Language of document :

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2013 [αίτηση του Curtea de Apel Bucureşti (Ρουμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] - Asociaţia ACCEPT κατά Consiliul Naţional pentru Combaterea Discriminării

(Υπόθεση C-81/12) 

(Κοινωνική πολιτική - Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και στην εργασία - Οδηγία 2000/78/ΕΚ - Άρθρα 2, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, 10, παράγραφος 1, και 17 - Απαγόρευση των διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού - Έννοια των "πραγματικών περιστατικών από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη διακρίσεως" - Ρύθμιση του βάρους αποδείξεως - Αποτελεσματικές, ανάλογες προς την παράβαση και αποτρεπτικές κυρώσεις - Πρόσωπο το οποίο εμφανίζεται και το οποίο η κοινή γνώμη εκλαμβάνει ως τον διευθύνοντα ενός επαγγελματικού ποδοσφαιρικού συλλόγου - Δημόσιες δηλώσεις αποκλείουσες την πρόσληψη ποδοσφαιριστή εμφανιζόμενου ως ομοφυλοφίλου)

Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική

Αιτούν δικαστήριο

Curtea de Apel Bucureşti

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Asociaţia ACCEPT

κατά

Consiliul Naţional pentru Combaterea Discriminării

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως - Curtea de Apel Bucureşti - Ερμηνεία των άρθρων 2, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, 10, παράγραφος 1, και 17 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303, σ. 16) - Κριτήρια επιλογής του προσωπικού μιας ποδοσφαιρικής ομάδας εισάγοντα δυσμενή διάκριση ως εκ του ότι συνδέονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό - Εφαρμογή της οδηγίας σε περίπτωση δηλώσεων προς τον Τύπο εισαγουσών δυσμενή διάκριση, χωρίς να έχει τηρηθεί αποτελεσματική διαδικασία προσλήψεως - Πραγματικά περιστατικά τεκμαίροντα ότι συντρέχει άμεση ή έμμεση δυσμενής διάκριση - Βάρος της αποδείξεως - Καθεστώς εφαρμοστέων κυρώσεων σε περίπτωση μη τηρήσεως των διατάξεων - Επιτρεπτό εθνικής νομοθεσίας απαγορευτικής της επιβολής κυρώσεως λόγω παραβάσεως μετά την εκπνοή εξάμηνης προθεσμίας παραγραφής - Υποχρέωση επιβολής αποτελεσματικής, ανάλογης προς την παράβαση και αποτρεπτικής κυρώσεως

Διατακτικό

Τα άρθρα 2, παράγραφος 2, και 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχουν την έννοια ότι πραγματικά περιστατικά όπως αυτά της διαφοράς της κύριας δίκης επιδέχονται τον χαρακτηρισμό των "πραγματικών περιστατικών από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη δυσμενούς διακρίσεως" όσον αφορά επαγγελματικό ποδοσφαιρικό σύλλογο, ενώ οι επίδικες δηλώσεις προέρχονται από πρόσωπο εμφανιζόμενο και εκλαμβανόμενο από τα μέσα ενημερώσεως αλλά και από την κοινωνία ως ο κύριος διευθύνων τον εν λόγω σύλλογο, χωρίς πάντως να διαθέτει κατ' ανάγκη τη νομική ικανότητα να τον δεσμεύει και να τον εκπροσωπεί επί θεμάτων προσλήψεων.

Το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία πραγματικά περιστατικά όπως αυτά της κύριας δίκης χαρακτηρίζονταν ως "πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη δυσμενούς διακρίσεως" λόγω γενετήσιου προσανατολισμού κατά την πρόσληψη των παικτών εκ μέρους επαγγελματικού συλλόγου ποδοσφαίρου, το βάρος της αποδείξεως, όπως ρυθμίζεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78 δεν νοείται να επιβάλλει την υποχρέωση αποδείξεως μη δυναμένης να προσκομιστεί, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής.

Το άρθρο 17 της οδηγίας 2000/78 έχει την έννοια ότι προσκρούει σε αυτό εθνική κανονιστική διάταξη, δυνάμει της οποίας, σε περίπτωση διαπιστώσεως δυσμενούς διακρίσεως λόγω γενετήσιου προσανατολισμού, δεν είναι εφικτό να απευθυνθεί προειδοποίηση όπως εκείνη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, οσάκις η εν λόγω διαπίστωση χωρεί μετά την εκπνοή προθεσμίας παραγραφής έξι μηνών από την ημερομηνία επελεύσεως των πραγματικών περιστατικών, εφόσον, κατ' εφαρμογήν της ιδίως αυτής κανονιστικής ρυθμίσεως, επί μιας τέτοιας δυσμενούς διακρίσεως δεν επιβάλλονται κυρώσεις υπό συνθήκες τόσο σε επίπεδο ουσίας όσο και σε επίπεδο διαδικασίας προσδίδουσες στην κύρωση αποτελεσματικό, ανάλογο προς την παραβίαση και αποτρεπτικό χαρακτήρα. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει αν αυτό ισχύει όσον αφορά την επίδικη κανονιστική ρύθμιση στο πλαίσιο της κύριας δίκης και να ερμηνεύσει ενδεχομένως το εθνικό δίκαιο στον μέγιστο δυνατό βαθμό υπό το φως του γράμματος και του σκοπού της εν λόγω οδηγίας προκειμένου να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο με αυτήν αποτέλεσμα.

____________

1 - ΕΕ C 126 της 28.4.2012.