Language of document : ECLI:EU:C:2011:706

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

PAOLO MENGOZZI

της 27ης Οκτωβρίου 2011 (1)

Υπόθεση C‑495/10

Centre hospitalier universitaire de Besançon

κατά

Thomas Dutrueux

και

Caisse primaire d’assurance maladie du Jura

[αίτηση του Conseil d’État (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Εναρμόνιση των νομοθεσιών – Ευθύνη των δημοσίων νοσοκομείων έναντι των ασθενών τους λόγω ελαττωματικών προϊόντων – Περιορισμός της ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες»






1.        Η υπό κρίση αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 3 και 13 της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων (ΕΕ L 210, σ. 29, στο εξής: οδηγία 85/374).

2.        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς σχετικής με την ευθύνη του centre hospitalier universitaire de Besançon [πανεπιστημιακού νοσοκομείου Μπεζανσόν] (στο εξής: ΠΝ Μπεζανσόν) για τα εγκαύματα που προκλήθηκαν σε ασθενή εξαιτίας της χρήσεως ελαττωματικού θερμαινόμενου στρώματος.

I –    Το νομικό πλαίσιο

 Α –      Η οδηγία 85/374

3.        Η πρώτη, η τέταρτη, η δέκατη τρίτη και η δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 85/374 έχουν ως εξής:

«[εκτιμώντας] ότι η προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης του παραγωγού για ζημίες, που προκαλούνται λόγω του ελαττωματικού χαρακτήρος των προϊόντων του, είναι απαραίτητη, δεδομένου ότι οι διαφορές στις επιμέρους νομοθεσίες ενδέχεται να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό, να επηρεάσουν την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων εντός της κοινής αγοράς και να προκαλέσουν διαφορές στο επίπεδο προστασίας του καταναλωτή από τις ζημίες, στην υγεία και στην περιουσία του, λόγω ενός ελαττωματικού προϊόντος·

[...]

[εκτιμώντας] ότι η προστασία του καταναλωτή απαιτεί τη γένεση ευθύνης όλων των συμμετεχόντων στην παραγωγική διαδικασία σε περίπτωση που το τελικό προϊόν, ένα συστατικό αυτού ή η χορηγηθείσα πρώτη ύλη παρουσιάζει ελάττωμα· ότι, για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να γεννάται ευθύνη του προσώπου που εισάγει προϊόντα στην Κοινότητα καθώς και οποιουδήποτε εμφανίζεται ως παραγωγός, θέτοντας την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο ή διαθέτει ένα προϊόν του οποίου ο παραγωγός είναι αδύνατο να εντοπιστεί·

[...]

[εκτιμώντας] ότι, ανάλογα με τα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ο ζημιωθείς μπορεί να έχει δικαίωμα επανόρθωσης, βάσει συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης με νομική βάση άλλη από την προβλεπόμενη στην παρούσα οδηγία· ότι οι διατάξεις αυτές στο μέτρο που επιδιώκουν, επίσης, την αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών δεν θα πρέπει να θίγονται από την παρούσα οδηγία· ότι, εφόσον η αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών στον τομέα των φαρμακευτικών προϊόντων εξασφαλίζεται ήδη, επίσης, σε ένα κράτος μέλος με ειδικό καθεστώς ευθύνης, θα πρέπει, επίσης, να παραμείνει δυνατή η [άσκηση] αγωγών, βάσει του καθεστώτος αυτού·

[...]

[εκτιμώντας] ότι η εναρμόνιση ως αποτέλεσμα της παρούσας οδηγίας δεν είναι δυνατόν, στην παρούσα φάση, να είναι καθολική, αλλά ανοίγει απλώς τον δρόμο προς μια [πιο ολοκληρωμένη] εναρμόνιση· [...]»

4.        Το άρθρο 1 της οδηγίας 85/374 ορίζει ότι «[ο] παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του».

5.        Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:

«1. Ως “παραγωγός” θεωρείται ο κατασκευαστής ενός τελικού προϊόντος, ο παραγωγός κάθε πρώτης ύλης ή ο κατασκευαστής ενός συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος, επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο.

2. Με την επιφύλαξη της ευθύνης του παραγωγού, οποιοσδήποτε εισάγει στην Κοινότητα ένα προϊόν για πώληση, μίσθωση, [χρηματοδοτική μίσθωση] (leasing) ή οποιαδήποτε άλλη μορφή διανομής στα πλαίσια της εμπορικής του δραστηριότητας, θεωρείται παραγωγός του, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, και υπέχει ευθύνη παραγωγού.

3. Εάν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ταυτότητα του παραγωγού, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θα θεωρείται παραγωγός του, εκτός αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα, εντός εύλογης προθεσμίας, σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν. Το ίδιο ισχύει, όταν πρόκειται για εισαγόμενο προϊόν, εάν η ταυτότητα του εισαγωγέα, όπως την αναφέρει η παράγραφος 2, δεν αναγράφεται στο προϊόν, ακόμα και εάν αναφέρεται η επωνυμία του παραγωγού.»

6.              Κατά το άρθρο 13 της οδηγίας 85/374:

«Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα δικαιώματα που ενδέχεται να έχει ο ζημιωθείς, βάσει του δικαίου περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης, ή βάσει ειδικού καθεστώτος ευθύνης που τυχόν ισχύει, κατά τη στιγμή κοινοποίησης της οδηγίας.»

 Β –      Η εθνική νομοθεσία

7.        Οι διατάξεις της οδηγίας 85/374 μεταφέρθηκαν στη γαλλική εσωτερική έννομη τάξη με τα άρθρα 1386-1 έως 1386-18 του αστικού κώδικα.

8.        Το Conseil d’État (Γαλλία) διευκρινίζει ότι η ευθύνη των νοσοκομείων έναντι των ασθενών τους αποτελεί το αντικείμενο ειδικού καθεστώτος το οποίο διέπεται μεταξύ άλλων από τις αρχές που έχει θέσει η νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων.

9.        Μεταξύ αυτών καταλέγεται και η αρχή την οποία έθεσε το Conseil d’État με απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003 (2) και κατά την οποία ένα δημόσιο νοσοκομείο οφείλει να αποκαταστήσει, ακόμη και άνευ υπαιτιότητας, τη ζημία που υπέστη ασθενής εξαιτίας ελαττώματος μηχανήματος ή προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της παρασχεθείσας περιθάλψεως.

II – Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

10.      Ένας ασθενής, ηλικίας 13 ετών κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, υπέστη εγκαύματα κατά τη διάρκεια χειρουργικής επεμβάσεως στην οποία υπεβλήθη την 3η Οκτωβρίου 2000 στο ΠΝ Μπεζανσόν. Τα εγκαύματα αυτά προκλήθηκαν από θερμαινόμενο στρώμα στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο ασθενής και του οποίου το σύστημα ρυθμίσεως της θερμοκρασίας αποδείχθηκε ελαττωματικό.

