Language of document : ECLI:EU:T:2018:830

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα)

της 22ας Νοεμβρίου 2018 (*)

«ΕΓΤΕ – Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση – Ειδικά μέτρα για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές – Άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 247/2006 – Τεχνική βοήθεια – Ενέργειες ελέγχου – Διαδικαστικές εγγυήσεις – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη»

Στην υπόθεση T‑31/17,

Πορτογαλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes, M. Figueiredo, J. Saraiva de Almeida και από την A. Tavares de Almeida,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους B. Rechena και A. Sauka,

καθής,

με αντικείμενο προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα την ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2016/2018 της Επιτροπής, της 15ης Νοεμβρίου 2016, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2016, L 312, σ. 26), καθόσον η εκτελεστική αυτή απόφαση αποκλείει από την εν λόγω χρηματοδότηση ως προς την Πορτογαλική Δημοκρατία τα ανερχόμενα σε 460 202,73 ευρώ και σε 200 000 ευρώ ποσά (θέση προϋπολογισμού 6701),

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),

συγκείμενο από τους S. Gervasoni, πρόεδρο, K. Kowalik‑Bańczyk (εισηγήτρια) και C. Mac Eochaidh, δικαστές,

γραμματέας: I. Dragan, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 3ης Μαΐου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στο πλαίσιο του προγράμματος ειδικών μέτρων λόγω του απομακρυσμένου και νησιωτικού χαρακτήρα της Μαδέρας και των Αζορών (POSÉIMA), οι αυτόνομες περιφέρειες των Αζορών και της Μαδέρας (Πορτογαλία) επωφελούνται από το 1992 ειδικών μέτρων ληφθέντων υπέρ της τοπικής γεωργικής παραγωγής. Από το οικονομικό έτος 2007, τα μέτρα αυτά έχουν συγκεντρωθεί σε ένα πρόγραμμα στήριξης που θεσπίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) 247/2006 του Συμβουλίου, της 30ής Ιανουαρίου 2006, περί καθορισμού ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης (ΕΕ 2006, L 42, σ. 1). Προς τον σκοπό αυτό, η Πορτογαλική Δημοκρατία κατήρτισε ένα σχέδιο γενικού προγράμματος, το οποίο αξιολογήθηκε και εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 24, παράγραφοι 1 και 2, του ίδιου κανονισμού (στο εξής: γενικό πρόγραμμα).

2        Στις 30 Σεπτεμβρίου 2008, η Πορτογαλική Δημοκρατία υπέβαλε στην Επιτροπή, βάσει του άρθρου 49 του κανονισμού (ΕΚ) 793/2006 της Επιτροπής, της 12ης Απριλίου 2006, για τη θέσπιση ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού 247/2006 (ΕΕ 2006, L 145, σ. 1), σχέδιο τροποποιήσεως του γενικού προγράμματος. Το σχέδιο αυτό, το οποίο αναθεωρήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2009, προέβλεπε, μεταξύ άλλων, τη θέσπιση, στο πλαίσιο του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών, ενός νέου μέτρου σχετικά με τη χρηματοδότηση μελετών, έργων επίδειξης, ενεργειών κατάρτισης και ενεργειών τεχνικής βοήθειας.

3        Με την απόφαση C(2009) 1364 τελικό, της 3ης Μαρτίου 2009 (στο εξής: απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009), η Επιτροπή ενέκρινε τις τροποποιήσεις του γενικού προγράμματος τις οποίες είχε υποβάλει η Πορτογαλική Δημοκρατία.

4        Κατά συνέπεια, στο παράρτημα I του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών συμπεριελήφθη ένα νέο σημείο 4.6, το οποίο έχει ως εξής:

«4.6      Χρηματοδότηση μελετών, έργων επίδειξης, ενεργειών κατάρτισης και μέτρων τεχνικής βοήθειας

Νομικό πλαίσιο

Το άρθρο 50 του κανονισμού […] 793/2006 […] προβλέπει τη χρηματοδότηση μελετών, έργων επίδειξης, ενεργειών κατάρτισης και μέτρων τεχνικής βοήθειας […]

Σκοποί

Το μέτρο αυτό αποσκοπεί στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την αποτελεσματική διεξαγωγή των δραστηριοτήτων προπαρασκευής, συντονισμού, πληροφορήσεως, διαχειρίσεως, ελέγχου, παρακολουθήσεως και αξιολογήσεως του υποπρογράμματος [για] την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών.

Περιγραφή

Το μέτρο θα πρέπει να ενσωματώνει τις επιλέξιμες δραστηριότητες που πρέπει να εκτελεσθούν εκ μέρους των φορέων οι οποίοι έχουν αρμοδιότητες στο πλαίσιο των διαφόρων λειτουργιών που είναι αναγκαίες για την ορθή διαχείριση και εκτέλεση του [υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών].

[…]

Βάσει της διατάξεως αυτής, η αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών επιδιώκει την εξεύρεση των αναγκαίων κεφαλαίων προς ικανοποίηση των αναγκών όλων των μετεχόντων στο [υποπρόγραμμα για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών].

Δικαιούχοι

•      Οι διαχειριστικές αρχές.

Επιλέξιμες δαπάνες και καθεστώς στήριξης

Θα λογίζονται ως επιλέξιμες και θα χρηματοδοτούνται κατά 100 % οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται:

•      με την αγορά και τη συντήρηση αγαθών και εξοπλισμού,

•      με τη λήψη υπηρεσιών,

•      με την εκπόνηση μελετών και λογιστικών ελέγχων,

•      με την επεξεργασία και τη διάδοση πληροφοριών και διαφημιστικών μηνυμάτων,

θα καταλογίζονται δε άμεσα στις δραστηριότητες προπαρασκευής, συντονισμού, πληροφορήσεως, διαχειρίσεως, ελέγχου, παρακολουθήσεως και αξιολογήσεως του [υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών].»

5        Στο πλαίσιο του μέτρου αυτού, οι πορτογαλικές αρχές υποβλήθηκαν σε διάφορες δαπάνες, χρηματοδοτηθείσες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, συνολικού ύψους 460 202,73 ευρώ για το οικονομικό έτος 2012 και 200 000 ευρώ για το οικονομικό έτος 2013.

6        Για το οικονομικό έτος 2012, οι επίμαχες δαπάνες αφορούσαν την αγορά τεσσάρων οχημάτων παντός εδάφους (94 407,56 ευρώ), τους μισθούς του προσωπικού που ήταν επιφορτισμένο με τους επιτόπιους ελέγχους (69 977,11 ευρώ), δαπάνες που συνδέονταν με το σύστημα πληροφορήσεως, το σύστημα προσβάσεως, το σύστημα καταπολεμήσεως πυρκαγιάς και με ένα όχημα παντός εδάφους (53 059,65 ευρώ), την αγορά 22 ηλεκτρονικών υπολογιστών και οθονών καθώς και τριών φορητών υπολογιστών (14 446 ευρώ) και, τέλος, την αμοιβή ένδεκα τεχνικών υπαλλήλων και ενός διευθυντή υπηρεσιών (228 312,41 ευρώ).

