Language of document : ECLI:EU:C:2011:607

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 22ας Σεπτεμβρίου 2011 (*)

«Οδηγία 89/552/ΕΟΚ – Ραδιοτηλεοπτικές δραστηριότητες – Δυνατότητα κράτους μέλους να απαγορεύσει την άσκηση δραστηριότητας στην επικράτειά του σε ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό εδρεύοντα εντός άλλου κράτους μέλους – Λόγος αντλούμενος από την υπονόμευση της αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑244/10 και C‑245/10,

με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) με αποφάσεις της 24ης Φεβρουαρίου 2010, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 19 Μαΐου 2010, στο πλαίσιο της δίκης

Mesopotamia Broadcast A/S METV (C-244/10),

Roj TV A/S (C-245/10)

κατά

Bundesrepublik Deutschland,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, R. Silva de Lapuerta (εισηγήτρια), Γ. Αρέστη, J. Malenovský και T. von Danwitz, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: A. Impellizzeri, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Απριλίου 2011,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι Mesopotamia Broadcast A/S METV και Roj TV A/S, εκπροσωπούμενες από τον R. Marx, Rechtsanwalt,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και N. Graf Vitzthum,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues και S. Menez,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις C. Vrignon και S. La Pergola καθώς και τον G. von Rintelen,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 5ης Μαΐου 2011,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Οι αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (EE L 298, σ. 23), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997 (EE L 202, σ. 60, στο εξής: οδηγία).

2        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο διαφορών μεταξύ της Mesopotamia Broadcast A/S METV (στο εξής: Mesopotamia Broadcast), αφενός, και του Roj TV A/S (στο εξής: Roj TV), αφετέρου, δύο δανικών εταιριών, και της Bundesrepublik Deutschland (Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας), σχετικά με απόφαση απαγορεύσεως δραστηριοτήτων λόγω της φύσεως των τηλεοπτικών εκπομπών των εν λόγω εταιριών.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η κανονιστική ρύθμιση της Ενώσεως

3        Δυνάμει του άρθρου 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας, ο «ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός» ορίζεται ως «το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει τη συντακτική ευθύνη για τη σύνθεση των προγραμμάτων τηλεοπτικών εκπομπών […] και που τα μεταδίδει ή αναθέτει τη μετάδοσή τους σε τρίτους».

4        Το άρθρο 2 της οδηγίας ορίζει:

«1.      Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε όλες οι τηλεοπτικές εκπομπές που μεταδίδονται από ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία του να τηρούν τους κανόνες του νομικού συστήματος το οποίο ισχύει σ’ αυτό το κράτος μέλος για τις εκπομπές που απευθύνονται στο κοινό.

2.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί που υπάγονται στη δικαιοδοσία ενός κράτους μέλους νοούνται εκείνοι:

–        οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος αυτό σύμφωνα με την παράγραφο 3,

[…]

3.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ένας ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός θεωρείται ότι είναι εγκατεστημένος σε ένα κράτος μέλος στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)      ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός έχει τα κεντρικά γραφεία του σ’ αυτό το κράτος μέλος και οι συντακτικές αποφάσεις για τα προγράμματά του λαμβάνονται στο κράτος μέλος αυτό·

[…]».

5        Το άρθρο 2α της οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στο έδαφός τους των τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, για λόγους που εμπίπτουν σε τομείς τους οποίους συντονίζει η παρούσα οδηγία.

2.      Τα κράτη μέλη μπορούν προσωρινά να παρεκκλίνουν από την παράγραφο 1, αν συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)      η τηλεοπτική εκπομπή η προερχόμενη από άλλο κράτος μέλος παραβαίνει προφανώς, σοβαρώς και βαρέως το άρθρο 22, παράγραφοι 1 ή 2, ή/και το άρθρο 22α·

β)      ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός παρέβη την (τις) διάταξη(-εις) του στοιχείου α΄ τουλάχιστον δύο φορές εντός των δώδεκα προηγούμενων μηνών·

γ)      το συγκεκριμένο κράτος μέλος έχει κοινοποιήσει, γραπτώς, στο ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό και στην Επιτροπή, τις καταγγελλόμενες παραβάσεις, καθώς και τα μέτρα που σκοπεύει να λάβει σε περίπτωση νέας παράβασης·

δ)      οι διαβουλεύσεις με το κράτος μέλος μετάδοσης και την Επιτροπή δεν κατέληξαν σε φιλικό διακανονισμό, εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση που προβλέπεται στο στοιχείο γ΄, και η καταγγελλόμενη παράβαση εξακολουθεί.

Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση των μέτρων που λαμβάνει το κράτος μέλος, η Επιτροπή αποφασίζει αν τα μέτρα συμβιβάζονται προς το κοινοτικό δίκαιο. Εάν αποφασίσει ότι τα μέτρα δεν συμβιβάζονται προς το κοινοτικό δίκαιο, ζητείται από το κράτος μέλος να θέσει κατεπειγόντως τέρμα στα εν λόγω μέτρα.

3.      Η παράγραφος 2 ισχύει υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής οιασδήποτε διαδικασίας, θεραπείας ή κύρωσης για τις εν λόγω παραβάσεις εντός του κράτους μέλους στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται ο σχετικός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός.»

