Language of document : ECLI:EU:T:2018:482

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 13ης Ιουλίου 2018 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχώρισης εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Pallas Halloumi – Προγενέστερο λεκτικό σήμα πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου HALLOUMI – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη κινδύνου σύγχυσης – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001]»

Στην υπόθεση T-825/16,

Κυπριακή Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τον S. Malynicz, QC, και τη V. Marsland, solicitor,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τον D. Gája,

καθού,

αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Papouis Dairies Ltd, με έδρα τη Λευκωσία (Κύπρος), εκπροσωπούμενη από τον Ν. Κορογιαννάκη, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της απόφασης του τέταρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 22ας Σεπτεμβρίου 2016 (υπόθεση R 2065/2014-4), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Papouis Dairies,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Prek, πρόεδρο, F. Schalin (εισηγητή) και M. J. Costeira, δικαστές,

γραμματέας: Χ. Lopez Bancalari, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 24 Νοεμβρίου 2016,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντίκρουσης του EUIPO που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 15 Φεβρουαρίου 2017,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντίκρουσης της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 10 Μαρτίου 2017,

έχοντας υπόψη τα μέτρα οργάνωσης της διαδικασίας της 14ης Ιουλίου και της 25ης Σεπτεμβρίου 2017,

έχοντας υπόψη την απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2017 με την οποία αποφασίσθηκε η συνεκδίκαση των υποθέσεων T-825/16 και T-847/16 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζήτησης της 5ης Φεβρουαρίου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 12 Σεπτεμβρίου 2012, η παρεμβαίνουσα, Papouis Dairies Ltd, ενεργούσα υπό προηγούμενη εταιρική επωνυμία, ήτοι Halloumis POC Farmers Milk Industry Ltd or Halloumis, υπέβαλε αίτηση καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το εικονιστικό σημείο που περιλαμβάνει τις ενδείξεις χρώματος «κίτρινου, κόκκινου, μπλε, λευκού και γκρι» και αντιστοιχεί στην ακόλουθη απεικόνιση:

Image not found

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στην κλάση 29 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, κατόπιν του περιορισμού που γνωστοποιήθηκε στο EUIPO με επιστολή της 11ης Οκτωβρίου 2016και έγινε δεκτός από αυτό, στην ακόλουθη περιγραφή: «Τυρί παρασκευασμένο από αγελαδινό γάλα και/ή πρόβειο γάλα και/ή κατσικίσιο γάλα (σε οποιαδήποτε αναλογία και συνδυασμό γάλακτος), πυτία».

4        Η αίτηση καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημοσιεύθηκε στο Δελτίο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αριθ. 190/2012, της 4ης Οκτωβρίου 2012.

5        Στις 3 Ιανουαρίου 2013, η Κυπριακή Δημοκρατία άσκησε ανακοπή δυνάμει του άρθρου 41 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρου 46 του κανονισμού 2017/1001) κατά της καταχώρισης του εν λόγω σήματος για τα προϊόντα που διαλαμβάνονται στη σκέψη 3 ανωτέρω.

6        Η ανακοπή στηριζόταν ιδίως στο προγενέστερο λεκτικό σήμα πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου HALLOUMI, το οποίο καταχωρίστηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2002 με αριθμό 14511888 (στο εξής: προγενέστερο σήμα) και προσδιορίζει τα προϊόντα της κλάσης 29 που αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Τυρί παρασκευαζόμενο από πρόβειο γάλα και/ή κατσικίσιο γάλα· τυρί παρασκευαζόμενο από μείγματα αγελαδινού γάλακτος· όλα αυτά τα προϊόντα περιλαμβάνονται στην κλάση 29».

7        Η ανακοπή στηριζόταν επίσης στα προγενέστερα λεκτικά κυπριακά σήματα πιστοποίησης ΧΑΛΛΟΥΜΙ και HALLOUMI, τα οποία είχαν καταχωριστεί με αριθμό 36675 και 36766 αντιστοίχως. Ωστόσο, τόσο το τμήμα ανακοπών όσο και το τμήμα προσφυγών έκριναν ότι τα σήματα αυτά στερούνται ερείσματος και η Κυπριακή Δημοκρατία έπαυσε να τα επικαλείται προς στήριξη της ανακοπής, γεγονός το οποίο ερμηνεύθηκε από το τμήμα προσφυγών ως παραίτηση. Τα σήματα αυτά δεν λήφθηκαν υπόψη εν προκειμένω και η Κυπριακή Δημοκρατία επιβεβαίωσε, εξάλλου, με το δικόγραφο της προσφυγής ότι δεν θα τα επικαλείτο πλέον στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

8        Οι λόγοι που προβλήθηκαν προς στήριξη της ανακοπής ήταν οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, και στο άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν, αντιστοίχως, άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, και άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 2017/1001].

9        Στις 7 Ιουλίου 2014, το τμήμα ανακοπών απέρριψε την ανακοπή και καταδίκασε την Κυπριακή Δημοκρατία στα έξοδα.

10      Στις 8 Αυγούστου 2014, η Κυπριακή Δημοκρατία άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρων 66 έως 71 του κανονισμού 2017/1001), κατά της απόφασης του τμήματος ανακοπών.

11      Με απόφαση της 22ας Σεπτεμβρίου 2016 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το τέταρτο τμήμα προσφυγών του EUIPO απέρριψε την προσφυγή και καταδίκασε την Κυπριακή Δημοκρατία στα έξοδα των διαδικασιών ανακοπής και προσφυγής ενώπιον του EUIPO.

12      Καταρχάς, κατά το τμήμα προσφυγών, μολονότι το προγενέστερο σήμα είναι σήμα εθνικής πιστοποίησης, η προϋπόθεση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, η οποία αφορά την ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων, πρέπει να πληρούται ως προς όλα τα προγενέστερα σήματα όπως αυτά νοούνται κατά το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001).

13      Στη συνέχεια, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, δεν υφίσταται κανένας κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ του προγενέστερου σήματος και του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Εκτίμησε ότι ο όρος «halloumi» έχει ασθενή εγγενή διακριτικό χαρακτήρα, επισημαίνοντας καταρχάς ότι το Γενικό Δικαστήριο, με την απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2015, Κύπρος κατά ΓΕΕΑ (ΧΑΛΛΟΥΜΙ και HALLOUMI) (T-292/14 και T-293/14, EU:T:2015:752), έκρινε ότι ο όρος αυτός προσδιορίζει για το κυπριακό κοινό ένα ιδιαίτερο είδος τυριού παραγόμενου στην Κύπρο, και δεχόμενο ακολούθως ότι το συμπέρασμα αυτό πρέπει να επεκταθεί και στο κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο είναι το ενδιαφερόμενο κοινό εν προκειμένω. Ο εν λόγω όρος είναι προγενέστερος όλων των επίμαχων σημάτων και, για το ενδιαφερόμενο κοινό, είναι αυτός καθεαυτόν περιγραφικός των χαρακτηριστικών και της σύνθεσης του προϊόντος και δεν παραπέμπει στο ενδεχόμενο να ανήκει ο χρήστης του προγενέστερου σήματος σε ομάδα κατόχων άδειας χρήσης του σήματος αυτού.