7        Για το οικονομικό έτος 2013, οι επίμαχες δαπάνες αντιστοιχούσαν στην αμοιβή δέκα τεχνικών υπαλλήλων και ενός διευθυντή υπηρεσιών (199 095,92 ευρώ) καθώς και σε αποζημίωση καλύπτουσα τα έξοδα κινήσεως του εν λόγω διευθυντή (904,08 ευρώ).

8        Κατόπιν της διενέργειας έρευνας, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία εκκαθαρίσεως ως προς τη συμμόρφωση δυνάμει του άρθρου 31 του κανονισμού (ΕΚ) 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ 2005, L 209, σ. 1).

9        Με έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 (στο εξής: έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013), η Επιτροπή κοινοποίησε στις πορτογαλικές αρχές τα πορίσματά της βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 885/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού 1290/2005 σχετικά με τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και άλλων οργανισμών και την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (ΕΕ 2006, L 171, σ. 90). Με την ευκαιρία αυτή, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι επίμαχες δαπάνες είχαν ως αντικείμενο, στο σύνολό τους, τη χρηματοδότηση του προσωπικού και του εξοπλισμού που απαιτούνταν για τις επιθεωρήσεις που διεξάγονταν από τις πορτογαλικές αρχές στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή εκτίμησε ότι, ελλείψει συμμορφώσεώς τους προς τις διατάξεις του άρθρου 13 του κανονισμού 1290/2005, αφενός, και προς εκείνες του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, και του άρθρου 25 του κανονισμού 247/2006, αφετέρου, οι εν λόγω δαπάνες δεν ήταν δυνατόν να αναληφθούν από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ).

10      Με έγγραφο της 7ης Απριλίου 2014, οι πορτογαλικές αρχές γνωστοποίησαν τη διαφωνία τους με τη θέση που διατύπωσε η Επιτροπή, στο μέτρο που, κατά την άποψη των εν λόγω αρχών, οι επίμαχες δαπάνες ήσαν επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

11      Κατά τη διάρκεια διμερούς συναντήσεως που έλαβε χώρα στις 4 Ιουνίου 2014, η Επιτροπή και οι πορτογαλικές αρχές ενέμειναν στις αντίστοιχες θέσεις τους. Μετά τη συνάντηση αυτή, η Επιτροπή ενημέρωσε τις πορτογαλικές αρχές ότι εκτιμούσε ότι η απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009 δεν ήταν δυνατόν να έχει δημιουργήσει, στις εν λόγω αρχές, δικαιολογημένες προσδοκίες ως προς την επιλεξιμότητα των επίμαχων δαπανών.

12      Με έγγραφο της 22ας Δεκεμβρίου 2014, οι πορτογαλικές αρχές επανέλαβαν ότι διαφωνούν με τη θέση της Επιτροπής.

13      Στις 12 Ιουλίου 2016, η Επιτροπή κοινοποίησε επισήμως τα συμπεράσματά της στις πορτογαλικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2, του κανονισμού 885/2006. Με την ευκαιρία αυτή, η Επιτροπή επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά το συμπέρασμα ότι οι επίμαχες δαπάνες ήταν μη επιλέξιμες, στηριζόμενη στο άρθρο 13 του κανονισμού 1290/2005 και στο άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006. Κατά συνέπεια, πρότεινε να αποκλεισθεί από την ενωσιακή χρηματοδότηση το συνολικό ποσό των 660 202,73 ευρώ.

14      Στις 15 Νοεμβρίου 2016, η Επιτροπή εξέδωσε την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2018, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2016, L 312, σ. 26, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση). Όσον αφορά την Πορτογαλική Δημοκρατία, η Επιτροπή απέκλεισε, μεταξύ άλλων, από την ενωσιακή χρηματοδότηση τα ανερχόμενα σε 460 202,73 ευρώ και σε 200 000 ευρώ ποσά (θέση προϋπολογισμού 6701) που αντιστοιχούν στις επίμαχες δαπάνες.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

15      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 20 Ιανουαρίου 2017, η Πορτογαλική Δημοκρατία άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

16      Η Επιτροπή κατέθεσε το υπόμνημα αντικρούσεως στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 27 Μαρτίου 2017.

17      Η Πορτογαλική Δημοκρατία κατέθεσε το υπόμνημα απαντήσεως στις 16 Μαΐου 2017 και η Επιτροπή κατέθεσε το υπόμνημα ανταπαντήσεως στις 28 Ιουνίου 2017.

18      Με μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας, που ελήφθησαν βάσει του άρθρου 89, παράγραφος 3, στοιχεία αʹ και δʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του, το Γενικό Δικαστήριο έθεσε ερωτήσεις στους διαδίκους και ζήτησε από αυτούς να προσκομίσουν έγγραφα. Οι διάδικοι ανταποκρίθηκαν εμπροθέσμως στα αιτήματα αυτά.

19      Η Πορτογαλική Δημοκρατία ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση καθόσον αποκλείει από την ενωσιακή χρηματοδότηση ως προς την Πορτογαλική Δημοκρατία τα ανερχόμενα σε 460 202,73 ευρώ και σε 200 000 ευρώ ποσά·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

20      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

21      Προς στήριξη της προσφυγής της, η Πορτογαλική Δημοκρατία προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως, που αντλούνται, ο πρώτος, από παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ο δεύτερος, από παράβαση του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 και, ο τρίτος, από παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 885/2006.

22      Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι επιβάλλεται να εξετασθεί, κατ’ αρχάς, ο τρίτος λόγος ακυρώσεως, που αφορά παράβαση ουσιώδους τύπου, εν συνεχεία, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση ουσιαστικού κανόνα του παραγώγου δικαίου της Ένωσης και, τέλος, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από παραβίαση γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης.

 Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 885/2006

23      Η Πορτογαλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 885/2006 καθόσον της απηύθυνε μια πρώτη γραπτή κοινοποίηση που είχε ανεπαρκή αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά την Πορτογαλική Δημοκρατία, αφενός, το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 δεν εκθέτει τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή εκτίμησε ότι οι επίμαχες δαπάνες είχαν πραγματοποιηθεί προς τον σκοπό της διεξαγωγής ενεργειών ελέγχου. Αφετέρου, το έγγραφο αυτό δεν διευκρινίζει για ποιον λόγο καθεμία από τις επίμαχες δαπάνες, εξεταζόμενη μεμονωμένα, δεν θα μπορούσε να τύχει χρηματοδοτήσεως εκ μέρους του ΕΓΤΕ.

