Language of document : ECLI:EU:C:2014:254

Υπόθεση C‑435/12

ACI Adam BV κ.λπ.

κατά

Stichting de Thuiskopie

και

Stichting Onderhandelingen Thuiskopie vergoeding

(αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)]

«Προδικαστική παραπομπή — Πνευματική ιδιοκτησία — Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα — Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας — Οδηγία 2001/29/ΕΚ — Άρθρο 5, παράγραφοι 2, στοιχείο β΄, και 5 — Δικαίωμα αναπαραγωγής — Εξαιρέσεις και περιορισμοί — Αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση — Νομιμότητα της πηγής αναπαραγωγής του αντιγράφου — Οδηγία 2004/48/ΕΚ — Πεδίο εφαρμογής»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 10ης Απριλίου 2014

1.        Προσέγγιση των νομοθεσιών — Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα — Οδηγία 2001/29 — Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας — Δικαίωμα αναπαραγωγής — Εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής — Στενή ερμηνεία — Δυνατότητα επιβολής στους δικαιούχους δικαιωμάτων του δημιουργού της υποχρεώσεως να ανέχονται προσβολές των δικαιωμάτων τους — Δεν επιτρέπεται

(Οδηγία 2001/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 5 § 2)

2.        Προσέγγιση των νομοθεσιών — Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα — Οδηγία 2001/29 — Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας — Δικαίωμα αναπαραγωγής — Εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής — Εθνική νομοθεσία η οποία δεν διακρίνει μεταξύ νόμιμου ή παράνομου χαρακτήρα της πηγής από την οποία πραγματοποιούνται οι αναπαραγωγές — Δεν επιτρέπεται — Απουσία κατάλληλων τεχνικών μέσων για την καταπολέμηση του φαινομένου της παραγωγής μη εγκεκριμένων ιδιωτικών αντιγράφων — Δεν ασκεί επιρροή

(Οδηγία 2001/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 31 και άρθρα 5 §§ 2, στοιχείο β΄, και 5, και 6)

3.        Προσέγγιση των νομοθεσιών — Σεβασμός των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας — Οδηγία 2004/48 — Πεδίο εφαρμογής — Αγωγή με την οποία ζητείται να καθοριστεί η δίκαιη αποζημίωση που οφείλουν να καταβάλουν οι οικονομικοί φορείς στους δικαιούχους δικαιωμάτων του δημιουργού — Δεν εμπίπτει

(Οδηγία 2004/48 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

1.        Λαμβανομένης υπόψη της αρχής που επιτάσσει τη συσταλτική ερμηνεία των διατάξεων οδηγίας οι οποίες παρεκκλίνουν από γενική αρχή που καθιερώνει η ίδια αυτή οδηγία, οι διάφορες εξαιρέσεις και περιορισμοί που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά. Η ερμηνεία αυτή συνεπάγεται ότι η διάταξη αυτή, η οποία αφορά τις προϋποθέσεις εφαρμογής των εξαιρέσεων και των περιορισμών του δικαιώματος αναπαραγωγής, έχει την έννοια ότι η εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής αποκλείει τη δυνατότητα των φορέων του δικαιώματος του δημιουργού να επικαλούνται έναντι τρίτων οι οποίοι πραγματοποιούν αντίγραφα των έργων τους για ιδιωτική χρήση το αποκλειστικό δικαίωμά τους να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν αναπαραγωγές, εντούτοις απαγορεύει ταυτοχρόνως να ερμηνευτεί η διάταξη αυτή υπό την έννοια ότι επιβάλλει στους δικαιούχους, πέραν αυτού του ρητώς προβλεπόμενου περιορισμού, την υποχρέωση να ανέχονται προσβολές των δικαιωμάτων τους απορρέουσες από την πραγματοποίηση ιδιωτικών αντιγραφών.

(βλ. σκέψεις 22, 23, 25, 31)

2.        Όσον αφορά την εξαίρεση της ιδιωτικής αντιγραφής του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2001/29, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, το δίκαιο της Ένωσης, και ειδικότερα η εν λόγω διάταξη, σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν πραγματοποιεί διάκριση μεταξύ της περιπτώσεως όπου η πηγή αναπαραγωγής αντιγράφων για ιδιωτική χρήση είναι νόμιμη και εκείνης όπου η πηγή αυτή είναι παράνομη. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ακόμα κατάλληλα τεχνικά μέσα, κατά την έννοια του άρθρου 6 της εν λόγω οδηγίας, για την καταπολέμηση του φαινομένου της παραγωγής μη εγκεκριμένων ιδιωτικών αντιγράφων δεν αρκεί για να ανατρέψει τη διαπίστωση αυτή.

