Language of document : ECLI:EU:F:2014:197

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 10ης Σεπτεμβρίου 2014

Υπόθεση F‑120/13

KE

κατά

Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (ERA)

«Υπαλληλική υπόθεση — Έκτακτος υπάλληλος — Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου — Προσωπικό οργανισμού — Μείωση του προσωπικού — Πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο του ERA — Κατάργηση δύο θέσεων εργασίας από τον πίνακα θέσεων — Τήρηση των ουσιωδών τύπων — Δικαίωμα ακροάσεως — Εσωτερικές οδηγίες — Συμφέρον της υπηρεσίας»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ με την οποία η KE ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του εκτελεστικού διευθυντή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (ERA, ή στο εξής: Οργανισμός), της 22ας Μαρτίου 2013, με την οποία βεβαίωνε στην προσφεύγουσα ότι η σύμβασή της εκτάκτου υπαλλήλου θα έληγε κατά την προβλεπομένη στη σύμβαση αυτή ημερομηνία, ήτοι την 30ή του ερχόμενου Σεπτεμβρίου.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων (ERA) φέρει τα δικαστικά έξοδά του και καταδικάζεται στο ήμισυ των δικαστικών εξόδων της KE. Η KE φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου — Έγκριση εσωτερικών κατευθυντήριων γραμμών με τις οποίες παρέχεται στο μέλος του λοιπού προσωπικού η δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις πριν από την έκδοση της αποφάσεως — Έννομα αποτελέσματα

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 47)

2.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου — Έγκριση εσωτερικών κατευθυντήριων γραμμών με τις οποίες παρέχεται στο μέλος του λοιπού προσωπικού η δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις πριν από την έκδοση της αποφάσεως — Λεπτομέρειες του διαλόγου με το μέλος του λοιπού προσωπικού

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 47)

3.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου — Έγκριση εσωτερικών κατευθυντήριων γραμμών για τη θέσπιση διαδικασίας για τη λήψη αποφάσεων περί ανανεώσεως — Μη τήρηση από τη Διοίκηση των ενδεικτικών προθεσμιών που τάσσονται στις κατευθυντήριες οδηγίες — Συνέπειες

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 47)

4.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Μη ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου— Εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως — Περιεχόμενο — Κατάργηση θέσεων για λόγους προϋπολογισμού

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 47)

5.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Ανανέωση συμβάσεως ορισμένου χρόνου — Εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως — Καθήκον αρωγής που υπέχει η Διοίκηση — Συνεκτίμηση των συμφερόντων του ενδιαφερόμενου μέλους του λοιπού προσωπικού — Όρια

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρα 8 και 47)

1.      Μολονότι αληθεύει ότι το Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, και ιδίως το άρθρο 47 αυτού, δεν προβλέπει ειδική διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας να παρέχεται σε έκτακτο υπάλληλο που προσλαμβάνεται με σύμβαση ορισμένου χρόνου δικαίωμα ακροάσεως προτού εκδοθεί εις βάρος του απόφαση περί μη ανανεώσεως της συμβάσεώς του, εντούτοις, καθόσον τα νομοθετικά κείμενα σιωπούν, θεσμικό όργανο ή οργανισμός μπορεί να προβλέπει εσωτερικές διαδικασίες και ρυθμίσεις που να επιτρέπουν την ακρόαση εκτάκτου υπαλλήλου προτού κριθεί η έκβαση της απασχολήσεώς του, μεταξύ άλλων διά της εκδόσεως εσωτερικών κατευθυντήριων γραμμών, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση της ευχέρειας αυτής δεν οδηγεί σε παρέκκλιση από ρητό κανόνα του κανονισμού ή του εν λόγω καθεστώτος.

Στο πλαίσιο αυτό, οι εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές αυτού του είδους, όταν αφορούν σε τομέα στον οποίο το θεσμικό όργανο ή ο οργανισμός διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως απονεμόμενη εκ του καθεστώτος, μπορούν να εκδίδονται υπό τη μορφή αποφάσεως, κοινοποιούμενης σε όλο το προσωπικό, με την οποία διασφαλίζεται η ίδια μεταχείριση των ενδιαφερομένων υπαλλήλων και μελών του λοιπού προσωπικού. Οσάκις θεσμικό όργανο ή οργανισμός εκδίδει τέτοια απόφαση, πρέπει, καθαυτή, να θεωρείται ενδεικτικός κανόνας συμπεριφοράς που επιβάλλει η ίδια η Διοίκηση στον εαυτό της, από τον οποίον δεν μπορεί να αποκλίνει χωρίς να προσδιορίσει τους λόγους που την οδήγησαν στην απόκλιση αυτή, γιατί διαφορετικά παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

(βλ. σκέψεις 46 έως 48)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις Louwage κατά Επιτροπής, 148/73, EU:C:1974:7, σκέψη 12, και Lux κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, 129/82 και 274/82, EU:C:1984:391, σκέψη 20

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Schneider κατά Επιτροπής, T‑54/92, EU:T:1994:283, σκέψη 19, και Monaco κατά Κοινοβουλίου, T‑92/96, EU:T:1997:105, σκέψη 46

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις Petrilli κατά Επιτροπής, F‑98/07, EU:F:2009:7, σκέψη 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και Bernard κατά Ευρωπόλ, F‑99/07 και F‑45/08, EU:F:2009:84, σκέψη 79 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

2.      Στο πλαίσιο της εφαρμογής κατευθυντήριων γραμμών ενός οργανισμού της Ένωσης, οι οποίες διέπουν τη διαδικασία ανανεώσεως συμβάσεων εκτάκτων υπαλλήλων ορισμένου χρόνου και, μεταξύ άλλων, τον διάλογο που λαμβάνει χώρα μεταξύ του οργανισμού και του ενδιαφερόμενου μέλους του λοιπού προσωπικού σχετικά με τις δυνατότητες ανανεώσεως της συμβάσεώς του, ο οργανισμός πρέπει να διασφαλίζει ότι το ενδιαφερόμενο μέλος του λοιπού προσωπικού λαμβάνει σαφή γνώση του αντικειμένου της συζητήσεως με τους προϊσταμένους του, προκειμένου να μπορεί να γνωστοποιήσει δεόντως τις απόψεις του πριν από την έκδοση της εις βάρος του αποφάσεως σχετικά με τη λήξη της συμβάσεώς του. Επομένως, ακόμη κι αν οι κατευθυντήριες γραμμές δεν απαιτούν την έγγραφη μορφή της προβλεπόμενης συνομιλίας μεταξύ του προϊσταμένου και του ενδιαφερόμενου μέλους του λοιπού προσωπικού και ενδέχεται, ως εκ τούτου, η ενημέρωση σχετικά με το αντικείμενο της συζητήσεως να γίνεται προφορικώς και να μπορεί να συναχθεί από το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα, μάλλον ενδείκνυται η έγγραφη πρόσκληση των ενδιαφερομένων.

(βλ. σκέψη 55)

3.      Σε περίπτωση κατά την οποία δεν τηρείται το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται στις εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές οργανισμού της Ένωσης για τη διαδικασία ανανεώσεως των συμβάσεων εκτάκτων υπαλλήλων ορισμένου χρόνου, θα πρέπει επιπλέον μια τέτοια παρατυπία να επηρεάζει το περιεχόμενο της αποφάσεως περί μη ανανεώσεως.

Συναφώς, σε περίπτωση κατά την οποία η οικεία θέση πρέπει να καταργηθεί, οι συνέπειες που επιφέρει στον προϋπολογισμό, όσον αφορά τις εμπίπτουσες στον προϋπολογισμό λειτουργίας του οργανισμού δαπάνες, πρόταση περί μη ανανεώσεως της συμβάσεως εκτάκτου υπαλλήλου που κατέχει την οικεία θέση είναι πράγματι ουδέτερες, δεδομένου ότι μια τέτοια απόφαση επιβεβαιώνει απλώς την έλλειψη χρήσεως πιστώσεων που έχουν ακυρωθεί για το επόμενο οικονομικό έτος. Ως εκ τούτου, όσον αφορά απαίτηση των εσωτερικών κατευθυντηρίων γραμμών περί παραπομπής του ζητήματος στο τμήμα ανθρώπινων πόρων του Οργανισμού πριν από την έκδοση αποφάσεως περί μη ανανεώσεως, στον βαθμό που η εν λόγω υπηρεσία δεν υποχρεούται να υποβάλει παρατηρήσεις επί προτάσεως αποφάσεως μη δυνάμενης, επακριβώς, να έχει οιαδήποτε δημοσιονομική συνέπεια, τυχόν παραπομπή, ακόμη και εμπρόθεσμη, δεν θα μπορούσε να επηρεάσει το περιεχόμενο και, ως εκ τούτου, τη νομιμότητα της αποφάσεως περί μη ανανεώσεως.

(βλ. σκέψεις 67, 69 και 70)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση Wunenburger κατά Επιτροπής, T‑246/04 και T‑71/05, EU:T:2007:34, σκέψη 149 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

4.      Η οργάνωση και η λειτουργία μιας υπηρεσίας εμπίπτουν στην αποκλειστική ευθύνη του θεσμικού οργάνου, ενώ η προϊστάμενη αρχή είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την οργάνωση των υπηρεσιών. Σε αυτή και μόνον απόκειται να αξιολογεί τις ανάγκες της υπηρεσίας αναθέτοντας, κατά συνέπεια, καθήκοντα στο προσωπικό που έχει στη διάθεσή της.

Τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης έχουν επίσης την ευχέρεια να διαρθρώνουν τις διοικητικές μονάδες τους, λαμβάνοντας υπόψη ένα σύνολο παραγόντων, όπως τη φύση και την έκταση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί και τις δυνατότητες του προϋπολογισμού. Ωστόσο, η ελευθερία αυτή συνεπάγεται την ελευθερία περικοπής θέσεων εργασίας και επαναπροσδιορισμού των καθηκόντων είτε χάριν βελτιώσεως της αποτελεσματικότητας της οργανώσεως των εργασιών είτε χάριν συμμορφώσεως προς τις απαιτήσεις του προϋπολογισμού για περικοπή θέσεων όπως αυτές επιβάλλονται από τα πολιτικά όργανα της Ένωσης, καθώς και την εξουσία εκ νέου αναθέσεως καθηκόντων που εκτελούσε προηγουμένως ο κάτοχος της περικοπείσας θέσεως, χωρίς η εν λόγω κατάργηση της θέσεως εργασίας να συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι το σύνολο των επιβεβλημένων καθηκόντων θα εκτελούνται από προσωπικό μειωμένο σε σύγκριση με το προ της αναδιοργανώσεως. Επιπλέον, η κατάργηση της θέσεως δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην την κατάργηση των συνδεδεμένων με αυτή καθηκόντων.

Ως εκ τούτου, το θεσμικό όργανο, αποφασίζοντας, για επιτακτικούς λόγους που αφορούν τον προϋπολογισμό, την κατάργηση θέσεων βοηθών διοικήσεως και όχι θέσεων διοικήσεως, και εντοπίζοντας και επιλέγοντας, μεταξύ των θέσεων βοηθών διοικήσεως που πληρούνται από εκτάκτους υπαλλήλους των οποίων οι συμβάσεις λήγουν εντός του έτους, μία θέση της οποίας η κατάργηση θα είχε τον λιγότερο δυνατό αντίκτυπο στη λειτουργία του οργάνου, παραμένει εντός των ορίων της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει συναφώς.

