Language of document : ECLI:EU:F:2013:132

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 18ης Σεπτεμβρίου 2013

Υπόθεση F‑76/12

Sabine Scheidemann

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλος — Διοργανική μετάταξη — Άρθρα 43 και 45 του ΚΥΚ — Προαγωγή — Μόρια αξιολογήσεως — Ίση μεταχείριση — Αυτοτέλεια των οργάνων της Ένωσης»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία η S. Scheidemann ζητεί, κατ’ ουσίαν, αφενός, να ακυρωθεί η απόφαση της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τη μετατροπή των μορίων αξιολογήσεως που είχε λάβει η προσφεύγουσα-ενάγουσα κατά την υπηρεσία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και η απόφαση περί του πίνακα των υπαλλήλων οι οποίοι προήχθησαν κατά την περίοδο αξιολογήσεων και προαγωγών 2011 (που δημοσιεύθηκε στις Διοικητικές Πληροφορίες αριθ. 48-2011 της 27ης Οκτωβρίου 2011), καθόσον δεν περιέχει το όνομά της, και, αφετέρου, να υποχρεωθεί η Επιτροπή να της καταβάλει αποζημίωση, εκτιμώμενη προσωρινώς και ex æquo et bono σε 20 000 ευρώ, ως ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που ισχυρίζεται ότι υπέστη λόγω αυτής της αποφάσεως.

Απόφαση:      Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται. Η S. Scheidemann φέρει τα δικαστικά της έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Περίληψη

Υπάλληλοι — Προαγωγή — Συγκριτική εξέταση των προσόντων — Εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως — Περιεχόμενο — Αυτοτέλεια των θεσμικών οργάνων — Υπάλληλος που έκανε χρήση της διοργανικής κινητικότητας — Συντρέχουσα αρμοδιότητα σε θέματα αξιολογήσεως των προσόντων και προαγωγής — Δεν υφίσταται — Υποχρέωση εφαρμογής των εσωτερικών διατάξεων του προηγούμενου θεσμικού οργάνου, όσον αφορά τη χορήγηση μορίων αξιολογήσεως και την προαγωγή — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 43, 45 και 110)

Μολονότι, κατά την αρχή της ομοιογένειας της δημόσιας διοικήσεως, όπως εξαγγέλλεται στο άρθρο 9, παράγραφος 3, της Συνθήκης του Άμστερνταμ, όλοι οι υπάλληλοι όλων των θεσμικών οργάνων υπόκεινται σε ενιαίο καθεστώς, μια τέτοια αρχή δεν συνεπάγεται ότι τα θεσμικά όργανα οφείλουν να κάνουν με πανομοιότυπο τρόπο χρήση της εξουσίας εκτιμήσεως που τους αναγνωρίζει ο ΚΥΚ. Αντιθέτως, κατά τη διαχείριση του προσωπικού τους, τα εν λόγω όργανα απολαύουν κατ’ αρχήν αυτοτέλειας. Εξάλλου, το άρθρο 43 του ΚΥΚ παραπέμπει συναφώς στις γενικές εκτελεστικές διατάξεις που θεσπίζει κάθε θεσμικό όργανο για τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες αντικείμενο μιας εκθέσεως βαθμολογίας είναι η ικανότητα, η απόδοση και η συμπεριφορά εντός της υπηρεσίας κάθε υπαλλήλου. Επιπλέον, γενικώς, το άρθρο 110 του ΚΥΚ παρέχει στα θεσμικά όργανα, υπό ορισμένες ρητές προϋποθέσεις, τη δυνατότητα να θεσπίζουν γενικές εκτελεστικές διατάξεις, καθορίζοντας τις ενδεδειγμένες λεπτομέρειες για τη διασφάλιση της υλοποιήσεως του ΚΥΚ, αυτό δε κατ’ εξαίρεση, δηλαδή όταν οι διατάξεις του στερούνται σαφήνειας και ακρίβειας μέχρι τέτοιου σημείου, ώστε να μην είναι δεκτικές εφαρμογής απαλλαγμένης αυθαιρεσιών. Ο ΚΥΚ, όπως προκύπτει από το άρθρο του 2, παράγραφος 2, δεν προβλέπει συντρέχουσα αρμοδιότητα σε θέματα αξιολογήσεως των προσόντων και προαγωγής του προσωπικού, ιδίως στην περίπτωση διοργανικής κινητικότητας, και κάθε θεσμικό όργανο δικαιούται να καθορίζει, για την εφαρμογή των άρθρων 43 και 45 του ΚΥΚ, το δικό του κανονιστικό πλαίσιο μέσω γενικών εκτελεστικών διατάξεων δυνάμει του άρθρου 110 του ΚΥΚ.

Στην περίπτωση υπαλλήλου μεταταχθέντος σε άλλο θεσμικό όργανο, η επιβολή στο νέο θεσμικό όργανο της υποχρεώσεως να εφαρμόσει τις εσωτερικές διατάξεις του προηγούμενου θεσμικού οργάνου που αφορούν τη χορήγηση μορίων αξιολογήσεως και την προαγωγή, ιδίως δε τα μέτρα εφαρμογής, για τον καθορισμό των μορίων προαγωγής, θα συνεπαγόταν διαφορετική μεταχείριση, κατά την εκτίμηση των προσόντων, των υπαλλήλων του νέου θεσμικού οργάνου, ανάλογα με το αν θα είχαν κάνει ή όχι χρήση της διοργανικής κινητικότητας. Συναφώς, εναπόκειται στα θεσμικά όργανα να βεβαιώνονται, αφενός, ότι η κινητικότητα δεν θίγει την εξέλιξη της σταδιοδρομίας των υπαλλήλων που τους αφορά και, αφετέρου, ότι οι μετατιθέμενοι υπάλληλοι δεν περιήλθαν σε δυσμενέστερη θέση κατά την περίοδο προαγωγών.

(βλ. σκέψεις 26 έως 28 και 32)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 9 Ιουλίου 1997, T‑156/95, Echauz Brigaldi κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 53

ΔΔΔΕΕ: 5 Ιουλίου 2011, F‑46/09, V κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 135