14      Όσον αφορά την ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, αφ’ ης στιγμής το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι η λέξη «pallas», δεν υφίσταται, συναφώς, παρά μικρού βαθμού οπτική ομοιότητα, μετρίου βαθμού φωνητική ομοιότητα και καμία εννοιολογική ομοιότητα. Όσον αφορά τη σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης, έκρινε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι το προγενέστερο σήμα έχει αυξημένο διακριτικό χαρακτήρα ούτε ότι το σήμα αυτό γίνεται αντιληπτό από το κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου ως αναφορά σε οποιαδήποτε πιστοποίηση. Λαμβάνοντας υπόψη την εκτίμησή του ως προς τον εγγενή διακριτικό χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι οι διαφορές μεταξύ του προγενέστερου σήματος και του κυρίαρχου στοιχείου του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, εν προκειμένω του όρου «pallas», είναι επαρκείς ώστε να μην υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης.

15      Τέλος, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009. Η φήμη του προγενεστέρου σήματος δεν αποδείχθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία. Επιπλέον, η προσβολή της φήμης αυτής δεν μπορεί να εκτιμηθεί σε συνάρτηση με τους κανόνες που απορρέουν από το σύστημα πιστοποίησης, αλλά, στο πλαίσιο του κανονισμού 207/2009, μόνο σε συνάρτηση με τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τα προϊόντα.

 Αιτήματα των διαδίκων

16      Η Κυπριακή Δημοκρατία ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα.

17      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή στο σύνολό της·

–        να καταδικάσει την Κυπριακή Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του παραδεκτού της προσφυγής

18      Κατά το άρθρο 177, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, αν ο προσφεύγων δεν ήταν ο μοναδικός διάδικος στην ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασία, το δικόγραφο της προσφυγής περιλαμβάνει επίσης τα ονοματεπώνυμα όλων των διαδίκων στη διαδικασία αυτή και τις διευθύνσεις που είχαν δηλώσει για τις κοινοποιήσεις.

19      Εν προκειμένω, με το δικόγραφο της προσφυγής, η Κυπριακή Δημοκρατία ανέφερε, εσφαλμένως, την Pancyprian Organisation of Cattle Farmers (POCF) Ltd ως δικαιούχο του σήματος Pallas Halloumi και αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών. Η εσφαλμένη αυτή μνεία της παρεμβαίνουσας στην υπό κρίση υπόθεση δεν συνεπάγεται, ωστόσο, το απαράδεκτο της προσφυγής, δεδομένου ότι, αφενός, το δικόγραφο περιέχει στοιχεία που καθιστούν δυνατό τον σαφέστατο προσδιορισμό της αντιδίκου στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών και, αφετέρου, κατόπιν μέτρου οργάνωσης της διαδικασίας της 25ης Σεπτεμβρίου 2017, η Κυπριακή Δημοκρατία δήλωσε ότι δεν είχε αντίρρηση στην τροποποίηση της εν λόγω μνείας. Στην περίπτωση αυτή, ως παρεμβαίνουσα πρέπει να θεωρηθεί η εν λόγω αντίδικος στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών, μολονότι το όνομά της δεν μνημονευόταν αρχικά στο δικόγραφο της υπό κρίση προσφυγής.

 Επί του μοναδικού λόγου ακύρωσης, με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009

20      Προς στήριξη της προσφυγής, η Κυπριακή Δημοκρατία προβάλλει έναν και μόνο λόγο ακύρωσης, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 και διαιρείται σε τρία σκέλη. Πρώτον, η Κυπριακή Δημοκρατία προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι υπέπεσε σε πλάνη κατά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος, καθόσον, ειδικότερα, δέχθηκε εσφαλμένως ότι ο εγγενής διακριτικός χαρακτήρας του εν λόγω σήματος είναι ασθενής. Δεύτερον, φρονεί ότι το τμήμα προσφυγών εκτίμησε κατά τρόπο εσφαλμένο τις οπτικές και εννοιολογικές ομοιότητες των αντιπαρατιθέμενων σημείων. Τρίτον, υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε πολλαπλώς σε πλάνη κρίνοντας, μετά τη σφαιρική ανάλυση του κινδύνου σύγχυσης, ότι δεν υφίσταται κανένας κίνδυνος σύγχυσης, μεταξύ άλλων λόγω πλημμελούς ανάλυσης των αποδεικτικών στοιχείων.

21      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

22      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν γίνεται δεκτό εάν, λόγω του ταυτοσήμου του ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα. Ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα. Επιπλέον, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, περίπτωση ii, του κανονισμού 207/2009 [νυν άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, περίπτωση ii, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001], ως προγενέστερα σήματα νοούνται τα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία αίτησης καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

23      Κατά πάγια νομολογία, συνιστά κίνδυνο σύγχυσης το ενδεχόμενο να πιστέψει το κοινό ότι τα επίμαχα προϊόντα ή υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις. Κατά την ίδια νομολογία, ο κίνδυνος σύγχυσης πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, αναλόγως του τρόπου με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τα επίμαχα σημεία και τα επίμαχα προϊόντα ή υπηρεσίες, λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων εν προκειμένω παραγόντων, ιδίως δε της αλληλεξάρτησης μεταξύ της ομοιότητας των σημείων και της ομοιότητας των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ – Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS), T-162/01, EU:T:2003:199, σκέψεις 30 έως 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

 Επί του ενδιαφερόμενου κοινού

24      Κατά τη νομολογία, ο κίνδυνος σύγχυσης, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, μεταξύ δύο αντιπαρατιθέμενων σημάτων δεν πρέπει να εκτιμάται βάσει αφηρημένης σύγκρισης των αντιπαρατιθέμενων σημείων και των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν. Αντιθέτως, η εκτίμηση του κινδύνου αυτού πρέπει να στηρίζεται στην αντίληψη την οποία θα σχηματίσει το ενδιαφερόμενο κοινό σε σχέση με τα εν λόγω σημεία, προϊόντα και υπηρεσίες [βλ. απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 2015, The Tea Board κατά ΓΕΕΑ – Delta Lingerie (Darjeeling), T‑624/13, EU:T:2015:743, σκέψη 24 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

25      Ειδικότερα, κατά τη νομολογία, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτίμησης του κινδύνου σύγχυσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο μέσος καταναλωτής της σχετικής κατηγορίας προϊόντων, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος. Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη ότι ο βαθμός προσοχής του μέσου καταναλωτή είναι δυνατόν να μεταβάλλεται αναλόγως της κατηγορίας των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2007, Mundipharma κατά ΓΕΕΑ – Altana Pharma (RESPICUR), T-256/04, EU:T:2007:46, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

26      Πρέπει εν προκειμένω να επικυρωθούν, καθόσον από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι είναι βάσιμα, τα συμπεράσματα του τμήματος προσφυγών, όπως διατυπώνονται στο σημείο 16 της προσβαλλόμενης απόφασης, όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό για τα επίμαχα προϊόντα. Δεδομένου ότι το προγενέστερο σήμα είναι σήμα του Ηνωμένου Βασιλείου, συνάγεται ότι το ενδιαφερόμενο κοινό που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το ευρύ κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα επίμαχα σήματα έχουν κατ’ ουσίαν καταχωριστεί για πανομοιότυπα προϊόντα, συγκεκριμένα δε για προϊόντα τυριού. Αφ’ ης στιγμής πρόκειται για προϊόντα τρέχουσας κατανάλωσης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι απευθύνονται στον μέσο καταναλωτή, ο οποίος θεωρείται ότι έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2006, Castell del Remei κατά ΓΕΕΑ – Bodegas Roda (ODA), T‑13/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2006:335, σκέψη 46]. Στο πλαίσιο της ανάλυσης στην οποία προέβη με την απόφασή του της 7ης Ιουλίου 2014, το τμήμα ανακοπών έκρινε εξάλλου ότι το εν λόγω κοινό επιδεικνύει μετρίου βαθμού προσοχή κατά την επιλογή του συγκεκριμένου τύπου προϊόντος, η απόφαση δε αυτή καθώς και η αιτιολογία της εντάσσονται στο πλαίσιο εντός του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και, επομένως, το πλαίσιο αυτό είναι γνωστό στην Κυπριακή Δημοκρατία και παρέχει στο δικαστήριο τη δυνατότητα να ασκήσει πλήρως τον έλεγχο νομιμότητας ως προς το βάσιμο της εκτίμησης του κινδύνου σύγχυσης [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2007, Wesergold Getränkeindustrie κατά ΓΕΕΑ – Lidl Stiftung (VITAL& FIT), T-111/06, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:352, σκέψη 64]. Όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα, τα συμπεράσματα αυτά, τα οποία άλλωστε δεν αμφισβητούνται από τους διαδίκους, παρίστανται απολύτως βάσιμα.

 Επί της σύγκρισης των σημείων

27      Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης πρέπει, όσον αφορά την οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που δημιουργούν τα σημεία αυτά, λαμβανομένων, ιδίως, υπόψη των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους. Ο τρόπος με τον οποίο ο μέσος καταναλωτής των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών αντιλαμβάνεται τα σήματα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για τη σφαιρική εκτίμηση του εν λόγω κινδύνου. Συναφώς, ο μέσος καταναλωτής έχει συνήθως συνολική αντίληψη για το σήμα και δεν εξετάζει τις διάφορες λεπτομέρειές του (βλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28      Η εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ δύο σημάτων δεν σημαίνει ότι μόνο ένα από τα στοιχεία που συναποτελούν το σύνθετο σήμα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να συγκρίνεται με το άλλο σήμα. Αντιθέτως, κατά τη σύγκριση αυτή, τα επίμαχα σήματα πρέπει να εξετάζονται το καθένα ως ενιαίο σύνολο, εξέταση η οποία δεν αποκλείει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, το ενδεχόμενο να κυριαρχούν στη συνολική εντύπωση που δημιουργεί ένα σύνθετο σήμα στη μνήμη του ενδιαφερόμενου κοινού ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία που το συναποτελούν (βλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Το κυρίαρχο στοιχείο μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο για την εκτίμηση της ομοιότητας μόνο στην περίπτωση κατά την οποία όλα τα άλλα συστατικά στοιχεία του σήματος είναι αμελητέα (αποφάσεις της 12 Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 42, και της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, Nestlé κατά ΓΕΕΑ, C-193/06 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:539, σκέψη 43). Τούτο μπορεί να συμβεί ιδίως όταν το εν λόγω συστατικό στοιχείο δύναται να κυριαρχεί, μόνο αυτό, στην εικόνα του σήματος την οποία συγκρατεί στη μνήμη του το ενδιαφερόμενο κοινό και, επομένως, όλα τα λοιπά στοιχεία που συναποτελούν το σήμα είναι αμελητέα στο πλαίσιο της συνολικής εντύπωσης που το εν λόγω σήμα δημιουργεί (απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, Nestlé κατά ΓΕΕΑ, C-193/06 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:539, σκέψη 43).

29      Υπό το πρίσμα αυτών των παρατηρήσεων πρέπει να εξεταστεί αν το τμήμα προσφυγών, αφενός, ορθώς έκρινε ότι το προγενέστερο σήμα έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα και, αφετέρου, προέβη σε ορθή σύγκριση των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

–       Επί του πρώτου σκέλους του λόγου ακύρωσης, με το οποίο προβάλλεται εσφαλμένη εκτίμηση του εγγενούς διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος

30      Εν προκειμένω, όσον αφορά τον εγγενή διακριτικό χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος ως προς το τυρί, το τμήμα προσφυγών, κατόπιν εξέτασης που πραγματοποίησε με τα σημεία 18 έως 25 της προσβαλλόμενης απόφασης, έκρινε, με το σημείο 26 της ίδιας απόφασης, ότι ο χαρακτήρας αυτός είναι ασθενής λόγω της περιγραφικής σημασίας του εν λόγω σήματος, διευκρινιζομένου ότι, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτίμησης του κινδύνου σύγχυσης, το τμήμα προσφυγών προέβη επίσης στην εξέταση τυχόν αυξημένου διακριτικού χαρακτήρα λόγω χρήσης, για να καταλήξει τελικά στο συμπέρασμα ότι τέτοιου είδους διακριτικός χαρακτήρας δεν είχε αποδειχθεί.

31      Η Κυπριακή Δημοκρατία, στο πλαίσιο προκαταρκτικών παρατηρήσεων, εκθέτει τις συνέπειες που, κατά την άποψή της, συνάγονται από τη φύση των σημάτων πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα των σημάτων αυτών. Υποστηρίζει καταρχάς ότι, βάσει του άρθρου 1 της οδηγίας 2008/95/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2008, L 299, σ. 25), τα εθνικά σήματα πιστοποίησης επιτρέπονται στο πλαίσιο του δικαίου της Ένωσης και, ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλίζεται η πλήρης αποτελεσματικότητά τους. Κατ’ εφαρμογή της οδηγίας αυτής, η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου για τα σήματα, όπως προκύπτει από τον Trade Marks Act 1994 (νόμο του Ηνωμένου Βασιλείου για τα σήματα), περιλαμβάνει την καταχώριση των σημάτων αυτών. Βάσει του εν λόγω νόμου, το σήμα πιστοποίησης ορίζεται ως ένδειξη ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που αυτό προσδιορίζει πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος και παρουσιάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά. Κατ’ ουσίαν, η διακριτική λειτουργία των σημάτων πιστοποίησης έχει την έννοια ότι καθιστά δυνατή τη διάκριση των προϊόντων που εμπίπτουν σε ορισμένη κλάση και πληρούν τις προδιαγραφές πιστοποίησης από τα προϊόντα που εμπίπτουν σε άλλη κλάση. Επιπλέον, δεν είναι αναγκαίο να γνωρίζει το κοινό ότι το σχετικό σήμα είναι σήμα πιστοποίησης ούτε να γνωρίζει την ταυτότητα του οργανισμού πιστοποίησης.

32      Κατά την Κυπριακή Δημοκρατία, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, τα σήματα εθνικής πιστοποίησης, δεδομένου ότι είναι σήματα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση διαδικασίας ανακοπής κατά της καταχώρισης μεταγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

33      Όσον αφορά την αιτίασή της κατά της προσβαλλόμενης απόφασης, η Κυπριακή Δημοκρατία προσάπτει καταρχάς στο τμήμα προσφυγών ότι εφάρμοσε στην υπό κρίση υπόθεση το σκεπτικό που υιοθέτησε το Γενικό Δικαστήριο στην απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2015, ΧΑΛΛΟΥΜΙ και HALLOUMI (T-292/14 και T‑293/14, EU:T:2015:752), μολονότι ήταν διαφορετικό το ενδιαφερόμενο κοινό και διαφορετική η φύση των επίμαχων σημάτων. Ειδικότερα, η απόφαση εκείνη αφορούσε δύο αιτήσεις καταχώρισης λεκτικών σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγκεκριμένα των σημάτων ΧΑΛΛΟΥΜΙ και HALLOUMI, οι οποίες υποβλήθηκαν από την Κυπριακή Δημοκρατία και απορρίφθηκαν βάσει απόλυτου λόγου απαραδέκτου, δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του κανονισμού 207/2009 [νυν άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του κανονισμού 2017/1001], με την αιτιολογία ότι τα εν λόγω σήματα ήταν περιγραφικά.

34      Τέλος, η Κυπριακή Δημοκρατία επικαλείται δύο αποφάσεις εκδοθείσες στο Ηνωμένο Βασίλειο από το High Court of Justice (England and Wales), Chancery Division [ανώτερο δικαστήριο (Αγγλία και Ουαλία), τμήμα εμπορικών και λοιπών ιδιωτικών διαφορών], οι οποίες ενισχύουν την ερμηνεία της ως προς τον διακριτικό χαρακτήρα σήματος πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε υπογραμμίζουν επίσης τον διακριτικό χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος και το γεγονός ότι το κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου αντιλαμβάνεται τον όρο «halloumi» υπό την έννοια ότι διακρίνει μια κλάση προϊόντων από άλλη κλάση, της οποίας τα χαρακτηριστικά, ιδίως τα συστατικά, καθώς και την προέλευση κατανοεί το εν λόγω κοινό.

35      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

36      Η εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα σήματος έχει ιδιαίτερη σημασία στο μέτρο που η εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης γίνεται κατά τρόπο σφαιρικό και συνεπάγεται κάποια αλληλεξάρτηση μεταξύ των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ – Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS), T‑162/01, EU:T:2003:199, σκέψεις 30 έως 33], ως εκ τούτου δε ο εν λόγω κίνδυνος είναι τόσο μεγαλύτερος όσο πιο έντονος είναι ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος (απόφαση της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C‑39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 18). Επομένως, μικρός βαθμός διακριτικού χαρακτήρα προϋποθέτει σημαντικότερο βαθμό ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων ή μεταξύ των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών, προκειμένου να συναχθεί η ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης. Συνεπώς, η υποτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος από το τμήμα προσφυγών θα μπορούσε να έχει ως συνέπεια την πλημμέλεια της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω πλάνης όσον αφορά την εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης.

37      Όταν η ανακοπή στηρίζεται στην ύπαρξη προγενέστερου εθνικού σήματος, υπάρχουν, ωστόσο, όρια στην εξέταση του βαθμού του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος αυτού, καθώς η εν λόγω εξέταση δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη διαπίστωση ενός από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου που προβλέπονται ιδίως στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του κανονισμού 207/2009, δηλαδή της έλλειψης διακριτικού χαρακτήρα ή του αμιγώς περιγραφικού χαρακτήρα του σήματος αυτού. Επομένως, για να μην υπάρχει παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, περίπτωση ii, του κανονισμού 207/2009, πρέπει να αναγνωριστεί στο εθνικό σήμα του οποίου γίνεται επίκληση προς στήριξη ανακοπής κατά της καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ένας βαθμός διακριτικού χαρακτήρα (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 24ης Μαΐου 2012, Formula One Licensing κατά ΓΕΕΑ, C-196/11 P, EU:C:2012:314, σκέψεις 43 έως 47).

38      Εν προκειμένω, μολονότι ο κανονισμός 207/2009, τον οποίο εφάρμοσε το τμήμα προσφυγών όταν εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν περιείχε ειδικές διατάξεις για την προστασία των σημάτων πιστοποίησης αυτών καθεαυτά, όπως έχει υπενθυμίσει το Γενικό Δικαστήριο με τη νομολογία του (απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2015, ΧΑΛΛΟΥΜΙ και HALLOUMI, T-292/14 και T-293/14, EU:T:2015:752, σκέψη 35), ο κανονισμός 2017/1001, εφαρμοστέος από την 1η Οκτωβρίου 2017, περιέχει πλέον διατάξεις σχετικές με το σήμα πιστοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ορίζεται, με το άρθρο 83, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, ως σήμα «ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος όσον αφορά το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, εξαιρέσει της γεωγραφικής προέλευσης, από προϊόντα και υπηρεσίες που δεν έχουν την ανωτέρω πιστοποίηση».

39      Η καταχώριση των σημάτων πιστοποίησης προβλέπεται, επιπλέον, από την οδηγία 2008/95. Τα κράτη μέλη, κατά το πρότυπο του Ηνωμένου Βασιλείου με τον Trade Marks Act 1994 (νόμο για τα σήματα), έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν την καταχώριση τέτοιων σημάτων, τα οποία, ως εκ τούτου, συνιστούν, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, περίπτωση ii, του κανονισμού 207/2009, «σήματα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος», δυνάμενα να προβληθούν ως βάση διαδικασίας ανακοπής, όπως έπραξε η Κυπριακή Δημοκρατία επικαλούμενη το προγενέστερο σήμα.

40      Μολονότι το προγενέστερο σήμα εμπίπτει στην κατηγορία των καταχωρισμένων σε κράτος μέλος σημάτων, πρέπει να διευκρινιστεί, όπως επισημαίνει το EUIPO, ότι το σύστημα σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίζει ο κανονισμός 207/2009 είναι ανεξάρτητο, αύταρκες και αυτοτελές σε σχέση με κάθε εθνικό σύστημα [απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου 2000, Messe München κατά ΓΕΕΑ (electronica), T-32/00, EU:T:2000:283, σκέψη 47]. Επομένως, παρίσταται εύλογο να ληφθεί υπόψη το εθνικό δίκαιο, καθόσον καθιστά δυνατή την πιστοποίηση του κύρους του προγενέστερου σήματος. Ωστόσο, όσον αφορά τον εγγενή διακριτικό χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος, ακόμη και εάν, υπό το πρίσμα της απόφασης της 24ης Μαΐου 2012, Formula One Licensing κατά ΓΕΕΑ (C‑196/11 P, EU:C:2012:314, σκέψη 47), πρέπει να αναγνωριστεί στον όρο «halloumi», ο οποίος είναι καταχωρισμένος ως εθνικό σήμα πιστοποίησης, ένας βαθμός διακριτικού χαρακτήρα, τούτο δεν σημαίνει ότι πρέπει να αναγνωριστεί στον όρο αυτόν καθεαυτόν διακριτικός χαρακτήρας τέτοιου βαθμού ώστε να του χορηγείται προστασία άνευ όρων, βάσει της οποίας θα ήταν δυνατός ο αποκλεισμός κάθε καταχώρισης μεταγενέστερου σήματος που περιλαμβάνει τον όρο αυτόν.

41      Εν προκειμένω, υπενθυμίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει, σε δύο περιπτώσεις, ότι ο όρος «halloumi» γίνεται αντιληπτός από το κοινό, ιδίως της Κύπρου, υπό την έννοια ότι προσδιορίζει ένα ιδιότυπο κυπριακό τυρί [βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 13ης Ιουνίου 2012, Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας κατά ΓΕΕΑ – Garmo (HELLIM), T-534/10, EU:T:2012:292, σκέψη 41, και της 7ης Οκτωβρίου 2015, ΧΑΛΛΟΥΜΙ και HALLOUMI, T-292/14 και T-293/14, EU:T:2015:752, σκέψεις 20 και 21]. Με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών απλώς διαπιστώνει ότι, λαμβανομένων υπόψη των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν στο πλαίσιο της υπό κρίση υπόθεσης, τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το Γενικό Δικαστήριο με τις ανωτέρω αποφάσεις του μπορούν να τύχουν εφαρμογής στο κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου.

