Language of document : ECLI:EU:F:2011:22

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 15ης Μαρτίου 2011

Υπόθεση F‑120/07

Guido Strack

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Μεταφορά ημερών ετήσιας άδειας — Άρθρο 4 του παραρτήματος V του ΚΥΚ — Λόγοι αναγόμενοι στις ανάγκες της υπηρεσίας — Άρθρο 73 του ΚΥΚ — Οδηγία 2003/88/ΕΚ — Δικαίωμα για ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών — Αναρρωτική άδεια»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή, ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο G. Strack ζητεί την ακύρωση των αποφάσεων της Επιτροπής της 30ής Μαρτίου 2005, της 25ης Οκτωβρίου 2005, της 15ης Μαρτίου 2007 και της 20ής Ιουλίου 2007, καθόσον περιορίζουν σε 12 τις μεταφερόμενες ως μη χρησιμοποιηθείσες κατά το έτος 2004 ημέρες ετήσιας άδειας και περιορίζουν αντιστοίχως το ποσό που καταβάλλεται ως αποζημίωση κατά τη λήξη των καθηκόντων, καθώς και να καταδικαστεί η Επιτροπή στην καταβολή αποζημιώσεως αντιστοιχούσας σε 26,5 ημέρες ετήσιας άδειας προσαυξημένης με τόκους υπερημερίας υπολογιζόμενους από 1ης Απριλίου 2005.

Απόφαση: Η απόφαση της Επιτροπής της 15ης Μαρτίου 2007, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του G. Strack για μεταφορά του υπολοίπου της άδειάς του του έτους 2004, ακυρώνεται Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος-ενάγοντος.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Άδειες — Ετήσια άδεια — Οριστική λήξη των καθηκόντων — Αντισταθμιστική αποζημίωση για μη ληφθείσα άδεια — Υπολογισμός της αποζημιώσεως

(Οδηγία 2003/88 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 7 § 2)

2.      Υπάλληλοι — Άδειες — Ετήσια άδεια — Μεταφορά λόγω μακροχρόνιας απουσίας οφειλόμενης σε ασθένεια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 1ε και 57· παράρτημα V, άρθρο 4, εδ. 1)

1.      Από το άρθρο 7, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/88, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, προκύπτει ότι ένας υπάλληλος του οποίου η για ιατρικούς λόγους ανικανότητα προς εργασία διήρκεσε σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς δεν μπορεί να στερηθεί της δυνατότητας να λάβει χρηματική αποζημίωση έναντι της μη ληφθείσας ετήσιας άδειας.

Η χρηματική αυτή αποζημίωση πρέπει να υπολογίζεται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται στον εν λόγω εργαζόμενο κατάσταση παρόμοια με εκείνη στην οποία θα ήταν αν είχε ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα κατά τη διάρκεια της σχέσεως εργασίας. Ως εκ τούτου, οι κανονικές αποδοχές του εργαζομένου, οι οποίες συνεχίζουν να καταβάλλονται κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαύσεως που αντιστοιχεί στην ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, έχουν καθοριστική σημασία και όσον αφορά τον υπολογισμό της χρηματικής αποζημιώσεως για ετήσια άδεια η οποία δεν έχει ληφθεί κατά τη λήξη της σχέσεως εργασίας.

(βλ. σκέψεις 65 και 69)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 20 Ιανουαρίου 2009, C‑350/06 και C‑520/06, Schultz-Hoff, σκέψη 61

2.      Στην περίπτωση που ένας υπάλληλος εμποδίζεται να λάβει την ετήσια άδειά του λόγω μακροχρόνιας απουσίας οφειλόμενης σε ασθένεια, το σύνολο της ετήσιας άδειας που προβλέπει ο Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής. ΚΥΚ), κατ’ εφαρμογήν του συνδυασμού των άρθρων 1ε και 57 του ΚΥΚ, μεταφέρεται, παρά τους περιορισμούς που περιέχονται στο άρθρο 4, πρώτο εδάφιο, του παραρτήματος V του ΚΥΚ σχετικά με τις δυνατότητες μεταφοράς της μη ληφθείσας ετήσιας άδειας στο επόμενο έτος.

Είναι, συνεπώς, ακυρωτέα η απόφαση με την οποία η Διοίκηση αρνείται, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου αυτού, τη μεταφορά, πέραν των δώδεκα αυτοδικαίως μεταφερομένων ημερών, των ημερών ετήσιας άδειας που δεν ελήφθησαν από υπάλληλο λόγω αναρρωτικής άδειας μακράς διάρκειας.

(βλ. σκέψεις 77 και 79)