusollier, S., όπ.π.· EBLIDA, όπ.π., σ. 13 και εκεί μνημονευόμενα έγγραφα, και Matulionyte, R., όπ.π., και εκεί μνημονευόμενα έγγραφα.


45 —      Η υπογράμμιση δική μου.


46 —      Απόφαση της 3ης Ιουλίου 2012 (C‑128/11, EU:C:2012:407).


47 —      Απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψεις 31 και 41).