Language of document : ECLI:EU:F:2015:101

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 9ης Σεπτεμβρίου 2015

Υπόθεση F‑28/14

Stéphane De Loecker

κατά

Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ)

«Υπαλληλική υπόθεση — Προσωπικό της ΕΥΕΔ — Έκτακτος υπάλληλος — Προϊστάμενος αντιπροσωπείας σε τρίτο κράτος — Κλονισμός της σχέσης εμπιστοσύνης — Μετάθεση στην έδρα της ΕΥΕΔ — Πρόωρη καταγγελία της σύμβασης εργασίας — Προειδοποίηση — Αιτιολόγηση της απόφασης — Άρθρο 26 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης — Δικαιώματα άμυνας — Δικαίωμα ακρόασης»

Αντικείμενο:      Προσφυγή που άσκησε ο S. De Loecker δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με αίτημα, πρώτον, την ακύρωση της απόφασης της 20ής Δεκεμβρίου 2013 της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (στο εξής: Ύπατη Εκπρόσωπος) να καταγγείλει για τις 31 Μαρτίου 2014 τη σύμβαση εργασίας του ως εκτάκτου υπαλλήλου, δεύτερον, την ακύρωση των αποφάσεων της Ύπατης Εκπροσώπου να μην να του παραχωρήσει ακρόαση κατόπιν της καταγγελίας για παρενόχληση την οποία είχε υποβάλει κατά του Διοικητικού Γενικού Διευθυντή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), να απορρίψει την αίτησή του για διορισμό ενός υψηλόβαθμου εξωτερικού υπεύθυνου έρευνας για την εξέταση της καταγγελίας αυτής και να χαρακτηρίσει την καταγγελία αυτή ως αίτηση αρωγής προς τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και, τρίτον, τη λήψη μέτρων οργάνωσης της διαδικασίας.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο S. De Loecker φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και το σύνολο των δικαστικών εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.

Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές — Έκτακτοι υπάλληλοι — Βλαπτική πράξη — Έννοια — Άρνηση διοργάνωσης συνάντησης με τον ενδιαφερόμενο που θα απέβλεπε να του γνωστοποιηθούν οι συγκεκριμένοι λόγοι της τοποθέτησής του σε νέα θέση — Απόφαση μετάθεσης κατά της οποίας έχει ήδη ασκηθεί προσφυγή ακύρωσης — Δεν περιλαμβάνεται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 § 2 και 91 § 1)

2.      Υπάλληλοι — Απόφαση που επηρεάζει τη διοικητική κατάσταση υπαλλήλου — Συνεκτίμηση πραγματικών στοιχείων που δεν περιλαμβάνονται στον ατομικό φάκελο του ενδιαφερομένου, αλλά έχουν περιέλθει σε γνώση του — Νομιμότητα — Προϋποθέσεις

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 26 και 90 § 1· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 11)

3.      Υπάλληλοι — Ατομικός φάκελος — Έγγραφα που πρέπει να περιλαμβάνει — Απόφαση που επηρεάζει τη διοικητική κατάσταση υπαλλήλου — Έννοια — Έκθεση διοικητικής έρευνας — Δεν εμπίπτει — Έκθεση που έχει συνταχθεί από τα μέλη αποστολής αξιολόγησης και με την οποία επισημαίνονται σοβαρές αδυναμίες ενός υπαλλήλου — Εμπίπτει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 26, εδ. 1, στοιχείο aʹ, και παράρτημα IX, άρθρο 2 § 2)

4.      Υπάλληλοι — Έκτακτοι υπάλληλοι — Καταγγελία σύμβασης ορισμένου χρόνου — Υποχρέωση παροχής στον ενδιαφερόμενο της δυνατότητας διατύπωσης παρατηρήσεων πριν από τη λήψη της απόφασης — Περιεχόμενο — Παραβίαση — Συνέπειες

(Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 2, στοιχείο aʹ· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 47, στοιχείο βʹ, περίπτωση ii)

1.      Συνιστούν βλαπτικές πράξεις, κατά των οποίων μπορεί συνεπώς να ασκηθεί προσφυγή, μόνο τα μέτρα που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα τα οποία είναι ικανά να θίξουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική του κατάσταση.

