Language of document :

Προσφυγή της 16ης Φεβρουαρίου 2007 - ENI κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-39/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ENI SpA (Ρώμη, Ιταλία) (εκπρόσωποι: M. Roberti και I. Perego, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο μέτρο που της καταλογίζει την ευθύνη για τις ενέργειες για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις·

να ακυρώσει ή να μειώσει το πρόστιμο που της επιβλήθηκε με το άρθρο 2 της εν λόγω αποφάσεως·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της ίδιας αποφάσεως που προσβλήθηκε και στην υπόθεση T-38/07, Shell Petroleum κ.λπ. κατά Επιτροπής.

Η ENI θεωρεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη, στο μέτρο που της καταλογίζει ευθύνη αποκλειστικά λόγω του ρόλου της ως μητρικής εταιρίας, ελέγχουσας το σύνολο του κεφαλαίου των εταιριών στις οποίες καταλογίζονται οι συνιστώσες σύμπραξη ενέργειες για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις. Συναφώς, ισχυρίζεται τα εξής:

η Επιτροπή στηρίζεται κυρίως σε ένα απόλυτο τεκμήριο ευθύνης σχετικό με το ιδιοκτησιακό καθεστώς, που δεν έχει προηγούμενο και έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές που απορρέουν από την πρακτική και από την κοινοτική νομολογία όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 81 ΕΚ στους ομίλους εταιριών. Η προσέγγιση αυτή συνιστά, επιπλέον, παραβίαση της θεμελιώδους αρχής του προσωποπαγούς χαρακτήρα της ευθύνης και των ποινών, καθώς και της αρχής της νομιμότητας, και απορρέει από τα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως των πραγματικών στοιχείων που προέβαλε η ENI προκειμένου να ανατρέψει το τεκμήριο της Επιτροπής. Συναφώς, η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε δεόντως τους ισχυρισμούς της, κατά παράβαση του άρθρου 253 ΕΚ·

-    εξάλλου, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν λαμβάνει υπόψη της την αρχή της περιορισμένης ευθύνης των κεφαλαιουχικών εταιριών στο πλαίσιο του δικαίου των εταιριών που είναι κοινό στις έννομες τάξεις των κρατών μελών, των διεθνών νομικών πρακτικών και αυτού καθαυτού του κοινοτικού δικαίου, προσέγγιση που φαίνεται ασυνεπής και με τα κριτήρια που ισχύουν για την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων του ανταγωνισμού σε περιπτώσεις διαδοχής/μεταβιβάσεως επιχειρήσεων. Και ως προς τα ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αναιτιολόγητη.

Η ENI ζητεί, ακολούθως, την ακύρωση ή, τουλάχιστον, τη σημαντική μείωση του επιβληθέντος προστίμου, δεδομένου ότι η Επιτροπή:

-    δεν αξιολόγησε την επίπτωση στην οικεία αγορά των παραβατικών συμπεριφορών που υποτίθεται ότι διαπιστώθηκαν·

-    έλαβε αδικαιολογήτως υπόψη της την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής, ανατρέχοντας μάλιστα σε παλαιότατες αποφάσεις εκδοθείσες δυνάμει του πρώην άρθρου 81 ΕΚ, οι οποίες που ουδόλως αφορούσαν την προσφεύγουσα, ούτε καν λόγω της ιδιότητάς της ως μητρικής εταιρίας·

    

-    επιπλέον, αποκλείοντας εσφαλμένα από τους αποδέκτες της προσβαλλομένης αποφάσεως τη Syndial, σε αντίθεση προς τα κριτήρια που θέτει η νομολογία, παρέβη το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003, μη λαμβάνοντας συναφώς υπόψη τον κύκλο εργασιών της εταιρίας αυτής.

____________