42      Η εκτίμηση αυτή πρέπει να γίνει δεκτή. Πράγματι, κανένα από τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η Κυπριακή Δημοκρατία ενώπιον του τμήματος προσφυγών, όπως αναλύθηκαν με τα σημεία 20 και 21 της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν αντικρούει τη διαπίστωση αυτή. Τα εν λόγω στοιχεία, στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, δεδομένα για τους όγκους πωλήσεων και τις προσπάθειες προώθησης και μάρκετινγκ, αποσπάσματα από περιοδικά μαγειρικής ή άρθρα του Τύπου καθώς και διάφορες έγγραφες δηλώσεις, αφορούν το τυρί «halloumi» ως ιδιότυπο κυπριακό τυρί, χωρίς όμως να είναι δυνατός ο συσχετισμός του όρου «halloumi», ο οποίος χρησιμοποιείται ως γενικός όρος, με οποιοδήποτε σήμα πιστοποίησης ή ακόμη και με αναφορά σε πιστοποιημένο τυρί. Όπως ορθώς επισήμανε το τμήμα προσφυγών με το σημείο 25 της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων αυτών στοιχείων, ότι ο εν λόγω όρος γίνεται αντιληπτός από το κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου απλώς ως το όνομα ενός είδους τυριού παραγόμενου στην Κύπρο και «το ζήτημα αν ένα τυρί μπορεί να χαρακτηριστεί ως “halloumi” εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά και τη σύνθεσή του, και όχι από το γεγονός ότι το πρόσωπο που το εμπορεύεται ανήκει ή δεν ανήκει σε συγκεκριμένη ομάδα κατόχων άδειας».

43      Επομένως, ο όρος «halloumi» γίνεται ευθέως αντιληπτός από το κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου ως περιγραφή των χαρακτηριστικών ή και της προέλευσης του προϊόντος, και όχι ως ένδειξη της πιστοποιημένης ποιότητάς του, αλλά ούτε και ως ένδειξη της ποιότητας αυτής. Διαπιστώνεται, συνεπώς, ότι το προγενέστερο σήμα, το οποίο αποτελείται αποκλειστικά από τον όρο «halloumi», καθόσον είναι περιγραφικό των χαρακτηριστικών και της προέλευσης του προσδιοριζόμενου από αυτό προϊόντος, δεν έχει παρά ασθενή εγγενή διακριτικό χαρακτήρα και ότι δεν αποδεικνύεται, εξάλλου, η ύπαρξη αυξημένου διακριτικού χαρακτήρα.

44      Επιπλέον, η επιχειρηματολογία της Κυπριακής Δημοκρατίας σχετικά με την ιδιαίτερη εμβέλεια που θα έπρεπε να αναγνωριστεί ότι έχει ο εγγενής διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος, λαμβανομένης υπόψη της φύσης του ως σήματος πιστοποίησης, είναι αλυσιτελής και δεν μπορεί παρά να απορριφθεί.

45      Συγκεκριμένα, ακόμη και εάν υποτεθεί ότι η διακριτική λειτουργία των σημάτων πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου πρέπει να νοηθεί ως η ικανότητα διάκρισης μιας κλάσης προϊόντων από άλλη κλάση, επισημαίνεται, όπως υπογραμμίζει το EUIPO, ότι, λαμβανομένων υπόψη των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε η Κυπριακή Δημοκρατία κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, δεν αποδείχθηκε ότι το προγενέστερο σήμα, ως σήμα πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι ικανό να αποτελεί ένδειξη της εμπορικής προέλευσης των επίμαχων προϊόντων. Η ύπαρξη όμως κινδύνου σύγχυσης υπό τις ειδικές προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 εξαρτάται από την απόδειξη αυτή. Ωστόσο, η διαπίστωση αυτή, η οποία αφορά ειδικά την υπό κρίση περίπτωση, δεν δύναται να αποκλείσει, όταν πρόκειται για σήμα πιστοποίησης, το ενδεχόμενο να αρκεί η πιστοποίηση της ποιότητας, παραδείγματος χάριν της χρησιμοποιούμενης πρώτης ύλης, για να θεωρηθεί ότι ένα τέτοιο σήμα επιτελεί τη δηλωτική της προέλευσης λειτουργία του, καθόσον εγγυάται στους καταναλωτές ότι τα προσδιοριζόμενα προϊόντα προέρχονται από μία και μόνο επιχείρηση, αποτελούμενη από τον δικαιούχο του εν λόγω σήματος και όσους συνδέονται με αυτόν, υπό τον έλεγχο του οποίου κατασκευάζονται τα εν λόγω προϊόντα και ο οποίος φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 8ης Ιουνίου 2017, W. F. Gözze Frottierweberei και Gözze, C-689/15, EU:C:2017:434, σκέψεις 49 και 50).

46      Αντιθέτως, το ζήτημα αν η πραγματική τήρηση, εκ μέρους του αιτούντος την καταχώριση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των χαρακτηριστικών που εγγυάται ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος πιστοποίησης εμπίπτει στην ουσιώδη λειτουργία του εν λόγω σήματος βρίσκεται εκτός του πεδίου της προστασίας που παρέχει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Όπως υποστηρίζει το EUIPO, το ζήτημα αυτό εμπίπτει, στην καλύτερη περίπτωση, στη χρήση του σήματος, καθόσον θα μπορούσε να θίξει την ουσιώδη λειτουργία του σήματος πιστοποίησης και να παραπλανήσει το κοινό ως προς την πιστοποίηση των χαρακτηριστικών του προϊόντος.

47      Εν προκειμένω, όπως και στην απόφαση της 13ης Ιουνίου 2012, HELLIM (T‑534/10, EU:T:2012:292, σκέψεις 48 έως 55), διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι το προγενέστερο σήμα έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα λόγω της περιγραφικής σημασίας του.

48      Συνεπώς, το πρώτο σκέλος του λόγου ακύρωσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

–       Επί του δεύτερου σκέλους του λόγου ακύρωσης, με το οποίο προβάλλεται εσφαλμένη εκτίμηση της οπτικής, φωνητικής και εννοιολογικής ομοιότητας των αντιπαρατιθέμενων σημείων

49      Πρώτον, προκειμένου να συγκριθούν τα αντιπαρατιθέμενα σημεία από οπτική, φωνητική και εννοιολογική άποψη, πρέπει αρχικά να επανεξεταστούν τα στοιχεία που συνθέτουν το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση για να καθοριστούν το ή τα κυρίαρχα στοιχεία του, βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών που απορρέουν από τη νομολογία, όπως αυτές μνημονεύονται στη σκέψη 27 ανωτέρω.

50      Συναφώς, υπενθυμίζεται ιδίως ότι, όταν πρόκειται για σύνθετο σήμα, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να κυριαρχούν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στη συνολική εντύπωση που δημιουργεί ένα τέτοιο σήμα στη μνήμη του ενδιαφερόμενου κοινού ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία που το συναποτελούν (βλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία) και όλα τα λοιπά στοιχεία του να είναι αμελητέα στο πλαίσιο της συνολικής εντύπωσης που δημιουργεί το εν λόγω σήμα (απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, Nestlé κατά ΓΕΕΑ, C-193/06 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:539, σκέψη 43).

51      Όσον αφορά τον καθορισμό του κυρίαρχου στοιχείου ή των κυρίαρχων στοιχείων του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, παρατηρείται ότι το σημείο αποτελείται από τους όρους «pallas» και «halloumi». Ο όρος «pallas» είναι γραμμένος με λευκούς, έντονους χαρακτήρες σε ωοειδές φόντο κόκκινου χρώματος το οποίο αποτελεί το άνω τμήμα του εν λόγω σημείου. Ο όρος «halloumi», με τη σειρά του, είναι επίσης γραμμένος με λευκούς, έντονους χαρακτήρες μικρότερου μεγέθους, και αυτός σε ωοειδές φόντο κόκκινου χρώματος, το οποίο είναι τοποθετημένο σε χαμηλότερο επίπεδο και καλύπτει ελαφρώς το φόντο ωοειδούς σχήματος που περιέχει τον όρο «pallas».

52      Λαμβανομένης υπόψη της γραφικής απεικόνισης του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, ο όρος «pallas» είναι ο πρώτος τον οποίο θα διαβάσει το ενδιαφερόμενο κοινό. Συγκεκριμένα, το εν λόγω κοινό προσέχει κατά κανόνα περισσότερο το αρχικό τμήμα ενός σήματος παρά το τέλος του [αποφάσεις της 25ης Μαρτίου 2009, L’Oréal κατά ΓΕΕΑ – Spa Monopole (SPA THERAPY), T‑109/07, EU:T:2009:81, σκέψη 30, και της 13ης Μαΐου 2015, Deutsche Post κατά ΓΕΕΑ – PostNL Holding (TPG POST), T-102/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:279, σκέψη 42]. Επομένως, επισημαίνεται ότι το κοινό αυτό θα προσέξει περισσότερο, λόγω της τοποθέτησης και της θέσης του στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, το στοιχείο που αποτελείται από τον εν λόγω όρο, τούτο δε ανεξαρτήτως της ιδιαίτερης σημασίας του για το κοινό. Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε, με το σημείο 28 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι ο όρος αυτός γίνεται αντιληπτός ως το κυρίαρχο στοιχείο στο πλαίσιο της συνολικής εντύπωσης που δημιουργεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

53      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνουν δεκτά τα συμπεράσματα του τμήματος προσφυγών κατά τα οποία, αφενός, το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το στοιχείο «pallas» και, αφετέρου, το στοιχείο «halloumi» διαδραματίζει δευτερεύοντα ρόλο όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτό το σημείο Pallas Halloumi από το ενδιαφερόμενο κοινό.

54      Δεύτερον, όσον αφορά την εξέταση της ομοιότητας των αντιπαρατιθέμενων σημείων, το τμήμα προσφυγών έκρινε με τα σημεία 27 έως 31 της προσβαλλόμενης απόφασης ότι η οπτική ομοιότητα είναι μικρού βαθμού, η φωνητική ομοιότητα μετρίου βαθμού και ότι δεν υφίσταται εννοιολογική ομοιότητα. Στο πλαίσιο της εκτίμησης αυτής, έλαβε υπόψη τον βαθμό του διακριτικού χαρακτήρα καθώς και τα κυρίαρχα στοιχεία των εν λόγω σημείων, συγκεκριμένα δε το στοιχείο «pallas» όσον αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

55      Η Κυπριακή Δημοκρατία υποστηρίζει με την προσφυγή της ότι υφίσταται πλήρης οπτική ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων, καθώς το προγενέστερο σήμα επαναλαμβάνεται εξ ολοκλήρου ως οπτικό στοιχείο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Προσάπτει, επιπλέον, στο τμήμα προσφυγών ότι έλαβε υπόψη τη μορφή της γραφικής απεικόνισης του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση μολονότι η μορφή αυτή δεν ασκεί επιρροή στο πλαίσιο σύγκρισης με λεκτικό σήμα. Επίσης, το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη τη σημασία του στοιχείου «halloumi» του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, μολονότι το στοιχείο αυτό είναι τοποθετημένο μπροστά από το στοιχείο «pallas», με ίδιο χρώμα και πανομοιότυπους χαρακτήρες, με αποτέλεσμα αμφότερα τα στοιχεία που συνθέτουν το σήμα να είναι εξίσου σημαντικά. Συνεπώς, κατά την Κυπριακή Δημοκρατία, η εν λόγω οπτική ομοιότητα είναι μεγάλου ή, τουλάχιστον, μετρίου βαθμού.

56      Από εννοιολογική άποψη, η Κυπριακή Δημοκρατία επαναλαμβάνει την επιχειρηματολογία κατά την οποία το κοινό του Ηνωμένου Βασιλείου αντιλαμβάνεται το προγενέστερο σήμα υπό την έννοια ότι καθιστά δυνατή τη διάκριση των προϊόντων που εμπίπτουν σε μια κλάση από εκείνα που εμπίπτουν σε άλλη κλάση. Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση γίνεται, επομένως, αντιληπτό από το ενδιαφερόμενο κοινό ως αποτελούμενο, αφενός, από το λεκτικό στοιχείο «halloumi», το οποίο παρουσιάζει μεγάλου βαθμού εννοιολογική ομοιότητα με το προγενέστερο σήμα, και, αφετέρου, από το λεκτικό στοιχείο «pallas», το οποίο προσδιορίζει τον συγκεκριμένο χρήστη που έχει λάβει άδεια από τον δικαιούχο του σήματος να χρησιμοποιεί το σήμα πιστοποίησης τηρώντας τα χαρακτηριστικά της σχετικής κλάσης προϊόντων. Το τμήμα προσφυγών έπρεπε να έχει λάβει υπόψη τις πρακτικές στην αγορά όσον αφορά τα σήματα πιστοποίησης και, ειδικότερα, τη συνήθη συσχέτιση ενός σήματος πιστοποίησης, όπως το HALLOUMI, με άλλα στοιχεία, όπως το στοιχείο «pallas», τα οποία παραπέμπουν σε συγκεκριμένο χρήστη που διαθέτει άδεια χρήσης χορηγηθείσα από τον δικαιούχο του εν λόγω σήματος.

57      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

58      Πρώτον, όσον αφορά την οπτική σύγκριση, υπενθυμίζεται ότι τίποτε δεν εμποδίζει την εξακρίβωση της ύπαρξης οπτικής ομοιότητας μεταξύ ενός λεκτικού και ενός εικονιστικού σήματος, δεδομένου ότι τα δύο αυτά είδη σημάτων έχουν την παρουσίαση γραφήματος που μπορεί να δημιουργήσει οπτική εντύπωση [βλ. απόφαση της 4ης Μαΐου 2005, Chum κατά ΓΕΕΑ – Star TV (STAR TV), T‑359/02, EU:T:2005:156, σκέψη 43 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

59      Όπως μνημονεύεται στη σκέψη 51 ανωτέρω, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι εικονιστικό σήμα αποτελούμενο από τους όρους «pallas» και «halloumi», γραμμένους με έντονους και λευκούς χαρακτήρες. Κάθε όρος είναι γραμμένος σε κόκκινο ωοειδές φόντο. Ο όρος «pallas» είναι γραμμένος στο ωοειδές φόντο του άνω τμήματος του επίμαχου σημείου, με γραμματοσειρά μεγαλύτερου μεγέθους σε σχέση με εκείνη του όρου «halloumi», ο οποίος, με τη σειρά του, βρίσκεται στο ωοειδές φόντο του κάτω τμήματος του σημείου. Το προγενέστερο σήμα, ως λεκτικό σήμα, αποτελείται από τον όρο «halloumi».

