Language of document : ECLI:EU:F:2013:90

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 26ης Ιουνίου 2013

Υπόθεση F‑78/11

BM

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Προσωπικό της ΕΚΤ – Αναδρομική παράταση δοκιμαστικής περιόδου – Απόφαση περί καταγγελίας της συμβάσεως κατά τη δοκιμαστική περίοδο – Πειθαρχική διαδικασία»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 36.2 του Πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη ΕΕ και τη Συνθήκη ΛΕΕ, με την οποία ο BM, υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της 20ής Μαΐου 2011, περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας του, και την επιδίκαση αποζημιώσεως για υλική ζημία και χρηματικής ικανοποιήσεως για ηθική βλάβη, η οποία εκτιμάται σε 10 000 ευρώ.

Απόφαση:      Η απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 20ής Μαΐου 2011, περί καταγγελίας της συμβάσεως του BM στις 31 Οκτωβρίου 2011, ακυρώνεται. Η προσφυγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο ΒΜ.


Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Ειδική διοικητική προσφυγή – Μη άσκησή της πριν από την άσκηση προσφυγής κατά αποφάσεως περί μη οριστικοποιήσεως της προσλήψεως μέλους του προσωπικού που διανύει δοκιμαστική περίοδο – Παραδεκτό

(Όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 41· Κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 8.1.6)

2.      Υπαλληλικές προσφυγές – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Άσκηση προσφυγής χωρίς να έχει ασκηθεί προηγουμένως η ειδική διοικητική προσφυγή σύμφωνα με τους κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Ενημέρωση για την έλλειψη εσωτερικής διαδικασίας από τον αναπληρωτή γενικό διευθυντή της γενικής διευθύνσεως ανθρώπινου δυναμικού – Παραδεκτό – Συγγνωστή πλάνη

(Κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 8.1.6)

3.      Υπαλληλικές προσφυγές – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Έννομο συμφέρον – Προσφυγή κατά αποφάσεως περί καταγγελίας συμβάσεως προσλήψεως – Παραδεκτό

4.      Υπαλληλικές προσφυγές – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Πρόσληψη – Δοκιμαστική περίοδος – Αξιολόγηση της δοκιμαστικής περιόδου – Απουσία ενδείξεων της Διοικήσεως πριν από την παρέλευση της εν λόγω περιόδου, περί ενδεχόμενης παρατάσεως αυτής – Συνέπεια – Επιβεβαίωση της δοκιμαστικής περιόδου – Μεταγενέστερη έκδοση αποφάσεως περί παρατάσεως της δοκιμαστικής περιόδου με αναδρομική ισχύ – Δεν επιτρέπεται – Παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου

(Κανόνες για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρα 2.1.1 έως 2.1.3)

1.       Όσον αφορά προσφυγή που άσκησε μέλος του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά αποφάσεως περί μη οριστικοποιήσεως της προσλήψεώς του κατά το πέρας της δοκιμαστικής περιόδου, το γεγονός ότι η προσφυγή ασκήθηκε ελλείψει προηγούμενης ασκήσεως ειδικής διοικητικής προσφυγής, κατά την έννοια του άρθρου 8.1.6 των κανόνων για θέματα του εν λόγω προσωπικού, δεν είναι ικανό να καταστήσει την προσφυγή απαράδεκτη.

Πράγματι, δεν προκύπτει σαφώς από το άρθρο 41 των Όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που έχουν εφαρμογή από 1ης Ιανουαρίου 2009, ότι οι αποφάσεις περί μη οριστικοποιήσεως της προσλήψεως μέλους του προσωπικού που διανύει δοκιμαστική περίοδο υπόκεινται σε διαδικασία ειδικής διοικητικής προσφυγής. Εντούτοις, για λόγους χρηστής διοικήσεως και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, οι διατάξεις που διέπουν τις εσωτερικές διαδικασίες ασκήσεως ενδίκων βοηθημάτων ενός οργάνου πρέπει να είναι σαφείς, ακριβείς και συγκεκριμένες.

(βλ. σκέψεις 37, 40 και 42)

2.       Ένα μέλος του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μπορεί βασίμως να επικαλεστεί συγγνωστή πλάνη για να δικαιολογήσει την εκ μέρους του άσκηση προσφυγής χωρίς να έχει προηγουμένως ασκήσει την ειδική διοικητική προσφυγή κατά την έννοια του άρθρου 8.1.6 των κανόνων για θέματα του εν λόγω προσωπικού, εφόσον είχε ενημερωθεί από τον αναπληρωτή γενικό διευθυντή της Γενικής Διευθύνσεως Ανθρώπινου Δυναμικού, Προϋπολογισμού και Οργάνωσης ότι δεν προβλεπόταν η κίνηση καμίας εσωτερικής διαδικασίας κατά της αποφάσεως να μην οριστικοποιηθεί η πρόσληψη του εν λόγω μέλους που διένυε δοκιμαστική περίοδο και ότι, ως εκ τούτου, έπρεπε να προσφύγει απευθείας ενώπιον του δικαστή της Ένωσης.

