Language of document : ECLI:EU:C:2011:425

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

JULIANE KOKOTT

της 28ης Ιουνίου 2011 (1)

Υπόθεση C‑404/09

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Βασιλείου της Ισπανίας

«Περιοχή “Alto Sil” – Οδηγία 85/337/ΕΟΚ – Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων στο περιβάλλον – Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Προστασία των φυσικών οικοτόπων και των ειδών άγριας ζωής – Καφέ αρκούδα (Ursus arctos) – Αγριόκουρκος (Tetrao urogallus)»





Περιεχόμενα


I –   Εισαγωγή

II – Το νομικό πλαίσιο

Α –   Η οδηγία ΕΠΕΕ

Β –   Η οδηγία περί προστασίας των πτηνών

Γ –   Η οδηγία περί οικοτόπων

III – Τα πραγματικά περιστατικά, η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία και τα αιτήματα των διαδίκων

IV – Νομική εκτίμηση

Α –   Επί της εγκρίσεως των έργων «Nueva Julia»και «Ladrones» σε σχέση με τη ΖΕΠΠ «Alto Sil»

1.     Επί της ανάγκης εκτιμήσεως των σχεδίων

2.     Επί της εκτιμήσεως των επιπτώσεων λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως της ΖΕΠΠ «Alto Sil»

Β –   Επί των επιπτώσεων στη ΖΕΠΠ «Alto Sil»

1.     Επί της δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2 της οδηγίας περί οικοτόπων

2.     Επί των επιπτώσεων των σχεδίων

α)     Επί της εδαφικής εκμεταλλεύσεως

β)     Επί των επιπτώσεων σε γειτονικές εκτάσεις

γ)     Επί του διαχωριστικού αποτελέσματος των υπαίθριων ορυχείων

δ)     Το ενδιάμεσο συμπέρασμα

3.     Επί της ευθύνης της Ισπανίας

4.     Επί της δικαιολογήσεως των επιπτώσεων στον αγριόκουρκο

5.     Το ενδιάμεσο συμπέρασμα επί του δεύτερου σκέλους του δεύτερου λόγου της προσφυγής

Γ –   Επί της προσωρινής προστασίας του προτεινόμενου τόπου κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ) «Alto Sil»

Δ –   Επί της εγκρίσεως σχεδίων σε σχέση με τον ΤΚΣ «Alto Sil»

Ε –   Επί των επιπτώσεων στον ΤΚΣ «Alto Sil»

1.     Επί της καταστροφής εκτάσεων προστατευόμενων οικοτόπων

2.     Επί της καταστροφής γειτονικών εκτάσεων και επί του διαχωριστικού αποτελέσματος

3.     Το ενδιάμεσο συμπέρασμα επί του δεύτερου σκέλους του τέταρτου λόγου της προσφυγής

ΣΤ – Επί της οδηγίας ΕΠΕΕ

1.     Επί της ανάγκης εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων

2.     Επί των εξεταζόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων

V –   Επί των δικαστικών εξόδων

VI – Συμπέρασμα



I –    Εισαγωγή

1.        Στην παρούσα διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσάπτει στο Βασίλειο της Ισπανίας ότι παρέβη τις υποχρεώσεις του οι οποίες απορρέουν από την οδηγία περί εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (2) (στο εξής: οδηγία ΕΠΕΕ) και την οδηγία περί οικοτόπων (3), εγκρίνοντας και εποπτεύοντας τη λειτουργία διαφόρων υπαίθριων εξορυκτικών έργων στην περιφέρεια Καστίλης και Λεόν. Τα έργα βρίσκονται εντός περιοχής η οποία προστατεύεται κατά την οδηγία περί οικοτόπων και κατά την οδηγία περί προστασίας των πτηνών (4). Η Επιτροπή βάλλει κατά της εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων έργων και κατά της βλάβης της περιοχής.

2.        Πολλά από τα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν μπορούν να επιλυθούν βάσει της υφιστάμενης νομολογίας. Ωστόσο, δεν έχει διευκρινισθεί έως τώρα, το εύρος της υποχρεώσεως αποτροπής υποβαθμίσεως και ενοχλήσεων των οικοτόπων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, όταν οι επιπτώσεις οφείλονται σε σχέδια τα οποία εγκρίθηκαν πριν από την έναρξη εφαρμογής των προστατευτικών διατάξεων της οδηγίας περί οικοτόπων (5). Επίσης, υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το αναγκαίο περιεχόμενο της εκτιμήσεως των επιπτώσεων στο περιβάλλον κατά την οδηγία ΕΠΕΕ (6). Εξάλλου, η αξιολόγηση της προκειμένης περιπτώσεως παρουσιάζει δυσχέρειες κυρίως λόγω των περίπλοκων πραγματικών περιστατικών.

II – Το νομικό πλαίσιο

 Α       Η οδηγία ΕΠΕΕ

3.        Το άρθρο 2, παράγραφος 1, καθορίζει τον σκοπό της οδηγίας:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε πριν χορηγηθεί η άδεια, τα έργα τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω, μεταξύ άλλων, της φύσεως, του μεγέθους ή της θέσεώς τους, να χρειάζονται άδεια και εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αυτά τα σχέδια καθορίζονται στο άρθρο 4.»

4.        Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας περιγράφει το αντικείμενο της εκτιμήσεως των επιπτώσεων στο περιβάλλον:

«Η εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον εντοπίζει, περιγράφει και αξιολογεί κατάλληλα, σε συνάρτηση με κάθε ειδική περίπτωση και σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 11 τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις ενός σχεδίου πάνω στους εξής παράγοντες:

–        στον άνθρωπο, στην πανίδα και στη χλωρίδα,

–        στο έδαφος, στα ύδατα, στον αέρα, στο κλίμα και στο τοπίο,

–        στα υλικά αγαθά και στην πολιτιστική κληρονομιά,

–        στην αλληλεπίδραση μεταξύ των παραγόντων που αναφέρονται στην πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση.»

5.        Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1 και το παράρτημα Ι, σημείο 19, της οδηγίας ΕΠΕΕ, τα υπαίθρια ορυχεία με επιφάνεια εξορύξεως άνω των 25 εκταρίων υποβάλλονται υποχρεωτικά σε εκτίμηση σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 10.

6.        Το άρθρο 5 της οδηγίας προβλέπει τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των επιπτώσεων στο περιβάλλον:

«1.      Στην περίπτωση των σχεδίων που, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4, πρέπει να υποβάλλονται σε εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 10, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε ο κύριος του έργου να παρέχει, υπό την κατάλληλη μορφή, τις πληροφορίες που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ, στο μέτρο που:

α)      τα κράτη μέλη κρίνουν ότι οι πληροφορίες αυτές ανταποκρίνονται σε ένα δεδομένο στάδιο της διαδικασίας για άδεια και στα ειδικά χαρακτηριστικά ενός συγκεκριμένου σχεδίου ή ενός τύπου σχεδίου και των στοιχείων του περιβάλλοντος που ενδέχεται να θιγούν·

β)      τα κράτη μέλη κρίνουν ότι μπορούν εύλογα να απαιτήσουν από τον κύριο του έργου να συλλέξει τα στοιχεία, λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, υπόψη τις υπάρχουσες γνώσεις και μεθόδους εκτίμησης.

2.      […]

3.      Οι πληροφορίες τις οποίες παρέχει ο κύριος του έργου, σύμφωνα με την παράγραφο 1, πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

–        τη θέση, το σχεδιασμό και το μέγεθος του έργου·

–        περιγραφή των μέτρων που μελετώνται προκειμένου να αποφευχθούν, να μειωθούν και, αν είναι δυνατό, να αντιμετωπισθούν οι σημαντικότερες δυσμενείς επιπτώσεις·

–        τα απαραίτητα στοιχεία για την εξακρίβωση και την εκτίμηση των σημαντικών επιπτώσεων που το σχέδιο προβλέπεται ότι θα έχει στο περιβάλλον·

–        σύνοψη των κύριων εναλλακτικών λύσεων που μελετά ο κύριος του έργου και υπόδειξη των κύριων λόγων της επιλογής του, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων στο περιβάλλον·

–        μία μη τεχνική περίληψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση.

(4)      […]»

7.        Οι κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας ΕΠΕΕ, πληροφορίες διευκρινίζονται στο παράρτημα IΙΙ:

«[…]

4.      Περιγραφή(1) των σημαντικών επιπτώσεων που το προτεινόμενο σχέδιο ενδέχεται να δημιουργήσει στο περιβάλλον από:

–        την ίδια την ύπαρξη του όλου έργου,

–        τη χρήση των φυσικών πόρων,

–        την εκπομπή ρυπαντών, τη δημιουργία οχλήσεων και τη διάθεση των αποβλήτων,

και αναφορά, εκ μέρους του κυρίου του έργου, των μεθόδων πρόβλεψης που ακολουθεί για την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον.

[…]

(1)      Αυτή η περιγραφή θα πρέπει να αφορά τις άμεσες και, ενδεχομένως, τις έμμεσες, τις δευτερεύουσες, τις σωρευτικές, τις βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες, τις μόνιμες και προσωρινές, τις θετικές και αρνητικές επιπτώσεις του σχεδίου.»

 Β       Η οδηγία περί προστασίας των πτηνών

8.        Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί προστασίας των πτηνών προβλέπει ότι τα κράτη μέλη κατατάσσουν τα πιο κατάλληλα εδάφη για την προστασία των πτηνών κατά το παράρτημα Ι της οδηγίας και για την προστασία των αποδημητικών πτηνών σε Ζώνες Ειδικής Προστασίας Πτηνών (στο εξής: ΖΕΠΠ).

9.        Στο παράρτημα I της οδηγίας περί προστασίας των πτηνών υπάρχει ειδική αναφορά στον αγριόκουρκο (Tetrao urogallus).

10.      Το άρθρο 4, παράγραφος 4, εδάφιο 1, της οδηγίας περί προστασίας των πτηνών ρυθμίζει την προστασία των ΖΕΠΠ:

«Τα κράτη μέλη υιοθετούν κατάλληλα μέτρα για να αποφύγουν στις ζώνες προστασίας που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 τη ρύπανση ή τη φθορά των οικοτόπων, καθώς και τις επιζήμιες για τα πτηνά διαταράξεις, όταν αυτές έχουν σημαντικές συνέπειες σε σχέση με τους αντικειμενικούς στόχους του παρόντος άρθρου.»

 Γ –      Η οδηγία περί οικοτόπων

11.      Κατά το άρθρο 4, παράγραφος, 1 και το παράρτημα ΙΙΙ (στάδιο 1) της οδηγίας περί οικοτόπων, τα κράτη μέλη προτείνουν στην Επιτροπή έναν κατάλογο τόπων, όπου υποδεικνύεται ποιοι τύποι φυσικών οικοτόπων από τους αναφερόμενους στο παράρτημα I και ποια τοπικά είδη από τα απαριθμούμενα στο παράρτημα II, απαντώνται στους εν λόγω τόπους. Η Επιτροπή επιλέγει, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2 και το παράρτημα ΙΙΙ (στάδιο 2), μεταξύ αυτών των προτάσεων, τους τόπους οι οποίοι θα ενταχθούν στον κατάλογο των τόπων κοινοτικής σημασίας (στο εξής: ΤΚΣ).

12.      Ορισμένα από τα είδη και από τους οικότοπους που προστατεύει η οδηγία περί οικοτόπων έχουν προτεραιότητα. Κατά το άρθρο 1, στοιχεία δ και η, οι περιπτώσεις αυτές διακρίνονται, διότι διατρέχουν τον κίνδυνο να εξαφανιστούν και για τη διατήρηση τους η Κοινότητα φέρει ιδιαίτερη ευθύνη.

13.      Στην προκειμένη περίπτωση έχουν σημασία οι ακόλουθοι άνευ προτεραιότητας οικότοποι του παραρτήματος Ι της οδηγίας περί οικοτόπων:

–        4030 – Ευρωπαϊκά ξηρά χέρσα εδάφη,

–        4090 – Ενδημικά ορεινά μεσογειακά χέρσα εδάφη με ακανθώδεις θάμνους,

–        6160 – Πυριτιούχοι ορεινοί ιβηρικοί λειμώνες με Festuca indigesta,

–        6510 – Χαμηλού υψομέτρου θεριζόμενοι λειμώνες (Alopecurus pratensis, Sanguisorba officinalis),

–        8230 – Πυριτικοί βράχοι με πρωτογενή βλάστηση Sedo-Scleranthion ή Sedo albi-Veronicion dillenii και

–        9230 – Γαλικιακά-Πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica.

14.      Επίσης, πρέπει να ληφθεί υπόψη και η καφέ αρκούδα (Ursus arctos), η οποία καταλέγεται ως είδος προτεραιότητας στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας περί οικοτόπων.

15.      Το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας περί οικοτόπων περιλαμβάνει τις διατάξεις περί ειδικών ζωνών διατηρήσεως:

«2.      Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

3.      Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη.

4.      Αν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να υλοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε.

[...]»

16.      Συναφώς, η δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας περί οικοτόπων επισημαίνει:

«[…] κάθε σχέδιο ή πρόγραμμα που ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά τους στόχους διατηρήσεως ενός τόπου που έχει χαρακτηρισθεί ή θα χαρακτηρισθεί στο μέλλον πρέπει να υπόκειται στην κατάλληλη εκτίμηση·»

17.      Το άρθρο 7 της οδηγίας περί οικοτόπων μεταφέρει αυτές τις διατάξεις και ως προς τις ΖΕΠΠ κατά την οδηγία περί προστασίας των πτηνών:

«Οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας αντικαθιστούν τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την πρώτη πρόταση της παραγράφου 4 του άρθρου 4 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, όσον αφορά τις ζώνες που χαρακτηρίστηκαν δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ή αναγνωρίστηκαν με ανάλογο τρόπο δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 4 της εν λόγω οδηγίας, τούτο δε από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή από την ημερομηνία της ταξινόμησης ή της αναγνώρισης εκ μέρους ενός κράτους μέλους δυνάμει της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, εφόσον αυτή είναι μεταγενέστερη.»

18.      Η ρύθμιση αυτή επεξηγείται με την έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας περί οικοτόπων ως εξής:

«[…] όλες οι χαρακτηρισμένες ζώνες, συμπεριλαμβανομένων των ζωνών που έχουν ήδη ταξινομηθεί ή θα ταξινομηθούν στο μέλλον ως ειδικές ζώνες προστασίας δυνάμει της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ [...] πρέπει να ενσωματωθούν στο συγκροτημένο ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο.»

III – Τα πραγματικά περιστατικά, η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία και τα αιτήματα των διαδίκων

19.      Η περιοχή «Alto Sil», στο ανώτερο τμήμα της κοίτης του ποταμού Sil, έχει έκταση μεγαλύτερη των 43 000 εκταρίων και βρίσκεται βορειοδυτικώς της ισπανικής περιφέρειας Καστίλης και Λεόν, πλησίον των περιφερειών της Γαλικίας και των Αστουριών. Η εν λόγω περιοχή αποτελεί τμήμα συνεχόμενων προστατευόμενων ζωνών ευρείας εκτάσεως, οι οποίες, κατά κύριο λόγο, καλύπτουν διαδοχικά τα εδάφη από τη Γαλικία μέχρι την Κανταβρία (7).

20.      Το 1998, η Ισπανία πρότεινε το «Alto Sil» ως ΤΚΣ κατά την οδηγία περί οικοτόπων και το έτος 2000 το κατέταξε ως ΖΕΠΠ κατά την οδηγία περί προστασίας των πτηνών. Στις 7 Δεκεμβρίου 2004, η Επιτροπή περιέλαβε την περιοχή στον κατάλογο των ΤΚΣ, κατά την οδηγία περί οικοτόπων, με αριθμό ES0000210 (8).

21.      Στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων το οποίο αφορά την γνωστοποίηση περιοχών στην Επιτροπή, καταγράφονται μεταξύ άλλων 10 έως 15 δείγματα της καφέ αρκούδας και 42 έως 47 αρσενικά δείγματα του υποείδους του αγριόκουρκου της Κανταβρίας (Tetrao urogallus cantabricus) καθώς και ιδιαιτέρως οι ακόλουθες μορφές οικοτόπων:

–        4030 – Ευρωπαϊκά ξηρά χέρσα εδάφη (50 % της περιοχής, ήτοι άνω των 21 000 εκταρίων),

–        4090 – Ενδημικά ορεινά μεσογειακά χέρσα εδάφη με ακανθώδεις θάμνους (6 % της περιοχής, ήτοι περίπου 2600 εκτάρια),

–        6160 – Πυριτιούχοι ορεινοί ιβηρικοί λειμώνες με Festuca indigesta (1 % της περιοχής, ήτοι περίπου 430 εκτάρια),

–        8230 – Πυριτικοί βράχοι με πρωτογενή βλάστηση Sedo-Scleranthion ή Sedo albi-Veronicion dillenii (16 % της περιοχής, ήτοι άνω των 5 500 εκταρίων) και

–        9230 –Γαλικιακά-Πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica (6 % της περιοχής, ήτοι περίπου 2600 εκτάρια).

22.      Το 2001, η Επιτροπή έλαβε γνώση σχετικά με τη λειτουργία διαφόρων υπαίθριων ορυχείων εξορύξεως άνθρακα, τα οποία θα μπορούσαν να βλάψουν την περιοχή «Alto Sil».

23.      Μετά τις αρχικές έρευνες, η Επιτροπή ζήτησε από την Ισπανία, πρώτη φορά το έτος 2003, να λάβει θέση όσον αφορά πιθανή παράβαση των υποχρεώσεών της οι οποίες απορρέουν από την οδηγία περί οικοτόπων και από την οδηγία ΕΠΕΕ. Το 2005 η Επιτροπή απηύθυνε την πρώτη αιτιολογημένη γνώμη στην Ισπανία. Ως απάντηση, η Ισπανία κατέθεσε, μεταξύ άλλων, μελέτη η οποία εξετάζει τις επιπτώσεις των διαφόρων έργων και προτείνει μέτρα όσον αφορά την προστασία της περιοχής (στο εξής: μελέτη του 2005) (9).

24.      Κατόπιν δύο αποφάσεων του Δικαστηρίου (10), η Επιτροπή αξιολόγησε εκ νέου τα πραγματικά περιστατικά και την 29η Φεβρουαρίου 2008 ζήτησε για δεύτερη φορά από την Ισπανία να λάβει θέση. Μετά από την απάντηση της 7ης Μαΐου 2008 και ύστερα από περαιτέρω επαφές ακολούθησε, την 1η Δεκεμβρίου 2008, αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, με την οποία έθετε προθεσμία έως την 1η Φεβρουαρίου 2009 στην Ισπανία προκειμένου να παύσει η εκ μέρους της παραβίαση του δικαίου της Ένωσης. Εν συνεχεία, η Ισπανία απέστειλε μέχρι τις 30 Ιουλίου 2009 επιπλέον πληροφορίες.

25.      Κατά τις πληροφορίες αυτές, τα υπαίθρια εξορυκτικά έργα διακρίνονται σε δύο ομάδες.

26.      Βορείως του Sil και της περιοχής Villablino εξορύσσονται διάφορες βουνοκορφές και βουνοπλαγιές. Ανάμεσα σε αυτά τα έργα μεσολαβούν κυρίως κοιλάδες με ρέοντα ύδατα και ως εκ τούτου η απόσταση μεταξύ των έργων κυμαίνεται από ένα έως δύο χιλιόμετρα. Η Επιτροπή στρέφεται κατά του υπαίθριου ορυχείου «Feixolín» (95,86 εκτάρια, με άδεια από το 1986, έχει ήδη αποκατασταθεί) και του συνδεόμενου με αυτό «Ampliación de Feixolín» (επέκταση του «Feixolín», 93,9 εκτάρια), καθώς και κατά του ορυχείου «Fonfría» (350 εκτάρια, με άδεια από τις 21 Ιουλίου 1999). Παραπλεύρως, ανατολικά και δυτικά αυτών των έργων σχεδιάζονται και άλλα υπαίθρια ορυχεία. Όλα αυτά τοποθετούνται εντός της περιοχής «Alto Sil».

27.      Ιδιαιτέρως περίπλοκη είναι η κατάσταση όσον αφορά την επέκταση του «Feixolín». Το εν λόγω έργο δεν είχε εγκριθεί πριν από την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας την οποία έθετε με αιτιολογημένη γνώμη η Επιτροπή, αλλά λειτουργούσε ήδη σε τμήμα της περιοχής το οποίο κάλυπτε 35,24 εκτάρια. Για τον λόγο αυτό, την 9η Νοεμβρίου 2009, οι ισπανικές Αρχές επέβαλαν ποινή και διέταξαν τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων (11). Ήδη όμως από τις 11 Ιουνίου 2009 είχε εγκριθεί η εκμετάλλευση του επίμαχου ορυχείου όσον αφορά τμηματική περιοχή εκτάσεως 39,62 εκταρίων και στις 7 Οκτωβρίου 2009 διατάχθηκε η λήψη συγκεκριμένων μέτρων με σκοπό τον περιορισμό και την αντιστάθμιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

28.      Σε απόσταση περίπου 10 έως 15 χιλιομέτρων, νοτίως του ποταμού Sil, νοτιοδυτικώς της περιοχής Villa Seca de Laciano βρίσκονται τα υπόλοιπα έργα κατά των οποίων βάλλει η Επιτροπή, το «Salguero-Prégame-Valdesegadas» (196 εκτάρια, με άδεια από το 1986, έχει ήδη αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό), το «Nueva Julia» (405 εκτάρια, με άδεια από το 2003) και το «Ladrones» (117 εκτάρια, με άδεια από το 2003). Αυτά –και ένα ακόμη έργο υπό σχεδιασμό– συνορεύουν άμεσα μεταξύ τους. Μόνον το «Ladrones» όμως βρίσκεται εντός του «Alto Sil».

29.      Παρά τους ισχυρισμούς τις Ισπανίας, η Επιτροπή εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι υπήρξε παραβίαση του δικαίου της Ένωσης και ζητεί με την παρούσα προσφυγή, η οποία ασκήθηκε την 20ή Οκτωβρίου ενώπιον του Δικαστηρίου,

1.      να αναγνωριστεί:

α)      ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, εγκρίνοντας τη λειτουργία των υπαίθριων ορυχείων «Fonfría», «Nueva Julia» και «Ladrones» χωρίς να εξαρτήσει την έγκριση αυτή από προηγούμενη αξιολόγηση με σκοπό να προσδιοριστούν, να περιγραφούν και να εκτιμηθούν δεόντως τα άμεσα, έμμεσα και σωρευτικά αποτελέσματα τα οποία έχει η λειτουργία των υφιστάμενων υπαίθριων ορυχείων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2 και 3 καθώς και από το άρθρο 5, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας ΕΠΕΕ·

β)      ότι, από το 2000, έτος κατά το οποίο η περιοχή «Alto Sil» χαρακτηρίστηκε ως ΖΕΠΠ, το Βασίλειο της Ισπανίας,

–        εγκρίνοντας τη λειτουργία των υπαίθριων ορυχείων «Nueva Julia» και «Ladrones» χωρίς να εξαρτήσει την έγκριση αυτή από κατάλληλη αξιολόγηση των ενδεχομένων επιπτώσεων των εν λόγω σχεδίων και, εν πάση περιπτώσει, χωρίς να εξασφαλίσει ότι, παρά τους κινδύνους που παρουσίαζαν τα προαναφερθέντα σχέδια για το είδος «αγριόκουρκος» που συνιστά ένα από τα προστατευόμενα είδη που οδήγησαν στον χαρακτηρισμό της περιοχής «Alto Sil» ως ΖΕΠΠ και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, εντούτοις πληρούνταν οι όροι υπό τους οποίους επιτρέπεται η υλοποίηση ενός σχεδίου μόνο για επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος και ανακοινώνοντας στην Επιτροπή μόνον τα αναγκαία αντισταθμιστικά μέτρα για την εξασφάλιση της συνοχής του προγράμματος Natura 2000, καθώς και

–        παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψει την καταστροφή των οικοτόπων του εν λόγω είδους και την πρόκληση σημαντικής διαταράξεως των συνθηκών διαβίωσης του είδους αυτού, το οποίο οδήγησε στον χαρακτηρισμό της εν λόγω περιοχής ως ΖΕΠΠ, από τα ορυχεία «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría», «Ampliación de Feixolín» και «Nueva Julia»,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, σε σχέση με τη ΖΕΠΠ «Alto Sil», από το άρθρο 6, παράγραφοι 2, 3 και 4, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας περί οικοτόπων·

γ)      ότι, από τον Ιανουάριο του 1998, το Βασίλειο της Ισπανίας, παραλείποντας, όσον αφορά την εξορυκτική δραστηριότητα των ορυχείων «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría», και «Nueva Julia», να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει το οικολογικό ενδιαφέρον που είχε σε εθνικό επίπεδο η προτεινόμενη περιοχή «Alto Sil», παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, σε σχέση την προτεινόμενη περιοχή «Alto Sil», από τη νομολογία του Δικαστηρίου, όπως αυτή διατυπώθηκε με τις αποφάσεις της 13ης Ιανουαρίου 2005, C–117/03, Società Italiana Dragaggi SpA και λοιποί κατά Ministero delle Infrastrutture e dei Trasporti και Regione Autonoma Friuli Venezia Giulia (Συλλογή 2005, σ. Ι-167) και της 14ης Σεπτεμβρίου 2006, C-244/05, Bund Naturschutz in Bayern eV και λοιποί κατά Freistaat Bayern (Συλλογή 2006, σ. Ι-8445)·

δ)      ότι, από τον Δεκέμβριο του 2004, το Βασίλειο της Ισπανίας,

–        επιτρέποντας τη διεξαγωγή υπαίθριων εξορυκτικών εργασιών (στην περίπτωση των ορυχείων «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría» και «Nueva Julia») οι οποίες μπορούσαν να επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό τα στοιχεία της φυσικής κληρονομιάς που καθόρισαν τον χαρακτηρισμό της περιοχής «Alto Sil» ως ΤΚΣ, χωρίς να εκτιμήσει δεόντως τις ενδεχόμενες επιπτώσεις των εν λόγω εξορυκτικών εργασιών και, εν πάση περιπτώσει, χωρίς να εξασφαλίσει ότι, παρά το γεγονός ότι τα σχέδια αυτά έθεταν σε κίνδυνο τα στοιχεία της φυσικής κληρονομιάς που οδήγησαν στον χαρακτηρισμό της περιοχής «Alto Sil» και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, εντούτοις πληρούνταν οι όροι υπό τους οποίους επιτρέπεται η υλοποίηση των προαναφερθέντων σχεδίων μόνο για επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος και μόνον κατόπιν ανακοινώσεως στην Επιτροπή των αναγκαίων αντισταθμιστικών μέτρων για την εξασφάλιση της συνοχής του προγράμματος Natura 2000,

–        και παραλείποντας, σε σχέση με τα σχέδια αυτά, να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψει την καταστροφή των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και την πρόκληση σημαντικής διαταράξεως των συνθηκών διαβίωσης των ειδών από τα ορυχεία «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría», «Nueva Julia» και «Ampliación de Feixolín»,

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, σε σχέση με τον ΤΚΣ «Alto Sil», από το άρθρο 6, παράγραφοι 2, 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων, καθώς και

2.      να καταδικαστεί το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

30.      Το Βασίλειο της Ισπανίας ζητεί από το Δικαστήριο:

α)      να απορρίψει την προσφυγή και

β)      να καταδικάσει το προσφεύγον θεσμικό όργανο στα δικαστικά έξοδα.

31.      Οι διάδικοι ανέπτυξαν τα επιχειρήματά τους αποκλειστικά μέσω γραπτών υπομνημάτων.

IV – Νομική εκτίμηση

32.      Παρεκκλίνοντας από τη δομή της προσφυγής, θα εξετάσω κατ’ αρχάς τους λόγους της προσφυγής οι οποίοι αφορούν την οδηγία περί οικοτόπων και ακολούθως την εφαρμογή της οδηγίας ΕΠΕΕ.

 Α –      Επί της εγκρίσεως των έργων «Nueva Julia»και «Ladrones» σε σχέση με τη ΖΕΠΠ «Alto Sil»

33.      Στο πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου της προσφυγής η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το 2003 η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, σε σχέση με τη ΖΕΠΠ «Alto Sil», από το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων, εγκρίνοντας τη λειτουργία των έργων «Nueva Julia» και «Ladrones».

34.      Ήδη κατά τον χρόνο αιτήσεως εγκρίσεως αυτών των σχεδίων, το 2001 (12), η Ισπανία είχε χαρακτηρίσει την περιοχή ως ΖΕΠΠ και ως εκ τούτου οι διαδικασίες αδειοδοτήσεως υπόκεινταν στο άρθρο 7 της οδηγίας περί οικοτόπων και στο άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4 της οδηγίας.

35.      Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, εδάφιο 1, της οδηγίας περί οικοτόπων, κάθε σχέδιο μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως έχει σημαντικές επιπτώσεις στον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατηρήσεώς του. Το δεύτερο εδάφιο ορίζει ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου, βάσει των συμπερασμάτων της εκτιμήσεως των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περιπτώσεως των διατάξεων της παραγράφου 4.

36.      Το άρθρο 6, παράγραφος 4, της οδηγίας περί οικοτόπων επιτρέπει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις την υλοποίηση σχεδίων παρά τα αρνητικά αποτελέσματα της διαδικασίας της παραγράφου 3.

1.      Επί της ανάγκης εκτιμήσεως των σχεδίων

37.      Τα υπαίθρια εξορυκτικά έργα δεν συνδυάζονται με τη διαχείριση της ΖΕΠΠ «Alto Sil», ούτε είναι αναγκαία σε αυτό το πλαίσιο. Συνεπώς, δεν ισχύουν οι σχετικές εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής της υποχρεώσεως εκτιμήσεως του άρθρου 6, παράγραφος 3, εδάφιο 1, της οδηγίας περί οικοτόπων.

38.      Κατά συνέπεια, η εκτίμηση ήταν απαραίτητη, εφόσον τα μεμονωμένα έργα καθαυτά ή από κοινού με άλλα σχέδια θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά την περιοχή. Τούτο προϋποθέτει ότι υφίσταται πιθανότητα ή κίνδυνος τα σχέδια αυτά να επηρεάσουν τον οικείο τόπο κατά τρόπο σημαντικό (13).

39.      Όπως προκύπτει από το άρθρο 6, παράγραφος 3, εδάφιο 1, της οδηγίας περί οικοτόπων σε συνδυασμό με τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, πρέπει να εκτιμάται η σημασία των επιπτώσεων που έχουν τα σχέδια λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως του οικείου τόπου (14).

40.      Τέτοια εκτίμηση πρέπει να διεξάγεται σε περίπτωση αμφιβολιών ως προς την απουσία σημαντικών επιπτώσεων λαμβάνοντας υπόψη, κυρίως, την αρχή της προφυλάξεως. Η αρχή αυτή συνιστά θεμέλιο της πολιτικής υψηλού επιπέδου προστασίας, την οποία η Ένωση έχει υιοθετήσει στον τομέα του περιβάλλοντος με το άρθρο 191, παράγραφος 2, υποπαράγραφος 1, της ΣΛΕΕ. Υπό το πρίσμα αυτό πρέπει να ερμηνεύεται η οδηγία περί οικοτόπων (15).

