Language of document : ECLI:EU:F:2014:218

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

18 Σεπτεμβρίου 2014

Υπόθεση F‑26/12

Maria Concetta Cerafogli

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Προσωπικό της ΕΚΤ – Πρόσβαση του προσωπικού της ΕΚΤ σε έγγραφα που αφορούν τη σχέση απασχολήσεως – Εφαρμοστέοι κανόνες στα αιτήματα του προσωπικού της ΕΚΤ – Προ της ασκήσεως προσφυγής διαδικασία – Κανόνας της αντιστοιχίας – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας προβαλλόμενη για πρώτη φορά με την προσφυγή – Παραδεκτό – Δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία – Διαβούλευση με την επιτροπή προσωπικού για τη θέσπιση κανόνων εφαρμοστέων στις αιτήσεις του προσωπικού της ΕΚΤ για πρόσβαση σε έγγραφα που αφορούν τη σχέση απασχολήσεως»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 36.2 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που προσαρτάται στη Συνθήκη ΕΕ και στη Συνθήκη ΣΛΕΕ, κατά την οποία η M. C. Cerafogli ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), με την οποία της αντιτάχθηκε άρνηση προσβάσεως σε ορισμένα έγγραφα, και την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υποστηρίζει ότι υπέστη λόγω αυτής της αποφάσεως.

Απόφαση:      Η απόφαση της 21ης Ιουνίου 2011, με την οποία ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Γενικής Διευθύνσεως «Ανθρώπινοι πόροι, προϋπολογισμός και οργάνωση» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας απέρριψε εν μέρει την αίτηση προσβάσεως σε ορισμένα έγγραφα, που υπέβαλε η M. C. Cerafogli στις 20 Μαΐου 2011, ακυρώνεται. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υποχρεώνεται να καταβάλει στην M. C. Cerafogli το ποσό των 1 000 ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φέρει τα δικαστικά της έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της M. C. Cerafogli.

Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Ειδική προσφυγή – Αντιστοιχία μεταξύ της ειδικής προσφυγής και του εισαγωγικού της δίκης δικογράφου – Ταυτότητα αντικειμένου και αιτίας – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας προβαλλόμενη για πρώτη φορά στο πλαίσιο της προσφυγής – Παραδεκτό

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91· όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 41· κανόνες εφαρμοστέοι στο προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 8.1)

2.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Εκπροσώπηση – Επιτροπή προσωπικού – Υποχρεωτική διαβούλευση – Περιεχόμενο – Εφαρμοστέοι κανόνες στα αιτήματα του προσωπικού για πρόσβαση στα έγγραφα που αφορούν τη σχέση απασχολήσεως – Περιλαμβάνονται

(Όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρα 48 και 49)

1.      Το άρθρο 41 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και το άρθρο 8.1 των εφαρμοστέων στο προσωπικό της Τράπεζας κανόνων προβλέπουν ότι υπάλληλος της Τράπεζας μπορεί να ασκήσει ένδικη προσφυγή μόνον κατόπιν εξαντλήσεως της προ της ασκήσεως προσφυγής διαδικασίας, η οποία περιλαμβάνει δύο στάδια, ήτοι αίτημα εξετάσεως πριν από την άσκηση προσφυγής και στη συνέχεια προηγούμενη διοικητική ένσταση.

Όπως έχει γίνει δεκτό σε σχέση με το άρθρο 91 του ΚΥΚ, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο κανόνας της αντιστοιχίας μεταξύ της διοικητικής ενστάσεως και της μετέπειτα ένδικης προσφυγής απαιτεί, επί ποινή απαραδέκτου, ισχυρισμός που προβάλλεται ενώπιον του δικαστή της Ένωσης να έχει ήδη προβληθεί στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως προσφυγής διαδικασίας, προκειμένου η Διοίκηση να είναι σε θέση να γνωρίζει τις επικρίσεις που διατυπώνει ο ενδιαφερόμενος κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως.

Εκτιμήσεις, πάντως, που έχουν σχέση με τους σκοπούς της προ της ασκήσεως προσφυγής διαδικασίας, τη φύση της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας και την αποτελεσματική δικαστική προστασία εμποδίζουν να κηρυχθεί απαράδεκτη η ένσταση ελλείψεως νομιμότητας που προβάλλεται για πρώτη φορά με την ένδικη προσφυγή, για τον λόγο και μόνον ότι δεν προτάθηκε με τη διοικητική ένσταση η οποία προηγήθηκε της εν λόγω προσφυγής.

