Language of document : ECLI:EU:C:2013:348

Υπόθεση C‑677/11

Doux Élevage SNC

και

Coopérative agricole UKL-ARREE

κατά

Ministère de l’Agriculture, de l’Alimentation, de la Pêche, de la Ruralité
et de l’Aménagement du territoire

και

Comité interprofessionnel de la dinde française (CIDEF)

[αίτηση του Conseil d’État (Γαλλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ — Κρατικές ενισχύσεις — Έννοια των “κρατικών πόρων” — Έννοια της “δυνατότητας καταλογισμού στο κράτος” — Διεπαγγελματικές οργανώσεις του γεωργικού τομέα — Αναγνωρισμένες οργανώσεις — Κοινές δράσεις αποφασιζόμενες από τις οργανώσεις αυτές προς το συμφέρον του επαγγελματικού κλάδου — Χρηματοδότηση από εισφορές θεσπισθείσες εκουσίως από τις εν λόγω οργανώσεις — Διοικητική πράξη η οποία καθιστά υποχρεωτικές τις εισφορές αυτές για το σύνολο των επαγγελματιών του οικείου γεωργικού κλάδου»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα)
της 30ής Μαΐου 2013

1.        Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Ενισχύσεις προερχόμενες από κρατικούς πόρους

(Άρθρο 107 § 1 ΣΛΕΕ)

2.        Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Ενισχύσεις προερχόμενες από κρατικούς πόρους — Απόφαση εθνικής αρχής η οποία επεκτείνει στο σύνολο των επαγγελματιών ενός γεωργικού κλάδου μια διεπαγγελματική συμφωνία επιβάλλουσα εισφορά και καθιστά την εισφορά αυτή υποχρεωτική, προκειμένου να επιτραπεί η υλοποίηση δράσεων επικοινωνίας, προωθήσεως, εξωτερικών σχέσεων, εγγυήσεως της ποιότητας, έρευνας και προστασίας των συμφερόντων του οικείου κλάδου — Δεν εμπίπτει

(Άρθρο 107 § 1 ΣΛΕΕ)

1.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 24-28)

2.        Το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι η απόφαση εθνικής αρχής με την οποία επεκτείνεται στο σύνολο των επαγγελματιών ενός γεωργικού κλάδου συμφωνία η οποία επιβάλλει εισφορά στο πλαίσιο αναγνωρισμένης από την εθνική αρχή διεπαγγελματικής οργανώσεως και την καθιστά κατά τον τρόπο αυτόν υποχρεωτική, προκειμένου να επιτραπεί η υλοποίηση δράσεων επικοινωνίας, προωθήσεως, εξωτερικών σχέσεων, εγγυήσεως της ποιότητας, έρευνας και προστασίας των συμφερόντων του οικείου κλάδου, δεν συνιστά στοιχείο κρατικής ενισχύσεως.

Πράγματι, οι εθνικές αρχές δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τους πόρους που προέρχονται από τέτοιες εισφορές προκειμένου να στηρίξουν ορισμένες επιχειρήσεις. Η οικεία διεπαγγελματική οργάνωση αποφασίζει πώς θα χρησιμοποιήσει τους πόρους της, οι οποίοι προορίζονται για σκοπούς προσδιοριζόμενους από την ίδια. Ομοίως, οι πόροι αυτοί δεν υπόκεινται διαρκώς σε δημόσιο έλεγχο και δεν τίθενται στη διάθεση των κρατικών αρχών.

Εξάλλου, οι δημόσιες αρχές ενεργούν απλώς και μόνον ως «όργανο» προκειμένου να καταστούν υποχρεωτικές οι εισφορές που θεσπίζονται από τις διεπαγγελματικές οργανώσεις για την επίτευξη των σκοπών που προσδιορίζουν οι ίδιες. Συνεπώς, ούτε η εξουσία του κράτους να αναγνωρίσει μια διεπαγγελματική οργάνωση ούτε η εξουσία του να επεκτείνει μια διεπαγγελματική συμφωνία σε όλους τους επαγγελματίες ενός κλάδου επιτρέπουν να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι δράσεις που διεξάγει η διεπαγγελματική οργάνωση είναι δυνατό να καταλογισθούν στο κράτος.

Τέλος, τα ιδιωτικά κεφάλαια που χρησιμοποιούν οι διεπαγγελματικές οργανώσεις δεν καθίστανται «δημόσιοι πόροι» απλώς και μόνο διότι χρησιμοποιούνται από κοινού με ποσά που προέρχονται ενδεχομένως από τον δημόσιο προϋπολογισμό.

(βλ. σκέψεις 36, 40-41, 44, 45 και διατακτ.)