Language of document :

Προσφυγή της 23ης Αυγούστου 2011 - Ελληνικά Ναυπηγεία και 2. Hoern Beteilingungs Gesellschaft mit beschränkter Haftung κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-466/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: 1) Ελληνικά Ναυπηγεία AE (Σκαραμαγκά, Ελλάδα), 2) 2. Hoern Beteiligungs GmbH (Kίελο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: K. Χρυσόγονος και Α. Μιτσής, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

-     Να ακυρωθεί η απόφαση της Επιτροπής Ε(2010) 8274 τελικό, της 1ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με τη κρατική ενίσχυση αριθ. CR 16/2004 (πρώην NN 29/2004, CP 71/2002 και CP 133/2005), η οποία αποτελεί μέτρο εφαρμογής της απόφασης Ε(2008) 3118 της 2ας Ιουλίου 2008 [EE L 225/104, 27 Αυγούστου 2009] περί ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων (απόφαση ανάκτησης), όπως συμπληρώνεται, εξειδικεύεται και διευκρινίζεται από τα έγγραφα και λοιπά στοιχεία του φακέλου,

-     Να καταδικαστεί η Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα των προσφευγουσών,

-     Επικουρικά, να ερμηνευτεί, δεσμευτικά έναντι όλων και ιδίως έναντι της Επιτροπής, η απόφαση Ε(2010) 8274 τελικό, της 1.12.2010, όπως συμπληρώνεται από τα έγγραφα και λοιπά στοιχεία του φακέλου, υπό την έννοια που ειδικότερα προσδιορίζεται στην προσφυγή, κατά τρόπον ώστε να είναι συμβατή : με το άρθρο 17 της απόφασης ανάκτησης, στην οποία η προσβαλλόμενη ερείδεται· με το άρθρο 346 ΣΛΕΕ, κατ' εφαρμογή του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη· με τις αρχές της βεβαιότητας και ασφάλειας δικαίου καθώς και με τα δικαιώματα της ελευθερίας εγκατάστασης, ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, επιχειρηματικής ελευθερίας και ιδιοκτησίας, τα οποία παραβιάζονται από την τρέχουσα ερμηνεία και εφαρμογή της προσβαλλόμενης από την Επιτροπή και τις ελληνικές αρχές.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγουσες προβάλλουν τέσσερις λόγους.

Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 17 της απόφασης ανάκτησης, καθόσον η προσβαλλόμενη θίγει τις στρατιωτικές δραστηριότητες τής Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε. (στο εξής: "ΕΝΑΕ"), κατά το ότι επιβάλλει στην ΕΝΑΕ να εκποιήσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της, τα οποία δεν είναι σήμερα απολύτως αναγκαία, είναι ωστόσο εν μέρει ή σχετικώς αναγκαία ή μπορεί να καταστούν απολύτως αναγκαία στο μέλλον για τις στρατιωτικές δραστηριότητες της ΕΝΑΕ.

Με το δεύτερο λόγο ακύρωσης, οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι η προσβαλλόμενη ερμηνεύεται, κατά εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 346 ΣΛΕΕ, με την έννοια ότι στρατιωτικές δραστηριότητες της ΕΝΑΕ είναι μόνον οι τρέχουσες παραγγελίες του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και όχι κάθε μη εμπορική δραστηριότητα της ΕΝΑΕ, όπως μελλοντικές παραγγελίες του Πολεμικού Ναυτικού ή των ελληνικών ή άλλων ενόπλων δυνάμεων ή κάθε άλλη δραστηριότητα κατασκευής, προμήθειας ή επισκευής αμυντικού υλικού.

Με τον τρίτο λόγο ακύρωσης, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη, κατά παράβαση των αρχών της βεβαιότητας και ασφάλειας δικαίου, καταλείπει ουσιώδεις ασάφειες όσον αφορά στο προσωπικό, χρονικό και καθ' ύλην πεδίο εφαρμογής της, ενώ παράλληλα παρέχει ευρύτατη διακριτική ευχέρεια στα όργανα εφαρμογής της, κατά τρόπον ώστε να ερμηνεύεται με την έννοια ότι επιβάλλει υποχρεώσεις και απαγορεύσεις μη προβλεπόμενες στην απόφαση ανάκτησης ή σε μη υπόχρεα πρόσωπα ή αόριστες και ανεφάρμοστες ή καθ' υπέρβαση του ευλόγου μέτρου που θέτει η προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Περαιτέρω, οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι η προσβαλλόμενη, κατά παράβαση των αρχών της βεβαιότητας και ασφάλειας δικαίου, είναι εν μέρει μη εφαρμόσιμη, καθότι επιβάλλει μέτρα, για τα οποία συντρέχει μερική ή ολική νομική ή/και πραγματική αδυναμία εφαρμογής, ενώ και η επιβληθείσα εξάμηνη προθεσμία εφαρμογής της υπήρξε εξαρχής ανέφικτη και μη ρεαλιστική.

Με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης, οι προσφεύγουσες προβάλλουν ότι η προσβαλλόμενη επιβάλλει υποχρεώσεις και απαγορεύσεις στην ΕΝΑΕ και τους μετόχους της κατά τρόπο που προσβάλλει τα θεμελιώδη δικαιώματά τους της ελευθερίας εγκατάστασης, ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και επιχειρηματικής ελευθερίας και της ιδιοκτησίας, εν μέρει χωρίς να υφίσταται νόμιμο έρεισμα προς τούτο και, σε κάθε περίπτωση, καθ' υπέρβαση του αναγκαίου για το σκοπό της ανάκτησης μέτρου.

____________