Language of document : ECLI:EU:F:2013:9

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(τρίτο τμήμα)

της 30ής Ιανουαρίου 2013

Υπόθεση F‑20/06 RENV

Patrizia De Luca

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Αναπομπή στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης κατόπιν αναιρέσεως – Διορισμός – Υπάλληλος εντασσόμενος σε ανώτερη ομάδα καθηκόντων μέσω γενικού διαγωνισμού – Υποψήφιος περιληφθείς σε πίνακα επιτυχόντων πριν από τη θέση σε ισχύ του νέου ΚΥΚ – Μεταβατικοί κανόνες κατατάξεως σε βαθμό κατά την πρόσληψη – Κατάταξη σε βαθμό κατ’ εφαρμογήν των νέων κανόνων – Άρθρο 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ»

Αντικείμενο: Αναπομπή της προσφυγής F‑20/06, που ασκήθηκε αρχικώς δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 EA, στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης με απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 14ης Δεκεμβρίου 2011, T‑563/10 P, De Luca κατά Επιτροπής (στο εξής: απόφαση περί αναπομπής), που αναιρεί την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 30ής Σεπτεμβρίου 2010, F‑20/06, De Luca κατά Επιτροπής (στο εξής: απόφαση De Luca), με την οποία το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης είχε αποφανθεί επί της περιελθούσας στη Γραμματεία στις 22 Φεβρουαρίου 2006 προσφυγής με την οποία η Ρ. De Luca, επιτυχούσα σε διαγωνισμό πριν την 1η Μαΐου 2004, ζητούσε την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, περί διορισμού της ως υπαλλήλου διοικήσεως, καθόσον η εν λόγω απόφαση την κατέτασσε στον βαθμό A*9, κλιμάκιο 2 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Η Ρ. De Luca και η Επιτροπή φέρουν εκάστη τα δικαστικά τους έξοδα στις δύο διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης. Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας που αφορούν τη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

Υπάλληλοι – Σταδιοδρομία – Αλλαγή κατηγορίας ή κλάδου κατόπιν συμμετοχής σε γενικό διαγωνισμό – Βαθμολογική ανακατάταξη – Εφαρμοστέοι κανόνες – Επιτυχόντες υποψήφιοι διαγωνισμού εγγεγραμμένοι σε πίνακες ικανότητας πριν τις 30 Απριλίου 2006 – Εφαρμογή του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα ΧIII, άρθρο 12 § 3)

Εφόσον ο ΚΥΚ δεν περιέχει διάταξη διέπουσα τη βαθμολογική κατάταξη υπαλλήλου ο οποίος διορίζεται σε άλλη θέση ως επιτυχών σε γενικό διαγωνισμό που του παρέχει τη δυνατότητα να καταλάβει θέσεις επιπέδου κατ’ αρχήν ανώτερου από τη θέση που κατείχε, πρέπει να εφαρμοστεί κατ’ αναλογία η νομολογία που αφορά την ανακατάταξη κατά κλιμάκιο υπαλλήλου εν ενεργεία ο οποίος διορίζεται σε άλλη θέση ως επιτυχών σε γενικό διαγωνισμό. Κατά συνέπεια, προκειμένου να κριθεί κατά πόσον το άρθρο 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ, που αφορά την κατάταξη των υπαλλήλων που έχουν εγγραφεί σε πίνακα ικανότητας πριν από την 1η Μαΐου 2006 και προσλαμβάνονται μεταξύ 1ης Μαΐου 2004 και 30ής Απριλίου 2006, τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση υπαλλήλου εν ενεργεία ο οποίος διορίστηκε σε άλλη θέση ως επιτυχών σε γενικό διαγωνισμό, πρέπει να εξεταστεί, σύμφωνα με την προαναφερθείσα νομολογία, κατά πόσον η κατάταξη στον νέο βαθμό, βαθμό κατώτερο από αυτόν που κατείχε ήδη και στον οποίο κατατάσσεται δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, του προσέφερε κάποιο όφελος ή πλεονέκτημα όσον αφορά την εξέλιξη της σταδιοδρομίας και/ή τις αποδοχές, του οποίου κατ’ αρχήν απέλαυαν μόνον οι υπάλληλοι που είχαν προσληφθεί μεταξύ 1ης Μαΐου 2004 και 30ής Απριλίου 2006.

Προκειμένου να εξεταστεί κατά πόσον παρουσιάζει ή όχι πλεονεκτήματα η εφαρμογή του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ στην περίπτωση κατατάξεως υπαλλήλου σε βαθμό κατώτερο από αυτόν που ήδη κατείχε, εναπόκειται, ειδικότερα, στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να ερευνήσει κατά πόσον η πρόσληψη βάσει του εν λόγω άρθρου προσέφερε στον υπάλληλο κάποιο όφελος ή πλεονέκτημα όσον αφορά την εξέλιξη της σταδιοδρομίας και/ή τις αποδοχές ικανό να αντισταθμίσει, στην περίπτωσή του, το γεγονός ότι κατατάσσεται σε βαθμό κατώτερο από αυτόν που ήδη κατείχε. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει σύγκριση μεταξύ της σταδιοδρομίας και του μισθού που ο εν λόγω υπάλληλος θα μπορούσε να προσδοκά βάσει του ανώτερου βαθμού, τον οποίο ήδη κατείχε, και της σταδιοδρομίας και του μισθού που μπορεί να έχει κατόπιν του διορισμού του στον κατώτερο βαθμό.

Υπό τους όρους που προαναφέρθηκαν, η σύγκριση των σταδιοδρομιών και των αποδοχών επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο, διότι θα αρκούσε να είχε προσφέρει η απόφαση περί διορισμού σε άλλη θέση στον υπάλληλο κάποιο όφελος ή πλεονέκτημα όσον αφορά τη σταδιοδρομία ή τις αποδοχές σε σχέση με την προηγούμενη κατάστασή του, ώστε, παρά την αναδιοργάνωση των βαθμών συνεπεία της τροποποιήσεως του ΚΥΚ, να πληρούται ο γενικός σκοπός του ΚΥΚ περί εξασφαλίσεως στους υπαλλήλους συνέχειας στην εξέλιξη της επαγγελματικής τους ζωής.

Προκειμένου να μπορεί, νομίμως, να γίνει δεκτή η κατ’ αναλογία εφαρμογή του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ, θα ήταν συναφώς αρκετό να είχε προσφέρει η κατάταξη του υπαλλήλου στον κατώτερο βαθμό όφελος ή πλεονέκτημα αποκλειστικώς και μόνον όσον αφορά τις αποδοχές.

(βλ. σκέψεις 47 έως 49 και 53)