Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 20 Νοεμβρίου 2020 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 9 Σεπτεμβρίου 2020 στην υπόθεση T-437/16, Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-623/20 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: G. Gattinara, D. Milanowska, T. Lilamand)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ιταλική Δημοκρατία, Βασίλειο της Ισπανίας

Αιτήματα

Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι η διαφορά είναι ώριμη προς εκδίκαση, να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ως αβάσιμη·

να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας καθώς και της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεώς της, η Επιτροπή προβάλλει τρεις λόγους.

Ο πρώτος λόγος αναιρέσεως αφορά πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του άρθρου 1δ, παράγραφος 6, του ΚΥΚ και της υποχρέωσης αιτιολόγησης καθώς και παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου. Ο λόγος αυτός διακρίνεται σε τρία σκέλη:

Το πρώτο σκέλος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο και παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης όσον αφορά τον σκοπό της ετοιμότητας των υποψηφίων να αναλάβουν αμέσως καθήκοντα και αφορά τη σκέψη 137 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Το δεύτερο σκέλος αντλείται από το δυσανάλογο βάρος απόδειξης το οποίο κλήθηκε να φέρει η Επιτροπή και από παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης· το σκέλος αυτό αφορά τις σκέψεις 113, τελευταία περίοδος, 138, 144, 147, τελευταία περίοδος, 157-161, 193 και 197 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Το τρίτο σκέλος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο κατά τον εντοπισμό νομικά δεσμευτικών πράξεων μεταξύ των εσωτερικών κανόνων που προσκομίσθηκαν από την Επιτροπή· το σκέλος αυτό αφορά τις σκέψεις 132 έως 135 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως αφορά παραμόρφωση του περιεχομένου αποδεικτικών στοιχείων στην οποία προέβη το Γενικό Δικαστήριο κατά την εκτίμηση των στοιχείων αυτών καθώς και πλάνη περί το δίκαιο.

Η πρώτη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την εκτίμηση της ανακοίνωσης του Προέδρου της Επιτροπής και της έγκρισής της από το Σώμα των Επιτρόπων· η περίπτωση αυτή προκύπτει από τις σκέψεις 112 έως 117 και 138 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

    

Η δεύτερη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την εκτίμηση του εσωτερικού κανονισμού της Επιτροπής και των διατάξεων εφαρμογής του· η περίπτωση αυτή προκύπτει από τις σκέψεις 119 έως 120 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Η τρίτη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την εκτίμηση του τμήματος σχετικά με τις γλωσσικές απαιτήσεις όσον αφορά τη διαδικασία έγκρισης που περιλαμβάνεται στο εγχειρίδιο διαδικασιών λειτουργίας και προκύπτει από τις σκέψεις 145 έως 149 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Η τέταρτη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την απουσία συνολικής εκτίμησης των εγγράφων που παρατίθενται στα ανωτέρω σημεία i) έως iii), και προκύπτει από τις σκέψεις 132 έως 137 και 139 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Η πέμπτη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την εκτίμηση της ανακοίνωσης SEC(2006)1489 τελικό και προκύπτει από τις σκέψεις 140 έως 143 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Η έκτη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την εκτίμηση των στοιχείων σχετικά με τις γλώσσες που χρησιμοποιούν τα μέλη του προσωπικού της Επιτροπής τα οποία είναι επιφορτισμένα με καθήκοντα οικονομικού ελέγχου· στηριζόμενη στις ίδιες σκέψεις της απόφασης, η Επιτροπή επικαλείται επίσης πλάνη περί το δίκαιο· αμφότερες οι αιτιάσεις αφορούν τις σκέψεις 152 έως 163 της προσβαλλόμενης απόφασης.

Η έκτη περίπτωση παραμόρφωσης αφορά την εσωτερική πρακτική του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον γλωσσικό τομέα και τις γλώσσες που χρησιμοποιούν τα μέλη του προσωπικού του Ελεγκτικού Συνεδρίου· η περίπτωση αυτή προκύπτει από τις σκέψεις 172 έως 188 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

Ο τρίτος λόγος αναιρέσεως αφορά τον παράνομο χαρακτήρα της εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου ανάλυσης των γλωσσών επικοινωνίας των υποψηφίων· ο λόγος αυτός αφορά τις σκέψεις 219 και 224 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

____________