Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Okrazhen sad Vidin (Βουλγαρία) στις 17 Οκτωβρίου 2018 – Korporativna targovska banka AD in Insolvenz κατά Elit Petrol AD

(Υπόθεση C-647/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική

Αιτούν δικαστήριο

Okrazhen sad Vidin

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αιτούσα-ανακόπτουσα: Korporativna targovska banka AD in Insolvenz

Καθής η ανακοπή και η αίτηση: Elit Petrol AD

Προδικαστικά ερωτήματα

1. i)     Έχει η προστατευόμενη στο άρθρο 2 ΣΕΕ αξία του «κράτους δικαίου» την έννοια ότι ο εθνικός νομοθέτης, κατά την έκδοση νομοθετικών διατάξεων σε ένα κράτος μέλος, οφείλει να συμμορφώνεται με τις νομικές αρχές και τα κριτήρια που χαρακτηρίζουν το «κράτος δικαίου», όπως έχουν αναπτυχθεί και παρατίθενται στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 11ης Μαρτίου 2014, με τίτλο «Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου»;

ii)     Έχουν η κατοχυρωμένη στο άρθρο 2 ΣΕΕ αξία του «κράτους δικαίου» και οι θεμελιώδεις αρχές της –νομιμότητα, ασφάλεια δικαίου, ανεξάρτητος και αποτελεσματικός δικαστικός έλεγχος, περιλαμβανομένου και του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ισότητας ενώπιον του νόμου– την έννοια ότι αντιτίθενται στην έκδοση εθνικής διάταξης, όπως η περιλαμβανόμενη στην παράγραφο 5 των μεταβατικών και τελικών διατάξεων του Zakon za izmenenie i dopalnenie na Zakona za bankovata nesastoyatelnost (νόμου για την τροποποίηση και τη συμπλήρωση του νόμου σχετικά με την αφερεγγυότητα των τραπεζών, στο εξής: ZIDZBN), η οποία εισάγει εξαιρετική ρύθμιση διαμορφώνοντας εκ νέου τις κοινωνικές σχέσεις που συναρτώνται με την εγγραφή δικαιωμάτων εμπράγματης ασφάλειας υπέρ συγκεκριμένου ιδιώτη στα δημόσια βιβλία; Στη συγκεκριμένη περίπτωση η εθνική διάταξη κηρύσσει αναδρομικά άκυρη την εγγεγραμμένη στα βιβλία εξάλειψη των δικαιωμάτων εμπράγματης ασφάλειας που είχαν συσταθεί υπέρ της τελούσας σε κατάσταση αφερεγγυότητας KTB AD δημιουργώντας ανασφάλεια δικαίου, καθώς ορίζει ότι η τελευταία μπορεί εκ του νόμου να αντιτάξει κατά τρίτων τα θεωρούμενα ως εξαλειφθέντα δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας, παρόλο που είχαν εκπληρωθεί οι υποχρεώσεις προς εξασφάλιση των οποίων αυτά είχαν συσταθεί.

iii)    Είναι αναγκαία για το δικαστήριο μια ερμηνευτική απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο αυτό μπορεί να στηριχθεί άμεσα στο άρθρο 2 ΣΕΕ και να το εφαρμόσει άμεσα όταν διαπιστώνει ότι ο τρόπος με τον οποίο η εθνική διάταξη της παραγράφου 5 των μεταβατικών και τελικών διατάξεων του ZIDZBN, η οποία ρυθμίζει εκ νέου αναδρομικά τις έννομες συνέπειες της εγγραφής δικαιωμάτων εμπράγματης ασφάλειας στα δημόσια βιβλία υπέρ της τελούσας σε κατάσταση αφερεγγυότητας KTB AD, παραβιάζει την αξία του «κράτους δικαίου» και τις ανωτέρω αναφερόμενες θεμελιώδεις αρχές της;

iv)    Ποια κριτήρια και προϋποθέσεις πρέπει να εφαρμόζει ο εθνικός δικαστής όταν ελέγχει κατά πόσον η αξία του «κράτους δικαίου» υπό την έννοια του άρθρου 2 ΣΕΕ επιτρέπει την έκδοση εθνικής διάταξης όπως αυτή της παραγράφου 5 των μεταβατικών και τελικών διατάξεων του ZIDZBN;

v)    Έχει το άρθρο 67, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, κατά το οποίο η Ένωση συγκροτεί χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, με σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των διαφορετικών νομικών συστημάτων και παραδόσεων των κρατών μελών, την έννοια ότι αντιτίθεται στην έκδοση εθνικών διατάξεων οι οποίες δημιουργούν ανασφάλεια στις αστικές και εμπορικές συναλλαγές ή προδικάζουν την έκβαση εκκρεμών ένδικων διαφορών;