41.      Εφόσον στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παραβάσεως εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη της φερομένης παραβάσεως, θα πρέπει να παρουσιάσει επαρκή στοιχεία προκειμένου να αποδείξει ότι ένα σχέδιο μπορεί, υπό το πρίσμα των ειδικών περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών και προϋποθέσεων του τόπου τον οποίο αυτό αφορά, να επηρεάσει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατηρήσεώς του (16).

42.      Οι αιτιάσεις της Επιτροπής αφορούν τη διατήρηση του αγριόκουρκου της Κανταβρίας. Αυτό το επί μέρους είδος θεωρείται απειλούμενο στην Ισπανία. Δεν χωρεί λοιπόν αμφιβολία ότι περιλαμβάνεται στους στόχους διατηρήσεως της ΖΕΠΠ «Alto Sil».

43.      Συνεπώς, πρέπει να εξεταστεί αν τα δύο υπαίθρια ορυχεία μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη διατήρηση του αγριόκουρκου της Κανταβρίας στη ΖΕΠΠ «Alto Sil».

44.      Το έργο «Ladrones» βρίσκεται εντός της ΖΕΠΠ. Ως εκ τούτου, οι εκτάσεις οι οποίες επηρεάζονται άμεσα από αυτό δεν μπορούν πλέον να συνεισφέρουν καθόλου στη διατήρηση του αγριόκουρκου, τουλάχιστον μέχρι τη φυσική αποκατάστασή τους. Ακόμα όμως και μετά το πέρας της εκμεταλλεύσεως θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να ανακτήσουν οι εκτάσεις αυτές την ανάλογη οικολογική λειτουργία, αν κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί εν γένει.

45.      Άλλα τμήματα της περιοχής μπορούν να επηρεασθούν επίσης από τον θόρυβο, τις δονήσεις και τις περαιτέρω επιπτώσεις της λειτουργίας του έργου. Σύμφωνα με μελέτη την οποία παρουσίασε η Ισπανία, ο θόρυβος υπαίθριου ορυχείου μπορεί να καλύψει απόσταση μέχρι και τέσσερα χιλιόμετρα ενώ η ακτίνα επιρροής των δονήσεων υπολογίζεται στα 300 μέτρα (17). Αυτές οι πιθανές επιπτώσεις έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα, καθόσον το έργο «Ladrones» συνορεύει άμεσα με μία από τις καλούμενες κρίσιμες περιοχές για τη διατήρηση του αγριόκουρκου, έναν οικότοπο που πιθανώς προτιμά το συγκεκριμένο είδος (18).

46.      Το «Nueva Julia» βρίσκεται μεν εκτός της ΖΕΠΠ, αλλά συνορεύει άμεσα με αυτήν. Συνεπώς είναι πιθανές οι ενοχλήσεις που προέρχονται από τμήματα της περιοχής, ιδίως λόγω θορύβων και δονήσεων. Τούτο ισχύει ιδιαιτέρως ως προς την επίμαχη κρίσιμη περιοχή, η οποία απέχει λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από τα όρια του ορυχείου «Nueva Julia».

47.      Εξάλλου, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, εδάφιο 1, της οδηγίας περί οικοτόπων δεν περιλαμβάνει μόνον τις επιπτώσεις οι οποίες μπορεί να προκύψουν από κάθε σχέδιο μεμονωμένα, αλλά αφορά σαφώς και το αποτέλεσμα της συνδυασμένης λειτουργίας διαφόρων σχεδίων. Τέτοιο σωρευτικό αποτέλεσμα είναι, εν προκειμένω, πιθανό διότι τα διάφορα εξορυκτικά έργα εκτελούνται ή τουλάχιστον σχεδιάζονται σε μεγάλη εγγύτητα μεταξύ τους. Επιπλέον μπορούν να ληφθούν υπόψη και πρόσθετες επιπτώσεις οι οποίες σχετίζονται με τις οικιστικές εγκαταστάσεις και τους τρόπους μετακινήσεως στην περιοχή. Συναφώς δεν τίθεται μόνο ζήτημα ενοχλήσεως του είδους στις λεγόμενες κρίσιμες περιοχές, αλλά υπάρχει κίνδυνος διαχωρισμού των διαφόρων ομοειδών δειγμάτων, που θα μπορούσε να δυσχεράνει ή να καταστήσει αδύνατη την ανταλλαγή μεταξύ αυτών των πληθυσμών (19).

48.      Ως εκ τούτου, και τα δύο υπαίθρια εξορυκτικά έργα μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη διατήρηση του αγριόκουρκου της Κανταβρίας στη ΖΕΠΠ «Alto Sil». Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται καθώς και η Ισπανία, στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων το οποίο αφορά την περιοχή, επισήμανε τις υπαίθριες εξορυκτικές εργασίες ως την ουσιαστική απειλή της περιοχής.

2.      Επί της εκτιμήσεως των επιπτώσεων λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως της ΖΕΠΠ «Alto Sil»

49.      Κατά συνέπεια, έπρεπε να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις αμφότερων των σχεδίων στη ΖΕΠΠ.

50.      Η εκτίμηση αυτή πρέπει να διενεργείται κατά τρόπον ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να βεβαιωθούν ότι ένα σχέδιο δεν πρόκειται να έχει επιβλαβείς συνέπειες για την ακεραιότητα του οικείου τόπου, δεδομένου ότι, στην περίπτωση κατά την οποία παραμένουν αμφιβολίες ως προς την απουσία τέτοιων συνεπειών, οι εν λόγω αρχές οφείλουν να αρνηθούν την παροχή της αιτούμενης εγκρίσεως (20).

51.      Όσον αφορά τα στοιχεία βάσει των οποίων οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποκτήσουν την αναγκαία βεβαιότητα, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι πρέπει να αποκλεισθεί η διατήρηση, από επιστημονικής απόψεως, οποιασδήποτε εύλογης αμφιβολίας (21), ενώ εξυπακούεται ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να στηριχθούν στις πλέον εξελιγμένες επιστημονικές γνώσεις επί του θέματος (22).

52.      Ούτε από τους ισχυρισμούς της Ισπανίας ούτε από τον σχετικό φάκελο της υποθέσεως προκύπτει η διενέργεια τέτοιας εκτιμήσεως σε σχέση με τη διατήρηση του αγριόκουρκου.

53.      Στα σχετικά έγγραφα τα οποία αφορούν την άδεια του υπαίθριου ορυχείου «Nueva Julia» δεν υπάρχει καμία αναφορά στον αγριόκουρκο.

54.      Η Ισπανία παραπέμπει στην απόφαση εγκρίσεως του υπαίθριου ορυχείου «Ladrones», με την οποία βεβαιώνεται ότι εξετάστηκαν οι πιθανές επιπτώσεις του εν λόγω σχεδίου στον αγριόκουρκο και αξιολογήθηκαν ικανοποιητικώς (23). Τούτο όμως είναι απλώς ισχυρισμός της Υπηρεσίας αδειοδοτήσεων και ως τέτοιος δεν αρκεί προκειμένου να αποδειχθεί η διενέργεια της απαιτούμενης εκτιμήσεως των επιπτώσεων. Η Ισπανία δεν κατέθεσε κανένα σχετικό έγγραφο.

55.      Η Ισπανία τονίζει μεν ότι δεν βλάπτεται καμία θέση αναπαραγωγής του αγριόκουρκου, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε ότι ο αγριόκουρκος παραμένει ανεπηρέαστος σε όλα τα στάδια της εξελίξεώς του. Ειδικότερα δεν μπορεί να αποκλεισθεί ο περιορισμός της χρήσης των ανωτέρω κρίσιμων περιοχών οι οποίες βρίσκονται στην ακτίνα επιρροής των δύο υπαίθριων ορυχείων.

56.      Τέλος, η Ισπανία επικαλείται την προαναφερθείσα μελέτη του 2005, η οποία εξετάζει τις πιθανές επιπτώσεις του σχεδίου «Fonfría» καθώς και τις σωρευτικές επιπτώσεις σε συνδυασμό με τη λειτουργία άλλων υπαίθριων εξορυκτικών έργων. Εν προκειμένω παρέλκει η εξέταση ως προς το αν η εν λόγω μελέτη εκτίμησε επαρκώς τις επιπτώσεις των σχεδίων «Nueva Julia» και «Ladrones» σε σχέση με την προστασία του αγριόκουρκου στη ΖΕΠΠ «Alto Sil». Τούτο οφείλεται στο ότι η εκτίμηση των επιπτώσεων σχεδίου, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, πρέπει να προηγείται της εγκρίσεώς του (24). Όμως οι επίμαχες, εν προκειμένω, άδειες χορηγήθηκαν ήδη από το 2003.

57.      Άλλωστε, όπως ορθώς τονίζει η Επιτροπή, η μελέτη αυτή διαπιστώνει ότι οι προγενέστερες εκτιμήσεις δεν είχαν εξετάσει δεόντως τις επιπτώσεις των σχεδίων (25).

58.      Εφόσον λοιπόν τα σχέδια «Nueva Julia» και «Ladrones» δεν είχαν εκτιμηθεί καταλλήλως, η έγκρισή τους αντιβαίνει αναγκαστικώς στο άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. Πράγματι, η έγκριση κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων θα προϋπέθετε τη βεβαιότητα των αρμόδιων Υπηρεσιών ότι το σχέδιο δεν πρόκειται να έχει επιβλαβείς συνέπειες για την ακεραιότητα του οικείου τόπου (26). Ασφαλώς όμως η ύπαρξη βεβαιότητας αποκλειόταν εφόσον δεν υφίστατο ουδεμία εκτίμηση των επιπτώσεων.

59.      Για τους ίδιους λόγους δεν πληρούνταν οι όροι χορηγήσεως αδείας του άρθρου 6, παράγραφος 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι στην περίπτωση κατά την οποία, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτιμήσεως που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της οδηγίας αυτής, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, και εφόσον δεν υφίστανται εναλλακτικές λύσεις, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000 (27).

60.      Η Ισπανία προβάλλει μεν τη σημασία της εξορυκτικής εκμεταλλεύσεως για την τοπική οικονομία, υποστηρίζοντας ότι οι επιπτώσεις στη διατήρηση του αγριόκουρκου είναι περιορισμένες. Ωστόσο, οι σκέψεις αυτές δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη χωρίς την δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων.

61.      Το άρθρο 6, παράγραφος 4, της οδηγίας 92/43 μπορεί να εφαρμοστεί μόνον κατόπιν αναλύσεως των επιπτώσεων ενός σχεδίου σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής. Ειδικότερα, η γνώση των επιπτώσεων αυτών όσον αφορά τους στόχους διατηρήσεως του οικείου τόπου συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου 6, παράγραφος 4, διότι, χωρίς τα στοιχεία αυτά, κανένας όρος εφαρμογής της παρεκκλίσεως αυτής δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί. Για την εξέταση των ενδεχόμενων επιτακτικών λόγων σημαντικού δημοσίου συμφέροντος καθώς και του ζητήματος αν υπάρχουν λιγότερο επιβλαβείς εναλλακτικές λύσεις απαιτείται πράγματι στάθμιση με τις βλάβες που θα προξενήσει στον τόπο το υπό κρίση σχέδιο. Περαιτέρω, προκειμένου να καθοριστεί το είδος των ενδεχόμενων αντισταθμιστικών μέτρων, απαιτείται ακριβής προσδιορισμός των βλαβών που θα επέλθουν στον τόπο αυτόν (28).

62.      Κατά συνέπεια, η Ισπανία, εγκρίνοντας τη λειτουργία των υπαίθριων ορυχείων «Nueva Julia» και «Ladrones» χωρίς να εκτιμήσει δεόντως τις πιθανές επιπτώσεις των εν λόγω σχεδίων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, από το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων.

 Β –      Επί των επιπτώσεων στη ΖΕΠΠ «Alto Sil»

63.      Στο δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου της προσφυγής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, καθόσον δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αποτρέψει τις επιπτώσεις της λειτουργίας των υπαίθριων ορυχείων «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría», επέκταση «Feixolín» και «Nueva Julia» στη ΖΕΠΠ «Alto Sil».

64.      Το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων προβλέπει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατηρήσεως να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

1.      Επί της δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2 της οδηγίας περί οικοτόπων

65.      Κατ’ αρχάς πρέπει να εξεταστεί αν το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων μπορεί να εφαρμοσθεί ως προς τις επιπτώσεις αυτών των σχεδίων. Πράγματι, η εν λόγω διάταξη δεν αφορά κάθε υποβάθμιση ή ενόχληση στις ειδικές ζώνες διατηρήσεως. Το Δικαστήριο μάλιστα έχει διαπιστώσει ότι, εφόσον το σχέδιο εγκρίνεται κατά τη διαδικασία του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων καθίσταται περιττή, όσον αφορά την παρέμβαση επί του προστατευόμενου τόπου τον οποίο αφορά το σχέδιο, η παράλληλη εφαρμογή του κανόνα περί γενικής προστασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου (29).

66.      Κατά συνέπεια, το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων ισχύει ως προς τα ήδη ληφθέντα μέτρα στην επέκταση «Feixolín». Τα μέτρα αυτά ελήφθησαν δίχως προηγούμενη έγκριση και ως εκ τούτου δεν ήταν δυνατό να τύχει εφαρμογής το άρθρο 6, παράγραφος 3.

67.      Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το συμπέρασμα της προηγηθείσας εκτιμήσεως κατά το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων, το άρθρο 6, παράγραφος 2, ισχύει και όσον αφορά τις επιπτώσεις του σχεδίου «Nueva Julia». Σε περίπτωση, δηλαδή, που έχει εγκριθεί ένα σχέδιο κατά τρόπο μη σύμφωνο προς το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, παράβαση της παραγράφου 2 του εν λόγω άρθρου σε σχέση με ζώνη ειδικής προστασίας μπορεί να διαπιστωθεί στην περίπτωση που αποδεικνύεται η υποβάθμιση οικοτόπου ή ενοχλήσεις οι οποίες έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία έχει ορισθεί η επίμαχη ζώνη (30).

68.      Εντούτοις, η εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων ως προς τις επιπτώσεις των υπαίθριων ορυχείων «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas» και «Fonfría» θα μπορούσε να αποκλεισθεί λόγω της εγκρίσεως των εν λόγω έργων πριν από την ένταξη της περιοχής σε καθεστώς προστασίας κατά την οδηγία περί οικοτόπων.

69.      Το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι σχέδιο, εφόσον είχε εγκριθεί πριν από τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας περί οικοτόπων στο εσωτερικό δίκαιο ή η διαδικασία εγκρίσεώς του ξεκίνησε πριν από την ημερομηνία προσχωρήσεως του οικείου κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν θα υπέκειτο στις προβλεπόμενες από την οδηγία αυτή απαιτήσεις της διαδικασίας της προηγούμενης εκτιμήσεως των επιπτώσεων που έχει για τον οικείο τόπο (31). Επομένως, δεν θα ήταν σκόπιμο διαδικασίες, ήδη περίπλοκες επί εθνικού επιπέδου και οι οποίες έχουν ήδη κινηθεί πριν από την ημερομηνία λήξεως προθεσμίας μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, να επιβαρύνονται και να καθυστερούν συνεπεία ειδικών επιταγών που θέτει η οδηγία και για τον λόγο αυτό να επηρεάζονται δημιουργηθείσες ήδη καταστάσεις (32).

70.      Η ανωτέρω νομολογία όμως αφορά μόνο διαδικαστικά ζητήματα. Αντιθέτως, ως προς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις προστασίας των ειδικών ζωνών διατηρήσεως κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, το Δικαστήριο έχει τονίσει επανειλημμένως ότι αυτές δεν αποκλείονται λόγω αδειών οι οποίες έχουν ήδη χορηγηθεί. Η εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, καθιστά δυνατή την επιδίωξη του ουσιώδους σκοπού της διατηρήσεως και της προστασίας της ποιότητας του περιβάλλοντος, περιλαμβανομένης της διατηρήσεως των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, όπως τονίζεται στην πρώτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας, σε περίπτωση που σχέδιο το οποίο έχει εγκριθεί κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων αποδειχθεί μεταγενέστερα –ελλείψει οιασδήποτε πλάνης των αρμοδίων εθνικών αρχών– ότι δύναται να επιφέρει υποβάθμιση ή σημαντικές ενοχλήσεις (33). Επιπλέον, το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων μπορεί να επιβάλει εκ των υστέρων έλεγχο χορηγηθείσας αδείας (34) και αντιστοίχως εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως η εκτέλεση έργου το οποίο είχε εγκριθεί πριν από την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας περί οικοτόπων στο εσωτερικό δίκαιο (35).

71.      Συνεπώς, το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων επιβάλλει στα κράτη μέλη τη λήψη αναγκαίων μέτρων και όσον αφορά τα παλαιότερα σχέδια, προκειμένου να αποτρέψουν την υποβάθμιση και τις ενοχλήσεις των ζωνών προστασίας. Τα νόμιμα συμφέροντα των κατόχων αδειών θα πρέπει εν ανάγκη να ικανοποιηθούν διά της χορηγήσεως αποζημιώσεων.

72.      Η εν λόγω νομολογία δεν αντιβαίνει στην απαγόρευση της αναδρομικής εφαρμογής των κανόνων δικαίου. Τουναντίον, νέος κανόνας δικαίου ισχύει, καταρχήν, από τη θέσπισή του. Δεν εφαρμόζεται μεν επί των δικαιωμάτων τα οποία δημιουργήθηκαν και αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προϊσχύσαντος δικαίου, αλλά δεν παύει να αφορά τις μελλοντικές επιδράσεις τους (36). Ως εκ τούτου, νέοι κανόνες δικαίου σχετικά με την προστασία των ευρεσιτεχνιών μπορούν να περιορίσουν το εύρος προστασίας ήδη κατοχυρωμένων ευρεσιτεχνιών (37). Ανάλογη είναι η κατάσταση με τις χορηγηθείσες άδειες σχεδίων, τα οποία δύνανται να υποβαθμίσουν ή να διαταράξουν σημαντικά τις ζώνες προστασίας. Μετά το σχετικό χαρακτηρισμό της περιοχής η λειτουργία αυτών των σχεδίων επιτρέπεται μόνο στον βαθμό που συνάδει με την προστασία του οικείου τόπου.

73.      Εξάλλου, όσον αφορά την προστασία των αγριόκουρκων, αποκλείεται η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στις χορηγηθείσες άδειες, δεδομένου ότι η περιοχή «Alto Sil» υπέκειτο και πριν από τον χαρακτηρισμό της ως ΖΕΠΠ στους αυστηρούς όρους προστασίας για τις εν τοις πράγμασι ζώνες προστασίας πτηνών κατά το άρθρο 4, παράγραφος 4, εδάφιο 1, της οδηγίας περί προστασίας των πτηνών (38), μολονότι η Επιτροπή δεν προέβαλε την παράβαση αυτής της διατάξεως. Συνεπώς, σχέδια τα οποία μπορούν να υποβαθμίσουν ή να διαταράξουν την περιοχή, δεν θα έπρεπε, καταρχήν, να επιτρέπονται (39) ήδη από την ημερομηνία προσχωρήσεως της Ισπανίας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1986 (40).

74.      Ως εκ τούτου, οι επιπτώσεις σχεδίων, τα οποία εγκρίθηκαν πριν από την κατάταξη της περιοχής «Alto Sil» ως ΖΕΠΠ, εμπίπτουν στο άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων.

2.      Επί των επιπτώσεων των σχεδίων

75.      Το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων επιβάλλει στα κράτη μέλη τη θέσπιση των κατάλληλων μέτρων ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

76.      Δεδομένου ότι αυτός ο λόγος της προσφυγής αφορά ΖΕΠΠ κατά την οδηγία περί προστασίας των πτηνών, δεν τίθεται απλώς ζήτημα άμεσης υποβαθμίσεως φυσικών οικοτόπων, αλλά υποβαθμίσεως των οικοτόπων των πτηνών για τα οποία έχει ορισθεί η ΖΕΠΠ –εν προκειμένω του αγριόκουρκου– καθώς και πιθανών ενοχλήσεων των ειδών αυτών.

77.      Ως προς την υποβάθμιση των οικοτόπων λαμβάνεται υπόψη, εν προκειμένω, κυρίως η έκταση της εδαφικής εκμεταλλεύσεως του κάθε σχεδίου (βλ. σχετικά κατωτέρω, υπό σημείο α). Επίσης όμως πρέπει να εξετάζεται και η πιθανή ενόχληση γειτονικών εκτάσεων λόγω θορύβου και δονήσεων (βλ. σχετικά κατωτέρω, υπό σημείο β) καθώς και το διαχωριστικό αποτέλεσμα των σχεδίων (βλ. σχετικά κατωτέρω, υπό σημείο γ).

 α)     Επί της εδαφικής εκμεταλλεύσεως

78.      Όλα τα σχέδια κατά των οποίων βάλλει η Επιτροπή εκμεταλλεύονται εδαφικές εκτάσεις από τις οποίες δεν θα μπορέσει να ωφεληθεί ο αγριόκουρκος της Κανταβρίας τουλάχιστον κατά την περίοδο λειτουργίας του έργου, αλλά ίσως και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μέχρι τη φυσική αποκατάσταση της περιοχής. Η εκμετάλλευση εδαφικών εκτάσεων υποβαθμίζει τη ΖΕΠΠ, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, όταν περιορίζει την προστασία των πτηνών για τα οποία έχει ορισθεί η ΖΕΠΠ (41).

79.      Τα σχέδια «Salguero-Prégame-Valdesegadas» και «Nueva Julia» βρίσκονται εκτός της ΖΕΠΠ «Alto Sil». Συνεπώς η εκμετάλλευση των εδαφικών εκτάσεών τους δεν μπορεί να προκαλέσει άμεσα υποβάθμιση της περιοχής.

80.      Αντιθέτως, τα υπαίθρια ορυχεία «Fonfría», «Feixolín» και η επέκταση «Feixolín» εκμεταλλεύονται εδάφη εντός της ΖΕΠΠ. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τα εν λόγω σχέδια θα κατέστρεφαν τον κατάλληλο για τον αγριόκουρκο οικότοπο, τύπου 9230, γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica.

81.      Εντούτοις, η Επιτροπή δεν παρέχει καμία σχετική απόδειξη όσον αφορά το «Feixolín» ή την επέκταση «Feixolín». Εξηγεί, βεβαίως, χωρίς αμφισβήτηση, ότι ο εν λόγω οικότοπος εντοπίζεται μέχρι και το έτος 2008 σε άμεση γειτνίαση με τα εξωτερικά όρια του «Feixolín». Εκ του γεγονότος αυτού όμως δεν συνάγεται αναγκαστικά το συμπέρασμα ότι από το 2000 υπήρξε καταστροφή του οικοτόπου εντός των ορίων του επίμαχου έργου. Αν ο οικότοπος αυτός υπήρξε κάποτε εκεί, θα μπορούσε να έχει καταστραφεί ήδη πριν από την κατάταξη της περιοχής ως ΖΕΠΠ, το 2000. Άλλωστε, τουλάχιστον το παλαιότερο σχέδιο «Feixolín» δεν επηρέασε τον εν λόγω οικότοπο κατά την προαναφερθείσα μελέτη του 2005 (42). Ως προς την επέκταση «Feixolín» η μελέτη αναφέρει την απώλεια των 19,9 εκταρίων του οικοτόπου (43), αλλά το έργο αυτό εκτελούνταν μόνο στο ένα τρίτο της προβλεπόμενης εκτάσεως (44). Συνεπώς, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ο οικότοπος τύπου 9230 να αναπτύσσεται μόνον εκτός της μέχρι τούδε υπό εκμετάλλευση εκτάσεως.

82.      Αντιθέτως, κατά την υποβληθείσα από την Ισπανία μελέτη του 2005, το «Fonfría» έχει καταστρέψει 17,92 εκτάρια του κατάλληλου για τον αγριόκουρκο οικοτόπου τύπου 9230, γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica (45). Το σχέδιο αυτό εγκρίθηκε τον Ιούλιο του 1999 και σύμφωνα με τον φάκελο της υποθέσεως υλοποιήθηκε το 2001 (46), δηλαδή μετά την κατάταξη της περιοχής ως ΖΕΠΠ.

83.      Αυτή η επέμβαση στη ΖΕΠΠ έχει ποιοτικά μεγαλύτερη βαρύτητα από την κοπή 2500 δέντρων με σκοπό τη δημιουργία χιονοδρομικής πίστας σε ιταλική ΖΕΠΠ ανάλογου μεγέθους, την οποία το Δικαστήριο έκρινε ως παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων (47). Πράγματι, η λειτουργία υπαίθριου ορυχείου σε ετήσια βάση επηρεάζει σαφώς εντονότερα τη χρήση της εκτάσεως από τα πτηνά σε σχέση με τη χιονοδρομική πίστα η οποία λειτουργεί μόνον τον χειμώνα.

84.      Η Ισπανία υποστηρίζει ότι οι επίμαχες εκτάσεις δεν θα είχαν σημασία ως προς την προστασία του αγριόκουρκου. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός θεμελιώνεται μόνο στην απουσία θέσεων αναπαραγωγής. Η αναπαραγωγή όμως συνιστά μόνον ένα τμήμα από τον κύκλο ζωής του αγριόκουρκου. Αντίστοιχα, και η υποβληθείσα από την Ισπανία μελέτη του 2005, καθιστά σαφές ότι η εξάλειψη της βλάστησης επηρεάζει τον αγριόκουρκο (48).

85.      Κατά συνέπεια η υλοποίηση του σχεδίου «Fonfría» είχε ως συνέπεια την υποβάθμιση της ΖΕΠΠ «Alto Sil», καθόσον καταστράφηκε έκταση 17,92 εκταρίων του οικοτόπου τύπου 9230, γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica, από την οποία θα μπορούσε να ωφεληθεί ο αγριόκουρκος.

 β)     Επί των επιπτώσεων σε γειτονικές εκτάσεις

86.      Το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων επιτάσσει, επίσης, να αποφεύγονται οι ενοχλήσεις των ειδών, για τα οποία έχουν ορισθεί οι ειδικές ζώνες διατηρήσεως, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

87.      Η εν λόγω προστασία έχει μεγάλο εύρος, διότι δεν απαιτείται να αποδεικνύεται σημαντική ενόχληση, αλλά κατά το γράμμα της διατάξεως αρκεί ότι η ενόχληση θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις.

88.      Όπως αναφέρθηκε ήδη, από τον φάκελο της υποθέσεως προκύπτουν πιθανές ενοχλήσεις λόγω θορύβου σε απόσταση έως 4 χιλιόμετρα και λόγω δονήσεων σε απόσταση έως 300 μέτρα. Επιπλέον, οι διάδικοι συμφωνούν ότι ο αγριόκουρκος είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητο είδος. Σύμφωνα με χάρτη (49) τον οποίο παρουσίασε η Επιτροπή, υπάρχουν αρκετές κρίσιμες περιοχές για τη διατήρηση του αγριόκουρκου εντός των ανωτέρω αποστάσεων από τα επίμαχα υπαίθρια ορυχεία.

89.      Εντούτοις, κατά τη μελέτη του 2005, τέτοιες ενοχλήσεις δεν θεωρούνται σημαντικές για τον αγριόκουρκο, διότι όλα τα δείγματα του εν λόγω είδους υποχώρησαν στις ακραίες τοποθεσίες της περιοχής αναπτύξεως του είδους. Το ίδιο ισχύει και ως προς τις θέσεις όπου δεν υπάρχουν εξορυκτικά έργα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα στις θέσεις αυτές οι υποχωρήσεις είναι σαφώς εντονότερες (50). Όπως ορθώς επισημαίνει η Ισπανία, και στα υπόλοιπα έγγραφα των φακέλων της υποθέσεως οι ενοχλήσεις λόγω των υπαίθριων εξορυκτικών έργων δεν περιγράφονται ως επικίνδυνες για τον αγριόκουρκο. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν παρείχε τις απαραίτητες αποδείξεις, ότι οι ενοχλήσεις λόγω θορύβου και δονήσεων μπορούν να έχουν εν γένει σημαντικές επιπτώσεις.

90.      Διαφορετική όμως είναι η περίπτωση της κρίσιμης περιοχής AS-09, όπου βρίσκεται η θέση αναπαραγωγής «Robledo El Chano» και η οποία συνορεύει άμεσα με το ορυχείο «Fonfría». Κατά τους ισχυρισμούς της Ισπανίας, η συγκεκριμένη θέση αναπαραγωγής έχει εγκαταλειφθεί ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του’80 (51). Ωστόσο, από απογραφή της περιφέρειας Καστίλης και Λεόν (52), την οποία παρουσίασε η Ισπανία, προκύπτει ότι το 1999 υπήρχε δραστηριότητα στην επίμαχη θέση και μόλις το 2003 διαπιστώθηκε μετά από έλεγχο ότι είχε εγκαταλειφθεί.

91.      Η ανωτέρω απογραφή είναι το μόνο έγγραφο των φακέλων της υποθέσεως, από το οποίο προκύπτει ότι στηρίζεται στην εξειδικευμένη παρατήρηση των αγριόκουρκων σε αυτήν την περιοχή. Για τον λόγο αυτό, δίδεται μεγαλύτερη βαρύτητα σε αυτό σε σχέση με απλούς ισχυρισμούς ως προς την προηγούμενη κατάσταση της θέσεως αναπαραγωγής, παραδείγματος χάρη στη μελέτη του 2005. Εφόσον η απογραφή πραγματοποιήθηκε από τις ισπανικές Αρχές και η Ισπανία δεν την αναιρεί ουσιαστικά ούτε την αποδυναμώνει, αποδεικνύεται επαρκώς ότι η εγκατάλειψη της επίμαχης θέσης αναπαραγωγής από τον αγριόκουρκο συναρτάται χρονικά με τη λειτουργία του υπαίθριου ορυχείου «Fonfría».

92.      Επιπλέον, όπως προκύπτει από την επιστολή δύο αναγνωρισμένων ειδικών επιστημόνων, οι οποίοι συμμετείχαν και στο ισπανικό πρόγραμμα διατηρήσεως του αγριόκουρκου της Κανταβρίας, οι αγριόκουρκοι εγκαταλείπουν τουλάχιστον τις δασικές εκτάσεις, οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά σε υπαίθρια ορυχεία (53). Ως εκ τούτου, συνάγεται το συμπέρασμα ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η ενόχληση του αγριόκουρκου λόγω της λειτουργίας του ορυχείου «Fonfría» προκάλεσε την εγκατάλειψη της θέσεως αναπαραγωγής «Robledo El Chano».

93.      Κατά συνέπεια, η λειτουργία του ορυχείου «Fonfría» είχε ως επίπτωση σημαντικές ενοχλήσεις του αγριόκουρκου στη θέση αναπαραγωγής «Robledo El Chano».

 γ)     Επί του διαχωριστικού αποτελέσματος των υπαίθριων ορυχείων

94.      Τέλος, η Επιτροπή ισχυρίζεται, ότι τα υπαίθρια εξορυκτικά έργα συμβάλλουν στην απομόνωση πληθυσμιακών ομάδων του αγριόκουρκου φράσσοντας τους διαδρόμους επικοινωνίας μεταξύ πληθυσμών.