Από την άποψη αυτή, η άρνηση της αρμόδιας για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχής να διοργανώσει συνάντηση με τον έκτακτο υπάλληλο που ζητεί να του παραχωρηθεί ακρόαση με σκοπό να του γνωστοποιηθούν οι συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους μετατίθεται από τη θέση για την οποία έχει προσληφθεί σε άλλη θέση δεν αποτελεί βλαπτική πράξη, εφόσον κατά της απόφασης μετάθεσης έχει ήδη ασκηθεί προσφυγή ακύρωσης ενώπιον του δικαστή της Ένωσης.

Η άρνηση αυτή αποτελεί δηλαδή τη συνέχεια της απόφασης τοποθέτησης του ενδιαφερόμενου σε άλλη θέση και συνεπώς συνιστά απλώς μέτρο διασφάλισης των αποτελεσμάτων της εν λόγω απόφασης, ενόσω εκκρεμεί κατ’ αυτής προσφυγή ακύρωσης.

(βλ. σκέψεις 46 έως 48)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: διάταξη της 13ης Ιουλίου 2004, Comunidad Autónoma de Andalucía κατά Επιτροπής, T‑29/03, EU:T:2004:235, σκέψη 29, και απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2006, Tillack κατά Επιτροπής, T‑193/04, EU:T:2006:292, σκέψη 67

ΓΔΕΕ: απόφαση της 20ής Μαΐου 2010, Επιτροπή κατά Violetti κ.λπ., T‑261/09 P, EU:T:2010:215, σκέψη 46

ΔΔΔΕΕ: απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2013, Λαμπίρη κατά ΕΟΚΕ, F‑124/10, EU:F:2013:21, σκέψη 42

2.      Το άρθρο 26 του ΚΥΚ, το οποίο εφαρμόζεται στους έκτακτους υπαλλήλους δυνάμει του άρθρου 11 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, αποσκοπεί στη διασφάλιση των δικαιωμάτων άμυνας των μόνιμων και λοιπών υπαλλήλων, καθόσον καθιστά δυνατή την αποτροπή του ενδεχομένου να στηρίζονται οι αποφάσεις της αρμόδιας για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχής οι οποίες επηρεάζουν τη διοικητική κατάστασή τους και την επαγγελματική τους σταδιοδρομία σε πραγματικά περιστατικά σχετικά με την ικανότητά τους, την απόδοσή τους ή τη συμπεριφορά τους των οποίων δεν γίνεται μνεία στον ατομικό τους φάκελο. Επομένως, οι αποφάσεις που στηρίζονται σε τέτοια πραγματικά στοιχεία είναι αντίθετες προς τις εγγυήσεις που προβλέπει ο ΚΥΚ και πρέπει να ακυρώνονται ως εκδοθείσες κατόπιν παράτυπης διαδικασίας.

