Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 28 Απριλίου 2020 η Ουγγαρία κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση T-505/18, Ουγγαρία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-185/20 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ουγγαρία (εκπρόσωποι: M. Z. Fehér και G. Koós)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση T-505/18.

Να ακυρώσει εν μέρει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2018/873 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2018, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), κατά το μέρος που αφορά την Ουγγαρία, η οποία απόφαση αποκλείει από τη χρηματοδότηση της ΕΕ τις αναγνωρισμένες ομάδες παραγωγών που έχουν χαρακτηριστεί ως αναγνωρισμένες.

Να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Ουγγρική Κυβέρνηση στηρίζει την αίτησή της αναιρέσεως ιδίως σε δύο λόγους σύμφωνους με τα κριτήρια που έχει καθιερώσει η νομολογία του Δικαστηρίου.

Πρώτον, όσον αφορά τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε δεόντως υπόψη τους ισχυρισμούς της Ουγγαρίας και ερμήνευσε εσφαλμένως τους λόγους ακυρώσεως που προβλήθηκαν με την προσφυγή και αναπτύχθηκαν κατά την επʼ ακροατηρίου συζήτηση. Το Γενικό Δικαστήριο απλοποίησε κατά κάποιον τρόπο και δεν απάντησε στον ισχυρισμό της Ουγγαρίας ότι ο μετασχηματισμός σε αναγνωρισμένη ομάδα παραγωγών προϋποθέτει σε βάθος μετασχηματισμό της ομάδας παραγωγών και, ενδεχομένως, την τροποποίηση της σύνθεσής της. Όταν χορηγείται ενίσχυση σε ομάδα που έχει λάβει τη μορφή αναγνωρισμένης ομάδας παραγωγών, δεν χορηγείται στην αρχική ομάδα, αλλά σε μια νέα οντότητα, η οποία πληροί επίσης τους σκοπούς του κανονισμού (διευκόλυνση της συγκρότησης και της διοικητικής λειτουργίας των ομάδων παραγωγών). Το Γενικό Δικαστήριο δεν απαντά σε αυτό το επιχείρημα ως προς την ουσία του και δεν εξετάζει τη σχέση μεταξύ των αναγνωρισμένων ομάδων παραγωγών και των ομάδων παραγωγών.

Δεύτερον, όσον αφορά τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως που προβλήθηκε με την προσφυγή της Ουγγρικής Κυβέρνησης, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε επίσης σε πλάνη περί το δίκαιο, η οποία προκάλεσε σημαντική βλάβη στα δικονομικά δικαιώματα της προσφεύγουσας. Η αιτιολόγηση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης είναι προδήλως ανεπαρκής καθόσον αφορά την ασφάλεια δικαίου, η οποία αποτελεί μέρος του δεύτερου λόγου, και τον ισχυρισμό που διατυπώθηκε, κατά τον Γενικό Δικαστήριο, μόνον εκ των υστέρων, κατά την επʼ ακροατηρίου συζήτηση, και το Γενικό Δικαστήριο περιορίστηκε κατʼ ουσίαν να διατυπώσει την κρίση του υπό τύπον απλής δήλωσης, χωρίς κανενός είδους αιτιολόγηση.

Το Γενικό Δικαστήριο έπρεπε να έχει εξετάσει το χρονικό διάστημα που καλύπτει η εξαίρεση και να ερμηνεύσει προς τον σκοπό αυτόν το άρθρο 52, παράγραφος 4, στοιχεία γ΄ ή/και β΄, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/20131 , αν έκρινε ότι η Ουγγρική Κυβέρνηση δεν είχε αιτιολογήσει δεόντως τη σύνδεση μεταξύ του ζητήματος αυτού και του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, συμπεριλαμβανομένης της σύνδεσης με την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Εντούτοις, όσον αφορά το σημείο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένως το δίκαιο της Ένωσης, και συγκεκριμένα το άρθρο 52, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013, καθώς δεν θεώρησε τη διάταξη αυτή ως ζήτημα που έπρεπε να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως.

Τέλος, η Ουγγρική Κυβέρνηση ολοκληρώνει την επιχειρηματολογία της με κάποιες επιπλέον παρατηρήσεις σχετικά με την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

____________

1 Κανονισμός (EE) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 549).