Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunalul Bucureşti (Ρουμανία) στις 3 Ιανουαρίου 2019 – SC Mitliv Exim SRL κατά Agenţia Naţională de Administrare Fiscală, Direcţia Generală de Administrare a Marilor Contribuabili

(Υπόθεση C-9/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunalul Bucureşti

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: SC Mitliv Exim SRL

Καθών: Agenţia Naţională de Administrare Fiscală, Direcţia Generală de Administrare a Marilor Contribuabili

Προδικαστικά ερωτήματα

Αντιτίθενται οι διατάξεις του άρθρου 2 και του άρθρου 273 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας1 , του άρθρου 50 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του άρθρου 325 ΣΛΕΕ, σε σχέση με περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, η οποία προβλέπει όλες τις ακόλουθες περιπτώσεις:

- την καταβολή ενός ποσού για ζημία που προκλήθηκε από αδικοπραξία κατά τη διάρκεια προκαταρκτικών ερευνών, με βάση άλλο τίτλο, διαφορετικό από την φορολογική απαίτηση;

- τη διενέργεια πρόσθετου φορολογικού ελέγχου, ο οποίος διεξάγεται παράλληλα με την ποινική διαδικασία, κατά την οποία ο φορολογούμενος αντιμετωπίζει ενώπιον δικαστηρίου την κατηγορία του αδικήματος της φοροδιαφυγής, και με τον οποίο επιβάλλονται πρόσθετες φορολογικές υποχρεώσεις τόσο για την περίοδο όσο και για το ποσό που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση των κρατικών αρχών κατά τη διάρκεια των προκαταρκτικών ερευνών, παρά το γεγονός ότι έχει ανασταλεί, μέχρι το πέρας της ποινικής διώξεως, η λήψη αποφάσεως επί της ασκηθείσας διοικητικής ενστάσεως κατά των πράξεων που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια του ελέγχου;

- την περάτωση της ποινικής δίκης σε πρώτο βαθμό με την καταδίκη του κατηγορούμενου, μεταξύ άλλων, και στην αλληλεγγύως και εις ολόκληρον πληρωμή ολόκληρου του ποσού το οποίο προέκυψε, κατά τη διάρκεια των προκαταρκτικών ερευνών, ότι οφείλουν άπαντες οι κατηγορούμενοι, μολονότι στον συγκεκριμένο φορολογούμενο επιβλήθηκε η υποχρέωση καταβολής μέρους μόνο του ποσού που ήδη καταβλήθηκε από αυτόν, και κατά πόσον όλες αυτές οι περιστάσεις, σωρευτικά, είναι δυσανάλογα επαχθείς για τον εν λόγω φορολογούμενο;

Είναι συμβατή, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, και προκειμένου να διασφαλισθεί ο στόχος της εισπράξεως των φορολογικών εσόδων από το Δημόσιο και η καταπολέμηση της απάτης, με τις αρχές του δικαίου της Ένωσης εν γένει και με την αρχή ne bis in idem, η πρακτική των κρατικών αρχών να μη λαμβάνουν υπόψη, από φορολογικής απόψεως, πληρωμή που πραγματοποιήθηκε πριν καταστούν οριστικές οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις, δεδομένου ότι η πληρωμή καλύπτει μέρος της φορολογικής υποχρεώσεως που επιβλήθηκε στον φορολογούμενο;

Έχει το δίκαιο της Ένωσης, υπό το πρίσμα των απαντήσεων στα ερωτήματα [1] και [2] ανωτέρω, την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, η οποία δεν θεωρεί ως αντίθετη προς το δίκαιο της Ένωσης είσπραξη φόρου [...] την περίπτωση κατά την οποία ο φορολογούμενος έχει καταβάλει αποζημίωση για ζημία που προέκυψε από αξιόποινη πράξη κατά τη διάρκεια των προκαταρκτικών ερευνών, προκειμένου να επιτύχει μείωση της ποινής στο ήμισυ, χωρίς να υφίσταται βεβαιωμένη φορολογική απαίτηση από τις αρμόδιες προς τούτο αρχές ή τελεσίδικη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αλλά οι φορολογικές αρχές, επ΄ ευκαιρία του φορολογικού ελέγχου, επέβαλαν πρόσθετες φορολογικές υποχρεώσεις, τόσο για την περίοδο όσο και για το ποσό που είχε ήδη τεθεί στη διάθεση των κρατικών αρχών, και ο φόρος εισπράχθηκε αχρεωστήτως από το χρονικό σημείο της πληρωμής έως ότου προσδιορίσθηκε η φορολογική επιβάρυνση βάσει βεβαιωμένης φορολογικής απαίτησης ή τελεσίδικης αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου;

____________

1 EE 2006, L 347, σ. 1.