Language of document : ECLI:EU:C:2009:89

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

VERICE TRSTENJAK

της 12ης Φεβρουαρίου 2009 (1)

Υπόθεση C‑5/08

Infopaq International A/S

κατά

Danske Dagblades Forening

[αίτηση του Højesteret (Δανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Οδηγία 2001/29 – Άρθρα 2 και 5 – Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας – Δικαίωμα αναπαραγωγής – Εξαιρέσεις και περιορισμοί – Προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής – Παρακολούθηση και ανάλυση του τύπου – Αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων αποτελούμενα από ένδεκα λέξεις»






Πίνακας περιεχομένων


I –   Εισαγωγή

II – Νομικό πλαίσιο

III – Τα πραγματικά περιστατικά, η κύρια δίκη και τα προδικαστικά ερωτήματα

IV – Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

V –   Επιχειρήματα των διαδίκων

Α –   Πρώτο προδικαστικό ερώτημα

Β –   Δεύτερο έως δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα

Γ –   Δέκατο τρίτο προδικαστικό ερώτημα

VI – Εκτίμηση της γενικής εισαγγελέα

Α –   Εισαγωγή

Β –   Ουσιώδη χαρακτηριστικά της μεθόδου καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq

Γ –   Ερμηνεία του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29 (πρώτο προδικαστικό ερώτημα)

Δ –   Ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 (δεύτερο έως δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα)

1.     Περιεχόμενο και σκοπός του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29

2.     Προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 5, παράγραφος 1: προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής

3.     Εξέταση των τεσσάρων προϋποθέσεων του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29

α)     Πρώτη προϋπόθεση: μεταβατικές πράξεις (δεύτερο έως και πέμπτο ερώτημα)

β)     Δεύτερη προϋπόθεση: αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου (έκτο, έβδομο και όγδοο ερώτημα)

γ)     Τρίτη προϋπόθεση: πράξεις που έχουν ως σκοπό να επιτρέψουν τη νόμιμη χρήση (ένατο και δέκατο ερώτημα)

i)     Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως του έργου (ένατο ερώτημα)

ii)   Νόμιμη χρήση στην κρινόμενη υπόθεση (δέκατο ερώτημα)

–       Αναδιατύπωση του δέκατου ερωτήματος

–       Ανάλυση του δέκατου ερωτήματος και απάντηση σε αυτό

δ)     Τέταρτη προϋπόθεση: δραστηριότητες που δεν έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία (ενδέκατο και δωδέκατο ερώτημα)

4.     Συμπέρασμα όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29

Ε –   Ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 (δέκατο τρίτο ερώτημα)

1.     Πληροί η εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29;

2.     Πληρούν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29;

3.     Συμπέρασμα όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29

ΣΤ – Συμπέρασμα

VII – Πρόταση

I –    Εισαγωγή

1.         Η παρούσα υπόθεση εγείρει το ευαίσθητο ζήτημα της ισορροπίας μεταξύ της προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού και της τεχνολογικής εξελίξεως στην κοινωνία της πληροφορίας. Η προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού δεν θα πρέπει, αφενός, να παρεμποδίζει την ομαλή λειτουργία και την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών· αφετέρου όμως, θα πρέπει να εγγυάται και την κατάλληλη προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού στην κοινωνία της πληροφορίας. Πράγματι, η τεχνολογική εξέλιξη επιτρέπει την ταχύτερη και απλούστερη αναπαραγωγή των έργων, και συνεπώς η προστασία του δικαιώματος του δημιουργού πρέπει να προσαρμόζεται σε αυτή την τεχνολογική ανάπτυξη.

2.        Τα προδικαστικά ερωτήματα που υποβάλλονται στην κρινόμενη υπόθεση αφορούν, κατ’ αρχάς, το αν η αποθήκευση και η εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, τα οποία αποτελούνται από τον αναζητούμενο όρο και τις πέντε προηγούμενες και πέντε επόμενες λέξεις, με την ίδια σειρά όπως εμφανίζονται στο άρθρο της εφημερίδας, αποτελεί αναπαραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (2) (στο εξής: οδηγία 2001/29). Τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν επίσης το αν η διαδικασία καταρτίσεως των αποσπασμάτων αυτών, η οποία έγκειται στη σάρωση των άρθρων εφημερίδων μέσω της οποίας δημιουργείται ένα αρχείο εικόνας και στη μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου, καθώς και στην αποθήκευση του αποσπάσματος των ένδεκα λέξεων, επιτρέπει να θεωρηθεί ότι πρόκειται για πράξεις αναπαραγωγής που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Το αιτούν δικαστήριο ζητεί, τέλος, να πληροφορηθεί αν οι επίδικες στην παρούσα υπόθεση πράξεις αναπαραγωγής πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

3.        Τα ερωτήματα αυτά τίθενται στο πλαίσιο δίκης μεταξύ της εταιρίας Infopaq International A/S (στο εξής: Infopaq) και του επαγγελματικού σωματείου των δανικών ημερήσιων εφημερίδων, στο πλαίσιο της οποίας η Infopaq ζητεί από το αιτούν δικαστήριο να κρίνει ότι, για να καταρτίσει αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων αποτελούμενα από τον αναζητούμενο όρο και τις πέντε προηγούμενες και πέντε επόμενες λέξεις, δεν χρειάζεται την έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων δημιουργού επί των άρθρων των εφημερίδων.

II – Νομικό πλαίσιο

4.        Η τέταρτη, πέμπτη, ένατη, δέκατη, ενδέκατη, εικοστή πρώτη, εικοστή δεύτερη, τριακοστή πρώτη και τριακοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29 ορίζουν τα εξής:

«(4)      Η εναρμόνιση του νομικού πλαισίου περί δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων, αυξάνοντας την ασφάλεια του δικαίου και διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, θα ενθαρρύνει τη διενέργεια σημαντικών επενδύσεων στη δημιουργικότητα και την καινοτομία […].

(5)      Χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις οι φορείς δημιουργίας, παραγωγής και εκμετάλλευσης των έργων έχουν πολλαπλασιαστεί και διαφοροποιηθεί αν και δεν χρειάζονται νέες έννοιες για την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας, οι ισχύοντες κανόνες σχετικά με το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα θα πρέπει να προσαρμοστούν και να συμπληρωθούν ώστε να ανταποκρίνονται δεόντως στην οικονομική πραγματικότητα, όπως η εμφάνιση νέων μορφών εκμετάλλευσης.

[…]

(9)      Κάθε εναρμόνιση του δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων πρέπει να βασίζεται σε υψηλό επίπεδο προστασίας, διότι τα εν λόγω δικαιώματα είναι ουσιώδη για την πνευματική δημιουργία η προστασία τους συμβάλλει στη διατήρηση και ανάπτυξη της δημιουργικότητας προς όφελος των δημιουργών, των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, των παραγωγών, των καταναλωτών, του πολιτισμού, της βιομηχανίας και του κοινού γενικότερα ως εκ τούτου, η πνευματική ιδιοκτησία έχει αναγνωρισθεί ως αναπόσπαστο μέρος της ιδιοκτησίας.

(10)      Για να συνεχίσουν τη δημιουργική και καλλιτεχνική τους εργασία, οι δημιουργοί ή οι ερμηνευτές και εκτελεστές καλλιτέχνες πρέπει να λαμβάνουν εύλογη αμοιβή για τη χρήση των έργων τους, όπως και οι παραγωγοί για να μπορούν να χρηματοδοτούν αυτές τις δημιουργίες [...] χρειάζεται κατάλληλη έννομη προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η εύλογη αμοιβή και η ικανοποιητική απόδοση των σχετικών επενδύσεων.

(11)      Ένα αποτελεσματικό και αυστηρό σύστημα προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων αποτελεί βασικό μηχανισμό ώστε η ευρωπαϊκή πολιτιστική δημιουργικότητα και παραγωγή να εξασφαλίσουν τους αναγκαίους πόρους και να διασφαλιστεί η αυτονομία και η αξιοπρέπεια των δημιουργών και των ερμηνευτών.

[…]

(21) Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ορίζει την εμβέλεια των πράξεων που καλύπτονται από το δικαίωμα αναπαραγωγής όσον αφορά τους διαφόρους δικαιούχους αυτό θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο χάριν ασφαλείας δικαίου στην εσωτερική αγορά πρέπει να δοθεί ευρύς ορισμός των πράξεων αυτών.

(22)      Ο στόχος μιας πραγματικής υποστήριξης στη διάδοση του πολιτισμού δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την αυστηρή προστασία των δικαιωμάτων και χωρίς την καταπολέμηση των παράνομων μορφών κυκλοφορίας έργων, παραποιημένων ή πειρατικών.

[…]

(31)      Πρέπει να διατηρηθεί μια ισορροπία περί τα δικαιώματα και τα συμφέροντα μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών δικαιούχων, καθώς και μεταξύ αυτών και των χρηστών προστατευομένων αντικειμένων οι ισχύουσες στα κράτη μέλη εξαιρέσεις και περιορισμοί στα δικαιώματα πρέπει να επανεξεταστούν υπό το πρίσμα του νέου ηλεκτρονικού περιβάλλοντος οι υφιστάμενες διαφορές ως προς τις εξαιρέσεις και τους περιορισμούς ορισμένων πράξεων που υπόκεινται σε άδεια του δικαιούχου θίγουν άμεσα τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα του δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων οι εν λόγω διαφορές είναι πολύ πιθανό να επιδεινωθούν με την ανάπτυξη της εκμετάλλευσης των έργων πέρα από τα σύνορα και των διασυνοριακών δραστηριοτήτων για να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, οι εν λόγω εξαιρέσεις και περιορισμοί θα πρέπει να εναρμονισθούν περισσότερο ο βαθμός της εναρμόνισής τους θα πρέπει να εξαρτηθεί από τις επιπτώσεις τους στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

[…]

(33)      Πρέπει να εξαιρεθούν από το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής ορισμένες προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής οι οποίες είναι μεταβατικές ή βοηθητικές, αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου και επιδιώκουν αποκλειστικώς είτε την αποτελεσματική μετάδοση μεταξύ τρίτων εντός δικτύου μέσω διαμεσολαβητή είτε τη νόμιμη χρήση ενός έργου ή άλλου αντικειμένου οι σχετικές πράξεις αναπαραγωγής δεν θα πρέπει να έχουν, αυτές καθαυτές, ίδια οικονομική αξία όταν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, η εν λόγω εξαίρεση θα πρέπει να καλύπτει τις πράξεις που καθιστούν δυνατή την αναζήτηση (browsing) καθώς και την αποθήκευση σε κρυφή μνήμη (caching), συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καθιστούν δυνατή την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων μετάδοσης, εφόσον ο διαμεσολαβητής δεν τροποποιεί τις πληροφορίες και δεν παρεμποδίζει τη νόμιμη χρήση της τεχνολογίας, η οποία αναγνωρίζεται ευρέως και χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία, προκειμένου να αποκτήσει δεδομένα σχετικά με τη χρησιμοποίηση των πληροφοριών η χρήση θεωρείται νόμιμη εφόσον επιτρέπεται από τον δικαιούχο ή δεν περιορίζεται από το νόμο».

5.        Το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29, με τίτλο «Δικαίωμα αναπαραγωγής», ορίζει:

«Τα κράτη μέλη παρέχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν, την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει:

α) στους δημιουργούς, όσον αφορά τα έργα τους,

[…]»

6.        Κατά το άρθρο 5 της οδηγίας 2001/29, με τίτλο «Εξαιρέσεις και περιορισμοί

«1. Οι αναφερόμενες στο άρθρο 2 προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής, οι οποίες είναι μεταβατικές ή παρεπόμενες και οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου, έχουν δε ως αποκλειστικό σκοπό να επιτρέψουν:

α) την εντός δικτύου μετάδοση μεταξύ τρίτων μέσω διαμεσολαβητή, ή

β) τη νόμιμη χρήση

ενός έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και οι οποίες δεν έχουν καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία, εξαιρούνται από το δικαίωμα αναπαραγωγής (3) που προβλέπεται στο άρθρο 2.

[…]

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν εξαιρέσεις ή περιορισμούς στα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

[…]

γ)      αναπαραγωγή δια του τύπου, παρουσίαση στο κοινό ή διάθεση δημοσιευμένων άρθρων για οικονομικά, πολιτικά ή θρησκευτικά θέματα επικαιρότητας ή ραδιοτηλεοπτικώς μεταδιδομένων έργων ή άλλων αντικειμένων του ιδίου τύπου, όταν η χρήση αυτή δεν απαγορεύεται ρητά και εφόσον αναφέρεται η πηγή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του δημιουργού, ή χρήση έργων ή άλλων αντικειμένων κατά την παρουσίαση της επικαιρότητας, στο βαθμό που δικαιολογείται από τον ενημερωτικό σκοπό και εφόσον αναφέρεται η πηγή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του δημιουργού, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι αυτό είναι αδύνατο,

δ)      παράθεση αποσπασμάτων με σκοπό την άσκηση κριτικής ή βιβλιοπαρουσίασης, υπό τον όρο ότι αφορούν έργο ή άλλα αντικείμενα τα οποία έχουν ήδη καταστεί νομίμως προσιτά στο κοινό, ότι αναφέρεται η πηγή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του δημιουργού, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι αυτό είναι αδύνατο και ότι η παράθεση αυτή είναι σύμφωνη με τα χρηστά ήθη και η έκτασή της δικαιολογείται ως εκ του σκοπού της,

[…]

ιε)      χρήση σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις ήσσονος σημασίας ήδη εξαιρούμενες ή περιοριζόμενες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, εφόσον αφορούν χρήσεις αποκλειστικά αναλογικές και δεν θίγουν την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων και υπηρεσιών στην Κοινότητα, με την επιφύλαξη των λoιπών εξαιρέσεων και περιορισμών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

[…]

5. Οι εξαιρέσεις και οι περιορισμοί που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4, εφαρμόζονται μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου».

7.        Το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29 μεταφέρθηκε στο δανικό δίκαιο με το άρθρο 2 του ophavsretslov (νόμου περί των δικαιωμάτων του δημιουργού) (4) το οποίο ορίζει:

«1. Επιφυλασσομένων των περιορισμών που προβλέπει ο παρών νόμος, το δικαίωμα του δημιουργού συνεπάγεται το αποκλειστικό δικαίωμα διαθέσεως του έργου μέσω αναπαραγωγής του ή παροχής δυνατότητας προσβάσεως του κοινού σ’ αυτό στην αρχική ή σε τροποποιημένη μορφή, σε μετάφραση, μετατροπή σε άλλο είδος λογοτεχνίας ή τέχνης ή σε άλλη τεχνική.

2. Ως αναπαραγωγή θεωρείται κάθε άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη, ολική ή μερική αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή. Ως αναπαραγωγή θεωρείται επίσης η καταγραφή του έργου σε διάταξη αναπαραγωγής.

[…]»

8.        Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 μεταφέρθηκε στο δανικό δίκαιο με το άρθρο 11a, παράγραφος 1, του δανικού νόμου περί των δικαιωμάτων του δημιουργού το οποίο ορίζει:

«Επιτρέπεται η προσωρινή αναπαραγωγή η οποία:

(i) είναι μεταβατική ή παρεπόμενη,

(ii) αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου,

(iii) έχει ως αποκλειστικό σκοπό να επιτρέψει την εντός δικτύου μετάδοση μεταξύ τρίτων μέσω διαμεσολαβητή ή τη νόμιμη χρήση έργου, και

(iv) δεν έχει καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία.»

III – Τα πραγματικά περιστατικά, η κύρια δίκη και τα προδικαστικά ερωτήματα

9.        Η εταιρία Infopaq ασκεί δραστηριότητα παρακολουθήσεως και αναλύσεως του γραπτού Τύπου. Η παρακολούθηση του γραπτού Τύπου συνίσταται στην κατάρτιση περιλήψεων (5) επιλεγμένων άρθρων του δανικού ημερήσιου Τύπου και διαφόρων περιοδικών. Τα άρθρα επιλέγονται βάσει θεματικών κριτηρίων που επιλέγουν οι πελάτες της εταιρίας, ενώ οι περιλήψεις αποστέλλονται στη συνέχεια στους πελάτες με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Εφόσον ζητηθεί, η Infopaq αποστέλλει επίσης στους πελάτες της αποκόμματα από άρθρα εφημερίδων.

10.      Τα άρθρα επιλέγονται μέσω μιας διαδικασίας η οποία αποκαλείται «συλλογή δεδομένων» και διεξάγεται σε πέντε φάσεις.

11.      Σε πρώτη φάση, το προσωπικό της εταιρίας Infopaq καταχωρεί με το χέρι σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων τις βασικές πληροφορίες για κάθε δημοσίευμα.

12.      Σε δεύτερη φάση, το προσωπικό της εταιρίας προβαίνει στη σάρωση των δημοσιευμάτων. Πριν τη σάρωση, αποκόπτεται η ράχη του εντύπου, έτσι ώστε να αποτελείται πλέον από ασύνδετα φύλλα. Στη συνέχεια, σαρώνεται το απόσπασμα που έχει επιλεγεί. Βάσει της σαρώσεως δημιουργείται αρχείο εικόνας (6) για κάθε σελίδα του δημοσιεύματος. Το αρχείο εικόνας μεταφέρεται, τέλος, σε εξυπηρετητή (server) οπτικής αναγνωρίσεως χαρακτήρων (7).

13.      Σε τρίτη φάση, ο εξυπηρετητής οπτικής αναγνωρίσεως χαρακτήρων μετατρέπει το αρχείο εικόνας σε αρχείο κειμένου. Πιο συγκεκριμένα, η εικόνα κάθε ψηφίου μετατρέπεται στον αποκαλούμενο κωδικό ASCII (8), ο οποίος επιτρέπει στον υπολογιστή να αναγνωρίζει κάθε μεμονωμένο ψηφίο. Έτσι, για παράδειγμα, η εικόνα των ψηφίων TDC μετατρέπεται σε αντικείμενο το οποίο ο υπολογιστής μπορεί να αναγνωρίσει ως ψηφία TDC. Η εικόνα μιας λέξεως μετατρέπεται συνεπώς σε κείμενο το οποίο αποθηκεύεται ως αρχείο κειμένου και μπορεί να αναγνωριστεί από οποιοδήποτε πρόγραμμα επεξεργασίας κειμένου. Η διαδικασία για την οποία χρησιμοποιείται ο εξυπηρετητής οπτικής αναγνωρίσεως χαρακτήρων ολοκληρώνεται με τη διαγραφή του αρχείου εικόνας.

14.      Σε τέταρτη φάση, το αρχείο κειμένου αναλύεται προκειμένου να ανευρεθούν οι προκαθορισμένοι όροι. Κάθε φορά που ο αναζητούμενος όρος εμφανίζεται στο κείμενο, αποθηκεύεται σε αρχείο που περιλαμβάνει τον τίτλο του δημοσιεύματος, το τμήμα και τον αριθμό της σελίδας όπου βρίσκεται ο όρος. Συγχρόνως, το αρχείο αναφέρει την τιμή, εκφραζόμενη σε ποσοστά από 0 έως 100, η οποία υποδηλώνει τη θέση του αναζητούμενου όρου στο άρθρο. Για να απλουστευθεί ακόμα περισσότερο η αναζήτηση του όρου κατά τη μετέπειτα ανάγνωση του άρθρου, αναφέρονται και οι πέντε προηγούμενες και οι πέντε επόμενες λέξεις. Η φάση αυτή ολοκληρώνεται με τη διαγραφή του αρχείου κειμένου.

15.      Κατά την πέμπτη και τελευταία φάση της διαδικασίας, τυπώνεται ένα έγγραφο για κάθε σελίδα της εφημερίδας στην οποία εμφανίζεται ο αναζητούμενος όρος. Το έγγραφο αυτό περιέχει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις. Το αιτούν δικαστήριο δίνει το εξής παράδειγμα τέτοιου εγγράφου:

«4 Νοεμβρίου 2005 – Dagbladet Arbejderen, σελίδα 3:

TDC: 73 % μελλοντική πώληση του ομίλου τηλεπικοινωνιών TDC, που αναμένεται ότι θα αγορασθεί».

16.      Η Danske Dagblades Forening (στο εξής: DDF) είναι η επαγγελματική οργάνωση των δανικών ημερήσιων εφημερίδων και έργο της είναι να παρέχει αρωγή στα μέλη της για όλα τα ζητήματα που άπτονται των δικαιωμάτων του δημιουργού. Το 2005, η DDF πληροφορήθηκε ότι η Infopaq κατάρτιζε αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων χωρίς την έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων δημιουργού και δήλωσε στην Infopaq ότι η πρακτική αυτή δεν είναι σύννομη.

17.      Η Infopaq αμφισβήτησε τον ισχυρισμό ότι χρειάζεται την έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων δημιουργού για την άσκηση της δραστηριότητάς της και άσκησε αγωγή κατά της DDF ενώπιον του Østre Landsret, ζητώντας να αναγνωριστεί ότι δικαιούται να εφαρμόζει τη μέθοδο «ανακτήσεως δεδομένων» χωρίς τη συγκατάθεση της DDF ή των μελών της. Το Østre Landsret απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη και συνεπώς η Infopaq άσκησε αναίρεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου (Højesteret).

18.      Με τη διάταξη περί παραπομπής, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι εν προκειμένω δεν αμφισβητείται ότι δεν απαιτείται έγκριση των δικαιούχων για τις δραστηριότητες παρακολουθήσεως του γραπτού Τύπου μέσω της καταρτίσεως περιλήψεων, εφόσον κάθε δημοσίευμα διαβάζεται πραγματικά από κάποιο πρόσωπο, τα άρθρα επιλέγονται με το χέρι βάσει προκαθορισμένων όρων αναζητήσεως και, στη συνέχεια, καταρτίζεται με το χέρι έγγραφο που αναφέρει τον αναζητούμενο όρο ο οποίος περιέχεται στο άρθρο και τη θέση του άρθρου στο δημοσίευμα. Επίσης, δεν αμφισβητείται ότι αυτή καθεαυτή η κατάρτιση περιλήψεων δεν προϋποθέτει έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων δημιουργού.

19.      Περαιτέρω, δεν αμφισβητείται στην υπό κρίση υπόθεση ότι η αποκαλούμενη μέθοδος «ανακτήσεως δεδομένων» περιλαμβάνει δύο πράξεις αναπαραγωγής, και συγκεκριμένα 1) ψηφιοποίηση μέσω σαρώσεως των άρθρων του γραπτού Τύπου βάσει της οποίας δημιουργείται το αρχείο εικόνας και 2) μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου. Το αιτούν δικαστήριο αναφέρει επίσης ότι η μέθοδος αυτή περιλαμβάνει και μετέπειτα αναπαραγωγή των άρθρων που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας υπό την έννοια ότι 3) ο αναζητούμενος όρος αποθηκεύεται μαζί με τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις και ότι 4) οι ένδεκα αυτές λέξεις στη συνέχεια εκτυπώνονται. Το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι υφίσταται διάσταση απόψεων μεταξύ των διαδίκων της κύριας δίκης ως προς το κατά πόσον οι πράξεις 3) και 4) συνιστούν αναπαραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29.

20.      Υπό τις συνθήκες αυτές, το αιτούν δικαστήριο με διάταξη της 21ης Δεκεμβρίου 2007 αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα (9):

«1)      Μπορεί η αποθήκευση και η επακόλουθη εκτύπωση αποσπάσματος του κειμένου ενός άρθρου, που αποτελείται από μια λέξη κλειδί μαζί με τις 5 προηγούμενες και τις 5 επόμενες λέξεις, να θεωρηθούν ως πράξεις αναπαραγωγής (10) που προστατεύονται (βλ. το άρθρο 2 της οδηγίας [2001/29]) (11);

2)      Έχουν σημασία, για τη δυνατότητα χαρακτηρισμού προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής ως “μεταβατικών” υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, οι περιστάσεις υπό τις οποίες αυτές διενεργούνται;

3)      Μπορεί μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής να θεωρηθεί ως “μεταβατική”, όταν η αναπαραγωγή έχει τη μορφή επεξεργασίας, παραδείγματος χάρη, μέσω δημιουργίας ενός αρχείου κειμένου βάσει ενός αρχείου απεικονίσεως ή μέσω αναζητήσεως διαδοχικών κειμένων βάσει ενός αρχείου κειμένου;

4)      Μπορεί μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής να θεωρηθεί ως “μεταβατική”, όταν αποθηκεύεται ένα μέρος της αναπαραγωγής που αποτελείται από ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου με ένδεκα λέξεις;

5)      Μπορεί μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής να θεωρηθεί ως “μεταβατική”, όταν εκτυπώνεται ένα μέρος της αναπαραγωγής που αποτελείται από ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου με ένδεκα λέξεις;

6)      Έχει σημασία, προκειμένου να θεωρηθεί ότι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής “αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου” υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, το στάδιο της τεχνολογικής μεθόδου στο οποίο διενεργούνται αυτές οι πράξεις;

7)      Μπορεί να θεωρηθεί ότι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής “αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου”, όταν αυτές συνίστανται σε σάρωση όλων των άρθρων της εφημερίδας με το χέρι, κατά την οποία μέθοδο τα άρθρα της εφημερίδας μετατρέπονται από ένα τυπωμένο μέσο σε ένα ψηφιακό μέσο;

8)      Μπορεί να θεωρηθεί ότι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής “αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου”, όταν αυτές συνίστανται σε εκτύπωση ενός μέρους της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου με ένδεκα λέξεις;

9)      Περιλαμβάνει η “νόμιμη χρήση” του άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 οποιαδήποτε μορφή χρήσεως, η οποία δεν απαιτεί τη συγκατάθεση του δικαιούχου;

10)      Περιλαμβάνει η “νόμιμη χρήση” του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 τη σάρωση από μια επιχείρηση όλων των άρθρων μιας εφημερίδας, την επακόλουθη επεξεργασία της αναπαραγωγής μαζί με την αποθήκευση και, ενδεχομένως, την εκτύπωση ενός μέρους της αναπαραγωγής, που συνίσταται σε ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου με ένδεκα λέξεις, η οποία χρησιμοποιείται για τη δραστηριότητα της επιχειρήσεως αυτής όσον αφορά τη σύνταξη περιλήψεων, μολονότι ο δικαιούχος δεν έχει δώσει τη συγκατάθεσή του γι’ αυτές τις πράξεις;

11)      Βάσει ποιων κριτηρίων πρέπει να κρίνεται αν προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής έχουν “ανεξάρτητη οικονομική σημασία” υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, εφόσον πληρούνται οι λοιποί όροι αυτής της διατάξεως;

12)      Μπορούν τα λόγω της ορθολογικής οργανώσεως οφέλη που προκύπτουν για τον χρήστη μέσω των προσωρινών αναπαραγωγών να λαμβάνονται επίσης υπόψη κατά την εκτίμηση του ζητήματος αν οι πράξεις αυτές έχουν “ανεξάρτητη οικονομική σημασία” υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29;

13)      Μπορεί η εκ μέρους μιας επιχειρήσεως σάρωση όλων των άρθρων μιας εφημερίδας, η επακόλουθη επεξεργασία της αναπαραγωγής μαζί με την αποθήκευση και ενδεχομένως την εκτύπωση ενός μέρους της αναπαραγωγής, που συνίσταται σε ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου με ένδεκα λέξεις, χωρίς τη συγκατάθεση του δικαιούχου, να θεωρηθούν ως “ορισμένες ειδικές περιπτώσεις οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση” των άρθρων εφημερίδας και “δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου” υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29;»

IV – Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

21.      Η διάταξη περί παραπομπής περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Ιανουαρίου 2008. Παρατηρήσεις στο πλαίσιο της έγγραφης διαδικασίας υπέβαλαν η Infopaq, η DDF, η Επιτροπή και η Αυστριακή Κυβέρνηση. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 20ης Νοεμβρίου 2008, η Infopaq, η DDF και η Επιτροπή ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και απάντησαν στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου.

V –    Επιχειρήματα των διαδίκων

 Α –       Πρώτο προδικαστικό ερώτημα

22.      Η Infopaq υποστηρίζει ότι η αποθήκευση και η μετέπειτα εκτύπωση αποσπάσματος του κειμένου άρθρου ημερήσιας εφημερίδας που περιέχει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, δεν συνιστούν μερική πράξη αναπαραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29. Υπογραμμίζει ότι η οδηγία 2001/29 ασφαλώς δεν προβλέπει ελάχιστο αριθμό λέξεων κάτω του οποίου δεν πρόκειται πλέον για μερική αναπαραγωγή, ακόμα και αν πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει ένα τέτοιο όριο de minimis. Εκτιμά ότι οι ένδεκα λέξεις οι οποίες αποθηκεύονται και εκτυπώνονται δεν υπερβαίνουν τον συγκεκριμένο ελάχιστο αριθμό που αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη μερικής αναπαραγωγής.

23.      Η Επιτροπή και η DDF, αντιθέτως, είναι της γνώμης ότι η αποθήκευση και η μετέπειτα εκτύπωση αποσπάσματος από το κείμενο άρθρου ημερήσιας εφημερίδας, που περιέχει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, αποτελούν πράξη αναπαραγωγής που προστατεύεται από το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29.

24.      Η Επιτροπή φρονεί ότι η αποθήκευση και η εκτύπωση αποσπάσματος άρθρου συνιστούν μορφές αναπαραγωγής. Υπογραμμίζει ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29, το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής των δημιουργών καλύπτει και τη μερική αναπαραγωγή, καθώς και ότι απόσπασμα άρθρου αποτελούμενο από ένδεκα λέξεις αποτελεί μερική αναπαραγωγή κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου.

25.      Η DDF υποστηρίζει, όπως και η Επιτροπή, ότι η αποθήκευση και η εκτύπωση αποσπάσματος άρθρου που αποτελείται από 11 λέξεις αποτελεί μερική αναπαραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29. Η DDF υπογραμμίζει ότι, όταν οι αναζητούμενοι όροι εμφανίζονται περισσότερες φορές σε ένα άρθρο, αναπαράγονται μεγάλα τμήματα του άρθρου· ως παράδειγμα, προσκομίζει ένα άρθρο στο οποίο έχουν υπογραμμιστεί δύο αναζητούμενοι όροι μαζί με τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις. Επισημαίνει ότι διαφωνεί με τη θέση της Αυστριακής Κυβερνήσεως (12), σύμφωνα με την οποία το τμήμα του έργου του δημιουργού το οποίο αναπαράγεται πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που επιτρέπουν να χαρακτηριστεί έργο. Φρονεί ότι το γεγονός ότι η οδηγία 2001/29 δεν εναρμονίζει την έννοια και τις προϋποθέσεις υπάρξεως ενός έργου δεν εμποδίζει το Δικαστήριο να ερμηνεύσει την έννοια της μερικής αναπαραγωγής έργου. Η εκτίμηση του αν εν προκειμένω πρόκειται για μερική αναπαραγωγή έργου πρέπει να γίνει ανεξάρτητα από τις προϋποθέσεις που θέτει το εθνικό δίκαιο για την ύπαρξη έργου.

26.      Η Αυστριακή Κυβέρνηση είναι της γνώμης ότι το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29 αναγνωρίζει μεν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα μερικής αναπαραγωγής του έργου τους, αλλά δεν ορίζει την έννοια του έργου ούτε ρυθμίζει το ζήτημα των συγκεκριμένων προϋποθέσεων προστασίας του. Στο μέτρο κατά το οποίο οι προϋποθέσεις προστασίας των έργων δεν έχουν εναρμονιστεί από το κοινοτικό δίκαιο, η Αυστριακή Κυβέρνηση φρονεί ότι πρέπει να εκτιμηθούν βάσει του εθνικού δικαίου. Για τον λόγο αυτό, η Αυστριακή Κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι το μέρος του έργου που αναπαράγεται πρέπει να πληροί από μόνο του τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ώστε να μπορεί να χαρακτηριστεί έργο σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που διέπουν το δικαίωμα του δημιουργού.

 Β –       Δεύτερο έως δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα

27.      Η Infopaq και η Αυστριακή Κυβέρνηση φρονούν ότι, αν η μέθοδος καταρτίσεως αποσπασμάτων άρθρων θεωρηθεί προσωρινή πράξη αναπαραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, η μέθοδος αυτή θα είναι νόμιμη, διότι πληροί όλες τις προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου, πρώτον, διότι πρόκειται για μεταβατική πράξη, δεύτερον, διότι η πράξη αυτή αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου, τρίτον, διότι έχει ως αποκλειστικό σκοπό να επιτρέψει την νόμιμη χρήση του έργου ή του προστατευόμενου αντικειμένου και, τέταρτον, διότι η πράξη αυτή δεν έχει καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία.

28.      Η Infopaq υπογραμμίζει σχετικά με την πρώτη προϋπόθεση («μεταβατική» πράξη) ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 δεν περιορίζεται απλώς στην προσωρινή πράξη αναπαραγωγής υπό μορφή αναζητήσεως (browsing) και αποθηκεύσεως σε κρυφή μνήμη (caching). Η προϋπόθεση να είναι η πράξη «μεταβατική» αφορά αποκλειστικά τη διάρκεια της προσωρινής πράξεως αναπαραγωγής, ενώ οι πράξεις αναπαραγωγής των οποίων η διάρκεια είναι μικρότερη ή ίση με 30 δευτερόλεπτα πρέπει να θεωρηθούν «μεταβατικές».

29.      Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση («αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου»), η Infopaq θεωρεί ότι όρος «αναπόσπαστο τμήμα» αποδεικνύει σαφώς ότι δεν έχει σημασία να γίνει γνωστό σε ποια φάση της τεχνολογικής μεθόδου λαμβάνει χώρα η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής.

30.      Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση («νόμιμη χρήση»), η Infopaq υποστηρίζει ότι ούτε από το άρθρο 5, παράγραφος 1, ούτε από την τριακοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29 προκύπτει ότι «νόμιμη χρήση» σημαίνει αποκλειστικά χρήση του διαδικτύου υπό μορφή αναζητήσεως (browsing) και αποθηκεύσεως σε κρυφή μνήμη (caching). «Νόμιμη χρήση» σημαίνει κάθε μορφή χρήσεως έργου για την οποία δεν απαιτείται έγκριση εκ μέρους του δικαιούχου. Για τη «νόμιμη χρήση» δεν έχει σημασία να γίνει γνωστό ποιος χρησιμοποιεί το έργο: μπορεί να πρόκειται για τον τελικό χρήστη είτε για οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Ο αποφασιστικός παράγοντας βάσει του οποίου κρίνεται αν πρόκειται για «νόμιμη χρήση» είναι το κατά πόσον στο πλαίσιο της επίμαχης μεθόδου χρησιμοποιείται το πρωτότυπο δημοσίευμα το οποίο έχει αποκτηθεί νόμιμα.

31.      Όσον αφορά την τέταρτη προϋπόθεση («ανεξάρτητη οικονομική σημασία»), η Infopaq υποστηρίζει ότι το ζήτημα της ανεξάρτητης οικονομικής σημασίας πρέπει να κριθεί από την άποψη του δημιουργού. Αρκεί εξάλλου να διαπιστωθεί, όσον αφορά την προϋπόθεση αυτή, κατά πόσον η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής έχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία, και όχι αν έχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία το σύνολο της τεχνολογικής μεθόδου. Η Infopaq υπογραμμίζει ότι ο τελικός σκοπός της τεχνολογικής μέθοδο που χρησιμοποιεί είναι η κατάρτιση περιλήψεων η οποία είναι νόμιμη καθεαυτή και ότι συνεπώς δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των δημιουργών των δημοσιευμάτων. Εν πάση περιπτώσει, οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής υπό μορφή αρχείων εικόνας και αρχείου κειμένου δεν έχουν καθεαυτές ανεξάρτητη οικονομική σημασία για τους δικαιούχους. Αν η «ανεξάρτητη οικονομική σημασία» εξαρτηθεί από το ότι ο κάτοχος των δικαιωμάτων δημιουργού δεν λαμβάνει αμοιβή, υπάρχει, κατά την άποψή της Infopaq, αντίφαση προς τη ratio του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

32.      Η Αυστριακή Κυβέρνηση, όπως και η Infopaq, φρονεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και υποστηρίζει ότι οι προϋποθέσεις αυτές δεν περιορίζονται στα ενδιάμεσα αντίγραφα που αποθηκεύονται κατά τη μεταφορά μεταξύ των διαφόρων εξυπηρετητών στο διαδίκτυο. Κατά την άποψή της, η δημιουργία αρχείου εικόνας και η μετατροπή του σε αρχείο κειμένου είναι «μεταβατική» πράξη, διότι οι αναπαραγωγές αυτές έχουν μικρή διάρκεια. Οι ίδιες πράξεις είναι ταυτόχρονα «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου». Η Αυστριακή Κυβέρνηση φρονεί επίσης ότι η χρήση των έργων είναι «νόμιμη», διότι τα αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού. Η μέθοδος την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq έχει ως αποκλειστικό σκοπό την κατάρτιση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων βάσει των αναζητούμενων όρων και για τον λόγο αυτό δεν έχει, κατά την άποψη της Αυστριακής Κυβερνήσεως, «ανεξάρτητη οικονομική σημασία».

33.      Η DDF και η Επιτροπή φρονούν, αντιθέτως, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

34.      Η DDF υπογραμμίζει ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 πρέπει να ερμηνευθεί σε συνάρτηση με το αντικείμενο της οδηγίας, σχετικά με το οποίο παραπέμπει στην ένατη και στη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, από τις οποίες προκύπτει ότι σκοπός της είναι να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των δημιουργών, οι οποίοι πρέπει να λαμβάνουν εύλογη αμοιβή για τη χρήση των έργων τους. Συνεπώς, οι διατάξεις της οδηγίας που εξασφαλίζουν αυτή την προστασία πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως, ενώ οι διατάξεις που προβλέπουν εξαιρέσεις από την προστασία αυτή πρέπει να ερμηνεύονται περιοριστικά.

35.      Όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση («μεταβατικές» πράξεις), η DDF φρονεί ότι οι πράξεις αναπαραγωγής δεν είναι μεταβατικές, διότι οι αναπαραγωγές έχουν διάρκεια και δεν διαγράφονται, ενώ ο όρος «μεταβατικός» υποδηλώνει μικρή διάρκεια ζωής της αναπαραγωγής.

36.      Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση («αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου»), η DDF υποστηρίζει ότι το αντικείμενο της προϋποθέσεως αυτής είναι να εξαιρεθούν οι αναπαραγωγές που πραγματοποιούνται αυτομάτως στο πλαίσιο μιας τέτοιας μεθόδου. Στην κρινόμενη υπόθεση, όμως, οι αναπαραγωγές δεν δημιουργούνται αυτομάτως, διότι η σάρωση των άρθρων και η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου αποτελούν απλώς μια προκαταρκτική φάση της τεχνικής επεξεργασίας των κειμένων αυτών. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ενδιάμεση τεχνολογική μέθοδο. Η αναπαραγωγή υπό μορφή ένδεκα λέξεων δεν αποτελεί, εξάλλου, «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου», διότι οι ένδεκα λέξεις εκτυπώνονται.

37.      Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση («θεμιτή χρήση»), η DDF είναι της γνώμης ότι η χρήση που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν παράνομη, δεν μπορεί να καταστεί νόμιμη με εφαρμογή του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Κατά την άποψη της DDF, η επίδικη υπόθεση αφορά παράνομη χρήση.

38.      Όσον αφορά την τέταρτη προϋπόθεση («ανεξάρτητη οικονομική σημασία»), η DDF επισημαίνει ότι η προϋπόθεση αυτή αφορά το γεγονός ότι η χρήση της αναπαραγωγής στην κρινόμενη υπόθεση δεν θα μπορούσε να έχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία ούτε για το χρήστη (συνεπώς και για την εταιρία Infopaq) ούτε για τον δικαιούχο. Η DDF υποστηρίζει ότι οι αναπαραγωγές έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία για την εταιρία Infopaq, διότι, αν η εργασία αναπαραγωγής γινόταν με το χέρι και όχι αυτόματα, η εταιρία θα δαπανούσε, σύμφωνα με την DDF, 2 έως 4 εκατ. δανικές κορόνες. Οι αναπαραγωγές έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία και για τα μέλη της DDF, τα οποία θα μπορούσαν να λαμβάνουν υψηλότερη αμοιβή μέσω της χορηγήσεως αδειών εκμεταλλεύσεως για την αναπαραγωγή των έργων τους.

39.      Η Επιτροπή επίσης φρονεί ότι στην κρινόμενη υπόθεση δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

40.      Όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση («μεταβατική» πράξη), η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής είναι μεταβατικές αν η διάρκειά τους είναι σύντομη, για παράδειγμα αν πρόκειται για αναπαραγωγή που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια αναζητήσεως στο διαδίκτυο. Η Επιτροπή φρονεί ότι, για να εκτιμηθεί αν οι πράξεις αναπαραγωγής είναι μεταβατικές, πρέπει να ληφθεί υπόψη η τεχνολογική μέθοδος στο πλαίσιο της οποίας γίνεται η αναπαραγωγή, και ιδίως το αν πραγματοποιήθηκε ή όχι μόνιμη αναπαραγωγή κατά την εφαρμογή της μεθόδου αυτής. Στο πλαίσιο της μεθόδου που χρησιμοποιεί η Infopaq, δημιουργείται μόνιμη αναπαραγωγή υπό τη μορφή των ένδεκα λέξεων που εκτυπώνονται και συνεπώς το γεγονός ότι τα αρχεία εικόνας και κειμένου που δημιουργούνται διαγράφονται αφού εκτυπωθούν οι ένδεκα λέξεις δεν σημαίνει ότι η πράξη αναπαραγωγής είναι μεταβατική. Η Επιτροπή υπογραμμίζει επίσης ότι το γεγονός ότι το τμήμα της αναπαραγωγής που περιέχει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα ένδεκα λέξεων αποθηκεύεται στερείται σημασίας προκειμένου να εκτιμηθεί αν η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική.

41.      Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση («αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου»), η Επιτροπή φρονεί ότι το στάδιο της τεχνολογικής μεθόδου κατά το οποίο πραγματοποιούνται οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής στερείται σημασίας προκειμένου να κριθεί αν οι πράξεις αυτές πρέπει να θεωρηθούν «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου». Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η Infopaq ελέγχει πραγματικά την αναπαραγωγή σε διάφορα στάδια της διαδικασίας και μπορεί να αποθηκεύει αντίγραφα σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την αποστολή των αποσπασμάτων στους πελάτες. Τα ηλεκτρονικά αντίγραφα καθιστούν επίσης δυνατή μια χρήση που υπερβαίνει την απλή ηλεκτρονική μετάδοση μέσω δικτύου. Στην κρινόμενη υπόθεση, πράγματι, τα ηλεκτρονικά αντίγραφα χρησιμεύουν ως βάση για τη δημιουργία των αρχείων κειμένου. Η Επιτροπή φρονεί επίσης ότι αυτές οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής δεν συνιστούν «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου», εφόσον καλύπτουν την σάρωση με το χέρι ολόκληρων άρθρων εφημερίδας, κατά τη διάρκεια της οποίας η μορφή τους μετατρέπεται από έντυπη σε ψηφιακή, διότι η διαδικασία αυτή υπερβαίνει κατά πολύ τη διαδικασία που είναι απαραίτητη για την κατάρτιση αποσπασμάτων. Η Επιτροπή είναι επίσης της γνώμης ότι η εκτύπωση των αποσπασμάτων δεν είναι προσωρινή πράξη αναπαραγωγής και συνεπώς δεν μπορεί να αποτελεί «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου».

42.      Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση («νόμιμη χρήση»), η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η «νόμιμη χρήση» δεν καλύπτει μόνον όλα τα είδη χρήσεως που δεν απαιτούν έγκριση του δικαιούχου, αλλά και όλα τα είδη χρήσεως που εγκρίνει ο δικαιούχος ή ακόμα και όσα δεν καλύπτονται από το αποκλειστικό δικαίωμα του δικαιούχου ή περιλαμβάνονται στις εξαιρέσεις του αποκλειστικού δικαιώματος. Υπογραμμίζει επίσης ότι η μέθοδος καταρτίσεως των αποσπασμάτων την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq δεν συνιστά νόμιμη χρήση των έργων, διότι πρόκειται για τροποποίηση του έργου με στόχο τη δημιουργία σύντομου αποσπάσματός του.

43.      Όσον αφορά την τέταρτη προϋπόθεση («ανεξάρτητη οικονομική σημασία»), η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα κριτήρια εκτιμήσεως της προϋποθέσεως αυτής προκύπτουν από την τριακοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, δυνάμει της οποίας οι πράξεις αναπαραγωγής δεν έχουν «ανεξάρτητη οικονομική σημασία» εφόσον δεν τροποποιούν τις πληροφορίες και δεν παρεμποδίζουν τη νόμιμη χρήση της τεχνολογίας, η οποία αναγνωρίζεται ευρέως και χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία, προκειμένου να αποκτηθούν δεδομένα σχετικά με τη χρησιμοποίηση των πληροφοριών. Η Επιτροπή φρονεί επίσης ότι η μέθοδος που χρησιμοποιεί η Infopaq της επιτρέπει να αυξήσει την παραγωγικότητά της, διότι η κατάρτιση αποσπασμάτων με αυτό τον τρόπο είναι πολύ πιο σύντομη και λιγότερο δαπανηρή. Κατά την άποψη της Επιτροπής, το γεγονός αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι πράξεις έχουν «ανεξάρτητη οικονομική σημασία».

 Γ –       Δέκατο τρίτο προδικαστικό ερώτημα

44.      Η Infopaq φρονεί, όσον αφορά το δέκατο τρίτο ερώτημα, ότι το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 δεν θεσπίζει αυτοτελείς προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται επιπλέον των προϋποθέσεων του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, δεν είναι απαραίτητο να εξεταστούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5.

45.      Η Αυστριακή Κυβέρνηση θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, χωρίς όμως να αιτιολογεί τη θέση της.

46.      Η DDF φρονεί, όσον αφορά το δέκατο τρίτο ερώτημα, ότι οι πράξεις αναπαραγωγής δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29. Η Infopaq πραγματοποιεί πράξεις αναπαραγωγής με αυτή τη μέθοδο, προκειμένου να μειώσει τα έξοδά της σε σχέση με τους ανταγωνιστές της. Σύμφωνα με την DDF, οι πράξεις αναπαραγωγής έχουν τέτοια έκταση και σημασία, ώστε να μην μπορεί να γίνει λόγος για κανονική εκμετάλλευση του έργου. Θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα των δικαιούχων, οι οποίοι θα μπορούσαν να λαμβάνουν αμοιβή για τη χορήγηση άδειας που θα επέτρεπε μια τέτοια χρήση.

47.      Η Επιτροπή φρονεί ότι δεν είναι καταρχήν απαραίτητο να δοθεί απάντηση στο δέκατο τρίτο ερώτημα, διότι η δραστηριότητα της εταιρίας Infopaq δεν εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Εντούτοις, δίνει απάντηση στο ερώτημα επισημαίνοντας ότι το άρθρο 5, παράγραφος 5, το οποίο είναι γνωστό ως «τριπλή προϋπόθεση», αντιστοιχεί στο άρθρο 13 της Συμφωνίας ΔΠΙΤΕ (TRIPs). Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι, καταρχήν, η «τριπλή προϋπόθεση» του άρθρου 5, παράγραφος 5, πρέπει να εφαρμόζεται χωριστά από την εκτίμηση που πραγματοποιείται βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, και ότι η προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, η οποία αφορά την «κανονική εκμετάλλευση του έργου» είναι παρόμοια με την προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, σύμφωνα με την οποία η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής πρέπει να έχει «ανεξάρτητη οικονομική σημασία». Συνεπώς, είναι σημαντικό για αμφότερες τις προϋποθέσεις που προβλέπουν οι εν λόγω διατάξεις να διαπιστωθεί αν οι πράξεις αναπαραγωγής επιτρέπουν την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων χωρίς οικονομική σημασία ή αν προσθέτουν αξία πέραν της μεταβίβασης των δεδομένων. Στον βαθμό κατά τον οποίο οι πράξεις αναπαραγωγής έχουν, στην κρινόμενη υπόθεση, οικονομική σημασία για την Infopaq, δεν πρόκειται για κανονική εκμετάλλευση έργου και συνεπώς δεν πληρούνται, κατά την άποψη της Επιτροπής, οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5 της οδηγίας 2001/29.

VI – Εκτίμηση της γενικής εισαγγελέα

 Α –       Εισαγωγή

48.      Η κρινόμενη υπόθεση αφορά την ερμηνεία της εκτάσεως του δικαιώματος αναπαραγωγής, καθώς και των εξαιρέσεων και των περιορισμών του δικαιώματος αυτού, που προβλέπει η οδηγία 2001/29 για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (13). Το δικαίωμα αναπαραγωγής αντιπροσωπεύει την ουσία του δικαιώματος του δημιουργού (14), διότι αφορά το αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού να επιτρέπει ή να απαγορεύει την αναπαραγωγή του έργου του. Η έκταση του αποκλειστικού δικαιώματος αναπαραγωγής του δημιουργού εξαρτάται από το εύρος το οποίο αποδίδεται στον ορισμό της έννοιας της αναπαραγωγής έργου.

49.      Παλαιότερα ήταν απλούστερο να οριστεί η έννοια της αναπαραγωγής, λόγω του περιορισμένου αριθμού μέσων αναπαραγωγής (15), αλλά με την ανάπτυξη των τεχνολογιών της πληροφορικής και τη δυνατότητα ψηφιακής αναπαραγωγής, αυξήθηκαν οι δυνατότητες απλούστερης και ταχύτερης αναπαραγωγής. Λόγω του ότι η αναπαραγωγή είναι απλούστερη και ταχύτερη, χρειάζεται, αφενός, να εξασφαλιστεί η κατάλληλη προστασία του δικαιώματος του δημιουργού, η προστασία όμως αυτή πρέπει, αφετέρου, να είναι αρκετά ευέλικτη ώστε να μην παρεμποδίζει την ανάπτυξη ή την ομαλή λειτουργία των νέων τεχνολογιών (16). Για να δοθεί απάντηση στα προδικαστικά ερωτήματα που τίθενται στην παρούσα υπόθεση, πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως κατευθυντήρια γραμμή η ανάγκη να εξασφαλιστεί πρόσφορη ισορροπία μεταξύ μιας επαρκώς αυστηρής και συγχρόνως επαρκώς ευέλικτης προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού.

50.      Τα ερωτήματα που υποβάλλει το αιτούν δικαστήριο στην κρινόμενη υπόθεση μπορούν να χωριστούν, όσον αφορά το ουσιαστικό περιεχόμενό τους, σε τρεις κατηγορίες, τις οποίες θα ακολουθήσει και η δομή της επιχειρηματολογίας των παρουσών προτάσεων. Η πρώτη κατηγορία, η οποία καλύπτει το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, αφορά την ερμηνεία της έννοιας της «αναπαραγωγής» σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29. Η δεύτερη κατηγορία, η οποία καλύπτει το δεύτερο έως και το δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα, αφορά την ερμηνεία της εξαιρέσεως από το δικαίωμα αναπαραγωγής, την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας και η οποία επιτρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, την προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Η τρίτη κατηγορία, η οποία καλύπτει το δέκατο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας, δυνάμει του οποίου οι εξαιρέσεις και οι περιορισμοί του δικαιώματος αναπαραγωγής εφαρμόζονται μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου.

51.      Θα παρουσιάσω πρώτα συνοπτικά τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της μεθόδου καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, πριν απαντήσω στα προδικαστικά ερωτήματα στο πλαίσιο της αναλύσεως των τριών κατηγοριών.

 Β –       Ουσιώδη χαρακτηριστικά της μεθόδου καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq

52.      Όπως διαβεβαιώνει το αιτούν δικαστήριο, στην κρινόμενη υπόθεση δεν αμφισβητείται ότι η μέθοδος καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων (δηλαδή η λεγόμενη μέθοδος «ανακτήσεως δεδομένων»), όπως χρησιμοποιείται από την Infopaq, ασφαλώς περιλαμβάνει δύο πράξεις αναπαραγωγής, και συγκεκριμένα 1) τη δημιουργία αρχείου εικόνας βάσει της σαρώσεως των άρθρων εφημερίδων και 2) τη μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου. Διαφωνίες υφίστανται, εντούτοις, όσον αφορά το αν η αναπαραγωγή καλύπτει και 3) την αποθήκευση κάθε αναζητούμενου όρου μαζί με τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, καθώς και 4) την εκτύπωση των ένδεκα αυτών λέξεων.

53.      Συνεπώς, στη συνέχεια θα εξετάσω το αν η αποθήκευση κάθε αναζητούμενου όρου, μαζί με τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, και η εκτύπωση των ένδεκα αυτών λέξεων συνιστούν αναπαραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29.

 Γ –       Ερμηνεία του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29 (πρώτο προδικαστικό ερώτημα)

54.      Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν αν η αποθήκευση και η μετέπειτα εκτύπωση αποσπάσματος από το κείμενο άρθρου ημερήσιας εφημερίδας, το οποίο περιλαμβάνει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, μπορεί να θεωρηθεί αναπαραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29.

55.      Το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29 ορίζει ότι τα κράτη μέλη παρέχουν «το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν, την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει» στους δημιουργούς όσον αφορά τα έργα τους. Από το γράμμα της διατάξεως προκύπτει συνεπώς ότι αναπαραγωγή των έργων δεν επιτρέπεται χωρίς την έγκριση του δημιουργού, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για αναπαραγωγή του όλου ή μέρους του έργου. Εντούτοις, το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29 δεν δίνει τον ορισμό της έννοιας της αναπαραγωγής, ούτε προσδιορίζει πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις πρόκειται για «μερική αναπαραγωγή». Για τον λόγο αυτό θα αναλύσω τις δύο έννοιες στο πλαίσιο της αναλύσεως του πρώτου ερωτήματος.

56.      Όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, για τον ορισμό των εννοιών «αναπαραγωγή» και «μερική αναπαραγωγή» πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις επιταγές που απορρέουν από την ενιαία εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, οι όροι και οι προϋποθέσεις διατάξεως του κοινοτικού δικαίου, όπου, όπως οι διατάξεις της οδηγίας 2001/29, δεν γίνεται ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του περιεχομένου της, πρέπει κανονικά να ερμηνεύονται, σε όλη την Κοινότητα, κατά τρόπο αυτοτελή και ενιαίο (17). Λαμβανομένων υπόψη αυτών των επιταγών, η έννοια της «αναπαραγωγής» έργου μπορεί, κατά την άποψή μου, να οριστεί ως η καταγραφή του έργου σε συγκεκριμένο μέσο μεταφοράς πληροφοριών (18). Κατά συνέπεια, η «μερική αναπαραγωγή» μπορεί να οριστεί ως η καταγραφή μέρους μόνον του έργου σε συγκεκριμένο μέσο μεταφοράς πληροφοριών.

57.      Εξάλλου, από το γράμμα του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29 προκύπτει ότι ο όρος «αναπαραγωγή» πρέπει να γίνει νοητός υπό ευρεία έννοια, διότι καλύπτει την «άμεση ή έμμεση», « προσωρινή ή μόνιμη», «με οποιοδήποτε μέσο και μορφή», «εν όλω ή εν μέρει» αναπαραγωγή. Η ανάγκη ευρείας ερμηνείας προκύπτει και από την εικοστή πρώτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, σύμφωνα με την οποία η οδηγία θα πρέπει να ορίζει «την εμβέλεια των πράξεων που καλύπτονται από το δικαίωμα αναπαραγωγής όσον αφορά τους διαφόρους δικαιούχους» και ότι «χάριν ασφαλείας δικαίου στην εσωτερική αγορά πρέπει να δοθεί ευρύς ορισμός των πράξεων αυτών». Ο ευρύς ορισμός της αναπαραγωγής είναι απαραίτητος προκειμένου να εξασφαλιστεί το υψηλό επίπεδο προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού το οποίο θεσπίζει η οδηγία 2001/29 (19). Η ευρεία ερμηνεία της έννοιας της «αναπαραγωγής» συνηγορεί και υπέρ της ευρείας ερμηνείας της έννοιας της «μερικής αναπαραγωγής»: αν η έννοια της «αναπαραγωγής» ερμηνευθεί ευρέως, θα πρέπει να ερμηνευθούν ευρέως, a maiori ad minus, όλοι οι τύποι αναπαραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της μερικής αναπαραγωγής, διότι μόνον έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού.

58.      Εντούτοις, η ερμηνεία της έννοιας της «μερικής αναπαραγωγής» δεν θα πρέπει να μας οδηγήσει σε παράλογη και υπερβολικά τεχνική ερμηνεία περιλαμβάνουσα κάθε μορφή αναπαραγωγής έργου, όσο μικρό και ασήμαντο και αν είναι το απόσπασμά του. Κατά την άποψή μου, για την ερμηνεία της έννοιας αυτής, θα πρέπει να βρεθεί μια μέση οδός ανάμεσα σε μια ερμηνεία τεχνικής εμπνεύσεως και στο γεγονός ότι η μερική αναπαραγωγή πρέπει να έχει ένα περιεχόμενο, ένα διακριτικό χαρακτήρα και –ως τμήμα ενός συγκεκριμένου έργου– μια ορισμένη διανοητική αξία, λόγω της οποίας θα πρέπει να προστατευθεί με βάση το δικαίωμα του δημιουργού. Φρονώ ότι, για να καθοριστεί αν, στην προκειμένη περίπτωση, πρόκειται για μερική αναπαραγωγή, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν δύο στοιχεία. Πρώτον, θα πρέπει να διαπιστωθεί αν η μερική αναπαραγωγή είναι πραγματικά πανομοιότυπη με τμήμα του πρωτότυπου έργου (στοιχείο της ταυτοποιήσεως). Στην περίπτωση μερικής αναπαραγωγής άρθρου εφημερίδας, αυτό σημαίνει συγκεκριμένα ότι πρέπει να διαπιστωθεί αν η αναπαραγωγή περιέχει τις ίδιες ακριβώς λέξεις με το άρθρο της εφημερίδας και αν οι λέξεις αυτές παρουσιάζονται με την ίδια σειρά. Δεύτερον, πρέπει να διαπιστωθεί αν είναι δυνατόν να αναγνωριστεί, βάσει της μερικής αναπαραγωγής, το περιεχόμενο του έργου και να διαπιστωθεί με βεβαιότητα ότι πρόκειται για μερική αναπαραγωγή του συγκεκριμένου έργου (στοιχείο της αναγνωρίσεως). Στην περίπτωση μερικής αναπαραγωγής άρθρων εφημερίδας, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να μπορεί να διαπιστωθεί με βεβαιότητα ότι το αναπαραγόμενο απόσπασμα έχει μεταφερθεί επακριβώς από συγκεκριμένο άρθρο εφημερίδας (20). Συνεπώς, η μερική αναπαραγωγή δεν μπορεί να οριστεί με αυστηρά ποσοτικό τρόπο (21) ή βάσει ενός κριτηρίου de minimis, το οποίο θα καθορίζει επακριβώς ποιο ποσοστό του έργου πρέπει να αναπαράγεται ώστε να πρόκειται για μερική αναπαραγωγή ή, στην κρινόμενη υπόθεση, πόσες λέξεις του συγκεκριμένου έργου αρκούν ώστε να πρόκειται για μερική αναπαραγωγή (22). Η ύπαρξη μερικής αναπαραγωγής πρέπει να διαπιστώνεται περιπτωσιολογικώς.

59.      Βάσει των κριτηρίων που εκτέθηκαν στην παράγραφο 58, φρονώ ότι μπορεί να διαπιστωθεί, στην κρινόμενη υπόθεση, ότι η αποθήκευση και η μετέπειτα εκτύπωση αποσπάσματος από το κείμενο άρθρου ημερήσιας εφημερίδας το οποίο περιλαμβάνει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, μπορεί να θεωρηθεί μερική αναπαραγωγή του εν λόγω άρθρου κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29. Πράγματι, οι πράξεις αυτές πληρούν τόσο το κριτήριο της ταυτοποιήσεως όσο και το κριτήριο της αναγνωρίσεως.

60.      Πρώτον, στην κρινόμενη υπόθεση, οι ένδεκα λέξεις που εκτυπώνονται στο απόσπασμα είναι οι ίδιες με τις ένδεκα λέξεις του άρθρου εφημερίδας, ενώ παρατίθενται επίσης με την ίδια σειρά, όπως και στο άρθρο. Δεύτερον, το απόσπασμα των ένδεκα λέξεων είναι, κατά την άποψή μου, αρκετά μεγάλο –αν συγκριθεί με το κείμενο του άρθρου εφημερίδας– ώστε να μπορεί να διαπιστωθεί ότι προέρχεται από συγκεκριμένο άρθρο εφημερίδας. Υπογραμμίζω ότι, στην κρινόμενη υπόθεση, τα αποσπάσματα που αποτελούνται από τον αναζητούμενο όρο μαζί με τις πέντε προηγούμενες και πέντε επόμενες λέξεις έχουν ακριβώς ως στόχο να διευκολύνουν τον αναγνώστη να επισημάνει τον αναζητούμενο όρο στο άρθρο (23).

61.      Εξάλλου, στην κρινόμενη υπόθεση, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Infopaq εκτυπώνει, για κάθε άρθρο, τον αναζητούμενο όρο μαζί με τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις κάθε φορά που ο όρος αυτός εμφανίζεται στο κείμενο του άρθρου. Όπως ορθώς επισημαίνει η DDF (24), με αυτόν τον τρόπο μπορεί να εκτυπωθεί το μεγαλύτερο μέρος ενός άρθρου εφημερίδας, πράγμα που ασφαλώς σημαίνει ότι πρόκειται για μερική αναπαραγωγή του άρθρου αυτού κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29.

62.      Βάσει των προεκτεθέντων, νομίζω ότι η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι η αποθήκευση και η μετέπειτα εκτύπωση αποσπάσματος από άρθρο ημερήσιας εφημερίδας που περιλαμβάνει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, πρέπει να θεωρηθούν αναπαραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29.

 Δ –       Ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 (δεύτερο έως δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα)

63.      Το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει διάφορα ερωτήματα που αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και τα οποία, για τον λόγο αυτό, θα εξετάσω από κοινού. Πρόκειται για το δεύτερο έως και το δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα, με τα οποία το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσία να πληροφορηθεί αν η μέθοδος καταρτίσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq, μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς την έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων του δημιουργού, διότι εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, το οποίο εξαιρεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τις πράξεις προσωρινής αναπαραγωγής από το δικαίωμα αναπαραγωγής.

64.      Στο πλαίσιο της επιχειρηματολογίας που ακολουθεί, θα παρουσιάσω καταρχάς το περιεχόμενο και τον σκοπό του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και, στη συνέχεια, θα αναλύσω τις μεμονωμένες προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο αυτό και τα ζητήματα που σχετίζονται με αυτές.

1.      Περιεχόμενο και σκοπός του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29

65.      Η οδηγία 2001/29 προβλέπει, με το άρθρο 5, παράγραφος 1, εξαίρεση από το δικαίωμα αναπαραγωγής για ορισμένες προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής, Όπως προκύπτει από το άρθρο 5, παράγραφος 1, εξαιρούνται από το δικαίωμα αναπαραγωγής οι πράξεις αναπαραγωγής που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

–        είναι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής·

–        πληρούν τις τέσσερις ακόλουθες προϋποθέσεις: πρώτον, είναι μεταβατικές ή παρεπόμενες, δεύτερον, αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου, τρίτον, αποκλειστικός σκοπός τους είναι να επιτρέψουν την εντός δικτύου μετάδοση μεταξύ τρίτων μέσω διαμεσολαβητή ή τη νόμιμη χρήση ενός έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και, τέταρτον, δεν έχουν καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία.

66.      Η εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, περιλήφθηκε στην οδηγία 2001/29 προκειμένου να αποκλειστούν από τον ευρύ ορισμό του δικαιώματος αναπαραγωγής ορισμένες προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της τεχνολογικής μεθόδου και αποκλειστικός σκοπός τους είναι να επιτρέψουν μια άλλη μορφή χρησιμοποιήσεως ενός συγκεκριμένου έργου (25). Η τριακοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29 μνημονεύει ως παραδείγματα προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής που πρέπει να αποκλειστούν από το δικαίωμα αναπαραγωγής τις πράξεις που καθιστούν δυνατή την αναζήτηση (browsing), καθώς και την αποθήκευση σε κρυφή μνήμη (caching), συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καθιστούν δυνατή την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων μετάδοσης» (26). Αυτές οι πράξεις αναπαραγωγής επιτρέπονται, δυνάμει της εν λόγω αιτιολογικής σκέψεως, «εφόσον ο διαμεσολαβητής δεν τροποποιεί τις πληροφορίες και δεν παρεμποδίζει τη νόμιμη χρήση της τεχνολογίας, η οποία αναγνωρίζεται ευρέως και χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία, προκειμένου να αποκτήσει δεδομένα σχετικά με τη χρησιμοποίηση των πληροφοριών». Αν οι πράξεις αυτές δεν είχαν εξαιρεθεί από τον ευρύ ορισμό του δικαιώματος αναπαραγωγής, αυτό θα σήμαινε για τις νέες τεχνολογίες ότι θα χρειαζόταν η έγκριση του κατόχου του δικαιώματος του δημιουργού για οποιαδήποτε αναπαραγωγή, ακόμα και αν είναι μικρής μόνο διάρκειας και τεχνικά αναγκαία (27). Πρακτικά, αυτό θα σήμαινε, για παράδειγμα, ότι θα έπρεπε να δοθεί η έγκριση του δικαιούχου του δικαιώματος του δημιουργού για κάθε πράξη αποθηκεύσεως σε κρυφή μνήμη (caching) (28), η οποία επιτρέπει την κανονική χρήση της πληροφορικής και του διαδικτύου χάρη στην αυτόματη δημιουργία προσωρινών ψηφιακών αντιγράφων των δεδομένων (29). Βάσει των προεκτεθέντων, φρονώ ότι η εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 δεν αφορά μόνον τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής που πραγματοποιούνται στο διαδίκτυο, αλλά, αντιθέτως, όλες τις πράξεις αναπαραγωγής που πληρούν τις γενικές προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου (30).

67.      Επισημαίνω επίσης ότι, στο πλαίσιο της αναλύσεως που βασίζεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, θα πρέπει να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ, αφενός, των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής για τις οποίες πρέπει να εξεταστεί αν πληρούν τις προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου και, αφετέρου, των μορφών χρήσεως συγκεκριμένου έργου, τις οποίες επιτρέπουν οι εν λόγω πράξεις. Έτσι, για παράδειγμα, οι πράξεις αποθηκεύσεως σε κρυφή μνήμη επιτρέπουν στους χρήστες του διαδικτύου να διαβάζουν και να ενημερώνονται σχετικά με το περιεχόμενο του δικτύου. Η προσωρινή αποθήκευση στη μνήμη RAM υπολογιστή (31) επιτρέπει στον χρήστη να δημιουργήσει αντίγραφο οπτικοακουστικής εγγραφής. Στο πλαίσιο της αναλύσεως που βασίζεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, θα πρέπει να γίνεται πάντοτε διάκριση μεταξύ των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής και της οριστικής μορφής χρήσεως ενός συγκεκριμένου έργου την οποία επιτρέπουν οι εν λόγω προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής. Η διάκριση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ανάλυση της τρίτης προϋποθέσεως του άρθρου 5, παράγραφος 1, δυνάμει της οποίας οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής πρέπει να επιτρέπουν τη νόμιμη χρήση του έργου (32).

2.      Προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 5, παράγραφος 1: προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής

68.      Όπως προκύπτει σαφώς από το γράμμα του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, η εξαίρεση την οποία προβλέπει το εν λόγω άρθρο επιτρέπει αποκλειστικά τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής. Βασική προϋπόθεση εφαρμογής αυτής της εξαιρέσεως είναι ότι η συγκεκριμένη πράξη αναπαραγωγής πρέπει να είναι προσωρινή. Στη συνέχεια, εξετάζεται αν αυτή η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής πληροί και τις λοιπές προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου. Πριν αναλυθεί αν η μέθοδος καταρτίσεως των αποσπασμάτων άρθρων εφημερίδων την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq πληροί τις κατ’ ιδίαν προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου, θα πρέπει να εξακριβωθεί ποιες από τις πράξεις αναπαραγωγής αυτής της μεθόδου μπορούν να χαρακτηριστούν προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής.

69.      Η διαδικασία καταρτίσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq αποτελείται από πολυάριθμες πράξεις αναπαραγωγής. Τα άρθρα εφημερίδων καταρχάς σαρώνονται και δημιουργείται ένα αρχείο εικόνας, το οποίο στη συνέχεια μετατρέπεται σε αρχείο κειμένου. Όπως προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά, το αρχείο εικόνας διαγράφεται μετά τη μετατροπή του σε αρχείο κειμένου, ενώ το αρχείο κειμένου διαγράφεται μετά την ολοκλήρωση του αποσπάσματος του άρθρου εφημερίδας. Μετά την επεξεργασία αυτή, οι αναζητούμενοι όροι που βρέθηκαν στο άρθρο εφημερίδας, καθώς και οι πέντε προηγούμενες και οι πέντε επόμενες λέξεις, αποθηκεύονται και εκτυπώνονται.

70.      Συνεπώς, η σάρωση και η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου δεν αποτελούν παρά προπαρασκευαστικές πράξεις για την αποθήκευση και την εκτύπωση ενός αποσπάσματος ένδεκα λέξεων από άρθρο εφημερίδας. Τα αρχεία εικόνας και κειμένου διαγράφονται, το πρώτο κατά τη διάρκεια της καταρτίσεως των αποσπασμάτων και το δεύτερο αμέσως μετά. Για τον λόγο αυτόν, κατά την άποψή μου, η σάρωση και η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου μπορούν να θεωρηθούν προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής.

71.      Η διάταξη περί παραπομπής δεν περιέχει, κατά την άποψή μου, αρκετά στοιχεία ώστε να εκτιμηθεί αν η αποθήκευση ενός αποσπάσματος ένδεκα λέξεων από άρθρο εφημερίδας μπορεί να θεωρηθεί προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Το αιτούν δικαστήριο αναφέρει απλώς στη διάταξή του ότι, μαζί με τον αναζητούμενο όρο, αποθηκεύονται και οι πέντε προηγούμενες καθώς και οι πέντε επόμενες λέξεις (33), αλλά δεν διευκρινίζει για πόσο χρόνο παραμένουν αποθηκευμένες αυτές οι λέξεις στη μνήμη του υπολογιστή. Αυτό το πραγματικό στοιχείο θα πρέπει συνεπώς να διευκρινιστεί από το αιτούν δικαστήριο.

72.      Ανεξαρτήτως του πώς χαρακτηρίζεται η αποθήκευση των αποσπασμάτων ένδεκα λέξεων, η εκτύπωση του άρθρου αυτού δεν μπορεί κατά την άποψή μου να θεωρηθεί προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Πράγματι, η εκτύπωση σε χαρτί πρέπει να θεωρηθεί μόνιμη αναπαραγωγή (34). Η μόνιμη αναπαραγωγή, ασφαλώς, δεν σημαίνει χρονικά απεριόριστη διάρκεια, γιατί η αναπαραγωγή μπορεί να καταστραφεί, αλλά ο χρήστης της αναπαραγωγής αποφασίζει μόνος του πότε θα την καταστρέψει. Όσον αφορά την εκτύπωση του αποσπάσματος, επισημαίνω ότι δεν αποτελεί πράξη που απλώς επιτρέπει μια άλλη μορφή εκμεταλλεύσεως του έργου, όπως οι πράξεις που εξαιρούνται από το δικαίωμα αναπαραγωγής δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Η εκτύπωση αποσπάσματος από άρθρο εφημερίδας συνιστά την τελική αναπαραγωγή στη διαδικασία καταρτίσεως αποσπασμάτων την οποία εφαρμόζει η Infopaq. Για τον λόγο αυτό, στην κρινόμενη υπόθεση, είναι ιδίως σημαντικό να διαπιστωθεί αν η τελική αναπαραγωγή συνιστά νόμιμη χρήση του έργου (35) την οποία καθιστούν δυνατή οι μεταβατικές πράξεις αναπαραγωγής που διενεργούνται στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας.

73.      Στη συνέχεια θα εξετάσω αν η σάρωση των άρθρων, η μετατροπή των αρχείων εικόνας σε αρχεία κειμένου και η αποθήκευση αποσπασμάτων ένδεκα λέξεων που επιτρέπουν την εκτύπωσή τους πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1.

3.      Εξέταση των τεσσάρων προϋποθέσεων του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29

 α)     Πρώτη προϋπόθεση: μεταβατικές πράξεις (δεύτερο έως και πέμπτο ερώτημα)

74.      Η πρώτη προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1, είναι ότι πρέπει να είναι μεταβατική ή παρεπόμενη. Στον βαθμό που τα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου αφορούν συγκεκριμένα μόνον το κατά πόσον οι πράξεις αναπαραγωγής τις οποίες αφορά η κρινόμενη υπόθεση είναι μεταβατικές, θα περιοριστώ στην ερμηνεία αυτής της προϋποθέσεως και δεν θα αναλύσω το κατά πόσον οι πράξεις είναι παρεπόμενες. Το δεύτερο έως και το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα αφορούν την ερμηνεία της προϋποθέσεως να είναι η πράξη μεταβατική.

75.      Όπως προκύπτει από τη διατύπωση του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν οι συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιούνται οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής ασκούν επιρροή, προκειμένου οι πράξεις αυτές να θεωρηθούν μεταβατικές κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Δεν διευκρινίζει, εντούτοις, στη διάταξη περί παραπομπής ποιες περιστάσεις αφορά αυτό το ερώτημα. Δεν είναι σαφές αν το αιτούν δικαστήριο υπονοεί τις μορφές αναπαραγωγής (μέσω σαρωτή, λογισμικού οπτικής αναγνωρίσεως και αποθηκεύσεως χαρακτήρων), τη διάρκεια ζωής της αναπαραγωγής ή άλλες περιστάσεις. Εφόσον δεν είναι γνωστό σε ποιες ακριβώς συνθήκες αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο και εφόσον στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί μια απλή καταφατική ή αρνητική απάντηση, νομίζω ότι είναι σκόπιμο να αδιατυπωθεί το ερώτημα.

76.      Συνεπώς, το δεύτερο ερώτημα πρέπει να γίνει νοητό υπό την έννοια ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί ποιες περιστάσεις είναι σημαντικές ώστε οι συγκεκριμένες προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής να μπορούν να θεωρηθούν μεταβατικές κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

77.      Με το τρίτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν η αναπαραγωγή πραγματοποιείται με τη δημιουργία αρχείου κειμένου με βάση αρχείο εικόνας, ή με την αναζήτηση μιας σειράς λέξεων βάσει ενός αρχείου κειμένου. Το τρίτο ερώτημα πρέπει επίσης να αδιατυπωθεί εν μέρει, διότι το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν μια πράξη αναπαραγωγής είναι μεταβατική όταν η αναπαραγωγή πραγματοποιείται μέσω αναζητήσεως «διαδοχικών κειμένων βάσει ενός αρχείου κειμένου». Εφόσον η απλή αναζήτηση μιας σειράς λέξεων δεν συνιστά αναπαραγωγή, το τρίτο ερώτημα πρέπει να γίνει νοητό υπό την έννοια ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική όταν η αναπαραγωγή πραγματοποιείται, για παράδειγμα, με τη δημιουργία αρχείου κειμένου βάσει αρχείου εικόνας.

78.      Με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής (36) μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 όταν αποθηκεύεται τμήμα της αναπαραγωγής που περιέχει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου των ένδεκα λέξεων.

79.      Με το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσία να πληροφορηθεί αν μια πράξη αναπαραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 όταν εκτυπώνεται τμήμα της αναπαραγωγής που περιέχει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου των ένδεκα λέξεων.

80.      Για να δοθεί απάντηση σε αυτά τα προδικαστικά ερωτήματα, θα πρέπει καταρχήν να εξεταστεί η σημασία που έχει το γεγονός ότι η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής είναι μεταβατική.

81.      Μια πράξη αναπαραγωγής είναι κατά τη γνώμη μου μεταβατική όταν ο χρόνος ζωής της αναπαραγωγής είναι πολύ μικρός (37). Ασφαλώς, τίθεται αμέσως το ερώτημα σε τι έγκειται η διαφορά μεταξύ μιας μεταβατικής και μιας προσωρινής πράξεως αναπαραγωγής. Κατά την άποψή μου, η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι μια μεταβατική πράξη αναπαραγωγής έχει εξαιρετικά σύντομη διάρκεια, ενώ μια μεταβατική πράξη αναπαραγωγής μπορεί να έχει μεγαλύτερη διάρκεια (38). Συνεπώς, οι μεταβατικές πράξεις αναπαραγωγής είναι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής με εξαιρετικά μικρή χρονική διάρκεια, οι οποίες είναι εφήμερες και παύουν να υπάρχουν μετά την υλοποίησή τους (39). Η διάρκεια των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής είναι ασφαλώς χρονικά περιορισμένη, αλλά μπορεί να είναι μεγαλύτερη από τη διάρκεια ζωής των μεταβατικών πράξεων αναπαραγωγής (40). Ασφαλώς είναι πολύ δύσκολο, ή και εντελώς αδύνατο, να προσδιοριστεί ακριβώς εξαρχής ποια πρέπει να είναι η διάρκεια ζωής της αναπαραγωγής ώστε να μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική. Το στοιχείο αυτό πρέπει να καθορίζεται κατά περίπτωση λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των περιστάσεων της υποθέσεως.

82.      Κατά την άποψή μου, συνεπώς, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι το ουσιώδες στοιχείο που επιτρέπει να χαρακτηριστεί μια συγκεκριμένη πράξη αναπαραγωγής μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 είναι ότι η αναπαραγωγή έχει εξαιρετικά μικρό χρόνο ζωής, μολονότι για την εκτίμηση του γεγονότος αυτού πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως.

83.      Στην κρινόμενη υπόθεση, το αρχείο εικόνας που δημιουργείται με τη σάρωση του άρθρου εφημερίδας, όπως και το αρχείο κειμένου που δημιουργείται μετά τη μετατροπή του αρχείου εικόνας, διαγράφονται στη συνέχεια, όταν καταρτίζεται το απόσπασμα του άρθρου εφημερίδας. Η Infopaq υποστηρίζει στις γραπτές παρατηρήσεις της ότι η μέγιστη διάρκεια ζωής των εν λόγω αρχείων δεν υπερβαίνει τα τριάντα δευτερόλεπτα. Κατά την άποψή μου, στην κρινόμενη υπόθεση μπορεί να θεωρηθεί, λόγω του ότι η μέγιστη διάρκεια ζωής των εν λόγω αρχείων είναι εξαιρετικά μικρή και του ότι τα δύο αρχεία διαγράφονται, ότι πρόκειται για μεταβατικές πράξεις αναπαραγωγής.

84.      Κατά την άποψή μου, συνεπώς, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι, αν μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής πραγματοποιείται με τη δημιουργία αρχείου κειμένου βάσει αρχείου εικόνας και τα δύο αυτά αρχεία διαγράφονται, υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες της κρινόμενης υποθέσεως, η εν λόγω πράξη αναπαραγωγής πρέπει να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

85.      Όσον αφορά την αποθήκευση αποσπάσματος από άρθρο εφημερίδας, το αιτούν δικαστήριο, όπως προανέφερα στο σημείο 71, δεν διευκρινίζει για πόσο χρόνο αποθηκεύεται το απόσπασμα των ένδεκα λέξεων.

86.      Κατά την άποψή μου, συνεπώς, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει, βάσει των κριτηρίων που προσδιορίστηκαν με την απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, αν η πράξη αναπαραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν αποθηκεύεται τμήμα της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων.

87.      Όσον αφορά την εκτύπωση αποσπάσματος από άρθρο εφημερίδας, έχω ήδη αναφέρει στο σημείο 72 ότι δεν πρόκειται για προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Συνεπώς η πράξη αυτή δεν μπορεί a fortiori να θεωρηθεί μεταβατική πράξη αναπαραγωγής.

88.      Κατά την άποψή μου, συνεπώς, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο πέμπτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι μια πράξη αναπαραγωγής δεν μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν, υπό συνθήκες ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, εκτυπώνεται τμήμα της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων.

 β)     Δεύτερη προϋπόθεση: αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου (έκτο, έβδομο και όγδοο ερώτημα)

89.      Η δεύτερη προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής στο πλαίσιο του άρθρου 5, παράγραφος 1, είναι να αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου. Η ερμηνεία της προϋποθέσεως αυτής σε σχέση με τη σάρωση και τη μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου αποτελεί το αντικείμενο του έκτου και του έβδομου προδικαστικού ερωτήματος, ενώ το όγδοο προδικαστικό ερώτημα αφορά την εκτύπωση αποσπάσματος από άρθρο εφημερίδας. Το αιτούν δικαστήριο δεν ερωτά συγκεκριμένα αν η αποθήκευση αποσπάσματος από άρθρο εφημερίδας αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου.

90.      Με το έκτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν αν το στάδιο της τεχνολογικής μεθόδου κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιούνται οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής ασκεί επιρροή για το χαρακτηρισμό των πράξεων αυτών ως αναπόσπαστου και ουσιώδους τμήματος μιας τεχνολογικής μεθόδου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

91.      Με το έβδομο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής μπορούν να αποτελούν «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου» κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν αφορούν τη σάρωση με το χέρι ολόκληρων άρθρων εφημερίδων με την οποία τα άρθρα αυτά μετατρέπονται από έντυπα σε ψηφιακά.

92.      Με το όγδοο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής μπορούν να αποτελούν «αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου» κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν αφορούν εκτύπωση μέρους της αναπαραγωγής που περιέχει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων.

93.      Για να δοθεί απάντηση στο έκτο και στο έβδομο ερώτημα, πρέπει καταρχήν να αναλυθεί πότε μια συγκεκριμένη πράξη αναπαραγωγής αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου (41). Θα πρέπει να προσδιοριστεί, ιδίως, πόσο περιοριστική πρέπει να είναι η ερμηνεία της προϋποθέσεως σύμφωνα με την οποία η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου. Όπως δέχεται η θεωρία, το θεμελιώδες δίλημμα που παρουσιάζεται κατά την ερμηνεία της προϋποθέσεως αυτής έγκειται στο αν η πράξη αναπαραγωγής αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα της τεχνολογικής μεθόδου μόνον όταν αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της τεχνολογικής μεθόδου χωρίς στο οποίο η μέθοδος αυτή δεν θα ήταν δυνατή, ή αν μπορούν να υπαχθούν στην κατηγορία αυτή και άλλες πράξεις που δεν αποτελούν απαραίτητο στοιχείο της τεχνολογικής μεθόδου (42).

94.      Κατά την άποψή μου –και σύμφωνα με την άποψη που υποστηρίζει τη μεγαλύτερη μερίδα της θεωρίας (43)– δεν είναι απαραίτητο η πράξη αναπαραγωγής να αποτελεί απαραίτητο στοιχείο μιας συγκεκριμένης τεχνολογικής μεθόδου για να αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα της. Αυτό προκύπτει και από την αιτιολογική έκθεση της προτάσεως για την οδηγία 2001/29, στην οποία η Επιτροπή δηλώνει ότι αντικείμενο του άρθρου 5, παράγραφος 1, είναι να εξαιρεθούν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής οι οποίες «υπαγορεύονται από την τεχνολογία» (44). Από τη δήλωση αυτή προκύπτει επίσης ότι δεν ασκεί επιρροή το στάδιο της τεχνολογικής μεθόδου κατά το οποίο πραγματοποιείται η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής.

95.      Φρονώ συνεπώς ότι η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο έκτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι το στάδιο της τεχνολογικής μεθόδου κατά το οποίο πραγματοποιούνται οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής δεν ασκεί επιρροή για τον χαρακτηρισμό τους ως αναπόσπαστου και ουσιώδους τμήματος μιας τεχνολογικής μεθόδου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

96.      Για να δοθεί απάντηση στο έβδομο ερώτημα που τίθεται στην παρούσα υπόθεση, θα πρέπει να προσδιοριστεί τι συνιστά τεχνολογική μέθοδο, στο πλαίσιο της διαδικασίας καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων. Καλύπτει η τεχνολογική μέθοδος αποκλειστικά και μόνον τη σάρωση και τη μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου ή, αντιθέτως, ταυτίζεται με το σύνολο της διαδικασίας καταρτίσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων;

97.      Κατά την άποψή μου, στην κρινόμενη υπόθεση, η τεχνολογική μέθοδος καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας καταρτίσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων. Συνεπώς, η τεχνολογική μέθοδος περιλαμβάνει τη σάρωση και τη μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου, καθώς και την αποθήκευση και την εκτύπωση του αναζητούμενου όρου μαζί με τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις. Όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία αποτελούν τμήμα της ίδιας τεχνολογικής μεθόδου. Από αυτή την άποψη, η σάρωση των άρθρων και η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου αποτελούν αναμφισβήτητα αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου.

98.      Στο έβδομο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει, συνεπώς, κατά την άποψή μου να δοθεί η απάντηση ότι, αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής περιλαμβάνουν τη σάρωση με το χέρι ολόκληρων άρθρων εφημερίδων, μέσω της οποίας τα άρθρα αυτά μετατρέπονται από έντυπα σε ψηφιακά, υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες της κρινόμενης υποθέσεως, οι εν λόγω πράξεις αναπαραγωγής αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

99.      Για να δοθεί απάντηση στο όγδοο ερώτημα, θα πρέπει να διευκρινιστεί αν η εκτύπωση αναπαραγωγής που περιέχει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων μπορεί να συνιστά αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Όπως προανέφερα στο σημείο 97, η εκτύπωση αποσπάσματος από άρθρο εφημερίδας πρέπει κατ’ αρχήν να θεωρηθεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου. Θα πρέπει, εντούτοις, να επισημανθεί συναφώς ότι η εκτύπωση δεν συνιστά προσωρινή πράξη αναπαραγωγής, συνεπώς δεν πληροί την προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

100. Στο όγδοο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει, συνεπώς, κατά την άποψή μου, να δοθεί η απάντηση ότι, υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες της κρινόμενης υποθέσεως, η εκτύπωση αποσπάσματος δεν συνιστά προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Για τον λόγο αυτό, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και κατά συνέπεια παρέλκει η διαπίστωση του αν μπορεί να αποτελέσει αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου.

 γ)     Τρίτη προϋπόθεση: πράξεις που έχουν ως σκοπό να επιτρέψουν τη νόμιμη χρήση (ένατο και δέκατο ερώτημα)

101. Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, αποκλειστικός σκοπός της προσωρινής πράξεως αναπαραγωγής πρέπει να είναι να επιτρέψει είτε την εντός δικτύου μετάδοση μεταξύ τρίτων μέσω διαμεσολαβητή είτε τη νόμιμη χρήση του έργου. Στον βαθμό κατά τον οποίο στην κρινόμενη υπόθεση είναι πρόδηλον ότι δεν πρόκειται για μετάδοση εντός δικτύου και εφόσον το προδικαστικό ερώτημα αφορά αποκλειστικά το τμήμα εκείνο της τρίτης προϋποθέσεως που έχει σχέση με τη νόμιμη χρήση του έργου, η ανάλυσή μου θα επικεντρωθεί στην εξέταση της προϋποθέσεως της νόμιμης χρήσεως. Το ένατο και το δέκατο προδικαστικό ερώτημα αφορούν την ερμηνεία της προϋποθέσεως της νόμιμης χρήσεως.

i)      Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως του έργου (ένατο ερώτημα)

102. Με το ένατο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν η νόμιμη χρήση έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 καλύπτει όλες τις μορφές χρήσεως του έργου για τις οποίες δεν απαιτείται η έγκριση του δικαιούχου.

103. Για να δοθεί απάντηση στο ένατο προδικαστικό ερώτημα, πρέπει να διευκρινιστεί τι σημαίνει η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

104. Όπως προκύπτει από την τριακοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, η χρήση ενός έργου τεκμαίρεται ότι είναι νόμιμη (45) «εφόσον επιτρέπεται από τον δικαιούχο ή δεν περιορίζεται από το νόμο». Από την εν λόγω αιτιολογική σκέψη μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η χρήση ενός έργου είναι νόμιμη σε τρεις περιπτώσεις. Πρώτον, η χρήση είναι νόμιμη όταν δεν απαιτεί έγκριση του δικαιούχου, για παράδειγμα, η ανάγνωση άρθρων εφημερίδων. Αν όμως πρόκειται για χρήση έργου υπό μορφή αναπαραγωγής, όπως εν προκειμένω, ή για άλλη μορφή χρήσεως για την οποία απαιτείται καταρχήν η έγκριση του δικαιούχου (46), η χρήση είναι νόμιμη, δεύτερον, αν ο δικαιούχος την έχει επιτρέψει ρητώς η, τρίτον, αν επιτρέπεται δυνάμει κάποιας από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς που θέτει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3 (47) της οδηγίας 2001/29, εφόσον το οικείο κράτος μέλος έχει μεταφέρει την εν λόγω εξαίρεση ή περιορισμό στο εθνικό δίκαιο και εφόσον συνάδει με το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας.

105. Στο ένατο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει, συνεπώς, κατά την άποψή μου, να δοθεί η απάντηση ότι η νόμιμη χρήση έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 καλύπτει κάθε μορφή χρήσεως του έργου για την οποία δεν απαιτείται η έγκριση του δικαιούχου ή η οποία έχει εγκριθεί ρητώς από τον δικαιούχο. Σε περίπτωση χρήσεως έργου υπό μορφή αναπαραγωγής, η έγκριση του δικαιούχου δεν είναι απαραίτητη αν η αναπαραγωγή επιτρέπεται βάσει κάποιας από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29, εφόσον το οικείο κράτος μέλος έχει μεταφέρει την εν λόγω εξαίρεση ή περιορισμό στο εθνικό δίκαιο και εφόσον η αναπαραγωγή συνάδει με το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

ii)    Νόμιμη χρήση στην κρινόμενη υπόθεση (δέκατο ερώτημα)

106. Με το δέκατο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί αν η νόμιμη χρήση έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 καλύπτει τη σάρωση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων την οποία πραγματοποιεί η επιχείρηση, τη μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής, καθώς και την αποθήκευση και την ενδεχόμενη εκτύπωση τμήματος της αναπαραγωγής το οποίο περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων προοριζόμενα για την κατάρτιση περιλήψεων από την εν λόγω επιχείρηση, μολονότι ο δικαιούχος δεν έχει εγκρίνει τη δραστηριότητα αυτή. Το δέκατο προδικαστικό ερώτημα πρέπει, κατά την άποψή μου, να ναδιατυπωθεί (48), για τους λόγους τους οποίους θα εκθέσω στη συνέχεια.

–       Αναδιατύπωση του δέκατου ερωτήματος

107. Το δέκατο προδικαστικό ερώτημα είναι διατυπωμένο κατά τρόπον ώστε η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως να αφορά όλες τις πράξεις αναπαραγωγής που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας καταρτίσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων την οποία χρησιμοποιεί η Infopaq. Αυτή η διατύπωση του ερωτήματος οφείλεται σε εσφαλμένη κατανόηση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Πράγματι, η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως έργου δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπον ώστε να απαιτεί να συνιστούν οι ίδιες οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής νόμιμη χρήση του έργου. Αντιθέτως, πρέπει να γίνει νοητή υπό την έννοια ότι οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής πρέπει να επιτρέπουν μια άλλη χρήση του έργου η οποία θα πρέπει να είναι νόμιμη. Για παράδειγμα, αν ένας οργανισμός επαγγελματικής εκπαιδεύσεως πραγματοποιεί, στο πλαίσιο της διδασκαλίας και χάριν παραδείγματος και μόνο, αντίγραφο –δηλαδή αναπαραγωγή– ενός συγκεκριμένου έργου, όπως οπτικοακουστική εγγραφή εκπομπής εκπαιδευτικού περιεχομένου, και στο πλαίσιο της εν λόγω πράξεως αναπαραγωγής αντίγραφο της οπτικοακουστικής εγγραφής αποθηκεύεται προσωρινά στη μνήμη RAM κάποιου υπολογιστή, το προσωρινό αυτό αντίγραφο που δημιουργείται στη μνήμη RAM θα επιτρέψει την επιχειρούμενη αναπαραγωγή χάριν παραδείγματος για εκπαιδευτική χρήση, η οποία είναι νόμιμη δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2001/29 (49). Το προσωρινό αντίγραφο που δημιουργείται στη μνήμη RAM. Πάντως, είναι νόμιμο μόνον αν πληροί και όλες τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, δηλαδή αν είναι μεταβατικό ή παρεπόμενο, αν αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου και αν δεν έχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία. Αν οι προϋποθέσεις της νόμιμης χρήσεως τις οποίες προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 ερμηνεύονταν υπό την έννοια ότι η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής συνιστά νόμιμη χρήση, αυτό θα σήμαινε ότι δεν θα έπρεπε πλέον να πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου και το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 θα έπαυε να έχει λόγο υπάρξεως.

108. Κατά την ανάλυση που πραγματοποιείται βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, θα πρέπει συνεπώς να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής οι οποίες πρέπει να πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου και των οριστικών πράξεων αναπαραγωγής ή άλλης μορφής χρήσεως του έργου, την οποία καθιστούν δυνατή οι εν λόγω προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής και η οποία πρέπει να συνιστά νόμιμη χρήση του έργου. Στην κρινόμενη υπόθεση, η χρήση του έργου, δηλαδή του άρθρου εφημερίδας, υλοποιείται με την εκτύπωση αποσπάσματος του άρθρου αποτελούμενου από ένδεκα λέξεις.

109. Στη διάταξη περί παραπομπής δεν αναφέρεται ρητώς αν τα εν λόγω αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων χρησιμοποιούνται ως εσωτερική βάση για την κατάρτιση περιλήψεων άρθρων, ή απλώς ως βοήθημα για την επιλογή των άρθρων εφημερίδων για τα οποία καταρτίζονται περιλήψεις. Η διάταξη περί παραπομπής δεν περιέχει επίσης καμία ένδειξη σχετικά με τη μέθοδο καταρτίσεως των περιλήψεων και σχετικά με το αν μεταφέρουν αυτολεξεί το απόσπασμα των ένδεκα λέξεων. Δεδομένου ότι τα πραγματικά περιστατικά δεν περιγράφονται σαφώς, δεν αποκλείεται η εταιρία Infopaq να αποστέλλει τα αποσπάσματα των ένδεκα λέξεων απευθείας στους πελάτες της, δίνοντάς τους έτσι την ευκαιρία να συναγάγουν από τα συμφραζόμενα ποια άρθρα εφημερίδων τους ενδιαφέρουν. Εν πάση περιπτώσει, τα αποσπάσματα των ένδεκα λέξεων χρησιμοποιούνται με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο στο πλαίσιο της εμπορικής δραστηριότητας της εταιρίας Infopaq, η οποία έγκειται στην κατάρτιση περιλήψεων από άρθρα εφημερίδων.

110. Ανεξαρτήτως αυτού, δεν μπορεί, κατά την άποψή μου, να υποστηριχθεί, στην κρινόμενη υπόθεση, ότι η κατάρτιση περιλήψεων τις οποίες η Infopaq αποστέλλει στους πελάτες της συνιστά χρήση του έργου και ότι η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως του έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 πληρούται εφόσον η κατάρτιση περιλήψεων επιτρέπεται βάσει του δανικού δικαίου. Η κρινόμενη υπόθεση δεν μπορεί να γίνει νοητή υπό την έννοια ότι η κατάρτιση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, στην οποία προβαίνει η Infopaq, επιτρέπει την κατάρτιση περιλήψεων. Ασφαλώς είναι αλήθεια ότι η διαδικασία καταρτίσεως των αποσπασμάτων αυτών κατά πάσα πιθανότητα διευκολύνει σημαντικά τη σύνταξη των περιλήψεων αυτών, αλλά δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι την επιτρέπει. Η Infopaq θα μπορούσε να καταρτίζει περιλήψεις των άρθρων εφημερίδων και χωρίς τα αποσπάσματα των ένδεκα λέξεων που δημιουργούνται προηγουμένως. Εξάλλου, η σύνταξη περιλήψεων δεν αποτελεί αναγκαστικά συνέχεια της διαδικασίας καταρτίσεως των αποσπασμάτων ένδεκα λέξεων. Για το λόγο αυτό, η σύνταξη περιλήψεων δεν μπορεί να θεωρηθεί η τελευταία φάση της διαδικασίας καταρτίσεως των αποσπασμάτων, την οποία επιτρέπει.

111. Κατά συνέπεια, το δέκατο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να γίνει νοητό υπό την έννοια ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί ουσιαστικά να πληροφορηθεί αν η σάρωση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων, η μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής και η αποθήκευση μέρους της αναπαραγωγής το οποίο περιέχει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων επιτρέπουν τη νόμιμη χρήση του έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, η οποία υλοποιείται με την εκτύπωση και τη χρήση των αποσπασμάτων για τη δραστηριότητα επιχειρήσεως, η οποία έγκειται στην κατάρτιση περιλήψεων από άρθρα εφημερίδων, μολονότι η δραστηριότητα αυτή δεν έχει εγκριθεί από τον δικαιούχο.

–       Ανάλυση του δέκατου ερωτήματος και απάντηση σε αυτό

112. Για την ανάλυση του εν λόγω προδικαστικού ερωτήματος, είναι χρήσιμο να επισημανθεί, γενικά, ότι η χρήση άρθρων εφημερίδων υπό μορφή μερικής αναπαραγωγής, με άλλα λόγια αποσπασμάτων αποτελούμενων από ένδεκα λέξεις, είναι νόμιμη σε δύο περιπτώσεις: αν ο κάτοχος του δικαιώματος του δημιουργού έχει επιτρέψει ρητώς αυτή τη μερική αναπαραγωγή, ή αν αυτή η μερική αναπαραγωγή μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει μιας από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29, εφόσον η Δανία έχει προβλέψει τις εν λόγω εξαιρέσεις και περιορισμούς στο εθνικό δίκαιο και εφόσον η αναπαραγωγή συνάδει με το άρθρο 5, παράγραφος 5, της ίδιας οδηγίας.

113. Στην κρινόμενη υπόθεση, από τα πραγματικά περιστατικά προκύπτει σαφώς ότι οι κάτοχοι των δικαιωμάτων δημιουργού δεν έχουν συναινέσει στην κατάρτιση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων· συνεπώς η κατάρτιση των αποσπασμάτων αυτών δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη σε αυτή τη βάση. Στη συνέχεια, θα εξετάσω αν, στην κρινόμενη υπόθεση, η χρησιμοποίηση άρθρων εφημερίδων με τη μορφή της αναπαραγωγής αποσπασμάτων από αυτά τα άρθρα μπορεί να είναι νόμιμη δυνάμει μιας από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29. Θα αναλύσω το κατά πόσον αυτή η πράξη αναπαραγωγής συνάδει με το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 στο πλαίσιο της απαντήσεως που θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να δοθεί στο δέκατο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο αφορά την ερμηνεία της διατάξεως αυτής.

114. Θα πρέπει να υπογραμμιστούν δύο σημεία σε σχέση με τις εξαιρέσεις και τους περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής τους οποίους προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3. Πρώτον, οι εξαιρέσεις και οι περιορισμοί που απαριθμούνται σε αυτή τη διάταξη της οδηγίας είναι προαιρετικοί και τα κράτη μέλη τους μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο μόνον αν το επιθυμούν. Αυτό προκύπτει από την εισαγωγική φράση του άρθρου 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη «μπορούν» να προβλέπουν αυτές τις εξαιρέσεις ή περιορισμούς (50). Με τη διάταξη περί παραπομπής, το αιτούν δικαστήριο δεν παρέχει κάποια ένδειξη όσον αφορά τις εξαιρέσεις και περιορισμούς τους οποίους προβλέπει η εθνική νομοθεσία της Δανίας. Για τον λόγο αυτό, θα αναλύσω μόνον την ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στις διάφορες εξαιρέσεις και περιορισμούς, ενώ στην τελική ανάλυση βάσει αυτών των εξαιρέσεων και περιορισμών πρέπει να προβεί το εθνικό δικαστήριο. Στην κρινόμενη υπόθεση, το εθνικό δικαστήριο θα πρέπει συνεπώς να εξετάσει ποιους από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς του άρθρου 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29 έχει προβλέψει η Δανία στην εθνική της νομοθεσία και να εξακριβώσει, βάσει αυτών των εξαιρέσεων και περιορισμών, αν μια μερική αναπαραγωγή άρθρων εφημερίδων υπό μορφή αποσπασμάτων ένδεκα λέξεων μπορεί να αποτελέσει νόμιμη χρήση των εν λόγω άρθρων εφημερίδων.

115. Δεύτερον, οι εξαιρέσεις και οι περιορισμοί του άρθρου 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29 απαριθμούνται - όπως προκύπτει από την τριακοστή δεύτερη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας (51) – εξαντλητικά, πράγμα που σημαίνει ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να θεσπίσουν στην εθνική τους νομοθεσία άλλες εξαιρέσεις και περιορισμούς εκτός από αυτούς τους οποίους προβλέπει η οδηγία. Συνεπώς, η Δανία δεν μπορεί να προβλέψει στο εθνικό δίκαιο ότι η μερική αναπαραγωγή άρθρων εφημερίδων υπό μορφή αποσπασμάτων των εν λόγω άρθρων είναι επιτρεπτή εφόσον χρησιμεύει για την κατάρτιση περιλήψεων, αν η πράξη αυτή δεν είναι επιτρεπτή βάσει κάποιου από τις εξαιρέσεις και τους περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής του άρθρου 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29.

116. Η μόνη εξαίρεση που θα μπορούσε εκ πρώτης όψεως να θεωρηθεί λυσιτελής στην κρινόμενη υπόθεση είναι η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄ (52) και επιτρέπει την αναπαραγωγή δια του Τύπου και τη χρήση έργου κατά την παρουσίαση της επικαιρότητας (53). Το εν λόγω άρθρο προβλέπει δύο εξαιρέσεις του δικαιώματος αναπαραγωγής. Η πρώτη εξαίρεση είναι η «αναπαραγωγή δια του Τύπου, παρουσίαση στο κοινό ή διάθεση δημοσιευμένων άρθρων για οικονομικά, πολιτικά ή θρησκευτικά θέματα επικαιρότητας […], όταν η χρήση αυτή δεν απαγορεύεται ρητά και εφόσον αναφέρεται η πηγή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του δημιουργού». Η δεύτερη εξαίρεση είναι η «χρήση έργων ή άλλων αντικειμένων κατά την παρουσίαση της επικαιρότητας, στο βαθμό που δικαιολογείται από τον ενημερωτικό σκοπό και εφόσον αναφέρεται η πηγή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του δημιουργού».

117. Κατά την άποψή μου, καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2001/29 –ακόμα και αν η Δανία τις έχει προβλέψει στην εθνική της νομοθεσία– δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη μερική αναπαραγωγή άρθρων εφημερίδων υπό μορφή αποσπασμάτων ένδεκα λέξεων.

118. Η πρώτη εξαίρεση την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, δεν μπορεί να δικαιολογήσει μια τέτοια αναπαραγωγή, διότι δεν πρόκειται για αναπαραγωγή δια του Τύπου, στην οποία υπάγονται παραδοσιακά οι εφημερίδες και τα περιοδικά (54). Η κρινόμενη υπόθεση δεν αφορά την παρουσίαση στο κοινό ή τη διάθεση στο κοινό δημοσιευμένων άρθρων (55). Πράγματι, η παρουσίαση στο κοινό περιλαμβάνει τη μετάδοση ή αναμετάδοση ενός έργου με ενσύρματα ή ασύρματα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής (56). Διάθεση στο κοινό σημαίνει, αντιθέτως, την παρουσίαση ενός έργου σε κοινό που δεν παρίσταται στον τόπο όπου διενεργείται η σχετική πράξη (57). Ακόμα και εάν η Infopaq απέστελλε στους πελάτες της αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, δεν θα επρόκειτο για παρουσίαση στο κοινό (58) ή για διάθεση στο κοινό (59).

119. Κατ’ αναλογία, η μερική αναπαραγωγή άρθρων εφημερίδων υπό μορφή αποσπασμάτων τους δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε βάσει της δεύτερης εξαιρέσεως του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2001/89, το οποίο επιτρέπει την παρουσίαση της επικαιρότητας. Πράγματι, η εξαίρεση αυτή επιτρέπει τη χρήση έργων που συνδέεται με την αυτοτελή δραστηριότητα ενημερώσεως για γεγονότα επικαιρότητας (60), με άλλα λόγια τη χρήση στο πλαίσιο της ενημερώσεως για συγκεκριμένο γεγονός της επικαιρότητας. Εξάλλου, το να γίνει δεκτό ότι τα άρθρα εφημερίδων μπορούν να αναπαράγονται ελεύθερα δυνάμει της εξαιρέσεως που επιτρέπει την παρουσίαση της επικαιρότητας θα αντέβαινε προς το αντικείμενο της πρώτης εξαιρέσεως του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, η οποία αφορά ακριβώς την αναπαραγωγή, την ανακοίνωση στο κοινό και τη διάθεση άρθρων για οικονομικά, πολιτικά η θρησκευτικά θέματα επικαιρότητας και, υπ’ αυτήν την έννοια, αποτελεί, όσον αφορά τα άρθρα εφημερίδων, lex specialis σε σχέση με τη δεύτερη εξαίρεση που προβλέπει το εν λόγω άρθρο.

120. Συνεπώς, η μερική αναπαραγωγή άρθρων εφημερίδων δεν συνιστά νόμιμη χρήση των εν λόγω άρθρων δυνάμει οποιασδήποτε από τις εξαιρέσεις οι περιορισμούς που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 2, ή το άρθρο 5, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/29.

121. Στο δέκατο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει, συνεπώς, κατά την άποψή μου, να δοθεί η απάντηση ότι η σάρωση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων, η μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής και η αποθήκευση μέρους της αναπαραγωγής το οποίο περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων, υπό συνθήκες ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, δεν επιτρέπουν τη νόμιμη χρήση του έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, εφόσον τα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων εκτυπώνονται και χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της δραστηριότητας της εν λόγω επιχειρήσεως, η οποία έγκειται στην κατάρτιση περιλήψεων των άρθρων εφημερίδων, χωρίς η δραστηριότητα αυτή να έχει εγκριθεί από τον δικαιούχο.

 δ)     Τέταρτη προϋπόθεση: δραστηριότητες που δεν έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία (ενδέκατο και δωδέκατο ερώτημα)

122. Η τέταρτη προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, προκειμένου να μπορεί να εξαιρεθεί από το δικαίωμα αναπαραγωγής, είναι να μην έχει καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία (61).

123. Το ενδέκατο και το δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα αφορούν την ερμηνεία αυτής της προϋποθέσεως. Με το ενδέκατο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να πληροφορηθεί ποιο κριτήριο πρέπει να εφαρμοστεί προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Με το δωδέκατο ερώτημα, ζητεί να πληροφορηθεί αν η αύξηση της παραγωγικότητας των χρηστών λόγω των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής μπορεί να ληφθεί υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι εν λόγω πράξεις έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

124. Η οδηγία 2001/29 δεν περιέχει ορισμό της ανεξάρτητης οικονομικής σημασίας, ενώ η ακριβέστερη έννοια της προϋποθέσεως αυτής δεν προκύπτει ούτε από την αιτιολογική έκθεση της προτάσεως οδηγίας, στην οποία αναφέρεται ότι εξαιρούνται από την οδηγία οι πράξεις αναπαραγωγής που έχουν αυτοτελή οικονομική σημασία (62). Για την ερμηνεία της προϋποθέσεως αυτής πρέπει να διευκρινιστεί τι σημαίνει το ότι μια συγκεκριμένη πράξη αναπαραγωγής έχει οικονομική σημασία, τι σημαίνει το ότι αυτή η οικονομική σημασία είναι ανεξάρτητη, καθώς και το πρόσωπο για το οποίο (63) αυτή η πράξη αναπαραγωγής πρέπει να έχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία.

125. Η ύπαρξη οικονομικής σημασίας σημαίνει ότι η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής πρέπει να αποφέρει στο πρόσωπο που την πραγματοποιεί ένα οικονομικό πλεονέκτημα· εμμέσως όμως, - με άλλα λόγια αν ο δικαιούχος λαμβάνει πρόσφορη αμοιβή - αυτή η πράξη αναπαραγωγής αποφέρει οικονομικό πλεονέκτημα και στον δικαιούχο (64). Το οικονομικό πλεονέκτημα μπορεί να είναι, για παράδειγμα, κέρδος, μείωση των εξόδων, αύξηση της παραγωγικότητας ή αλλά παρόμοια πλεονεκτήματα (65).

126. Ο καθοριστικός παράγοντας προκειμένου να καθοριστεί αν αυτή η οικονομική σημασία είναι ανεξάρτητη είναι, κατά τη γνώμη μου, το αν τα οικονομικά πλεονεκτήματα απορρέουν από τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής. Ανεξάρτητη οικονομική σημασία θα υπάρχει, για παράδειγμα, αν η Infopaq αποστέλλει στους πελάτες της, εκτός από τις περιλήψεις των άρθρων εφημερίδων, σαρωμένα τα εν λόγω άρθρα, εισπράττοντας αμοιβή, ή αν οι πελάτες της Infopaq μπορούν να έχουν απευθείας πρόσβαση, για παράδειγμα μέσω του διαδικτύου, στα σαρωμένα άρθρα εφημερίδων. Ανεξάρτητη οικονομική σημασία υπάρχει επίσης αν η Infopaq ασκεί αυτοτελή δραστηριότητα σαρώσεως των άρθρων εφημερίδων τα οποία αποστέλλει στους πελάτες της μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και για την οποία εισπράττει από αυτούς αμοιβή (66). Η απλή δυνατότητα να μπορεί η Infopaq να αντλεί συγκεκριμένο οικονομικό πλεονέκτημα από τις δύο αυτές πράξεις αναπαραγωγής δεν αρκεί προκειμένου να πληρωθεί η προϋπόθεση της ανεξάρτητης οικονομικής σημασίας· η εταιρία θα πρέπει να ασκεί πράγματι τη δραστηριότητα αυτή.

127. Στο ενδέκατο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει, συνεπώς, κατά την άποψή μου, να δοθεί η απάντηση ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, θα πρέπει να διαπιστωθεί αν από τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής απορρέει άμεσα οικονομικό πλεονέκτημα.

128. Στην κρινόμενη υπόθεση, η σάρωση άρθρων εφημερίδων και η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου, καθώς και η αποθήκευση των αποσπασμάτων (67) από άρθρα εφημερίδων συνεπάγονται για την εταιρία Infopaq μείωση του κόστους και συγχρόνως αύξηση της παραγωγικότητας και εξοικονόμηση χρόνου. Δεν αμφισβητείται ότι οι πράξεις αναπαραγωγής έχουν οικονομική σημασία για την εταιρία Infopaq, αλλά δεν έχουν, κατά την άποψή μου, ανεξάρτητη οικονομική σημασία. Προκειμένου να υπάρχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία εν προκειμένω, δεν αρκεί η πράξη αναπαραγωγής απλώς να συμβάλλει γενικά στην αύξηση της αποτελεσματικότητας της Infopaq κατά την κατάρτιση αποσπασμάτων. Η σάρωση, η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου, καθώς και η αποθήκευση των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων δεν αποτελούν στην πραγματικότητα παρά τμήμα της ευρύτερης διαδικασίας καταρτίσεως των αποσπασμάτων και δεν έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία (68). Στην κρινόμενη υπόθεση, η ανεξάρτητη οικονομική σημασία της σαρώσεως, της μετατροπής του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου και της αποθηκεύσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων πρέπει να εκτιμηθεί ξεχωριστά από την οικονομική σημασία που έχει για την εταιρία Infopaq η οριστική εκτύπωση των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων. Πρέπει συνεπώς, κατά την άποψή μου, να γίνει δεκτό ότι η σάρωση των άρθρων και η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου, καθώς και η αποθήκευση των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, δεν έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία.

129. Στο δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα θα πρέπει, συνεπώς, κατά την άποψή μου, να δοθεί η απάντηση ότι η αύξηση της παραγωγικότητας του χρήστη λόγω των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής, υπό περιστάσεις ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι πράξεις αυτές έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

4.      Συμπέρασμα όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29

130. Mε βάση την ανάλυση των προϋποθέσεων που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και τις απαντήσεις που δόθηκαν από το δεύτερο έως και το δωδέκατο προδικαστικό ερώτημα, φρονώ ότι δεν είναι δυνατόν να δικαιολογηθούν, βάσει της εξαιρέσεως του δικαιώματος αναπαραγωγής την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας, οι πράξεις αναπαραγωγής που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο διαδικασίας καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, ανάλογης με αυτή που χρησιμοποιεί η εταιρία Infopaq. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η εταιρία Infopaq θα πρέπει να λάβει την έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων του δημιουργού για την κατάρτιση των αποσπασμάτων.

 Ε –       Ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 (δέκατο τρίτο ερώτημα)

131. Με το δέκατο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί ουσιαστικά να πληροφορηθεί αν η σάρωση από μια επιχείρηση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων, η μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής, καθώς και η αποθήκευση και η εκτύπωση του μέρους της αναπαραγωγής το οποίο περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων, χωρίς τη συναίνεση του δικαιούχου, μπορούν να θεωρηθούν ειδικές περιπτώσεις οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση των άρθρων εφημερίδων και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

132. Λαμβανομένου υπόψη ότι, όπως διαπιστώθηκε κατά την ανάλυση των προϋποθέσεων του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, οι κρινόμενες πράξεις αναπαραγωγής δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου, δεν είναι καταρχήν απαραίτητο να εξεταστεί αν οι πράξεις αυτές πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5. Το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 προβλέπει, πράγματι, πρόσθετες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι πράξεις αναπαραγωγής, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1. Για την περίπτωση, εντούτοις, κατά την οποία το Δικαστήριο κρίνει ότι οι πράξεις αναπαραγωγής στις οποίες προβαίνει η Infopaq πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, θα εξετάσω στη συνέχεια συνοπτικά αν οι πράξεις αυτές πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας.

133. Στην κρινόμενη υπόθεση θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να γίνει και πάλι διάκριση, κατά την ανάλυση, βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, μεταξύ της οριστικής πράξεως αναπαραγωγής – δηλαδή της εκτυπώσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων – και των πράξεων αναπαραγωγής που επιτρέπουν την πραγματοποίηση της εν λόγω τελικής πράξεως – δηλαδή της σαρώσεως των άρθρων εφημερίδων, της μετατροπής του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου και της αποθηκεύσεως του αποσπάσματος από το άρθρο εφημερίδας. Πράγματι, αν το Δικαστήριο κρίνει, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, ότι η οριστική πράξη αναπαραγωγής την οποία καθιστούν δυνατή οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής συνιστά νόμιμη χρήση του έργου δυνάμει κάποιου από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής τους οποίους προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 ή 3, της οδηγίας, θα πρέπει, προκειμένου να πληρούται η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως, να εξετάσει αν η εν λόγω οριστική πράξη αναπαραγωγής πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας. Μόνον τότε θα πληρούται πράγματι η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας και μόνον εφόσον πληρούται αυτή η προϋπόθεση –μαζί με όλες τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29– θα μπορεί να εξεταστεί κατά πόσον οι πράξεις αναπαραγωγής οι οποίες καθιστούν δυνατή αυτή την τελική χρήση πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας. Συνεπώς, στη συνέχεια θα εξετάσω, πρώτον, αν η οριστική πράξη αναπαραγωγής (η εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων) πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 και, στη συνέχεια, αν οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται από τις πράξεις αναπαραγωγής που την καθιστούν δυνατή (σάρωση των άρθρων εφημερίδων, μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου και αποθήκευση (69) του αποσπάσματος άρθρου εφημερίδας).

1.      Πληροί η εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29;

134. Όπως προκύπτει από το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, οι εξαιρέσεις και περιορισμοί που προβλέπει το εν λόγω άρθρο εφαρμόζονται, πρώτον, μόνο σε αυστηρά καθορισμένες ειδικές περιπτώσεις οι οποίες, δεύτερον, δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου και, τρίτον, δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου (70). Οι προϋποθέσεις αυτές είναι σωρευτικές. Οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, οι οποίες αποκαλούνται από τη θεωρία «τριπλή προϋπόθεση» (71), περιλήφθηκαν στην οδηγία λαμβάνοντας ως υπόδειγμα διεθνείς συμβάσεις, και ειδικότερα το άρθρο 9, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης (72), το άρθρο 10 της συνθήκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας για τα δικαιώματα του δημιουργού (73) και το άρθρο 13 της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (TRIPS) (74). Όπως προκύπτει από την τεσσαρακοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, η εφαρμογή των εξαιρέσεων και περιορισμών που προβλέπει η οδηγία θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις (75). Το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 πρέπει συνεπώς να ερμηνευθεί σύμφωνα με τις εν λόγω διεθνείς συμβάσεις.

135. Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, οι εξαιρέσεις και οι περιορισμοί πρέπει να ισχύουν μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις. Η προϋπόθεση αυτή σημαίνει ότι οι εξαιρέσεις και περιορισμοί πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς και να ανταποκρίνονται σε αυστηρά προσδιορισμένους σκοπούς (76). Όσον αφορά την εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, ο ειδικός σκοπός στον οποίο θεμελιώνεται η εξαίρεση αυτή είναι η ενημέρωση του κοινού για επίκαιρα γεγονότα· εντούτοις, είναι επίσης αλήθεια ότι η εξαίρεση αυτή δεν αποκλείει τον, έστω και έμμεσο, εμπορικό σκοπό της ενημερώσεως για επίκαιρα γεγονότα (77).

136. Εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι η αναπαραγωγή αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων συνιστά νόμιμη χρήση δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2001/29, αυτό σημαίνει ότι δέχεται επίσης σιωπηρώς ότι σκοπός της αναπαραγωγής αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων είναι η ενημέρωση του κοινού. Θα μπορούσε ασφαλώς να υποστηριχθεί ότι η μερική αναπαραγωγή άρθρων εφημερίδων υπό μορφή αποσπασμάτων δεν ανταποκρίνεται πλήρως στον σκοπό αυτό και ότι ο πρωταρχικός σκοπός της είναι εμπορικός, ενώ η ενημέρωση αποτελεί τον δευτερεύοντα σκοπό. Εντούτοις, όταν, για παράδειγμα, ένα περιοδικό δημοσιεύει ένα άρθρο άλλου περιοδικού, όταν μεταδίδεται από το ραδιόφωνο απόσπασμα από άρθρο εφημερίδας, ή όταν μαγνητοσκοπούνται έργα που παρουσιάζονται σε έκθεση κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής σχετικά με την έκθεση αυτή, τα οικεία μέσα ενημερώσεως δεν χρησιμοποιούν τα έργα μόνο με σκοπό την ενημέρωση του κοινού, αλλά αντιθέτως και με εμπορικό σκοπό. Μπορεί συνεπώς, κατά την άποψή μου, να θεωρηθεί, όσον αφορά την αναπαραγωγή αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, ότι όταν τα αποσπάσματα χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση περιλήψεων των εν λόγω άρθρων, χρησιμοποιούνται για την ενημέρωση του κοινού. Μπορεί συνεπώς, κατά την άποψή μου, να κριθεί ότι πρόκειται για ειδική περίπτωση κατά την έννοια της πρώτης προϋποθέσεως του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29. Κατά συνέπεια, πληρούται η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 για την εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων.

137. Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, οι συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες ισχύουν οι εξαιρέσεις και περιορισμοί δεν πρέπει να αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου. Η κανονική εκμετάλλευση άρθρων εφημερίδων σημαίνει ότι οι εφημερίδες στις οποίες δημοσιεύονται τα άρθρα πωλούνται και αποφέρουν κέρδος· τα οικονομικά πλεονεκτήματα που μπορούν να αντληθούν από τα άρθρα εφημερίδων ανήκουν στους κατόχους των δικαιωμάτων του δημιουργού (78). Αν οι επιπτώσεις στην αγορά της πωλήσεως εφημερίδων είναι σημαντικές και οι πωλήσεις εφημερίδων μειώνονται, αυτό αντίκειται στην κανονική εκμετάλλευση (79).

138. Η αναπαραγωγή αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων επιτρέπει στην εταιρία Infopaq να επισημαίνει γρήγορα τα σημαντικά άρθρα για τα οποία θα πρέπει να συντάξει περίληψη. Η εταιρία Infopaq μπορεί έτσι να συντάσσει περιλήψεις για όλα τα σημαντικά άρθρα εφημερίδων, έτσι ώστε οι πελάτες της να μη χρειάζεται πια να αγοράζουν εφημερίδες (80). Συνεπώς, η αναπαραγωγή αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων επηρεάζει, κατά την άποψή μου, την κανονική εκμετάλλευση των άρθρων εφημερίδων, οπότε δεν πληρούται η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

139. Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, οι συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες ισχύουν οι εξαιρέσεις και περιορισμοί δεν πρέπει να θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου. Στο πλαίσιο της τρίτης προϋποθέσεως, δεν αρκεί μια απλή επίπτωση στα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου –τα οποία ασφαλώς επηρεάζονται από κάθε εξαίρεση ή περιορισμό–, αλλά η επίπτωση πρέπει να είναι αδικαιολόγητη (81). Συνεπώς, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ποσοτικός και ο ποιοτικός χαρακτήρας της εν λόγω επιπτώσεως (82).

140. Στην κρινόμενη υπόθεση, καταρτίζεται απόσπασμα άρθρου εφημερίδας για όλα τα άρθρα που περιέχουν τους αναζητούμενους όρους. Αν ο αναζητούμενος όρος εμφανίζεται συχνά στα εν λόγω άρθρα, αυτό σημαίνει ποσοτικά ότι καταρτίζονται αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων για πολλά ενδεχομένως άρθρα. Αν πολλοί αναζητούμενοι όροι εμφανίζονται στο ίδιο άρθρο, αυτό σημαίνει επίσης ότι καταρτίζονται ενδεχομένως πολλά αποσπάσματα για το ίδιο άρθρο. Όπως προανέφερα κατά την ανάλυση της δεύτερης προϋποθέσεως του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, η αναπαραγωγή των εν λόγω αποσπασμάτων μέσω της καταρτίσεως περιλήψεων έχει έμμεση επίπτωση στην πώληση των άρθρων εφημερίδων· για τον λόγο αυτό, οι κάτοχοι των δικαιωμάτων του δημιουργού έχουν έννομο συμφέρον να συμμετέχουν στα κέρδη που πραγματοποιεί η εταιρία Infopaq. Λαμβανομένου υπόψη του ότι τα αποσπάσματα αυτά καταρτίζονται για μεγάλο αριθμό άρθρων εφημερίδων, τα έννομα συμφέροντα των δικαιούχων θίγονται, κατά την άποψή μου, αδικαιολόγητα. Κατά συνέπεια, φρονώ ότι, όσον αφορά την εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, δεν πληρούται ούτε η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

141. Εφόσον η εκτύπωση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων δεν πληροί την δεύτερη και την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, δεν μπορεί να συνιστά νόμιμη χρήση των άρθρων εφημερίδων κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1.

2.      Πληρούν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29;

142. Εφόσον, με την παράγραφο 141 των παρουσών, διαπιστώθηκε ότι τα αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων δεν μπορούν να συνιστούν η νόμιμη χρήση των άρθρων εφημερίδων, μπορεί να θεωρηθεί ότι η σάρωση, η μετατροπή του αρχείου εικόνας σε αρχείο κειμένου και η εκτύπωση (83) των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων δεν επιτρέπουν τη νόμιμη χρήση του έργου και συνεπώς δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Στο μέτρο που οι εν λόγω πράξεις αναπαραγωγής δεν μπορούν να δικαιολογηθούν βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, δεν μπορούν για τον ίδιο λόγο να δικαιολογηθούν και αυτοτελώς, βάσει των προϋποθέσεων του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας. Θα πρέπει λοιπόν να θεωρηθεί ότι οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας.

3.      Συμπέρασμα όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29

143. Στο δέκατο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, σύμφωνα με την προεκτεθείσα ανάλυση βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29, θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να δοθεί η απάντηση ότι η σάρωση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων την οποία πραγματοποιεί η επιχείρηση, η μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής, καθώς και η αποθήκευση και εκτύπωση τμήματος της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων υπό συνθήκες ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, δεν μπορούν να θεωρηθούν συγκεκριμένες περιπτώσεις που δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση των άρθρων εφημερίδων και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

 ΣΤ –       Συμπέρασμα

144. Από την προεκτεθείσα ανάλυση αποδείχθηκε ότι το σύνολο των πράξεων που διενεργεί η Infopaq στο πλαίσιο της διαδικασίας καταρτίσεως αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων συνιστούν πράξεις αναπαραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29. Οι εν λόγω πράξεις αναπαραγωγής δεν μπορούν να υπαχθούν σε κάποια από τις εξαιρέσεις του δικαιώματος αναπαραγωγής τις οποίες προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και δεν συνάδουν με άρθρο 5, παράγραφος 5, της εν λόγω οδηγίας. Συνεπώς, η Infopaq μπορεί να προβεί σε αυτές τις πράξεις μόνο με την έγκριση των κατόχων των δικαιωμάτων του δημιουργού.

VII – Πρόταση

145. Κατόπιν των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει ως εξής και με την ακόλουθη σειρά στα προδικαστικά ερωτήματα που υποβάλλει το Højesteret σχετικά με την κρινόμενη υπόθεση:

«1)      Η αποθήκευση και η μετέπειτα εκτύπωση αποσπάσματος από άρθρο ημερήσιας εφημερίδας που περιλαμβάνει τον αναζητούμενο όρο, καθώς και τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις, εμπίπτουν στην έννοια της αναπαραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας.

2)      Το ουσιώδες στοιχείο που επιτρέπει να χαρακτηριστεί μια συγκεκριμένη προσωρινή πράξη αναπαραγωγής μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 είναι ότι η αναπαραγωγή έχει εξαιρετικά μικρό χρόνο ζωής, μολονότι για την εκτίμηση του γεγονότος αυτού πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως.

3)      Αν μια προσωρινή πράξη αναπαραγωγής πραγματοποιείται με τη δημιουργία αρχείου κειμένου βάσει αρχείου εικόνας και τα δύο αυτά αρχεία διαγράφονται, υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες της κρινόμενης υποθέσεως, η εν λόγω πράξη αναπαραγωγής πρέπει να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

4)      Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει, βάσει των κριτηρίων που προσδιορίστηκαν με την απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, αν η πράξη αναπαραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν αποθηκεύεται τμήμα της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων.

5)      Μια πράξη αναπαραγωγής δεν μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όταν, υπό συνθήκες ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, εκτυπώνεται τμήμα της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων.

6)      Το στάδιο της τεχνολογικής μεθόδου κατά το οποίο πραγματοποιούνται οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής δεν ασκεί επιρροή για τον χαρακτηρισμό τους ως αναπόσπαστου και ουσιώδους τμήματος μιας τεχνολογικής μεθόδου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

7)      Αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής περιλαμβάνουν τη σάρωση με το χέρι ολόκληρων άρθρων εφημερίδων, μέσω της οποίας τα άρθρα αυτά μετατρέπονται από έντυπα σε ψηφιακά, υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες της κρινόμενης υποθέσεως, οι εν λόγω πράξεις αναπαραγωγής αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

8)      Υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες της κρινόμενης υποθέσεως, η εκτύπωση αποσπάσματος δεν συνιστά προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Για τον λόγο αυτό, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 και κατά συνέπεια παρέλκει η διαπίστωση του αν μπορεί να θεωρηθεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου.

9)      Η νόμιμη χρήση έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 καλύπτει κάθε μορφή χρήσεως του έργου για την οποία δεν απαιτείται η έγκριση του δικαιούχου ή η οποία έχει εγκριθεί ρητώς από τον δικαιούχο. Σε περίπτωση χρήσεως έργου υπό μορφή αναπαραγωγής, η έγκριση του δικαιούχου δεν είναι απαραίτητη αν η αναπαραγωγή επιτρέπεται βάσει κάποιων από τις εξαιρέσεις και περιορισμούς που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29, εφόσον το οικείο κράτος μέλος έχει μεταφέρει την εν λόγω εξαίρεση ή περιορισμό στο εθνικό δίκαιο και εφόσον η αναπαραγωγή συνάδει με το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.

10)      Η σάρωση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων, η μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής και η αποθήκευση μέρους της αναπαραγωγής το οποίο περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων, υπό συνθήκες ανάλογες με αυτές της κρινόμενη της υποθέσεως, δεν επιτρέπουν τη νόμιμη χρήση του έργου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, εφόσον τα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων εκτυπώνονται και χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της δραστηριότητας καταρτίσεως περιλήψεων των άρθρων εφημερίδων από την ενδιαφερόμενη επιχείρηση χωρίς την έγκριση του δικαιούχου.

11)      Προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, θα πρέπει να διαπιστωθεί αν από τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής απορρέει άμεσα οικονομικό πλεονέκτημα.

12)      Η αύξηση της παραγωγικότητας του χρήστη λόγω των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής, υπό περιστάσεις ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι πράξεις αυτές έχουν ανεξάρτητη οικονομική σημασία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

13)      Η σάρωση ολόκληρων άρθρων εφημερίδων την οποία πραγματοποιεί επιχείρηση, η μετέπειτα επεξεργασία της αναπαραγωγής, καθώς και η αποθήκευση και εκτύπωση τμήματος της αναπαραγωγής που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα αποσπάσματα κειμένου ένδεκα λέξεων υπό συνθήκες ανάλογες με αυτές της κρινόμενης υποθέσεως, δεν μπορούν να θεωρηθούν συγκεκριμένες περιπτώσεις που δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση των άρθρων εφημερίδων και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.»


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η σλοβενική.


2 – ΕΕ 2001, L 167, σ. 10.


3 –      Η υποσημείωση αυτή αφορά μόνο το σλοβενικό κείμενο των παρουσών προτάσεων.


4 – Bekendtgørelse af lov om ophavsret, nr. 763 af 30. juni 2006 (κωδικοποιημένο κείμενο του νόμου περί των δικαιωμάτων του δημιουργού αριθ. 763 της 30ης Ιουνίου 2006). Η αγγλική μετάφραση του παγιωμένου κειμένου του δανικού νόμου περί των δικαιωμάτων του δημιουργού δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του δανικού Υπουργείου Πολιτισμού: http://www.kum.dk/sw832.asp.


5 – Από την διάταξη περί παραπομπής δεν προκύπτει πώς πραγματοποιούνται οι περιλήψεις αυτές και ποιο είναι το ακριβές περιεχόμενό τους. Επίσης, δεν αναφέρεται σαφώς ποια είναι η σχέση μεταξύ των εν λόγω περιλήψεων και των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων αποτελούμενα από τον αναζητούμενο όρο και από τις πέντε προηγούμενες και τις πέντε επόμενες λέξεις (βλ. σημείο 15 των παρουσών προτάσεων). Σε κανένα σημείο της διατάξεως περί παραπομπής δεν αναφέρεται ρητώς ότι τα αποσπάσματα ένδεκα λέξεων χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε εσωτερικό επίπεδο ή αν υπάρχει και δυνατότητα αποστολής τους στους συνδρομητές της εταιρίας Infopaq.


6 – Πρόκειται για τον μορφότυπο αρχείου TIFF (TaggedImageFileFormat).


7 – Πρόκειται για το λεγόμενο λογισμικό OCR (OpticalCharacterRecognition).


8 – ASCII είναι το ακρωνύμιο των λέξεων AmericanStandardCodeforInformationInterchange.


9 – Η υποσημείωση αυτή αφορά μόνο το σλοβενικό κείμενο των παρουσών προτάσεων.


10 –      Η υποσημείωση αυτή αφορά μόνο το σλοβενικό κείμενο των παρουσών προτάσεων.


11 –      Το αιτούν δικαστήριο χρησιμοποιεί στα προδικαστικά ερωτήματα τον όρο «οδηγία Infosoc» για την οδηγία 2001/29 («Infosoc» είναι η σύντμηση της αγγλικής εκφράσεως «information society» (κοινωνία της πληροφορίας). Για λόγους ομοιομορφίας, χρησιμοποιώ τον όρο «οδηγία 2001/29» που χρησιμοποιείται και στη συνέχεια των παρουσών προτάσεων.


12 – Βλ. θέση της Αυστριακής Κυβερνήσεως στο σημείο 26 των παρουσών προτάσεων.


13 – Η οδηγία 2001/29 αφορά κυρίως την προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, αλλά δεν περιορίζεται στον τομέα αυτό. Σκοπός της είναι, αφενός, να συμβάλει στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας και, αφετέρου, να εφαρμόσει ορισμένες διεθνείς υποχρεώσεις στον τομέα αυτό. Η τελευταία αυτή πτυχή αφορά ιδίως, όπως προκύπτει από τη δέκατη πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, την εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από δύο διεθνείς συνθήκες οι οποίες έχουν συναφθεί στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργανώσεως Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ), και συγκεκριμένα από τη «Συνθήκη του ΠΟΔΙ για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας» και τη «Συνθήκη του ΠΟΔΙ για τις ερμηνείες και εκτελέσεις και τα φωνογραφήματα». Βλ., όσον αφορά τη θεωρία, π.χ. Lehmann, M., «The EC Directive on the Harmonisation of Certain Aspects of Copyright and Related Rights in the Information Society – A Short Comment», International review of industrial property and copyright law, αριθ. 5/2003, σ. 521.


14 – Βλ. με ανάλογη επιχειρηματολογία την Πράσινη βίβλο «Το δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα στην κοινωνία της πληροφορίας» COM(95) 382 τελικό σ. 49· Vivant, M., «Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», στο Lodder, A.R., Kaspersen, H.W.K. (επιμέλεια), Edirectives: Guide to European Union Law on E-Commerce, Kluwer Law International, Χάγη 2002, σ. 98 Lehmann, M., όπ.π., υποσημείωση 13), σ. 523, υποσημείωση 18.


15 – Βλ. με ανάλογη επιχειρηματολογία την Πράσινη Βίβλο «Το δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα στην κοινωνία της πληροφορίας» COM(95) 382 τελικό.


16 – Να μην παρεμποδίζεται η ανάπτυξη και η ομαλή λειτουργία των νέων τεχνολογιών σημαίνει, για παράδειγμα, ότι επιτρέπεται η αναπαραγωγή που είναι τεχνικά απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία του διαδικτύου ή για τη χρησιμοποίηση λογισμικού. Αυτό προκύπτει σαφώς, για παράδειγμα, από τη δέκατη τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, δυνάμει της οποίας πρέπει να εξαιρεθούν από το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής «οι πράξεις που καθιστούν δυνατή την αναζήτηση (browsing) καθώς και την αποθήκευση σε κρυφή μνήμη (caching)». Η απαίτηση το δικαίωμα αναπαραγωγής να μην καθιστά αδύνατη την ομαλή λειτουργία των νέων τεχνολογιών απορρέει και από άλλες οδηγίες, όπως η οδηγία του Συμβουλίου 91/250/ΕΟΚ, της 14ης Μαΐου 1991, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ 1991, L 122, σ. 42) η οποία, με τη δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη της ορίζει ότι «πρέπει να προβλεφθεί μια περιορισμένη εξαίρεση στα αποκλειστικά δικαιώματα του δημιουργού να απαγορεύει τη χωρίς άδεια αναπαραγωγή του έργου του, προκειμένου να επιτρέπεται η αναπαραγωγή που είναι τεχνικά αναγκαία για τη χρήση του προγράμματος αυτού από το πρόσωπο που το απέκτησε νομίμως».


17 – Βλ., π.χ. αποφάσεις της 7ης Δεκεμβρίου 2006, C-306/05 SGAE (Συλλογή 2006, σ. I-11519, σκέψη 31)· της 9ης Νοεμβρίου 2000, C-357/98 Yiadom (Συλλογή 2000, σ. I-9265, σκέψη 26), και της 6ης Φεβρουαρίου 2003, SENA, C-245/00 (Συλλογή 2003, σ. I-1251, σκέψη 23).


18 – Βλ. όσον αφορά τη θεωρία, π.χ., Vivant, M., όπ.π., υποσημείωση 14, σ. 98, ο οποίος ορίζει την αναπαραγωγή ως «καταγραφή» του έργου σε μέσο μεταφοράς πληροφοριών. Ο Κριθαράς, Θ., «The Challenge of Copyright in Information Society. Copyright on the Internet: Current Legal Aspects», Revuehelléniquededroitinternational, αριθ. 1/2003, σ. 22 (με παραπομπές στη νομολογία του Ηνωμένου Βασιλείου), περιγράφει παραστατικά το δικαίωμα αναπαραγωγής με αυτά τα λόγια: «Ό,τι αξίζει να αντιγραφεί, αξίζει να προστατευθεί [με το δικαίωμα του δημιουργού]».


19 – Ο στόχος υψηλής προστασίας προκύπτει ιδίως από την ένατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, η οποία ορίζει ότι «[κ]άθε εναρμόνιση του δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων πρέπει να βασίζεται σε υψηλό επίπεδο προστασίας, διότι τα εν λόγω δικαιώματα είναι ουσιώδη για την πνευματική δημιουργία»· ο στόχος αυτός απορρέει επίσης εμμέσως από την τέταρτη και τη δέκατη αιτιολογική σκέψη. Η τέταρτη αιτιολογική σκέψη ορίζει ότι «[η] εναρμόνιση του νομικού πλαισίου περί δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων, αυξάνοντας την ασφάλεια του δικαίου και διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, θα ενθαρρύνει τη διενέργεια σημαντικών επενδύσεων στη δημιουργικότητα και την καινοτομία», ενώ η δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας ορίζει ότι οι δημιουργοί πρέπει «να λαμβάνουν εύλογη αμοιβή για τη χρήση των έργων τους» και ότι η «κατάλληλη έννομη προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας» είναι απαραίτητη προκειμένου να εξασφαλιστεί η εύλογη αμοιβή». Η απαίτηση υψηλού επιπέδου προστασίας που επιτρέπει στο δημιουργό να λάβει πρόσφορη αμοιβή για τη χρησιμοποίηση του έργου του έχει επιβεβαιωθεί και από το Δικαστήριο· βλ. σχετικώς προαναφερθείσα απόφαση SGAE, σκέψη 36.


20 – Ως παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί επίσης η μερική αναπαραγωγή εικόνας. Αν η εικόνα παρουσιάζει ένα αντικείμενο σε λευκό φόντο, δεν μπορεί να διαπιστωθεί, από μια φωτογραφία (δηλαδή μια αναπαραγωγή) που παρουσιάζει μόνο τμήμα του λευκού φόντου, για ποια εικόνα πρόκειται. Αν όμως η φωτογραφία παρουσιάζει τμήμα του αντικειμένου και είναι προφανές ότι πρόκειται ακριβώς για αναπαραγωγή της εικόνας, η φωτογραφία αποτελεί μερική αναπαραγωγή. Ένα ακόμα πιο ακραίο παράδειγμα θα ήταν η αναπαραγωγή στα αποσπάσματα άρθρων εφημερίδων που εκπονεί η Infopaq μιας μόνο λέξεως, για παράδειγμα της λέξεως «και» ή μόνο του ονόματος μιας συγκεκριμένης επιχειρήσεως ώστε να μην είναι δυνατόν να διαπιστωθεί από ποιο άρθρο εφημερίδας προέρχεται αυτό το απόσπασμα. Στην περίπτωση αυτή δεν πρόκειται για μερική αναπαραγωγή.


21 – Για λόγους συγκρίσεως όσον αφορά τις δυσχέρειες του ποσοτικού προσδιορισμού του μήκους των παραθέσεων επισημαίνω ότι στα σχόλια για το άρθρο 10, παράγραφος 1, της Συμβάσεως της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (της 9ης Σεπτεμβρίου 1886, που συμπληρώθηκε στο Παρίσι στις 4 Μαΐου 1896, τροποποιήθηκε στο Βερολίνο στις 13 Νοεμβρίου 1908, συμπληρώθηκε στη Βέρνη στις 20 Μαρτίου 1914, τροποποιήθηκε στη Ρώμη στις 2 Ιουνίου 1928, στις Βρυξέλλες στις 26 Ιουνίου 1948, στη Στοκχόλμη στις 14 Ιουλίου 1967 και στο Παρίσι στις 24 Ιουλίου 1971, και τροποποιήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1979), το οποίο επιτρέπει τη συνοπτική παράθεση άρθρων εφημερίδων, εξαιρέθηκε το πρόβλημα του ανώτατου ορίου των παραθέσεων και υπογραμμίστηκε ότι ο ποσοτικός περιορισμός του μήκους είναι δύσκολο να εφαρμοστεί. Βλ., π.χ., Ricketson, S., Ginsburg, J.C., International Copyright and Neighbouring Rights. The Berne Convention and Beyond, τόμος I, Oxford University Press, Νέα Υόρκη 2005, σ. 788, σημείο 13.42· Ricketson, S., The Berne Convention for the protection of literary and artistic works: 1886-1986, Centre for Commercial Law Studies, Queen Mary College· Kluwer, Λονδίνο 1987, σ. 493, σημείο 9.23.


22 – Για τις παραθέσεις από λογοτεχνικά έργα και τις γνωστές φράσεις, αρκούν μερικές λέξεις για να υπάρχει αναπαραγωγή. Για παράδειγμα, η φράση «Και συ, τέκνον Βρούτε;» περιέχει μόνο τέσσερις λέξεις, αλλά ο καθένας μπορεί να διαβεβαιώσει ότι πρόκειται για μερική αναπαραγωγή λέξεων από το θεατρικό έργο «Ιούλιος Καίσαρ» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Αντιθέτως, στην περίπτωση τριών λέξεων από το απόσπασμα του άρθρου εφημερίδας που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο (βλ. σημείο 15 των παρουσών προτάσεων), –«πώληση του ομίλου»– είναι πολύ δύσκολο να επιβεβαιωθεί ότι πρόκειται για αναπαραγωγή άρθρου της συγκεκριμένης εφημερίδας.


23 – Βλ. σημείο 14 των παρουσών προτάσεων.


24 – Βλ. σημείο 25 των παρουσών προτάσεων.


25 – Αιτιολογική έκθεση της προτάσεως οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας COM(97) 628 τελικό, σ. 29, σημείο 3.


26 – Παραδείγματα πράξεων αναπαραγωγής που πρέπει να εξαιρούνται δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, αναφέρονται και στην έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2001/29/ΕΚ για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας SEC(2007) 1556, σ. 3: αναπαραγωγή σε δρομολογητή διαδικτύου, αναπαραγωγή κατά την πλοήγηση στο διαδίκτυο, στη μνήμη RAM (RandomAccessMemory) ή κατά την αποθήκευση στην κρυφή μνήμη.


27 – Βλ., με ανάλογη επιχειρηματολογία, για παράδειγμα, M., όπ.π., υποσημείωση 13, σ. 523 και 524.


28 – Ο Hugenholtz, P.B., «Caching and Copyright: The Right of Temporary Copying», EuropeanIntellectualPropertyReview, σ. 10/2000, σ. 482, ορίζει το «caching» ως «αυτόματη δημιουργία προσωρινών ψηφιακών αντιγράφων των δεδομένων […] έτσι ώστε τα δεδομένα αυτά να μπορούν στη συνέχεια να τίθενται αμέσως στη διάθεση του χρήστη».


29 – Ο Κριθαράς, Θ., όπ.π., υποσημείωση 18, σ. 34, υπογραμμίζει ότι η οδηγία 2001/29 εξαιρεί, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, την αποθήκευση σε κρυφή μνήμη (caching) από το δικαίωμα αναπαραγωγής. Βλ., π.χ., Hugenholtz, P. B., όπ.π., υποσημείωση 28, σ. 482 επ., όπου αναλύονται διάφοροι τύποι αποθηκεύσεως σε κρυφή μνήμη (caching) από την άποψη της προστασίας των δικαιωμάτων δημιουργού.


30 – Αυτό επιβεβαιώνεται και από την αιτιολογική έκθεση της προτάσεως οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, COM(97) 628 τελικό, σ. 29, παράγραφος 3, από την οποία προκύπτει ότι η εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, αφορά τόσο το διαδίκτυο όσο και τις πράξεις αναπαραγωγής που δεν πραγματοποιούνται μέσω διαδικτύου. Βλ. με ανάλογη επιχειρηματολογία, για παράδειγμα, Plaza Penadés, J., «Propiedad intelectual y sociedad de la información (la Directiva comunitaria 2001/29/CE)», de Paula Blasco Gascó, F. (επιμέλεια), Contrataciónynuevastecnologías, Consejo General del Poder Judicial, Μαδρίτη 2005, σ. 147.


31 – Η μνήμη RAM (Random Access Memory) λειτουργεί έτσι ώστε να αποθηκεύονται προσωρινά δεδομένα που επιτρέπουν τη λειτουργία του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Όταν ο χρήστης κλείσει τον υπολογιστή, τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στη μνήμη RAM διαγράφονται. Βλ. με ανάλογη επιχειρηματολογία, Κριθαράς, Θ., όπ.π., υποσημείωση 18, σ. 22· Westkamp, G., «Transient Copying and Public Communications: The Creeping Evolution of Use and Access Rights in European Copyright Law», GeorgeWashingtonInternationalLawReview, αριθ. 5/2004, σ. 1057, υποσημείωση 2.


32 – Βλ. σημείο 101 επ. των παρουσών προτάσεων.


33 – Το αιτούν δικαστήριο δίνει την πληροφορία αυτή στο σημείο 2 της διατάξεως περί παραπομπής στην οποία περιγράφεται η διαδικασία καταρτίσεως των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων.


34 – Βλ. μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», Institute for Information Law, Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες 2007, που δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο http://ec.europa.eu/internal_market/copyright/docs/studies/infosoc-study_en.pdf, σ. 23, στην οποία ορίζεται ως μόνιμη αναπαραγωγή το «μόνιμο υλικό αντίγραφο» και ως προσωρινή αναπαραγωγή το «αόρατο προσωρινό αντίγραφο».


35 – Βλ. σημείο 101 επ. των παρουσών προτάσεων.


36 – Το αιτούν δικαστήριο χρησιμοποιεί την έκφραση «προσωρινή πράξη αναπαραγωγής». Εφόσον, όπως επεσήμανα στο σημείο 71 των παρουσών προτάσεων, δεν είναι σαφές αν η αποθήκευση αποσπάσματος αποτελούμενου από ένδεκα λέξεις συνιστά προσωρινή πράξη αναπαραγωγής, θα χρησιμοποιήσω κατά την ανάλυση των προδικαστικών ερωτημάτων απλώς την έκφραση «πράξη αναπαραγωγής».


37 – Βλ. με ανάλογη επιχειρηματολογία και τη μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 32, στην οποία υπογραμμίζεται ότι ο όρος «μεταβατικές» στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 αναφέρεται σε «εξαιρετικά σύντομη χρονική περίοδο».


38 – Αυτό προκύπτει και από την συνήθη έννοια των όρων «μεταβατικός» και «προσωρινός» σε διάφορες γλώσσες. Στα αγγλικά, ο όρος «temporary» («προσωρινός») σημαίνει αυτόν που διαρκεί περιορισμένο χρονικό διάστημα, ενώ ο όρος «transient» («μεταβατικός») σημαίνει αυτόν που διαρκεί λίγο· βλ. Oxford Dictionary of English, 2η έκδοση, Oxford University Press, Οξφόρδη 2005. Το ίδιο και στα γερμανικά, ο όρος «vorübergehend» («προσωρινός») σημαίνει «συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας· στιγμιαίος», ενώ ο όρος «flüchtig» («μεταβατικός») ορίζεται (στο σημείο 3 του λήμματος «flüchtig») ως «αυτός που περνάει γρήγορα, που δεν διαρκεί πολύ»· βλ. Duden – DeutschesUniversalwörterbuch, 6η έκδοση, Mannheim 2006. Στα γαλλικά ο όρος «provisoire» («προσωρινός») σημαίνει αυτόν «που υπάρχει, που γίνεται για περιορισμένο χρόνο, εν αναμονή του οριστικού», ενώ ο όρος «transitoire» («μεταβατικός») σημαίνει αυτόν «που διαρκεί λίγο»· βλ. NouveauLarousseEncyclopédique, τόμος 2, Larousse, Παρίσι 2003. Στα ιταλικά ο όρος «temporaneo» («προσωρινός») σημαίνει αυτόν «που έχει χρονικά περιορισμένη διάρκεια, που δεν είναι οριστικός», ενώ ο όρος «transitorio» («μεταβατικός») σημαίνει αυτόν «που δεν έχει διάρκεια, είναι χρονικά περιορισμένος»· βλ. DizionarioItalianoSabatiniColetti, Giunti, Φλωρεντία 1997. Στην πραγματικότητα, οι εννοιολογικές αποχρώσεις που επιτρέπουν να εξαχθεί η τελική σημασία κάθε συγκεκριμένη έννοιας εξαρτώνται, σε τελική ανάλυση, από τα συμφραζόμενα.


39 – Βλ. τη μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 32.


40 – Όπ.π.


41 – Στη θεωρία υπογραμμίζεται ότι δεν είναι απολύτως σαφές τι σημαίνει αυτό. Βλ., π.χ., Hart, M., «The Copyright in the Information Society Directive: An Overview», European Intellectual Property Review, αριθ. 2/2002, σ. 59. Mayer, H.-P., «Richtlinie 2001/29/EG zur Harmonisierung bestimmter Aspekte des Urheberrechts und der verwandten Schutzrechte in der Informationsgesellschaft», Europäische Zeitschrift für Wirtschaftsrecht, αριθ. 11/2002, σ. που χαρακτηρίζει την προϋπόθεση αυτή «προβληματική».


