Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, που υπέβαλε το High Court of Justice (England & Wales) (Chancery Division) με διάταξη της 25ης Αυγούστου 2004, στην υπόθεση Test claimants in class IV of the ACT group litigation κατά Commissionners of Inland Revenue

(Υπόθεση C-374/04)

Με διάταξη της 25ης Αυγούστου 2004, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 30 Αυγούστου 2004, το High Court of Justice (England & Wales) (Chancery Division), στο πλαίσιο της διαφοράς Test claimants in class IV of the ACT group litigation κατά Commissionners of Inland Revenue, η οποία εκκρεμεί ενώπιόν του, ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των εξής ερωτημάτων:

1.    Αντιβαίνει προς το άρθρο 43 ΕΚ ή το άρθρο 56 ΕΚ (λαμβανομένων υπόψη των άρθρων 57 και 58 ΕΚ) (ή των διατάξεων τις οποίες τα άρθρα αυτά αντικατέστησαν):

α)    Όσον αφορά ένα κράτος μέλος Α (όπως το Ηνωμένο Βασίλειο)

i)    να θεσπίζει και να διατηρεί σε ισχύ νομοθεσία η οποία προβλέπει πλήρη πίστωση φόρου σχετικά με μερίσματα καταβαλλόμενα εκ μέρους εταιριών εγκατεστημένων στο κράτος μέλος Α (στο εξής: επίμαχα μερίσματα) σε ιδιώτες μετόχους που κατοικούν εντός του κράτους μέλους Α·

ii)    να εφαρμόζει διάταξη ορισμένων διεθνών συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας, οι οποίες έχουν συναφθεί με ορισμένα άλλα κράτη μέλη και με τρίτες χώρες, που παρέχει δικαίωμα πλήρους πιστώσεως φόρου (μείον τον οφειλόμενο φόρο όπως προβλέπεται συναφώς στις συμβάσεις αυτές) όσον αφορά τα επίμαχα μερίσματα σε ιδιώτες μετόχους που κατοικούν σ' αυτά τα άλλα κράτη μέλη ή τις τρίτες χώρες·

αλλά να μην παρέχει κανένα δικαίωμα για πίστωση φόρου (πλήρη ή μερική) όσον αφορά τα επίμαχα μερίσματα όταν αυτά καταβάλλονται από θυγατρική εταιρία εγκατεστημένη στο κράτος μέλος Α (όπως το Ηνωμένο Βασίλειο) σε μητρική εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος Β (όπως η Γερμανία) είτε βάσει της εθνικής νομοθεσίας είτε βάσει των διατάξεων συμβάσεως περί αποφυγής της διπλής φορολογίας, συναφθείσας μεταξύ των κρατών αυτών;

β)    Όσον αφορά ένα κράτος μέλος Α (όπως το Ηνωμένο Βασίλειο), να εφαρμόζει μεν μια διάταξη της εφαρμοστέας συμβάσεως περί αποφυγής της διπλής φορολογίας, που παρέχει δικαίωμα για μερική πίστωση φόρου σχετικά με τα επίμαχα μερίσματα σε μια μητρική εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος Γ (όπως είναι οι Κάτω Χώρες), αλλά να μην παρέχει το δικαίωμα αυτό σε μητρική εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος Β (όπως είναι η Γερμανία), όταν δεν υφίσταται διάταξη περί μερικής πιστώσεως φόρου στη σύμβαση περί αποφυγής της διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί μεταξύ του κράτους μέλους Α και του κράτους μέλους Β;

γ)    Όσον αφορά ένα κράτος μέλος Α (όπως είναι το Ηνωμένο Βασίλειο), να μην παρέχει δικαίωμα για μερική πίστωση φόρου σχετικά με τα επίμαχα μερίσματα σε εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος Γ (όπως είναι οι Κάτω Χώρες) η οποία ελέγχεται από εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος Β (όπως είναι η Γερμανία) όταν το κράτος μέλος Α εφαρμόζει διατάξεις συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας οι οποίες παρέχουν ένα τέτοιο δικαίωμα:

(1)     σε εταιρίες εγκατεστημένες στο κράτος μέλος Γ οι οποίες ελέγχονται από κατοίκους του κράτους μέλους Γ·

(2)     σε εταιρίες εγκατεστημένες στο κράτος μέλος Γ οι οποίες ελέγχονται από κατοίκους ενός κράτους μέλους Δ (όπως είναι η Ιταλία), όταν υφίσταται διάταξη παρέχουσα δικαίωμα μερικής πιστώσεως φόρου για τα επίμαχα μερίσματα στη σύμβαση περί αποφυγής της διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί μεταξύ του κράτους μέλους Α και του κράτους μέλους Δ·

(3)    σε εταιρίες εγκατεστημένες στο κράτος μέλος Δ, ανεξάρτητα από το ποιος ελέγχει τις εταιρίες αυτές;