(βλ. σκέψεις 81 έως 83)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις Labeyrie κατά Επιτροπής, 16/67, EU:C:1968:37, σ. 445· Geist κατά Επιτροπής, 61/76, EU:C:1977:127, σκέψη 38, και Bellardi-Ricci κ.λπ. κατά Επιτροπής, 178/80, EU:C:1981:310, σκέψη 19

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Scheuer κατά Επιτροπής, T‑108/89, EU:T:1990:45, σκέψη 41· Pitrone κατά Επιτροπής, T‑46/89, EU:T:1990:62, σκέψη 60· Sebastiani κατά Κοινοβουλίου, T‑163/89, EU:T:1991:49, σκέψη 33· Lacruz Bassols κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, T‑109/92, EU:T:1994:16, σκέψη 88· Cesaratto κατά Κοινοβουλίου, T‑108/96, EU:T:1997:115, σκέψεις 48 έως 51, και Καρατζόγλου κατά EAR, T‑471/04, EU:T:2008:540, σκέψη 59

5.      Καίτοι το άρθρο 8 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού προβλέπει τη δυνατότητα ανανεώσεως της συμβάσεως εκτάκτου υπαλλήλου, δεν πρόκειται για δικαίωμα, αλλά για απλή δυνατότητα η οποία επαφίεται στην εκτίμηση της αρμόδιας αρχής. Επιπλέον, σε αντίθεση με ό,τι προβλέπεται για τους υπαλλήλους, δεν προβλέπεται το δικαίωμα προτεραιότητας έκτακτου υπαλλήλου, ο οποίος απασχολείται για ορισμένο χρόνο και του οποίου η σύμβαση πρόκειται σύντομα να λήξει, το οποίο θα του επέτρεπε, κατά τη λήξη της απασχολήσεώς του να επανενταχθεί σε οποιαδήποτε άλλη θέση απασχολήσεως της ίδιας ομάδας καθηκόντων που θα κενωθεί ή θα δημιουργηθεί στο θεσμικό όργανο ή τον οργανισμό στον οποίο είχε απασχοληθεί.

Κατά συνέπεια, και ιδίως στο πλαίσιο των παγκόσμιων πολιτικών απαιτήσεων που επιβάλλουν στα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης τη σταδιακή μείωση του προσωπικού σε ετήσια βάση, δεν μπορεί να προσαφθεί στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων προσλήψεως αρχή ότι παρέβη το καθήκον αρωγής που υπέχει, καθόσον δεν προέβη, λόγω της καταργήσεως των θέσεων στον προϋπολογισμό της, στην επ’ αόριστον ανανέωση συμβάσεως εργασίας μέλους του λοιπού προσωπικού.

Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο όταν, εν πάση περιπτώσει, από τις επιδόσεις του οικείου υπαλλήλου δεν διαφαίνονται ιδιαίτερα προσόντα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί τελευταίως. Πράγματι, η συνεκτίμηση του προσωπικού συμφέροντος μέλους του λοιπού προσωπικού του οποίου η επαγγελματική απόδοση έχει κριθεί ανεπαρκής δεν μπορεί να φθάνει μέχρι την αφαίρεση από την αρμόδια αρχή της δυνατότητάς της να μην ανανεώσει, παρά την αντίθεση του εν λόγω μέλους, μια σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, εφόσον το απαιτεί το συμφέρον της υπηρεσίας.

(βλ. σκέψεις 91, 92, 95 et 96)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις Nebe κατά Επιτροπής, 176/82, EU:C:1983:214, σκέψη 18, και Lux κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, 69/83, EU:C:1984:225, σκέψη 17

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Ποταμιάνος κατά Επιτροπής, T‑160/04, EU:T:2008:438, σκέψη 30, και ETF κατά Michel, T‑108/11 P, EU:T:2013:625, σκέψη 88

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις Klug κατά EMEA, F‑35/07, EU:F:2008:150, σκέψη 79· AI κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, F‑85/10, EU:F:2012:97, σκέψεις 167 και 168, και Solberg κατά ΕΚΠΝΤ, F‑124/12, EU:F:2013:157, σκέψη 45