Language of document : ECLI:EU:F:2014:23

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 25ης Φεβρουαρίου 2014

Υπόθεση F‑118/11

Luigi Marcuccio

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Απόφαση της ΑΔΑ με την οποία υπάλληλος συνταξιοδοτείται και του χορηγείται επίδομα αναπηρίας — Απόφαση η οποία δεν αποφαίνεται επί της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας που δικαιολογεί τη συνταξιοδότηση — Υποχρέωση της ΑΔΑ να αναγνωρίσει την επαγγελματική προέλευση της ασθένειας — Άρθρο 78, πέμπτο εδάφιο, του ΚΥΚ — Ανάγκη συγκλήσεως νέας επιτροπής αναπηρίας — Κρισιμότητα προηγούμενης αποφάσεως η οποία έχει εκδοθεί κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 73 του ΚΥΚ — Άρθρο 76 του Κανονισμού Διαδικασίας — Προσφυγή-αγωγή εν μέρει προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει προδήλως αβάσιμη»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο L. Marcuccio ζητεί, ιδίως, την ακύρωση της σιωπηρής αποφάσεως με την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέρριψε την αίτησή του περί λήψεως αποφάσεως από αυτή την τελευταία ως προς, ή σχετική προς, την αναγνώριση της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας, που οδήγησε το εν λόγω θεσμικό όργανο στη συνταξιοδότηση του προσφεύγοντος-ενάγοντος λόγω αναπηρίας, καθώς και περί της χορηγήσεως πλειόνων αποζημιώσεων σχετικών προς βλάβες που υπέστη και εξακολουθεί να υφίσταται λόγω της παράνομης παραλείψεως της Επιτροπής, από τις 30 Μαΐου 2005, να λάβει απόφαση περί αναγνωρίσεως της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας αυτής.

Απόφαση:      Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται εν μέρει ως προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει ως προδήλως αβάσιμη. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Ένδικη διαδικασία — Κατάθεση του υπομνήματος αντικρούσεως — Προθεσμία — Επανάληψη ανασταλείσας διαδικασίας — Έναρξη της προθεσμίας

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρα 39 §§ 1 και 3, 100 § 3 και 116· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 91 § 4 και 90 § 2)

2.      Υπαλληλικές προσφυγές — Προσφυγή κατά της παραλείψεως της Διοικήσεως να λάβει απόφαση — Λόγοι για την ακύρωση της αρνήσεως και τη διαπίστωση παραλείψεως — Ένα και το αυτό μέσο ένδικης προστασίας

(Άρθρα 263, εδ. 4, και 265, εδ. 3, ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90 §§ 1 και 2)

3.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Σύνταξη αναπηρίας — Καθορισμός της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας — Αρμοδιότητα της επιτροπής αναπηρίας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 11, 73 και 78· παράρτημα VIII, άρθρο 13)

4.      Υπάλληλοι — Βλαπτική απόφαση — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Ανεπαρκής αιτιολογία — Τακτοποίηση κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας — Προϋποθέσεις

(Άρθρο 296, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 25)

5.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Σύνταξη αναπηρίας — Καθορισμός της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας — Κίνηση της διαδικασίας μετά την άσκηση της προσφυγής — Συνέπειες

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 73 και 78)

1.      Επί εκκρεμούς διαδικασίας που ανεστάλη κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 91, παράγραφος 4, του ΚΥΚ, σιωπηρή απόφαση περί απορρίψεως διοικητικής ενστάσεως συνεπάγεται τη λήξη της αναστολής της διαδικασίας και ο καθού διαθέτει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 39, παράγραφος 1, και του άρθρου 100, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, δίμηνη προθεσμία αρχόμενη από της λήξεως της αναστολής, στην οποία προστίθεται η δεκαήμερη κατ’ αποκοπήν προθεσμία, προκειμένου να καταθέσει υπόμνημα αντικρούσεως. Δεδομένου ότι τέτοιες προθεσμίες είναι δημοσίας τάξεως και, κατά συνέπεια, δεν εμπίπτουν στη διακριτική ευχέρεια ούτε των διαδίκων ούτε του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, η επανάληψη της διαδικασίας υπό τις περιστάσεις αυτές, όπως και ο υπολογισμός της εν λόγω προθεσμίας, δεν εξαρτώνται από πληροφορία που πρέπει να παρασχεθεί επισήμως από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης.

Συνεπώς, επιστολή του καθού που πρέπει να θεωρηθεί ως υπόμνημα αντίκρουσης, κατατεθείσα εμπροθέσμως, και με την οποία ζητείται από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να καταργήσει τη δίκη, επισύρει την απόρριψη της αιτήσεως του προσφεύγοντος περί επιδικάσεως των αιτημάτων του με ερήμην απόφαση, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 116 του Κανονισμού Διαδικασίας.

