Language of document : ECLI:EU:F:2009:114

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (τρίτο τμήμα)

της 16ης Σεπτεμβρίου 2009

Υπόθεση F-130/07

Fiorella Vinci

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Προσωπικό της ΕΚΤ – Φερομένη ως παράνομη καταχώριση δεδομένων ιατρικού χαρακτήρα – Επιβληθείσα ιατρική εξέταση»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή, ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 36.2 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη περί ιδρύσεως της ΕΚ, με την οποία η F. Vinci ζητεί, πρώτον, να διαπιστωθεί ο παράνομος χαρακτήρας της καταχωρίσεως στον προσωπικό της φάκελο, κατ’ αρχάς, του από 5 Μαρτίου 2007 εγγράφου που της απηύθυνε η Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού, Προϋπολογισμού και Οργάνωσης της ΕΚΤ, με το οποίο την ενημέρωσε ότι ο ιατρός-σύμβουλος της ΕΚΤ είχε αποφασίσει την υποβολή της σε ιατρική εξέταση από ανεξάρτητο ειδικό, προβλεφθείσα για τις 8 Μαρτίου 2007, στη συνέχεια, του επίσης από 5 Μαρτίου 2007 εγγράφου, που απηύθυνε η Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού στον ανεξάρτητο ειδικό, τον καθηγητή A, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η ιατρική εξέταση της προσφεύγουσας και, τέλος, του πιστοποιητικού του ιατρού-συμβούλου της ΕΚΤ, της 2ης Απριλίου 2007, με το οποίο διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρξε μείωση της ικανότητας της προσφεύγουσας προς εργασία· δεύτερον, να διαπιστωθεί ο παράνομος χαρακτήρας της καταχωρίσεως, στον ιατρικό της φάκελο, των πρακτικών της ιατρικής εξετάσεως που πραγματοποιήθηκε στις 8 Μαρτίου 2007 από την ιατρική ομάδα του καθηγητή A· τρίτον, να διαπιστωθεί ο παράνομος χαρακτήρας της αποφάσεως του προέδρου της ΕΚΤ, της 3ης Σεπτεμβρίου 2007, περί απορρίψεως της από 2 Αυγούστου 2007 ενστάσεώς της και περί αρνήσεως αφαιρέσεως των προπαρατεθέντων εγγράφων από τον προσωπικό και από τον ιατρικό φάκελο της προσφεύγουσας στους οποίους είχαν περιληφθεί· τέταρτον, να διαπιστωθεί ο παράνομος χαρακτήρας του από 5 Μαρτίου 2007 εγγράφου με το οποίο εντέλλεται να παρουσιασθεί στις 8 Μαρτίου 2007 στις υπηρεσίες του καθηγητή A προκειμένου να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση· πέμπτον, να υποχρεωθεί η ΕΚΤ να της καταβάλει 10 000 ευρώ ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που φρονεί ότι υπέστη· τέλος, έκτον, να καταδικαστεί η ΕΚΤ στα δικαστικά έξοδα

Απόφαση: Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Προσφυγή – Βλαπτική πράξη – Έννοια – Άρνηση διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καταχωρισθέντων από τη Διοίκηση σε προσωπικό φάκελο – Εμπίπτει

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 16· όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 42)

2.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Προσφυγή – Υποχρέωση υποβολής προηγούμενης αιτήσεως παρά την έλλειψη αποφάσεως κατά της οποίας μπορεί να ασκηθεί προσφυγή – Δεν υφίσταται

(Όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρα 41 και 42· κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 8.1.0)

3.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα –Επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας – Κανονισμός 45/2001 – Συλλογή ιατρικών δεδομένων προκειμένου να ελεγχθεί χρόνια κατάσταση συστηματικών απουσιών – Νομιμότητα

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο γ΄)

4.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας – Κανονισμός 45/2001 – Συλλογή ιατρικών δεδομένων προκειμένου να ελεγχθεί ο δικαιολογημένος χαρακτήρας της απουσίας λόγω αναρρωτικής άδειας – Έκταση του ελέγχου

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 2, στοιχείο β΄· όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 31· κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 5.13.4)

5.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας – Κανονισμός 45/2001 – Επεξεργασία δεδομένων ιατρικού χαρακτήρα – Νομική βάση

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 2, στοιχείο β΄)

6.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας – Κανονισμός 45/2001 – Πράξη κοινοτικού οργάνου που επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων των μελών του προσωπικού – Σεβασμός της προσωπικής ζωής των μελών του προσωπικού – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

1.      Συνιστά βλαπτική πράξη υπό την έννοια του άρθρου 42 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η απόφαση της Τράπεζας περί απορρίψεως του αιτήματος μέλους του προσωπικού περί διαγραφής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που καταχώρισε η Διοίκηση στον προσωπικό του φάκελο. Συγκεκριμένα, από το άρθρο 16 του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, προκύπτει ότι η άρνηση διαγραφής είναι παράνομη εάν τα επίμαχα δεδομένα αποτέλεσαν αντικείμενο παράνομης επεξεργασίας και, ιδίως, παράνομης συλλογής. Επομένως, εξετάζοντας τη νομιμότητα της αρνήσεως διαγραφής, ο δικαστής μπορεί να ελέγξει τη νομιμότητα του συνόλου των εργασιών επεξεργασίας στις οποίες υποβλήθηκαν τα επίμαχα δεδομένα, ιδίως των εργασιών καταχωρίσεως και διατηρήσεως (δηλαδή αναγραφής) των δεδομένων αυτών.