(βλ. σκέψεις 30, 31, 39 και 54)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση Επιτροπή κατά Μοσχονάκη, T‑476/11 P, EU:T:2013:557, σκέψη 71

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Cerafogli κατά ΕΚΤ, F‑43/10, EU:F:2012:184, σκέψη 61, που αποτελεί το αντικείμενο αιτήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑114/13 P

2.      Το άρθρο 49 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας επιβάλλει υποχρέωση διαβουλεύσεως με την επιτροπή προσωπικού πριν από την έκδοση οποιασδήποτε αποφάσεως γενικού περιεχομένου και αφορώσας τόσο τη ρύθμιση της εργασίας, αυτή καθεαυτή, όσο και συναφή με την εν λόγω ρύθμιση ζητήματα, τα οποία συνδέονται με έναν από τους τομείς που αφορά το άρθρο 48 των εν λόγω όρων απασχολήσεως.

Αυτή η υποχρέωση διαβουλεύσεως περιλαμβάνει μόνον το δικαίωμα της επιτροπής προσωπικού να τυγχάνει ακροάσεως. Κατά συνέπεια, πρόκειται για μορφή μετριασμένης συμμετοχής στη λήψη αποφάσεως, καθόσον δεν συνεπάγεται υποχρέωση της Διοικήσεως να δώσει συνέχεια στις παρατηρήσεις τις οποίες διατύπωσε η επιτροπή προσωπικού στο πλαίσιο της διαβουλεύσεως με αυτή. Με αυτό το δεδομένο και για να μην αναιρείται η πρακτική αποτελεσματικότητα της υποχρεώσεως διαβουλεύσεως, η Διοίκηση πρέπει να τηρεί την υποχρέωση αυτή οσάκις η διαβούλευση με την επιτροπή προσωπικού ενδέχεται να επηρεάσει το περιεχόμενο της πράξεως που θα εκδοθεί.

Εξάλλου, το περιεχόμενο αυτής της υποχρεώσεως διαβουλεύσεως με την επιτροπή προσωπικού πρέπει να εκτιμάται υπό το φως των σκοπών της. Αφενός, η διαβούλευση αυτή σκοπό έχει να προσφέρει σε όλα τα μέλη του προσωπικού, με τη διαμεσολάβηση αυτής της επιτροπής, ως εκπροσωπούσας τα κοινά τους συμφέροντα, τη δυνατότητα να διατυπώσουν την άποψή τους πριν από την έκδοση ή τροποποίηση πράξεων γενικής ισχύος που τους αφορούν. Αφετέρου, η τήρηση της υποχρεώσεως αυτής είναι προς το συμφέρον τόσο των διαφόρων μελών του προσωπικού όσο και της Διοικήσεως, καθόσον καθιστά δυνατό να αποτραπεί το ενδεχόμενο να προβάλει κάθε μέλος του προσωπικού, μέσω ατομικής διοικητικής διαδικασίας, την ύπαρξη τυχόν σφαλμάτων. Έτσι, η διαβούλευση αυτή, που μπορεί να προλαμβάνει την υποβολή σειράς ατομικών αιτήσεων με την ίδια αιτίαση, υπηρετεί επίσης την αρχή της χρηστής διοικήσεως.

Οι κανόνες που εφαρμόζονται στις αιτήσεις του προσωπικού της Τράπεζας για πρόσβαση στα εσωτερικά έγγραφα που αφορούν τη σχέση απασχολήσεως διέπονται από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο προσωπικό, κατά την έννοια των άρθρων 48 και 49 των όρων απασχολήσεως, και εμπίπτουν ως εκ τούτου στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω άρθρων. Κατά συνέπεια, η επιτροπή προσωπικού πρέπει να τυγχάνει ακροάσεως πριν από τη θέσπιση τέτοιων κανόνων.

(βλ. σκέψεις 60 έως 64)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση Cerafogli και Poloni κατά ΕΚΤ, T‑63/02, EU:T:2003:308, σκέψεις 21, 22 και 24

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Cerafogli κατά ΕΚΤ, EU:F:2012:184, σκέψεις 47 και 49· απόφαση Andres κ.λπ. κατά ΕΚΤ, F‑15/10, EU:F:2013:194, σκέψη 191