Language of document :

Προσφυγή της 18ης Δεκεμβρίου 2006 - Continolo κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-143/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Donato Continolo (Duino, Ιταλία) (εκπρόσωποι:S. Rodrigues, C. Bernard-Glanz και R. Albelice, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 3ης Ιανουαρίου 2006 περί προσδιορισμού και εκκαθαρίσεως των συνταξιοδοτικών του δικαιωμάτων, καθόσον με την απόφαση αυτή η Επιτροπή έκρινε ότι ο συντάξιμος χρόνος για την περίοδο από τις 11 Ιουνίου 1981 έως την 1η Μαρτίου 1983, κατά την οποία ο προσφεύγων βρισκόταν σε άδεια για προσωπικούς λόγους, αντιστοιχεί σε ένα έτος, πέντε μήνες και έξι ημέρες και όχι σε ένα έτος, οκτώ μήνες και είκοσι ημέρες·

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 5ης Σεπτεμβρίου 2006 περί απορρίψεως της ενστάσεως του προσφεύγοντος·

να υποδείξει στην Επιτροπή τα αποτελέσματα που συνεπάγεται η ακύρωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά το ποσοστό που δικαιούται ο προσφεύγων, το οποίο ανέρχεται σήμερα σε 66,66666 %, πλην όμως πρέπει να υπολογισθεί εκ νέου, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος του 1983 και

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων, πρώην υπάλληλος της Επιτροπής, συνταξιοδοτήθηκε από 1ης Ιανουαρίου 2006. Με την προσφυγή του, βάλλει κατά της αποφάσεως της Επιτροπής περί προσδιορισμού και εκκαθαρίσεως των συνταξιοδοτικών του δικαιωμάτων, καθόσον από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι τα δικαιώματα που απέκτησε κατά τον χρόνο που βρισκόταν σε άδεια για προσωπικούς λόγους και λόγω των οποίων πέτυχε τη μεταφορά στο κοινοτικό σύστημα δεν ελήφθησαν υπόψη στο σύνολό τους κατά τον υπολογισμό του συντάξιμου χρόνου.

Ο προσφεύγων προβάλλει, αφενός, την παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και των αρχών της χρηστής διοικήσεως και του καθήκοντος αρωγής και, αφετέρου, την ύπαρξη προδήλου σφάλματος εκτιμήσεως, καθώς και την παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως.

____________