(βλ. σκέψεις 35 έως 38)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 14 Νοεμβρίου 2006, F‑4/06, Villa κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 24 και 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· 23 Απριλίου 2008, F‑103/05, Pickering κατά Επιτροπής, σκέψεις 49 και 51· 7 Ιουλίου 2011, F‑21/11, Pirri κατά Επιτροπής, σκέψη 14

2.      Αιτήματα περί ακυρώσεως συνδεόμενα, αντιστοίχως, με το άρθρο 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, και με το άρθρο 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ, ενδέχεται να συγχέονται κατά μεγάλο μέρος όπως, στις διαφορές περί αφορούν τη νομιμότητα των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενδέχεται να συγχέονται προσφυγή για την ακύρωση πράξεως περί αρνήσεως λήψεως αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ και προσφυγή επιδιώκουσα τη διαπίστωση παράνομης παραλείψεως θεσμικού οργάνου να λάβει τέτοια απόφαση δυνάμει του άρθρου 265, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, δύο διατάξεων που δεν αποτελούν παρά ένα και το αυτό μέσο ένδικης προστασίας.

(βλ. σκέψη 52)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 18 Νοεμβρίου 1970, 15/70, Chevalley κατά Επιτροπής, σκέψη 6

3.      Στο πλαίσιο της διαδικασίας συνταξιοδοτήσεως υπαλλήλου λόγω αναπηρίας, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν μπορεί να λάβει απόφαση περί αναγνωρίσεως της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας που δικαιολόγησε τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας χωρίς να διαθέτει προς τούτο τη γνώμη της επιτροπής αναπηρίας που συγκροτήθηκε προς τον σκοπό αυτό και στη συγκρότηση της οποίας ο υπάλληλος οφείλει να παράσχει τη συνδρομή του όσον αφορά τόσο τον διορισμό ενός από τους ιατρούς που συγκροτούν αυτή την επιτροπή όσο και την παροχή του συνόλου των στοιχείων που ενδέχεται να της χρησιμεύσουν για να προβεί σε ιατρικές εκτιμήσεις εγγενείς στις εργασίες της.

Εναπόκειται ωσαύτως στον υπάλληλο να ζητήσει το ευεργέτημα του άρθρου 78, πέμπτο εδάφιο, του ΚΥΚ και, οσάκις υποβάλλεται τέτοια αίτηση περί της επαγγελματικής προελεύσεως της αναπηρίας, εναπόκειται καταρχήν στο ενδιαφερόμενο θεσμικό όργανο να κινήσει τη διαδικασία αναγνωρίσεως της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας. Εντούτοις, το θεσμικό όργανο δεν μπορεί να μη συμβουλευθεί εκ νέου την επιτροπή αναπηρίας και να αναγνωρίσει αμέσως, χωρίς την τήρηση οιασδήποτε διατυπώσεως, την επαγγελματική προέλευση της προβαλλόμενης ασθένειας.

Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη του ότι οι διαδικασίες των άρθρων 73 και 78 δύνανται θεμιτώς να καταλήξουν σε αποκλίνοντα ιατρικά συμπεράσματα επί μίας και της αυτής περιπτώσεως και ιδίως επί του ζητήματος της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας του ίδιου υπαλλήλου, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν μπορεί επίσης να στηριχθεί στα συμπεράσματα περί αναγνωρίσεως επαγγελματικής ασθένειας δυνάμει του άρθρου 73 του ΚΥΚ, προκειμένου να κάνει αμέσως δεκτό αίτημα περί αναγνωρίσεως, κατά την έννοια του άρθρου 78, πέμπτο εδάφιο, του ΚΥΚ, του ότι η ασθένεια που δικαιολόγησε τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας του ενδιαφερομένου έχει επίσης επαγγελματική προέλευση.

Τέλος, δεν εναπόκειται στον δικαστή της Ένωσης να υποκαταστήσει το ενδιαφερόμενο θεσμικό όργανο ή την επιτροπή αναπηρίας προκειμένου να καθορίσει ο ίδιος, σε περίπτωση μη κινήσεως οποιασδήποτε διαδικασίας για την αναγνώριση της επαγγελματικής προελεύσεως, κατά πόσον η ασθένεια που δικαιολόγησε την απόφαση περί συνταξιοδοτήσεως έχει επαγγελματική προέλευση.

(βλ. σκέψεις 58 έως 63, 66 και 68)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 12 Ιανουαρίου 1983, 257/81, K κατά Συμβουλίου, σκέψεις 11, 12, 14, 15 και 20

ΓΔΕΕ: 27 Φεβρουαρίου 1992, T‑165/89, Plug κατά Επιτροπής, σκέψη 67· 14 Μαΐου 1998, T‑165/95, Lucaccioni κατά Επιτροπής, σκέψη 149· 1 Ιουλίου 2008, T‑262/06 P, Επιτροπή κατά D., σκέψη 70

ΔΔΔΕΕ: 22 Μαΐου 2007, F‑97/06, López Teruel κατά ΓΕΕΑ, σκέψεις 48 και 68· 1 Φεβρουαρίου 2008, F‑77/07, Labate κατά Επιτροπής, σκέψη 12· 30 Ιουνίου 2011, F‑14/10, Marcuccio κατά Επιτροπής, σκέψη 60· 6 Νοεμβρίου 2012, F‑41/06 RENV, Marcuccio κατά Επιτροπής, σκέψεις 98 και 99

4.      Η έκταση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως πρέπει να εκτιμάται, σε κάθε περίπτωση, αναλόγως των συγκεκριμένων περιστάσεων. Μία απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον έχει ληφθεί εντός πλαισίου γνωστού στον υπάλληλο τον οποίο αφορά, ώστε να είναι αυτός σε θέση να κατανοήσει το περιεχόμενο του μέτρου που ελήφθη έναντι αυτού..

Σε περίπτωση ελλιπούς αιτιολογίας, αιτιολογίες που παρασχέθηκαν κατά την προφορική διαδικασία μπορούν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να καταστήσουν άνευ αντικειμένου λόγο ακυρώσεως αντλούμενο από την παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως.

Στην περίπτωση αυτή, η διοίκηση μπορεί να παράσχει κατά τη δίκη επαρκή συμπληρωματική αιτιολογία για τη σιωπηρή αρνητική αποφάσή της, ιδίως όταν η τελευταία αυτή απόφαση πρέπει να θεωρηθεί ως απόφαση απορρίψεως «προς το παρόν», δηλαδή στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται η διαδικασία αναγνωρίσεως της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας του προσφεύγοντος που διεξάγεται δυνάμει του άρθρου 78 του ΚΥΚ και, ως τέτοια, ουδόλως προκαταλαμβάνει την απόφαση που θα ληφθεί κατά το πέρας της εν λόγω διαδικασίας.

(βλ. σκέψεις 71 έως 73 και 78)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 26 Νοεμβρίου 1981, 195/80, Michel κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 22· 27 Μαρτίου 1985, 12/84, Κυπραίος κατά Συμβουλίου, σκέψη 8· 8 Μαρτίου 1988, 64/86, 71/86 έως 73/86 και 78/86, Sergio κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 52· 28 Φεβρουαρίου 2008, C‑17/07 P, Neirinck κατά Επιτροπής, σκέψεις 50 και 51

ΓΔΕΕ: 20 Μαρτίου 1991, T‑1/90, Pérez-Mínguez Casariego κατά Επιτροπής, σκέψη 73· 6 Ιουλίου 1995, T‑36/93, Ojha κατά Επιτροπής, σκέψη 60· 12 Δεκεμβρίου 2002, T‑135/00, Morello κατά Επιτροπής, σκέψη 28· 1 Απριλίου 2004, T‑198/02, N κατά Επιτροπής, σκέψη 70· 6 Ιουλίου 2004, T‑281/01, Huygens κατά Επιτροπής, σκέψη 105· 15 Σεπτεμβρίου 2005, T‑132/03, Casini κατά Επιτροπής, σκέψη 36

ΔΔΔΕΕ: 31 Μαρτίου 2011, F‑10/10, Hecq κατά Επιτροπής, σκέψη 68

5.      Αιτίαση θεμελιούμενη στην παράλειψη κινήσεως της διαδικασίας για την αναγνώριση της επαγγελματικής προελεύσεως της ασθένειας του προσφεύγοντος είναι ουσιαστικά αβάσιμη οσάκις η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, μετά την άσκηση της προσφυγής του ενδιαφερομένου υπαλλήλου, έκανε δεκτό το αίτημά του.

Υπό τις συνθήκες αυτές, εναπόκειται, αφενός, στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, πριν αποφανθεί, να απευθυνθεί εκ νέου στην επιτροπή αναπηρίας, η οποία θα πρέπει να επαληθεύσει εάν η παθολογική κατάσταση του προσφεύγοντος παρουσιάζει επαρκώς άμεση σχέση με ειδικό και συνήθη κίνδυνο, εγγενή στα καθήκοντα που άσκησε ο προσφεύγων, και, αφετέρου, στον προσφεύγοντα, λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντός του να διευκρινιστεί η διοικητική του κατάσταση, να παράσχει πλήρη συνδρομή για τη σύγκληση επιτροπής αναπηρίας και για την αίσια έκβαση των εργασιών της.

(βλ. σκέψεις 81 και 82)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 12 Ιουλίου 1988, 377/87, Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, σκέψη 10