Language of document : ECLI:EU:F:2009:86

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(πρώτο τμήμα)

της 7ης Ιουλίου 2009

Υπόθεση F-54/08

Marjorie Danielle Bernard

κατά

Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Προσωπικό της Ευρωπόλ – Οριστική αποχώρηση από την υπηρεσία – Μη ανανέωση της συμβάσεως – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας – Κατάργηση της δίκης»

Αντικείμενο: Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 40, παράγραφος 3, της συμβάσεως η οποία καταρτίστηκε βάσει του άρθρου K.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Ευρωπόλ), και του άρθρου 93, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως του προσωπικού της Ευρωπόλ, με την οποία η Μ. D. Bernard ζητεί, κατ’ αρχάς, την ακύρωση της αποφάσεως του διευθυντή της Ευρωπόλ, της 31ης Ιουλίου 2007, περί μη ανανεώσεως της συμβάσεώς της πέραν της 31ης Μαΐου 2008, και της αποφάσεως του διευθυντή της Ευρωπόλ της 29ης Φεβρουαρίου 2008, περί απορρίψεως της προηγηθείσας διοικητικής ενστάσεώς της κατά της προαναφερθείσας αποφάσεως της 31ης Ιουλίου 2007, ακολούθως, την κοινοποίηση της εκθέσεως κρίσεως κατά το πέρας της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας της 25ης Φεβρουαρίου 2004 και, τέλος, την καταδίκη της Ευρωπόλ στα δικαστικά έξοδα.

Απόφαση: Παρέλκει πλέον να αποφανθεί το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης επί του αιτήματος κοινοποιήσεως της εκθέσεως κρίσεως κατά το πέρας της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας της 25ης Φεβρουαρίου 2004. Η απόφαση της 31ης Ιουλίου 2007, με την οποία ο διευθυντής της Ευρωπόλ αρνήθηκε να ανανεώσει τη σύμβαση της προσφεύγουσας πέραν της 31ης Μαΐου 2008, ακυρώνεται. Η Ευρωπόλ καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

Υπάλληλοι – Έκτακτοι υπάλληλοι – Πρόσληψη – Ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου – Εξουσία εκτιμήσεως της διοικήσεως – Υπάλληλοι της Ευρωπόλ

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως του προσωπικού της Ευρωπόλ, άρθρο 6)

Η διοίκηση απολαύει, κατ’ αρχήν, ευρείας διακριτικής ευχέρειας σχετικά με την ανανέωση των συμβάσεων εκτάκτων υπαλλήλων οι οποίες έχουν συναφθεί για ορισμένο χρόνο, ο δε έλεγχος του κοινοτικού δικαστή πρέπει να περιορίζεται στην εξακρίβωση της απουσίας πρόδηλης πλάνης και καταχρήσεως εξουσίας.

Όμως, αφ’ ης στιγμής η διοίκηση έχει θεσπίσει, με εσωτερική οδηγία, ειδικό καθεστώς, προοριζόμενο να διασφαλίζει τη διαφάνεια της διαδικασίας ανανεώσεως των συμβάσεων, η θέσπιση του συστήματος αυτού αναλύεται ως ένας αυτοπεριορισμός της εξουσίας εκτιμήσεως του οργάνου και μεταβάλλει το αρχικό καθεστώς των συμβασιούχων υπαλλήλων, που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την αβεβαιότητα των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, σε ένα καθεστώς βασιζόμενο στην αρχή της, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ανανεώσεως των συμβάσεων αυτών. Πράγματι, απόφαση κοινοτικού οργάνου που κοινοποιείται στο σύνολο του προσωπικού του και διευκρινίζει τα κριτήρια και τη διαδικασία που εφαρμόζονται για την ανανέωση ή μη ανανέωση των συμβάσεων συνιστά εσωτερική οδηγία που πρέπει ως τέτοια να θεωρείται κανόνας συμπεριφοράς τον οποίο η διοίκηση επιβάλλει η ίδια στον εαυτό της και από τον οποίο δεν μπορεί να παρεκκλίνει χωρίς να διευκρινίσει τους λόγους που την οδήγησαν σε αυτό, ειδάλλως παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

Δεδομένου, συνεπώς, ότι η Ευρωπόλ έχει θεσπίσει, με εσωτερική οδηγία, ειδικό καθεστώς βασιζόμενο στην αρχή της ανανεώσεως των συμβάσεων υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων οι επαγγελματικές επιδόσεις υπαλλήλου, οι οποίες, αξιολογούμενες βάσει της ετήσιας εκθέσεως αξιολογήσεως, πρέπει να είναι τουλάχιστον ικανοποιητικές, πάσχει πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως απόφαση αρνούμενη την ανανέωση συμβάσεως για τον λόγο ότι οι επαγγελματικές επιδόσεις του υπαλλήλου είναι ανεπαρκείς, ενώ ο υπάλληλος έλαβε στις εκθέσεις αξιολογήσεως βαθμολογία συνολικώς ικανοποιητική.

(βλ. σκέψεις 46 έως 48, 50, 51 και 53)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 1 Μαρτίου 2005, T‑258/03, Mausolf κατά Ευρωπόλ, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑45 και II‑189, σκέψεις 23, 25, 26, 47 έως 49