11.      Με απόφαση της 27ης Μαρτίου 2007, το tribunal administratif de Besançon [διοικητικό πρωτοδικείο Μπεζανσόν] καταδίκασε το ΠΝ Μπεζανσόν να αποκαταστήσει την ως άνω προκληθείσα ζημία. Δεδομένου ότι η έφεση που ασκήθηκε κατά της αποφάσεως αυτής απορρίφθηκε από το cour administrative d’appel de Nancy [διοικητικό εφετείο Νανσύ] με απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2009, το ΠΝ Μπεζανσόν άσκησε αναίρεση κατά της δεύτερης αποφάσεως ενώπιον του Conseil d’État.

12.      Προς στήριξη της αιτήσεώς του αναιρέσεως, το ΠΝ Μπεζανσόν υποστηρίζει ότι η απόφαση του εν λόγω διοικητικού εφετείου αντιβαίνει στην οδηγία 85/374. Συγκεκριμένα, η οδηγία αυτή δεν επιτρέπει να αναζητείται η ευθύνη δημοσίου νοσοκομείου, χωρίς να υφίσταται υπαιτιότητα, αποκλειστικώς για τις ζημιογόνες συνέπειες που προκλήθηκαν εξαιτίας ελαττωμάτων των χρησιμοποιούμενων ιατρικών υλικών και μηχανημάτων. Κατά το αναιρεσείον, ευθύνεται αποκλειστικώς ο παραγωγός του στρώματος, εφόσον προσδιορισθεί δεόντως η ταυτότητά του.

13.      Η αρχή σύμφωνα με την οποία ένα δημόσιο νοσοκομείο οφείλει να αποκαταστήσει, ακόμη και άνευ υπαιτιότητας, τη ζημία που υπέστη ασθενής λόγω ελαττώματος μηχανήματος ή προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της περιθάλψεως έχει διατυπωθεί από το Conseil d’État με την απόφασή του της 9ης Ιουλίου 2003. Αυτό το ειδικό καθεστώς ευθύνης έχει ως βάση τις ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ δημοσίου νοσοκομείου και ατόμων των οποίων αναλαμβάνει την περίθαλψη. Επομένως, κατά το Conseil d’État, μπορεί ιδίως να υποστηριχθεί ότι το καθεστώς αυτό ευθύνης στηρίζεται σε ειδική βάση, διαφορετική αυτής του καθεστώτος που προβλέπει η οδηγία 85/374. Το καθεστώς ευθύνης των δημοσίων νοσοκομείων μπορεί, κατά συνέπεια, να εξακολουθήσει να τυγχάνει εφαρμογής, σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας αυτής.

14.      Εάν υποτεθεί ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο, το εν λόγω δικαστήριο εκτιμά ότι η έκβαση της κύριας δίκης θα εξαρτηθεί από το αν το καθεστώς ευθύνης που καθορίζεται με την οδηγία 85/374 αφορά τις ζημίες που προκάλεσε χρήστης ελαττωματικού προϊόντος σε τρίτον, στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών προς αυτόν.

15.      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Επιτρέπει η οδηγία [85/374], λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου της 13, την εφαρμογή καθεστώτος ευθύνης στηριζομένου στην ειδική περίπτωση των ασθενών των δημοσίων νοσοκομείων, καθόσον το καθεστώς αυτό αναγνωρίζει μεταξύ άλλων το δικαίωμα των ασθενών να λαμβάνουν αποζημίωση από τα νοσοκομεία αυτά, ακόμη και άνευ υπαιτιότητας, σε αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν λόγω ελαττώματος των προϊόντων ή των μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, με την επιφύλαξη της δυνατότητας του νοσοκομείου να στραφεί αναγωγικώς κατά του παραγωγού;

2)      Περιορίζει η οδηγία [85/374] τη δυνατότητα των κρατών μελών να καθορίζουν την ευθύνη των προσώπων που χρησιμοποιούν ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και προκαλούν, ως εκ τούτου, ζημίες στον αποδέκτη της παροχής;»

III – Η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία

16.      Η υπό κρίση αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Conseil d’État με απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2010, περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Οκτωβρίου 2010.

17.      Το ΠΝ Μπεζανσόν, η Γαλλική, η Γερμανική και η Ελληνική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις στο Δικαστήριο.

18.      Οι ως άνω μετέχοντες στη δίκη, εκτός της Γερμανικής Κυβερνήσεως, ανέπτυξαν προφορικώς τις απόψεις τους κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 20ής Σεπτεμβρίου 2011.

IV – Νομική ανάλυση

19.      Όπως ορθώς αναγνώρισε το σύνολο των μετεχόντων στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το Δικαστήριο πρέπει να εξετάσει καταρχάς το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, δεδομένου ότι αυτό σκοπεί στο να καθορισθεί αν καθεστώς ευθύνης όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη εμπίπτει ή όχι στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374. Τυχόν αρνητική απάντηση στο ερώτημα αυτό καθιστά άνευ αντικειμένου το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο αφορά το άρθρο 13 της οδηγίας 85/374, και παρέχει στο αιτούν δικαστήριο επαρκείς διευκρινίσεις προκειμένου αυτό να εκδικάσει τη διαφορά της κύριας δίκης.

 Α –      Επί του δευτέρου ερωτήματος

20.      Το δεύτερο ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο αφορά την οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 85/374. Ειδικότερα, το Δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν η εν λόγω οδηγία περιορίζει τη δυνατότητα εφαρμογής εθνικού καθεστώτος ευθύνης των δημοσίων νοσοκομείων που χρησιμοποιούν ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών.

21.      Γενικότερα, τίθεται το ζήτημα της εφαρμογής της οδηγίας 85/374 στο καθεστώς ευθύνης παρέχοντος υπηρεσίες όσον αφορά τις ζημίες που προκάλεσε ελαττωματικό προϊόν το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά την παροχή των υπηρεσιών αυτών. Η εφαρμογή της ως άνω οδηγίας στην περίπτωση του εν λόγω παρέχοντος υπηρεσίες, η οποία αποκλείει την εφαρμογή εθνικού καθεστώτος ευθύνης, μπορεί να γίνει δεκτή σε δύο περιπτώσεις.

22.      Στην πρώτη περίπτωση, η οδηγία 85/374 έχει εφαρμογή στο καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες, διότι αυτός εξομοιώνεται με τον «προμηθευτή» ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374. Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι «[ε]άν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ταυτότητα του παραγωγού, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θα θεωρείται παραγωγός του, εκτός αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα, εντός εύλογης προθεσμίας, σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν». Ο νομοθέτης δεν όρισε την έννοια αυτή του «προμηθευτή», η οποία επομένως μπορεί να περιλάβει και τον παρέχοντα υπηρεσίες. Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, ο παρέχων υπηρεσίες θα θεωρηθεί στην περίπτωση αυτή «παραγωγός» του ελαττωματικού προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε κατά την παροχή υπηρεσιών, εκτός και αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα, εντός εύλογης προθεσμίας, σχετικά με την ταυτότητα του «παραγωγού» ή εκείνου που του «προμήθευσε» το προϊόν.