(βλ. σκέψη 41)

3.       Μέλος του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν στερείται εννόμου συμφέροντος προς άσκηση προσφυγής για την ακύρωση αποφάσεως περί καταγγελίας της συμβάσεως του για τον λόγο ότι τυχόν ακύρωση της αποφάσεως αυτής δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στην παράταση της συμβάσεώς του ή σε νέα πρόσληψη.

(βλ. σκέψη 45)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 23 Φεβρουαρίου 2001, T‑7/98, T‑208/98 και T‑109/99, De Nicola κατά ΕΤΕπ, σκέψη 127

4.       Σκοπός της δοκιμαστικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 2.1.1 των κανόνων για θέματα προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι να παράσχει στην Τράπεζα τη δυνατότητα να σχηματίσει πιο συγκεκριμένη κρίση για τις ικανότητες του υποψηφίου να αναλάβει συγκεκριμένα καθήκοντα, για το πνεύμα υπό το οποίο εκπληρώνει τα καθήκοντά του και για την υπηρεσιακή του απόδοση. Στο πλαίσιο αυτό, η παράταση της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας μπορεί να αποτελέσει πρόσφορο μέτρο προς επίτευξη του σκοπού αυτού. Ως εκ τούτου, η ύπαρξη αμφιβολιών ως προς την καταλληλότητα νεοπροσληφθέντος υπαλλήλου μπορεί να συνιστά «εξαιρετική περίπτωση», κατά την έννοια του άρθρου 2.1.2 των κανόνων για θέματα προσωπικού, δικαιολογούσα παράταση της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας του. Εξ αυτού έπεται ότι το πέρας της δοκιμαστικής περιόδου μεταβάλλει ουσιαστικά την έννομη κατάσταση του οικείου μέλους του προσωπικού, καθόσον, από την ημερομηνία λήξεώς της, το άρθρο 2.1.3 των κανόνων αυτών δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής όσον αφορά την ικανότητα μέλους του προσωπικού να καταλάβει τη θέση για την οποία προσελήφθη και να ασκήσει τα σχετικά καθήκοντα, μετά το πέρας της δοκιμαστικής περιόδου.

Υπό αυτές τις συνθήκες και ελλείψει ενδείξεων περί του αντιθέτου από τη Διοίκηση πριν από το πέρας της δοκιμαστικής περιόδου, ένα μέλος του προσωπικού δύναται να έχει, από την ημερομηνία της εκθέσεως κρίσεως για την περίοδο δοκιμαστικής υπηρεσίας του, δικαιολογημένες προσδοκίες ότι η Τράπεζα δεν θα εκδώσει απόφαση περί παρατάσεως της δοκιμαστικής περιόδου. Πράγματι, μολονότι η Διοίκηση διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά το ζήτημα εάν ο υποψήφιος πληροί όλες τις προσωπικές και επαγγελματικές προϋποθέσεις για να καταλάβει τη θέση για την οποία προσελήφθη και για να ασκήσει τα σχετικά καθήκοντα, κάθε ατομική πράξη που εκδίδεται κατά την άσκηση της ευρείας αυτής εξουσίας εκτιμήσεως η οποία θίγει μέλος του προσωπικού και επηρεάζει την προσωπική έννομη κατάστασή του, πρέπει να συνάδει με την αρχή της ασφάλειας δικαίου, την οποία οφείλει να τηρεί κάθε θεσμικό όργανο της Ένωσης κατά τη διαχείριση του προσωπικού του. Ειδικότερα, αντίκειται προς την αρχή αυτή ο καθορισμός του χρονικού σημείου ενάρξεως της ισχύος ατομικής πράξεως από ημερομηνία προγενέστερη της εκδόσεώς της. Εντούτοις, το αντίθετο μπορεί κατ’ εξαίρεση να συμβαίνει, οσάκις το απαιτεί ο επιδιωκόμενος σκοπός και εφόσον γίνεται δεόντως σεβαστή η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ενδιαφερομένων.

Ως εκ τούτου, απόφαση της Τράπεζας με την οποία παρατείνεται με αναδρομική ισχύ η δοκιμαστική περίοδος στερείται νομιμότητας λόγω παραβιάσεως της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

(βλ. σκέψεις 61 έως 64 και 66)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 25 Ιανουαρίου 1979, 98/78, Racke, σκέψη 20· 13 Νοεμβρίου 1990, C‑331/88, Fedesa κ.λπ., σκέψη 45· 22 Νοεμβρίου 2001, C‑110/97, Κάτω Χώρες κατά Συμβουλίου, σκέψη 151· 26 Μαΐου 2005, C‑301/02 P, Tralli κατά ΕΚΤ, σκέψη 73

ΓΔΕΕ: 1 Απριλίου 1992, T‑26/91, Kupka-Floridi κατά ΟΚΕ, σκέψη 43

ΔΔΔΕΕ: 26 Μαΐου 2011, F‑83/09, Kalmár κατά Ευρωπόλ, σκέψη 92, κατά της οποίας έχει ασκηθεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑455/11 P· 13 Ιουνίου 2012, F‑31/10, Guittet κατά Επιτροπής, σκέψεις 63 και 64 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία