Language of document :

Προσφυγή της 11ης Ιανουαρίου 2010 - Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου

(Υπόθεση T-18/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Inuit Tapiriit Kanatami (Ottawa, Καναδά), Nattivak Hunters & Trappers Association (Qikiqtarjuaq, Καναδά), Pangnirtung Hunters' and Trappers' Organisation (Pangnirtung, Καναδά), Jaypootie Moesesie (Qikiqtarjuaq, Καναδά), Allen Kooneeliusie (Qikiqtarjuaq, Καναδά), Toomasie Newkingnak (Qikiqtarjuaq, Καναδά), David Kuptana (Ulukhaktok, Καναδά), Karliin Aariak (Iqaluit, Καναδά), Ευστάθιος Ανδρέας Αγαθός (Αθήνα, Ελλάδα), Canadian Seal Marketing Group (Québec, Καναδά), Ta Ma Su Seal Products (Cap-aux-Meules, Καναδά), Fur Institute of Καναδά (Ottawa, Καναδά), NuTan Furs, Inc (Catalina, Καναδά), Inuit Circumpolar Conference Greenland (ICC) (Nuuk, Καναδά), Johannes Egede (Nuuk, Καναδά), Kalaallit Nunaanni Aalisartut Piniartullu Kattuffiat (KNAPK) (Nukk, Καναδά) (εκπρόσωποι: J. Bouckaert, M. van der Woude και H. Viaene, δικηγόροι)

Καθών: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα των προσφευγόντων

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή·

να ακυρώσει τον κανονισμό 1007/2009 σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ·

να καταδικάσει τα καθών στα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων·

να καταδικάσει τα καθών στα δικαστικά τους έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα προσφυγή οι προσφεύγοντες, Inuit seal hunters and trappers, άτομα που αναπτύσσουν δραστηριότητα στον τομέα των προϊόντων φώκιας, οργανώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα της Inuit καθώς και άλλων ατόμων και εταιριών που ασχολούνται με τη μεταποίηση προϊόντων φώκιας, ζητούν την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, περί εμπορίου προϊόντων φώκιας 1, που προβλέπει περιορισμούς στην εμπορία προϊόντων φώκιας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι προσφεύγοντες προβάλλουν τρεις ισχυρισμούς προς στήριξη του αιτήματός τους.

Πρώτον, υποστηρίζουν ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο υπέπεσαν σε νομική πλάνη καθόσον χρησιμοποίησαν το άρθρο 95 ΕΚ (νυν άρθρο 114 ΣΛΕΕ) ως νομική βάση για την έκδοση του προσβαλλομένου κανονισμού. Συναφώς οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 95 ΕΚ πρέπει να έχουν βασικά ως αντικείμενο τη βελτίωση των όρων ιδρύσεως και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και ότι απλώς και μόνον το γεγονός ότι επηρεάζουν την ίδρυσή της δεν αρκεί για να έχει εφαρμογή το άρθρο 95 ΕΚ. Κατά την άποψη των προσφευγόντων, ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση που απαιτεί η νομολογία των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων, αλλά αντιθέτως, στην πραγματικότητα θα εξαφανίσει οποιαδήποτε δυνατότητα εσωτερικής αγοράς προϊόντων φώκιας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.

Δεύτερον, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι τα καθών υπέπεσαν σε νομική πλάνη καθόσον παραβίασαν τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που κατοχυρώνει το άρθρο 5 ΣΕΕ και αναπτύσσει περαιτέρω το Πρωτόκολλο για την εφαρμογή των αρχών αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Υποστηρίζουν ότι τα καθών δεν απέδειξαν για ποιον λόγο απαιτείται παρέμβαση στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι μόνο δύο κράτη μέλη έχουν απαγορεύσει τα προϊόντα φώκιας. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η δράση στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σέβεται την αρχή της επικουρικότητας, θα ήταν αρκετά λιγότερα περιοριστικά μέτρα για να επιτευχθούν οι ρητοί στόχοι του κανονισμού. Οι προσφεύγοντες βάλλουν κατά της επιλογής της σχεδόν γενικής απαγόρευσης των προϊόντων φώκιας και όχι λιγότερο περιοριστικών λύσεων όπως είναι η υποχρέωση αναγραφής.

Τρίτον, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός περιορίζει αδικαιολόγητα τις δυνατότητες βιοπορισμού των προσφευγόντων περιορίζοντας τις οικονομικές δραστηριότητες τους στις παραδοσιακές μεθόδους θήρας και βιοπορισμού. Υποστηρίζουν ότι, παρά το ότι επηρεάζεται κατ' αυτόν τον τρόπο άμεσα η καθημερινή ζωή τους, ουδέποτε είχαν την ευκαιρία να διατυπώσουν την άποψή τους στο Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο. Επιπλέον, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι τα καθών δεν στάθμισαν τα συμφέροντα της κοινότητας Inuit να επιβιώσουν στην Αρκτική, σε σύγκριση με τις ηθικές αντιλήψεις ορισμένων πολιτών της Ένωσης και κατά τούτο παρέβησαν το άρθρο 1, του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ) και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 9 και 10 της ΕΣΔΑ και όπως διευκρινίζονται στη νομολογία του Δικαστηρίου και προσέβαλαν το θεμελιώδες δικαίωμα τους να διατυπώσουν την άποψή τους.

____________

1 - ΕΕ 2009 L 286, σ. 36.