23.      Στη δεύτερη περίπτωση, η οδηγία 85/374 έχει εφαρμογή στο καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες λόγω του ότι τον εξαιρεί από τον κατά περιοριστικό τρόπο οριζόμενο κατάλογο υπευθύνων λόγω ελαττωματικών προϊόντων, στον οποία περιλαμβάνει ρητώς μόνον τον «παραγωγό» και τον «προμηθευτή». Αντιθέτως προς την πρώτη περίπτωση, ο παρέχων υπηρεσίες δεν θεωρείται «παραγωγός» ελαττωματικού προϊόντος εάν δεν είναι δυνατό να εξομοιωθεί με τον «προμηθευτή» του προϊόντος αυτού. Επομένως, δεν είναι δυνατό να ευθύνεται για τις ζημίες που προκάλεσε το ελαττωματικό προϊόν, μολονότι δεν ενημερώνει σχετικά με την ταυτότητα του «παραγωγού» ή εκείνου ο οποίος του προμήθευσε το προϊόν αυτό που χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών.

24.      Οι δύο αυτές περιπτώσεις πρέπει να εξετασθούν διαδοχικώς εκ νέου, δηλαδή, πρώτον, όσον αφορά το αν ο παρέχων υπηρεσίες εμπίπτει στην έννοια του όρου «προμηθευτής», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374 (υπό 1), και, δεύτερον, όσον αφορά τον καθορισμό κατά περιοριστικό τρόπο των υπευθύνων στο πλαίσιο της οδηγίας 85/374 (υπό 2).

1.      Επί της εξομοιώσεως του παρέχοντος υπηρεσίες με τον «προμηθευτή» κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374

25.      Η οδηγία 85/374 δεν περιλαμβάνει ορισμό του «προμηθευτή» ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου της 3, παράγραφος 3.

26.      Κατά την Ελληνική Κυβέρνηση, ο όρος «προμηθευτής», κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, δηλώνει το πρόσωπο που ενεργεί στο πλαίσιο αλυσίδας διανομής (3). Στην υπόθεση της κύριας δίκης, τελευταίος κρίκος της αλυσίδας διανομής είναι, επομένως, η παράδοση του ελαττωματικού στρώματος στο ΠΝ Μπεζανσόν. Η μεταγενέστερη χρήση του στρώματος αυτού από το ΠΝ, στο πλαίσιο της παρεχόμενης στους ασθενείς περιθάλψεως, δεν ανήκει σ’ αυτήν την αλυσίδα διανομής. Η Γαλλική Κυβέρνηση φρονεί ότι ο ίδιος αυτός όρος «προμηθευτής» δηλώνει επαγγελματία ανήκοντα στην αλυσίδα διαθέσεως του προϊόντος στο εμπόριο (4). Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή συντάχθηκε με την άποψη των δύο αυτών μετεχουσών στη διαδικασία κυβερνήσεων.

27.      Λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας του Δικαστηρίου σχετικά με την ερμηνεία της οδηγίας 85/374, ορισμένα στοιχεία καθιστούν δυνατό να διευκρινισθεί η έννοια αυτή του όρου «προμηθευτής», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374. Στην απόφαση Skov και Bilka (5), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «τα άρθρα 1 και 3 της οδηγίας […] προσδιορίζουν, μεταξύ των επαγγελματιών που συμμετείχαν στις διαδικασίες κατασκευής και διαθέσεως στο εμπόριο, το πρόσωπο που φέρει τη θεσπιζόμενη από την οδηγία ευθύνη» (6). Με μεταγενέστερη απόφαση, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είναι συμβατές με την οδηγία οι δανικές διατάξεις, βάσει των οποίων υπείχαν ευθύνη παραγωγού «οι μεσάζοντες στην αλυσίδα διανομής» (7). Επιπλέον, εξετάζοντας την έννοια της «θέσεως σε κυκλοφορία» ελαττωματικού προϊόντος, το Δικαστήριο επισήμανε ότι «[ε]ν προκειμένω, δεν ασκεί, κατ’ αρχήν, επιρροή το ζήτημα αν το προϊόν πωλείται απευθείας από τον παραγωγό στον χρήστη ή τον καταναλωτή ή αν η πώληση αυτή διενεργείται στο πλαίσιο διαδικασίας διανομής όπου μετέχουν μία ή πλείονες επιχειρήσεις, όπως είναι η διαδικασία που διαλαμβάνεται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374» (8).

28.      Επίσης, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο «παραγωγός […] ορίζεται, ιδίως, ως ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος. Μόνον σε περιοριστικώς καθοριζόμενες περιπτώσεις μπορεί να χαρακτηρισθεί ως παραγωγός άλλο πρόσωπο και συγκεκριμένα όποιος εμφανίζεται ως παραγωγός, επιθέτοντας στο προϊόν την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο (άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 85/374), όποιος εισάγει ένα προϊόν στην Κοινότητα (άρθρο 3, παράγραφος 2), και, σε περίπτωση που είναι αδύνατον να προσδιορισθεί η ταυτότητα του παραγωγού, ο προμηθευτής ο οποίος δεν ενημέρωσε τον ζημιωθέντα, εντός εύλογης προθεσμίας, σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν (άρθρο 3, παράγραφος 3)» (9). Η υιοθέτηση ιδιαιτέρως διασταλτικού ορισμού της έννοιας του «προμηθευτή» αντιβαίνει στη βούληση αυτή περί καθορισμού περιοριστικού καταλόγου «παραγωγών».

29.      Ουδέποτε το Δικαστήριο προέβη σε άμεσο ορισμό της έννοιας του «προμηθευτή» κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374. Από τις προπαρατεθείσες αποφάσεις προκύπτει πάντως ότι ως προμηθευτής ελαττωματικού προϊόντος νοείται ο ενδιάμεσος στην αλυσίδα διαθέσεως στο εμπόριο ή διανομής του ελαττωματικού προϊόντος. Ο ορισμός αυτός πρέπει να είναι συσταλτικός.

30.      Προκειμένου να οριοθετηθεί η έννοια του «προμηθευτή», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, στο πλαίσιο της αλυσίδας διαθέσεως στο εμπόριο ή διανομής ελαττωματικού προϊόντος, είναι χρήσιμη η εξέταση της οδηγίας 2001/95/ΕΚ (10). Συγκεκριμένα, όπως υπενθυμίζει η Γαλλική Κυβέρνηση, η οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας αυτής συνδέεται κατ’ ανάγκη με εκείνην του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 85/374 (11).

31.      Κατά την ένατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2001/95, «[η] ασφάλεια του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται από τους ίδιους τους παρόχους υπηρεσιών για την παροχή υπηρεσίας στους καταναλωτές […] πρέπει να εξετάζεται σε συνδυασμό με την ασφάλεια της παρεχόμενης υπηρεσίας. […]». Δεδομένης της σχέσεως μεταξύ των δύο οδηγιών, μπορεί να γίνει εκ παραλλήλου δεκτό, όσον αφορά την οδηγία 85/374, ότι η χρήση του ελαττωματικού προϊόντος από παρέχοντα υπηρεσίες πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με την υπηρεσία για την οποία χρησιμοποιείται το προϊόν αυτό. Συνεπώς, ο παρέχων υπηρεσίες διακρίνεται από τον «προμηθευτή» ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, διότι δεν παρέδωσε προϊόν, αλλά παρείχε υπηρεσίες, στο πλαίσιο δε της παροχής αυτής χρησιμοποιήθηκε το ελαττωματικό προϊόν (12).

