Language of document : ECLI:EU:F:2014:221

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 17ης Σεπτεμβρίου 2014

Υπόθεση F‑21/10 DEP

Luigi Marcuccio

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Διαδικασία — Καθορισμός των δικαστικών εξόδων — Άρθρο 92 του Κανονισμού Διαδικασίας — Εκπροσώπηση θεσμικού οργάνου από δικηγόρο — Αμοιβή δικηγόρου — Αποδοτέα έξοδα — Αίτημα τόκων υπερημερίας»

Αντικείμενο:      Αίτημα καθορισμού των αποδοτέων εξόδων υποβληθέν, βάσει του άρθρου 92 του Κανονισμού Διαδικασίας, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατόπιν της διατάξεως Marcuccio κατά Επιτροπής (F‑21/10, EU:F:2011:24).

Απόφαση:      Το συνολικό ποσό των δικαστικών εξόδων που πρέπει να αποδώσει ο L. Marcuccio στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως αποδοτέα έξοδα στην υπόθεση F‑21/10, Marcuccio κατά Επιτροπής, ορίζεται σε 3 065 ευρώ. Το ποσό στο οποίο αναφέρεται το σημείο 1 γεννά τόκους υπερημερίας από την ημερομηνία επιδόσεως της παρούσας διατάξεως έως την ημερομηνία της πραγματικής πληρωμής του, υπολογιζόμενους με το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως αυτής, όπως ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής, προσαυξημένο κατά τρεισήμισι ποσοστιαίες μονάδες.

Περίληψη

1.      Ένδικη διαδικασία — Δικαστικά έξοδα — Καθορισμός των εξόδων — Αποδοτέα έξοδα — Αναγκαία έξοδα των διαδίκων — Αμοιβή καταβληθείσα από θεσμικό όργανο στον δικηγόρο του — Περιλαμβάνεται — Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των εξόδων

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 19, εδ. 1, και παράρτημα I, άρθρο 7 § 1)

2.      Ένδικη διαδικασία — Δικαστικά έξοδα — Καθορισμός των εξόδων — Τόκοι υπερημερίας

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρα 81 έως 83 και 92)

1.      Όπως προκύπτει από το άρθρο 19, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, που έχει εφαρμογή ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του παραρτήματος 1 του εν λόγω Οργανισμού, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δύνανται να ζητούν τη συνδρομή δικηγόρου. Επομένως, η αμοιβή του δικηγόρου εμπεριέχεται στην έννοια των αναγκαίων εξόδων της διαδικασίας, χωρίς το θεσμικό όργανο να οφείλει να αποδείξει ότι συνδρομή δικηγόρου ήταν αντικειμενικώς δικαιολογημένη.

Όσον αφορά τον καθορισμό του ποσού μέχρι του οποίου η αμοιβή δικηγόρου θα μπορούσε να αποδοθεί, ο δικαστής της Ένωσης δεν έχει εξουσία να καθορίζει τις οφειλόμενες από τους διαδίκους αμοιβές των δικηγόρων τους, αλλά μπορεί να προσδιορίζει το ποσό μέχρι του οποίου μπορούν να αποδοθούν οι αμοιβές αυτές από τον καταδικασθέντα στα δικαστικά έξοδα διάδικο. Αποφαινόμενος επί της αιτήσεως καθορισμού των δικαστικών εξόδων, ο δικαστής της Ένωσης δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη του ούτε κάποιον εθνικό πίνακα δικηγορικών αμοιβών ούτε τυχόν σχετική συμφωνία μεταξύ του διαδίκου και των εκπροσώπων ή συμβούλων του.

Κατά την αυτή έννοια, ο κατ’ αποκοπήν χαρακτήρας της αμοιβής δεν ασκεί επιρροή στην εκ μέρους του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης εκτίμηση του ποσού που μπορεί να αναζητηθεί ως δικαστικά έξοδα, δεδομένου ότι ο δικαστής βασίζεται σε κριτήρια που έχει διαμορφώσει η νομολογία και στα ακριβή στοιχεία που οφείλουν να του παράσχουν οι διάδικοι. Η έλλειψη τέτοιων στοιχείων δεν εμποδίζει μεν το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να καθορίσει, κατά δίκαιη κρίση, το ποσό των εξόδων που μπορούν να αποδοθούν, πλην όμως λειτουργεί κατ’ ανάγκην περιοριστικά όσον αφορά την εκτίμησή του επί των αξιώσεων του αιτούντος.

Ομοίως, το ποσό της δυνάμενης να αποδοθεί αμοιβής του δικηγόρου του οικείου θεσμικού οργάνου δεν μπορεί να εκτιμηθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη η εργασία που πραγματοποιήθηκε εντός των υπηρεσιών του οργάνου αυτού, πριν ακόμη επιληφθεί της υποθέσεως το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης. Πράγματι, στο μέτρο που το παραδεκτό μιας προσφυγής εξαρτάται από την υποβολή διοικητικής ενστάσεως και την απόρριψή της από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, οι υπηρεσίες του οργάνου εμπλέκονται καταρχήν στην εξέταση των διαφορών πριν ακόμη αυτές αχθούν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.

Όσον αφορά τον όγκο εργασίας που συνδέεται με την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία, εναπόκειται στον δικαστή της Ένωσης να προβεί σε ορθή εκτίμηση της απαραίτητης για τη διαδικασία της κύριας δίκης εργασίας, καθορίζοντας τον αριθμό ωρών εργασίας του δικηγόρου.

(βλ. σκέψεις 18 έως 20, 22 και 30)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: διατάξεις Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑278/07 P-DEP, EU:T:2013:269, σκέψη 20, και Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑366/10 P, EU:T:2014:63, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΔΔΔΕΕ: διάταξη Χατζηδουκάκης κατά Επιτροπής, F‑84/10 DEP, EU:F:2014:41, σκέψεις 21, 22 και 24 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

2.      Δυνάμει του άρθρου 92 του Κανονισμού Διαδικασίας του, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης η διαπίστωση της υποχρεώσεως καταβολής τόκων υπερημερίας επί των δικαστικών εξόδων για τα οποία αποφαίνεται το εν λόγω Δικαστήριο και ο προσδιορισμός του εφαρμοστέου επιτοκίου.

Από τα άρθρα 81 έως 83 του εν λόγω Κανονισμού Διαδικασίας προκύπτει ότι οι διατάξεις, αυτές καθαυτές, δεν δημοσιεύονται σε δημόσια συνεδρίαση. Πρέπει να εμφαίνουν την ημερομηνία εκδόσεώς τους και αποκτούν υποχρεωτική ισχύ από την ημέρα της επιδόσεώς τους. Κατά συνέπεια, ο διάδικος που ζητεί τόκους υπερημερίας από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της διατάξεως που θα εκδοθεί πρέπει να θεωρείται ότι ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να επιδικάσει μαζί με τα αποδοτέα έξοδα τους τόκους υπερημερίας μόνον από της επιδόσεως της διατάξεως που καθορίζει δικαστικά έξοδα. Επομένως, ο διάδικος δικαιούται τόκους υπερημερίας επί του ποσού των αποδοτέων εξόδων που καθορίζει το δικαστήριο, από της επιδόσεως της διατάξεως περί καθορισμού των δικαστικών εξόδων και μέχρι την πλήρη καταβολή των εν λόγω εξόδων.

(βλ. σκέψεις 34, 36 και 37)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: διάταξη Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑450/10 P-DEP, EU:T:2014:32, σκέψη 47

ΔΔΔΕΕ: διάταξη Χατζηδουκάκης κατά Επιτροπής, EU:F:2014:41, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία