Language of document :

Αναίρεση που άσκησαν στις 28 Δεκεμβρίου 2020 η Maria Teresa Coppo Gavazzi κ.λπ. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο πενταμελές τμήμα) στις 15 Οκτωβρίου 2020 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-389/19 έως T-394/19, T-397/19, T-398/19, T-403/19, T-404/19, T-406/19, T-407/19, T-409/19 έως T-414/19, T-416/19 έως T-418/19, T-420/19 έως T-422/19, T-425/19 έως T-427/19, T-429/19 έως T-432/19, T-435/19, T-436/19, T-438/19 έως T-442/19, T-444/19 έως T-446/19, T-448/19, T-450/19 έως T-454/19, T-463/19, T-465/19, Coppo Gavazzi κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση C-725/20 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείοντες: Maria Teresa Coppo Gavazzi, Cristiana Muscardini, Luigi Vinci, Agostino Mantovani, Anna Catasta, Vanda Novati, Francesco Enrico Speroni, Maria Di Meo, Giuseppe Di Lello Finuoli, Raffaele Lombardo, Olivier Dupuis, Leda Frittelli, Livio Filippi, Vincenzo Viola, Antonio Mussa, Mauro Nobilia, Sergio Camillo Segre, Stefano De Luca, Riccardo Ventre, Mirella Musoni, Francesco Iacono, Vito Bonsignore, Claudio Azzolini, Vincenzo Aita, Mario Mantovani, Vincenzo Mattina, Romano Maria La Russa, Giorgio Carollo, Fiammetta Cucurnia, για λογαριασμό της ιδίας και υπό την ιδιότητα της κληρονόμου του Giulietto Chiesa, Roberto Costanzo, Giorgio Gallenzi, υπό την ιδιότητα του κληρονόμου του Giulio Cesare Gallenzi, Vitaliano Gemelli, Pasqualina Napoletano, Ida Panusa (εκπρόσωπος: M. Merola, avvocato)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

−    να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

−    να αναπέμψει την υπόθεση T-453/19, Panusa κατά Κοινοβουλίου, στο Γενικό Δικαστήριο, προκειμένου αυτό να κρίνει επί της ουσίας·

−    να ακυρώσει τις πρωτοδίκως προσβαλλόμενες αποφάσεις ως προς τους λοιπούς αναιρεσείοντες·

−    να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν νομική πλάνη, καθόσον το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι οι πρωτοδίκως προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν αφορούν το δικαίωμα σύνταξης και δεν ασκούν επιρροή επ’ αυτού, κρίνοντας, επομένως, ότι ήταν σύμφωνες προς τις γενικές αρχές και των Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πλάνη απορρέει από το ότι το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε αόριστη και αυθαίρετη διάκριση μεταξύ του δικαιώματος σύνταξης και του δικαιώματος στη συνταξιοδοτική παροχή. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις έθιξαν το δικαίωμα σύνταξης αυτό καθεαυτό και, ως εκ τούτου, όχι μόνο παραβίασαν τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών, αλλά και προσέβαλαν το δικαίωμα ιδιοκτησίας· επιπλέον, είναι αντίθετες προς τις αρχές της αναλογικότητας, της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν πολλαπλή νομική πλάνη του Γενικού Δικαστηρίου κατά την εκτίμηση των λόγων ακυρώσεως διαδικαστικής φύσης που επικαλέστηκαν πρωτοδίκως οι νυν αναιρεσείοντες, ιδίως όσον αφορά τον προσδιορισμό της ορθής νομικής βάσης των προσβαλλομένων αποφάσεων, την αρμοδιότητα του προϊσταμένου μονάδας που εξέδωσε την πράξη και την έλλειψη αιτιολογίας. Το Γενικό Δικαστήριο έπρεπε να επισημάνει ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις βασίζονται σε έκτοτε καταργηθείσα διάταξη και, δεδομένου ότι πρόκειται για πράξεις υπό έκτακτη διοίκηση, έπρεπε να εκδοθούν από το γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο επέκτεινε υπερβολικά τη δυνατότητα αιτιολόγησης διά παραπομπής. Ειδικότερα, η αιτιολογία ουδόλως περιέχεται στις προσβαλλόμενες αποφάσεις αλλά μόνον σε μία γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην οποία δεν παραπέμπουν ειδικώς οι προσβαλλόμενες αποφάσεις και οι προπαρασκευαστικές πράξεις.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα στην υπόθεση T-453/19 προβάλλει νομική πλάνη όσον αφορά την κήρυξη απαραδέκτου στην υπόθεσή της, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης. Το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε το ενδεχόμενο να θεμελιώνεται σε διαφορετική νομική βάση η συνταξιοδοτική παροχή της οποίας είναι δικαιούχος η αναιρεσείουσα, μολονότι το ζήτημα αυτό συζητήθηκε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση. Δεδομένου ότι η διαφορετική αυτή νομική βάση θα διασφάλιζε υψηλότερη παροχή στην αναιρεσείουσα, πρέπει να γίνει δεκτή η ύπαρξη του εννόμου συμφέροντός της.

____________