24      Η Επιτροπή αμφισβητεί την ορθότητα των επιχειρημάτων της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

25      Προκαταρκτικώς, επιβάλλεται η διευκρίνιση ότι, δυνάμει του άρθρου 23, παράγραφος 1, του κανονισμού 247/2006, τα ειδικά μέτρα στον τομέα της γεωργίας για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, τα οποία λαμβάνονται βάσει του κανονισμού αυτού, αποτελούν παρέμβαση για τη ρύθμιση των γεωργικών αγορών κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1290/2005. Κατά συνέπεια, οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται από την Ένωση βάσει του κανονισμού 247/2006 συμπεριλαμβάνονται στις δαπάνες του ΕΓΤΕ που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του κανονισμού 1290/2005 και, ως εκ τούτου, υπόκεινται στο σύνολο των διατάξεων του κανονισμού αυτού που εφαρμόζονται επί των δαπανών του εν λόγω ταμείου.

26      Επομένως, όταν η Επιτροπή προτίθεται να αποκλείσει από την ενωσιακή χρηματοδότηση ορισμένες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από ένα κράτος μέλος βάσει του κανονισμού 247/2006, οφείλει να ακολουθεί τη διαδικασία εκκαθαρίσεως ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 31 του κανονισμού 1290/2005, της οποίας οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής ορίζονται στο άρθρο 11 του κανονισμού 885/2006.

27      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι η τελική και αμετάκλητη απόφαση περί εκκαθαρίσεως ως προς τη συμμόρφωση πρέπει να λαμβάνεται μετά από ειδική κατ’ αντιπαράθεση διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας τα συγκεκριμένα κράτη μέλη πρέπει να απολαύουν όλων των απαιτούμενων εγγυήσεων προκειμένου να αναπτύξουν τις απόψεις τους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2000, Γερμανία κατά Επιτροπής, C‑245/97, EU:C:2000:687, σκέψη 47 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28      Συνακόλουθα, το άρθρο 11, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 885/2006 προβλέπει ότι, εάν, ως αποτέλεσμα έρευνας, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δαπάνες δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους κανόνες της Ένωσης, κοινοποιεί τα πορίσματά της στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

29      Κατά τη νομολογία, η γραπτή κοινοποίηση που προβλέπει η διάταξη αυτή πρέπει να καθιστά απολύτως γνωστές στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τις επιφυλάξεις της Επιτροπής, ώστε να μπορεί να επιτελέσει την προειδοποιητική λειτουργία που της αναγνωρίζει η διάταξη αυτή (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 3ης Μαΐου 2012, Ισπανία κατά Επιτροπής, C‑24/11 P, EU:C:2012:266, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

30      Ως εκ τούτου, το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 885/2006 απαιτεί η παρατυπία που προσάπτεται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να εκτίθεται με επαρκή σαφήνεια στη γραπτή κοινοποίηση που προβλέπει το πρώτο εδάφιο της διατάξεως αυτής (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 3ης Μαΐου 2012, Ισπανία κατά Επιτροπής, C‑24/11 P, EU:C:2012:266, σκέψη 28).

31      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξετασθεί αν το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 885/2006 και συνιστά, κατά συνέπεια, νομότυπη κοινοποίηση κατ’ εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως.

32      Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, πρώτον, το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 αναφέρει τα εφαρμοζόμενα νομοθετικά κείμενα, ήτοι, αφενός, το άρθρο 13 του κανονισμού 1290/2005 και, αφετέρου, το άρθρο 12, στοιχείο γʹ, και το άρθρο 25 του κανονισμού 247/2006. Δεύτερον, το έγγραφο αυτό υπενθυμίζει το αντικείμενο του μέτρου που προβλέπεται στο σημείο 4.6 του παραρτήματος Ι του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών καθώς και τις επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση κατηγορίες δαπανών τις οποίες απαριθμεί το μέτρο αυτό. Τρίτον, το ίδιο έγγραφο προσδιορίζει τις δαπάνες που αποτέλεσαν αντικείμενο εξετάσεως από την Επιτροπή, μνημονεύοντας, για καθεμία από τις δαπάνες αυτές, το οικείο οικονομικό έτος, την αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δαπάνη καθώς και το αντικείμενο και το ύψος της δαπάνης αυτής. Τέταρτον, με το εν λόγω έγγραφο διαπιστώνεται ότι «το σύνολο των [επίμαχων] δαπανών χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση του προσωπικού και του εξοπλισμού που απαιτούνταν για τις επιθεωρήσεις που διεξάγονταν από τις [πορτογαλικές αρχές] σε σχέση με το πρόγραμμα [στήριξης]». Πέμπτον, το έγγραφο διευκρινίζει ότι οι δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκαν οι αρχές των κρατών μελών στο πλαίσιο των διοικητικών υποχρεώσεών τους και των υποχρεώσεών τους σχετικά με τον έλεγχο συνδέονται με την κύρια δραστηριότητα των οργανισμών πληρωμών, με αποτέλεσμα οι δαπάνες αυτές να μην μπορούν να αναληφθούν από το ΕΓΤΕ. Έκτον, το έγγραφο αυτό καταλήγει ότι οι επίμαχες δαπάνες ήταν μη επιλέξιμες για χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ λόγω της μη συμμορφώσεώς τους προς τις διατάξεις του άρθρου 13 του κανονισμού 1290/2005, αφενός, και του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, και του άρθρου 25 του κανονισμού 247/2006, αφετέρου.

33      Υπό τις συνθήκες αυτές, το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 εκθέτει κατά τρόπο αρκούντως σαφή τη φύση και τους λόγους της παρατυπίας που προσάπτεται στην Πορτογαλική Δημοκρατία και καθιστά απολύτως γνωστές στο εν λόγω κράτος μέλος τις επιφυλάξεις της Επιτροπής. Κατά συνέπεια, το έγγραφο αυτό επιτελεί, εν προκειμένω, την προειδοποιητική λειτουργία του στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθαρίσεως ως προς τη συμμόρφωση.

34      Το συμπέρασμα αυτό δεν μπορεί να κλονισθεί από τις δύο αιτιάσεις που προέβαλε η Πορτογαλική Δημοκρατία ειδικά σε σχέση με το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013.

35      Πράγματι, αφενός, όσον αφορά την αιτίαση που αντλείται από το ότι το έγγραφο αυτό δεν εκθέτει τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή εκτίμησε ότι οι επίμαχες δαπάνες είχαν πραγματοποιηθεί προς τον σκοπό της διεξαγωγής ενεργειών ελέγχου, πρέπει να επισημανθεί ότι από το ίδιο το γράμμα της μίας εκ των επίμαχων δαπανών –ήτοι του ποσού των 69 977,11 ευρώ που αντιστοιχεί στους καταβληθέντες κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους 2012 «μισθούς του προσωπικού που ήταν επιφορτισμένο με τους επιτόπιους ελέγχους»– προκύπτει ότι η εν λόγω δαπάνη συνδεόταν με τη διεξαγωγή ενεργειών ελέγχου. Επιπλέον, στο μέτρο που η Πορτογαλική Δημοκρατία ήταν απολύτως εν γνώσει της φύσεως των επίμαχων δαπανών και μεταγενεστέρως παραδέχθηκε, ιδίως κατά τη διμερή συνάντηση της 4ης Ιουνίου 2014, ότι οι δαπάνες αυτές είχαν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της σχετικά με τον έλεγχο, η έλλειψη λεπτομερέστερων διευκρινίσεων στο έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013, ιδίως όσον αφορά τα άλλα ποσά, πλην του προαναφερθέντος ποσού των 69 977,11 ευρώ, ουδόλως εμπόδισε, εν προκειμένω, την Πορτογαλική Δημοκρατία να διατυπώσει την άποψή της και να αμφισβητήσει το βάσιμο της προτεινόμενης από την Επιτροπή δημοσιονομικής διορθώσεως.

