Language of document : ECLI:EU:C:2019:1051

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 5ης Δεκεμβρίου 2019 (*)

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 2008/98/ΕΚ – Άρθρα 30 και 33 – Σχέδια διαχείρισης αποβλήτων – Αυτόνομες περιφέρειες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων (Ισπανία) – Υποχρέωση αναθεωρήσεως – Υποχρέωση κοινοποιήσεως στην Επιτροπή – Μη σύννομη προειδοποιητική επιστολή – Πρόωρη αποστολή προειδοποιητικής επιστολής – Απαράδεκτο»

Στην υπόθεση C-642/18,

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 258 ΣΛΕΕ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 12 Οκτωβρίου 2018,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις S. Pardo Quintillán και E. Sanfrutos Cano καθώς και από τον F. Thiran,

προσφεύγουσα,

κατά

Βασιλείου της Ισπανίας, εκπροσωπούμενου από τον L. Aguilera Ruiz,

καθού,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. S. Rossi (εισηγήτρια), πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský και F. Biltgen, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 5ης Σεπτεμβρίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την προσφυγή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να αναθεωρήσει τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων που προβλέπονται από την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ 2008, L 312, σ. 3), όσον αφορά τις Αυτόνομες Περιφέρειες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων, και παραλείποντας να την ενημερώσει επισήμως για την αναθεώρηση των σχεδίων αυτών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, αντιστοίχως, από το άρθρο 30, παράγραφος 1, και το άρθρο 33, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.

 Το νομικό πλαίσιο

2        Το άρθρο 28, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 προβλέπει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους καταρτίζουν, σύμφωνα με τα άρθρα 1, 4, 13 και 16, ένα ή περισσότερα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων.

Τα σχέδια αυτά καλύπτουν, μόνα τους ή συνδυασμένα, ολόκληρη την γεωγραφική επικράτεια του οικείου κράτους μέλους.»

3        Το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων και τα προγράμματα για την πρόληψη της δημιουργίας αποβλήτων να αξιολογούνται τουλάχιστον ανά εξαετία και να αναθεωρούνται, εφόσον ενδείκνυται και, εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 11.»

4        Το άρθρο 33, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:

«Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων και τα προγράμματα για την πρόληψη της δημιουργίας αποβλήτων που αναφέρονται στα άρθρα 28 και 29 μόλις αυτά εγκριθούν, και για τυχόν ουσιαστικές αναθεωρήσεις των σχεδίων και των προγραμμάτων.»

5        Δυνάμει του άρθρου 40, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας αυτής στην εθνική έννομη τάξη έληγε στις 12 Δεκεμβρίου 2010, ήτοι δύο έτη μετά την έναρξη της ισχύος της στις 12 Δεκεμβρίου 2008.

 Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

6        Στις 18 Νοεμβρίου 2016 η Επιτροπή απηύθυνε προειδοποιητική επιστολή στο Βασίλειο της Ισπανίας, με την οποία υποστήριζε ότι το κράτος αυτό, παραλείποντας να καταρτίσει ή να αναθεωρήσει τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων των Αυτόνομων Κοινοτήτων της Αραγονίας, των Βαλεαρίδων Νήσων, των Καναρίων Νήσων, της Καντάμπρια, της Καστίλης-Λα Μάντσα, της Καταλονίας, της Εστρεμαδούρα, της Γαλικίας, της Λα Ριόχα, της Μαδρίτης, της Μούρθια και της Ναβάρας, καθώς και της αυτόνομης πόλης της Θέουτα, και, κατά συνέπεια, παραλείποντας να της κοινοποιήσει τα σχέδια αυτά, παρέβη άρθρο 28, παράγραφος 1, το άρθρο 30, παράγραφος 1, και το άρθρο 33, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98.

7        Το Βασίλειο της Ισπανίας απάντησε στην προειδοποιητική επιστολή με έγγραφο της 18ης Ιανουαρίου 2017.