δ)    Θα επηρεαζόταν η απάντηση στο ερώτημα 1 γ) αν η εγκατεστημένη στο κράτος μέλος Γ εταιρία ελέγχεται όχι από εταιρία εγκατεστημένη στο κράτος μέλος Β αλλά από εταιρία εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα;

2.    Αν η απάντηση στο ερώτημα 1 α) έως γ) είναι καταφατική, εν όλω ή εν μέρει, ποιες αρχές θέτει το κοινοτικό δίκαιο όσον αφορά τα δικαιώματα και τα μέσα ένδικης προστασίας που υφίστανται στο πλαίσιο των περιστάσεων που περιγράφονται στα ως άνω ερωτήματα; Ειδικότερα:

α)     Υποχρεούται ένα κράτος μέλος Α να καταβάλει:

i.    Την πλήρη πίστωση φόρου ή ένα αντίστοιχο ποσό ή

ii.    Τη μερική πίστωση φόρου ή ένα αντίστοιχο ποσό ή

iii.    Την πλήρη ή μερική πίστωση φόρου ή ένα αντίστοιχο ποσό:

1.    αφαιρουμένου κάθε ενδεχόμενου φόρου εισοδήματος που πρέπει να καταβληθεί ή που θα έπρεπε να καταβληθεί αν το οφειλόμενο σε κάποιον προσφεύγοντα μέρισμα συνοδευόταν από πίστωση φόρου·

2.    αφαιρουμένου κάθε τέτοιου φόρου, υπολογιζόμενη επί άλλης βάσεως;

β)    Σε ποιον πρέπει να γίνει η σχετική καταβολή:

i)    στην οικεία μητρική εταιρία στο κράτος μέλος Β ή στο κράτος μέλος Γ ή

ii)    στην οικεία θυγατρική στο κράτος μέλος Α;

γ)    Είναι το δικαίωμα για μια τέτοια καταβολή:

i)    Δικαίωμα επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, έτσι ώστε η επιστροφή αυτή να αποτελεί συνέπεια και παρεπόμενο του δικαιώματος το οποίο παρέχουν τα άρθρα 43 ή/και 56 ή/και

ii)    Δικαίωμα αποζημιώσεως, οπότε θα πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που περιγράφονται στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-46/93 και C-49/94, Brasserie du Pêcheur και Factortame ή/και

iii)    Δικαίωμα λήψεως μιας παροχής η οποία κακώς δεν χορηγήθηκε και, στην περίπτωση αυτή:

1.    αποτελεί το δικαίωμα αυτό συνέπεια και παρεπόμενο του δικαιώματος το οποίο παρέχουν τα άρθρα 43 ή/και 56 ή

2.    πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπει η απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-46/93 και C-48/93, Brasserie du Pêcheur και Factortame ή

3.    πρέπει να πληρούνται κάποιες άλλες προϋποθέσεις;

δ)    Επηρεάζεται η απάντηση στο ερώτημα 2 γ) ανωτέρω αν οι σχετικές αξιώσεις προβάλλονται, στο πλαίσιο του εσωτερικού δικαίου του κράτους Α, ως αιτήματα αποδόσεως ή αν προβάλλονται ή αν πρέπει να προβληθούν ως αιτήματα αποζημιώσεως;

ε)    Προκειμένου να ζητήσει απόδοση των οφειλομένων, πρέπει η προβάλλουσα τη σχετική αξίωση εταιρία να αποδείξει ότι η ίδια ή η μητρική της εταιρία θα είχαν ζητήσει πίστωση φόρου (πλήρη ή μερική, κατά περίπτωση) αν εγνώριζαν ότι είχαν σχετικό δικαίωμα βάσει του κοινοτικού δικαίου;

στ)    Επηρεάζεται η απάντηση στο ερώτημα 2 α) στην περίπτωση στην οποία, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-397/98 και C-410/98, Hoechst και Metallgesellschaft, η οικεία θυγατρική στο κράτος μέλος Α μπορεί να έλαβε επιστροφή του προκαταβαλλόμενου φόρου εταιριών ACT ή μπορεί να εδικαιούτο κατ' αρχήν μια τέτοια επιστροφή του φόρου που αφορά τα μερίσματα που καταβλήθηκαν στην οικεία μητρική εταιρία στο κράτος μέλος Β ή στο κράτος μέλος Γ;

ζ)    Ποια κατευθυντήρια γραμμή, εφόσον απαιτείται, θεωρεί πρόσφορο να δώσει το Δικαστήριο στις παρούσες υποθέσεις, σχετικά με το ποιες περιστάσεις πρέπει να λάβει υπόψη το εθνικό δικαστήριο προκειμένου να καθορίσει αν η παράβαση είναι επαρκώς κατάφωρη, υπό την έννοια της αποφάσεως στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-46/93 και C-48/93, Brasserie du Pêcheur και Factortame, ειδικότερα, αν η παράβαση αυτή είναι συγγνωστή λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας περί της ερμηνείας των σχετικών διατάξεων του κοινοτικού δικαίου;

____________