32.      Στην υπόθεση της κύριας δίκης δεν αμφισβητείται ότι το ελαττωματικό στρώμα χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών ιατρικής περιθάλψεως εκ μέρους του ΠΝ Μπεζανσόν. Όπως επισήμανε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, στην υπό κρίση υπόθεση δεν επρόκειτο για καταναλωτή ο οποίος επιθυμούσε να αγοράσει στρώμα, αλλά για ασθενή που εισήχθη σε νοσοκομείο. Η ασφάλεια του ελαττωματικού στρώματος πρέπει να εξετασθεί σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών ιατρικής περιθάλψεως αυτή καθαυτήν. Ως εκ τούτου, το ΠΝ Μπεζανσόν δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διανομέας του ελαττωματικού στρώματος, ούτε να εξομοιωθεί με «προμηθευτή», κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, αντιθέτως προς την πρώτη περίπτωση που προεκτέθηκε στο σημείο 21 των προτάσεων αυτών.

2.      Επί του καθορισμού κατά περιοριστικό τρόπο των υπευθύνων λόγω ελαττωματικών προϊόντων στο πλαίσιο της οδηγίας 85/374

33.      Το καθεστώς της ευθύνης των δημοσίων νοσοκομείων, το οποίο έχει εφαρμογή στην περίπτωση του ΠΝ Μπεζανσόν βάσει της αποφάσεως του Conseil d’État της 9ης Ιουλίου 2003, μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 μολονότι το νοσοκομείο αυτό δεν μπορεί να εξομοιωθεί με προμηθευτή κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, σύμφωνα με τη δεύτερη περίπτωση που προεκτέθηκε στο σημείο 22 των προτάσεων αυτών. Μπορεί να γίνει δεκτό ότι το καθεστώς που θεσπίσθηκε με την οδηγία αυτή καθορίζει οποιαδήποτε ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων αποκλειστικώς σε βάρος των προσώπων που μνημονεύονται ρητώς στην οδηγία 85/374. Κατά συνέπεια, εάν γίνει δεκτό ότι το ΠΝ Μπεζανσόν δεν ανήκει στην κατηγορία των υπευθύνων που διαλαμβάνονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 85/374, δεν είναι δυνατό να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του για τη χρήση ελαττωματικού στρώματος. Μόνον ο «παραγωγός» και, ενδεχομένως, ο «προμηθευτής» του ελαττωματικού στρώματος είναι υπεύθυνοι για τις ζημίες τις οποίες προκάλεσε το ελαττωματικό προϊόν που χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών.

34.      Με σειρά αποφάσεων το Δικαστήριο έχει μάλλον αποφανθεί επί του ζητήματος κατά τον ανωτέρω τρόπο, καθόσον έχει κρίνει ότι «ο καθορισμός του κύκλου των υπευθύνων προσώπων από τα άρθρα 1 και 3 [της οδηγίας 85/374] πρέπει να θεωρηθεί περιοριστικός» (13).

35.      Εντούτοις, προσεκτικότερη εξέταση της νομολογίας περί της ερμηνείας της οδηγίας 85/374 καταδεικνύει ότι το Δικαστήριο δεν υποστηρίζει την άποψη ότι δεν υφίσταται ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες σε περίπτωση κατά την οποία αυτή δεν προβλέπεται από την οδηγία 85/374 (υπό α΄). Εξάλλου, μια πρόσφατη απόφαση αποδεικνύει αντιθέτως ότι δεν πρέπει να γίνεται δεκτό ότι η εν λόγω οδηγία τυγχάνει εφαρμογής πέραν των ζητημάτων που ρυθμίζει ρητώς (υπό β΄).

 α)      Επί του ότι η νομολογία δεν έχει διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 έτσι ώστε να περιλαμβάνει και το καθεστώς ευθύνης των παρεχόντων υπηρεσίες

36.      Πρέπει να ληφθεί υπόψη το πλαίσιο εντός του οποίου διατυπώθηκε η προπαρατεθείσα στο σημείο 33 των προτάσεων αυτών κρίση του Δικαστηρίου. Από το πλαίσιο αυτό προκύπτει ότι, με τις αποφάσεις που περιέχουν την κρίση αυτή, το Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε ρητώς επί του ενδεχομένου διευρύνσεως του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 85/374 έτσι ώστε να περιλαμβάνει και το καθεστώς ευθύνης των παρεχόντων υπηρεσίες.

37.      Το Δικαστήριο έκανε λόγο για τον περιοριστικό καθορισμό των υπευθύνων σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις. Πρώτον, για να εκτιμήσει την έκταση της ευθύνης «προμηθευτή», κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, ευθύνη της οποίας επιβεβαιώθηκε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, εκ νέου ο επικουρικός χαρακτήρας σε σχέση με την ευθύνη του «παραγωγού» (14). Ο χαρακτηρισμός του «προμηθευτή» δεν προκαλούσε δυσχέρειες, δεδομένου ότι στην υπόθεση εκείνη επρόκειτο για την επιχείρηση από κατάστημα της οποίας είχε αγορασθεί το ελαττωματικό προϊόν. Δεύτερον, το Δικαστήριο χρησιμοποίησε εκ νέου την έννοια αυτή του περιοριστικού καθορισμού των υπευθύνων σε υποθέσεις στις οποίες ετίθετο το ζήτημα της ενδεχόμενης υποκαταστάσεως ενός διαδίκου από άλλον, σε περίπτωση κατά την οποία είχε ασκηθεί αγωγή κατά εταιρίας που είχε θεωρηθεί πεπλανημένα «παραγωγός» ελαττωματικού προϊόντος (15). Πέραν αμφιβολίας, οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν το καθεστώς ευθύνης του «παραγωγού» ή του «προμηθευτή», κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας 85/374.

38.      Εκτός των υποθέσεων αυτών, το Δικαστήριο ουδέποτε αποφάνθηκε ευθέως επί της διευρύνσεως του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 85/374 έτσι ώστε να περιλαμβάνει το καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες λόγω ελαττωματικού προϊόντος. Ειδικότερα, με την απόφαση που εξέδωσε επί της υποθέσεως Veedfald, η οποία αφορούσε την εφαρμογή της οδηγίας 85/374 οσάκις ελαττωματικό προϊόν χρησιμοποιείται κατά την παροχή υπηρεσιών, το Δικαστήριο αποφάνθηκε αποκλειστικώς επί της ευθύνης του «παραγωγού» αυτού του ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 85/374 (16).

39.      Εξάλλου, πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι τα πραγματικά περιστατικά ειδικώς μιας υποθέσεως παρείχαν στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να αποφανθεί επί του ζητήματος αυτού. Στην υπόθεση εκείνη, το Δικαστήριο εξέτασε την περίπτωση της M. Gonzalez Sanchez, η οποία υποστήριζε ότι είχε μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Γ εξαιτίας μεταγγίσεως αίματος στην οποία είχε υποβληθεί σε ιατρικό κέντρο (17). Στην ως άνω περίπτωση, το Δικαστήριο είχε τη δυνατότητα να διευκρινίσει αν το οικείο ιατρικό κέντρο έπρεπε να χαρακτηρισθεί ως «προμηθευτής» του ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374. Χωρίς να εξομοιώσει αυτό το ιατρικό κέντρο με «προμηθευτή», το Δικαστήριο θα μπορούσε να αποφανθεί ότι το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 περιλαμβάνει και το καθεστώς ευθύνης αυτού του ιατρικού κέντρου. Το Δικαστήριο δεν προέβη σε τέτοιες διευκρινίσεις, διότι του είχε υποβληθεί μόνον το ερώτημα αν «πρέπει το άρθρο 13 της οδηγίας [85/374] να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει τη μεταφορά της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο ώστε να περιορίζονται ή να περιστέλλονται τα δικαιώματα που αναγνωρίζονταν στους καταναλωτές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους […]» (18).

40.      Το Δικαστήριο απάντησε αποκλειστικώς και μόνον στο ερώτημα που του είχε υποβληθεί, αποφαινόμενο ότι «το άρθρο 13 της οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα δικαιώματα που η νομοθεσία κράτους μέλους αναγνωρίζει στους ζημιωθέντες από ελαττωματικό προϊόν, βάσει γενικού καθεστώτος ευθύνης το οποίο έχει την ίδια νομική βάση με αυτό που θεσπίζει η οδηγία, μπορούν να περιορισθούν ή να περισταλούν [εξαιτίας της μεταφοράς] της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη του εν λόγω κράτους» (19). Τα δικαιώματα που ενδεχομένως παρέχονται βάσει της νομοθεσίας κράτους μέλους στους ζημιωθέντες λόγω ελαττωματικού προϊόντος είναι δυνατό να περιορισθούν ή να περισταλούν εξαιτίας της μεταφοράς της οδηγίας αυτής. Συγκεκριμένα, εάν το εθνικό δίκαιο προέβλεπε άλλες προϋποθέσεις θεμελιώσεως της ευθύνης του «παραγωγού» ή του «προμηθευτή» η οποία απορρέει από την ίδια νομική βάση της υπάρξεως ελαττώματος του προϊόντος, οι προϋποθέσεις αυτές δεν είναι δυνατό να εξακολουθήσουν να ισχύουν κατόπιν της μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη. Ως εκ τούτου, με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί του ζητήματος του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 85/374 και της διευρύνσεώς του έτσι ώστε να περιλαμβάνει και τους παρέχοντες υπηρεσίες.

 β)      Επί της μη εφαρμογής της οδηγίας 85/374 πέραν των ζητημάτων που ρυθμίζει ρητώς

41.      Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε προσφάτως ότι η οδηγία 85/374 δεν έχει εφαρμογή πέραν των ζητημάτων τα οποία ρυθμίζει ρητώς, μολονότι εξέταζε υπόθεση η οποία ήγειρε ζήτημα ευθύνης λόγω ελαττωματικού προϊόντος. Πρόκειται για την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Moteurs Leroy Somer (20). Στην εν λόγω υπόθεση, είχε αναφλεγεί η ηλεκτρογεννήτρια νοσοκομείου εξαιτίας της υπερθερμάνσεως μετασχηματιστή. Ο ελαττωματικός μετασχηματιστής είχε επομένως προκαλέσει ζημία σε αντικείμενο προοριζόμενο για επαγγελματική χρήση το οποίο χρησιμοποιήθηκε πράγματι για τον σκοπό αυτό. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η εναρμόνιση βάσει της οδηγίας 85/374 δεν περιελάμβανε και την αποκατάσταση ζημιών του είδους αυτού. Κατά συνέπεια, η εν λόγω οδηγία δεν απαγορεύει σε κράτος μέλος να θεσπίσει συναφώς καθεστώς ευθύνης μεταγενέστερο από αυτό που θεσπίσθηκε με την οδηγία αυτή.

42.      Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου είναι σύμφωνη με τη δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 85/374, η οποία προβλέπει ρητώς ότι «η εναρμόνιση ως αποτέλεσμα της παρούσας οδηγίας δεν είναι δυνατόν, στην παρούσα φάση, να είναι καθολική, αλλά ανοίγει απλώς τον δρόμο προς μια [πιο ολοκληρωμένη] εναρμόνιση» (21). Η οδηγία 85/374 δεν σκοπεί να ρυθμίσει κατά τρόπο εξαντλητικό τα ζητήματα της ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων.

43.      Το Δικαστήριο προέκρινε την άποψη αυτή μολονότι είχε προηγουμένως αποφανθεί ότι «[τ]α άρθρα 1 και 9 αναφέρουν […], περιοριστικά, τις δυνατές κατηγορίες ζημιών» (22). Με την ως άνω απόφαση Moteurs Leroy Somer, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι «μολονότι η οδηγία 85/374 […] επιδιώκει, για τα θέματα που ρυθμίζει, την πλήρη εναρμόνιση των νομοθετικών, ρυθμιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών [(23)], αντιθέτως, όπως προκύπτει από τη δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη της, δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση κατά τρόπο εξαντλητικό του τομέα της ευθύνης από ελαττωματικά προϊόντα πέραν των εν λόγω θεμάτων» (24). Το Δικαστήριο έκρινε ότι «όπως προκύπτει [τόσο] από [το γράμμα] [όσο] και από την [εν γένει] οικονομία της οδηγίας 85/374, […] η αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται σε [αντικείμενο] προοριζόμενο για επαγγελματική χρήση, το οποίο πράγματι χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό αυτόν, δεν περιλαμβάνεται στα [ζητήματα] που ρυθμίζει η εν λόγω οδηγία […]» (25). Κατά συνέπεια, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 δεν περιλαμβάνει και τις ζημίες που προκαλούνται από ελαττωματικό προϊόν σε αντικείμενο προοριζόμενο για επαγγελματική χρήση, το οποίο χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτόν.

44.      Η άποψη την οποία προέκρινε το Δικαστήριο στην υπόθεση Moteurs Leroy Somer έχει ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά την απάντηση που πρέπει να δοθεί στο αιτούν δικαστήριο με γνώμονα το γεγονός ότι, στην απόφαση Veedfald, το Δικαστήριο είχε επισημάνει την έλλειψη διατάξεων σχετικών με την ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες για ζημίες που προκλήθηκαν από ελαττωματικά προϊόντα (26). Με τον τρόπο αυτό, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι ο νομοθέτης δεν είχε προβλέψει τη θέσπιση, με την οδηγία 85/374, καθεστώτος ευθύνης το οποίο θα έχει εφαρμογή και στην περίπτωση της παροχής υπηρεσιών. Από τη συνδυασμένη ερμηνεία των δύο αυτών αποφάσεων συνάγεται κατ’ ανάγκη ότι στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 εμπίπτει μόνον η ευθύνη του «παραγωγού» ή, ενδεχομένως, του «προμηθευτή» ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας αυτής, ακόμη και σε περίπτωση κατά την οποία το προϊόν αυτό προκάλεσε ζημίες κατά τη χρήση του στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών. Κατά συνέπεια η εναρμόνιση βάσει της οδηγίας 85/374 δεν περιλαμβάνει και το καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες, αντιθέτως προς τη δεύτερη περίπτωση που εξετάσθηκε στο σημείο 22 των προτάσεων αυτών.