Εξάλλου, μολονότι το άρθρο 16 του κανονισμού 45/2001 αναφέρεται μόνο στον «παράνομο» χαρακτήρα των εν λόγω εργασιών επεξεργασίας, μνημονεύοντας την παράβαση των διατάξεων των τμημάτων 1, 2 και 3 του κεφαλαίου II, δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι περιορίζει τον έλεγχο νομιμότητας αυτών των εργασιών επεξεργασίας μόνο στην τήρηση των διατάξεων των τμημάτων τα οποία αναφέρει. Κατά συνέπεια, στον δικαστή απόκειται να εκτιμήσει αν ο λόγος που αντλείται από τον παράνομο χαρακτήρα της επεξεργασίας μπορεί να θέτει τον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής που ο εν λόγω κανονισμός έχει σκοπό να διασφαλίσει έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(βλ. σκέψεις 46 έως 48, 66 και 67)

2.      Εφόσον οι κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν προβλέπουν ειδική διαδικασία προηγούμενης αιτήσεως στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχει εκδοθεί προηγουμένως από την Τράπεζα απόφαση κατά της οποίας μπορεί να ασκηθεί προσφυγή, δεν μπορεί να προσαφθεί στον προσφεύγοντα ότι υπέβαλε αίτηση διοικητικής επανεξετάσεως προ της ασκήσεως προσφυγής χωρίς να έχει προηγουμένως εκδοθεί από την Τράπεζα απόφαση κατά της οποίας μπορεί να ασκηθεί προσφυγή.

Άλλωστε, εφόσον προϋποθέτει, κατ’ ανάγκη, την ύπαρξη προηγούμενης αποφάσεως, η προθεσμία των δύο μηνών που τρέχει από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8.1.0 των κανόνων για θέματα προσωπικού, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση κατά την οποία ακριβώς κατά τη διαδικασία διοικητικής επανεξετάσεως προ της ασκήσεως προσφυγής εκδίδεται απόφαση δυνάμενη να προσβληθεί στη συνέχεια στο πλαίσιο ενστάσεως και, κατόπιν, ενδίκου βοηθήματος.

(βλ. σκέψεις 51, 53 και 55)

3.      Στην περίπτωση κατά την οποία όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας έχει την εξουσία να προβεί στη συλλογή δεδομένων ιατρικού χαρακτήρα του προσωπικού του που έχουν δυνάμει παρεμβατικό χαρακτήρα και ενέχουν κινδύνους παραβιάσεως της ιδιωτικής ζωής, η χρήση των δεδομένων που συνελέγησαν δεν μπορεί να βαίνει πέρα του απολύτως αναγκαίου μέτρου, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών συνθηκών υπό τις οποίες το όργανο ή ο οργανισμός αυτός ασκεί την ως άνω εξουσία. Κατά συνέπεια, στο όργανο ή στον οργανισμό αυτόν απόκειται να τηρήσει την αρχή της αναλογικότητας, ιδίως όπως αυτή διαμορφώνεται στον τομέα της προστασίας έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. Στον κοινοτικό δικαστή απόκειται επίσης να ελέγξει την τήρηση της αρχής αυτής.

Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο η συλλογή ιατρικών δεδομένων στην οποία προβαίνει όργανο ή οργανισμός της Κοινότητας, υπό τη μορφή πλήρους εξετάσεως της γενικής καταστάσεως της υγείας μέλους του προσωπικού, με αντικείμενο, αφενός, τον έλεγχο του δικαιολογημένου χαρακτήρα των επαναλαμβανομένων απουσιών του μέλους αυτού και, αφετέρου, την αξιολόγηση της ανάγκης διαρρυθμίσεως των όρων εργασίας του ενδιαφερομένου λόγω ενδεχομένων δυσκολιών στην άσκηση των καθηκόντων του εξαιτίας της καταστάσεως της υγείας του. Πράγματι, υπό τις συνθήκες αυτές, η Διοίκηση μπορεί θεμιτώς να θεωρήσει ότι είναι αναγκαίος ένας πλήρης έλεγχος της καταστάσεως της υγείας του υπαλλήλου, προκειμένου να τεθεί τέρμα σε μια χρόνια κατάσταση συστηματικών απουσιών από την εργασία την οποία θεωρεί ανεπιθύμητη τόσο για την ίδια όσο και για τον ενδιαφερόμενο. Άλλωστε, σε μια τέτοια περίπτωση, ένα όργανο έχει την εξουσία, αν όχι την υποχρέωση λόγω των καθηκόντων του έναντι του προσωπικού του, να αξιολογήσει την ανάγκη να προβεί σε διαρρύθμιση των όρων εργασίας ενός μέλους του προσωπικού λαμβανομένων υπόψη ενδεχομένων δυσκολιών του μέλους αυτού να ασκήσει τα καθήκοντά του εξαιτίας της καταστάσεως της υγείας του.

(βλ. σκέψεις 87, 89, 90, 102 και 139)

4.      Μολονότι οι διατάξεις του άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, προβλέπουν ότι η επεξεργασία δεδομένων που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής τους πρέπει να είναι απαραίτητη προκειμένου να γίνουν σεβαστές οι υποχρεώσεις και τα ειδικά δικαιώματα του υπευθύνου της επεξεργασίας σε θέματα εργατικού δικαίου, δεν συνάγεται από τις διατάξεις αυτές ότι κάθε κείμενο που προβλέπει την επεξεργασία σχετικά με «ειδικές κατηγορίες δεδομένων», υπό την έννοια του τίτλου του άρθρου 10 του εν λόγω κανονισμού, πρέπει το ίδιο να διατυπώνει ρητώς τον ακριβή σκοπό της επεξεργασίας αυτής και να δικαιολογεί έτσι τον αναγκαίο χαρακτήρα της.

Eν πάση περιπτώσει, μολονότι από το άρθρο 5.13.4 των κανόνων για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν προκύπτουν σαφώς οι σκοποί που μπορούν να δικαιολογήσουν τη χρήση της συλλογής δεδομένων ιατρικού χαρακτήρα που προβλέπει, οι σκοποί αυτοί συνάγονται ευκρινώς από το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται το εν λόγω άρθρο. Συγκεκριμένα, το σύνολο των διατάξεων του άρθρου 5.13 έχει ως αντικείμενο τη διευκρίνιση των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου 31 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Τράπεζας, το οποίο ορίζει ότι «ένα μέλος του προσωπικού που δικαιολογημένα κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του συνεπεία ασθενείας ή ατυχήματος δικαιούται αναρρωτικής άδειας μετ’ αποδοχών». Τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 5.13.4 εφαρμόζονται, κατά συνέπεια, σε περίπτωση απουσίας λόγω αναρρωτικής άδειας, προκειμένου να ελεγχθεί ο δικαιολογημένος χαρακτήρας της απουσίας, ενώ η έκταση του ελέγχου αυτού μπορεί νομίμως να ποικίλλει αναλόγως, ιδίως, της συχνότητας των απουσιών.

(βλ. σκέψεις 100, 101 και 138)

5.      Από τις διατάξεις του άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, δεν προκύπτει ότι αυτές επιβάλλουν την υποχρέωση κάθε επεξεργασία που αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων υπό την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού να επιτρέπεται από κείμενο του οποίου η ύπαρξη προβλέπεται άμεσα στις Συνθήκες για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Πράγματι, η ερμηνεία αυτή δεν είναι σύμφωνη προς το γράμμα του κειμένου και ειδικότερα προς τη χρήση του όρου «βάσει», ο οποίος, μολονότι υποδηλώνει μια σχέση μεταξύ του κειμένου που προβλέπει την επεξεργασία των δεδομένων και των Συνθηκών, δεν σημαίνει, πάντως, ότι η σχέση αυτή είναι άμεση.

Εξάλλου, μολονότι είναι αληθές ότι η γαλλική εκδοχή του εν λόγω άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 45/2001, προβλέπει ότι η επεξεργασία δεδομένων ιατρικού, ιδίως, χαρακτήρα πρέπει να επιτρέπεται από τις Συνθήκες ή άλλες «νομοθετικές πράξεις» («actes législatifs») θεσπιζόμενες βάσει των Συνθηκών αυτών, η φράση «νομοθετικές πράξεις» πρέπει να ερμηνευθεί ως παραπέμπουσα στην έννοια της «πράξεως κανονιστικού χαρακτήρα», όπως συμβαίνει με τις άλλες γλωσσικές εκδοχές που χρησιμοποιούν γενικότερη έκφραση, η οποία δεν παραπέμπει στην αναγκαιότητα εξουσιοδοτήσεως της επεξεργασίας με πράξη που απορρέει από ειδικό όργανο.

(βλ. σκέψεις 115, 116, 118 και 119)

6.      Προκειμένου περί πράξεως οργάνου ή οργανισμού της Κοινότητας που επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του προσωπικού του και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, η προστασία της ιδιωτικής ζωής των μελών του προσωπικού είναι επαρκώς εξασφαλισμένη όταν η πράξη εκ της οποίας απορρέει ότι επιτρέπεται η επεξεργασία δεδομένων είναι πράξη κανονιστικού χαρακτήρα που αποτελεί το αντικείμενο επαρκούς δημοσιότητας και η επίμαχη επεξεργασία είναι προβλέψιμη.

(βλ. σκέψη 122)