Language of document : ECLI:EU:F:2012:179

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(πρώτο τμήμα)

της 11ης Δεκεμβρίου 2012

Υπόθεση F‑112/10

Cornelia Trentea

κατά

Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA)

«Υπαλληλική υπόθεση — Προσωπικό του FRA — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Ανακοίνωση κενής θέσης — Απόρριψη υποψηφιότητας»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή που ασκήθηκε δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, και με την οποία η C. Trentea ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αφενός να ακυρώσει τις αποφάσεις του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: FRA) με τις οποίες απορρίφθηκε η υποψηφιότητα της προσφεύγουσας-ενάγουσας για μια θέση γραμματέα και προσλήφθηκε άλλος υποψήφιος στη θέση αυτή και αφετέρου να υποχρεώσει τον FRA να της καταβάλει χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη της.

Απόφαση: Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται. Η προσφεύγουσα-ενάγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα του FRA.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Διαδικασία — Πρόσληψη από τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκτακτου υπαλλήλου ενόψει της πλήρωσης θέσης που αφορά απασχόληση μακράς διάρκειας — Υποχρέωση κίνησης διαδικασίας πρόσληψης υπηρετούντος ήδη μέλους του προσωπικού του ή διαδικασίας πρόσληψης μέλους του προσωπικού άλλου οργανισμού της Ένωσης και εξάντλησης των δυνατοτήτων της διαδικασίας αυτής πριν από την έναρξη οποιασδήποτε εξωτερικής διαδικασίας — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 110· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρα 2, στοιχείο α΄, και 12 § 5)

2.      Υπάλληλοι — Ανακοίνωση κενής θέσης — Αντικείμενο — Συγκριτική εξέταση των προσόντων των υποψηφίων — Εξουσία εκτίμησης της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής ή της αρχής που είναι εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων εργασίας — Όρια — Τήρηση των προϋποθέσεων που θέτει η ανακοίνωση κενής θέσης

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 29)

3.      Υπάλληλοι — Ύπαρξη κενής θέσης — Συγκριτική εξέταση των προσόντων των υποψηφίων — Τρόποι — Δυνατότητα ακρόασης των υποψηφίων σε κάθε φάση της εξέτασης των υποψηφιοτήτων

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 29)

4.      Υπάλληλοι — Βλαπτική απόφαση — Απόρριψη υποψηφιότητας — Υποχρέωση αιτιολόγησης — Έκταση — Τήρηση του απορρήτου των εργασιών της επιτροπής επιλογής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 25, εδ. 2· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 2, στοιχείο γ΄)

5.      Υπάλληλοι — Ύπαρξη κενής θέσης — Συγκριτική εξέταση των προσόντων των υποψηφίων — Εξουσία εκτίμησης της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής ή της αρχής που είναι εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων εργασίας — Τήρηση των προϋποθέσεων που θέτει η ανακοίνωση κενής θέσης — Δικαστικός έλεγχος — Όρια — Πρόδηλο σφάλμα εκτίμησης — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 29)

1.      Οι διατάξεις του άρθρου 2 της απόφασης 2009/3 του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), για τις γενικές εκτελεστικές διατάξεις του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης σχετικά με τις διαδικασίες που διέπουν την πρόσληψη και απασχόληση έκτακτων υπαλλήλων από τον FRA, οι οποίες προβλέπουν ότι «οι θέσεις που αφορούν απασχόληση μακράς διάρκειας μπορούν να καλύπτονται με πρόσληψη υπηρετούντων ήδη μελών του προσωπικού του FRA ή άλλων οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πριν καλυφθούν κατόπιν εξωτερικής διαδικασίας πρόσληψης», και ότι «η ανακοίνωση για την ύπαρξη κενής θέσης για απασχόληση μακράς διάρκειας μπορεί να δημοσιεύεται ταυτόχρονα εντός του FRA και των άλλων οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πριν δοθεί δημοσιότητα εκτός του FRA ή των άλλων αυτών οργανισμών», δεν μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι επιβάλλουν στον FRA την υποχρέωση, ενόψει της πλήρωσης θέσης που αφορά απασχόληση μακράς διάρκειας, να κινήσει διαδικασία πρόσληψης υπηρετούντος ήδη μέλους του προσωπικού του ή διαδικασία πρόσληψης μέλους του προσωπικού άλλου οργανισμού της Ένωσης και να εξαντλήσει τις δυνατότητες της διαδικασίας αυτής πριν κινήσει οποιαδήποτε εξωτερική διαδικασία.

Η χρήση του ρήματος «μπορώ» τονίζει απλώς το γεγονός ότι ο FRA έχει την ευχέρεια, όταν κρίνει ότι μια θέση που αφορά απασχόληση μακράς διάρκειας μπορεί, κατά πάσα πιθανότητα, να καλυφθεί κατόπιν διαδικασίας πρόσληψης μέλους του προσωπικού του ή του προσωπικού άλλου οργανισμού της Ένωσης, να εφαρμόζει οποιαδήποτε από αυτές τις δύο διαδικασίες. Επομένως, στην περίπτωση που ο FRA κρίνει αντίθετα ότι δεν υπάρχει επαρκής βαθμός βεβαιότητας ότι κάποια από αυτές τις δύο διαδικασίες πρόσληψης θα καταστήσει δυνατή την κάλυψη της οικείας θέσης, ο οργανισμός αυτός έχει τη δυνατότητα να κινήσει ευθύς εξαρχής τη διαδικασία πρόσληψης ατόμου που δεν υπηρετεί ήδη στον FRA ή σε άλλο οργανισμό της Ένωσης.

Επιπλέον, η ερμηνεία του άρθρου 2 της απόφασης 2009/3 υπό την έννοια ότι επιβάλλει στον FRA την υποχρέωση να εξαντλήσει τις δυνατότητες της διαδικασίας πρόσληψης μέλους του προσωπικού του ή μέλους του προσωπικού άλλου οργανισμού της Ένωσης πριν κινήσει οποιαδήποτε εξωτερική διαδικασία θα ήταν αντίθετη προς την οικονομία της διάταξης αυτής, η οποία αποσκοπεί να παράσχει στον FRA, το προσωπικό του οποίου είναι βέβαιο ότι θα αυξάνεται, τη δυνατότητα να προσλαμβάνει υπαλλήλους με ταχύ ρυθμό, ώστε να μπορεί να εκτελεί όλα τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί.

(βλ. σκέψεις 46 και 47)

2.      Η λειτουργία της ανακοίνωσης για την ύπαρξη κενής θέσης είναι αφενός να ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους όσο το δυνατόν ακριβέστερα για τη φύση των απαιτούμενων προϋποθέσεων για την κατάληψη της προς πλήρωση θέσης, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να εκτιμήσουν αν μπορούν να υποβάλουν υποψηφιότητα, και αφετέρου να καθορίζει το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου η εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων εργασίας αρχή θα προβεί στη συγκριτική εξέταση των προσόντων των υποψηφίων. Λόγω της δεύτερης αυτής λειτουργίας της εν λόγω ανακοίνωσης, πρέπει να αναφέρονται επακριβώς οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, ώστε να είναι δυνατή η συγκριτική αυτή εξέταση και να αιτιολογείται η επιλογή στην οποία καταλήγει η εξέταση αυτή.

Από την άποψη αυτή, το γεγονός ότι η ανακοίνωση κενής θέσης δεν περιελάμβανε στοιχεία σχετικά με τη στάθμιση καθεμιάς από τις προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία ή με τη μέθοδο αξιολόγησης της γραπτής και της προφορικής δοκιμασίας δεν σημαίνει ότι η επιλογή της υποψήφιας στην οποία κατέληξε η διαδικασία πραγματοποιήθηκε χωρίς να ληφθούν υπόψη οι προϋποθέσεις συμμετοχής αυτές, αλλά δείχνει απλώς ότι, εντός του νομικού πλαισίου που συνιστούσε η ανακοίνωση κενής θέσης, η εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων εργασίας αρχή θέλησε να παράσχει στην επιτροπή επιλογής διακριτική ευχέρεια σχετικά με τη στάθμιση καθεμιάς από τις προϋποθέσεις συμμετοχής και σχετικά με τον συγκεκριμένο τρόπο διεξαγωγής της γραπτής και της προφορικής δοκιμασίας.

(βλ. σκέψεις 57 και 58)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 19 Φεβρουαρίου 1998, T‑3/97, Campogrande κατά Επιτροπής, σκέψη 100

3.      Στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει η εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων εργασίας αρχή για τον καθορισμό των κανόνων για τη συγκριτική εξέταση των υποψηφιοτήτων, εναπόκειται στην αρχή αυτή, καθώς και στους διαφόρους προϊσταμένους υπηρεσιών των οποίων ζητείται η γνώμη κατά τη διαδικασία επιλογής, να εκτιμούν, σε κάθε στάδιο της εξέτασης των υποψηφιοτήτων, αν συντρέχει λόγος να συγκεντρώσουν, στο οικείο στάδιο, συμπληρωματικές πληροφορίες ή συμπληρωματικά στοιχεία αξιολόγησης, οργανώνοντας συνεντεύξεις με όλους τους υποψηφίους ή με ορισμένους μόνο από αυτούς, προκειμένου να μπορέσουν να λάβουν απόφαση έχοντας πλήρη εικόνα του ζητήματος.

(βλ. σκέψη 62)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 11 Ιουλίου 2007, T‑93/03, Κονιδάρης κατά Επιτροπής, σκέψη 107 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

4.      Η υποχρέωση αιτιολόγησης την οποία επιβάλλει το άρθρο 25, δεύτερο εδάφιο, του ΚΥΚ έχει ως σκοπό αφενός να παράσχει στον ενδιαφερόμενο επαρκή στοιχεία προκειμένου να εκτιμήσει τη βασιμότητα της βλαπτικής γι’ αυτόν πράξης και τη σκοπιμότητα άσκησης προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου ΔΔ και αφετέρου να παράσχει στο Δικαστήριο ΔΔ τη δυνατότητα να ασκήσει τον έλεγχό του όσον αφορά τη νομιμότητα της πράξης. Επιπλέον, το άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ορίζει ότι το θεμελιώδες δικαίωμα για χρηστή διοίκηση εμπερικλείει «την υποχρέωση της Διοίκησης να αιτιολογεί τις αποφάσεις της».

Η υποχρέωση αιτιολόγησης αυτή πρέπει πάντως να συνδυάζεται, στο πλαίσιο των διαδικασιών πρόσληψης προσωπικού για την κάλυψη κενών θέσεων, με την τήρηση του απορρήτου των εργασιών της επιτροπής επιλογής, η οποία επιτάσσει τόσο τη μη κοινολόγηση της στάσης κάθε επιμέρους μέλους της επιτροπής επιλογής όσο και τη μη αποκάλυψη οποιουδήποτε στοιχείου που έχει σχέση με εκτιμήσεις προσωπικού ή συγκριτικού χαρακτήρα που αφορούν τους υποψηφίους.

(βλ. σκέψεις 89 και 90)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 15 Σεπτεμβρίου 2005, T‑132/03, Casini κατά Επιτροπής, σκέψη 30 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· 14 Νοεμβρίου 2006, T‑494/04, Neirinck κατά Επιτροπής, σκέψη 73

5.      Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει η διοίκηση σε θέματα διορισμών ή προαγωγών προϋποθέτει επιμελή και αμερόληπτη εξέταση όλων των κρίσιμων στοιχείων κάθε υποψηφιότητας και ευσυνείδητη τήρηση των απαιτήσεων που περιέχονται στην ανακοίνωση της κενής θέσης, πράγμα που σημαίνει ότι η διοίκηση υποχρεούται να απορρίπτει κάθε υποψήφιο που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις αυτές. Η ανακοίνωση κενής θέσης αποτελεί δηλαδή το νομικό πλαίσιο που επιβάλλει η ίδια η διοίκηση στον εαυτό της και το οποίο οφείλει να τηρεί σχολαστικώς.

Στην περίπτωση της εκτίμησης ενδεχομένου σφάλματος κατά την επιλογή του επιλεγέντος υποψηφίου, το σφάλμα αυτό πρέπει να είναι πρόδηλο και να βαίνει πέρα των ορίων της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει η διοίκηση, εντός του νομικού πλαισίου που χαράσσει η ανακοίνωση κενής θέσης, κατά τη σύγκριση των προσόντων των υποψηφίων και την εκτίμηση του συμφέροντος της υπηρεσίας. Ο έλεγχος του δικαστή της Ένωσης πρέπει να περιορίζεται στο ζήτημα αν η διοίκηση, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων στα οποία στηρίχθηκε για να διαμορφώσει την εκτίμησή της, κινήθηκε εντός λογικών ορίων και δεν έκανε χρήση της εξουσίας της κατά τρόπο προφανώς εσφαλμένο ή για σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς για τους οποίους της είχε ανατεθεί η εξουσία αυτή. Κατά συνέπεια, η εκτίμηση του δικαστή της Ένωσης όσον αφορά τα προσόντα και τις ικανότητες των υποψηφίων δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εκτίμηση της διοίκησης, όταν από κανένα από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει πρόδηλη πλάνη της διοίκησης κατά την εκτίμηση των εν λόγω προσόντων και ικανοτήτων.

Εντούτοις, το γεγονός και μόνο ότι ένας υπάλληλος έχει προφανή και αναγνωρισμένα προσόντα δεν αποκλείει, στο πλαίσιο της συγκριτικής εξέτασης των προσόντων των υποψηφίων, το ενδεχόμενο να έχουν άλλοι υποψήφιοι υπέρτερα προσόντα. Ομοίως, το γεγονός ότι ένας υποψήφιος ανταποκρινόταν σε όλες τις προϋποθέσεις που έθετε η ανακοίνωση κενής θέσης δεν αρκεί ως απόδειξη ύπαρξης πρόδηλου σφάλματος εκτίμησης της διοίκησης.

(βλ. σκέψεις 101, 102 και 104)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 30 Οκτωβρίου 1974, 188/73, Grassi κατά Συμβουλίου, σκέψεις 26, 38 και 41· 4 Φεβρουαρίου 1987, 324/85, Bouteiller κατά Επιτροπής, σκέψη 6

ΓΔΕΕ: 18 Σεπτεμβρίου 2003, T‑73/01, Παππάς κατά Επιτροπής των Περιφερειών, σκέψη 54· 9 Νοεμβρίου 2004, T‑116/03, Montalto κατά Συμβουλίου, σκέψη 65· 4 Μαΐου 2005, T‑30/04, Sena κατά ΕΟΑΑ, σκέψη 80

ΔΔΔΕΕ: 6 Μαΐου 2009, F‑39/07, Campos Valls κατά Συμβουλίου, σκέψη 43