Η παράβαση του άρθρου 26, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του ΚΥΚ δεν επισύρει πάντως την ακύρωση μιας πράξης παρά μόνο όταν αποδεικνύεται ότι τα σχετικά έγγραφα άσκησαν καθοριστική επιρροή επί της επίμαχης πράξης. Το γεγονός και μόνον ότι τα έγγραφα αυτά δεν έχουν περιληφθεί στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου δεν είναι ικανό να δικαιολογήσει την ακύρωση βλαπτικής απόφασης, αν τα έγγραφα αυτά έχουν γνωστοποιηθεί πράγματι στον ενδιαφερόμενο. Συγκεκριμένα, από το άρθρο 26, δεύτερο εδάφιο, του ΚΥΚ προκύπτει ότι η απαγόρευση να αντιτάσσονται στον υπάλληλο έγγραφα σχετικά με τη διοικητική κατάστασή του αφορά μόνο τα έγγραφα που δεν του έχουν ήδη κοινοποιηθεί. Η εν λόγω απαγόρευση δεν αφορά τα έγγραφα τα οποία, μολονότι του έχουν γνωστοποιηθεί, δεν έχουν ακόμη περιληφθεί στον ατομικό του φάκελο. Σε περίπτωση που το θεσμικό όργανο δεν προσθέσει τα έγγραφα αυτά στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου, ο υπάλληλος αυτός διατηρεί το δικαίωμα να υποβάλει σχετική αίτηση βάσει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ και, σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, διοικητική ένσταση. Το γεγονός και μόνο ότι ορισμένα έγγραφα δεν έχουν προστεθεί στον ατομικό φάκελο του ενδιαφερόμενου δεν κωλύει όμως σε καμία περίπτωση το όργανο να λάβει απόφαση προς το συμφέρον της υπηρεσίας βάσει των εγγράφων αυτών, εφόσον έχουν προηγουμένως κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο.

(βλ. σκέψεις 74 και 84)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 1996, Ojha κατά Επιτροπής, C‑294/95 P, EU:C:1996:434, σκέψη 68

ΔΔΔΕΕ: απόφαση της 28ης Ιουνίου 2007, Bianchi κατά ETF, F‑38/06, EU:F:2007:117, σκέψη 45

3.      Το άρθρο 26, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του ΚΥΚ δεν υποχρεώνει αυτό καθαυτό τη Διοίκηση να προσθέτει στον ατομικό φάκελο κάθε έγγραφο που είναι σχετικό με έναν υπάλληλο. Το εν λόγω άρθρο προβαίνει κατά τον τρόπο αυτό σε διάκριση μεταξύ, αφενός, των «εγγράφων», τα οποία πρέπει να περιέχονται στον ατομικό φάκελο μόνον όταν αφορούν τη διοικητική κατάσταση του συγκεκριμένου υπαλλήλου, και των «εκθέσεων», οι οποίες πρέπει να προστίθενται στον ατομικό φάκελο μόνον εάν αφορούν την ικανότητα, την απόδοση ή τη συμπεριφορά του υπαλλήλου, και, αφετέρου, όλων των άλλων εγγράφων που αφορούν τον συγκεκριμένο υπάλληλο. Το άρθρο 26, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του ΚΥΚ, όταν αναφέρεται στις εκθέσεις αυτές, εννοεί επίσημα έγγραφα που αφορούν την ικανότητα, την απόδοση ή τη συμπεριφορά του υπαλλήλου.

Το άρθρο 26 του ΚΥΚ δεν απαγορεύει όμως στα θεσμικά όργανα να κινούν έρευνα και να καταρτίζουν προς τούτο έναν φάκελο, τα μόνα δε έγγραφα σχετικά με την έρευνα που πρέπει να προστίθενται στον φάκελο του υπαλλήλου είναι οι αποφάσεις επιβολής κυρώσεων που έχουν ενδεχομένως ληφθεί με βάση τον παραπάνω φάκελο.

Συναφώς, από το άρθρο 26 του ΚΥΚ δεν προκύπτει ότι η Διοίκηση είναι υποχρεωμένη να ταξινομεί στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου, αφού του την κοινοποιήσει, την έκθεση της διοικητικής έρευνας που διεξήχθη σχετικά με αυτόν. Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος IX του ΚΥΚ, η υποχρέωση της Διοίκησης μετά το πέρας της έρευνας συνίσταται στην ενημέρωση του ενδιαφερόμενου για τα πορίσματα της έκθεσης που έχει συνταχθεί σχετικά με την έρευνα και, επιπλέον, η Διοίκηση του κοινοποιεί, εφόσον και μόνο το ζητήσει ο ενδιαφερόμενος και εφόσον προστατεύονται τα θεμιτά συμφέροντα των τρίτων, όλα τα έγγραφα που έχουν άμεση σχέση με τους ισχυρισμούς που έχουν διατυπωθεί σχετικά με τον ίδιο.

Κάθε έγγραφο που ενδέχεται να έχει κρίσιμη σημασία για τη βλαπτική απόφαση πρέπει καταρχήν να έχει κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο υπάλληλο και στη συνέχεια να προστίθεται στον ατομικό του φάκελο. Η κοινοποίηση και η προσθήκη αυτή στον ατομικό φάκελο είναι πάντως υποχρεωτικές για την έκθεση που έχει συνταχθεί από τα μέλη αποστολής αξιολόγησης και με την οποία επισημαίνονται σοβαρές αδυναμίες ενός υπαλλήλου, αν η έκθεση αυτή, μολονότι δεν αφορά την ικανότητα, την απόδοση ή τη συμπεριφορά του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ΚΥΚ, ενδέχεται να έχει καθοριστική σημασία για την απόφαση αν ο ενδιαφερόμενος πρέπει να απολυθεί ή όχι.

(βλ. σκέψεις 75, 77, 78 και 83)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 1996, Ojha κατά Επιτροπής, EU:C:1996:434, σκέψη 67

ΓΔΕΕ: αποφάσεις της 2ας Απριλίου 1998, Αποστολίδη κατά Δικαστηρίου, T‑86/97, EU:T:1998:71, σκέψη 36, της 20ής Σεπτεμβρίου 2001, Recalde Langarica κατά Επιτροπής, T‑344/99, EU:T:2001:237, σκέψη 66, και της 5ης Οκτωβρίου 2009, de Brito Sequeira Carvalho και Επιτροπή κατά Επιτροπής και de Brito Sequeira Carvalho, T‑40/07 P και T‑62/07 P, EU:T:2009:382, σκέψη 96

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις της 13ης Νοεμβρίου 2014, De Loecker κατά ΕΥΕΔ, F‑78/13, EU:F:2014:246, σκέψη 50, και της 15ης Απριλίου 2015, Πιπιλιάγκας κατά Επιτροπής, F‑96/13, EU:F:2015:29, σκέψη 48

4.      Κατά το άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα σε προηγούμενη ακρόαση πριν ληφθεί ατομικό μέτρο σε βάρος του. Επιπλέον, ο σεβασμός του δικαιώματος ακρόασης επιβάλλεται ακόμη και όταν η εφαρμοστέα ρύθμιση δεν προβλέπει ρητά την τήρηση της τυπικής αυτής προϋπόθεσης. Το δικαίωμα ακρόασης εγγυάται σε κάθε πρόσωπο τη δυνατότητα να διατυπώσει λυσιτελώς και αποτελεσματικώς την άποψή του κατά τη διάρκεια διοικητικής διαδικασίας και πριν από την λήψη οποιασδήποτε απόφασης ικανής να βλάψει τα συμφέροντά του.

Από την άποψη αυτή, η απόφαση καταγγελίας της σύμβασης έκτακτου υπαλλήλου με βάση το άρθρο 47, στοιχείο βʹ, περίπτωση ii, του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού αποτελεί ατομικό μέτρο, το οποίο θίγει τον ενδιαφερόμενο υπάλληλο. Επομένως, πρέπει να πραγματοποιείται ακρόαση του ενδιαφερόμενου πριν από την λήψη οποιασδήποτε τέτοιας απόφασης, έστω και αν η εν λόγω διάταξη δεν προβλέπει συγκεκριμένα κανένα τέτοιο δικαίωμα.

Ο κανόνας ότι ο αποδέκτης μιας βλαπτικής απόφασης πρέπει να έχει τη δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του πριν ληφθεί η απόφαση αυτή έχει συγκεκριμένα ως σκοπό να είναι η αρμόδια αρχή σε θέση να λάβει λυσιτελώς υπόψη όλα τα κρίσιμα στοιχεία. Για να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική προστασία του εν λόγω αποδέκτη, ο κανόνας αυτός παρέχει στον αποδέκτη, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα να διορθώσει ένα λάθος ή να προβάλει στοιχεία της προσωπικής κατάστασής του που συνηγορούν υπέρ του να ληφθεί ή να μη ληφθεί η απόφαση ή να έχει η απόφαση αυτή το άλφα ή το βήτα περιεχόμενο.

Προκειμένου, πάντως, η προσβολή του δικαιώματος ακρόασης να έχει ως συνέπεια την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι επίσης αναγκαίο να εξετάζεται κατά πόσον η διαδικασία θα μπορούσε να έχει διαφορετική έκβαση, αν δεν υπήρχε η παρατυπία αυτή.

Όταν η απόφαση απόλυσης ελήφθη χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί ακρόαση του ενδιαφερόμενου και από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης προκύπτει ότι η ακρόασή του πριν από τη λήψη της απόφασης αυτής δεν θα μπορούσε να πείσει την αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχή να μην απολύσει τον ενδιαφερόμενο πριν από τη λήξη της ισχύος της σύμβασής του, δεν υπάρχει λόγος να ακυρωθεί η απόφαση απόλυσης. Αυτό συμβαίνει ιδίως στην περίπτωση κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος προσλήφθηκε για την άσκηση διευθυντικών καθηκόντων ως προϊστάμενος αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έδειξε σοβαρές αδυναμίες κατά τη διεύθυνση της αντιπροσωπείας αυτής, πράγμα που είχε ως συνέπεια να χάσει η αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχή την εμπιστοσύνη της ως προς τις ικανότητές του να διευθύνει την αντιπροσωπεία, καθώς και στην περίπτωση κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος, πριν από τη λήψη της απόφασης απόλυσης, διατύπωσε την άποψή του ως προς τις αδυναμίες που επέδειξε ως προϊστάμενος της αντιπροσωπείας.

Υπό τις περιστάσεις αυτές, το καθήκον αρωγής που έχει η αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχή έναντι του ενδιαφερόμενου δεν φθάνει μέχρι το σημείο να υποχρεώνει την αρχή αυτή να μην τον απολύσει πριν λήξει η σύμβασή του, μολονότι θα είχε αποφασίσει οπωσδήποτε, ακόμη και αν είχε πραγματοποιηθεί ακρόαση του ενδιαφερόμενου πριν από τη λήψη της απόφασης απόλυσης, να τον απολύσει πριν από τη λήξη της σύμβασής του.

(βλ. σκέψεις 122 έως 124, 127, 128 και 133)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις της 18ης Δεκεμβρίου 2008, Sopropé, C‑349/07, EU:C:2008:746, σκέψη 49, της 1ης Οκτωβρίου 2009, Foshan Shunde Yongjian Housewares & Hardware/Conseil, C‑141/08 P, EU:C:2009:598, σκέψη 83, και της 3ης Ιουλίου 2014, Kamino International Logistics και Datema Hellmann Worldwide Logistics, C‑129/13 και C‑130/13, EU:C:2014:2041, σκέψεις 39 και 79

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 2013, CH κατά Κοινοβουλίου, F‑129/12, EU:F:2013:203, σκέψεις 34 και 38, της 14ης Μαΐου 2014, Delcroix κατά ΕΥΕΔ, F‑11/13, EU:F:2014:91, σκέψη 42, της 10ης Σεπτεμβρίου 2014, Τζίκας κατά ΕΟΣ, F‑120/13, EU:F:2014:197, σκέψη 46, και της 17ης Σεπτεμβρίου 2014, Wahlström/Frontex, F‑117/13, EU:F:2014:215, σκέψη 28