42 – Το δίλημμα αυτό σχετικά με την ερμηνεία της προϋποθέσεως ότι η πράξη αναπαραγωγής πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου εξετάζεται, για παράδειγμα, στη μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 33. Βλ., επίσης, Spindler, G., «Europäisches Urheberrecht in der Informationsgesellschaft», Gewerblicher Rechtsschutz und Urheberrecht, αριθ. 2/2002, σ. 111.


43 – Έτσι Spindler, G., όπ.π., υποσημείωση 42, σ. 111· μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 33.


44 – Η αιτιολογική έκθεση της προτάσεως αναφέρει «certain acts of reproduction which are dictated by technology» (ορισμένες πράξεις αναπαραγωγής που υπαγορεύονται από την τεχνολογία). Αιτιολογική έκθεση της προτάσεως οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας COM(97) 628 τελικό, σ. 29.


45 – Η υποσημείωση αυτή αφορά μόνο το σλοβενικό κείμενο των παρουσών προτάσεων.


46 – Παρουσίαση του έργου στο κοινό, διάθεση του έργου στο κοινό και διανομή του έργου.


47 – Σχετικά με το ότι η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως αφορά τη νόμιμη χρήση βάσει του άρθρου 5, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2001/29, βλ., π.χ., Waelde, C., MacQueen, H., «The Scope of Copyright», ElectronicJournalofComparativeLaw, αριθ. 3/2006, σ. 63· βλ., επίσης, τη μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 34 στην οποία υπογραμμίζεται ότι η προϋπόθεση της νόμιμης χρήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, αφορά κανόνες δικαίου εκτός του άρθρου 5, παράγραφος 1.


48 – Βλ. σημείο 111 των παρουσών προτάσεων.


49 – Για παράδειγμα στη μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 34, αναφέρεται ρητώς ότι η αναπαραγωγή έργου στη μνήμη RAM, η οποία δημιουργείται ταυτόχρονα με το αντίγραφο για ιδιωτική χρήση σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2001/29 (όπως έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο) μπορεί να εξαιρεθεί από το δικαίωμα αναπαραγωγής δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας, στο μέτρο που η χρήση η οποία την καθιστά δυνατή –αντίγραφο για ιδιωτική χρήση– είναι νόμιμη.


50 – Το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29 θεσπίζει εξαιρέσεις και περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής το οποίο προβλέπει το άρθρο 2 της οδηγίας, ενώ το άρθρο 5, παράγραφος 3, θεσπίζει εξαιρέσεις και περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής το οποίο προβλέπει το άρθρο 2, καθώς και του δικαιώματος παρουσιάσεως έργων στο κοινό και του δικαιώματος διαθέσεως στο κοινό άλλων προστατευομένων αντικειμένων, τα οποία προβλέπει το άρθρο 3 της οδηγίας.


51 – Σύμφωνα με την τριακοστή δεύτερη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/29, η οδηγία «περιέχει εξαντλητικό κατάλογο εξαιρέσεων και περιορισμών από το δικαίωμα αναπαραγωγής».


52 – Σκόπιμο είναι να προστεθεί, σχετικά με το άρθρο αυτό, ότι περιλήφθηκε στην οδηγία 2001/29 παίρνοντας ως υπόδειγμα το άρθρο 10 δις της Συμβάσεως της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, όπ.π., υποσημείωση 21. Ειδικότερα, η πρώτη εξαίρεση την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2001/29 βασίζεται στο άρθρο 10 δις, παράγραφος 1, της Συμβάσεως της Βέρνης ενώ η δεύτερη βασίζεται στο άρθρο 10 δις, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης.


53 – Οι υπόλοιπες εξαιρέσεις δεν μπορούν να ασκήσουν επιρροή στην κρινόμενη υπόθεση. Επισημαίνω ιδίως, σε σχέση με την εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο δ΄, η οποία επιτρέπει την «παράθεση αποσπασμάτων με σκοπό την άσκηση κριτικής ή βιβλιοπαρουσίασης, υπό τον όρο ότι αφορούν έργο ή άλλα αντικείμενα τα οποία έχουν ήδη καταστεί νομίμως προσιτά στο κοινό, ότι αναφέρεται η πηγή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του δημιουργού, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι αυτό είναι αδύνατο και ότι η παράθεση αυτή είναι σύμφωνη με τα χρηστά ήθη και η έκτασή της δικαιολογείται ως εκ του σκοπού της», ότι στην κρινόμενη υπόθεση τα αποσπάσματα από άρθρα εφημερίδων θα μπορούσαν ασφαλώς να χαρακτηριστούν παραθέσεις, αλλά δεν πρόκειται για παραθέσεις με σκοπό την άσκηση κριτικής τη βιβλιοπαρουσίαση Πράγματι, οι παραθέσεις αυτές δεν χρησιμοποιούνται σε κριτική ή σε βιβλιοπαρουσίαση των εν λόγω άρθρων εφημερίδων, αλλά αντιθέτως στο πλαίσιο της δραστηριότητας εκπονήσεως περιλήψεων των εν λόγω άρθρων.


54 – Βλ. με ανάλογη επιχειρηματολογία, για παράδειγμα, Berger, C., «Elektronische Pressespiegel und Informationsrichtlinie. Zur Vereinbarkeit einer Anpassung des § 49 UrhG an die Pressespiegel-Entscheidung des BGH mit der Informationsrichtlinie», Computer und Recht, αριθ. 5/2004, σ. 363· Glas, V., Die urheberrechtliche Zulässigkeit elektronischer Pressespiegel. ZugleicheinBeitragzurHarmonisierungderSchrankendesUrheberrechtsindenMitgliedstaatenderEU, Mohr Siebeck, Tübingen 2008, σ. 131 Από τη θεωρία σχετικά με την ερμηνεία του εν λόγω άρθρου 10 δις, παράγραφος 1, της Συμβάσεως της Βέρνης, το οποίο χρησίμευσε ως υπόδειγμα για την πρώτη εξαίρεση την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/29, προκύπτει ότι στην προϋπόθεση αυτή οι εμπίπτουν παραδοσιακά εφημερίδες και τα περιοδικά· βλ., π.χ., Ricketson, S., όπ.π., υποσημείωση 21, σ. 501, σημείο 9.30, και σ. 503, σημείο 9.32. Στη θεωρία υποστηρίζεται επίσης ότι το άρθρο 10 δις, παράγραφος 1, της Συμβάσεως της Βέρνης δεν απαγορεύει καταρχήν την εφαρμογή της διατάξεως στις ηλεκτρονικές εκδόσεις εφημερίδων και περιοδικών· βλ. σχετικά, π.χ. Ricketson, S., Ginsburg, J.C., όπ.π., υποσημείωση 21, σ. 801, σημείο 4.


55 – Το δικαίωμα παρουσιάσεως έργων στο κοινό και το δικαίωμα διαθέσεως έργων στο κοινό διέπονται από το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/2, σύμφωνα με το οποίο «τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος».


56 – Η οδηγία 2001/29 δίνει τον ορισμό της παρουσιάσεως στο κοινό στην εικοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη, από την οποία προκύπτει ότι η παρουσίαση καλύπτει «κάθε παρουσίαση σε κοινό το οποίο δεν παρίσταται στον τόπο της παρουσίασης» και περιλαμβάνει «κάθε σχετική μετάδοση ή αναμετάδοση ενός έργου στο κοινό με ενσύρματα ή ασύρματα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής». Στην παρουσίαση υπάγεται, για παράδειγμα, η δημόσια εκτέλεση, η ραδιοφωνική μετάδοση, η καλωδιακή ή δορυφορική εκπομπή έργων ή προστατευόμενων αντικειμένων.


57 – Ο ορισμός της διαθέσεως στο κοινό δίνεται στην εικοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, από την οποία προκύπτει ότι ο όρος καλύπτει «όλες τις πράξεις διάθεσης των προστατευομένων αντικειμένων σε κοινό, το οποίο δεν παρίσταται στον τόπο όπου διενεργείται η πράξη διάθεσης». Από τη θεωρία σχετικά με τις συνθήκες του ΠΟΔΙ (Συνθήκη του ΠΟΔΙ για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και Συνθήκη του ΠΟΔΙ για τις ερμηνείες και εκτελέσεις και τα φωνογραφήματα) οι οποίες μεταφέρθηκαν στο κοινοτικό δίκαιο με την οδηγία 2001/29, προκύπτει ότι διάθεση στο κοινό σημαίνει τη διάθεση στο κοινό μέσω συστημάτων πληροφορικής τα οποία επιτρέπουν την πρόσβαση σε συγκεκριμένο έργο· βλ. Ficsor, M., The Law of Copyright and the Internet. The 1996 WIPO Treaties, their Interpretation and Implementation, Oxford University Press, Νέα Υόρκη 2002, σ. 183, σημείο 4.56. Βλ., επίσης, Reinbothe, J., von Lewinski, S., The WIPO Treaties 1996. The WIPO Copyright Treaty and The WIPO Performances and Phonograms Treaty. CommentaryandLegalAnalysis, Butterworths, Λονδίνο 2002, σ. 109, σημείο 20.


58 – Η αποστολή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ασφαλώς δεν αποτελεί μετάδοση ή αναμετάδοση έργου στο κοινό με ενσύρματα ή ασύρματα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής.


59 – Η αποστολή σε μεμονωμένους πελάτες αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να θεωρηθεί διάθεση στο κοινό. Όπως προκύπτει από το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2001/29, προϋπόθεση για να υπάρχει διάθεση στο κοινό είναι το κοινό να μπορεί να έχει πρόσβαση στο έργο στον τόπο και τον χρόνο της επιλογής του. Η προϋπόθεση αυτή δεν πληρούται σε περίπτωση αποστολής μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, διότι στην περίπτωση αυτή πρόκειται για αλληλογραφία με συγκεκριμένους πελάτες, στο πλαίσιο της οποίας οι πελάτες δεν έχουν άμεση πρόσβαση στις μερικές αναπαραγωγές των άρθρων εφημερίδων στον τόπο και στον χρόνο που έχουν προεπιλέξει. Η θεωρία υπογραμμίζει επίσης ότι η διαβίβαση του έργου μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν εμπίπτει στην έννοια της διαθέσεως στο κοινό. Βλ., π.χ., von Lewinski, S., «Die Multimedia-Richtlinie – Der EG-Richtlinienvorschlag zum Urheberrecht in der Informationsgesellschaft», MultiMedia und Recht, αριθ. 3/1998, σ. 116· Spindler, G., όπ.π., υποσημείωση 42, σ. 108.


60 – Glas, V., όπ.π., υποσημείωση 54, σ. 144. Μια τέτοια ερμηνεία επιβεβαιώνεται και από το άρθρο 10 δις, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης, το οποίο χρησίμευσε ως υπόδειγμα για τη θέσπιση της εξαιρέσεως αυτής με την οδηγία 2001/29 και το οποίο ορίζει ότι: «Επιφυλάσσεται επίσης εις τας νομοθεσίας των χωρών της Ενώσεως να καθορίζουν τους όρους υπό τους οποίους, επ’ ευκαιρία απεικονίσεως γεγονότων της επικαιρότητος διά της φωτογραφίας ή της κινηματογραφίας ή διά της ραδιοφωνίας ή της ενσυρμάτου διαβιβάσως εις το κοινόν ή τα θεώμενα ή ακουόμενα κατά την διάρκειαν του γεγονότος λογοτεχνικά ή καλλιτεχνικά έργα δύνανται, εν ω μέτρω τούτο δικαιολογείται από τον επιδιωκόμενον σκοπόν ενημερώσεως, να αναδημοσιεύωνται ή να καθίστανται προσιτά εις το κοινόν» (η υπογράμμιση δική μου). Όσον αφορά τη θεωρία, βλ. Ricketson, S., Ginsburg, J.C., όπ.π., υποσημείωση 21, σ. 802 (σημείο 13.54) και σ. 805 (σημείο 13.55).


61 – Η θεωρία υπογραμμίζει ότι η προϋπόθεση αυτή δεν περιλαμβάνεται ούτε στις διεθνείς συμβάσεις ούτε στις εθνικές ρυθμίσεις περί των δικαιωμάτων του δημιουργού. Βλ. σχετικώς, Westkamp, G., όπ.π., υποσημείωση 31, σ. 1101. Βλ., επίσης, μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 35.


62 – Αιτιολογική έκθεση της προτάσεως οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, COM (97) 628 τελικό, σ. 37.


63 – Αυτό που έχει σημασία εδώ είναι το κατά πόσον η προσωρινή πράξη αναπαραγωγής έχει ανεξάρτητη οικονομική σημασία για αυτόν που την πραγματοποιεί ή για τον δικαιούχο.


64 – Βλ., με ανάλογη επιχειρηματολογία, τη μελέτη «Study on the implementation and effect in Member States’ laws of Directive 2001/29/EC on the harmonisation of certain aspects of copyright and related rights in the information society», όπ.π., υποσημείωση 34, σ. 35, όπου υπογραμμίζεται ότι –προκειμένου το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 να έχει κάποια πραγματική σημασία– ο όρος ανεξάρτητη οικονομική σημασία δεν μπορεί να ερμηνευθεί αποκλειστικά από την άποψη των συμφερόντων του δικαιούχου.


65 – Βλ. Corbet, J., «De ontwerp-richtlijn van 10 december 1997 over het auteursrecht en de naburige rechten in de Informatiemaatscjhappij», Informatierecht/AMI, αριθ. 5/1998, σ. 96, που θεωρεί ότι η αντιγραφή στην κρυφή μνήμη (caching) έχει οικονομική σημασία, διότι αυξάνει την ταχύτητα μεταβιβάσεως των δεδομένων καθιστώντας έτσι τις υπηρεσίες που παρέχονται με αυτόν τον τρόπο πιο ελκυστικές για τους πελάτες. Ο Corbet αναφέρεται, εντούτοις, αποκλειστικά στην οικονομική σημασία, και όχι στην ανεξάρτητη οικονομική σημασία Βλ. επίσης Hugenholtz, P.B., Koelman, K., DigitalIntellectualPropertyPracticeEconomicReport, Institute for Information Law (IViR), σ. 24, υποσημείωση 3, που δημοσιεύεται στη διεύθυνση www.ivir.nl/publications/hugenholtz/PBH-DIPPER.doc.


66 – Η θεωρία υπογραμμίζει επίσης ότι ανεξάρτητη οικονομική σημασία έχει η αναπαραγωγή που αποτελεί αυτόνομη οικονομική δραστηριότητα. Βλ., σχετικώς, Hugenholtz, P.B., όπ.π., υποσημείωση 28, σ. 488· Westkamp, G., όπ.π., υποσημείωση 31, σ. 1098· Hugenholtz, P.B., Koelman, K., όπ.π., υποσημείωση 65, σ. 24.


67 – Η ανάλυση αυτή ισχύει για την αποθήκευση των αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, εφόσον το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι συνιστά προσωρινή πράξη αναπαραγωγής. Στην αντίθετη περίπτωση, η αποθήκευση των αποσπασμάτων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί επί τη βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.


68 – Βλ. επιχειρηματολογία του G. Westkamp, όπ.π., υποσημείωση 31, σ. 1101, ο οποίος υπογραμμίζει ότι η οικονομική σημασία των προσωρινών πράξεων αναπαραγωγής πρέπει πάντα να εκτιμάται σε συνάρτηση με την οριστική πράξη αναπαραγωγής που έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια.


69 – Όσον αφορά την αποθήκευση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, η παρούσα ανάλυση ισχύει εφόσον το αιτούν δικαστήριο κρίνει ότι πρόκειται για πράξη προσωρινής αναπαραγωγής. Στην αντίθετη περίπτωση, η αποθήκευση των αποσπασμάτων δεν δικαιολογείται βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.


70 – Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29 προβλέπει συμπληρωματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εξαιρέσεων και περιορισμών του δικαιώματος αναπαραγωγής, του δικαιώματος παρουσιάσεως στο κοινό και του δικαιώματος διαθέσεως στο κοινό του έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου. Όπως προκύπτει από το γράμμα του εν λόγω άρθρου, το άρθρο 5 της οδηγίας 2001/29 αφορά τις εξαιρέσεις και περιορισμούς «που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4» του εν λόγω άρθρου, οι οποίες προβλέπουν τις εξαιρέσεις και περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής (παράγραφοι 2 και 3), του δικαιώματος παρουσιάσεως στο κοινό και του δικαιώματος διαθέσεως στο κοινό (παράγραφος 3) και του δικαιώματος διανομής (παράγραφος 4).


71 – Βλ., π.χ., Hart, M., όπ.π., υποσημείωση 41, σ. 61· Κριθαράς, Θ., όπ.π., υποσημείωση 18, σ. 30· Lehmann, M., όπ.π., υποσημείωση 13, σ. 526.


72 – Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, όπ.π., υποσημείωση 21. Η Κοινότητα δεν είναι ασφαλώς συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση της Βέρνης, αλλά έχει χρησιμοποιήσει τη Σύμβαση ως υπόδειγμα για τη διατύπωση ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2001/29. Βλ. κατάλογο των συμβαλλομένων μερών της Συμβάσεως της Βέρνης στη διεύθυνση http://www.wipo.int/treaties/en/ShowResults.jsp?country_id=ALL&start_year=ANY&end_year=ANY&search_what=C&treaty_id=15.


73 – Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας για τα δικαιώματα του δημιουργού· βλ. κατάλογο των συμβαλλομένων μερών στη διεύθυνση http://www.wipo.int/treaties/en/ShowResults.jsp?country_id=ALL&start_year=ANY&end_year=ANY&search_what=C&treaty_id=16.


74 – Agreement on Trade-Related Aspects of Intellectual Property Rights. Η Κοινότητα είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας TRIPS· η αρμοδιότητα για τη σύναψη της εν λόγω συμφωνίας είναι κατανεμημένη μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών· βλ. γνωμοδότηση του Δικαστηρίου της 15ης Νοεμβρίου 1994, 1/94 (Συλλογή 1994, σ. I-5267, σκέψη 3).


75 – Η τεσσαρακοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη ορίζει ότι η εφαρμογή των εξαιρέσεων και περιορισμών που προβλέπονται στην οδηγία «θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις οι εξαιρέσεις δεν πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο που θίγει τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου ή εμποδίζει την κανονική εκμετάλλευση του έργου του ή άλλου υλικού». Συνεπώς, παραπέμπει ρητώς σε δύο από τις προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2001/29.


76 – Ένας τέτοιος ειδικός σκοπός είναι, για παράδειγμα, η αναπαραγωγή έργου για χρήση κατά τη διδασκαλία, προς όφελος προσώπων με ειδικές ανάγκες ή για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Βλ., όσον αφορά τις ειδικές εξαιρέσεις για τους τομείς αυτούς, άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχεία α΄, β΄ και ε΄, της οδηγίας 2001/29. Βλ., όσον αφορά τη θεωρία, Ricketson, S., Ginsburg, J.C., όπ.π., υποσημείωση 21, σ. 764, σημείο 13.12· Reinbothe, J., von Lewinski, S., όπ.π., υποσημείωση 57, σ. 124, σημείο 15.


77 – Επισημαίνω συναφώς ότι η εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2001/29 δεν απαγορεύει ρητώς να έχει η ενημέρωση του κοινού για επίκαιρα γεγονότα εμπορικό σκοπό. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό που διακρίνει την εξαίρεση αυτή, για παράδειγμα, από τις εξαιρέσεις της παραγράφου 2, στοιχείο β΄ ή γ΄, του ίδιου άρθρου, οι οποίες απαγορεύουν ρητώς οι αναπαραγωγές για ιδιωτική χρήση ή από προσιτές στο κοινό βιβλιοθήκες και ιδρύματα να έχουν οικονομικό σκοπό.


78 – Βλ. σχετικώς, Ficsor, M., όπ.π., υποσημείωση 57, σ. 516, σημείο C10.03.


79 – Οι Reinbothe, J., von Lewinski, S., όπ.π., υποσημείωση 57, σ. 125, σημείο 18, υπογραμμίζουν ότι στο πλαίσιο αυτής της προϋποθέσεως πρέπει να καθοριστεί η σχετική αγορά για την εκμετάλλευση του έργου, την οποία μια ορισμένη εξαίρεση δεν θα μπορούσε να επηρεάσει. Συναφώς αναφέρει ως παράδειγμα (σημείο 19) ότι η πώληση φωτοτυπημένων σχολικών βιβλίων θα επηρέαζε την αγορά σχολικών βιβλίων και συνεπώς δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει της εξαιρέσεως που επιτρέπει την αναπαραγωγή για εκπαιδευτικούς σκοπούς.


80 – Στο πλαίσιο της παρούσας αναλύσεως, δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι – όπως υποστηρίζει το αιτούν δικαστήριο και οι διάδικοι της κύριας δίκης – η κατάρτιση των περιλήψεων επιτρέπεται βάσει της δανικής νομοθεσίας. Επισημαίνω, για παράδειγμα, ότι το γεγονός ότι δεν απαγορεύεται η ανάγνωση φωτοτυπημένων βιβλίων δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται η χωρίς περιορισμούς φωτοτύπηση βιβλίου.


81 – Ficsor, M., όπ.π., υποσημείωση 57, σ. 516, σημείο C10.03.


82 – Reinbothe, J., von Lewinski, S., όπ.π., υποσημείωση 57, σ. 126 και 127, σημείο 22.


83 – Η ανάλυση αυτή ισχύει για την αποθήκευση αποσπασμάτων από άρθρα εφημερίδων, εφόσον το αιτούν δικαστήριο κρίνει ότι πρόκειται για προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής. Στην αντίθετη περίπτωση, η αποθήκευση των άρθρων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.