Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Înalta Curte de Casaţie și Justiţie (Ρουμανία) στις 26 Νοεμβρίου 2019 – Ποινική διαδικασία κατά FX, CS και ND

(Υπόθεση C-859/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική

Αιτούν δικαστήριο

Înalta Curte de Casație și Justiție

Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

FX, CS και ND

Έτεροι διάδικοι

Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casaţie și Justiţie – Direcţia Naţională Anticorupţie

Προδικαστικά ερωτήματα

Έχουν το άρθρο 19, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 325, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 58 της οδηγίας (ΕE) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ 1 της Επιτροπής, το άρθρο 4 της οδηγίας (ΕE) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης 2 , [ [η οποία] εκδόθηκε βάσει του άρθρου 83, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης [και η οποία αντικατέστησε τη Σύμβαση] σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 26ης Ιουνίου 1995, την έννοια ότι αντιτίθενται στην έκδοση αποφάσεως εκ μέρους οργάνου ξένου προς τη δικαστική εξουσία, ήτοι του Curtea Constituțională a României (Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας), με την οποία επιβάλλεται η επανεξέταση των υποθέσεων διαφθοράς οι οποίες κρίθηκαν σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο και οι οποίες βρίσκονται στο στάδιο της εφέσεως, λόγω του ότι δεν είχαν συσταθεί, στο πλαίσιο του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου, δικαστικοί σχηματισμοί ειδικευμένοι σε τέτοιες υποθέσεις, μολονότι αναγνωρίζεται η ειδίκευση των δικαστών που μετείχαν στους σχηματισμούς που εξέδωσαν τις ως άνω αποφάσεις;

Έχουν το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 47, [παράγραφος 2], του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης την έννοια ότι δεν επιτρέπουν σε όργανο ξένο προς τη δικαστική εξουσία να κρίνει παράνομη τη σύνθεση του δικαστικού σχηματισμού τμήματος του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου (σχηματισμού απαρτιζόμενου από εν ενεργεία δικαστές, οι οποίοι, κατά τον χρόνο της προαγωγής τους, πληρούσαν, μεταξύ άλλων, το κριτήριο της ειδίκευσης, το οποίο απαιτείτο για την προαγωγή τους στο ποινικό τμήμα του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου);

Έχει η υπεροχή του δικαίου της Ένωσης την έννοια ότι επιτρέπει στο εθνικό δικαστήριο να μην εφαρμόσει απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε σε υπόθεση σχετική με διαφορά συνταγματικής φύσεως και η οποία είναι υποχρεωτική κατά την έννοια του εθνικού δικαίου;

____________

1 ΕΕ 2015 L 141, σ. 73.

2 ΕΕ 2017 L 198, σ. 29.