60      Όπως μνημονεύεται στη σκέψη 52 ανωτέρω, το ενδιαφερόμενο κοινό θα προσέξει περισσότερο το στοιχείο «pallas», το οποίο εμφανίζεται ως το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Επομένως, η επιχειρηματολογία της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά την οποία υφίσταται πλήρης οπτική ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων λόγω του γεγονότος ότι το στοιχείο που συνιστά το προγενέστερο σήμα περιέχεται εξ ολοκλήρου στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Πράγματι, δεδομένης της πάγιας νομολογίας η οποία υπενθυμίζει την ανάγκη συνολικής εκτίμησης των διάφορων στοιχείων που συνιστούν τα αντιπαρατιθέμενα σημεία, ειδικότερα δε των κυρίαρχων και διακριτικών στοιχείων (βλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), η οπτική σύγκριση πρέπει να γίνει λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το στοιχείο «pallas» αποτελεί το άνω τμήμα του σημείου, το οποίο είναι, εξάλλου, μεγαλύτερου μεγέθους σε σχέση με το δεύτερο τμήμα, το οποίο με τη σειρά του, μολονότι είναι τοποθετημένο σε πρώτο πλάνο από άποψη γραφικής απεικόνισης, εντούτοις βρίσκεται σε δεύτερο πλάνο ως προς τη συνολική οπτική εντύπωση. Διαπιστώνεται, συνεπώς, μια πρώτη σημαντική διαφορά από οπτική άποψη, η οποία έγκειται στην απουσία του όρου «pallas» στο προγενέστερο σήμα.

61      Επιπλέον, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση περιλαμβάνει εικονιστικά στοιχεία, όπως τα δύο κόκκινα ωοειδή σχήματα και μια ιδιαίτερη μορφή γραφικής απεικόνισης, τα οποία συνιστούν μια δεύτερη σημαντική διαφορά μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων. Επιβάλλεται, ως εκ τούτου, η διαπίστωση ότι τα σημεία αυτά ταυτίζονται μόνο ως προς το στοιχείο «halloumi». Πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όσον αφορά το στοιχείο αυτό, λόγω του μεγέθους της γραμματοσειράς του και της θέσης του στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, το κοινό θα θεωρήσει ότι το εν λόγω στοιχείο έχει δευτερεύουσα μόνο σημασία.

62      Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας, με το σημείο 29 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι υφίσταται μικρού βαθμού ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων από οπτική άποψη.

63      Δεύτερον, όσον αφορά τη φωνητική σύγκριση, διαπιστώνεται ότι το μόνο κοινό στοιχείο των αντιπαρατιθέμενων σημείων είναι ο όρος «halloumi», ο οποίος βρίσκεται σε δεύτερη θέση στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Επομένως, υφίσταται σημαντική διαφορά μεταξύ των σημείων αυτών λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης της λέξης «pallas» στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

64      Πρέπει, συνεπώς, να επικυρωθεί το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών ότι η φωνητική ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων είναι μετρίου βαθμού. Εξάλλου, το συμπέρασμα αυτό δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους.

65      Τρίτον, όσον αφορά τη σύγκριση από εννοιολογική άποψη, πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Κυπριακής Δημοκρατίας ότι το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη την πρακτική των χρηστών του προγενέστερου σήματος, η οποία συνίσταται στη συσχέτιση του όρου «halloumi» και της εμπορικής επωνυμίας του χρήστη που διαθέτει άδεια χρήσης του εν λόγω σήματος. Συγκεκριμένα, όπως μνημονεύεται στη σκέψη 42 ανωτέρω, το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο «halloumi» ως ένδειξη ενός είδους τυριού παραγόμενου στην Κύπρο. Πρέπει, ως εκ τούτου, να γίνει δεκτό, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Κυπριακή Δημοκρατία, ότι ο όρος «halloumi» έχει περιγραφικό χαρακτήρα ως προς τα επίμαχα προϊόντα. Επομένως, η μνεία του στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν συνιστά σημαντικό στοιχείο από εννοιολογική άποψη. Πράγματι, δεν αποδείχθηκε ότι το κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο αυτόν ως αναφορά σε διαδικασία πιστοποίησης στην οποία υπόκειται ο χρήστης του σήματος.

66      Επιπλέον, ο όρος «pallas», στο μέτρο που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για το ενδιαφερόμενο κοινό και δεν περιέχεται στο προγενέστερο σήμα, γεννά μια σημαντική διαφορά μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων από εννοιολογική άποψη. Το ενδιαφερόμενο κοινό θα αντιληφθεί τον όρο αυτόν ως ένδειξη της εμπορικής προέλευσης των επίμαχων προϊόντων.

67      Προκύπτει, συνεπώς, ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι δεν υφίσταται, από εννοιολογική άποψη, ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων ικανή να προκαλέσει κίνδυνο σύγχυσης.

68      Επομένως, το δεύτερο σκέλος του λόγου ακύρωσης πρέπει να απορριφθεί.

–       Επί του τρίτου σκέλους του λόγου ακύρωσης, με το οποίο προβάλλεται πλάνη κατά τη σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης

69      Με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης του στοιχείου «pallas» στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, οι διαφορές μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων είναι επαρκείς προκειμένου να διαπιστωθεί η έλλειψη κινδύνου σύγχυσης, δεδομένου του ασθενούς διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος, τούτο δε έστω και εάν τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προσδιορίζουν πανομοιότυπα προϊόντα.

70      Η Κυπριακή Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η εκ μέρους του τμήματος προσφυγών εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης είναι πλημμελής, στο μέτρο που το τμήμα προσφυγών προέβη σε εσφαλμένη ανάλυση του διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος κατά τη σύγκριση των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

71      Επιπλέον, η Κυπριακή Δημοκρατία προβάλλει ότι το τμήμα προσφυγών δεν ανέλυσε ορθώς τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία. Καταρχάς, το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως έκρινε ότι κανένα από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία δεν επιβεβαίωνε τον ισχυρισμό ότι το κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο «halloumi» ως αναφορά σε πιστοποίηση. Συγκεκριμένα, το εθνικό δίκαιο δεν απαιτεί να γίνεται αντιληπτό το προγενέστερο σήμα από το κοινό ως τέτοιου είδους αναφορά ή να διενεργείται πράγματι οποιαδήποτε πιστοποίηση. Η μόνη απαίτηση που θέτει το εθνικό δίκαιο είναι το κοινό να αντιλαμβάνεται το επίμαχο σημείο υπό την έννοια ότι διακρίνει μια κλάση προϊόντων με ομοιόμορφα χαρακτηριστικά από τα προϊόντα άλλης κλάσης.

72      Περαιτέρω, το εθνικό δίκαιο δεν απαιτεί ούτε να καθιστά ένα σήμα σαφές ότι είναι σήμα πιστοποίησης, ιδίως επί της συσκευασίας των προϊόντων. Δεν απαιτείται ούτε να γνωρίζει το κοινό τον οργανισμό πιστοποίησης που είναι ο δικαιούχος ενός τέτοιου σήματος.

73      Τέλος, κατά την άποψη της Κυπριακής Δημοκρατίας, το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως έκρινε ότι οι πράξεις που σκοπούν στην τήρηση των προδιαγραφών πιστοποίησης, προκειμένου να αποφευχθεί η αποδυνάμωση του διακριτικού χαρακτήρα των προδιαγραφών αυτών λόγω χρήσης για προϊόντα μη εμπίπτοντα στο πεδίο εφαρμογής τους, δεν ασκούν επιρροή στον τρόπο με τον οποίο το κοινό αντιλαμβάνεται το σημείο. Η μη προσκόμιση από τους λοιπούς διαδίκους στοιχείων προς απόδειξη του ότι τρίτοι χρησιμοποιούν τον όρο «halloumi» για σκοπό διαφορετικό από εκείνον ο οποίος συνίσταται στον προσδιορισμό προϊόντων που πληρούν τις προδιαγραφές πιστοποίησης δικαιολογεί το συμπέρασμα ότι το προγενέστερο σήμα έχει διακριτικό χαρακτήρα ως σήμα πιστοποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου.