36      Αφετέρου, όσον αφορά την αιτίαση που αντλείται από το ότι το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 δεν διευκρινίζει τους λόγους για τους οποίους καθεμία από τις επίμαχες δαπάνες, εξεταζόμενη μεμονωμένα, δεν θα μπορούσε να τύχει χρηματοδοτήσεως εκ μέρους του ΕΓΤΕ, επιβάλλεται να δοθεί η απάντηση ότι, όταν ο ίδιος λόγος μη επιλεξιμότητας αντιτάσσεται για μια κατηγορία ή ομάδα δαπανών, η Επιτροπή δύναται να περιοριστεί σε συνολική αιτιολογία για όλες τις σχετικές δαπάνες (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2007, BVBA Management, Training en Consultancy, C‑239/05, EU:C:2007:99, σκέψη 37). Πλην όμως, πρέπει να επισημανθεί ότι, με το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013, η Επιτροπή εκτίμησε ότι οι επίμαχες δαπάνες είχαν, στο σύνολό τους, ως αντικείμενο τη χρηματοδότηση του προσωπικού και του εξοπλισμού που απαιτούνταν για τη διεξαγωγή ενεργειών ελέγχου και ότι, στο μέτρο που οι δαπάνες αυτές εντάσσονταν στην κύρια δραστηριότητα των εθνικών αρχών, δεν ήταν επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση. Υπό τις συνθήκες αυτές και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι, σύμφωνα με το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013, οι επίμαχες δαπάνες έχουν όλες το ίδιο αντικείμενο, δεν μπορεί να προσαφθεί στην Επιτροπή το ότι παρέθεσε συνολική αιτιολογία για τις επιφυλάξεις της ως προς τη χρηματοδότηση των δαπανών αυτών από την Ένωση.

37      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 885/2006.

38      Κατά συνέπεια, ο τρίτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006

39      Η Πορτογαλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ενέχει παράβαση του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006, το οποίο επιτρέπει τη χρηματοδότηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας που συνδέονται με την υλοποίηση προγράμματος στήριξης. Πλην όμως, κατά την Πορτογαλική Δημοκρατία, οι ενέργειες ελέγχου, αφενός, αποτελούν ένα είδος ενεργειών τεχνικής βοήθειας και, αφετέρου, είναι αναγκαίες για την υλοποίηση κάθε προγράμματος στήριξης. Ως εκ τούτου, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 του κανονισμού 1290/2005, οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι εθνικές αρχές σχετικώς με τα διοικητικά έξοδα και τα έξοδα προσωπικού είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση όταν, όπως εν προκειμένω, έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο δραστηριότητας ελέγχου και στο πλαίσιο προγράμματος στήριξης.

40      Η Επιτροπή αμφισβητεί την ορθότητα των επιχειρημάτων της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

41      Προκαταρκτικώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους ότι οι επίμαχες δαπάνες πραγματοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση του προσωπικού και του εξοπλισμού που απαιτούνταν για τη διεξαγωγή, από τις πορτογαλικές αρχές, ενεργειών ελέγχου, που συνίσταντο, μεταξύ άλλων, σε επιθεωρήσεις που διενεργούνταν στο πλαίσιο του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών. Εξάλλου, τόσο από τη δικογραφία, και ιδίως από το έγγραφο της 5ης Δεκεμβρίου 2013 και από το έγγραφο των πορτογαλικών αρχών της 7ης Απριλίου 2014, όσο και από τις προφορικές διευκρινίσεις των διαδίκων κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση προκύπτει ότι οι πορτογαλικές αρχές που διεξήγαγαν τις εν λόγω ενέργειες ελέγχου και επωφελήθηκαν από τις επίμαχες δαπάνες δεν ήταν ο οργανισμός πληρωμών με έδρα τη Λισσαβώνα (Πορτογαλία), αλλά άλλες διοικητικές αρχές που βρίσκονται στις Αζόρες.

42      Ως εκ τούτου, η αντιδικία δεν αφορά τη φύση και το αντικείμενο των επίμαχων δαπανών, αλλά μόνον το αμιγώς νομικό ζήτημα αν οι δαπάνες αυτές είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση βάσει του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

43      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι κανονισμοί 247/2006 και 793/2006 προβλέπουν ειδικά μέτρα για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές.

44      Ειδικότερα, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατ’ αρχάς, το άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 ορίζει ότι ένα πρόγραμμα στήριξης περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, «την περιγραφή των μέτρων που μελετώνται, ιδίως των καθεστώτων ενίσχυσης για την υλοποίηση του προγράμματος, καθώς και, ενδεχομένως, πληροφορίες για τις ανάγκες σε μελέτες, έργα επίδειξης, ενέργειες κατάρτισης ή τεχνικής βοήθειας που αφορούν την προπαρασκευή, εφαρμογή ή προσαρμογή των σχετικών μέτρων».

45      Περαιτέρω, το άρθρο 25, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 247/2006 προβλέπει τη θέσπιση λεπτομερών μέτρων για την εφαρμογή του ίδιου κανονισμού όσον αφορά «τις μελέτες, τα έργα επίδειξης, τις ενέργειες κατάρτισης ή τεχνικής βοήθειας που αναφέρονται στο άρθρο [12], στοιχείο γʹ, [του εν λόγω κανονισμού]».

46      Τέλος, το άρθρο 50 του κανονισμού 793/2006, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 25, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 247/2006, ορίζει ότι «[τ]ο ποσό που απαιτείται για τη χρηματοδότηση των μελετών, των έργων επίδειξης, των ενεργειών κατάρτισης και των μέτρων τεχνικής βοήθειας, τα οποία προβλέπονται σε πρόγραμμα εγκεκριμένο δυνάμει του άρθρου 24, παράγραφος 2, του κανονισμού […] 247/2006 […], δεν μπορεί να υπερβεί το 1 % του συνολικού ποσού χρηματοδότησης που χορηγήθηκε για κάθε πρόγραμμα».

47      Από το σύνολο των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι οι μελέτες, τα έργα επίδειξης, οι ενέργειες κατάρτισης καθώς και οι ενέργειες τεχνικής βοήθειας που μνημονεύονται στο άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 και που προβλέπονται από πρόγραμμα στήριξης εξόχως απόκεντρης περιοχής είναι, κατ’ αρχήν, επιλέξιμα για χρηματοδότηση από την Ένωση, υπό την επιφύλαξη, ιδίως, ότι αφορούν την προπαρασκευή, εφαρμογή ή προσαρμογή μέτρων στήριξης.

