Language of document :

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2014 [αίτηση του Kúria (Ουγγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Árpád Kásler, Hajnalka Káslerné Rábai κατά OTP Jelzálogbank Zrt

(Υπόθεση C-26/13)1

(Οδηγία 93/13/ΕΟΚ — Καταχρηστική ρήτρα σε συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή — Άρθρα 4, παράγραφος 2, και 6, παράγραφος 1 — Εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα συμβατικών ρητρών — Εξαίρεση ρητρών σχετικών με το κύριο αντικείμενο της συμβάσεως και το ανάλογο ή μη μεταξύ της τιμής και της αμοιβής εφόσον είναι διατυπωμένες κατά τρόπο σαφή και κατανοητό — Συμβάσεις καταναλωτικού δανείου συνομολογηθείσες σε ξένο νόμισμα — Ρήτρες σχετικά με συναλλαγματικές ισοτιμίες — Διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς, εφαρμοστέας κατά τoν χρόνο αποδεσμεύσεως του δανείου, και της τιμής πωλήσεως, εφαρμοστέας κατά τον χρόνο αποδόσεώς του — Εξουσίες του εθνικού δικαστή υφισταμένης συμβατικής ρήτρας η οποία χαρακτηρίζεται «καταχρηστική» — Εφαρμογή εθνικής διατάξεως εθνικού δικαίου αντί της καταχρηστικής ρήτρας — Επιτρέπεται)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Kúria

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Árpád Kásler, Hajnalka Káslerné Rábai

κατά

OTP Jelzálogbank Zrt

Αντικείμενο

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως — Kúria — Ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95, σ. 29) — Εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα των συμβατικών ρητρών — Σύμβαση δανείου σε ξένο νόμισμα, για την εξασφάλιση του οποίου συστάθηκε υποθήκη, συναφθείσα μεταξύ ιδιώτη και τράπεζας, κατά το οποίο η καταβολή και αποπληρωμή του δανείου γίνεται στο εγχώριο νόμισμα — Οφειλή υπολογισθείσα, κατά τη σύναψη της συμβάσεως, βάσει της τιμής αγοράς του ξένου νομίσματος — Ρήτρα κατά την οποία οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου καθορίζονται βάσει της τρέχουσας τιμής αγοράς του νομίσματος και όχι της τιμής πωλήσεώς του

Διατακτικό

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, έχει την έννοια ότι:

οι όροι «κύριο αντικείμενο της συμβάσεως» καλύπτουν ρήτρα συμβάσεως δανείου συνομολογηθείσας σε ξένο νόμισμα και συναφθείσας μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, η οποία δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, δυνάμει της οποίας η τιμή πωλήσεως του ξένου νομίσματος εφαρμόζεται προς τον σκοπό του υπολογισμού των δόσεων αποπληρωμής του δανείου, μόνο σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι η εν λόγω ρήτρα ορίζει κύρια παροχή της συμβάσεως αυτής και η οποία, ως τέτοια, χαρακτηρίζει τη σύμβαση, πράγμα το οποίο απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει λαμβανομένης υπόψη της φύσεως, της όλης οικονομίας και των ρητρών της συμβάσεως, καθώς και του νομικού και πραγματικού πλαισίου της·

τέτοιου είδους ρήτρα, στον βαθμό που επιβάλλει στον καταναλωτή υποχρέωση καταβολής, στο πλαίσιο της αποδόσεως του δανείου, των ποσών που απορρέουν από τη διαφορά μεταξύ της τιμής πωλήσεως και της τιμής αγοράς του ξένου νομίσματος, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ενέχει «αμοιβή» το ανάλογο ή μη της οποίας ως ανταλλάγματος για την παροχή του δανειστή δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εκτιμήσεως του καταχρηστικού της χαρακτήρα, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13.

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι όσον αφορά συμβατική ρήτρα, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η απαίτηση περί σαφούς και κατανοητής διατυπώσεως των ρητρών επιβάλλει όχι μόνο οι ρήτρες να είναι διατυπωμένες κατά τρόπο σαφή και κατανοητό για τον καταναλωτή από γραμματική άποψη, αλλά επιπλέον η σύμβαση να εκθέτει κατά τρόπο διαφανή την ακριβή λειτουργία του μηχανισμού μετατροπής του ξένου νομίσματος που προβλέπει η επίμαχη ρήτρα καθώς και τη σχέση μεταξύ του συγκεκριμένου μηχανισμού και του μηχανισμού που προβλέπουν άλλες ρήτρες σχετικά με την αποδέσμευση του δανείου, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να εκτιμήσει, βάσει σαφών και κατανοητών κριτηρίων, τις οικονομικές συνέπειες που τα ανωτέρω συνεπάγονται γι’ αυτόν.

Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά την οποία σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή δεν μπορεί να εξακολουθήσει να υπάρχει μετά την κατάργηση της καταχρηστικής ρήτρας, η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση που επιτρέπει στον εθνικό δικαστή να θεραπεύσει την ακυρότητα της καταχρηστικής ρήτρας διά της εφαρμογής αντ’ αυτής εθνικής διατάξεως ενδοτικού δικαίου.

____________

1 ΕΕ C 156 της 1.6.2013.