Συγκεκριμένα, μολονότι τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να θεσπίσουν ή όχι τις διάφορες εξαιρέσεις που προβλέπει το εν λόγω άρθρο 5, τούτο δε κατά τρόπο σύμφωνο με τις νομικές τους παραδόσεις, εντούτοις, εφόσον επιλέξουν να εισαγάγουν ορισμένη εξαίρεση, η εξαίρεση αυτή πρέπει να εφαρμοστεί με συνέπεια, ώστε να μη θιγούν οι σκοποί τους οποίους επιδιώκει η οδηγία 2001/29 σχετικά με την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Αν όμως τα κράτη μέλη είχαν δυνατότητα να θεσπίσουν ή όχι νομοθεσία η οποία να προβλέπει ότι επιτρέπεται αναπαραγωγή αντιγράφων για ιδιωτική χρήση και από παράνομες πηγές, τούτο θα είχε προφανώς ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Επιπλέον, στο πλαίσιο εφαρμογής της, μια τέτοια εθνική νομοθεσία ενδέχεται να παραβαίνει ορισμένες από τις προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29. Συγκεκριμένα, αφενός, αν γινόταν δεκτό ότι επιτρέπεται να πραγματοποιούνται τέτοιες αναπαραγωγές και από παράνομες πηγές, τούτο θα ενθάρρυνε την κυκλοφορία παραποιημένων ή πειρατικών έργων, με αναγκαία συνέπεια την ελάττωση του όγκου των πωλήσεων ή άλλων νόμιμων συναλλαγών σχετικών με τα προστατευόμενα έργα και, ως εκ τούτου, την παρεμπόδιση της κανονικής εκμεταλλεύσεώς τους. Αφετέρου, η εφαρμογή τέτοιας εθνικής νομοθεσίας είναι ικανή να προκαλέσει αδικαιολόγητη ζημία στους φορείς του δικαιώματος του δημιουργού.

Τέλος, όσον αφορά τη δίκαιη αποζημίωση που πρέπει να καταβληθεί στους φορείς των σχετικών δικαιωμάτων, ένα σύστημα τέλους ιδιωτικής αντιγραφής το οποίο δεν πραγματοποιεί διάκριση, όσον αφορά τον υπολογισμό της οφειλόμενης στους δικαιούχους δίκαιης αποζημιώσεως, μεταξύ της περιπτώσεως όπου η πηγή αναπαραγωγής αντιγράφων για ιδιωτική χρήση είναι νόμιμη και εκείνης όπου η πηγή αυτή είναι παράνομη, δεν επιτυγχάνει τη δέουσα ισορροπία μεταξύ, αφενός, των δικαιωμάτων και συμφερόντων των δημιουργών υπέρ των οποίων καταβάλλεται η δίκαιη αποζημίωση και, αφετέρου, των δικαιωμάτων και συμφερόντων των χρηστών των προστατευόμενων αντικειμένων. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο τέτοιου συστήματος, η προκαλούμενη ζημία, και συνεπώς το ποσό της οφειλόμενης στους δικαιούχους δίκαιης αποζημιώσεως, υπολογίζεται βάσει του κριτηρίου της ζημίας που προξενήθηκε στους δημιουργούς τόσο από αναπαραγωγές για ιδιωτική χρήση πραγματοποιηθείσες από νόμιμη πηγή όσο και από αναπαραγωγές πραγματοποιηθείσες από παράνομη πηγή. Εν συνεχεία, το κατά τον τρόπο αυτό υπολογιζόμενο ποσό μετακυλίεται εν τέλει στην τιμή που καταβάλλουν οι χρήστες προστατευόμενων έργων κατά τη χρονική στιγμή που τίθενται στη διάθεσή τους ο εξοπλισμός, οι συσκευές και τα υποθέματα που καθιστούν εφικτή την πραγματοποίηση ιδιωτικών αντιγράφων.

(βλ. σκέψεις 34, 35, 38-40, 45, 46, 53-55, 58, διατακτ. 1)

3.        Η οδηγία 2004/48, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, έχει την έννοια ότι δεν εφαρμόζεται σε διαδικασία στην οποία οι υπόχρεοι καταβολής της δίκαιης αποζημιώσεως ζητούν από το αιτούν δικαστήριο να εκδώσει απόφαση εις βάρος του οργανισμού που είναι επιφορτισμένος με την είσπραξη και τη διανομή της εν λόγω αποζημιώσεως στους δικαιούχους, και ο οποίος εναντιώνεται στο αίτημα αυτό. Συγκεκριμένα, η οδηγία 2004/48 δεν μπορεί να εφαρμόζεται σε διαδικασία κινούμενη με την άσκηση αγωγής όχι από δικαιούχους που αξίωσαν την πρόληψη ή την παύση κάθε προσβολής υφισταμένου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή την αποκατάσταση των συνεπειών της προσβολής αυτής, αλλ’ από οικονομικούς φορείς στο πλαίσιο διαφοράς σχετικής με τη δίκαιη αποζημίωση που τους ζητήθηκε να καταβάλουν.

(βλ. σκέψεις 63-65, διατακτ. 2)