48      Ωστόσο, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι κανονισμοί 247/2006 και 793/2006 δεν περιέχουν καμία διάταξη που να ορίζει τα διάφορα είδη ενεργειών που μνημονεύουν. Ειδικότερα, οι κανονισμοί αυτοί δεν διευκρινίζουν αν οι «ενέργειες […] τεχνικής βοήθειας που αφορούν την […] εφαρμογή […] μέτρων [στήριξης]» για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 περιλαμβάνουν, ή όχι, τις ενέργειες ελέγχου που διεξάγονται από τις εθνικές αρχές.

49      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξετασθεί εάν, όπως υποστηρίζει η Πορτογαλική Δημοκρατία αλλά αμφισβητεί η Επιτροπή, ενέργειες ελέγχου, όπως αυτές τις οποίες διεξήγαγαν οι πορτογαλικές αρχές, αποτελούν ενέργειες τεχνικής βοήθειας που αφορούν την εφαρμογή μέτρου στήριξης κατά την έννοια του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

50      Κατά πρώτον, πρέπει να εξετασθεί εάν είναι δυνατόν, προς άρση της αοριστίας των κανονισμών 247/2006 και 793/2006, να εφαρμοσθεί στην υπό κρίση διαφορά διάταξη του δικαίου της Ένωσης περιέχουσα ορισμό της έννοιας της «τεχνικής βοήθειας» ή, τουλάχιστον, να συναχθεί από το δίκαιο αυτό ένας γενικός και διαθεματικός ορισμός της έννοιας αυτής δυνάμενος να τύχει εφαρμογής στην εν λόγω διαφορά.

51      Συναφώς, η Πορτογαλική Δημοκρατία επικαλείται, αφενός, το άρθρο 5, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1290/2005 και, αφετέρου, το άρθρο 186 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ 2012, L 362, σ. 1). Κατά την Πορτογαλική Δημοκρατία, από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η έννοια της «τεχνικής βοήθειας» περιλαμβάνει τις ενέργειες ελέγχου που απαιτούνται για την εφαρμογή προγράμματος στήριξης.

52      Εντούτοις, καίτοι είναι αληθές ότι καθεμία από τις δύο διατάξεις τις οποίες επικαλέσθηκε η Πορτογαλική Δημοκρατία παρέχει διευκρινίσεις ως προς την έννοια της «τεχνικής βοήθειας» και μνημονεύει, μεταξύ άλλων, τις δραστηριότητες ελέγχου, καμία από τις δύο αυτές διατάξεις δεν έχει εφαρμογή στην υπό κρίση διαφορά.

53      Συγκεκριμένα, αφενός, το άρθρο 5, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1290/2005, καίτοι αφορά ενέργειες τεχνικής βοήθειας που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ και από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), εντούτοις, διέπει μόνον τις ενέργειες τεχνικής βοήθειας που χρηματοδοτούνται κεντρικά, με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή για λογαριασμό της. Επομένως, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής επί ενεργειών τεχνικής βοήθειας, όπως αυτές που προβλέπει το σημείο 4.6 του παραρτήματος I του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών, οι οποίες, δεδομένου ότι υλοποιούνται με πρωτοβουλία των κρατών μελών, χρηματοδοτούνται κατά τρόπο αποκεντρωμένο από το ΕΓΤΕ.

54      Αφετέρου, το άρθρο 186 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 1268/2012 έχει ως μόνο αντικείμενο να ορίσει, στο πλαίσιο της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων και της χορηγήσεως επιδοτήσεων από την Ένωση, τις έννοιες των «επιδοτήσε[ων] [και] συμβάσε[ων] τεχνικής βοήθειας που συνάπτονται με την [Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ)] ή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων [(ΕΤαΕπ)]» και των «επιδοτήσε[ων που χορηγούνται] για ενέργειες τεχνικής βοήθειας στην ΕΤΕπ και στο [ΕΤαΕπ] […]», στις οποίες γίνεται αναφορά, αντιστοίχως, στο άρθρο 101, παράγραφος 3, και στο άρθρο 125, παράγραφος 7, του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ 2012, L 298, σ. 1). Επομένως, η διάταξη αυτή ουδόλως σχετίζεται με τη χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ των δαπανών για τεχνική βοήθεια στις οποίες υποβάλλονται τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του κανονισμού 247/2006.

55      Υπό τις συνθήκες αυτές, από την εφαρμογή και μόνον του άρθρου 5, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1290/2005 ή του άρθρου 186 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 1268/2012 δεν μπορεί να συναχθεί ότι οι ενέργειες ελέγχου συμπεριλαμβάνονται, ενδεχομένως, στις ενέργειες τεχνικής βοήθειας για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

56      Επιπλέον, η εξέταση των δύο διατάξεων τις οποίες επικαλέσθηκε η Πορτογαλική Δημοκρατία καθώς του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 καταδεικνύει την ύπαρξη στο δίκαιο της Ένωσης διατάξεων που περιγράφουν με διαφορετικό τρόπο τις ενέργειες που εμπίπτουν στην τεχνική βοήθεια.

57      Ειδικότερα, από τη σύγκριση μεταξύ των διαφόρων αυτών διατάξεων προκύπτει ότι οι ενέργειες ελέγχου δεν μνημονεύονται συστηματικώς ως συμπεριλαμβανόμενες στις ενέργειες που εμπίπτουν στην τεχνική βοήθεια.

58      Ως εκ τούτου, καίτοι το άρθρο 186 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 1268/2012 ορίζει κατά συγκεκριμένο τρόπο την έννοια της «τεχνικής βοήθειας» και αναφέρει ρητώς, στο πλαίσιο αυτό, τις δραστηριότητες αξιολόγησης και λογιστικών και λοιπών ελέγχων που απαιτούνται για την εφαρμογή προγράμματος ή δράσης, δεν ισχύει το ίδιο ούτε όσον αφορά το άρθρο 5 του κανονισμού 1290/2005 ούτε όσον αφορά το άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

59      Συγκεκριμένα, πρώτον, το άρθρο 5 του κανονισμού 1290/2005, το οποίο επιγράφεται «Άλλες χρηματοδοτήσεις, περιλαμβανομένης της τεχνικής αρωγής», περιορίζεται σε απαρίθμηση διαφόρων ειδών ενεργειών, χωρίς να ορίζει ρητώς την έννοια της «τεχνικής αρωγής». Εξάλλου, το άρθρο αυτό αναφέρει, ταυτοχρόνως, τις «δράσεις προπαρασκευής, παρακολούθησης, διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης» και τις ενέργειες «αξιολόγησης, λογιστικού και άλλου ελέγχου». Επιπλέον, το εν λόγω άρθρο μνημονεύει, υπό στοιχείο αʹ, ταυτοχρόνως, τις ενέργειες που αφορούν την «τεχνική και διοικητική αρωγή» και εκείνες που αφορούν την «εφαρμογή συστημάτων ελέγχου». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το άρθρο 5 του κανονισμού 1290/2005 όχι μόνο δεν μνημονεύει ρητώς τις ενέργειες ελέγχου ως συμπεριλαμβανόμενες στις ενέργειες που εμπίπτουν στην τεχνική βοήθεια, αλλά, αντιθέτως, παρουσιάζει δύο φορές τις ενέργειες τεχνικής βοήθειας, νοούμενες υπό στενή έννοια ως ενέργειες διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης, αφενός, και τις ενέργειες ελέγχου, αφετέρου, ως αποτελούσες δύο διαφορετικά είδη ενεργειών.