8        Στις 14 Ιουλίου 2017 η Επιτροπή εξέδωσε αιτιολογημένη γνώμη, όπου κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το Βασίλειο της Ισπανίας εξακολουθούσε να παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπείχε από την οδηγία 2008/98 όσον αφορά τις Αυτόνομες Κοινότητες της Αραγονίας, των Βαλεαρίδων Νήσων, των Καναρίων Νήσων, της Μαδρίτης καθώς και της αυτόνομης πόλης της Θέουτα και κάλεσε το κράτος μέλος αυτό να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα εντός προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή της αιτιολογημένης γνώμης, ήτοι μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου 2017.

9        Το Βασίλειο της Ισπανίας απάντησε στην εν λόγω αιτιολογημένη γνώμη με έγγραφα της 14ης Σεπτεμβρίου 2017 καθώς και της 17ης Ιανουαρίου, της 18ης Μαΐου, της 23ης Μαΐου και της 6ης Ιουνίου 2018.

10      Εκτιμώντας ότι το Βασίλειο της Ισπανίας δεν είχε ακόμη λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις που υπείχε από την οδηγία 2008/98, η Επιτροπή αποφάσισε στις 12 Οκτωβρίου 2018 να ασκήσει την παρούσα προσφυγή λόγω παραβάσεως.

 Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

11      Στο δικόγραφο της προσφυγής η Επιτροπή ισχυρίστηκε ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να εγκρίνει ή να αναθεωρήσει και, κατά συνέπεια, παραλείποντας να κοινοποιήσει τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων των Αυτόνομων Κοινοτήτων της Αραγονίας, των Βαλεαρίδων Νήσων, των Καναρίων Νήσων και της Μαδρίτης καθώς και της αυτόνομης πόλης της Θέουτα, παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν, αντιστοίχως, από το άρθρο 28, παράγραφος 1, από το άρθρο 30, παράγραφος 1, και από το άρθρο 33, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98.

12      Λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών που γνωστοποίησε το Βασίλειο της Ισπανίας με το υπόμνημα αντικρούσεως σχετικά, κατ’ ουσίαν, με την έγκριση και τη διαβίβαση στην Επιτροπή, εντός του 2018, νέων σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων των Αυτόνομων Κοινοτήτων της Αραγονίας και της Μαδρίτης καθώς και της αυτόνομης πόλης της Θέουτα, η Επιτροπή αποφάσισε να παραιτηθεί από την προσφυγή λόγω παραβάσεως καθόσον αυτή αφορούσε τις συγκεκριμένες Αυτόνομες Κοινότητες και την ως άνω αυτόνομη πόλη. Επιπλέον, όσον αφορά τις Αυτόνομες Κοινότητες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων, η Επιτροπή αποφάσισε να αποσύρει την αιτίαση σχετικά με τη μη έγκριση σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων των εν λόγω δύο, ήτοι την αιτίαση περί παραβάσεως του άρθρου 28, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, δεδομένου ότι τα σχέδια αυτά, τα οποία εγκρίθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος της ως άνω οδηγίας, είχαν γνωστοποιηθεί από το Βασίλειο της Ισπανίας.

13      Η Επιτροπή περιόρισε με τον τρόπο αυτόν το αντικείμενο της προσφυγής λόγω παραβάσεως στις αιτιάσεις σχετικά με παράβαση των υποχρεώσεων αναθεωρήσεως και κοινοποιήσεως των σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων τις οποίες προβλέπουν, αντιστοίχως, το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 και το άρθρο 33, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, όσον αφορά μόνον τις Αυτόνομες Κοινότητες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων.

 Τα αιτήματα των διαδίκων

14      Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να δεχθεί ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να αναθεωρήσει τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2008/98 όσον αφορά τις Αυτόνομες Κοινότητες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 30, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας,

–        να δεχθεί ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας να ενημερώσει επισήμως την Επιτροπή για την αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων όσον αφορά τις Αυτόνομες Κοινότητες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 33, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, και

–        να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

15      Το Βασίλειο της Ισπανίας ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή και

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

 Επί του παραδεκτού της προσφυγής

16      Υπενθυμίζεται ότι σκοπός της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 258, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ είναι να δοθεί στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος η δυνατότητα να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης ή να προβάλει λυσιτελώς τους αμυντικούς του ισχυρισμούς έναντι των αιτιάσεων που διατυπώνει η Επιτροπή. Η σύννομη διεξαγωγή της διαδικασίας αυτής αποτελεί μια ουσιώδη εγγύηση, κατοχυρωμένη στη Συνθήκη ΛΕΕ, για την εξασφάλιση της προστασίας των δικαιωμάτων του αντίστοιχου κράτους μέλους. Μόνον εφόσον διασφαλιστεί η εγγύηση αυτή, μπορεί η κατ’ αντιμωλίαν διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου να παράσχει σε αυτό την ευχέρεια να κρίνει αν το κράτος μέλος έχει πράγματι παραβεί τις υποχρεώσεις του, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή. Ειδικότερα, σκοπός της προειδοποιητικής επιστολής, κατά την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία, είναι να προσδιορίσει το αντικείμενο της διαφοράς και να παράσχει στο κράτος μέλος που καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις του τα αναγκαία στοιχεία για την προετοιμασία της άμυνάς του (πρβλ. απόφαση της 5ης Ιουνίου 2003, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-145/01, EU:C:2003:324, σκέψη 17 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

17      Ομοίως, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η έκδοση προειδοποιητικής επιστολής, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 258, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, προϋποθέτει, προηγουμένως, ότι η Επιτροπή μπορεί βασίμως να προβάλει παράβαση υποχρεώσεως την οποία υπέχει το οικείο κράτος μέλος (πρβλ., ιδίως, αποφάσεις της 15ης Φεβρουαρίου 2001, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-230/99, EU:C:2001:100, σκέψη 32, και της 27ης Οκτωβρίου 2005, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, C‑23/05, EU:C:2005:660, σκέψη 7).

18      Εξ αυτού προκύπτει ότι η κίνηση του σταδίου της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 258, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, χωρίς η Επιτροπή να μπορεί βασίμως να προβάλει καμία παράβαση υποχρεώσεως του οικείου κράτους μέλους, θίγει κατ’ ανάγκην τον σύννομο χαρακτήρα της διαδικασίας περί διαπιστώσεως παραβάσεως κράτους μέλους.

19      Εξάλλου, η αποστολή προειδοποιητικής επιστολής που δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 258 ΣΛΕΕ συνιστά λόγο απαραδέκτου δημοσίας τάξεως, τον οποίο το Δικαστήριο μπορεί να εξετάζει αυτεπαγγέλτως οποτεδήποτε (πρβλ. διάταξη της 13ης Σεπτεμβρίου 2000, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, C-341/97, EU:C:2000:434, σκέψη 21, και απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2005, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, C-23/05, EU:C:2005:660, σκέψεις 5 και 7).

20      Εν προκειμένω, όπως, κατ’ ουσίαν, επισήμανε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 17 έως 19 των προτάσεών της, η Επιτροπή, απευθύνοντας την προειδοποιητική επιστολή στο Βασίλειο της Ισπανίας στις 18 Νοεμβρίου 2016, προσήψε μεν στο εν λόγω κράτος μέλος παράβαση ορισμένων υποχρεώσεων προβλεπομένων από την οδηγία 2008/98, πλην όμως δεν μπορούσε ακόμη να προβάλει την προαναφερθείσα παράβαση κατά την ημερομηνία αυτή.

21      Πρώτον, όπως προκύπτει από το υπόμνημα απαντήσεως, η Επιτροπή ερμήνευσε το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, που προβλέπει ότι τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων να αξιολογούνται κάθε έξι έτη τουλάχιστον και, εφόσον ενδείκνυται, να αναθεωρούνται, υπό την έννοια ότι η ως άνω οδηγία επέβαλλε στα κράτη μέλη την αναθεώρηση των σχεδίων αυτών εντός έξι ετών από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της εν λόγω οδηγίας, ήτοι από τις 12 Δεκεμβρίου 2008.

22      Εντούτοις, η υποχρέωση αξιολογήσεως και, ενδεχομένως, αναθεωρήσεως των σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων που εγκρίθηκαν από τις Αυτόνομες Κοινότητες των Βαλεαρίδων Νήσων και των Καναρίων Νήσων, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98, μπορούσε να γεννηθεί μόνον κατά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στην εθνική έννομη τάξη, όπως προκύπτει από τα άρθρο 40, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας, ήτοι στις 12 Δεκεμβρίου 2010.

23      Κατά συνέπεια, η προθεσμία την οποία τάσσει στα κράτη μέλη το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98 προς εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο αυτό έληγε μόνον μετά το πέρας εξαετίας από την εκπνοή της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας αυτής στην εθνική έννομη τάξη, δηλαδή στις 12 Δεκεμβρίου 2016.

24      Επομένως, αποστέλλοντας στο Βασίλειο της Ισπανίας προειδοποιητική επιστολή στις 18 Νοεμβρίου 2016 και ζητώντας του, με αυτήν, να παύσει την προβαλλόμενη παράβαση της υποχρεώσεως που προβλέπεται στο άρθρο 30, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, η Επιτροπή κίνησε πρόωρα το στάδιο της κατά το άρθρο 258 ΣΛΕΕ προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας.

25      Δεδομένου ότι η υποχρέωση της οποίας την παράβαση προέβαλε η Επιτροπή γεννήθηκε μετά την ημερομηνία εκδόσεως της προειδοποιητικής επιστολής, η Επιτροπή δεν μπορούσε να προβάλει νομίμως καμία παράβαση της υποχρεώσεως την οποία προβλέπει το εν λόγω άρθρο 30, παράγραφος 1.

26      Αν γινόταν δεκτό το αντίθετο, θα διακυβευόταν αναπόφευκτα η τήρηση των απαιτήσεων της ασφάλειας δικαίου, οι οποίες είναι συμφυείς με κάθε διαδικασία που μπορεί να καταλήξει σε ένδικη διαφορά (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2001, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-230/99, EU:C:2001:100, σκέψη 34 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

27      Δεύτερον, το ίδιο ισχύει όσον αφορά την προβαλλόμενη παράβαση της υποχρεώσεως κοινοποιήσεως κάθε ουσιαστικής αναθεωρήσεως των σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων, κατά την έννοια του άρθρου 33, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/98.

28      Πράγματι, δεδομένου ότι η ως άνω υποχρέωση κοινοποιήσεως έχει παρακολουθηματικό χαρακτήρα έναντι της υποχρεώσεως αναθεωρήσεως των σχεδίων αυτών, μόνο μετά την περάτωση της διαδικασίας αξιολογήσεως και της ενδεχόμενης αναθεωρήσεως των εν λόγω σχεδίων είναι δυνατόν να εκτιμηθεί το περιεχόμενο της αναθεωρήσεως και να διαπιστωθεί, ενδεχομένως, ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί την υποχρέωση κοινοποιήσεως περί της οποίας γίνεται λόγος στο άρθρο 33, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.

29      Επομένως, η Επιτροπή δεν μπορούσε να προβάλει νομίμως καμία παράβαση της υποχρεώσεως κοινοποιήσεως κατά την έννοια του ως άνω άρθρου 33, παράγραφος 1, πριν από τη λήξη της προθεσμίας έξι ετών που προβλέπεται στο άρθρο 30, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, ήτοι πριν από τις 12 Δεκεμβρίου 2016.

30      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, η προσφυγή της Επιτροπής λόγω παραβάσεως κράτους μέλους πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

 Επί των δικαστικών εξόδων

31      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι το Βασίλειο της Ισπανίας ζήτησε την καταδίκη της Επιτροπής στα δικαστικά έξοδα και η προσφυγή της τελευταίας κηρύχθηκε απαράδεκτη, η Επιτροπή πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)      Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.