Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Špecializovaný trestný súd (Σλοβακία) στις 14 Νοεμβρίου 2018 – Ποινική δίκη κατά UL και VM

(Υπόθεση C-709/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική

Αιτούν δικαστήριο

Špecializovaný trestný súd

Ποινική δίκη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

UL και VM

Προδικαστικά ερωτήματα

Γίνεται σεβαστό, σε ποινική δίκη, το τεκμήριο της αθωότητας, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 3 και στο άρθρο 4, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 16, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/3431 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, όταν, σε ενιαία δίκη, συγκατηγορούμενος, βάσει του κατηγορητηρίου, αρνείται ενώπιον του δικαστηρίου, μετά την έναρξη της κύριας επ’ ακροατηρίου συζητήσεως, τη συμμετοχή του στην πράξη ή στις πράξεις που του καταλογίζονται, δηλώνοντας ότι είναι αθώος, και, εν συνεχεία, το δικαστήριο αποφασίζει, με διάταξη η οποία δεν περιέχει περιγραφή της πράξεως, τον νομικό χαρακτηρισμό της ή αξιολογικό συμπέρασμα του δικαστηρίου, να δεχτεί τη δήλωση άλλου συγκατηγορουμένου ότι είναι ένοχος για την τέλεση της πράξεως ή ορισμένων εκ των πράξεων που μνημονεύονται στο κατηγορητήριο, παραιτούμενου κατ’ αυτόν τον τρόπο από τη διεξαγωγή αποδείξεων όσον αφορά την ενοχή του, κατόπιν αυτού δε, μετά τη διεξαγωγή αποδείξεων στην κύρια επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το δικαστήριο αποφαίνεται επί του κατηγορητηρίου με κοινή απόφαση;

1.1    Μπορεί, με την απόφαση του δικαστηρίου που δέχεται τη δήλωση ενοχής ενός εκ των κατηγορουμένων, να κηρυχθεί ένοχος άλλος κατηγορούμενος ο οποίος αρνείται την ενοχή του, προτού αποδειχθεί η ενοχή αυτού μέσω της διεξαγωγής αποδείξεων; Συνάδει προς το άρθρο 48 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τέτοια προσέγγιση του δικαστηρίου;

Συνάδει προς το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και το δικαίωμα κάθε πρόσωπου να εκδικασθεί η υπόθεσή του δικαίως από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο, προσέγγιση του δικαστηρίου σε ενιαία δίκη σχετικά με την απαγγελία κατηγοριών σε περισσότερους κατηγορουμένους, βάσει της οποίας ο αρχικώς ορισθείς δικαστής αποφασίζει, με διάταξη η οποία δεν περιέχει περιγραφή της πράξεως, τον νομικό χαρακτηρισμό της ή αξιολογικό συμπέρασμα του δικαστηρίου, να δεχτεί τη δήλωση ενοχής των κατηγορουμένων εκείνων οι οποίοι με την εν λόγω δήλωση παραιτήθηκαν από το δικαίωμα διεξαγωγής αποδείξεων στο πλαίσιο εκατέρωθεν ακροάσεως, και βάσει της οποίας το ίδιο δικαστήριο εκδίδει εν συνεχεία απόφαση, μετά τη διεξαγωγή αποδείξεων στην κύρια επ’ ακροατηρίου συζήτηση, βάσει του κατηγορητηρίου, για το σύνολο των κατηγορουμένων;

2.1    Δημιουργεί η απόφαση περί αποδοχής της δήλωσης ενοχής βάσιμες αμφιβολίες όσον αφορά την αμεροληψία του δικαστή που δέχτηκε τη δήλωση του συγκατηγορουμένου, και συνιστά η ενδεχόμενη εξαίρεση του εν λόγω δικαστή από την ποινική δίκη κατάλληλο μέτρο για τη διαφύλαξη του τεκμηρίου της αθωότητας που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2016/343 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας;

Γίνονται σεβαστές οι αρχές της ισότητας και του κράτους δικαίου που προβλέπονται στο άρθρο 2, η αρχή της ισότητας των πολιτών ενώπιον των δικαστηρίων που προβλέπεται στο άρθρο 9 και η γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης που προβλέπει το δικαίωμα κάθε προσώπου να εκδικαστεί η υπόθεσή του δικαίως κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία υπογράφηκε στο Μάαστριχτ στις 7 Φεβρουαρίου 1992, όπως τροποποιήθηκε με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, η οποία υπογράφηκε στη Λισσαβώνα στις 13 Δεκεμβρίου 2007, στην περίπτωση που το εθνικό δικαστήριο, κατά της αποφάσεως του οποίου δεν χωρεί ένδικο μέσο, εκδίδει απόφαση η οποία δεν συνάδει προς την εξυπηρετούσα σκοπούς ομοιόμορφης εφαρμογής γνωμοδότηση του εθνικού δικαστηρίου, την οποία αυτό εξέδωσε βάσει της εντολής που του έχει ανατεθεί από την εθνική νομοθεσία να καταστήσει ομοιόμορφη την ερμηνεία των νόμων και των λοιπών κανονιστικών πράξεων γενικής εφαρμογής, καθόσον απαιτείται για την αντιμετώπιση της ασυνέπειας της νομολογίας, λαμβανομένης υπόψη της περιστάσεως ότι σχηματισμός του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέκλινε από τη νομική γνώμη που περιεχόταν στην απόφαση άλλου σχηματισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου;

____________

1 EE 2016, L 65, σ. 1.