Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Krajský súd v Prešove (Σλοβακία) στις 25 Ιουνίου 2019 – LH κατά PROFI CREDIT Slovakia, s.r.o.

(Υπόθεση C-485/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική

Αιτούν δικαστήριο

Krajský súd v Prešove

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: LH

Εναγομένη: PROFI CREDIT Slovakia, s.r.o.

Προδικαστικά ερωτήματα

Α.

I.    Έχει το άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: άρθρο 47 του Χάρτη) και, εμμέσως, το δικαίωμα του καταναλωτή σε αποτελεσματική ένδικη προσφυγή, την έννοια ότι αντίκειται προς αυτό νομοθετική ρύθμιση –όπως το άρθρο 107, παράγραφος 2, του Občianský zákonník (σλοβακικού αστικού κώδικα) περί παραγραφής του δικαιώματος του καταναλωτή εντός τριετούς προθεσμίας παραγραφής στηριζόμενης σε αντικειμενικά δεδομένα– σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα του καταναλωτή στην απόδοση παροχής που απορρέει από καταχρηστική συμβατική ρήτρα παραγράφεται επίσης στην περίπτωση που ο ίδιος ο καταναλωτής δεν είναι σε θέση να εξετάσει την καταχρηστική συμβατική ρήτρα και η εν λόγω προθεσμία παραγραφής αρχίζει επίσης στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν γνώριζε ότι η συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική;

II.    Εάν ήθελε κριθεί ότι η νομοθεσία περί παραγραφής του δικαιώματος του καταναλωτή εντός τριετούς προθεσμίας στηριζόμενης σε αντικειμενικά δεδομένα, παρά την έλλειψη γνώσης του καταναλωτή, είναι συμβατή με το άρθρο 47 του Χάρτη και την αρχή της αποτελεσματικότητας, το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει το ακόλουθο ερώτημα:

Αντιβαίνει στο άρθρο 47 του Χάρτη και στην αρχή της αποτελεσματικότητας εθνική πρακτική κατά την οποία ο καταναλωτής φέρει το βάρος αποδείξεως ενώπιον του δικαστηρίου ότι τα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό του πιστωτικού ιδρύματος γνώριζαν ότι το ίδρυμα προσβάλλει τα δικαιώματα του καταναλωτή, εν προκειμένω ότι το πιστωτικό ίδρυμα, καθόσον δεν αναφέρει το ακριβές συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο (ΣΕΠΕ), παραβιάζει κανόνα δικαίου, και επίσης να αποδείξει τη γνώση του ότι, στην περίπτωση αυτή, το δάνειο είναι άτοκο και ότι το πιστωτικό ίδρυμα, καθόσον εισέπραξε τόκους, αποκόμισε αδικαιολόγητο πλουτισμό;

III.    Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα που διατυπώνεται στο άρθρο Α, σημείο ΙΙ, σχετικά με ποια πρόσωπα, μεταξύ των διαχειριστών, εταίρων ή εμπορικών αντιπροσώπων του πιστωτικού ιδρύματος, πρέπει ο καταναλωτής να αποδείξει τη γνώση για την οποία γίνεται λόγος στο ερώτημα του άρθρου Α, σημείο ΙΙ;

IV.    Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο ερώτημα που διατυπώνεται στο άρθρο Α.II., ποιος βαθμός γνώσης επαρκεί για την επίτευξη του σκοπού, ήτοι της απόδειξης της πρόθεσης του προμηθευτή να παραβιάσει την εν λόγω νομοθεσία σχετικά με τη χρηματοπιστωτική αγορά;

Β.

I.    Αποκλείουν τα αποτελέσματα των οδηγιών και η συναφής νομολογία του Δικαστηρίου, όπως οι αποφάσεις Rasmussen, C-441/14, EU:C:2016:278· Pfeiffer, C-397/01 έως C-403/01, EU:C:2004:584, σκέψεις 113 και 114· Kücükdeveci, C-555/07, ΕU:C:2010: 21, σκέψη 48· Impact, C-268/06, EU:C:2008:223, σκέψη 100· Dominguez, C-282/10, σκέψεις 25 και 27, και Association de médiation sociale, C-176/12, ΕU:C:2014:2, σκέψη 38, εθνική πρακτική, βάσει της οποίας το εθνικό δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα περί σύμφωνης με το δίκαιο της Ένωσης ερμηνείας χωρίς να χρησιμοποιήσει ερμηνευτικές μεθόδους και χωρίς προσήκουσα αιτιολογία;

II.    Στην περίπτωση κατά την οποία, μετά την εφαρμογή ερμηνευτικών μεθόδων, όπως, ιδίως, της τελεολογικής ερμηνείας, της αυθεντικής ερμηνείας, της ιστορικής ερμηνείας, της συστηματικής ερμηνείας, της λογικής ερμηνείας (η μέθοδος a contrario, η μέθοδος της εις άτοπον απαγωγής) και μετά την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στο σύνολό της, προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός του άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχεία η΄ και θ΄ της οδηγίας 2008/48/ΕΚ1 (στο εξής: οδηγία), το δικαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης ερμηνεία οδηγεί σε κατάσταση contra legem, είναι δυνατόν –προβαίνοντας, παραδείγματος χάριν, σε σύγκριση με τις σχέσεις στην περίπτωση διακρίσεων ή προστασίας των εργαζομένων– να αναγνωριστεί άμεσο αποτέλεσμα στην προαναφερθείσα διάταξη της οδηγίας, προκειμένου να προστατευθούν οι επιχειρήσεις έναντι των καταναλωτών στις πιστωτικές σχέσεις και να μην εφαρμοστεί διάταξη νόμου αντιβαίνουσα στο δίκαιο της Ένωσης;

____________

1 Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008 , για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2008, L 133, σ. 66).