60      Δεύτερον, το άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 αναφέρει μόνον τις μελέτες, τα έργα επίδειξης, τις ενέργειες κατάρτισης και τις ενέργειες τεχνικής βοήθειας. Το ίδιο ισχύει όσον αφορά το άρθρο 25, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 247/2006 και το άρθρο 50 του κανονισμού 793/2006. Ως εκ τούτου, οι κρίσιμες διατάξεις των κανονισμών 247/2006 και 793/2006, οι οποίες είναι οι μόνες εφαρμοστέες στην υπό κρίση διαφορά, δεν μνημονεύουν τις ενέργειες αξιολόγησης, λογιστικού και άλλου ελέγχου.

61      Υπό τις συνθήκες αυτές, λαμβανομένης υπόψη της ελλείψεως συνοχής μεταξύ των προαναφερθεισών διατάξεων των κανονισμών 1290/2005, 247/2006 και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 1268/2012, προκύπτει ότι, στο δίκαιο της Ένωσης και ειδικότερα στον τομέα του ΕΓΤΕ, αφενός, δεν υφίσταται γενικός και διαθεματικός ορισμός της έννοιας της «τεχνικής βοήθειας» δυνάμενος να τύχει εφαρμογής στην υπό κρίση διαφορά και, αφετέρου, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η Πορτογαλική Δημοκρατία, η έκφραση «τεχνική βοήθεια» δεν προσδιορίζει κατ’ ανάγκην ένα σύνολο ενεργειών που να συμπεριλαμβάνει τις ενέργειες ελέγχου.

62      Κατά δεύτερον, ελλείψει ορισμού της έννοιας της «τεχνικής βοήθειας» δυναμένου να τύχει ευθείας ή ανάλογης εφαρμογής στην υπό κρίση διαφορά, πρέπει, για την ερμηνεία του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006, να ληφθούν υπόψη όχι μόνον το γράμμα της διατάξεως αυτής, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη νομοθεσία της οποίας αποτελεί μέρος (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 17ης Νοεμβρίου 1983, Merck, 292/82, EU:C:1983:335, σκέψη 12, και της 10ης Μαρτίου 2005, EasyCar, C‑336/03, EU:C:2005:150, σκέψη 21).

63      Συναφώς, είναι χρήσιμο να υπομνησθεί ότι, όπως ήδη επισημάνθηκε με τη σκέψη 25 ανωτέρω, τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές βάσει του κανονισμού 247/2006 συνιστούν δαπάνες του ΕΓΤΕ κατά την έννοια του κανονισμού 1290/2005.

64      Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, καίτοι ο κανονισμός 1290/2005 προβλέπει, στο άρθρο 5, στοιχείο αʹ, τη χρηματοδότηση ενεργειών τεχνικής και διοικητικής βοήθειας που υλοποιούνται με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή για λογαριασμό της, αντιθέτως, ο εν λόγω κανονισμός δεν περιλαμβάνει καμία διάταξη που να προβλέπει τη χρηματοδότηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας που υλοποιούνται με πρωτοβουλία των κρατών μελών.

65      Επομένως, προκύπτει ότι οι διατάξεις του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006, καθόσον προβλέπουν τη χρηματοδότηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας που αφορούν την υλοποίηση προγράμματος στήριξης με πρωτοβουλία των κρατών μελών σε εξόχως απόκεντρες περιοχές, θεσπίζουν ειδικούς κανόνες που συνιστούν παρέκκλιση από τους προβλεπόμενους από τον κανονισμό 1290/2005 γενικούς κανόνες του ΕΓΤΕ και πρέπει, ως εκ τούτου, να ερμηνεύονται στενά.

66      Πλην όμως, πρώτον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως ήδη επισημάνθηκε στη σκέψη 60 ανωτέρω, ούτε το άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 ούτε οι άλλες σχετικές διατάξεις των κανονισμών 247/2006 και 793/2006 μνημονεύουν τις ενέργειες αξιολόγησης, λογιστικού και άλλου ελέγχου.

67      Δεύτερον, στην σκέψη 59 ανωτέρω επισημάνθηκε επίσης ότι, στον τομέα του ΕΓΤΕ, ο όρος «τεχνική βοήθεια» είναι δυνατόν, σε ορισμένες περιπτώσεις και ιδίως στο πλαίσιο του άρθρου 5, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1290/2005, να μην αναφέρεται σε ένα σύνολο ενεργειών που συμπεριλαμβάνει τις ενέργειες ελέγχου, αλλά να υποδηλώνει μόνον ενέργειες διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης υπό στενή έννοια.

68      Τρίτον, πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού 1290/2005, τα ποσά που αντιστοιχούν στις χρηματοδοτήσεις βάσει του κανονισμού αυτού καταβάλλονται, εκτός αντιθέτων διατάξεων, στο ακέραιο στους δικαιούχους.

69      Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι οι πιστώσεις που διατίθενται στο ΕΓΤΕ, και ιδίως εκείνες που χορηγούνται στα κράτη μέλη, πρέπει, κατ’ αρχήν, να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση λειτουργικών δαπανών με τη μορφή καταβολών προς τους δικαιούχους.

70      Επομένως, εκτός αντίθετης διατάξεως, οι πιστώσεις αυτές δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς παροχή βοήθειας στις εθνικές αρχές για τη διεκπεραίωση των διοικητικών δραστηριοτήτων που αυτές οφείλουν κατά κανόνα να ασκούν.

71      Πλην όμως, πρέπει να σημειωθεί ότι ο έλεγχος της τηρήσεως των προϋποθέσεων χορηγήσεως των ενισχύσεων και των πριμοδοτήσεων εναπόκειται, κατά κανόνα, στα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από την ύπαρξη μέτρου τεχνικής βοήθειας.

72      Ειδικότερα, όσον αφορά τα ειδικά μέτρα για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να προβαίνουν σε διοικητικούς ελέγχους και σε επιτόπιους ελέγχους κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27 του κανονισμού 247/2006 καθώς και των άρθρων 30 έως 33 του κανονισμού 793/2006.

73      Πρέπει να προστεθεί ότι για τη διενέργεια των ελέγχων αυτών, και ιδίως των επιτόπιων ελέγχων, υπεύθυνες είναι οι αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες μπορούν να είναι διαφορετικές αρχές σε σχέση με τον οργανισμό πληρωμών, όπως είναι οι πορτογαλικές διοικητικές αρχές που μνημονεύονται στη σκέψη 41 ανωτέρω.

74      Υπό τις συνθήκες αυτές, και λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των παρατηρήσεων που εκτίθενται στις σκέψεις 63 έως 73 ανωτέρω, από τη γραμματική, συστηματική και τελολογική ερμηνεία του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 προκύπτει ότι οι «ενέργειες […] τεχνικής βοήθειας που αφορούν την […] εφαρμογή […] μέτρων [στήριξης]», τις οποίες μνημονεύει η εν λόγω διάταξη, δεν περιλαμβάνουν τις ενέργειες ελέγχου που διεξάγονται από τις εθνικές αρχές.

75      Η ερμηνεία αυτή δεν μπορεί να κλονισθεί από την επιχειρηματολογία της Πορτογαλικής Δημοκρατίας που αντλείται, πρώτον, από το ότι η εφαρμογή προγράμματος στήριξης περιλαμβάνει κατ’ ανάγκην ενέργειες ελέγχου και, δεύτερον, από το ότι η ανάληψη των δαπανών που σχετίζονται με τις εν λόγω ενέργειες ελέγχου έχει προβλεφθεί ρητώς στο υποπρόγραμμα για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών.

76      Πράγματι, πρώτον, η περίσταση ότι ενέργειες ελέγχου ήσαν, όπως υποστηρίχθηκε, αναγκαίες για την ορθή εκτέλεση προγράμματος στήριξης δεν καθιστά δυνατό ούτε τον χαρακτηρισμό των εν λόγω ενεργειών ως ενεργειών τεχνικής βοήθειας ούτε τον συσχετισμό τους με την «εφαρμογή» του προγράμματος αυτού.

77      Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, αφενός, δεδομένου ότι οι ενέργειες ελέγχου δεν συνιστούν ενέργειες διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης υπό στενή έννοια, οι εν λόγω ενέργειες ελέγχου δεν συνιστούν ενέργειες τεχνικής βοήθειας κατά την έννοια του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

78      Αφετέρου, είναι δυνατόν, αναφορικώς με τις ενέργειες για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006, να γίνει διάκριση, από χρονικής και εννοιολογικής απόψεως, μεταξύ, κατ’ αρχάς, των ενεργειών προπαρασκευής ενός μέτρου, εν συνεχεία, των ενεργειών που αφορούν τη συγκεκριμένη εφαρμογή του μέτρου αυτού και, τέλος, των ενεργειών που σκοπούν στον έλεγχο της ορθής εκτελέσεως του εν λόγω μέτρου.

79      Δεύτερον, πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 247/2006, τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο των προγραμμάτων στήριξης για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές πρέπει να συμφωνούν με το δίκαιο της Ένωσης. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις προγράμματος στήριξης, έστω και αν έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή, δεν μπορούν, σύμφωνα με την αρχή της ιεραρχήσεως των κανόνων, να επιτρέψουν την παρέκκλιση από τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ούτε καν να προβληθούν λυσιτελώς προς τον σκοπό της ερμηνείας των τελευταίων αυτών διατάξεων. Επομένως, το γεγονός ότι το σημείο 4.6 του παραρτήματος Ι του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών προβλέπει την ανάληψη των δαπανών που καταλογίζονται άμεσα στις δραστηριότητες ελέγχου του υποπρογράμματος αυτού δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά το ζήτημα αν οι ενέργειες ελέγχου που διεξάγονται από τις εθνικές αρχές συμπεριλαμβάνονται στις ενέργειες που είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

80      Υπό τις συνθήκες αυτές, οι ενέργειες ελέγχου που οδήγησαν στις επίμαχες δαπάνες δεν συνιστούν ενέργειες τεχνικής βοήθειας που αφορούν την εφαρμογή μέτρου στήριξης κατά την έννοια του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

81      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι οι επίμαχες δαπάνες δεν είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση βάσει του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006.

82      Κατά συνέπεια, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

83      Η Πορτογαλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ενέχει παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Συγκεκριμένα, κατά την Πορτογαλική Δημοκρατία, αφενός, η Επιτροπή ενέκρινε, με την απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009, μέτρο στήριξης που μνημόνευε ρητώς, ως επιλέξιμες δαπάνες, τις δαπάνες που καταλογίζονται άμεσα στις δραστηριότητες ελέγχου. Αφετέρου, οι παρασχεθείσες από την Επιτροπή διαβεβαιώσεις είναι σύμφωνες με τους εφαρμοστέους κανόνες. Υπό τις συνθήκες αυτές, κατά την άποψη της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, η απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009 δημιούργησε, στις πορτογαλικές αρχές, δικαιολογημένη προσδοκία ως προς την επιλεξιμότητα των επίμαχων δαπανών.

84      Η Επιτροπή αμφισβητεί την ορθότητα των επιχειρημάτων της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

85      Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης περιλαμβάνεται μεταξύ των θεμελιωδών αρχών της Ένωσης (βλ. αποφάσεις της 5ης Μαΐου 1981, Dürbeck, 112/80, EU:C:1981:94, σκέψη 48, και της 7ης Ιουνίου 2005, VEMW κ.λπ., C‑17/03, EU:C:2005:362, σκέψη 73 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

86      Από τη νομολογία προκύπτει επίσης ότι κάθε ιδιώτης δικαιούται να επικαλεστεί την αρχή αυτήν εφόσον βρίσκεται σε κατάσταση από την οποία προκύπτει ότι η διοίκηση της Ένωσης του δημιούργησε, παρέχοντάς του συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις, βάσιμες προσδοκίες. Τέτοιου είδους διαβεβαιώσεις, ανεξαρτήτως της μορφής υπό την οποία παρέχονται, συνιστούν οι πληροφορίες που είναι σαφείς, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες. Επιπλέον, οι παρεχόμενες διαβεβαιώσεις πρέπει να είναι σύμφωνες με τους εφαρμοστέους κανόνες (βλ. αποφάσεις της 18ης Ιουλίου 2007, AER κατά Καρατζόγλου, C‑213/06 P, EU:C:2007:453, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 16ης Δεκεμβρίου 2010, Kahla Thüringen Porzellan κατά Επιτροπής, C‑537/08 P, EU:C:2010:769, σκέψη 63 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

87      Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι επίκληση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης μπορεί να γίνει και από κράτος μέλος (βλ., συναφώς, απόφαση της 26ης Ιουνίου 2012, Πολωνία κατά Επιτροπής, C‑335/09 P, EU:C:2012:385, σκέψεις 180 και 181).

88      Ακριβώς υπό το πρίσμα των ως άνω παρατηρήσεων πρέπει να εξετασθεί αν, εν προκειμένω, ο αποκλεισμός, εκ μέρους της Επιτροπής, των επίμαχων δαπανών από την ενωσιακή χρηματοδότηση προσέκρουε στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

89      Κατά πρώτον, πρέπει να εξετασθεί αν η απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009 περιέχει σαφείς, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις ως προς την επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από την Ένωση των δαπανών περί των οποίων γίνεται λόγος στο σημείο 4.6 του παραρτήματος Ι του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών.

90      Συναφώς, είναι σκόπιμο να υπομνησθεί το νομικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009 περί εγκρίσεως των τροποποιήσεων του γενικού προγράμματος τις οποίες είχε υποβάλει στην Επιτροπή η Πορτογαλική Δημοκρατία.

91      Προς τον σκοπό της εφαρμογής ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, το άρθρο 24 του κανονισμού 247/2006 προβλέπει διαδικασία αξιολογήσεως και εγκρίσεως από την Επιτροπή των σχεδίων γενικών προγραμμάτων που προτείνονται από τα κράτη μέλη. Ομοίως, το άρθρο 49 του κανονισμού 793/2006 ρυθμίζει διαδικασία εγκρίσεως από την Επιτροπή των τροποποιήσεων που τα κράτη μέλη επιθυμούν να επιφέρουν στα εν λόγω γενικά προγράμματα.

92      Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η έγκριση από την Επιτροπή των μέτρων στήριξης που περιέχονται στα γενικά προγράμματα συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση των εν λόγω μέτρων από το ΕΓΤΕ.

93      Ωστόσο, τα γενικά προγράμματα έχουν τον χαρακτήρα προβλέψεως, με αποτέλεσμα η Επιτροπή, εγκρίνοντας τα εν λόγω προγράμματα, να μη λαμβάνει, κατ’ αρχήν, οριστικώς θέση επί της συμβατότητας των μέτρων που περιέχουν προς το σύνολο των εφαρμοστέων κανόνων του δικαίου της Ένωσης και, ως εκ τούτου, επί της επιλεξιμότητας των μέτρων αυτών για χρηματοδότηση από την Ένωση. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να συναχθεί απλώς και μόνον από την έγκριση εκ μέρους της Επιτροπής ενός γενικού προγράμματος ούτε ότι τα μέτρα που περιέχονται στο πρόγραμμα αυτό είναι κατ’ ανάγκην σύμφωνα με το σύνολο των εφαρμοστέων κανόνων του δικαίου της Ένωσης ούτε ότι η επιλεξιμότητα των μέτρων αυτών για χρηματοδότηση από την Ένωση δεν μπορεί πλέον να αμφισβητηθεί από την Επιτροπή, ιδίως κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας εκκαθαρίσεως ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 31 του κανονισμού 1290/2005 (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott στην υπόθεση Τσεχική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, C‑4/17 P, EU:C:2018:237, σημεία 48, 49, 52 και 59).

94      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι το σημείο 4.6 του παραρτήματος Ι του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών, που εισήχθη στο γενικό πρόγραμμα με την απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009, αφενός, μνημονεύει, μεταξύ των επιλέξιμων δαπανών, ορισμένες δαπάνες που καταλογίζονται άμεσα στις «δραστηριότητες […] ελέγχου» και, αφετέρου, προσδιορίζει ως δικαιούχους του μέτρου τις «διαχειριστικές αρχές».

95      Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατ’ αρχάς, το διατακτικό της αποφάσεως της 3ης Μαρτίου 2009 περιορίζεται στην έγκριση των τροποποιήσεων του γενικού προγράμματος τις οποίες είχε υποβάλει η Πορτογαλική Δημοκρατία βάσει του άρθρου 49 του κανονισμού 793/2006 και δεν αποφαίνεται ρητώς ως προς την επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από την Ένωση των δαπανών που πρόκειται να πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού.

96      Περαιτέρω, καίτοι είναι αληθές ότι, στην αιτιολογική σκέψη 2 της αποφάσεως της 3ης Μαρτίου 2009, η Επιτροπή επισήμανε, γενικόλογα, ότι «η τροποποίηση [του γενικού προγράμματος] ανταποκρ[ινόταν] στους σκοπούς και στις απαιτήσεις του κανονισμού […] 247/2006», αντιθέτως, το εν λόγω θεσμικό όργανο δεν αποφάνθηκε ειδικώς, με την εν λόγω απόφαση, επί της συμβατότητας του μέτρου που εισήχθη με το σημείο 4.6 του παραρτήματος Ι του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών προς τις διατάξεις του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006 και, περαιτέρω, δεν έλαβε ρητώς θέση επί της συμβατότητας του μέτρου αυτού προς το σύνολο των εφαρμοστέων διατάξεων στον τομέα του ΕΓΤΕ.

97      Τέλος, το διατακτικό της αποφάσεως της 3ης Μαρτίου 2009 αποσαφηνίζει ότι η έγκριση, στην οποία προβαίνει η απόφαση αυτή, «δεν καλύπτει τους λεπτομερείς κανόνες ελέγχου και τις κυρώσεις που θα εξετασθούν στο πλαίσιο των λογιστικών ελέγχων του ΕΓΤΕ».

98      Υπό τις συνθήκες αυτές, λαμβανομένου υπόψη του γράμματος της αποφάσεως της 3ης Μαρτίου 2009 καθώς και του νομικού πλαισίου εντός του οποίου αυτή εκδόθηκε, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέσχε στις πορτογαλικές αρχές, κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής, σαφείς, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες πληροφορίες ως προς την επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από την Ένωση των δαπανών που σχετίζονται με τις δραστηριότητες ελέγχου που μνημονεύονται στο σημείο 4.6 του παραρτήματος Ι του υποπρογράμματος για την αυτόνομη περιφέρεια των Αζορών.

99      Κατά δεύτερον, πρέπει να υπομνησθεί ότι από την απάντηση που δόθηκε στον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προκύπτει ότι, δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 247/2006, οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι εθνικές αρχές στο πλαίσιο ενεργειών ελέγχου δεν είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την Ένωση.

100    Επομένως, ακόμη και αν γινόταν δεκτό ότι η Επιτροπή, εγκρίνοντας, με την απόφαση της 3ης Μαρτίου 2009, τη θέσπιση, στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος, ενός νέου μέτρου τεχνικής βοήθειας, είχε παράσχει στις πορτογαλικές αρχές σαφείς διαβεβαιώσεις ως προς την ανάληψη από το ΕΓΤΕ ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο ενεργειών ελέγχου στις οποίες προέβησαν οι πορτογαλικές αρχές, τέτοιες διαβεβαιώσεις θα αντέβαιναν, εν πάση περιπτώσει, στους εφαρμοστέους κανόνες και, κατά συνέπεια, δεν θα μπορούσαν να δημιουργήσουν στην Πορτογαλική Δημοκρατία δικαιολογημένες προσδοκίες ως προς την επιλεξιμότητα των επίμαχων δαπανών για χρηματοδότηση από την Ένωση.

101    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία αβασίμως προβάλλει παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

102    Επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί και, κατά συνέπεια, η προσφυγή είναι απορριπτέα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

103    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

104    Δεδομένου ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το αίτημα της Επιτροπής.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

GervasoniKowalik-BańczykMac Eochaidh

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 22 Νοεμβρίου 2018.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική.