Language of document : ECLI:EU:C:2019:905

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων)

της 24ης Οκτωβρίου 2019 (*)

«Αίτηση αναιρέσεως – Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα – Έγκριση της εξέτασης των αιτήσεων αναιρέσεως – Άρθρο 170β του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου – Αίτηση με την οποία δεν τεκμηριώνεται η σημασία ενός ζητήματος για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης – Απόρριψη της αιτήσεως εγκρίσεως»

Στην υπόθεση C‑613/19 P,

με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 14 Αυγούστου 2019,

Dr. Ing. h.c. F. Porsche AG, με έδρα τη Στουτγάρδη (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον C. Klawitter, Rechtsanwalt,

αναιρεσείουσα,

όπου οι λοιποί διάδικοι είναι:

το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO),

καθού πρωτοδίκως,

η Autec AG, με έδρα τη Νυρεμβέργη (Γερμανία),

παρεμβαίνουσα πρωτοδίκως,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων),

συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, Αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου, J. Malenovský (εισηγητή) και F. Biltgen, δικαστές,

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την πρόταση του εισηγητή δικαστή και αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα M. Szpunar,

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

1        Με την αίτηση αναιρέσεως, η Dr. Ing. h.c. F. Porsche AG ζητεί την αναίρεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 6ης Ιουνίου 2019, Porsche κατά EUIPO – Autec (Μηχανοκίνητα οχήματα), (T-209/18, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, EU:T:2019:377), με την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της με αίτημα την ακύρωση της απόφασης του τρίτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), της 19ης Ιανουαρίου 2018 (υπόθεση R 945/2016-3), σχετικά με διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας μεταξύ των Autec AG και Dr. Ing. h.c. F. Porsche AG.

 Επί της αίτησης για την έγκριση της εξέτασης της αίτησης αναιρέσεως

2        Κατά το άρθρο 58α, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς προηγούμενη έγκριση του Δικαστηρίου, δεν χωρεί εξέταση της αίτησης αναίρεσης που ασκείται κατά απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου η οποία αφορά απόφαση ανεξάρτητου τμήματος προσφυγών του EUIPO.

3        Κατά το άρθρο 58α, τρίτο εδάφιο, του εν λόγω Οργανισμού, η εξέταση της αιτήσεως αναιρέσεως εγκρίνεται, εν όλω ή εν μέρει, κατά τα προβλεπόμενα λεπτομερώς στον κανονισμό διαδικασίας, όταν η αίτηση αυτή εγείρει σημαντικό ζήτημα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης.

4        Κατά το άρθρο 170α, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, στις περιπτώσεις του άρθρου 58α, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού, ο αναιρεσείων επισυνάπτει στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως στην οποία εκτίθεται το σημαντικό ζήτημα που εγείρει η αναίρεση για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης και στην οποία περιλαμβάνονται όλα τα αναγκαία στοιχεία προκειμένου το Δικαστήριο να είναι σε θέση να αποφανθεί επί της εν λόγω αιτήσεως εγκρίσεως.

5        Κατά το άρθρο 170β, παράγραφος 3, του Κανονισμού αυτού, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί της αιτήσεως εγκρίσεως με αιτιολογημένη διάταξη.

6        Εν προκειμένω, προς στήριξη της αιτήσεώς της για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι με την εν λόγω αίτηση αναιρέσεως εγείρονται σημαντικά ζητήματα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης, προβάλλοντας έξι επιχειρήματα.

7        Με το πρώτο επιχείρημά της, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι παραβίασε τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου κρίνοντας ότι ο ατομικός χαρακτήρας ενός σχεδίου ή υποδείγματος πρέπει να προκύπτει από την εντύπωση που δημιουργείται ότι το σχέδιο ή υπόδειγμα είναι καινοφανές. Το ζήτημα κατά πόσον το κριτήριο του καινοφανούς χαρακτήρα είναι κρίσιμο για την εκτίμηση του ατομικού χαρακτήρα είναι σημαντικό για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης.

8        Όσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι παραβίασε, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του ατομικού χαρακτήρα σχεδίου ή υποδείγματος, τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, αποκλείοντας από την εξέταση τα λιγότερο αισθητά ή λιγότερο έντονα χαρακτηριστικά. Η πλάνη αυτή περί το δίκαιο εγείρει επομένως ένα σημαντικό ζήτημα για την ενότητα και τη συνοχή του δικαίου της Ένωσης.

9        Όσον αφορά το τρίτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι, αντιθέτως προς τη θέση που έλαβε το Γενικό Δικαστήριο, η εξέταση του ατομικού χαρακτήρα ενός υποδείγματος απαιτεί, κατά το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ 2002, L 3, σ. 1), να διαπιστωθεί, κατ’ αρχάς, η συνολική εντύπωση που προκαλεί ένα υπόδειγμα και, στη συνέχεια, η συνολική εντύπωση που προκαλεί το άλλο υπόδειγμα. Επομένως, η θέση την οποία έλαβε το Γενικό Δικαστήριο υπονομεύει τη συνοχή και την ενότητα του δικαίου της Ένωσης.

10      Όσον αφορά το τέταρτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο προσδιορίζοντας τον ενημερωμένο χρήστη ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα υποδείγματα ή προϊόντα και χωρίς να λάβει υπόψη τα πραγματικά χαρακτηριστικά της σχετικής αγοράς. Το ζήτημα αν η προσέγγιση αυτή είναι ορθή αφορά την ενότητα και τη συνοχή του δικαίου της Ένωσης.

11      Με το πέμπτο επιχείρημά της, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι ο ενημερωμένος χρήστης λαμβάνει την απόφαση που στηρίζεται στην προτίμηση ενός υποδείγματος από ένα άλλο σε συνάρτηση με τον βαθμό πληροφόρησης και προσοχής του. Ως εκ τούτου, η αναιρεσείουσα διερωτάται, εν προκειμένω, εάν είναι δυνατόν να ληφθούν ως βάση τα μηχανοκίνητα οχήματα εν γένει, προκειμένου να διαπιστωθεί ο ατομικός χαρακτήρας με βάση την περιγραφή του προϊόντος το οποίο αναπαριστάται από το επίμαχο σχέδιο ή υπόδειγμα ή αν πρέπει, τουλάχιστον όσον αφορά μηχανοκίνητα οχήματα, τα οποία βρίσκονται ενδεχομένως για δεκαετίες στην αγορά, να προσδιοριστεί στενότερα ο ενημερωμένος χρήστης, τούτο δε σε συνάρτηση με τα πραγματικά χαρακτηριστικά της αγοράς. Κατά την αναιρεσείουσα, το Δικαστήριο δεν έχει ακόμη, όπως φαίνεται, κληθεί να αποφανθεί επί του εν λόγω ζητήματος και, ως εκ τούτου, το ζήτημα αυτό αφορά την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης.

12      Με το έκτο και τελευταίο επιχείρημά της, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει, στηριζόμενη στην Πράσινη βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη νομική προστασία των βιομηχανικών σχεδίων ή υποδειγμάτων, ότι η ελευθερία του δημιουργού, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού 6/2002, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την εκτίμηση του ατομικού χαρακτήρα, μπορεί επίσης να περιορίζεται από «εμπορικούς περιορισμούς», καθώς και από «απαρέγκλιτες απαιτήσεις του πελάτη», πράγμα που σημαίνει, ενδεχομένως, ότι μικρές διαφορές μεταξύ των σχεδίων και υποδειγμάτων σε σχέση με τις ήδη γνωστές μορφές μπορεί να αρκούν για να δικαιολογήσουν τον ατομικό χαρακτήρα ενός σχεδίου ή υποδείγματος. Κατά την αναιρεσείουσα, το Δικαστήριο δεν έχει ακόμη αποφανθεί επί του ζητήματος αυτού και, συνεπώς, το εν λόγω ζήτημα είναι σημαντικό για την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης.

13      Εισαγωγικώς, πρέπει να τονιστεί ότι στην αναιρεσείουσα απόκειται να τεκμηριώσει ότι τα ζητήματα που τίθενται με την αίτηση αναιρέσεως είναι σημαντικά για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης (διάταξη της 16ης Σεπτεμβρίου 2019, Kiku κατά ΚΓΦΠ, C‑444/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:746, σκέψη 11).

14      Επιπλέον, όπως προκύπτει από το άρθρο 58α, τρίτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με το άρθρο 170β παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, η αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να έχει το Δικαστήριο τη δυνατότητα να αποφανθεί επί της αιτήσεως εγκρίσεως και να προσδιορίσει, σε περίπτωση εν μέρει εγκρίσεως, τους λόγους αναιρέσεως ή τα σκέλη των λόγων αναιρέσεως τα οποία θα πρέπει να αφορά το υπόμνημα επί της αιτήσεως αναιρέσεως. Πράγματι, δεδομένου ότι ο μηχανισμός της προηγούμενης εγκρίσεως της εξετάσεως των αιτήσεων αναιρέσεως, που προβλέπεται στο άρθρο 58α του εν λόγω Οργανισμού, αποσκοπεί στον περιορισμό του ελέγχου του Δικαστηρίου μόνο στα ζητήματα που έχουν σημασία για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης, μόνον οι λόγοι αναιρέσεως που εγείρουν τέτοια ζητήματα, την ύπαρξη των οποίων αποδεικνύει ο αναιρεσείων, πρέπει να εξετάζονται από το Δικαστήριο στο πλαίσιο της αιτήσεως αναιρέσεως (διάταξη της 10ης Οκτωβρίου 2019, KID-Systeme κατά EUIPO, C-577/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:854, σκέψη 12 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

15      Επομένως, η αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να παραθέτει σαφώς και επακριβώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η αίτηση αναιρέσεως, να προσδιορίζει με την ίδια ακρίβεια και σαφήνεια το νομικό ζήτημα που εγείρει κάθε λόγος αναιρέσεως, να διευκρινίζει αν το ζήτημα αυτό είναι σημαντικό για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης και να εκθέτει ειδικώς τους λόγους για τους οποίους το εν λόγω ζήτημα είναι σημαντικό υπό το πρίσμα του κριτηρίου του οποίου γίνεται επίκληση. Όσον αφορά, ειδικότερα, τους λόγους αναιρέσεως, η αίτηση εγκρίσεως πρέπει να προσδιορίζει τη διάταξη του δικαίου της Ένωσης ή τη νομολογία που παραβιάστηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, να εκθέτει συνοπτικώς σε τι συνίσταται η πλάνη περί το δίκαιο στην οποία φέρεται να υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο και να επισημαίνει σε ποιο βαθμό το σφάλμα αυτό επηρέασε το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (διάταξη της 10ης Οκτωβρίου 2019, KID-Systeme κατά EUIPO, C-577/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:854, σκέψη 13 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Όταν η προβαλλόμενη πλάνη περί το δίκαιο απορρέει από παραβίαση της νομολογίας, η αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να εκθέτει συνοπτικώς, αλλά σαφώς και επακριβώς, πρώτον, πού έγκειται η προβαλλόμενη αντίφαση, προσδιορίζοντας τόσο τις σκέψεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ή διατάξεως κατά των οποίων βάλλει ο αναιρεσείων όσο και τις σκέψεις της αποφάσεως του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου που παραβιάστηκαν, και, δεύτερον, τους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους εγείρεται σημαντικό ζήτημα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης (πρβλ. διάταξη της 7ης Οκτωβρίου 2019, L’Oréal κατά EUIPO, C-586/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:845, σκέψη 16).

16      Συγκεκριμένα, αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως η οποία δεν περιέχει τα στοιχεία που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας διάταξης ευθύς εξαρχής δεν δύναται να τεκμηριώσει ότι η αίτηση αναιρέσεως εγείρει σημαντικό ζήτημα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης που να δικαιολογεί την έγκριση της εξετάσεώς της (διάταξη της 10ης Οκτωβρίου 2019, KID-Systeme κατά EUIPO, C‑577/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:854, σκέψη 14).

17      Συναφώς, όσον αφορά, πρώτον, τα επιχειρήματα τα οποία διαλαμβάνονται στις σκέψεις 7 και 8 της παρούσας διατάξεως, κατά τα οποία το Γενικό Δικαστήριο απέκλινε από τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, δεδομένου ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο αιτών την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως, η επιχειρηματολογία αυτή δεν αρκεί αφ’ εαυτής για να αποδειχθεί ότι η εν λόγω αίτηση αναιρέσεως εγείρει σημαντικό ζήτημα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης, διότι ο αναιρεσείων οφείλει να τηρεί προς τούτο το σύνολο των απαιτήσεων που εκτίθενται στη σκέψη 15 της παρούσας διατάξεως (βλ. διάταξη της 7ης Οκτωβρίου 2019, L’Oréal κατά EUIPO, C-586/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:845, σκέψη 16). Εν προκειμένω, η αναιρεσείουσα, χωρίς πάντως να τηρεί τις ως άνω απαιτήσεις, απλώς διατείνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο απέκλινε από τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου.

18      Όσον αφορά, δεύτερον, τα επιχειρήματα τα οποία εκτίθενται στις σκέψεις 9 και 10 της παρούσας διατάξεως και αφορούν πλάνη περί το δίκαιο στην οποία φέρεται να υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο, επισημαίνεται ότι η παρούσα αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως είναι αόριστη όσον αφορά τη διάταξη του δικαίου της Ένωσης ή τη νομολογία του Δικαστηρίου την οποία παραβίασε το Γενικό Δικαστήριο προσδιορίζοντας τον ενημερωμένο χρήστη ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα υποδείγματα ή προϊόντα και χωρίς να λάβει υπόψη τα πραγματικά χαρακτηριστικά της σχετικής αγοράς. Εν πάση περιπτώσει, το γεγονός αυτό καθεαυτό ότι η αίτηση αναιρέσεως εγείρει ορισμένα ιδιαίτερα νομικά ζητήματα της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως δεν αρκεί προκειμένου να θεωρηθεί ότι πρέπει να εγκριθεί η εξέταση της εν λόγω αιτήσεως αναιρέσεως από το Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, ο αναιρεσείων πρέπει να τεκμηριώσει ότι, ανεξάρτητα από τα νομικά ζητήματα που θέτει με την αίτηση αναιρέσεως, η εν λόγω αίτηση εγείρει ένα ή περισσότερα ζητήματα σημαντικά για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης, δεδομένου ότι το περιεχόμενο του κριτηρίου αυτού υπερβαίνει το πλαίσιο της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και, εν τέλει, της αιτήσεώς του αναιρέσεως (πρβλ. διάταξη της 7ης Οκτωβρίου 2019, L’Oréal κατά EUIPO, C-586/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:845, σκέψεις 11 και 12). Τούτο όμως δεν τεκμηριώνεται με την παρούσα αίτηση εγκρίσεως.

19      Όσον αφορά, τρίτον και τέλος, την επιχειρηματολογία που εκτίθεται στις σκέψεις 11 και 12 της παρούσας διατάξεως, κατά την οποία η αίτηση αναιρέσεως εγείρει νέα νομικά ζητήματα υπό το πρίσμα της νομολογίας του Δικαστηρίου, διαπιστώνεται ότι η παρούσα αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως είναι επίσης αόριστη και όσον αφορά τη διάταξη του δικαίου της Ένωσης ή τη νομολογία του Δικαστηρίου την οποία παραβίασε το Γενικό Δικαστήριο κρίνοντας ότι πρέπει να βασιστεί στα μηχανοκίνητα οχήματα εν γένει, προκειμένου να διαπιστώσει τον ατομικό χαρακτήρα του προϊόντος με βάση την περιγραφή του προϊόντος το οποίο αναπαριστάται από το επίμαχο σχέδιο ή υπόδειγμα. Επιπλέον, το γεγονός ότι ένα νομικό ζήτημα δεν έχει εξετασθεί από το Δικαστήριο δεν σημαίνει παρά ταύτα ότι το ζήτημα αυτό είναι κατ’ ανάγκην σημαντικό για την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων οφείλει και πάλι να τεκμηριώσει τη σημασία αυτή παρέχοντας συγκεκριμένα στοιχεία όχι μόνον ως προς τον καινοφανή χαρακτήρα του ζητήματος αυτού, αλλά και ως προς τους λόγους για τους οποίους το εν λόγω ζήτημα είναι σημαντικό υπό το πρίσμα της εξέλιξης του δικαίου της Ένωσης (διάταξη της 30ής Σεπτεμβρίου 2019, All Star κατά EUIPO, C-461/19 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:797, σκέψη 16). Εν προκειμένω, όμως, η αναιρεσείουσα απλώς διατείνεται ότι το ενδιαφέρον των νομικών ζητημάτων που προβάλλονται στο πλαίσιο της επιχειρηματολογίας αυτής έγκειται στην εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης και αναφέρεται συναφώς στην έλλειψη νομολογίας του Δικαστηρίου, χωρίς ωστόσο να παρέχει άλλο στοιχείο.

20      Συνεπώς η αναιρεσείουσα, η οποία φέρει το βάρος αποδείξεως, δεν απέδειξε ότι τα ζητήματα που εγείρονται με την αίτηση αναιρέσεως είναι σημαντικά για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης.

21      Κατόπιν των προεκτεθέντων, η αίτηση εγκρίσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

22      Κατά το άρθρο 137 του Κανονισμού Διαδικασίας, που εφαρμόζεται στην κατ’ αναίρεση διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Δικαστήριο αποφασίζει για τα δικαστικά έξοδα με τη διάταξη που περατώνει τη δίκη.

23      Δεδομένου ότι η παρούσα διάταξη εκδίδεται πριν από την κοινοποίηση της αιτήσεως αναιρέσεως στους αναιρεσίβλητους και, επομένως, πριν αυτοί υποβληθούν σε δικαστικά έξοδα, το Δικαστήριο αποφασίζει ότι ο αναιρεσείων φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) διατάσσει:

1)      Απορρίπτει την αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως.

2)      Η Dr. Ing. h.c. F. Porsche AG φέρει τα δικαστικά της έξοδα.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.