74      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

75      Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης συνεπάγεται κάποια αλληλεξάρτηση των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη και, ιδίως, της ομοιότητας των σημάτων και της ομοιότητας των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών. Έτσι, ο μικρός βαθμός ομοιότητας των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών μπορεί να αντισταθμιστεί με τον μεγάλο βαθμό ομοιότητας των σημάτων, και αντιστρόφως [αποφάσεις της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C‑39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 17, και της 14ης Δεκεμβρίου 2006, Mast‑Jägermeister κατά ΓΕΕΑ – Licorera Zacapaneca (VENADO με πλαίσιο κ.λπ.), T‑81/03, T-82/03 και T-103/03, EU:T:2006:397, σκέψη 74].

76      Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 8 του κανονισμού 207/2009 (νυν αιτιολογική σκέψη 11 του κανονισμού 2017/1001), η εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων το πόσο γνωστό είναι το σήμα στην επίμαχη αγορά. Δεδομένου ότι ο κίνδυνος σύγχυσης αυξάνεται αναλόγως της έντασης του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος, τα σήματα με ισχυρό διακριτικό χαρακτήρα, είτε από την ίδια τους τη φύση είτε λόγω του ότι είναι γνωστά στο κοινό, απολαύουν προστασίας μεγαλύτερης από εκείνα των οποίων ο διακριτικός χαρακτήρας είναι ασθενέστερος (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 11ης Νοεμβρίου 1997, SABEL, C-251/95, EU:C:1997:528, σκέψη 24, της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C-39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 18, και της 22ας Ιουνίου 1999, Lloyd Schuhfabrik Meyer, C-342/97, EU:C:1999:323, σκέψη 20).

77      Επιπλέον, η αναγνώριση του ασθενούς διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος δεν εμποδίζει τη διαπίστωση ύπαρξης κινδύνου σύγχυσης. Συγκεκριμένα, ναι μεν ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος πρέπει να ληφθεί υπόψη για να εκτιμηθεί ο κίνδυνος σύγχυσης, πλην όμως είναι ένα μόνο από τα στοιχεία που υπεισέρχονται στην εκτίμηση αυτή. Έτσι, ακόμη και εάν ένα προγενέστερο σήμα έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα, μπορεί να υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης, ιδίως λόγω ομοιότητας των σχετικών σημείων και προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. αποφάσεις της 13ης Δεκεμβρίου 2007, Xentral κατά ΓΕΕΑ – Pages jaunes (PAGESJAUNES.COM), T-134/06, EU:T:2007:387, σκέψη 70 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 13ης Απριλίου 2011, Sociedad Agricola Requingua κατά ΓΕΕΑ – Consejo Regulador de la Denominación de Origen Toro (TORO DE PIEDRA), T-358/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:174, σκέψη 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

78      Πρώτον, υπενθυμίζεται ότι διαπιστώθηκε η μικρού βαθμού ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων από οπτική άποψη και η μετρίου βαθμού ομοιότητά τους από φωνητική άποψη. Από εννοιολογική άποψη, το κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο «halloumi», σε καθένα από τα αντιπαρατιθέμενα σημεία, ως ένδειξη ενός είδους τυριού. Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση, στην οποία προέβησαν διαδοχικά και το τμήμα ανακοπών και το τμήμα προσφυγών, ότι τα σημεία αυτά είναι παρόμοια μόνον όσον αφορά το περιγραφικής φύσης στοιχείο «halloumi». Επομένως, η ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων δεν είναι επαρκής για να αντισταθμίσει τις διαφορές τους. Τα αντιπαρατιθέμενα σημεία είναι, συνεπώς, σε μικρό μόνο βαθμό παρόμοια.

79      Δεύτερον, όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος, διαπιστώθηκε, με τη σκέψη 47 ανωτέρω, ότι ο χαρακτήρας αυτός είναι ασθενής λόγω της περιγραφικής σημασίας του εν λόγω σήματος κατά την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού.

80      Η επιχειρηματολογία της Κυπριακής Δημοκρατίας ότι η ιδιαίτερη φύση του προγενέστερου σήματος δεν ελήφθη υπόψη στο πλαίσιο της εκτίμησης του διακριτικού του χαρακτήρα εκ μέρους του τμήματος προσφυγών δεν μπορεί, επίσης, να γίνει δεκτή. Συγκεκριμένα, η Κυπριακή Δημοκρατία επικαλείται προς στήριξη της επιχειρηματολογίας αυτής δύο εθνικές δικαστικές αποφάσεις από τις οποίες αντλεί το συμπέρασμα ότι ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος εθνικής πιστοποίησης έγκειται στην ικανότητά του να γίνεται αντιληπτό από το κοινό υπό την έννοια ότι διαφοροποιεί μια κλάση προϊόντων από άλλη κλάση προϊόντων (βλ. σκέψη 34 ανωτέρω). Ωστόσο, όπως επισημαίνεται με τις σκέψεις 40 και 45 ανωτέρω, αυτός ο τρόπος αντίληψης του διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος δεν ασκεί επιρροή και, εν προκειμένω, έχει διαπιστωθεί, αντιθέτως, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν αντιλαμβάνεται το εν λόγω σήμα ως ένδειξη οποιασδήποτε πιστοποίησης.

81      Επιπλέον, όσον αφορά τη συνεκτίμηση των εθνικών δικαστικών αποφάσεων που επικαλείται η Κυπριακή Δημοκρατία, τονίστηκε με τη σκέψη 40 ανωτέρω ότι το καθεστώς των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί αυτοτελές σύστημα του οποίου η εφαρμογή είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα. Συνεπώς, η ερμηνεία που η Κυπριακή Δημοκρατία επιθυμεί να δοθεί στις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω.

82      Τρίτον, υπενθυμίζεται ωστόσο, όπως μνημονεύεται στη σκέψη 77 ανωτέρω, ότι, ακόμη και εάν ένα προγενέστερο σήμα έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα, μπορεί να υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης, ιδίως όταν τα επίμαχα προϊόντα είναι πανομοιότυπα και τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρόμοια.

83      Μολονότι όμως, εν προκειμένω, τα επίμαχα προϊόντα είναι πανομοιότυπα, λόγω του ασθενούς διακριτικού χαρακτήρα και της περιγραφικής σημασίας του προγενέστερου σήματος, το πανομοιότυπο, μόνο, των προϊόντων αυτών και η ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων η οποία συνίσταται στο γεγονός ότι αμφότερα περιέχουν τον περιγραφικής φύσης όρο «halloumi» δεν αρκούν για να προκληθεί κίνδυνος σύγχυσης.

84      Επομένως, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι δεν υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης.

85      Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί το τρίτο σκέλος και, ως εκ τούτου, ο μοναδικός λόγος ακύρωσης με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, με αποτέλεσμα να πρέπει να απορριφθεί η προσφυγή στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

86      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

87      Δεδομένου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με τα αιτήματα του EUIPO και της παρεμβαίνουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Κυπριακή Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Prek

Schalin

Costeira

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 13 Ιουλίου 2018.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.