95.      Συναφώς, η Επιτροπή στηρίζεται στην προαναφερθείσα επιστολή δύο αναγνωρισμένων ειδικών επιστημόνων, οι οποίοι συμμετείχαν και στο ισπανικό πρόγραμμα διατηρήσεως του αγριόκουρκου της Κανταβρίας (54). Αυτοί στρέφονται κατά διαφόρων υπαίθριων εξορυκτικών έργων που εκτελούνται στο βόρειο τμήμα του Sil, μεταξύ των οποίων και τα υπαίθρια ορυχεία «Fonfría», «Feixolín» και επέκταση του «Feixolín». Όλα αυτά τα σχέδια από κοινού θα μπορούσαν να απομονώσουν τους νότιους πληθυσμούς του αγριόκουρκου στη ΖΕΠΠ «Alto Sil» και να συμβάλλουν στην εξαφάνισή τους.

96.      Καταρχήν, η απομόνωση πληθυσμιακών τμημάτων προστατευόμενων ειδών ισοδυναμεί με βλάβη της οικείας ζώνης προστασίας (55).

97.      Εντούτοις, τα υπαίθρια ορυχεία «Salguero-Prégame-Valdesegadas» και «Nueva Julia» βρίσκονται παράπλευρα των διαδρόμων μετακινήσεως, ο αποκλεισμός των οποίων προβάλλεται στην προαναφερθείσα επιστολή (56). Συνεπώς δεν συμβάλλουν στην απομόνωση των επίμαχων πληθυσμιακών τμημάτων.

98.      Όσον αφορά το «Fonfría», το «Feixolín» και την επέκταση «Feixolín» η Ισπανία αντικρούει τους σχετικούς ισχυρισμούς της Επιτροπής, αλλά στερείται επιχειρημάτων ικανών να αποδυναμώσουν την κριτική –η οποία στηρίζεται σε επιστημονικές απόψεις. Άλλωστε, η απομόνωση των πληθυσμιακών τμημάτων αναγνωρίζεται και από το ισπανικό πρόγραμμα διατηρήσεως του αγριόκουρκου της Κανταβρίας, ως απειλή για το εν λόγω είδος.

99.      Κατά συνέπεια, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι ενοχλήσεις οι οποίες οφείλονται στα υπαίθρια ορυχεία «Fonfría», «Feixolín» και επέκταση «Feixolín» είναι σημαντικές, εφόσον συμβάλλουν στη απομόνωση των πληθυσμιακών τμημάτων του αγριόκουρκου.

 δ)     Το ενδιάμεσο συμπέρασμα

100. Συνοψίζοντας, διαπιστώνεται ότι η υλοποίηση του σχεδίου «Fonfría» είχε ως συνέπεια την υποβάθμιση της ΖΕΠΠ «Alto Sil», καθόσον ο οικότοπος τύπου 9230, γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica, από τον οποίο θα μπορούσε να ωφεληθεί ο αγριόκουρκος, καταστράφηκε σε έκταση 17,92 εκταρίων. Αυτό το έργο προκάλεσε επίσης σημαντικές ενοχλήσεις του αγριόκουρκου στη θέση αναπαραγωγής «Robledo El Chano». Τέλος, οι ενοχλήσεις οι οποίες οφείλονται από κοινού στα υπαίθρια ορυχεία «Fonfría», «Feixolín» και επέκταση «Feixolín» είναι σημαντικές, εφόσον συμβάλλουν στην απομόνωση πληθυσμιακών τμημάτων του αγριόκουρκου.

3.      Επί της ευθύνης της Ισπανίας

101. Τίθεται, συνεπώς, το ζήτημα αν μπορεί να θεμελιωθεί παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων εκ μέρους της Ισπανίας, λόγω της δεδομένης υποβαθμίσεως και των σχετικών ενοχλήσεων.

102. Συναφώς, επιβάλλεται η διάκριση μεταξύ, αφενός, των εγκριθέντων σχεδίων «Fonfría» και «Feixolín» και αφετέρου, της μη εγκριθείσας επεκτάσεως του «Feixolín».

103. Το κράτος μέλος φέρει πλήρη ευθύνη όσον αφορά τις επιπτώσεις των σχεδίων ως προς τα οποία έχει χορηγήσει την έγκρισή του. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση μεταγενέστερης αυστηροποιήσεως των όρων προστασίας. Οι αρμόδιες Αρχές είναι ενημερωμένες και μπορούν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα. Ως εκ τούτου, η Ισπανία φέρει ευθύνη για τις συνέπειες των σχεδίων «Fonfría» και «Feixolín».

104. Αντιθέτως, όσον αφορά τις πράξεις ιδιωτών οι οποίες στερούνται αδείας καθώς και τις σχετικές επιπτώσεις τους, το κράτος μέλος δεν ευθύνεται άμεσα. Η απορρέουσα από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων υποχρέωση λήψης μέτρων, ώστε να μην επηρεάζονται σημαντικά οι ζώνες διατηρήσεως, περιλαμβάνει, ασφαλώς, και την αποτροπή επιβλαβών ενεργειών ιδιωτών ή τουλάχιστον την ταχύτερη δυνατή αντιμετώπισή τους.

105. Όπως προκύπτει από τους φακέλους της υποθέσεως, η επέκταση «Feixolín» λειτουργούσε τουλάχιστον από το 2005 χωρίς άδεια, αλλά εν γνώσει των αρμόδιων Αρχών (57). Εντούτοις, η Ισπανία απαγόρευσε τις εν λόγω εργασίες μόλις την 9η Νοεμβρίου 2009. Ως εκ τούτου, διατηρήθηκε επί τουλάχιστον τέσσερα χρόνια, υπό καθεστώς ανοχής, κατάσταση η οποία δεν συνάδει με το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, μολονότι μάλιστα προκαλούσε σημαντικές ενοχλήσεις στη ΖΕΠΠ «Alto Sil». Επομένως, η Ισπανία δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα το ταχύτερο δυνατό.

4.      Επί της δικαιολογήσεως των επιπτώσεων στον αγριόκουρκο

106. Εντούτοις, η υποβάθμιση και οι ενοχλήσεις θα μπορούσαν να είναι δικαιολογημένες.

107. Συναφώς, επιβάλλεται επίσης η διάκριση μεταξύ, αφενός, των εγκριθέντων σχεδίων «Fonfría» και «Feixolín» και αφετέρου, της μη εγκριθείσας επεκτάσεως του «Feixolín».

108. Το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων δεν προβλέπει σχετική δικαιολόγηση λόγω υπέρτερων συμφερόντων –όπως επί της διατηρήσεως των εν τοις πράγμασι ζωνών προστασίας πτηνών κατά το άρθρο 4, παράγραφος 4, της οδηγίας περί προστασίας των πτηνών. Η προστασία περιοχής κατά τις διατάξεις της οδηγίας περί οικοτόπων στηρίζεται, δηλαδή, στη σκέψη ότι η υποβάθμιση ή οι σημαντικές ενοχλήσεις των ζωνών προστασίας θα πρέπει να εγκρίνονται (και εν ανάγκη να δικαιολογούνται) σε κάθε περίπτωση κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3 και 4. Αν τέτοιου είδους έγκριση στηρίζεται στη δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων, δεν υπάρχει, καταρχήν, περιθώριο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων (58).

109. Η επέκταση «Feixolín» θα έπρεπε να έχει λάβει άδεια κατά τη διαδικασία του άρθρου 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να δικαιολογηθεί η λειτουργία της παρά τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στη ΖΕΠΠ «Alto Sil». Εφόσον όμως δεν εφαρμόσθηκε η εν λόγω διαδικασία, αποκλείεται η δικαιολόγηση ως προς το επίμαχο σχέδιο.

110. Αντιθέτως, επί των σχεδίων «Fonfría» και «Feixolín» δεν ήταν καν δυνατή η εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. Ωστόσο, όσον αφορά τα σχέδια τα οποία λόγω του χρόνου εγκρίσεώς τους δεν εκτιμήθηκαν εκ των προτέρων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων, θα ήταν άδικο να αποκλεισθούν από τη δυνατότητα της κατ’ εξαίρεση χορηγήσεως αδείας, όπως την προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. Τα σχέδια αυτά θα περιορίζονταν εντονότερα σε σχέση με μεταγενέστερα σχέδια τα οποία εμπίπτουν συνολικά στις διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφοι 2 έως 4 της οδηγίας περί οικοτόπων.

111. Κατά συνέπεια, η υποβάθμιση ή οι σημαντικές ενοχλήσεις κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων επιτρέπονται και ως προς τα παλαιότερα σχέδια, εφόσον συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του άρθρου 6, παράγραφος 4, ήτοι να υφίστανται επιτακτικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, ελλείψει εναλλακτικών λύσεων και αντισταθμιστικών μέτρων ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000.

112. Δεν απαιτείται, βεβαίως, τυπική εκτίμηση των επιπτώσεων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, αλλά απόκειται στα κράτη μέλη να θέσουν όρια κατά τη δικαιολόγηση των σχετικών επιπτώσεων. Οφείλουν να εξετάσουν με επιμέλεια και αμεροληψία όλα τα κρίσιμα στοιχεία της συγκεκριμένης περιπτώσεως προκειμένου να διασφαλίσουν ότι επ’ αυτών μπορούν να στηρίξουν τις αποφάσεις τους (59). Συνεπώς, η στάθμιση, η εξέταση των εναλλακτικών λύσεων και τα αντισταθμιστικά μέτρα προϋποθέτουν τη δέουσα αξιολόγηση των επιπτώσεων οι οποίες χρήζουν δικαιολογήσεως (60).

113. Στην προκειμένη περίπτωση η Ισπανία επικαλείται τον σκοπό περιορισμού της εξαρτήσεως από εξωτερικές πηγές ενέργειας (διασφάλιση ενεργειακού εφοδιασμού) και τη σημασία των ορυχείων όσον αφορά την τοπική οικονομία. Επιπλέον, η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιβάλλει να ληφθεί υπόψη το συμφέρον διατηρήσεως ισχυουσών αδειών (61).

114. Τα συμφέροντα αυτά πρέπει να σταθμιστούν με τις επιπτώσεις στη ΖΕΠΠ «Alto Sil».

115. Η άμεση απώλεια κατάλληλου οικοτόπου για τον αγριόκουρκο είναι σχετικά μικρής εκτάσεως σε σύγκριση με το συνολικό οικότοπο στη ΖΕΠΠ. Βάσει του τυποποιημένου εντύπου δεδομένων, η επίμαχη περιοχή περιλαμβάνει 2600 εκτάρια οικοτόπου τύπου 9230, γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica, ενώ κατά τους πειστικούς ισχυρισμούς της Ισπανίας, ίσως πρόκειται για 4000 εκτάρια. Ως εκ τούτου, οι απώλειες, οι οποίες οφείλονται στο υπαίθριο ορυχείο «Fonfría» ανέρχονται σε λιγότερο από 1 %.

116. Μεγαλύτερη βαρύτητα έχει, ασφαλώς, η απώλεια της θέσεως αναπαραγωγής και η απειλή απομονώσεως των νοτίων πληθυσμιακών τμημάτων. Εντούτοις, δεν αποκλείεται η εκτέλεση υπαίθριων εξορυκτικών έργων να υπερτερεί των δυσμενών συνεπειών σε βάρος του αγριόκουρκου.

117. Εξάλλου, δεν υφίστανται εναλλακτικές λιγότερο επιβαρυντικές για τη ΖΕΠΠ. Ο λιθάνθρακας μπορεί να εξορυχθεί με το οικονομικό πλεονέκτημα της λειτουργίας υπαίθριου ορυχείου μόνο στα σημεία όπου βρίσκεται υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Η πλειονότητα των λοιπών εξορυκτικών σχεδίων τοποθετείται επίσης εντός της ΖΕΠΠ και θα μπορούσε, επομένως, να έχει τουλάχιστον εξίσου σημαντικές επιπτώσεις.

118. Περαιτέρω, η Ισπανία επικαλείται διάφορα μέτρα, τα οποία αφορούν ιδίως τομείς όπως το κυνήγι, την εκμετάλλευση των δασών, την αναδάσωση, την κατάσβεση πυρκαϊών και την προστασία απειλούμενων ειδών (62), τα οποία συνολικά ευνοούν και τον αγριόκουρκο στη ΖΕΠΠ «Alto Sil». Αυτά τα μέτρα είναι πιθανό να αντισταθμίζουν ειδικά την καταστροφή του οικοτόπου του αγριόκουρκου.

119. Εν προκειμένω όμως δεν πρέπει να ληφθούν οριστικές αποφάσεις όσον αφορά τη στάθμιση συμφερόντων, την εξέταση εναλλακτικών ή τα αντισταθμιστικά μέτρα.

120. Τούτο οφείλεται στο ότι δεν υφίσταται επαρκής αξιολόγηση των επιπτώσεων στη ΖΕΠΠ «Alto Sil». Προδήλως, οι αρμόδιες Αρχές δεν έχουν αναγνωρίσει ακόμη μέχρι σήμερα ότι για την απώλεια της θέσεως αναπαραγωγής «Robledo El Chano» ευθύνεται κατά πάσα πιθανότητα το υπαίθριο ορυχείο «Fonfría» ενώ ουδόλως λαμβάνουν υπόψη τους την πιθανή απομόνωση των πληθυσμιακών τμημάτων. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε στάθμιση συμφερόντων εκ μέρους των αρμοδίων Αρχών στερείται ουσιαστικής βάσης, τα δε αντισταθμιστικά μέτρα δεν αφορούν κανένα από τα δύο ανωτέρω ζητήματα.

121. Κατά συνέπεια, οι επιπτώσεις στη ΖΕΠΠ «Alto Sil» δεν είναι δικαιολογημένες.

5.      Το ενδιάμεσο συμπέρασμα επί του δεύτερου σκέλους του δεύτερου λόγου της προσφυγής

122. Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, καθόσον δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα, ώστε να αποτρέψει τις μη δικαιολογημένες επιπτώσεις στη ΖΕΠΠ «Alto Sil», οι οποίες οφείλονταν στη λειτουργία των υπαίθριων ορυχείων «Feixolín», «Fonfría» και επέκταση «Feixolín».

 Επί της προσωρινής προστασίας του προτεινόμενου τόπου κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ) «Alto Sil»

123. Με τον τρίτο λόγο της προσφυγής, η Επιτροπή προσάπτει στην Ισπανία ότι από τον Ιανουάριο του 1998 δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα όσον αφορά την εξόρυξη λιθάνθρακα στα ορυχεία «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría», και «Nueva Julia», προκειμένου να διασφαλίσει το οικολογικό ενδιαφέρον που έχει σε εθνικό επίπεδο η προτεινόμενη περιοχή «Alto Sil».

124. Πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει της οδηγίας περί οικοτόπων, όσον αφορά τους τόπους οι οποίοι αποτελούν φυσικό οικότοπο ή/και στους οποίους ζουν είδη προτεραιότητας και τους οποίους έχουν χαρακτηρίσει προς εγγραφή στον κοινοτικό κατάλογο, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προστασίας προκειμένου να διατηρούνται τα οικολογικά χαρακτηριστικά των εν λόγω τόπων. Επομένως, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιτρέπουν έργα που ενδέχεται να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο τα οικολογικά χαρακτηριστικά των τόπων αυτών. Αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν η παρέμβαση μπορεί είτε να ελαττώσει σημαντικά την έκταση του τόπου είτε να προκαλέσει την εξαφάνιση ειδών προτεραιότητας που απαντούν στον τόπο είτε, τέλος, να έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή του τόπου ή την εξάλειψη των αντιπροσωπευτικών χαρακτηριστικών του (63).