45.      Επιπλέον, με την απόφαση Moteurs Leroy Somer, το Δικαστήριο έκρινε ότι η επίμαχη ζημία «δεν εμπίπτει στην έννοια του όρου “ζημία” κατά την οδηγία 85/374» (27), και όχι ότι η ζημία αυτή ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής και δεν παρείχε δικαίωμα αποκαταστάσεως διότι η εν λόγω οδηγία προέβλεπε αποκλειστικά την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται σε αντικείμενο προοριζόμενο για ιδιωτική χρήση και χρησιμοποιούμενο από τον ζημιωθέντα για τον σκοπό αυτό. Η προσέγγιση την οποία υιοθέτησε το Δικαστήριο δεν απέκλειε τη δυνατότητα διασφαλίσεως καλύτερης αποκαταστάσεως υπέρ των ζημιωθέντων εξαιτίας ελαττωματικών προϊόντων.

46.      Η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά παρομοίως την ευθύνη προσώπου το οποίο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374. Αυτό το εθνικό καθεστώς ευθύνης ουδόλως θίγει το εναρμονισμένο βάσει της οδηγίας καθεστώς ευθύνης του «παραγωγού» και, ενδεχομένως, του «προμηθευτή» ελαττωματικού προϊόντος. Όπως επισημαίνει η Γερμανική Κυβέρνηση, το εθνικό αυτό καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες εφαρμόζεται συμπληρωματικώς σε σχέση με την ευθύνη που υπέχει ο «παραγωγός» και ο «προμηθευτής», οι οποίοι διαλαμβάνονται στην οδηγία 85/374. Η διεύρυνση αυτή της κατηγορίας των υπευθύνων έναντι του ασθενούς ο οποίος νοσηλεύεται σε δημόσιο νοσοκομείο ενισχύει με τον τρόπο αυτό τα δικαιώματα του ασθενούς. Επισημαίνεται, όμως, συναφώς ότι η διεύρυνση αυτή ακολουθεί την τάση και το πνεύμα της αποτελεσματικής προστασίας των καταναλωτών, η οποία επιδιώκεται με την οδηγία 85/374 (28).

47.      Συναφώς, παρουσιάζει ενδιαφέρον η επισήμανση ότι, αντιθέτως προς ό,τι εξέθεσε με τις γραπτές παρατηρήσεις της, η Επιτροπή εκτίμησε σχετικώς κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι η οδηγία 85/374 δεν περιορίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να καθορίζουν την ευθύνη των προσώπων τα οποία χρησιμοποιούν ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών. Στην υπόθεση της κύριας δίκης, όπως ορθώς παρατήρησε η Επιτροπή, μόνον η εφαρμογή εθνικού καθεστώτος ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες παρέχει στον νοσηλευόμενο δικαίωμα αποζημιώσεως όσον αφορά τα εγκαύματα που προκλήθηκαν από το ελαττωματικό στρώμα. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι οι ζημίες αυτές προκλήθηκαν κατά τη διενεργηθείσα στις 3 Οκτωβρίου 2000 χειρουργική επέμβαση, το δικαίωμα ασκήσεως αγωγής κατά του «παραγωγού» του ελαττωματικού στρώματος, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας, έχει παραγραφεί (29).

48.      Ακολουθώντας τη νομολογιακή γραμμή που χάραξε με την απόφαση Moteurs Leroy Somer, το Δικαστήριο θα πρέπει επομένως να δεχθεί ότι η εκ μέρους του παρέχοντος υπηρεσίες υποχρέωση αποκαταστάσεως των ζημιών που προκαλούνται από ελαττωματικό προϊόν, το οποίο χρησιμοποιείται στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών, δεν καταλέγεται στα ζητήματα που ρυθμίζει η οδηγία 85/374. Κατά συνέπεια, η οδηγία αυτή δεν απαγορεύει σε κράτος μέλος να θεσπίσει σχετικώς καθεστώς ευθύνης μεταγενέστερο από αυτό που θεσπίσθηκε με την εν λόγω οδηγία, βάσει του οποίοι θα καθίσταται δυνατό να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του ΠΝ Μπεζανσόν, ως παρέχοντος υπηρεσίες νοσοκομειακής περιθάλψεως στο πλαίσιο της οποίας χρησιμοποιήθηκε ελαττωματικό στρώμα.

3.      Ενδιάμεση πρόταση

49.      Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των ανωτέρω, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο δεύτερο ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο ότι η οδηγία 85/374 επιτρέπει στα κράτη μέλη να καθορίζουν την ευθύνη των προσώπων που χρησιμοποιούν ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και προκαλούν, ως εκ τούτου, ζημίες στον αποδέκτη της παροχής, με την επιφύλαξη της δυνατότητας να εφαρμοσθεί κατά του παραγωγού το καθεστώς ευθύνης που προβλέπεται βάσει της οδηγίας 85/374.

50.      Σε περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο δεν δεχθεί την πρόταση αυτή και αποφανθεί ότι στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 εμπίπτει και το καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες όσον αφορά τη χρήση ελαττωματικού προϊόντος στο πλαίσιο αυτής της παροχής υπηρεσιών, θα εξετάσω επικουρικώς το πρώτο ερώτημα, το οποίο αφορά την ερμηνεία του άρθρου 13 της οδηγίας 85/374, προκειμένου να παρασχεθούν στο Δικαστήριο οι μέγιστες δυνατές διευκρινίσεις.

 Β –      Επικουρικώς, επί του πρώτου ερωτήματος

51.      Το πρώτο ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο αφορά την ερμηνεία του άρθρου 13 της οδηγίας 85/374, κατά το οποίο «[η] παρούσα οδηγία δεν θίγει τα δικαιώματα, που ενδέχεται να έχει ο ζημιωθείς, βάσει του δικαίου περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης, ή βάσει ειδικού καθεστώτος ευθύνης που τυχόν ισχύει, κατά τη στιγμή κοινοποίησης της οδηγίας». Εν προκειμένω, το ζήτημα έγκειται στο να καθορισθεί αν η οδηγία 85/374 επιτρέπει την εφαρμογή καθεστώτος ευθύνης το οποίο στηρίζεται στην ειδική περίπτωση των νοσηλευομένων σε δημόσια νοσοκομεία, λόγω του ελαττωματικού χαρακτήρα των προϊόντων και των μηχανημάτων που χρησιμοποιούν τα δημόσια νοσοκομεία.

52.      Το Δικαστήριο έχει ερμηνεύσει το άρθρο 13 της οδηγίας 85/374 αποφαινόμενο ότι «το [καθεστώς] που [θεσπίσθηκε με την οδηγία] αυτή και το οποίο [καθιστά δυνατό] στον ζημιωθέντα να [εγείρει αξίωση αποζημιώσεως] εφόσον αποδείξει την ύπαρξη της ζημίας και του ελαττώματος του προϊόντος, καθώς και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του ελαττώματος αυτού και της ζημίας, δεν αποκλείει την εφαρμογή άλλων καθεστώτων συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης τα οποία στηρίζονται σε διαφορετικές νομικές βάσεις, όπως είναι η εγγυητική ευθύνη για κρυφά πραγματικά ελαττώματα ή η υπαιτιότητα» (30).

53.      Συνεπώς, η οδηγία 85/374 επιτρέπει την εφαρμογή ειδικού καθεστώτος ευθύνης το οποίο ίσχυε κατά τον χρόνο κοινοποιήσεως της οδηγίας αυτής και την εφαρμογή καθεστώτος συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης το οποίο στηρίζεται σε διαφορετική νομική βάση.

54.      Όσον αφορά, καταρχάς, το ειδικό καθεστώς ευθύνης το οποίο ίσχυε κατά τον χρόνο κοινοποιήσεως της οδηγίας 85/374, επισημαίνεται ότι η εν λόγω οδηγία κοινοποιήθηκε στα κράτη μέλη στις 30 Ιουλίου 1985. Πρέπει, όμως, να επισημανθεί συναφώς ότι, όπως διαπιστώνει το αιτούν δικαστήριο, το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης καθεστώς ευθύνης στηρίζεται σε αρχή νομολογιακής προελεύσεως, την οποία διατύπωσε το Conseil d’État με απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003. Σύμφωνα με τις γραπτές παρατηρήσεις της Γαλλικής Κυβερνήσεως, βάσει της προγενέστερης από την απόφαση αυτή νομολογίας του Conseil d’État, η ευθύνη του δημοσίου νοσοκομείου προϋπέθετε την ύπαρξη υπαιτιότητας (31). Ως εκ τούτου, μόνο μετά την έκδοση της αποφάσεως της 9ης Ιουλίου 2003 είναι δυνατό να θεωρηθεί υπεύθυνο δημόσιο νοσοκομείο, ακόμη και αν δεν υφίσταται υπαιτιότητα, για τις ζημιογόνες ως προς τον χρήστη συνέπειες ελαττώματος των ιατρικών προϊόντων και των μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της παροχής περιθάλψεως. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το καθεστώς αυτό ευθύνης ίσχυε κατά τον χρόνο κοινοποιήσεως της οδηγίας 85/374.

55.      Όσον αφορά, εν συνεχεία, το στηριζόμενο σε διαφορετική νομική βάση καθεστώς συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης, πρέπει να εξετασθεί αν το καθεστώς της ευθύνης δημοσίου νοσοκομείου στηρίζεται σε διαφορετική νομική βάση από το καθεστώς που καθιερώθηκε με την οδηγία 85/374.

56.      Κατά το Δικαστήριο, αντιθέτως προς το καθεστώς της εγγυητικής ευθύνης για κρυφά πραγματικά ελαττώματα ή το καθεστώς της ευθύνης λόγω υπαιτιότητας, με την οδηγία 85/374 θεσπίζεται καθεστώς ευθύνης στηριζόμενο αποκλειστικώς στο ελάττωμα του προϊόντος. Με την οδηγία 85/374 διευκρινίζεται τι νοείται ως ελάττωμα, δηλαδή προϊόν το οποίο «δεν παρέχει την [ευλόγως προσδοκώμενη] ασφάλεια» (32). Κατά το Δικαστήριο, η έννοια της νομικής βάσεως αφορά αποκλειστικώς το ελάττωμα του προϊόντος.

57.      Για να δεχθεί ότι ένα καθεστώς ευθύνης στηρίζεται σε διαφορετική νομική βάση, το Δικαστήριο δεν εξέτασε γενικότερα τις προϋποθέσεις ή τα αποτελέσματα καθεστώτος ευθύνης, ούτε το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται μια τέτοια μορφή ευθύνης. Συνεπώς, η οδηγία 85/374 έχει την έννοια ότι αποκλείει την εφαρμογή καθεστώτος με το ίδιο αντικείμενο –την ευθύνη– και την ίδια νομική βάση –το ελάττωμα προϊόντος το οποίο δεν παρέχει την ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια.

58.      Κατά το αιτούν δικαστήριο, μπορεί να υποστηριχθεί ότι το επίμαχο καθεστώς ευθύνης στηρίζεται σε διαφορετική νομική βάση, διότι η ευθύνη αυτή έχει ως νομική βάση τις ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ δημοσίου νοσοκομείων και ατόμων των οποίων αναλαμβάνει την περίθαλψη. Κατά τη Γερμανική Κυβέρνηση, η διαφορά ως προς τη νομική βάση έγκειται στον καθορισμό των υπευθύνων κατά τρόπο διαφορετικό από την οδηγία 85/374. Στο πλαίσιο των απόψεων αυτών η νομική βάση νοείται, κατά τα φαινόμενα, κατά τρόπο διαφορετικό από την έννοια της νομικής βάσεως στην οποία παραπέμπει το Δικαστήριο, με τη νομολογία του περί ερμηνείας της οδηγίας 85/374. Ενδεικτικό είναι συναφώς το ότι η Γαλλική Κυβέρνηση θεωρεί μη καθοριστικής σημασίας το αν το επίμαχο καθεστώς στηρίζεται ή όχι στην ίδια νομική βάση της ευθύνης άνευ υπαιτιότητας.

59.      Το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης καθεστώς είναι καθεστώς ευθύνης το οποίο στηρίζεται στον ελαττωματικό χαρακτήρα των ιατρικών προϊόντων και υλικών. Το να έχει, όμως, καθεστώς ευθύνης ως νομική βάση του τον ελαττωματικό χαρακτήρα προϊόντος ισοδυναμεί με το να έχει το καθεστώς αυτό ως νομική βάση το ελάττωμα του εν λόγω προϊόντος το οποίο δεν παρέχει την ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια. Επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το καθεστώς αυτό ευθύνης στηρίζεται σε διαφορετική νομική βάση από αυτήν του καθεστώτος που θεσπίσθηκε με την οδηγία 85/374.

60.      Κατά συνέπεια, σε περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο κρίνει ότι στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 εμπίπτει και το καθεστώς ευθύνης των δημοσίων νοσοκομείων, λόγω του ελαττωματικού χαρακτήρα των προϊόντων και μηχανημάτων που χρησιμοποιούν, θα πρέπει να δεχθεί ότι η οδηγία 85/374, λαμβανομένης υπόψη της ερμηνείας του άρθρου της 13, δεν επιτρέπει την εφαρμογή καθεστώτος ευθύνης το οποίο έχει ως αποκλειστική νομική βάση τον ελαττωματικό χαρακτήρα των προϊόντων και των μηχανημάτων αυτών.

V –    Πρόταση

61.      Λαμβανομένων υπόψη όσων αναπτύχθηκαν κατά κύριο λόγο, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει στο Conseil d’État την εξής απάντηση:

«Η οδηγία 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων, επιτρέπει στα κράτη μέλη να καθορίζουν την ευθύνη των προσώπων που χρησιμοποιούν ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και προκαλούν, ως εκ τούτου, ζημίες στον αποδέκτη της παροχής, με την επιφύλαξη της δυνατότητας να εφαρμοσθεί κατά του παραγωγού το καθεστώς ευθύνης που προβλέπεται βάσει της οδηγίας 85/374.»


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2 –      Conseil d’État, απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003, Assistance publique-Hôpitaux de Paris κατά Mme Marzouk, απόφαση αριθ. 220437.


3 –      Η Ελληνική Κυβέρνηση στηρίζεται στο ψήφισμα του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας περί ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων (ΕΕ 2003, C 26, σ. 2), του οποίου το σημείο 4 έχει ως εξής: «[τ]ο Συμβούλιο [επισημαίνει] ότι η λέξη “προμηθευτής” κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, σημαίνει το πρόσωπο που ενεργεί στο πλαίσιο της αλυσίδας διανομής».


4 –      Η Γαλλική Κυβέρνηση επικαλείται την απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, C‑402/03, Skov και Bilka (Συλλογή 2006, σ. I‑199, σκέψη 28).


5 –      Προπαρατεθείσα απόφαση.


6 –      Όπ.π. (σκέψη 30).


7 –      Απόφαση της 5ης Ιουλίου 2007, C‑327/05, Επιτροπή κατά Δανίας (Συλλογή 2007, σ. I‑93, σκέψη 18).


8 –      Απόφαση της 9ης Φεβρουαρίου 2006, C‑127/04, O’Byrne (Συλλογή 2006, σ. I‑1313, σκέψη 28).


9 –      Όπ.π. (σκέψεις 36 και 37).


10 –      Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11, σ. 4).


11 –      Η Γαλλική Κυβέρνηση στηρίζεται στην οδηγία 1999/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1999, με την οποία τροποποιήθηκε η οδηγία 85/374 (ΕΕ L 141, σ. 20) –βάσει της οδηγίας αυτής περιελήφθησαν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374 και τα πρωτογενή γεωργικά προϊόντα. Με την πρώτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 1999/34 διευκρινίζεται ότι «η ασφάλεια των προϊόντων και η αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται από ελαττωματικά προϊόντα αποτελούν κοινωνικές επιταγές που πρέπει να διασφαλίζονται στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς· η Κοινότητα ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις αυτές με την οδηγία [85/374] και με την οδηγία 92/59/ΕΟΚ [η οποία αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2001/95] […]».


12 –      Με απόφαση της 10ης Μαΐου 2001, C‑203/99, Veedfald (Συλλογή 2001, σ. I‑3569), το Δικαστήριο έκρινε ότι η χρήση ελαττωματικού προϊόντος στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, προβαίνοντας σε διάκριση μεταξύ του ελαττωματικού χαρακτήρα του χρησιμοποιηθέντος προϊόντος και του ελαττωματικού χαρακτήρα της παροχής υπηρεσιών αυτής καθαυτήν (σκέψη 12)· το ζήτημα, πάντως, του αν ο παρέχων υπηρεσίες πρέπει να χαρακτηρισθεί ως «προμηθευτής», κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374, δεν τέθηκε στην υπόθεση εκείνη. Εν προκειμένω, το ζήτημα αφορούσε την ευθύνη του οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως που ταυτόχρονα παρείχε τις υπηρεσίες περιθάλψεως και ήταν κατασκευαστής του ελαττωματικού προϊόντος. Η οδηγία 85/374 είχε, επομένως, εφαρμογή στην περίπτωσή του, καθόσον επρόκειτο για τον «παραγωγό» του ελαττωματικού προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής. Κατά συνέπεια, η απόφαση αυτή δεν συνιστά νομολογιακό προηγούμενο μη επιτρέπον τον αποκλεισμό του παρέχοντος υπηρεσίες από την έννοια του «προμηθευτή» ελαττωματικού προϊόντος, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 85/374.


13 –      Βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις Skov και Bilka (σκέψη 33) και O’Byrne (σκέψη 35)· για παρόμοια διατύπωση, βλ. απόφαση της 2ας Δεκεμβρίου 2009, C‑358/08, Aventis Pasteur (Συλλογή 2009, σ. I‑11305, σκέψη 36), κατά την οποία «ο καθορισμός, βάσει των άρθρων 1 και 3 της οδηγίας αυτής, του κύκλου των υπευθύνων προσώπων κατά των οποίων ο ζημιωθείς μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως σύμφωνα με το σύστημα ευθύνης που προβλέπει η εν λόγω οδηγία πρέπει να θεωρηθεί περιοριστικός».


14 –      Βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Skov και Bilka (σκέψη 37).


15 –      Βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις O’Byrne (σκέψη 39) και Aventis Pasteur (σκέψεις 62 έως 64).


16 –      Προπαρατεθείσα απόφαση.


17 –      Απόφαση της 25ης Απριλίου 2002, C‑183/00, González Sánchez (Συλλογή 2002, σ. I‑3901).


18 –      Όπ.π. (σκέψη 13).


19 –      Όπ.π. (σκέψη 34).


20 –      Απόφαση της 4ης Ιουνίου 2009, C‑285/08 (Συλλογή 2009, σ. I‑4733).


21 –      Βλ. δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 85/374.


22 –      Προπαρατεθείσα απόφαση Veedfald (σκέψη 32).


23 –      Άποψη που διατυπώνεται σε τρεις αποφάσεις της 25ης Απριλίου 2002, C‑52/00, Επιτροπή κατά Γαλλίας (Συλλογή 2002, σ. I‑3827, σκέψεις 14 έως 24), C‑154/00, Επιτροπή κατά Ελλάδας (Συλλογή 2002, σ. I‑3879, σκέψεις 10 έως 20), και προπαρατεθείσα απόφαση González Sánchez (σκέψεις 23 έως 32).


24 –      Προπαρατεθείσα απόφαση Moteurs Leroy Somer (σκέψη 25).


25 – Όπ.π. (σκέψη 27).


26 –      Στην προπαρατεθείσα απόφαση Veedfald, το Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι: «εφόσον ο κοινοτικός νομοθέτης δεν έχει θεσπίσει κανόνες περί παροχής υπηρεσιών» (σκέψη 12).


27 –      Προπαρατεθείσα απόφαση Moteurs Leroy Somer (σκέψη 17).


28 –      Βλ. ιδίως τη δέκατη τρίτη αιτιολογική σκέψη της, κατά την οποία, «[κατά] τα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ο ζημιωθείς μπορεί να έχει δικαίωμα επανόρθωσης, βάσει εξωσυμβατικής ευθύνης με νομική βάση άλλη από την προβλεπόμενη στην παρούσα οδηγία· ότι οι διατάξεις αυτές, στο μέτρο που επιδιώκουν, επίσης, την αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών, δεν θα πρέπει να θίγονται από την παρούσα οδηγία».


29 –      Το άρθρο 11 της οδηγίας 85/374 προβλέπει ότι «τα δικαιώματα που η οδηγία αυτή παρέχει στον ζημιωθέντα […] παραγράφονται μετά την πάροδο δέκα ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ο παραγωγός έθεσε σε κυκλοφορία το συγκεκριμένο προϊόν […]».


30 –      Προπαρατεθείσες αποφάσεις Επιτροπή κατά Γαλλίας (σκέψη 22), Επιτροπή κατά Ελλάδας (σκέψη 18), González Sánchez (σκέψη 31), Skov και Bilka (σκέψη 47), και Moteurs Leroy Somer (σκέψη 23).


31 –      Conseil d’État, απόφαση της 1ης Μαρτίου 1989, Époux Peyre, απόφαση αριθ. 67255.


32 –      Άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 85/374.