6        Το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας ορίζει:

«1.      Τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια, όσον αφορά τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, να τηρούν αυστηρότερους ή λεπτομερέστερους κανόνες στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

2.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν, με κατάλληλα μέσα και στα πλαίσια της νομοθεσίας τους, ώστε οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους να τηρούν πραγματικά τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.»

7        Τα άρθρα 22 και 22α της οδηγίας αποτελούν μέρος του κεφαλαίου της V, τιτλοφορούμενο «Προστασία των ανηλίκων και της δημοσίας τάξεως». Το άρθρο 22, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι εκπομπές των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους δεν περιλαμβάνουν προγράμματα τα οποία ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά τη σωματική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων, και ιδίως προγράμματα που περιέχουν πορνογραφικές σκηνές ή σκηνές αδικαιολόγητης βίας.

2.      Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 επεκτείνονται επίσης και σε άλλα προγράμματα τα οποία ενδέχεται να βλάψουν τη σωματική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων, εκτός αν εξασφαλίζεται, δι' επιλογής της ώρας της εκπομπής ή με άλλα τεχνικής φύσεως μέτρα, ότι στην περιοχή μετάδοσης οι ανήλικοι δεν βλέπουν ή δεν ακούν κατά κανόνα τις εκπομπές αυτές.»

8        Το άρθρο 22α της οδηγίας έχει ως εξής:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εκπομπές να μην περιλαμβάνουν καμία παρότρυνση σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας.»

 Η εθνική κανονιστική ρύθμιση

9        Το άρθρο 9 του Θεμελιώδους Νόμου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Grundgesetz für die Bundesrepublik Deutschland, στο εξής: Θεμελιώδης Νόμος) εγγυάται, με την παράγραφο του 1, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και ορίζει, στην παράγραφό του 2, τις περιστάσεις υπό τις οποίες ένα σωματείο απαγορεύεται. Η τελευταία αυτή παράγραφος έχει ως εξής:

«Σωματεία των οποίων οι σκοποί ή η δραστηριότητα αντιβαίνουν προς τους ποινικούς νόμους ή τα οποία αντίκεινται στη συνταγματική τάξη ή υπονομεύουν την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών απαγορεύονται.»

10      Ο νόμος περί σωματείων (Gesetz zur Regelung des öffentlichen Vereinsrechts, BGBl. I 1964, σ. 593), της 5ης Αυγούστου 1964, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του νόμου της 21ης Δεκεμβρίου 2007 (BGBl. I 2007, σ. 3198, στο εξής: νόμος περί σωματείων), ορίζει στο άρθρο του 1 τα εξής:

«1.      Η ίδρυση σωματείων είναι ελεύθερη […]

2.      Κανένα μέτρο για την περιφρούρηση της δημόσιας ασφάλειας και της δημόσιας τάξης δεν μπορεί να ληφθεί εκτός του πλαισίου του παρόντος νόμου κατά των σωματείων που καταχρώνται της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι.»

11      Ο νόμος αυτός ορίζει, στο άρθρο του 2, την έννοια του σωματείου ως εξής:

«1.      Ο παρόν νόμος αφορά όλα τα σωματεία, ανεξαρτήτως της νομικής τους μορφής, στα οποία έχουν εκουσίως ενωθεί πλείονα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, για ένα κοινό σκοπό και έχουν συμμορφωθεί με προβλεπόμενη διαδικασία λήψεως αποφάσεων.

2.      Κατά την έννοια του παρόντος νόμου δεν συνιστούν σωματεία:

1.      Τα πολιτικά κόμματα […],

2.      Οι πολιτικές ομάδες του Bundestag και των κοινοβουλίων των Länder,

3.      […]».

12      Το άρθρο 3 του εν λόγω νόμου ρυθμίζει τις απαγορεύσεις που είναι δυνατόν να πλήξουν τα σωματεία, διατυπούμενο ως εξής:

«1.      Σωματείο μπορεί να αντιμετωπιστεί ως απαγορευμένο […] μόνον αν οι αρμόδιες για την απαγόρευσή του αρχές καθόρισαν με απόφαση ότι οι σκοποί του ή η δραστηριότητά του αντιβαίνουν προς το ποινικό δίκαιο ή ότι αντίκειται στο Σύνταγμα ή υπονομεύει την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών· η απόφαση οφείλει να διατάσσει τη διάλυση του σωματείου […]. Η απαγόρευση συνεπάγεται, κατ’ αρχήν, κατάσχεση και δήμευση:

1.      της περιουσίας του σωματείου,

2.      πιστώσεων σε τρίτους […] και

3.      πραγμάτων τρίτων, στο μέτρο που ο δικαιούχος, παραχωρώντας τα πράγματα στο σωματείο, ευνόησε σκοπίμως τις αντίθετες προς το Σύνταγμα επιδιώξεις αυτού ή καθόσον τα πράγματα προορίζονται για την ενθάρρυνση αυτών των επιδιώξεων,

[…]

3.      Η απαγόρευση εκτείνεται –αν δεν υπάρχει ρητός περιορισμός– σε όλες τις οργανώσεις που έχουν ενσωματωθεί στο σωματείο κατά τέτοιο τρόπο ώστε αυτές, ενόψει της συνολικής εικόνας των πραγματικών σχέσεων, να εμφανίζονται ως κλάδος του εν λόγω σωματείου (επί μέρους οργανώσεις). Η απαγόρευση εκτείνεται στις επί μέρους οργανώσεις που δεν αποτελούν τοπικές οργανώσεις και έχουν ιδία νομική προσωπικότητα μόνον αν αναφέρονται ρητώς στην περί απαγορεύσεως απόφαση.