2. i)    Χρειάζεται το δικαστήριο διευκρινίσεις όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον οι εφαρμοστέες διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 2, στοιχείο η´ και του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/8481 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας, σε συνδυασμό με το άρθρο 2 ΣΕΕ, μπορούν να ερμηνευθούν συστηματικά σε συνδυασμό με τα θεμελιώδη δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 17, παράγραφος 1, το άρθρο 20 και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη;

ii)    Στην περίπτωση που οι εν λόγω διατάξεις του δικαίου της Ένωσης πρέπει να ερμηνευθούν σε συνδυασμό με τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, επιτρέπεται η επίκληση των δικαιωμάτων αυτών σε διαδικασία αφερεγγυότητας που λαμβάνει χώρα σε κράτος μέλος και πρέπει η προστασία που αυτά κατοχυρώνουν να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικού κανόνα δικαίου ο οποίος εισάγει εξαιρετική ρύθμιση διαμορφώνοντας εκ νέου τις κοινωνικές σχέσεις υπέρ ενός ειδικά κατονομαζόμενου από τον νομοθέτη πτωχευτικού πιστωτή;

iii)     Έχουν το άρθρο 7, παράγραφος 2, στοιχείο η´ και το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/848 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με τα δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 17, παράγραφος 1, το άρθρο 20 και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη, την έννοια ότι αντιτίθενται στην εφαρμογή εθνικού κανόνα δικαίου με τον οποίο κηρύσσεται αναδρομικά άκυρη η εγγεγραμμένη στα βιβλία εξάλειψη των δικαιωμάτων εμπράγματης ασφάλειας της τελούσας σε κατάσταση αφερεγγυότητας KTB AD, τα δε υπέρ αυτής «αναβιωμένα» δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας καθίστανται ex lege αντιτάξιμα κατά τρίτων με αποτέλεσμα να προσβάλλονται τα δικαιώματα των λοιπών πιστωτών και να μεταβάλλεται η σειρά ικανοποιήσεως των πτωχευτικών πιστωτών;

iv)     Έχει το άρθρο 7, παράγραφος 2, στοιχείο η´, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/848 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας, σε συνδυασμό με τα δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 17, παράγραφος 1, το άρθρο 20 και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη την έννοια ότι αντιτίθεται στην υπό αίρεση επαλήθευση των απαιτήσεων ενός ειδικά κατονομαζόμενου από τον νομοθέτη πιστωτή (της KTB AD) σε διαδικασία αφερεγγυότητας, όταν οι απαιτήσεις του εν λόγω πιστωτή κατά τον χρόνο αναγγελίας έχουν αποσβεσθεί πλήρως λόγω συμψηφισμού, ενώ εκκρεμούν ένδικες διαδικασίες για την ακύρωση του εν λόγω συμψηφισμού οι οποίες δεν έχουν ακόμη περατωθεί; Όταν ο πιστωτής αναγγέλλει την πτωχευτική του απαίτηση υπό τον όρο ότι το πτωχευτικό δικαστήριο κηρύσσει άκυρους τους συμψηφισμούς διά των οποίων έχουν αποσβεσθεί οι σχετικές απαιτήσεις, επιτρέπεται, υπό το πρίσμα του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη κατά το άρθρο 47, παράγραφος 2 του Χάρτη, η έκδοση εθνικής νομοθετικής διάταξης η οποία τροποποιεί αναδρομικά τις προϋποθέσεις πραγματοποίησης έγκυρου συμψηφισμού και προδικάζει κατά τον τρόπο αυτόν την έκβαση των εκκρεμών ένδικων διαφορών για την ακύρωση του συμψηφισμού και την επαλήθευση των απαιτήσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας;

v)     Χρειάζεται το δικαστήριο διευκρινίσεις όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον αυτό μπορεί να στηριχθεί άμεσα στις διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 2, στοιχείο η´ και του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/848 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας, σε συνδυασμό με το άρθρο 17, παράγραφος 1, το άρθρο 20 και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη και να τις εφαρμόσει άμεσα όταν διαπιστώνει ότι οι εθνικές νομοθετικές διατάξεις οι οποίες αποτελούν τη βάση της υπό αίρεση επαλήθευσης της απαιτήσεως της KTB AD ή/και επιφέρουν την πλήρωση της αιρέσεως υπό την οποία έχει αναγγελθεί η εν λόγω απαίτηση, αντίκεινται σε διατάξεις του δικαίου της Ένωσης;

3)    Έχει το άρθρο 77 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ2 την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικού νόμου ο οποίος τροποποιεί αναδρομικά τις προϋποθέσεις συμψηφισμού εκατέρωθεν απαιτήσεων και υποχρεώσεων με πιστωτικό ίδρυμα που βρίσκεται σε διαδικασία ανάκαμψης ή εξυγίανσης και με τον τρόπο αυτόν προδικάζει την έκβαση εκκρεμών ένδικων διαφορών για την ακύρωση συμψηφισμών που έχουν προταθεί έναντι του πιστωτικού ιδρύματος;

____________

1     ΕΕ 2015, L 141, σ. 19.

2     Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 2014, L 173, σ. 190).