Language of document : ECLI:EU:F:2014:185

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιουλίου 2014

Υπόθεση F‑103/11

CG

κατά

Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ)

«Υπαλληλική υπόθεση — Προσωπικό της ΕΤΕπ — Ηθική παρενόχληση — Διαδικασία έρευνας — Απόφαση του προέδρου περί θέσεως καταγγελίας στο αρχείο — Γνωμοδότηση της επιτροπής έρευνας — Πεπλανημένος ορισμός της ηθικής παρενοχλήσεως — Εκούσια συμπεριφορά — Διαπίστωση της υπάρξεως συμπεριφοράς και συμπτωμάτων ηθικής παρενοχλήσεως — Αναζήτηση του αιτιώδους συνδέσμου — Δεν υφίσταται — Γνωμοδότηση της επιτροπής έρευνας στερούμενη συνοχής — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Υπηρεσιακά πταίσματα — Καθήκον εμπιστευτικής μεταχειρίσεως — Προστασία των προσωπικών δεδομένων — Αγωγή αποζημιώσεως»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, με την οποία η CG ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να ακυρώσει την απόφαση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ ή στο εξής: Τράπεζα) της 27ης Ιούλιου 2011, περί θέσεως στο αρχείο της καταγγελίας της για ηθική παρενόχληση, και να υποχρεώσει την Τράπεζα να αποκαταστήσει την υλική ζημία και την ηθική βλάβη που αυτή εκτιμά ότι υπέστη λόγω του παράνομου χαρακτήρα της αποφάσεως της 27ης Ιουλίου 2011, της ηθικής παρενοχλήσεως που ισχυρίζεται ότι υπέστη, καθώς και λόγω υπηρεσιακών πταισμάτων που καταλογίζονται στην Τράπεζα.

Απόφαση:      H απόφαση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων της 27ης Ιουλίου 2011 ακυρώνεται. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων υποχρεούται να καταβάλει στη CG το ποσό των 35 000 ευρώ. Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων φέρει τα δικαστικά έξοδά της και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της CG. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, παρεμβαίνων, φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων – Εσωτερική έρευνα σχετική με προβαλλόμενη ηθική παρενόχληση – Γνωμοδότηση της επιτροπής έρευνας πάσχουσα πλημμέλειες – Μη συνεκτίμηση του ορισμού της παρενοχλήσεως κατά τους εσωτερικούς κανόνες της Τράπεζας – Παράλειψη εξακριβώσεως του συνδέσμου μεταξύ της προσαπτόμενης συμπεριφοράς και των συμπτωμάτων που εμφάνιζε το φερόμενο ως θύμα – Απόφαση του προέδρου περί θέσεως της καταγγελίας στο αρχείο εκδοθείσα κατόπιν της γνωμοδοτήσεως – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 12α· Κώδικας δεοντολογίας του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, άρθρο 3.6.1· πολιτική στο πεδίο της αξιοπρέπειας στον χώρο εργασίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, άρθρο 2.1)

2.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων – Ηθική παρενόχληση – Έννοια – Προσβολή της αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης – Δεν απαιτείται κακόβουλη πρόθεση του παρενοχλούντος

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 12α· Κώδικας δεοντολογίας του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, άρθρο 3.6.1· πολιτική στο πεδίο της αξιοπρέπειας στον χώρο εργασίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, άρθρο 2.1)

3.      Υπαλληλικές προσφυγές – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Υποχρέωση λήψεως μέτρων εκτελέσεως – Απόφαση με την οποία ακυρώνεται απόφαση περί θέσεως στο αρχείο καταγγελίας για ηθική παρενόχληση – Αίτηση αποζημιώσεως της υλικής ζημίας του προσφεύγοντος – Πρόωρος χαρακτήρας της αιτήσεως

(Άρθρο 266 ΣΛΕΕ)

4.      Υπαλληλικές προσφυγές – Αγωγή αποζημιώσεως – Ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως η οποία δεν εξασφαλίζει επαρκή ικανοποίηση της ηθικής βλάβης – Ηθική βλάβη που οφείλεται στην κατάσταση αβεβαιότητας και ανησυχίας του προσφεύγοντος λόγω της αποφάσεως περί θέσεως στο αρχείο της καταγγελίας του για ηθική παρενόχληση

(Άρθρο 340 § 2 ΣΛΕΕ)

5.      Ένδικη διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Καθορισμός των εξόδων – Αποδοτέα έξοδα – Έννοια – Έξοδα δικηγόρου στα οποία ο διάδικος έχει υποβληθεί στο πλαίσιο μιας προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας έρευνας για παρενόχληση – Δεν περιλαμβάνονται

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρα 86 και 91)

6.      Ένδικη διαδικασία – Παρέμβαση – Ισχυρισμός που δεν προβλήθηκε από τον προσφεύγοντα – Απαράδεκτο

(Κανονισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 40, εδ. 4, και παράρτημα I, άρθρο 7 § 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 110 § 3)

7.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων – Εσωτερική έρευνα σχετική με προβαλλόμενη ηθική παρενόχληση – Κοινοποίηση εκ μέρους της Διοικήσεως του συνόλου της καταγγελίας στον φερόμενο ως παρενοχλούντα κατά παράβαση της εσωτερικής πολιτικής της Τράπεζας – Υπηρεσιακό πταίσμα ικανό να θεμελιώσει ευθύνη της Τράπεζας

(Άρθρο 340 ΣΛΕΕ)

1.      Μια πλάνη είναι πρόδηλη οσάκις δύναται να γίνει ευχερώς αντιληπτή και να ανιχνευθεί, με γνώμονα τα κριτήρια βάσει των οποίων ασκείται η εξουσία λήψεως αποφάσεων.

Η απόφαση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων περί θέσεως στο αρχείο καταγγελίας για ηθική παρενόχληση η οποία εκδόθηκε κατόπιν γνωμοδοτήσεως επιτροπής έρευνας ενέχει πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως εφόσον, αφενός, όπως προκύπτει από την εν λόγω γνωμοδότηση, η διαγωγή των φερόμενων ως παρενοχλούντων δεν εξετάσθηκε υπό το πρίσμα του ορισμού της ηθικής παρενοχλήσεως κατά τις εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και, αφετέρου, η εν λόγω γνωμοδότηση στερείται συνοχής, καθόσον, μολονότι διαπιστώνει τόσο το υποστατό ορισμένων εκ των συμπεριφορών που η καταγγέλλουσα προσάπτει στους φερόμενους ως παρενοχλούντες όσο και την εμφάνιση, εκ μέρους της προσφεύγουσας, συμπτωμάτων ηθικής παρενοχλήσεως, δεν διερευνά εάν μεταξύ των εν λόγω συμπεριφορών και των προαναφερθέντων συμπτωμάτων υφίσταται σχέση αιτίου‑αιτιατού.

(βλ. σκέψεις 66 και 87)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση Canga Fano κατά Συμβουλίου, T‑281/11 P, EU:T:2013:252, σκέψη 127

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Canga Fano κατά Συμβουλίου, F‑104/09, EU:F:2011:29, σκέψη 35

2.      Ηθική παρενόχληση, κατά την έννοια του άρθρου 2.1 της πολιτικής στο πεδίο της αξιοπρέπειας στον χώρο εργασίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, σε συνδυασμό με το άρθρο 3.6.1 του κώδικα δεοντολογίας του προσωπικού της Τράπεζας, στοιχειοθετείται οσάκις τα λόγια, οι συμπεριφορές ή οι ενέργειες, αφού, αντιστοίχως, εκφράσθηκαν, εκδηλώθηκαν ή τελέσθηκαν, έπληξαν αντικειμενικώς την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθηση ενός ατόμου.

Συγκεκριμένα, αφενός, τα λόγια, οι συμπεριφορές ή οι ενέργειες για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3.6.1 του κώδικα δεοντολογίας πρέπει να πλήττουν την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθηση του θύματος. Αφετέρου, στον βαθμό κατά τον οποίο δεν απαιτείται οι επίμαχες συμπεριφορές να είναι εκούσιες, δεν είναι αναγκαίο να αποδεικνύεται ότι τα λόγια, οι συμπεριφορές ή οι ενέργειες εκδηλώθηκαν με την πρόθεση να θιγεί η αξιοπρέπεια ενός ατόμου. Εν ολίγοις, είναι δυνατή η κατάφαση ηθικής παρενοχλήσεως χωρίς να απαιτείται να αποδειχθεί ότι, με τα λόγια, τις συμπεριφορές ή τις πράξεις του, ο παρενοχλών ενήργησε επί σκοπώ βλάβης του θύματος.

(βλ. σκέψη 69)

3.      Η ακύρωση πράξεως εκ μέρους του δικαστή συνεπάγεται την αναδρομική εξαφάνιση της εν λόγω πράξεως από την έννομη τάξη και, οσάκις η μετέπειτα ακυρωθείσα πράξη έχει ήδη εκτελεσθεί, η εξάλειψη των αποτελεσμάτων της επιβάλλει την επαναφορά της έννομης καταστάσεως στην οποία ο προσφεύγων βρισκόταν προ της εκδόσεως της εν λόγω πράξεως. Εξάλλου, κατά το άρθρο 266 ΣΛΕΕ, το θεσμικό όργανο που εξέδωσε τη μετέπειτα ακυρωθείσα πράξη οφείλει να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου της Ένωσης.

Στο πλαίσιο των μέτρων εκτελέσεως ακυρωτικής αποφάσεως με την οποία ακυρώνεται απόφαση θεσμικού οργάνου περί θέσεως στο αρχείο καταγγελίας για ηθική παρενόχληση, ο δικαστής της Ένωσης, μη δυνάμενος να προδικάσει την έκβαση ενδεχόμενης νέας διαδικασίας έρευνας επί της καταγγελίας, δεν μπορεί, κατά το στάδιο αυτό, να υποχρεώσει το εν λόγω θεσμικό όργανο να αποζημιώσει τον προσφεύγοντα για την υλική ζημία που αυτός ισχυρίζεται ότι υπέστη. Συνεπώς, το σχετικό αίτημα του προσφεύγοντος, το οποίο είναι εν πάση περιπτώσει πρόωρο, δεν μπορεί να γίνει δεκτό.

(βλ. σκέψεις 97, 98 και 115)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Kalmár κατά Ευρωπόλ, F‑83/09, EU:F:2011:66, σκέψη 88

4.      Η ακύρωση παράνομης πράξεως ενδέχεται να συνιστά, αυτή καθεαυτήν, προσήκουσα και κατ’ αρχήν επαρκή ικανοποίηση κάθε ηθικής βλάβης που η εν λόγω πράξη προκάλεσε, εκτός εάν ο προσφεύγων αποδεικνύει ότι υπέστη ηθική βλάβη η οποία δύναται να διαχωρισθεί από την παρανομία που οδήγησε στην ακύρωση της αποφάσεως και η οποία δεν μπορεί να ικανοποιηθεί πλήρως διά της εν λόγω ακυρώσεως. Το αίσθημα αδικίας και η ταλαιπωρία που προκαλεί σε ένα πρόσωπο το γεγονός ότι πρέπει να κινήσει ένδικη διαδικασία για την αναγνώριση των δικαιωμάτων του δύνανται να συνιστούν ηθική βλάβη η οποία ενδέχεται να απορρέει εκ του γεγονότος και μόνον ότι η Διοίκηση διέπραξε παρανομίες. Μια τέτοια ηθική βλάβη γεννά αξίωση αποζημιώσεως όταν δεν αντισταθμίζεται με την ικανοποίηση που αντλείται από την ακύρωση της επίμαχης πράξεως.

Όσον αφορά την ακύρωση αποφάσεως περί θέσεως στο αρχείο καταγγελίας του προσφεύγοντος για ηθική παρενόχληση, η εν λόγω απόφαση περιήγαγε τον προσφεύγοντα σε κατάσταση αβεβαιότητας και ανησυχίας, η οποία συνιστά ηθική βλάβη ικανή να διαχωρισθεί από την παρανομία που επέσυρε την ακύρωσή της και μη δυνάμενη να ικανοποιηθεί πλήρως διά της ακυρώσεως και μόνον της εν λόγω αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 99 και 100)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις CC κατά Κοινοβουλίου, F‑9/12, EU:F:2013:116, σκέψη 128, κατά της οποίας εκκρεμεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑457/13 P, και CH κατά Κοινοβουλίου, F‑129/12, EU:F:2013:203, σκέψη 64

5.      Τα έξοδα δικηγόρου στα οποία ο προσφεύγων έχει υποβληθεί στο πλαίσιο της ένδικης διαδικασίας αποτελούν έξοδα που μπορούν να αναζητηθούν σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 86 επ. του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης και τα οποία εκκαθαρίζονται στο πλαίσιο αυτό. Όσον αφορά τα έξοδα δικηγόρου στα οποία ο διάδικος έχει υποβληθεί στο πλαίσιο διαδικασίας έρευνας για παρενόχληση, το άρθρο 91 του ίδιου Κανονισμού συγκαταλέγει μεταξύ των εξόδων που αναζητούνται μόνον τα σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης έξοδα, αποκλείοντας τα έξοδα που σχετίζονται με την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία. Ως εκ τούτου, τυχόν αναγνώριση των εξόδων στα οποία ο διάδικος έχει υποβληθεί κατά τη διαδικασία έρευνας, η οποία προηγείται της ένδικης διαδικασίας, ως ζημίας δυνάμενης να αποκατασταθεί στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως θα ερχόταν σε αντίθεση με τον χαρακτήρα των εξόδων του εν λόγω σταδίου ως μη αποδοτέων. Συνεπώς, ο προσφεύγων δεν δύναται, στο πλαίσιο της αγωγής του αποζημιώσεως, να επιτύχει την απόδοση της αμοιβής του συμβούλου του και των δαπανών στις οποίες υπεβλήθη κατά τη διαδικασία έρευνας.

(βλ. σκέψη 117)

6.      Μολονότι το άρθρο 40, τέταρτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, το οποίο, δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του παραρτήματος Ι του εν λόγω Οργανισμού, τυγχάνει εφαρμογής στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, και το άρθρο 110, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης δεν αποκλείουν την εκ μέρους παρεμβαίνοντος προβολή επιχειρημάτων νέων ή διαφορετικών από εκείνων του διαδίκου υπέρ του οποίου ασκείται η παρέμβαση, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι, προκειμένου η παρέμβαση να μην περιορίζεται σε απλή επανάληψη των επιχειρημάτων που προβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής‑αγωγής, οι ανωτέρω διατάξεις παρέχουν στον παρεμβαίνοντα τη δυνατότητα να μεταβάλει ή να αλλοιώσει το πλαίσιο της διαφοράς, όπως αυτό καθορίσθηκε με το δικόγραφο της προσφυγής‑αγωγής, προβάλλοντας νέους ισχυρισμούς.

Συνεπώς, εφόσον ο παρεμβαίνων δεν δύναται να προβάλει ισχυρισμό επί του οποίου δεν στηρίζεται το δικόγραφο της προσφυγής-αγωγής, ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

(βλ. σκέψεις 144 και 145)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: αποφάσεις BaByliss κατά Επιτροπής, T‑114/02, EU:T:2003:100, σκέψη 417, και SELEX Sistemi Integrati κατά Επιτροπής, T‑155/04, EU:T:2006:387, σκέψη 42

7.      Στο πλαίσιο διαδικασίας έρευνας για ηθική παρενόχληση, από το γράμμα της πολιτικής στο πεδίο της αξιοπρέπειας στον χώρο εργασίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων προκύπτει ότι η εκ μέρους της Τράπεζας κοινοποίηση του υπομνήματος του καταγγέλλοντος στο σύνολό του στον φερόμενο ως παρενοχλούντα συνιστά παράβαση των διατάξεων της πολιτικής αυτής. Πρόκειται, συνεπώς, για πταίσμα της Τράπεζας ικανό να θεμελιώσει εξωσυμβατική ευθύνη της.

Συγκεκριμένα, η διαδικασία έρευνας δεν δύναται να καταλήξει απευθείας σε επιβολή κυρώσεως εις βάρος του φερόμενου ως παρενοχλούντος, διότι μια τέτοια κύρωση μπορεί να επιβληθεί μόνον κατόπιν πειθαρχικής διαδικασίας. Επιπροσθέτως, δεδομένου ότι η διαδικασία έρευνας δεν δύναται να καταλήξει σε βλαπτική για τον φερόμενο ως παρενοχλούντα πράξη, η Τράπεζα δεν νομιμοποιείται να κοινοποιήσει σε αυτόν όλα τα προσωπικά δεδομένα του καταγγέλλοντος επικαλούμενη την υποχρέωση σεβασμού των δικαιωμάτων τους άμυνας.

Συναφώς, η μη ρητή εναντίωση του καταγγέλλοντος στην κοινοποίηση του υπομνήματός του δεν παρέχει στην Τράπεζα το δικαίωμα να παραβεί τους εσωτερικούς της κανόνες.

Περαιτέρω, εφόσον το υπόμνημα περιέχει διάφορα προσωπικά δεδομένα του καταγγέλλοντος, ιδίως σχετικά με την κατάσταση της υγείας του, η διαβίβαση των εν λόγω προσωπικών δεδομένων στον φερόμενο ως παρενοχλούντα προκαλεί ηθική βλάβη στον οικείο καταγγέλλοντα.

(βλ. σκέψεις 146 έως 149 και 151)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση X κατά ΕΤΕπ, T‑333/99, EU:T:2001:251