Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 13 Ιουλίου 2018 η Changmao Biochemical Engineering Co. Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο πενταμελές τμήμα) στις 3 Μαΐου 2018 στην υπόθεση T-431/12, Distillerie Bonollo κ.λπ. κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-461/18 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Changmao Biochemical Engineering Co. Ltd (εκπρόσωποι: K. Adamantopoulos, P. Billiet, lawyers)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Distillerie Bonollo SpA, Industria Chimica Valenzana (ICV) SpA, Distillerie Mazzari SpA, Caviro Distillerie Srl, Comercial Química Sarasa, SL, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 3ης Μαΐου 2018, στην υπόθεση T-431/12, στο σύνολό της· και

να καταδικάσει τους προσφεύγοντες ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου στα δικαστικά έξοδα της παρούσας αναιρέσεως, καθώς και της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-431/12.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα προβάλλει έναν μόνο λόγο αναιρέσεως. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε προδήλως εσφαλμένα τον νόμο κρίνοντας ότι το άρθρο 11, παράγραφος 9, του κανονισμού (ΕΚ) 1225/20091 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σε συνέχεια του οποίου εξεδόθη ο κανονισμός 626/20122 (στο εξής: βασικός κανονισμός), δεν επιτρέπει στα όργανα της ΕΕ να κατασκευάζουν την κανονική αξία του υπό εξέταση προϊόντος, στο πλαίσιο του υπολογισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ, κατά τη διάρκεια μερικής ενδιάμεσης επανεξετάσεως αντιντάμπινγκ, εάν, κατά την αρχική έρευνα αντιντάμπινγκ, τα ευρωπαϊκά όργανα είχαν χρησιμοποιήσει τις πραγματικές εγχώριες πωλήσεις για τον σκοπό αυτό.

Η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται, πρώτον, ότι η κατασκευή κανονικής αξίας δεν συνιστά διαφορετική μέθοδο από τον καθορισμό της κανονικής αξίας με αναφορά στις πραγματικές εγχώριες πωλήσεις, καθώς αμφότερες οι μέθοδοι στοχεύουν στον καλύτερο προσδιορισμό της κανονικής αξίας, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών χαρακτηριστικών εκάστης υποθέσεως καθώς και της εξέλιξης των δεδομένων τιμής/κόστους προϊόντος του χρόνου. Πράγματι, τα άρθρα 2, παράγραφος 1, και 2, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού προβλέπουν αρκετές περιστάσεις που δικαιολογούν τη χρήση κατασκευασμένης κανονικής τιμής αντί της χρήσεως πραγματικών εγχώριων πωλήσεων για τους σκοπούς υπολογισμού περιθωρίου ντάμπινγκ, για κάθε υπόθεση χωριστά. Ο περιορισμός της διακριτικής ευχέρειας των οργάνων της ΕΕ να κατασκευάσουν κανονική τιμή σε μερική ενδιάμεση επανεξέταση, στην περίπτωση που για τον ίδιο σκοπό είχαν χρησιμοποιήσει πραγματικές εγχώριες πωλήσεις σε προγενέστερες έρευνες, στερεί από τα όργανα της ΕΕ τη δυνατότητα να προσφύγουν σε διάφορες εναλλακτικές που διατυπώνονται στο άρθρο 2 του βασικού κανονισμού. Με δεδομένη τη σημαντική διαφορά κόστους μεταξύ του φυσικά και του συνθετικά παραγόμενου τρυγικού οξέος, η κατασκευή ανάλογης κανονικής τιμής στην Αργεντινή με τον κανονισμό 626/2012 ήταν απόρροια του γεγονότος ότι ο Αργεντινός ανάλογος παραγωγός παρασκεύαζε το τρυγικό οξύ με τη μέθοδο της φυσικής διεργασίας, η οποία είναι αισθητά ακριβότερη από τη συνθετική μέθοδο που χρησιμοποιεί η αναιρεσείουσα.

Δεύτερον, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι, κατά την αρχική έρευνα αντιντάμπινγκ, διαπιστώθηκε η ύπαρξη δύο κατηγοριών εξαγωγέων: των εξαγωγέων που συνεργάστηκαν στην έρευνα, όπως η αναιρεσείουσα, στους οποίους αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς (στο εξής: ΚΟΑ), δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 7, στοιχείο β΄, του βασικού κανονισμού, και των παραγωγών που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, στους οποίους δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ, ως προς τους οποίους τα όργανα της ΕΕ εφάρμοσαν τη μέθοδο των «καλύτερων διαθέσιμων πληροφοριών» σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Κατά τη διάρκεια της μερικής ενδιάμεσης επανεξετάσεως, η οποία οδήγησε στη θέσπιση του κανονισμού 626/2012, στους παραγωγούς που συνεργάστηκαν στην έρευνα, όπως η αναιρεσείουσα, δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ από τα όργανα της ΕΕ και η κανονική τιμή τους καθορίστηκε βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 7, στοιχείο α΄, του βασικού κανονισμού με αναφορά την Αργεντινή, ως ανάλογη χώρα επιλεγείσα από την Επιτροπή. Η ανωτέρω κατηγορία εξαγωγέων δεν υπήρχε κατά την αρχική έρευνα. Επομένως, ακόμη και εάν δινόταν η ερμηνεία ότι το άρθρο 11, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού εμποδίζει τη χρήση κατασκευασμένων κανονικών τιμών από τα όργανα της ΕΕ σε ενδιάμεση μερική επανεξέταση, αντί των πραγματικών εγχώριων πωλήσεων, γεγονός που δεν ισχύει, και πάλι δεν θα αποτελούσε εμπόδιο στη χρήση κατασκευασμένων κανονικών τιμών από τα όργανα της ΕΕ όσον αφορά μία νέα κατηγορία εξαγωγέων, εμφανώς συνεργαζόμενων αλλά χωρίς αναγνώριση ΚΟΑ, η οποία ανέκυψε για πρώτη φορά κατά την ενδιάμεση μερική επανεξέταση.

Τέλος, ορισμένες από τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν συνάδουν με την πάγια νομολογία της ΕΕ και του ΠΟΕ για τον καθορισμό κανονικής τιμής καθώς και για τη διασφάλιση της δίκαιης συγκρίσεως τιμών και του σεβασμού του δικαιώματος άμυνας των εξαγωγέων.

____________

1 ΕΕ 2009, L 343, σ. 51.

2 Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 626/2012 του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2012, για τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 349/2012 σχετικά με την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τρυγικού οξέος, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2012, L 182, σ. 1).