Language of document : ECLI:EU:F:2008:114

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 11ης Σεπτεμβρίου 2008

Υπόθεση F-135/07

Daniele Smadja

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός – Κατάταξη σε κλιμάκιο – Διορισμός εκ νέου της προσφεύγουσας στην ίδια θέση κατόπιν της ακυρώσεως του αρχικού διορισμού βάσει αποφάσεως του Πρωτοδικείου – Αρχή της αναλογικότητας – Αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Καθήκον αρωγής»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία η D. Smadja ζητεί, ιδίως, την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, περί κατατάξεώς της στο βαθμό A*15, κλιμάκιο 1, με αρχαιότητα στο κλιμάκιο υπολογιζόμενη από 1ης Νοεμβρίου 2005, μετά τον νέο διορισμό της, στις 15 Νοεμβρίου 2005, ως διευθύντριας στη Διεύθυνση B «Πολυμερείς σχέσεις και δικαιώματα του ανθρώπου» που υπάγεται στη Γενική διεύθυνση «Εξωτερικών Σχέσεων», ο οποίος χώρησε μετά την ακύρωση του αρχικού διορισμού της στην ίδια θέση με την απόφαση του Πρωτοδικείου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2005, T‑218/02, Napoli Buzzanca κατά Επιτροπής (Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑267 και II‑1221).

Απόφαση: Ακυρώνεται η απόφαση της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, περί κατατάξεως της προσφεύγουσας στον βαθμό A*15, κλιμάκιο 1, με αρχαιότητα στο κλιμάκιο από 1ης Νοεμβρίου 2005. Η Επιτροπή καταδικάζεται στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Περίληψη

Υπάλληλοι – Προσφυγή – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Ακύρωση, λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, της αποφάσεως με την οποία αποκλείσθηκε ένας υποψήφιος και προσλήφθηκε κάποιος άλλος – Νέος διορισμός του τελευταίου, μετά την αιτιολόγηση της αποφάσεως με την οποία απορρίφθηκε ο άλλος υποψήφιος

(Άρθρο 233 ΕΚ)

Οσάκις η διοίκηση εκτελεί δικαστική απόφαση ακυρώνουσα πράξη της, υποχρεούται, σεβόμενη την αρχή του δεδικασμένου, να τηρεί τις αρχές του κοινοτικού δικαίου, ιδίως τις αρχές της αναλογικότητας και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθώς και το καθήκον προστασίας, το οποίο επιβάλλει ιδίως στην αρμόδια αρχή να λάβει υπόψη το σύνολο των στοιχείων που μπορούν να επηρεάσουν την απόφασή της και, συνεπώς, όχι μόνο το συμφέρον της υπηρεσίας, αλλά και το συμφέρον του υπαλλήλου για τον οποίο πρόκειται.

Επομένως, στην περίπτωση κατά την οποία με δικαστική απόφαση ακυρώθηκε ο αποκλεισμός ενός υποψηφίου και, κατά συνέπεια, ο διορισμός του επιλεγέντος υποψηφίου, λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, χωρίς να διατυπώνεται στην εν λόγω δικαστική απόφαση οποιαδήποτε αιτίαση αφορώσα τον τελευταίο, η δε διοίκηση αποφάσισε, μετά από επανάληψη της διαδικασίας επιλογής και αφού αιτιολόγησε τη νέα απόφασή της με την οποία απέρριψε την υποψηφιότητα του αρχικά αποκλεισθέντος υποψηφίου, να διορίσει εκ νέου τον επιλεγέντα υποψήφιο, αλλά κατατάσσοντάς τον αυτή τη φορά σε πολύ χαμηλότερο βαθμό από αυτόν στον οποίο τον είχε κατατάξει κατά τον αρχικό διορισμό, συνεπεία τροποποιήσεως του Κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως που χώρησε εν τω μεταξύ, εναπόκειται στη διοίκηση να αναζητήσει και να βρει μια λύση η οποία, σεβόμενη το δεδικασμένο, θα αποτρέπει την υποβάθμιση του επιτυχόντος υποψηφίου, γεγονός που θα συνιστούσε δυσανάλογη συνέπεια της ακυρώσεως του αρχικού διορισμού του, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως της διαπραχθείσας από τη διοίκηση παραβάσεως, η οποία επέσυρε τη δικαστική ακύρωση, και συγχρόνως θα προστατεύει το συμφέρον της υπηρεσίας καθώς και την εύλογη προσδοκία του εν λόγω υποψηφίου να μην υποβιβαστεί συνεπεία της παρατυπίας αυτής. Επομένως, η διοίκηση μπορεί, χωρίς να παραβεί την αρχή του δεδικασμένου και σεβόμενη τα αποτελέσματα της ακυρωτικής αποφάσεως, να εξασφαλίσει στον επιλεγέντα υποψήφιο την κατάταξη, σε υψηλότερο βαθμό, που είχε κατά την ημερομηνία εκδόσεως της δικαστικής αποφάσεως, προσδίδοντας αναδρομική ισχύ στα αποτελέσματα του νέου διορισμού, ώστε να ανατρέχουν στην ημερομηνία του αρχικού διορισμού. Αν δεν υιοθετήσει μια τέτοια λύση ή κάθε άλλο μέτρο ικανό να συμβιβάσει το συμφέρον της υπηρεσίας και το εύλογο συμφέρον του υποψηφίου, η διοίκηση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και το καθήκον αρωγής.

(βλ. σκέψεις 35 έως 37, 39, 40 και 45 έως 49)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 5 Ιουνίου 1980, 24/79, Oberthür κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1980, σ. 229, σκέψη 13· 6 Ιουλίου 1993, C‑242/90 P, Επιτροπή κατά Albani κ.λπ., Συλλογή 1993, σ. I‑3839, σκέψεις 13 και 14· 29 Ιουνίου 1994, C‑298/93 P, Klinke κατά Δικαστηρίου, Συλλογή 1994, σ. I‑3009, σκέψη 38

ΠΕΚ: 20 Ιουνίου 1990, T‑133/89, Burban κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1990, σ. II‑245, σκέψη 27· 12 Μαΐου 1998, T‑159/96, Wenk κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. I‑A‑193 και II‑593, σκέψη 121· 1 Ιουνίου 1999, T‑114/98 και T-115/98, Rodríguez Pérez κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑97 και II‑529, σκέψη 32· 13 Μαρτίου 2002, T‑357/00, T‑361/00, T‑363/00 και T‑364/00, Martínez Alarcón κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑37 και II‑161, σκέψη 97· 31 Μαρτίου 2004, T‑10/02, Girardot κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑109 και II‑483, σκέψη 86· 29 Σεπτεμβρίου 2005, T‑218/02, Napoli Buzzanca κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑267 και II‑1221

ΔΔΔ: 28 Ιουνίου 2007, F-21/06, Da Silva κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στη Συλλογή, σκέψη 80