125. Οι διαπιστωθείσες δυσμενείς επιπτώσεις στον αγριόκουρκο δεν έχουν καθαυτές σημασία ως προς τον συγκεκριμένο λόγο της προσφυγής, διότι η προστασία του εν λόγω είδους εξασφαλίζεται στο πλαίσιο της ΖΕΠΠ «Alto Sil».

126. Εντούτοις, κατά την εξέταση των επιπτώσεων στη ΖΕΠΠ διαπιστώθηκε ότι το υπαίθριο ορυχείο «Fonfría» προκάλεσε καταστροφή του οικοτόπου τύπου 9230, γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica, σε έκταση 17,92 εκταρίων, από την οποία θα μπορούσε να ωφεληθεί ο αγριόκουρκος (64).

127. Επιπροσθέτως, κατά την υποβληθείσα από την Ισπανία μελέτη του 2005 (65), εξαλείφθηκαν λόγω του σχεδίου «Fonfría» και οι ακόλουθες εκτάσεις προστατευόμενων οικοτόπων:

–        79,31 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 4030, ευρωπαϊκά ξηρά χέρσα εδάφη (0,36 % της συνολικής εκτάσεως αυτού του τύπου στην περιοχή),

–        16,88 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 4090, ενδημικά ορεινά μεσογειακά χέρσα εδάφη με ακανθώδεις θάμνους (0,64 % της συνολικής εκτάσεως αυτού του τύπου στην περιοχή),

–        6,76 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 6160, πυριτιούχοι ορεινοί ιβηρικοί λειμώνες με Festuca indigesta (1,5 % της συνολικής εκτάσεως αυτού του τύπου στην περιοχή),

–        76,05 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 6510, χαμηλού υψομέτρου θεριζόμενοι λειμώνες (Alopecurus pratensis, Sanguisorba officinalis) (δεν είναι γνωστή η συνολική έκταση αυτού του τύπου στην περιοχή),

–        5,63 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 8230, πυριτικοί βράχοι με πρωτογενή βλάστηση Sedo-Scleranthion ή Sedo albi-Veronicion dillenii (0,1 % της συνολικής εκτάσεως αυτού του τύπου στην περιοχή).

128. Εξαιρουμένου του οικοτόπου τύπου 6510, ο οποίος δεν αναφέρεται στο έντυπο γνωστοποιήσεως περιοχών, οι ανωτέρω τύποι οικοτόπων ανήκουν στα οικολογικά χαρακτηριστικά της προτεινόμενης περιοχής «Alto Sil». Ωστόσο, οι επιπτώσεις στον οικείο τόπο δεν αξιολογούνται ως «σημαντικές», καθόσον οι εκμεταλλευόμενες εκτάσεις συνιστούν μόνον μικρό τμήμα των εν λόγω οικοτόπων εντός της προτεινόμενης περιοχής (66) και δεν είναι τόποι προτεραιότητας. Τούτο ενισχύεται, μάλιστα, εφόσον η απώλεια αντισταθμίζεται σε άλλη περιοχή (67).

129. Μεγαλύτερη βαρύτητα έχουν οι πιθανές επιπτώσεις στην καφέ αρκούδα η οποία αποτελεί είδος προτεραιότητας κατά το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας περί οικοτόπων.

130. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τα υπαίθρια ορυχεία, αποτρέπουν το είδος αυτό από τη χρήση των άμεσα εκμεταλλευόμενων εκτάσεων εκδιώκοντάς το από την περιοχή. Βάσει σχετικής αναφοράς ειδικών εμπειρογνωμόνων, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη απόσταση 3,5 έως 5 χιλιομέτρων. Αν συνεκτιμηθούν τα διάφορα υπαίθρια εξορυκτικά έργα και άλλες πηγές ενοχλήσεων συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι ζώνες ενοχλήσεων αποκλείουν σημαντική οδό μετακινήσεως της καφέ αρκούδας, ήτοι τον διάδρομο του Leitariegos (68). Εμφανώς, τα ορυχεία «Feixolín» και «Fonfría» βρίσκονται άμεσα εντός αυτού του διαδρόμου (69).

131. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επισημαίνει την ανάγκη διασυνδέσεως του δυτικού σημείου αναπτύξεως της καφέ αρκούδας στα όρη της Κανταβρίας, τα οποία ανήκουν στον ΤΚΣ «Alto Sil», με το ανατολικό σημείο αναπτύξεώς της, το οποίο απέχει 50 έως 100 χιλιόμετρα. Ο διάδρομος του Leitariegos όμως δεν έχει μάλλον άμεση σχέση με αυτό το ζήτημα. Κατά μείζονα λόγο, πρόκειται για σύνδεση Βορρά-Νότου μεταξύ διαφόρων πληθυσμιακών τμημάτων στο δυτικό σημείο αναπτύξεως (70).

132. Ασφαλώς, αυτός ο αποκλεισμός επηρέασε τη διατήρηση της καφέ αρκούδας, αλλά κατά τη διάρκεια των έξι ετών ισχύος της προσωρινής προστασίας της περιοχής, από το 1998 έως το 2004, δεν είχε τη βαρύτητα σοβαρής επιπτώσεως ως προς τα οικολογικά χαρακτηριστικά της προτεινόμενης περιοχής «Alto Sil». Επίσης, κρίνεται μάλλον απίθανο να επιφέρει την εξαφάνιση της καφέ αρκούδας. Η Ισπανία εξηγεί μάλιστα, χωρίς να αμφισβητείται, ότι από το 1994 έως το 2007 υπήρξε σαφής αποκατάσταση του πληθυσμού της καφέ αρκούδας στο δυτικό σημείο αναπτύξεως, στα όρη της Κανταβρίας.

133. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να διαπιστωθεί παράβαση των υποχρεώσεων προσωρινής προστασίας της προτεινόμενης περιοχής «Alto Sil» λόγω των διαφόρων υπαίθριων εξορυκτικών έργων.

 Δ –      Επί της εγκρίσεως σχεδίων σε σχέση με τον ΤΚΣ «Alto Sil»

134. Στο πρώτο σκέλος του τέταρτου λόγου της προσφυγής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων εγκρίνοντας τη διεξαγωγή υπαίθριων εξορυκτικών εργασιών –ήτοι των ορυχείων «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría» και «Nueva Julia»– χωρίς να εκτιμήσει τις ενδεχόμενες επιπτώσεις των εν λόγω εξορύξεων και, εν πάση περιπτώσει, χωρίς να τηρήσει τους όρους υπό τους οποίους τα έργα αυτά θα μπορούσαν να εκτελεσθούν παρά τις δυσμενείς επιπτώσεις τους.

135. Μολονότι η περιοχή «Alto Sil» εμπίπτει στις διατάξεις της οδηγίας περί προστασίας των πτηνών ήδη από την κατάταξή της ως ΖΕΠΠ το 2000, προστατεύεται ως ΤΚΣ κατά την οδηγία περί οικοτόπων μόλις από το 2004. Τα μέτρα προστασίας τα οποία προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 3 και 4 της οδηγίας περί οικοτόπων πρέπει να λαμβάνονται, λοιπόν, μόνον ως προς τις περιοχές, οι οποίες κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, υποπαράγραφος 3, της ίδιας οδηγίας έχουν εγγραφεί στον κατάλογο των τόπων που επελέγησαν ως τόποι κοινοτικής σημασίας ο οποίος καταρτίστηκε από την Επιτροπή (71). Αυτό συνέβη το έτος 2004.

136. Οι υποχρεώσεις του άρθρου 6, παράγραφος 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων αφορούν εκ φύσεως μόνον αποφάσεις περί χορηγήσεως αδείας, οι οποίες ελήφθησαν μετά τη θέσπιση των εν λόγω διατάξεων (72).

137. Η Επιτροπή παρουσιάζει μεν στοιχεία σχετικά με τις επιπτώσεις στον ΤΚΣ «Alto Sil», αλλά δεν υποδεικνύει κανένα σχέδιο το οποίο να εγκρίθηκε μετά το 2004.

138. Στα γραπτά υπομνήματα γίνεται λόγος περί της αδείας της επεκτάσεως «Feixolín» η οποία δεν αμφισβητείται από την Επιτροπή στο πλαίσιο του προκείμενου λόγου της προσφυγής. Ακόμα και αν η Επιτροπή έθετε όμως υπό αμφισβήτηση αυτή τη διαδικασία χορηγήσεως αδείας, η επίμαχη άδεια δεν θα εξεταζόταν στη συγκεκριμένη περίπτωση. Τούτο οφείλεται στο ότι χορηγήθηκε τον Ιούνιο του 2009, δηλαδή μετά την 1η Φεβρουαρίου, ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας την οποία έθετε με αιτιολογημένη γνώμη η Επιτροπή.

139. Επιπλέον, το υπόμνημα ανταπαντήσεως περιέχει στοιχεία, εκ των οποίων συνάγεται ότι το 2008 λήφθηκε απόφαση όσον αφορά το σχέδιο «Fonfría» (73), η οποία υπόκειται πιθανώς στο άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. Εντούτοις, η απόφαση αυτή δε συνιστά αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.

140. Ασφαλώς, χωρίς άδεια η οποία να χορηγήθηκε μετά το έτος 2004 δεν μπορεί να θεμελιωθεί η προβαλλόμενη παράβαση του άρθρου 6, παράγραφοι 3 και 4, σε σχέση με τον ΤΚΣ «Alto Sil». Το πρώτο σκέλος του τέταρτου λόγου της προσφυγής είναι, ως εκ τούτου, αβάσιμο.

 Ε –      Επί των επιπτώσεων στον ΤΚΣ «Alto Sil»

141. Τέλος, στο δεύτερο σκέλος του τέταρτου λόγου της προσφυγής, η Επιτροπή προσάπτει στην Ισπανία ότι δεν έλαβε τα προβλεπόμενα μέτρα κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων όσον αφορά τα υπαίθρια ορυχεία «Feixolín», «Salguero-Prégame-Valdesegadas», «Fonfría», «Nueva Julia» και επέκταση «Feixolín».

142. Διαπιστώθηκε, βεβαίως, ότι τα εν λόγω σχέδια δεν εμπίπτουν στις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων σχετικά με την εκ των προτέρων εκτίμηση των επιπτώσεων τους στον ΤΚΣ «Alto Sil» (74). Τούτο όμως δεν αποκλείει την εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 2, της ίδιας οδηγίας όσον αφορά επιπτώσεις οι οποίες εμφανίζονται μετά την ένταξη του ΤΚΣ στον σχετικό κοινοτικό κατάλογο (75).

143. Το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατηρήσεως να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

1.      Επί της καταστροφής εκτάσεων προστατευόμενων οικοτόπων

144. Καταρχήν, οι προαναφερθείσες άμεσες απώλειες εκτάσεων προστατευόμενων οικοτόπων (76) στο υπαίθριο ορυχείο «Fonfría» συνιστούν υποβάθμιση του ΤΚΣ «Alto Sil». Ωστόσο, η Επιτροπή δεν εξήγησε αν αυτές οι απώλειες παρουσιάστηκαν μετά το 2004. Αντιθέτως δεν θεωρείται απίθανο ότι τα δέντρα κόπηκαν κατά την έναρξη της εκμεταλλεύσεως, το 2001. Απώλειες προγενέστερες της εντάξεως του ΤΚΣ στον σχετικό κοινοτικό κατάλογο εμπίπτουν μεν στην προσωρινή προστασία του ΤΚΣ (77), αλλά η Ισπανία δεν όφειλε να τις αποτρέψει κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων.

145. Από τους φακέλους της υποθέσεως προκύπτει, πάντως, ότι οι μη εγκριθείσες εργασίες στην επέκταση «Feixolín» είχαν ως συνέπεια την απώλεια εκτάσεων προστατευόμενων οικοτόπων μετά την ένταξη του ΤΚΣ στον σχετικό κοινοτικό κατάλογο. Κατά την αρχική αίτηση, η προβλεπόμενη έκταση εξορύξεως 93,9 εκταρίων (78) θα περιλάμβανε 77,77 εκτάρια προστατευόμενων οικοτόπων (79). Οι μη εγκριθείσες εργασίες αφορούσαν 35,24 εκτάρια (80). Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι οι εργασίες αυτές, οι οποίες στερούνταν αδείας, θα κάλυπταν όλες τις εκτάσεις όπου δεν υπάρχουν προστατευόμενοι οικότοποι, θα επέφεραν την απώλεια προστατευόμενων οικοτόπων υπόλοιπης εκτάσεως μεγαλύτερης των 19 εκταρίων. Την εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνει αναφορά που προσκόμισε η Ισπανική Κυβέρνηση περί της καταστάσεως των σχετικών εκτάσεων, κατά την οποία τουλάχιστον η βλάστηση υπέστη βλάβη (81).

146. Όπως διαπιστώθηκε ήδη σε σχέση με τη βλάβη της ΖΕΠΠ «Alto Sil», η Ισπανία φέρει την ευθύνη όσον αφορά τις επιπτώσεις αυτού του σχεδίου (82) ενώ δεν υφίσταται και δυνατότητα δικαιολογήσεως (83).

147. Κατά συνέπεια, η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, διότι δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα, ώστε να αποτρέψει εντός του ΤΚΣ «Alto Sil» την καταστροφή οικοτόπων, περιλαμβανομένων στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας, η οποία οφείλεται στη λειτουργία του υπαίθριου ορυχείου της επεκτάσεως «Feixolín».

2.      Επί της καταστροφής γειτονικών εκτάσεων και επί του διαχωριστικού αποτελέσματος

148. Η ενόχληση της καφέ αρκούδας στις εκτάσεις της περιοχής όπου βρίσκονται τα υπαίθρια ορυχεία και ο αποκλεισμός του διαδρόμου του Leitariegos, σημαντικής οδού μετακινήσεως της καφέ αρκούδας (84), παρουσιάστηκαν ήδη ανωτέρω όσον αφορά το χρονικό διάστημα πριν από το 2004, αλλά εξακολούθησαν και μετά την ένταξη της περιοχής στον οικείο κοινοτικό κατάλογο.

149. Οι ενοχλήσεις αυτές δεν είχαν αρχικώς τη βαρύτητα «σοβαρής επιπτώσεως» κατά την έννοια της νομολογίας σχετικά με την προσωρινή προστασία προτεινόμενων περιοχών, αλλά είναι σημαντικές όσον αφορά τους σκοπούς της οδηγίας περί οικοτόπων. Πράγματι, η καφέ αρκούδα, δεν στερείται μόνον ουσιώδεις εκτάσεις, από τις οποίες θα μπορούσε να ωφεληθεί, αλλά κυρίως διαχωρίζονται μεταξύ τους πληθυσμιακά τμήματα. Αυτός ο διαχωρισμός, μάλιστα, αποκτά μεγαλύτερη σημασία όσο επιμηκύνεται χρονικά.

150. Η μελέτη του 2005 δεν θεωρεί, βεβαίως, σημαντικές αυτές τις δυσμενείς συνέπειες (85), αλλά περιγράφει συγχρόνως το ενδεχόμενο αποκλεισμού του διαδρόμου ως έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους για την αποκατάσταση της καφέ αρκούδας (86). Επομένως, η αξιολόγηση των συνεπειών ως μη σημαντικών δεν συνάδει με τις αντίστοιχες διαπιστώσεις.

151. Ως εκ τούτου, τουλάχιστον ο θόρυβος και οι δονήσεις από τα υπαίθρια ορυχεία «Feixolín», «Fonfría» και επέκταση «Feixolín» καθώς και ο αποκλεισμός του διαδρόμου του Leitariegos λόγω αυτών των έργων συνιστούν ενοχλήσεις του ΤΚΣ «Alto Sil», οι οποίες είναι σημαντικές ως προς τη διατήρηση της καφέ αρκούδας.

152. Εφόσον τα υπαίθρια ορυχεία «Feixolín» και «Fonfría» αδειοδοτήθηκαν πριν από την ένταξη της περιοχής στον οικείο κοινοτικό κατάλογο, οι ενοχλήσεις οι οποίες οφείλονται στη λειτουργία τους θα μπορούσαν, καταρχήν, να θεωρηθούν δικαιολογημένες. Συναφώς, ισχύουν οι αρχές οι οποίες εκτίθενται ανωτέρω σε σχέση με τον αγριόκουρκο στη ΖΕΠΠ «Alto Sil» (87).

153. Εντούτοις, οι αρμόδιες Αρχές επέδειξαν σαφώς μεγαλύτερη επιμέλεια εξετάζοντας, ιδίως με τη μελέτη του 2005, τις επιπτώσεις που αφορούν την καφέ αρκούδα εντός του ΤΚΣ «Alto Sil» (88) σε σύγκριση με την εκτίμηση των επιπτώσεων ως προς τον αγριόκουρκο στην αντίστοιχη ΖΕΠΠ. Ούτε η Επιτροπή αμφισβητεί το περιεχόμενο αυτής της εξετάσεως. Ως εκ τούτου, συνιστά την κατάλληλη βάση για την δικαιολόγηση των επιπτώσεων στην καφέ αρκούδα.

154. Κατά συνέπεια, δεν αμφισβητείται, κατ’ αρχήν, ότι οι ισπανικές Υπηρεσίες επικαλέστηκαν επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος ως προς τη συνέχιση της λειτουργίας των εξορυκτικών έργων –ήτοι τη διασφάλιση ενεργειακού εφοδιασμού, τις θέσεις εργασίας και την ισχύ των αδειών– αποκλείοντας κάθε εναλλακτική.

155. Η σχετική έκθεση περιλαμβάνει, μάλιστα, προτάσεις μέτρων, τα οποία κρίνονται κατάλληλα να εξασφαλίσουν την προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Κατά κύριο λόγο, δηλαδή, επιδιώκεται η διασφάλιση της απρόσκοπτης χρήσης του διαδρόμου του Leitariegos από την καφέ αρκούδα (89). Η Επιτροπή δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την καταλληλότητα αυτών των μέτρων.

156. Και σε αυτήν την περίπτωση όμως δεν πρέπει να κριθεί οριστικά αν υφίσταται πράγματι λόγος δικαιολογήσεως. Όπως ισχυρίζεται και η Ισπανία, τα σχετικά μέτρα συνιστούν μέχρι τούδε μόνον προτάσεις οι οποίες δεν έχουν υλοποιηθεί (90). Επομένως, εξακολουθούν να απουσιάζουν τα αναγκαία μέτρα προς εξασφάλιση της συνολικής συνοχής του Natura 2000.

157. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να διαπιστωθεί δικαιολογημένη παράλειψη των μέτρων προστασίας από τις επιπτώσεις των υπαίθριων ορυχείων «Feixolín», «Fonfría» και επέκταση «Feixolín» όσον αφορά τον ΤΚΣ «Alto Sil».

3.      Το ενδιάμεσο συμπέρασμα επί του δεύτερου σκέλους του τέταρτου λόγου της προσφυγής

158. Κατά συνέπεια, η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, διότι δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα, ώστε να αποτρέψει τις μη δικαιολογημένες επιπτώσεις στον ΤΚΣ «Alto Sil» λόγω της λειτουργίας των υπαίθριων ορυχείων «Feixolín», «Fonfría» και επέκταση «Feixolín».

 ΣΤ –      Επί της οδηγίας ΕΠΕΕ

159. Τέλος, πρέπει να εξεταστεί ο πρώτος λόγος της προσφυγής, με τον οποίο η Επιτροπή αμφισβητεί την εφαρμογή των άρθρων 2, 3 και 5, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας ΕΠΕΕ, κατά τη διαδικασία εγκρίσεως των σχεδίων «Fonfría», «Nueva Julia» και «Ladrones». Αρχικώς, πρέπει να κριθεί αν απαιτούνταν εν γένει εκτίμηση κατά τη σχετική οδηγία όσον αφορά τα ανωτέρω σχέδια και εν τέλει να ερευνηθεί το περιεχόμενο της εκτιμήσεως.

1.      Επί της ανάγκης εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων

160. Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας ΕΠΕΕ, τα σχέδια των κατηγοριών που μνημονεύει το παράρτημα Ι υποβάλλονται σε εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεών τους. Η οδηγία ΕΠΕΕ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/11, αφορούσε υπαίθρια ορυχεία με προβλεπόμενη έκταση εξορύξεως ανώτερη των 25 εκταρίων κατά το παράρτημα Ι, σημείο 19.

161. Επομένως, ως προς τα υπαίθρια ορυχεία «Nueva Julia» και «Ladrones» απαιτείται αναμφίβολα εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθόσον πρόκειται για υπαίθρια εξορυκτικά έργα εκτάσεως άνω των 25 εκταρίων κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της οδηγίας ΕΠΕΕ.

162. Αντιθέτως, όπως προκύπτει από τους φακέλους της υποθέσεως (91), η αίτηση αδείας για το υπαίθριο ορυχείο «Fonfría» υποβλήθηκε στις 11 Μαρτίου 1998. Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 97/11, ως προς τις αιτήσεις αδείας οι οποίες υποβλήθηκαν πριν από τις 14 Μαρτίου δεν ισχύει η επικαλούμενη από την Επιτροπή οδηγία ΕΠΕΕ όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/11, αλλά ως ίσχυε αρχικώς. Συνεπώς, αποκλείεται παράβαση των διατάξεων της οδηγίας ΕΠΕΕ όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/11.

163. Συναφώς, τίθεται το ζήτημα αν η προσφυγή της Επιτροπής –σε αντίθεση με τη διατύπωση και το σκεπτικό της– πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά και παράβαση των διατάξεων της οδηγίας ΕΠΕΕ ως είχε αρχικώς. Τούτο θα ήταν πιθανό αν στην προκειμένη περίπτωση η εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας ως είχε αρχικώς δεν διέφερε ουσιωδώς από την εφαρμογή των επίμαχων διατάξεων όπως τροποποιήθηκαν.

164. Ωστόσο, διαφέρουν μεταξύ τους.

165. Κυρίως, η υποχρεωτική εκτίμηση των επιπτώσεων των υπαίθριων ορυχείων εκτάσεως άνω των 25 εκταρίων επιβλήθηκε με την τροποποιητική οδηγία 97/11 κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1 και το παράρτημα I, σημείο 19 της οδηγίας ΕΠΕΕ. Αντιθέτως, η εξόρυξη λιθάνθρακα και λιγνίτη σε ορυχεία επιφανείας υπέκειτο αρχικώς στο άρθρο 4, παράγραφος 2, και στο παράρτημα ΙΙ, σημείο 2, στοιχείο ε, της οδηγίας ΕΠΕΕ ως είχε πριν τροποποιηθεί. Κατά τις διατάξεις αυτές η εκτίμηση επιβαλλόταν μόνον όταν τα κράτη μέλη το θεωρούσαν αναγκαίο λόγω των χαρακτηριστικών του έργου. Στην προκειμένη διαδικασία δεν αναλύεται αν η εκτίμηση ήταν αναγκαία.

166. Επομένως, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως προς αυτό το σημείο.

167. Σε περίπτωση όμως που το Δικαστήριο επιθυμεί να διερευνήσει αυτό το ζήτημα –ίσως διότι η εκτίμηση των σχεδίων αυτού του είδους ήταν υποχρεωτική, λόγω της μεταφοράς της οδηγίας ΕΠΕΕ, ως είχε αρχικώς, στο εσωτερικό δίκαιο της Ισπανίας (92)– θα εξετάσω στη συνέχεια επικουρικώς, αν οι ελλείψεις της εκθέσεως περιβαλλοντικών επιπτώσεων, τις οποίες επικαλείται η Επιτροπή, αφορούν και το υπαίθριο ορυχείο «Fonfría».

2.      Επί των εξεταζόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων

168. Ως προς το περιεχόμενο των εκάστοτε εκτιμήσεων, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι οι έμμεσες ή σωρευτικές επιπτώσεις των σχεδίων όσον αφορά και τα δύο είδη, τον αγριόκουρκο και την καφέ αρκούδα, δεν εξετάστηκαν επαρκώς.

169. Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας ΕΠΕΕ, τα σχέδια τα οποία μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, πρέπει να υποβάλλονται σε εκτίμηση όσον αφορά τις επιπτώσεις τους. Το άρθρο 3 περιγράφει το περιεχόμενο αυτής της εκτιμήσεως και το άρθρο 5 ρυθμίζει τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να παρέχονται.

170. Η Ισπανία υποστηρίζει ότι η εκτίμηση των έμμεσων και σωρευτικών επιπτώσεων δεν είναι υποχρεωτική, αλλά μόνον επιθυμητή. Τούτο θεμελιώνεται στο γράμμα της υποσημειώσεως στο παράρτημα ΙΙΙ, σημείο 4, της οδηγίας ΕΠΕΕ.

171. Κατά την υποσημείωση αυτή, η περιγραφή των επιπτώσεων σχεδίου θα πρέπει να αφορά τις άμεσες και, ενδεχομένως, τις έμμεσες, τις δευτερεύουσες, τις σωρευτικές, τις βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες, τις μόνιμες και προσωρινές, τις θετικές και αρνητικές συνέπειες του σχεδίου.

172. Η εν λόγω υποσημείωση του σημείου 4 του παραρτήματος IΙΙ, της οδηγίας ΕΠΕΕ πρέπει να ερμηνεύεται σε σχέση με το άρθρο 5, παράγραφος 1, το οποίο παραπέμπει στο παράρτημα IΙΙ. Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας ΕΠΕΕ προβλέπει ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν κάποιο περιθώριο εκτιμήσεως κατά την εφαρμογή του κοινοτικού κανόνα σε εθνικό επίπεδο. Συναφώς, ορίζει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε ο κύριος του έργου να παρέχει τις απαιτούμενες πληροφορίες όταν θεωρούν, αφενός, ότι οι πληροφορίες αυτές ανταποκρίνονται σε ένα δεδομένο στάδιο της διαδικασίας χορηγήσεως αδείας και στα ειδικά χαρακτηριστικά ενός συγκεκριμένου σχεδίου ή ενός τύπου σχεδίου και, αφετέρου, ότι μπορούν εύλογα να απαιτήσουν από τον κύριο του έργου να συλλέξει τα σχετικά στοιχεία (93).

173. Η χρήση του «θα πρέπει» (στην αγγλική γλώσσα: «should», στη γαλλική γλώσσα: «devrait») στην υποσημείωση του σημείου 4 του παραρτήματος ΙΙΙ, της οδηγίας ΕΠΕΕ καλλιεργεί περαιτέρω το σχετικό περιθώριο εκτιμήσεως το οποίο διαθέτουν τα κράτη μέλη όσον αφορά την απαιτούμενη περιγραφή των επιπτώσεων σχεδίου. Ωστόσο, το περιθώριο αυτό, μπορεί να ελεγχθεί δικαστικώς (94).

174. Σχετικό μέτρο συνιστούν, κυρίως, το άρθρο 2, παράγραφος 1 και το άρθρο 3 της οδηγίας ΕΠΕΕ.

175. Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας ΕΠΕΕ, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις σχεδίου πρέπει να εξετάζονται, εφόσον θα μπορούσαν να είναι σημαντικές. Συνεπώς, το περιεχόμενο αυτής της εξετάσεως δεν μπορεί να περιορίζεται σε συγκεκριμένα τυπικά στοιχεία, αλλά οφείλει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τις επιπτώσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι σημαντικές.

176. Τούτο επιβεβαιώνει και το άρθρο 3, της οδηγίας ΕΠΕΕ, το οποίο ορίζει με γενικό τρόπο το περιεχόμενο της περιβαλλοντικής εκτιμήσεως. Ειδικότερα, προβλέπει ότι η εν λόγω εκτίμηση εντοπίζει, περιγράφει και αξιολογεί κατάλληλα, σε συνάρτηση με κάθε ειδική περίπτωση τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις ενός σχεδίου πάνω στον άνθρωπο, στην πανίδα και στη χλωρίδα, στο έδαφος, στα ύδατα, στον αέρα, στο κλίμα και στο τοπίο, στα υλικά αγαθά και στην πολιτιστική κληρονομιά, καθώς και στην αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των παραγόντων. Επομένως, οι έμμεσες επιπτώσεις περιλαμβάνονται οπωσδήποτε στην εκτίμηση ενώ πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι συνθήκες της κάθε συγκεκριμένης περιπτώσεως (95).

177. Επιπλέον, το άρθρο 3 της οδηγίας ΕΠΕΕ μπορεί να επιβάλει στις αρμόδιες Υπηρεσίες, την παροχή πρόσθετων πληροφοριών, αν αυτές κρίνονται αναγκαίες, προκειμένου να επιτευχθεί η πληρέστερη δυνατή αξιολόγηση των άμεσων και έμμεσων επιπτώσεων σχετικού σχεδίου στους διάφορους παράγοντες και στη μεταξύ τους αλληλεπίδραση (96).

178. Άλλωστε, αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, για την πλήρη αξιολόγηση μπορεί να είναι κρίσιμες και οι σωρευτικές επιπτώσεις. Υπέρ αυτού συνηγορεί, ιδίως, το ότι οι σωρευτικές επιπτώσεις λαμβάνονται υπόψη κατά την κρίση περί της ανάγκης περιβαλλοντικής εκτιμήσεως (97).

179. Κατά συνέπεια, οι έμμεσες και σωρευτικές επιπτώσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, εφόσον μπορεί να είναι σημαντικές, δεδομένων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως.

180. Από τις αναλύσεις σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας περί οικοτόπων προκύπτει ότι ειδικά οι έμμεσες και σωρευτικές επιπτώσεις των διάφορων υπαίθριων εξορυκτικών σχεδίων εντός της περιοχής «Alto Sil» ή σε γειτνίαση με αυτήν είναι κρίσιμες σε σχέση με τον αγριόκουρκο και την καφέ αρκούδα. Επομένως, η εκτίμηση των σχεδίων «Fonfría», «Nueva Julia» και «Ladrones» έπρεπε να περιλαμβάνει και αυτές τις επιπτώσεις.

181. Η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχετικά με το υπαίθριο ορυχείο «Fonfría» αναφέρεται τόσο στην καφέ αρκούδα παρατηρώντας ότι ο οικότοπός της βρίσκεται βόρεια και ως εκ τούτου δεν επηρεάζεται (98), όσο και στον αγριόκουρκο που αναπτύσσεται σε εκτάσεις οι οποίες απέχουν αρκετά προς τα δυτικά του σχεδίου (99). Ασφαλώς, τα εν λόγω στοιχεία είναι προδήλως ανεπαρκή. Εν προκειμένω δεν εκτίθενται ούτε οι επιπτώσεις στις μετακινήσεις αμφότερων των ειδών, ούτε η θέση αναπαραγωγής «Robledo El Chano».

182. Τα έγγραφα σχετικά με την άδεια του υπαίθριου ορυχείου «Nueva Julia» (100) δεν περιέχουν ουδεμία αναφορά στα δύο είδη.

183. Περισσότερο προχωρούν τα έγγραφα σχετικά με την άδεια του υπαίθριου ορυχείου «Ladrones». Συναφώς, διαπιστώνεται όσον αφορά την καφέ αρκούδα ότι εξαλείφθηκαν εκτάσεις ελάχιστης σημασίας και ότι δεν θα αποκλειόταν καμία σύνδεση μεταξύ πληθυσμιακών τμημάτων (101). Τουναντίον, η εξέταση σε σχέση με τον αγριόκουρκο παραμένει πολύ επιφανειακή. Στην απόφαση περί χορηγήσεως αδείας επισημαίνεται, βεβαίως, ότι εξετάστηκαν οι πιθανές επιπτώσεις αυτού του σχεδίου στον αγριόκουρκο και αξιολογήθηκαν ικανοποιητικώς (102). Ωστόσο, ένας απλός ισχυρισμός δεν μπορεί να αποδείξει ότι διεξήχθησαν πράγματι οι αναγκαίες εκτιμήσεις.

184. Συνεπώς επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η περιβαλλοντική εκτίμηση των σχεδίων «Fonfría», «Nueva Julia» και «Ladrones» ήταν ελλιπής ως προς το περιεχόμενο.

185. Η μελέτη του 2005, επεκτείνεται σαφώς περισσότερο, ιδίως όσον αφορά την καφέ αρκούδα. Δεν δύνανται όμως να θεραπεύσει τις ελλείψεις των περιβαλλοντικών εκτιμήσεων. Όπως ορθώς επισημαίνει η Επιτροπή, οι εκτιμήσεις κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας ΕΠΕΕ πρέπει να διεξάγονται πριν από την έγκριση των σχετικών σχεδίων.

186. Δεδομένου ότι η εξέτασή μου όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας ΕΠΕΕ ως προς το σχέδιο «Fonfría» ήταν μόνον επικουρική, διαπιστώνεται ότι η Ισπανία, εγκρίνοντας τα σχέδια «Nueva Julia» και «Ladrones», παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 3 και 5, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας ΕΠΕΕ.

V –    Επί των δικαστικών εξόδων

187. Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Καθόσον αμφότεροι οι διάδικοι δικαιώνονται μόνον εν μέρει, θα πρέπει κάθε διάδικος να φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

VI – Συμπέρασμα

188. Ως εκ τούτου, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ως εξής:

1.      Το Βασίλειο της Ισπανίας εγκρίνοντας τα σχέδια «Nueva Julia» και «Ladrones» παρέβη της υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 3 και 5, παράγραφος 1 και 3, της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/11/ΕΚ, και από το άρθρο 6, παράγραφος 3 και 4, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας.

2.      Η Ισπανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/43, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποτρέψει τις επιπτώσεις στη ζώνη ειδικής προστασίας και στον τόπο κοινοτικής σημασίας «Alto Sil» λόγω της λειτουργίας των υπαίθριων ορυχείων «Feixolín», «Fonfría» και επέκταση «Feixolín».

3.      Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

4.      Η Ισπανία και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρουν έκαστη τα δικαστικά έξοδά της.


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γερμανική.


2 –      Οδηγία 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ L 175, σ. 40) όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/11/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Μαρτίου 1997 (ΕΕ L 73, σ. 5).


3 –      Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206, σ. 7), όπως τροποποιήθηκε εσχάτως με τον κανονισμό (ΕΚ) 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2003 (ΕΕ L 284, σ. 1).


4 –      Οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ L 103, σ. 1), όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ της 30ής Νοεμβρίου 2009 (ΕΕ 2010, L 20, σ. 70).


5 –      Βλ. σχετικά κατωτέρω, ιδίως σκέψεις 68 επ. και 106 επ.


6 –      Βλ. σχετικά κατωτέρω, ιδίως σκέψεις 168 επ.


7 –      Βλ., http://natura2000.eea.europa.eu/#.


8 –      Βλ. απόφαση της Επιτροπής της 7ης Δεκεμβρίου 2004 κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με την έγκριση του καταλόγου των τόπων κοινοτικής σημασίας για την ατλαντική βιογεωγραφική περιοχή (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό K(2004) 4032) (ΕΕ L 387, σ. 1 [25]).


9 – Informe relativeo a la queja 2001/4914 – Análisis de afecciones y propuesta de medidas, σ. 184 επ. των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της προσφυγής.


10 –      Αποφάσεις της 13ης Ιανουαρίου 2005, C‑117/03, Dragaggi κ.λπ. (Συλλογή 2005, σ. I‑167), και της 14ης Σεπτεμβρίου 2006, C‑244/05, Bund Naturschutz in Bayern κ.λπ. (Συλλογή 2006, σ. I‑8445).


11 –      Βλ., σ. 442 επ. των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


12 –      Βλ., σ. 72 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως όσον αφορά το σχέδιο «Nueva Julia» και σ. 98 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως όσον αφορά το σχέδιο «Ladrones».


13 –      Αποφάσεις της 7ης Σεπτεμβρίου 2004, C‑127/02, Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (Συλλογή 2004, σ. I‑7405, σκέψη 43), και της 4ης Οκτωβρίου 2007, C‑179/06, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Altamura (Συλλογή 2007, σ. I‑8131, σκέψη 34).


14 –      Βλ. τις παρατιθέμενες στην υποσημείωση 13 αποφάσεις Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging, σκέψεις 46 επ. και Altamura, σκέψη 35.


15 –      Αποφάσεις Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψη 44) και της 13ης Δεκεμβρίου 2007, C‑418/04, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (Συλλογή 2007, σ. I‑10947, σκέψη 254).


16 –      Απόφαση Altamura (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψεις 37 επ. και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


17 –      Informe relativo a la queja 2001/4914, παράρτημα 9 εκ των συνημμένων στο δικόγραφο της προσφυγής, σ. 221 επ.


18 –      AS-03, βλ. Plano I, σ. 48 του δικογράφου της προσφυγής.


19 – Βλ. Informe sobre la incidencia de las actividades mineras sobre el urogallo cantábrico in Laciana, παράρτημα 19 εκ των συνημμένων στο δικόγραφο της προσφυγής, σ. 650 επ.


20 – Αποφάσεις Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψεις 56 και 57), της 26ης Οκτωβρίου 2006, C‑239/04, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, Castro Verde (Συλλογή 2006, σ. I‑10183, σκέψη 20), και της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, C‑304/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Santa Caterina (Συλλογή 2007, σ. I‑7495, σκέψη 58).


21 –      Απόφαση Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψεις 59 και 67), Castro Verde (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 24), και Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 15, σκέψη 258).


22 –      Απόφαση Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 59).


23 –      Υποσημείωση 4 στη σκέψη 20 του υπομνήματος ανταπαντήσεως με παραπομπή στην έγκριση αυτού του σχεδίου της 24ης Νοεμβρίου 2003, σ. 105 επ. των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


24 –      Απόφαση Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 72).


25 –      Βλ. σ. 240 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


26 –      Αποφάσεις Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψεις 56 και 57), Castro Verde (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 20), και Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 58).


27 –      Απόφαση Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 81).


28 –      Απόφαση Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 83).


29 –      Απόφαση Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψη 35).


30 –      Απόφαση Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 94), βλ. διευκρινιστικά τις προτάσεις μου επί της υποθέσεως της 19ης Απριλίου 2007, σκέψη 62, βλ. επίσης την απόφαση Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 15, σκέψη 263) και τις προτάσεις μου επί της υποθέσεως της 14ης Σεπτεμβρίου 2006, σκέψη 173.


31 –      Αποφάσεις της 23 Μαρτίου 2006, C‑209/04, Επιτροπή κατά Αυστρίας, Lauteracher Ried (Συλλογή 2006, σ. I‑2755, σκέψεις 53 έως 62), και της 14ης Ιανουαρίου 2010, C‑226/08, Stadt Papenburg (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 48).


32 –      Απόφαση Lauteracher Ried (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 31, σκέψη 57, και εκεί παρατιθέμενη νομολογία σχετικά με την οδηγία ΕΠΕΕ).


33 –      Απόφαση Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψη 37).


34 –      Απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2005, C‑6/04, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου (Συλλογή 2005, σ. I‑9017, σκέψη 58).


35 –      Απόφαση Stadt Papenburg (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 31, σκέψη 49).


36 –      Αποφάσεις της 6ης Ιουλίου 2010, C‑428/08, Monsanto Technology (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 66), και της 16ης Δεκεμβρίου 2010, C‑266/09, Stichting Natuur en Milieu (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 32).


37 –      Απόφαση Monsanto Technology (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 36, σκέψη 69).


38 –      Βλ. αποφάσεις της 7ης Δεκεμβρίου 2000, C‑374/98, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Basses Corbières (Συλλογή 2000, σ. I-10799, σκέψεις 47 και 57), της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, C‑388/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Valloni e steppe pedegarganiche (Συλλογή 2007, σ. I‑7555, σκέψη 18), και της 18ης Δεκεμβρίου 2007, C‑186/06, Επιτροπή κατά Ισπανίας, Kanal Segarra-Garrigues (Συλλογή 2007, σ. I‑12093, σκέψη 26).


39 –      Συναφώς, η κατάσταση είναι συγκρίσιμη με την απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας (Valloni e steppe pedegarganiche, προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 38).


40 –      Βλ. απόφαση της 2ας Αυγούστου 1993, C-355/90, Επιτροπή κατά Ισπανίας, Santoña-Sümpfe (Συλλογή 1993, σ. I‑4221, σκέψη 11).


41 –      Απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας (Valloni e steppe pedegarganiche, προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 38, σκέψεις 22 και 27).


42 –      Βλ. σ. 235 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


43 –      Βλ. σ. 235 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


44 –      Βλ., σχετικά με το εύρος των εργασιών, σ. 442 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


45 –      Βλ. σ. 235 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


46 –      Βλ., σ. 497 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


47 –      Απόφαση Santa Caterina (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 20, σκέψη 95).


48 –      Βλ. σ. 232 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


49 –      Διάγραμμα 1, σ. 48 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής. Λόγω εσφαλμένης χαρτογραφικής κλίμακας, ο υπολογισμός των αποστάσεων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση της υπηρεσίας Google Maps Distance Calculator (http://www.daftlogic.com/projects-google-maps-distance-calculator.htm).


50 –      Βλ. σ. 239 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


51 –      Βλ. σ. 227 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


52 –      Situación del urogallo en Castilla y Leon, σ. 307 και 318 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


53 –      Βλ. σ. 651 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


54 –      Βλ. σ. 650 επ. των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


55 –      Βλ. απόφαση της 20ής Μαΐου 2010, C‑308/08, Επιτροπή κατά Ισπανίας (Iberischer Luchs, δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 25).


56 –      Βλ. τον χάρτη στη σ. 653 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής και το διάγραμμα των διαφόρων σχεδίων στη σ. 48.


57 –      Η μελέτη του 2005, σ. 235 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής, αναφέρει το σχέδιο ως «explotacion activa».


58 –      Απόφαση Waddenvereniging und Vogelbeschermingsvereniging (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, σκέψη 35).


59 –      Βλ., σχετικά με τον έλεγχο της διακριτικής εξουσίας της Επιτροπής, τις αποφάσεις της 18ης Ιουλίου 2007, C‑326/05 P, Industrias Químicas del Vallés κατά Επιτροπής (Συλλογή 2007, σ. I‑6557, σκέψη 77), και της 6ης Νοεμβρίου 2008, C‑405/07 P, Niederlande κατά Επιτροπής (Συλλογή 2008, σ. I‑8301, σκέψη 55), και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.


60 –      Βλ. ανωτέρω,, σκέψη 61 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.


61 –      Βλ. απόφαση της 1ης Ιουνίου 1999, C‑126/97, Eco Swiss (Συλλογή 1999, σ. I‑3055, σκέψη 46), και της 13ης Ιανουαρίου 2004, C‑453/00, Kühne & Heitz (Συλλογή 2004, σ. I‑837, σκέψη 24).


62 –      Βλ., σ. 271 επ. των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


63 –      Απόφαση Bund Naturschutz in Bayern κ.λπ. (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 10, σκέψεις 44 και 46), Stadt Papenburg (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 31, σκέψη 49) und Iberischer Luchs (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 55, σκέψη 21).


64 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψη 85.


65 –      Βλ. σ. 235 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


66 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψη 114.


67 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψη 118.


68 – Βλ. σ. 672 και σ. 675 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής. Επίσης Palomero κ.λπ., Cantabrian Brown Bear Trends, Ursos 18 (2), 145 επ. (155 [βλ. σ. 742 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής]), χαρακτηρίζουν τις εξορυκτικές δραστηριότητες ως πηγές ενοχλήσεως και εμπόδια για τη μετακίνηση της καφέ αρκούδας.


69 –      Εσωτερική τοποθέτηση της Υπηρεσίας προστασίας φυσικού περιβάλλοντος της περιφέρειας Καστίλης και Λεόν της 13ης Νοεμβρίου 1998, σ. 114.


70 –      Αυτό προκύπτει και από τα στοιχεία του προγράμματος LIFE «Corredores de comunicación para la conservación del oso pardo cantábrico», σ. 718 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


71 –      Βλ., τις παρατιθέμενες στην υποσημείωση 10 αποφάσεις Dragaggi κ.λπ., σκέψη 25, και Bund Naturschutz in Bayern κ.λπ., σκέψη 36.


72 –      Βλ. απόφαση Stadt Papenburg (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 31, σκέψη 48) σχετικά με σχέδια προγενέστερα της ημερομηνίας λήξεως της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας περί οικοτόπων στο εσωτερικό δίκαιο, καθώς και τις προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston της 3ης Μαΐου 2007, C‑388/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, (Valloni e steppe pedegarganiche, Συλλογή 2007, σ. I‑7555, σκέψη 51).


73 –      Βλ., σκέψη 7 του υπομνήματος ανταπαντήσεως και το παράρτημα Δ-1, σ. 19 επ.


74 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 134 επ.


75 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 68 επ.


76 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 126 επ.


77 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 127 επ.


78 –      Βλ. σ. 212 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής.


79 –      Βλ. σ. 235 των παραρτημάτων του δικογράφου της προσφυγής: 45,64 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 4030 – ευρωπαϊκά ξηρά χέρσα εδάφη, 6,52 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 8220 – πυριτικά βραχώδη πρανή με χασμοφυτική βλάστηση και 19,09 εκτάρια του οικοτόπου τύπου 9230 – γαλικιακά-πορτογαλικά δάση δρυός με Quercus robur και Quercus pyrenaica.


80 –      Βλ. σ. 442 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


81 –      Βλ., σ. 40 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα ανταπαντήσεως.


82 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 104 επ.


83 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψη 109.


84 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 129 επ.


85 –      Βλ. σ. 237 του δικογράφου της προσφυγής.


86 –      Βλ. σ. 256 του δικογράφου της προσφυγής.


87 –      Βλ., ανωτέρω, σκέψεις 106 επ.


88 –      Βλ. σ. 239 και 255 επ. του δικογράφου της προσφυγής.


89 –      Βλ. σ. 255 επ. του δικογράφου της προσφυγής.


90 –      Βλ., σκέψη 28 του υπομνήματος ανταπαντήσεως.


91 –      Βλ. σ. 38 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


92 –      Σύμφωνα με την έκθεση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, σ. 72 του δικογράφου της προσφυγής, η εκτίμηση του σχεδίου ήταν υποχρεωτική λόγω της μεταφοράς της οδηγίας ΕΠΕΕ, ως είχε αρχικώς, στο εσωτερικό δίκαιο της Ισπανίας.


93 –      Απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2000, C‑287/98, Linster (Συλλογή 2000, σ. I‑6917, σκέψη 36).


94 –      Απόφαση Linster (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 93, σκέψη 37).


95 –      Απόφαση της 3ης Μαρτίου 2011, C‑50/09, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 37).


96 –      Απόφαση Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 95, σκέψη 40).


97 –      Απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1999, C‑392/96, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (Συλλογή 1999, σ. I‑5901, σκέψη 76).


98 –      Βλ. σ. 95 του δικογράφου της προσφυγής.


99 –      Βλ. σ. 96 του δικογράφου της προσφυγής.


100 –      Βλ. σ. 72 επ. των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


101 –      Βλ. σ. 106 των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.


102 –      Βλ. σ. 105 επ. των παραρτημάτων που επισυνάπτονται στο υπόμνημα αντικρούσεως.