[…]

5.      Η αρμόδια για την απαγόρευση αρχή μπορεί να στηρίξει την απαγόρευση επίσης σε πράξεις μελών του σωματείου, αν:

1.      υφίσταται σχέση με τη δραστηριότητα στο σωματείο ή με τον σκοπό του,

2.      οι πράξεις βασίζονται σε οργανωμένη διαδικασία λήψεως αποφάσεων και

3.      σύμφωνα με τις περιστάσεις πρέπει να γίνει δεκτό ότι το σωματείο τις ανέχεται.»

13      Το άρθρο 14 του Vereinsgesetz προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα σωματεία των οποίων τα μέλη ή οι διευθύνοντες είναι εξ ολοκλήρου ή στο μεγαλύτερο μέρος αλλοδαποί (σωματεία αλλοδαπών), μπορούν να απαγορευθούν […], υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2. Τα σωματεία των οποίων τα μέλη ή οι διευθύνοντες είναι εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο βαθμό υπήκοοι κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θεωρούνται σωματεία αλλοδαπών […]».

14      Το άρθρο 15 του Vereinsgesetz έχει ως εξής:

«1.      Το άρθρο 14 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στα σωματεία που έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό (σωματεία αλλοδαπών), των οποίων η οργάνωση ή η δραστηριότητα εκτείνεται στο κατά τόπο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου. Αρμόδιος για την απαγόρευση είναι ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών.

[...]»

15      Το άρθρο 18 του Vereinsgesetz ορίζει τα εξής:

«Οι απαγορεύσεις όσον αφορά σωματεία που εδρεύουν εκτός του κατά τόπον πεδίου εφαρμογής του παρόντος νόμου, αλλά διαθέτουν εντός αυτού τοπικές οργανώσεις, ισχύουν μόνο για τις τοπικές οργανώσεις που δρουν εντός του εν λόγω πεδίου εφαρμογής. Σε περίπτωση που το σωματείο δεν διαθέτει τοπικές οργανώσεις εντός του κατά τόπον πεδίου εφαρμογής του παρόντος νόμου, η απαγόρευση […] αφορά τη δραστηριότητά του εντός του εν λόγω πεδίου εφαρμογής.»

 Οι διαφορές των κύριων δικών και το προδικαστικό ερώτημα

16      Η Mesopotamia Broadcast, εταιρία χαρτοφυλακίου δανικού δικαίου εδρεύουσα στη Δανία, είναι κάτοχος πλειόνων αδειών λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών στη Δανία. Διαχειρίζεται, μεταξύ άλλων, τον τηλεοπτικό σταθμό Roj TV, ο οποίος είναι επίσης δανική εταιρία. Ο τηλεοπτικός αυτός σταθμός μεταδίδει μέσω δορυφόρου προγράμματα κυρίως κουρδικής γλώσσας σε όλη την Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή. Τα προγράμματα που μεταδίδει παράγονται, μεταξύ άλλων, από εταιρία που έχει την έδρα της στη Γερμανία.

17      Το 2006 και το 2007, τουρκικοί φορείς απευθύνθηκαν στη δανική επιτροπή ραδιοτηλεοράσεως, η οποία μεριμνά, στο εν λόγω κράτος μέλος, για την εφαρμογή της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως περί μεταφοράς των διατάξεων της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη. Οι εν λόγω φορείς προσήπταν στον Roj TV ότι υποστήριζε με τα προγράμματά του τους σκοπούς του «εργατικού κόμματος του Κουρδιστάν» (στο εξής: PKK), το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χαρακτηρίσει ως τρομοκρατική οργάνωση.

18      Η δανική επιτροπή ραδιοτηλεοράσεως αποφάνθηκε επί των καταγγελιών αυτών με αποφάσεις της 3ης Μαΐου 2007 και 23ης Απριλίου 2008. Έκρινε ότι ο Roj TV δεν παρέβη τις διατάξεις της δανικής κανονιστικής ρυθμίσεως περί μεταφοράς των άρθρων 22 και 22α της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη. Η εν λόγω επιτροπή παρατήρησε, μεταξύ άλλων, ότι τα προγράμματα του Roj TV δεν παρότρυναν σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγενείας. Έκρινε ότι τα προγράμματα της εταιρίας αυτής μετέδιδαν μόνον πληροφορίες και γνώμες και ότι οι μεταδιδόμενες εικόνες βιαίων επεισοδίων αντανακλούσαν την υφιστάμενη στην Τουρκία και στις κουρδικές περιοχές βία.

19      Με απόφαση της 13ης Ιουνίου 2008, η οποία απευθυνόταν στη Mesopotamia Broadcast και τον Roj TV, το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εσωτερικών της Γερμανίας, εκτιμώντας ότι η διαχείριση του τηλεοπτικού σταθμού TV Roj από τη Mesopotamia Broadcast υπονόμευε την «αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών» υπό την έννοια του Vereinsgesetz, σε συνδυασμό με τον Θεμελιώδη Νόμο, απαγόρευσε στη Mesopotamia Broadcast να ασκεί οποιανδήποτε δραστηριότητα μέσω του Roj TV εντός του πεδίου εφαρμογής του Vereinsgesetz. Απαγόρευση ασκήσεως δραστηριότητας επέβαλε και στον Roj TV.

20      Στις 9 Ιουλίου 2008, η Mesopotamia Broadcast και ο Roj TV προσέφυγαν, αμφότεροι, ενώπιον του Bundesverwaltungsgericht επιδιώκοντας την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως.

21      Ενώπιον του Bundesverwaltungsgericht, οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι οι δραστηριότητές τους στον τομέα της διασυνοριακής τηλεοράσεως εμπίπτουν στις διατάξεις της οδηγίας. Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτών, μόνο το Βασίλειο της Δανίας, ως κράτος μέλος εντός του οποίου έχουν την έδρα τους η Mesopotamia Broadcast και ο Roj TV, μπορεί να ασκήσει έλεγχο στις εν λόγω δραστηριότητες. Οιοσδήποτε άλλος έλεγχος, κατ’ αρχήν, απαγορεύεται. Ασφαλώς, η οδηγία καθιστά δυνατή τη διεξαγωγή διπλού ελέγχου μέσω μέτρων εισαγόντων παρέκκλιση. Εντούτοις, οι προϋποθέσεις εφαρμογής αυτών των μέτρων δεν συντρέχουν στις υποθέσεις των κύριων δικών.

22      Η Γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ισχυρίστηκε, ενώπιον του Bundesverwaltungsgericht, ότι οι ραδιοτηλεοπτικές δραστηριότητες της Mesopotamia Broadcast και του Roj TV εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Vereinsgesetz. Κατ’ αυτήν πρέπει να θεωρηθεί ότι οι δύο αυτές εταιρίες επιδίδονται, με τις δραστηριότητές τους, σε διαφήμιση του PKK στη Γερμανία.

23      Η Γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση υποστήριξε επίσης ότι ο επίδικος στο πλαίσιο των κύριων δικών λόγος απαγορεύσεως, αντλούμενος από την υπονόμευση της «αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών», στηρίζεται στο γεγονός ότι τα προγράμματα του Roj TV ωθούσαν στην εντός της Γερμανίας επίλυση των διαφορών μεταξύ Κούρδων και Τούρκων με τη χρήση βίας και υποστήριζαν τις προσπάθειες του PKK να στρατολογούνται νεαροί Κούρδοι στον ανταρτοπόλεμο κατά της Δημοκρατίας της Τουρκίας.

24      Επιπλέον, η Γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση τόνισε ότι οι διατάξεις της οδηγίας δεν αφορούν τους γενικού περιεχομένου κανόνες των κρατών μελών στον τομέα του ποινικού ή αστυνομικού δικαίου, ή στον τομέα του δικαίου περί σωματείων, ακόμη και αν οι εν λόγω κανόνες μπορούν να παράγουν αποτελέσματα επί των ραδιοτηλεοπτικών δραστηριοτήτων.

25      Το Bundesverwaltungsgericht, αφού παρακολούθησε επιλεγμένα αποσπάσματα από το τηλεοπτικό πρόγραμμα του Roj TV, έκρινε ότι το πρόγραμμα αυτό μεροληπτεί προδήλως υπέρ του PKK, εκφράζοντας σε μεγάλο βαθμό τη μιλιταριστική και βίαιη τακτική του, αυτό δε με τη συναίνεση των ιθυνόντων της Mesopotamia Broadcast. Η εταιρία αυτή εξυμνεί, μέσω του σταθμού της Roj TV, τον διεξαγόμενο από τον PKK ένοπλο αγώνα. Ο εν λόγω σταθμός δεν παρέχει πληροφορίες για τη σύγκρουση κατά τρόπο αμερόληπτο, αλλά υποστηρίζει τη δράση ομάδων ανταρτών και τις επιθέσεις του PKK, αποδεχόμενος τις απόψεις του τελευταίου και εξυμνώντας ως ήρωες και μάρτυρες τους πεσόντες αντάρτες. Η Mesopotamia Broadcast και ο Roj TV συμβάλλουν έτσι στην υποδαύλιση των βίαιων συγκρούσεων στην Τουρκία μεταξύ αυτών που ανήκουν στην τουρκική εθνότητα και εκείνων που ανήκουν στην κουρδική εθνότητα, καθώς και στην όξυνση των εντάσεων μεταξύ των Τούρκων και των Κούρδων που ζουν στη Γερμανία.

26      Το Bundesverwaltungsgericht έκρινε ότι η επίδικη στο πλαίσιο των κύριων δικών απαγόρευση μπορεί να στηριχθεί στον λόγο που αντλείται από το ότι υπονομεύεται η αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, του Vereinsgesetz, σε συνδυασμό με το άρθρο 9, παράγραφος 2, του Θεμελιώδους Νόμου. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται για τον λόγο αυτόν αν, και, ενδεχομένως, υπό ποίες προϋποθέσεις, η εφαρμογή αυτού του λόγου απαγορεύσεως εμπίπτει σε τομείς που συντονίζονται από την οδηγία.

27      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Bundesverwaltungsgericht αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο, πανομοιότυπο στις υποθέσεις C‑244/10 και C‑245/10 προδικαστικό ερώτημα:

«Εμπίπτει η εφαρμογή διατάξεως του εσωτερικού δικαίου, περί απαγορεύσεως σωματείου λόγω του ότι υπονομεύει την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών, σε τομέα συντονιζόμενο από την οδηγία και, ως εκ τούτου, απαγορεύεται κατά το άρθρο [της] 2α, σε περίπτωση δε καταφατικής απαντήσεως, υπό ποιες προϋποθέσεις;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

28      Με το ερώτημά του, το Bundesverwaltungsgericht ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 22α της οδηγίας έχει την έννοια ότι απαγορεύει σε κράτος μέλος να λάβει, κατ’ εφαρμογήν γενικής νομοθεσίας, όπως ο Vereinsgesetz σε συνδυασμό με τον Θεμελιώδη Νόμο, μέτρα έναντι ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος, για τον λόγο ότι οι δραστηριότητες και οι σκοποί του οργανισμού αυτού αντιβαίνουν προς την απαγόρευση της υπονομεύσεως της αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών.

 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

29      Από τον τίτλο της οδηγίας προκύπτει ότι αυτή αποσκοπεί στον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων με σκοπό την κατάργηση των εμποδίων της ελεύθερης μεταδόσεως στο εσωτερικό της Ένωσης.

30      Κατά την πρώτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 97/36, η οδηγία 89/552 συνιστά το νομικό πλαίσιο των τηλεοπτικών δραστηριοτήτων στην εσωτερική αγορά, το δε πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της πρώτης αυτής οδηγίας, θα συμβάλει στην ελεύθερη κυκλοφορία αυτών των υπηρεσιών στο εσωτερικό της Ένωσης.

31      Εξάλλου, από την όγδοη, την ένατη και τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/552 προκύπτει ότι τα εμπόδια που ο κοινοτικός νομοθέτης θέλησε να εξαλείψει είναι εκείνα που οφείλονται στις υφιστάμενες μεταξύ των διατάξεων των κρατών μελών διαφορές όσον αφορά την άσκηση των δραστηριοτήτων μεταδόσεως και διανομής τηλεοπτικών προγραμμάτων.

32      Επομένως, οι συντονιζόμενοι από την οδηγία τομείς αφορούν μόνον την τηλεοπτική μετάδοση αυτή καθαυτή, όπως ορίζεται στο άρθρο 1, στοιχείο α΄ (βλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 1997, C‑34/95 έως C‑36/95, De Agostini και TV-Shop, Συλλογή 1997, σ. I‑3843, σκέψη 26).

33      Τέλος, από την όγδοη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/552 προκύπτει ότι το εφαρμοζόμενο στη μετάδοση και τη διανομή τηλεοπτικών υπηρεσιών δικαίωμα αποτελεί επίσης ειδική εκδήλωση μιας γενικότερης αρχής, δηλαδή της ελευθερίας της έκφρασης όπως διακηρύσσεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, της Σύμβασης περί των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950. Εξάλλου, από το γράμμα της δεκάτης πέμπτης αιτιολογικής σκέψεως της οδηγίας 97/36 προκύπτει ότι, σύμφωνα με το άρθρο ΣΤ, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΕ (νυν άρθρο 6, παράγραφος 2, ΕΕ), η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που διατυπώνονται στον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε κάθε μέτρο που αποσκοπεί στον περιορισμό της λήψης ή/και την αναστολή της αναμετάδοσης τηλεοπτικών εκπομπών πρέπει να συμβιβάζεται με τις αρχές αυτές.

34      Πρέπει, επίσης, να υπομνησθεί ότι η οδηγία δεν εναρμονίζει πλήρως τους κανόνες που είναι σχετικοί με τους τομείς που καλύπτει, αλλά θεσπίζει ελάχιστες προδιαγραφές για τις εκπομπές που προέρχονται από την Ένωση και προορίζονται να μεταδοθούν στο εσωτερικό της (βλ. απόφαση της 5ης Μαρτίου 2009, C‑222/07, UTECA, Συλλογή 2009, σ. I‑1407, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

35      Η οδηγία καθιερώνει, επομένως, την αρχή ότι το κράτος μέλος λήψεως αναγνωρίζει το καθήκον ελέγχου του κράτους μέλους προελεύσεως όσον αφορά τις τηλεοπτικές εκπομπές των τηλεοπτικών οργανισμών που υπάγονται στη δικαιοδοσία του. Το άρθρο 2α, παράγραφος 1, της οδηγίας ορίζει πράγματι ότι τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στο έδαφός τους των τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη για λόγους που εμπίπτουν σε τομείς τους οποίους συντονίζει η παρούσα οδηγία.

36      Συναφώς, το Δικαστήριο έχει τονίσει ότι ο έλεγχος της εφαρμογής του δικαίου του κράτους μέλους προελεύσεως που γίνεται στις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και της τηρήσεως των διατάξεων της οδηγίας 89/552 εναπόκειται μόνον στο κράτος μέλος από το οποίο οι εκπομπές προέρχονται και ότι το κράτος μέλος λήψεως δεν δικαιούται να ασκεί συναφώς τον δικό του έλεγχο για λόγους που εμπίπτουν στους τομείς που έχει συντονίσει η οδηγία (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 10ης Σεπτεμβρίου 1996, C‑11/95, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή 1996, σ. I‑4115, σκέψεις 34 και 86, καθώς και De Agostini και TV-Shop, προαναφερθείσα, σκέψη 27).

37      Πάντως, από τον μη εξαντλητικό χαρακτήρα της οδηγίας όσον αφορά τον τομέα της δημόσιας τάξεως, των χρηστών ηθών ή της δημόσιας ασφάλειας προκύπτει ότι ένα κράτος μέλος παραμένει ελεύθερο να εφαρμόζει στις δραστηριότητες που ασκούνται επί του εδάφους του από τηλεοπτικούς οργανισμούς τις γενικώς ισχύουσες για τους εν λόγω τομείς διατάξεις, αρκεί αυτές να μην εμποδίζουν την αναμετάδοση, αυτή καθεαυτή, στην επικράτειά του των τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλο κράτος μέλος και να μην καθιερώνουν προηγούμενο έλεγχο των εν λόγω τηλεοπτικών εκπομπών.

 Επί της ερμηνείας του άρθρου 22α της οδηγίας

38      Ως προς το ερώτημα που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο και ειδικότερα ως προς το ζήτημα αν ο λόγος απαγορεύσεως, αντλούμενος από την υπονόμευση της αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών, πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνεται στην έννοια της «παρότρυνση[ς] σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας» υπό την έννοια της οδηγίας και, κατά συνέπεια, αποτελεί μέρος των τομέων που συντονίζει η οδηγία, πρέπει να παρατηρηθεί καταρχάς ότι η οδηγία δεν περιέχει ορισμό των όρων που χρησιμοποιούνται στο άρθρο της 22α.

39      Επιπλέον, όπως παρατήρησε και ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 63 των προτάσεων του, από τις προπαρασκευαστικές εργασίες τις σχετικές με την κατάρτιση των οδηγιών 89/552 και 97/36 δεν προκύπτει κανένα στοιχείο ως προς την έννοια και το περιεχόμενο της φράσεως «παρότρυνση σε μίσος», επιβεβαιώνεται δε η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης να περιληφθεί, στο άρθρο 22α της οδηγίας, λόγος απαγορεύσεως στηριζόμενος σε εκτιμήσεις δημοσίας τάξεως, άλλος από εκείνον που αφορά ειδικά την προστασία ανηλίκων.

40      Κατά συνέπεια, ο προσδιορισμός του περιεχομένου του άρθρου 22α της οδηγίας πρέπει να γίνεται σύμφωνα με το νόημα που συνήθως έχουν στην καθομιλουμένη οι όροι που χρησιμοποιούνται στο άρθρο αυτό, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη το πλαίσιο εντός του οποίου χρησιμοποιούνται και τους επιδιωκόμενους με την οδηγία σκοπούς (βλ. απόφαση της 10ης Μαρτίου 2005, C‑336/03, easyCar, Συλλογή 2005, σ. I‑1947, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

41      Όσον αφορά τις λέξεις «παρότρυνση» και «μίσος», πρέπει να παρατηρηθεί ότι αφορούν, αφενός, μία πράξη η οποία αποσκοπεί να ενθαρρύνει συγκεκριμένη συμπεριφορά και, αφετέρου, ένα αίσθημα εχθρότητας ή απόρριψης κατά μιας ομάδας προσώπων.

42      Επομένως, η οδηγία, χρησιμοποιώντας τη φράση «παρότρυνση σε μίσος», έχει ως σκοπό να εμποδίσει οποιαδήποτε ιδεολογία που δεν σέβεται τις ανθρώπινες αξίες, ιδίως τις πρωτοβουλίες που εξυμνούν τη βία μέσω τρομοκρατικών πράξεων κατά συγκεκριμένης ομάδας προσώπων.

43      Όσον αφορά την έννοια της «αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών» που υπονομεύεται, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 25 της παρούσας αποφάσεως, η Mesopotamia Broadcast και ο Roj TV συμβάλλουν, κατά το αιτούν δικαστήριο, στην υποδαύλιση των βίαιων συγκρούσεων στην Τουρκία μεταξύ αυτών που ανήκουν στην τουρκική εθνότητα και εκείνων που ανήκουν στην κουρδική εθνότητα και στην όξυνση των εντάσεων μεταξύ των Τούρκων και των Κούρδων που ζουν στη Γερμανία, και υπονομεύουν, επομένως, την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών.

44      Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι αυτή η συμπεριφορά καλύπτεται από την έννοια της φράσεως «παρότρυνση σε μίσος».

45      Επομένως, όπως και ο γενικός εισαγγελέας τόνισε στα σημεία 88 και 89 των προτάσεών του, η τήρηση του κανόνα δημοσίας τάξεως που διατυπώνεται στο άρθρο 22α της οδηγίας πρέπει να εξακριβώνεται από τις αρχές του κράτους μέλους στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται ο οικείος ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός, ανεξαρτήτως της παρουσίας στο έδαφος του εν λόγω κράτους των ενδιαφερομένων εθνοτικών ή πολιτιστικών κοινοτήτων. Πράγματι, η εφαρμογή της απαγορεύσεως που διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο δεν εξαρτάται από τις δυνητικές επιπτώσεις της υπό κρίση εκπομπής στο κράτος μέλος προελεύσεως ή σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος, αλλά μόνον από τη συνδρομή των δύο στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, ήτοι της παρότρυνσης σε μίσος και των λόγων φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας.

46      Επομένως, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το άρθρο 22α της οδηγίας έχει την έννοια ότι τα πραγματικά περιστατικά, όπως είναι τα επίδικα στο πλαίσιο των διαφορών των κύριων δικών, τα οποία εμπίπτουν σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία απαγορεύει την υπονόμευση της αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών, πρέπει να θεωρούνται ότι εμπίπτουν στην έννοια της φράσεως «παρότρυνση σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας», που έχει περιληφθεί στο εν λόγω άρθρο.

 Επί της επίδικης στο πλαίσιο των κύριων δικών αποφάσεως λαμβανομένης υπόψη της αποφάσεως De Agostini και TV-Shop

47      Για να μπορέσει το αιτούν δικαστήριο να επιλύσει την ενώπιόν του διαφορά υπό το φως της ερμηνείας του άρθρου 22α της οδηγίας που συνήχθη ανωτέρω, πρέπει να λάβει υπόψη του την προπαρατεθείσα απόφαση De Agostini και TV-Shop, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των διατάξεων της οδηγίας αυτής περί της τηλεοπτικής διαφημίσεως και της χορηγίας και των εθνικών κανόνων εκτός εκείνων που αφορούν ειδικώς τη μετάδοση και τη διανομή των προγραμμάτων.

48      Πράγματι, το Δικαστήριο, με τις σκέψεις 33 και 34 της εν λόγω αποφάσεως, έχει τονίσει ότι μολονότι η οδηγία προβλέπει ότι τα κράτη μέλη εγγυώνται την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στην επικράτειά τους τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη για λόγους που αφορούν την τηλεοπτική διαφήμιση και τη χορηγία, ωστόσο δεν έχει ως αποτέλεσμα να αποκλείεται πλήρως και αυτομάτως η εφαρμογή τέτοιων διατάξεων. Επομένως, η οδηγία, κατ’ αρχήν, δεν απαγορεύει την εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία, γενικώς, αποσκοπεί στην προστασία των καταναλωτών, χωρίς εντούτοις να καθιερώνει δεύτερο έλεγχο των τηλεοπτικών εκπομπών, επιπροσθέτως του ελέγχου στον οποίο είναι υποχρεωμένο να προβαίνει το κράτος μέλος από το οποίο εκπέμπεται το τηλεοπτικό πρόγραμμα.

49      Το Δικαστήριο, στη σκέψη 38 της ίδιας αποφάσεως, διευκρίνισε επίσης ότι η οδηγία δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, κατ’ εφαρμογή γενικής ρυθμίσεως περί προστασίας των καταναλωτών από την παραπλανητική διαφήμιση, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος, εφόσον τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση, αυτή καθεαυτή, στην επικράτειά του τηλεοπτικών εκπομπών προερχομένων από αυτό το άλλο κράτος μέλος.

50      Η συλλογιστική αυτή εφαρμόζεται επίσης σε διατάξεις κράτους μέλους που δεν αφορούν ειδικώς τη μετάδοση και τη διανομή προγραμμάτων, και οι οποίες, γενικώς, επιδιώκουν σκοπό δημοσίας τάξεως, χωρίς πάντως να εμποδίζουν την αναμετάδοση αυτή καθεαυτή στην επικράτειά του τηλεοπτικών εκπομπών προερχομένων από άλλο κράτος μέλος.

51      Συναφώς, από τη δικογραφία που διαβιβάστηκε στο Δικαστήριο από το αιτούν δικαστήριο, καθώς και από τις επεξηγήσεις που έδωσε η Γερμανική Κυβέρνηση κατά την προφορική συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι ο Vereinsgesetz δεν αφορά ειδικώς τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς ούτε τη μετάδοση ή τη διανομή τηλεοπτικών προγραμμάτων αυτών καθεαυτά, αλλά αφορά γενικώς τις δραστηριότητες των σωματείων. Επιπλέον, το διατακτικό της αποφάσεως του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εσωτερικών, της 13ης Ιουνίου 2008, το οποίο βασίζεται στον νόμο αυτό σε συνδυασμό με τον Θεμελιώδη Νόμο, αποτελείται από ένδεκα σημεία. Ειδικότερα, από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι η διαχείριση του τηλεοπτικού σταθμού Roj TV από τη Mesopotamia Broadcast υπονομεύει την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών, ότι η Mesopotamia Broadcast δεν μπορεί πλέον να ενεργεί εντός του κατά τόπον πεδίου εφαρμογής του Vereinsgesetz μέσω του σταθμού Roj TV, ότι η δραστηριότητα του τελευταίου υπονόμευσε την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών, ότι ο τηλεοπτικός σταθμός Roj TV δεν μπορεί πλέον να ενεργεί εντός του κατά τόπον πεδίου εφαρμογής του Vereinsgesetz και ότι η λειτουργία του εν λόγω σταθμού απαγορευόταν στο κατά τόπο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω νόμου.

52      Με τις γραπτές παρατηρήσεις της, καθώς και κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου αγόρευσή της η Γερμανική Κυβέρνηση διευκρίνισε, μεταξύ άλλων, ότι, μολονότι με την απόφαση του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εσωτερικών, της 13ης Ιουνίου 2008, όλες οι δραστηριότητες του επίμαχου στο πλαίσιο των κύριων δικών ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού απαγορεύθηκαν στη Γερμανία, εντούτοις το εν λόγω κράτος μέλος δεν ήταν σε θέση να αποτρέψει τις ενδεχόμενες συνέπειες στη Γερμανία των πραγματοποιηθεισών στο εξωτερικό τηλεοπτικών εκπομπών. Έτσι, η λήψη και η ιδιωτική χρήση του προγράμματος του Roj TV δεν απαγορεύονταν και παρέμεναν δυνατές στην πράξη. Ειδικότερα, το εν λόγω κράτος μέλος επισήμανε ότι καίτοι δεν εμποδίζει τις επί του εδάφους του αναμεταδόσεις από τη Δανία των τηλεοπτικών εκπομπών του εν λόγω οργανισμού, εντούτοις οποιανδήποτε δραστηριότητα του Roy TV ή προς όφελος του τελευταίου, ασκούμενη επί του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, είναι παράνομη λόγω της απαγορεύσεως που επιβλήθηκε με την απόφαση του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εσωτερικών, της 13ης Ιουνίου 2008. Επομένως, η παραγωγή εκπομπών καθώς και η οργάνωση εκδηλώσεων που συνίστανται σε προβολές εκπομπών του Roj TV σε δημόσιο χώρο, ιδίως σε ένα στάδιο, όπως και δραστηριότητες υποστηρίξεως επί του γερμανικού εδάφους, απαγορεύονται στη Γερμανία,.

53      Μέτρα όπως αυτά που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη δεν αποτελούν, κατ’ αρχήν, εμπόδιο για την αναμετάδοση, αυτή καθεαυτή, αλλά απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να προσδιορίσει τα συγκεκριμένα αποτελέσματα που απορρέουν από την επίδικη στο πλαίσιο των κύριων δικών απόφαση απαγορεύσεως όσον αφορά τις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές των προσφευγουσών των κύριων δικών από άλλο κράτος μέλος, εξετάζοντας αν η εν λόγω απόφαση εμποδίζει την αναμετάδοση αυτή καθεαυτή επί του εδάφους του κράτους μέλους λήψεως των εν λόγω εκπομπών.

54      Κατόπιν όλων των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί ως απάντηση ότι το άρθρο 22α της οδηγίας έχει την έννοια ότι τα πραγματικά περιστατικά, όπως τα επίδικα στο πλαίσιο των διαφορών των κύριων δικών, τα οποία εμπίπτουν σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία απαγορεύει την υπονόμευση της αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών, πρέπει να θεωρούνται ότι εμπίπτουν στην έννοια της φράσεως «παρότρυνση σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας». Το άρθρο αυτό δεν εμποδίζει κράτος μέλος να λαμβάνει μέτρα, κατ’ εφαρμογή γενικών νομοθετικών διατάξεων, όπως ο Vereinsgesetz, κατά ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού εγκατεστημένου εντός άλλου κράτους μέλους, με την αιτιολογία ότι οι δραστηριότητες και οι σκοποί του οργανισμού αυτού υπονομεύουν την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών, πράγμα το οποίο απαγορεύεται, αρκεί τα εν λόγω μέτρα να μην εμποδίζουν, πράγμα που πρέπει να επαληθεύεται από τον εθνικό δικαστή, την αναμετάδοση αυτή καθεαυτή στο έδαφος του κράτους μέλους λήψεως των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που ο εν λόγω οργανισμός πραγματοποίησε από άλλο κράτος μέλος.

 Επί των δικαστικών εξόδων

55      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους των κύριων δικών τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 22α της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα πραγματικά περιστατικά όπως τα επίδικα στο πλαίσιο των διαφορών των κύριων δικών, τα οποία εμπίπτουν σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία απαγορεύει την υπονόμευση της αμοιβαίας κατανοήσεως μεταξύ των λαών, πρέπει να θεωρούνται ότι εμπίπτουν στην έννοια της φράσεως «παρότρυνση σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας». Το άρθρο αυτό δεν εμποδίζει κράτος μέλος να λαμβάνει μέτρα, κατ’ εφαρμογή γενικών νομοθετικών διατάξεων, όπως ο νόμος περί σωματείων (Gesetz zur Regelung des öffentlichen Vereinsrechts), της 5ης Αυγούστου 1964, όπως τροποποιήθηκε, με το άρθρο 6 του νόμου της 21ης Δεκεμβρίου 2007, κατά ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού εγκατεστημένου εντός άλλου κράτους μέλους, με την αιτιολογία ότι οι δραστηριότητες και οι σκοποί του οργανισμού αυτού υπονομεύουν την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών, πράγμα το οποίο απαγορεύεται, αρκεί τα εν λόγω μέτρα να μην εμποδίζουν, πράγμα που πρέπει να επαληθεύεται από τον εθνικό δικαστή, την αναμετάδοση αυτή καθεαυτή στο έδαφος του κράτους μέλους λήψεως των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που ο εν λόγω οργανισμός πραγματοποίησε από άλλο κράτος μέλος.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.