Language of document : ECLI:EU:F:2011:124

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (πρώτο τμήμα)

της 20ής Ιουλίου 2011

Υπόθεση F‑116/10

Sandro Gozi

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Καθήκον αρωγής – Άρθρο 24 του ΚΥΚ – Επιστροφή των καταβληθεισών δικηγορικών αμοιβών στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας ενώπιον εθνικού δικαστηρίου»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ δυνάμει του άρθρου της 106α, με την οποία ο S. Gozi ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως με την οποία η Επιτροπή αρνήθηκε την επιστροφή του ποσού των 24 480 ευρώ το οποίο αυτός κατέβαλε ως αμοιβή δικηγόρων στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας στην Ιταλία και να υποχρεωθεί η Επιτροπή να του καταβάλει το εν λόγω ποσό.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο προσφεύγων φέρει το σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Υποχρέωση αρωγής που βαρύνει τη Διοίκηση – Πεδίο εφαρμογής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24)

2.      Υπάλληλοι – Υποχρέωση αρωγής που βαρύνει τη Διοίκηση – Εφαρμογή – Προϋπόθεση – Προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου – Εξαίρεση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24)

3.      Υπάλληλοι – Υποχρέωση αρωγής που βαρύνει τη Διοίκηση – Εφαρμογή – Προϋπόθεση – Προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου – Προϋποθέσεις παραδεκτού της αιτήσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24)

4.      Υπάλληλοι – Υποχρέωση αρωγής που βαρύνει τη Διοίκηση – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24, εδ. 1)

5.      Υπάλληλοι – Υποχρέωση αρωγής που βαρύνει τη Διοίκηση – Νομιμότητα της αρνήσεως του θεσμικού οργάνου να λάβει μέτρα

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24)

1.      Δεδομένου ότι σκοπός του άρθρου 24 του ΚΥΚ είναι να προσφέρει στους υπαλλήλους ασφάλεια για το παρόν και για το μέλλον, ώστε να τους παρέχει, προς το γενικό συμφέρον της υπηρεσίας, τη δυνατότητα να ασκούν καλύτερα τα καθήκοντά τους, η υποχρέωση αρωγής εκ μέρους των θεσμικών οργάνων δεν περιορίζεται μόνο στους εν ενεργεία υπαλλήλους, αλλά αφορά το σύνολο των υπαλλήλων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που τελούν σε άδεια για προσωπικούς λόγους.

(βλ. σκέψη 12)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 12 Ιουνίου 1986, 229/84, Sommerlatte κατά Επιτροπής, σκέψη 19

ΓΔΕΕ: 19 Μαΐου 1999, T‑34/96 και T‑163/96, Connolly κατά Επιτροπής, σκέψη 130

2.      Εναπόκειται, καταρχήν, στον υπάλληλο να υποβάλει αίτηση αρωγής στο όργανο στο οποίο ασκεί τα καθήκοντά του, και μόνον εξαιρετικές περιστάσεις μπορούν να θεμελιώσουν υποχρέωση του οργάνου να προβεί, χωρίς προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου αλλά με δική του πρωτοβουλία, σε συγκεκριμένη ενέργεια αρωγής.

(βλέπε σκέψη 13)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: Sommerlatte κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 20

3.      Ένας υπάλληλος υποβάλλει παραδεκτώς αίτηση αρωγής έστω και αν, χωρίς να προσκομίσει περαιτέρω στοιχεία, αναφέρει απλώς την υποχρέωση αρωγής δυνάμει του άρθρου 24 του ΚΥΚ ή, αντιθέτως, όταν, δεδομένου του σαφούς περιεχομένου του αιτήματός του, πρόθεσή του ήταν να την επικαλεστεί έστω και αν δεν αναφέρθηκε ρητά σε αυτό το άρθρο.

Εξάλλου, δεδομένου ότι το δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου επιτρέπει στους υπαλλήλους να λάβουν αποζημίωση για τις ζημίες που υπέστησαν εξαιτίας προσβολών ή εξυβρίσεων εναντίον τους λόγω της ιδιότητάς τους και των καθηκόντων τους, το γεγονός ότι το εν λόγω αίτημα αρωγής περιορίζεται σε αίτημα αποζημιώσεως συνιστάμενης στην επιστροφή των δικηγορικών αμοιβών δεν ασκεί επιρροή στον χαρακτηρισμό που πρέπει να δοθεί στο εν λόγω αίτημα.

Εξάλλου, μολονότι ο υπάλληλος παραδεκτώς υποβάλλει, καταρχήν, αίτηση αρωγής ενώπιον του θεσμικού οργάνου στο οποίο υπάγεται ήδη κατά την έναρξη της ποινικής διαδικασίας που τον αφορά, δεδομένου ότι το άρθρο 24 του ΚΥΚ αποβλέπει ιδίως στην εξασφάλιση της άμυνας των υπαλλήλων που εμπλέκονται σε δικαστικές υποθέσεις λόγω της ιδιότητάς τους και των καθηκόντων τους, το γεγονός απλώς και μόνον ότι ο ενδιαφερόμενος δεν απευθύνθηκε στο θεσμικό όργανο παρά μόνο μετά το πέρας της ένδικης διαδικασίας που τον αφορά δεν τον εμποδίζει, εντούτοις, να υποβάλει αίτηση αρωγής.

(βλέπε σκέψεις 14, 16 και 17)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 26 Ιανουαρίου 1989, 224/87, Koutchoumoff κατά Επιτροπής

ΓΔΕΕ: 26 Οκτωβρίου 1993, T‑59/92, Caronna κατά Επιτροπής, σκέψη 65

4.      Δυνάμει της υποχρεώσεως αρωγής, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 24, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ, η Διοίκηση οφείλει, όταν πρόκειται για επεισόδιο που δεν συνάδει με την τάξη και τη γαλήνη της υπηρεσίας, να επέμβει με όλη την αναγκαία ενεργητικότητα και να απαντήσει με την ταχύτητα και τη φροντίδα που απαιτούνται από τις περιστάσεις για να διαπιστώσει τα πραγματικά περιστατικά και, με γνώση του θέματος, να συναγάγει τις κατάλληλες συνέπειες.

Εντούτοις, μολονότι η υποχρέωση αρωγής του άρθρου 24, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ συνιστά βασική καταστατική εγγύηση για τον υπάλληλο, είναι ακόμη αναγκαίο ο υπάλληλος να προσκομίσει στοιχεία από τα οποία να συνάγεται, εκ πρώτης όψεως, ότι οι ενέργειες τρίτων, όπως κατηγορίες για απάτη, τον αφορούν λόγω της ιδιότητάς του και των καθηκόντων του και είναι παράνομες βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Πράγματι, αν δεν επιβάλλονταν τέτοιες υποχρεώσεις στον υπάλληλο, η Διοίκηση θα ήταν αναγκασμένη, από τη στιγμή που ένας από τους υπαλλήλους της καταγγέλλει περιστατικά τα οποία, κατ’ αυτόν, συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων του, να του παράσχει αρωγή, ανεξαρτήτως της φύσεως αυτών των περιστατικών, του σοβαρού χαρακτήρα της καταγγελίας και των πιθανοτήτων του να δικαιωθεί.

(βλέπε σκέψεις 23 και 24)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 5 Οκτωβρίου 1988, 180/87, Hamill κατά Επιτροπής, Koutchoumoff κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα

ΓΔΕΕ: 27 Ιουνίου 2000, T‑67/99, K κατά Επιτροπής, σκέψεις 34 έως 42

ΔΔΔΕΕ: 23 Νοεμβρίου 2010, F‑75/09, Wenig κατά Επιτροπής, σκέψη 48

5.      Η νομιμότητα της αρνήσεως ενός θεσμικού οργάνου να λάβει μέτρα βάσει του άρθρου 24 του ΚΥΚ πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τα στοιχεία τα οποία διέθετε το θεσμικό όργανο κατά τον χρόνο που έλαβε την απόφασή του.

(βλέπε σκέψη 25)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: Koutchoumoff κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα