Υπόθεση C‑353/16

MP

κατά

Secretary of State for the Home Department

(αίτηση του Supreme Court of the United Kingdom
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Πολιτική ασύλου – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 4 – Οδηγία 2004/83/ΕΚ – Άρθρο 2, στοιχείο εʹ – Προϋποθέσεις για την παροχή επικουρικής προστασίας – Άρθρο 15, στοιχείο βʹ – Κίνδυνος σοβαρής βλάβης της ψυχικής υγείας του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του – Πρόσωπο που υπέστη βασανιστήρια στη χώρα καταγωγής του»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 24ης Απριλίου 2018

Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Πολιτική ασύλου – Καθεστώς πρόσφυγα ή καθεστώς επικουρικής προστασίας – Οδηγία 2004/83 – Προϋποθέσεις για την παροχή επικουρικής προστασίας – Άρθρα 2, στοιχείο εʹ, και 15, στοιχείο βʹ – Βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση – Έννοια – Κίνδυνος σημαντικής επιδεινώσεως της σωματικής και της ψυχικής υγείας ενός υπηκόου τρίτης χώρας σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, λόγω τραύματος που του προκλήθηκε από βασανιστήρια τα οποία υπέστη κατά το παρελθόν – Εμπίπτει – Προϋπόθεση – Εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στη χώρα καταγωγής – Επαλήθευση από το εθνικό δικαστήριο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 4· οδηγία 2004/83 του Συμβουλίου, άρθρα 2, στοιχείο εʹ, και 15, στοιχείο βʹ)

Το άρθρο 2, στοιχείο εʹ, και το άρθρο 15, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι πληροί τις προϋποθέσεις για να υπαχθεί στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας ο υπήκοος τρίτης χώρας που βασανίστηκε, κατά το παρελθόν, από τις αρχές της χώρας καταγωγής του και ο οποίος δεν είναι πλέον εκτεθειμένος στον κίνδυνο βασανιστηρίων σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα αυτή, αλλά του οποίου η κατάσταση της σωματικής και της ψυχικής υγείας θα μπορούσε, στην περίπτωση αυτή, να επιδεινωθεί σημαντικά, με τον σοβαρό κίνδυνο να αυτοκτονήσει ο υπήκοος αυτός, λόγω τραύματος που του προκλήθηκε από βασανιστήρια τα οποία υπέστη, εάν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να μην του παρασχεθεί εκ προθέσεως στην εν λόγω χώρα η κατάλληλη περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σωματικών και ψυχικών συνεπειών από τα βασανιστήρια αυτά, πράγμα που εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να διαπιστώσει.

Η παρούσα υπόθεση δεν αφορά επομένως την προστασία από την απομάκρυνση η οποία απορρέει, δυνάμει του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, από την απαγόρευση εκθέσεως ενός προσώπου σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, αλλά το διαφορετικό ζήτημα κατά πόσον το κράτος μέλος υποδοχής υποχρεούται να παράσχει το καθεστώς επικουρικής προστασίας βάσει της οδηγίας 2004/83 στον υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος βασανίστηκε από τις αρχές της χώρας καταγωγής του και ο οποίος υποφέρει από σοβαρές ψυχολογικές συνέπειες που θα μπορούσαν να επιδεινωθούν σημαντικά, με τον σοβαρό κίνδυνο να αυτοκτονήσει, σε περίπτωση επιστροφής στην εν λόγω χώρα.

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 2, στοιχείο εʹ, της οδηγίας αυτής, ο υπήκοος τρίτης χώρας δικαιούται επικουρικής προστασίας μόνον εάν υπάρχουν σοβαροί και αποδεδειγμένοι λόγοι να εκτιμάται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί κάποια από τις τρεις μορφές σοβαρής βλάβης που απαριθμεί το άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 2014, M’Bodj, C‑542/13, EU:C:2014:2452, σκέψη 30 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Μεταξύ των περιπτώσεων σοβαρής βλάβης που απαριθμεί το άρθρο 15 της οδηγίας 2004/83 περιλαμβάνονται, στο στοιχείο βʹ του άρθρου αυτού, τα βασανιστήρια ή η απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία που υπέστη ο αιτών στη χώρα καταγωγής του.

Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να τονιστεί, πρώτον, ότι αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός ότι ο ενδιαφερόμενος υπέστη, κατά το παρελθόν, βασανιστήρια από τις αρχές της χώρας καταγωγής του δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αναγνώριση σε αυτόν του καθεστώτος της επικουρικής προστασίας, όταν δεν υφίσταται πλέον πραγματικός κίνδυνος επαναλήψεως τέτοιων πράξεων βασανιστηρίων σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα αυτή.

Πρέπει εντούτοις να τονιστεί, δεύτερον, ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά, σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο, υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος όχι μόνον υπέστη, κατά το παρελθόν, βασανιστήρια από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, αλλά ο οποίος, περαιτέρω, ακόμη και εάν δεν διατρέχει τον κίνδυνο να υποστεί εκ νέου τέτοιες πράξεις σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα αυτή, υποφέρει, ακόμη και τώρα, από τις σοβαρές ψυχολογικές συνέπειες των βασανιστηρίων αυτών που υπέστη, τα οποία, κατά τις δεόντως γενόμενες ιατρικές διαπιστώσεις, θα επιδεινωθούν σημαντικά, με τον σοβαρό κίνδυνο να αυτοκτονήσει ο υπήκοος αυτός, εάν απελαθεί σε αυτήν. Εντούτοις, μια τέτοια σοβαρή επιδείνωση δεν πρέπει να θεωρηθεί, αυτή καθ’ εαυτήν, ως απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας στη χώρα καταγωγής του, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας.

Συναφώς, πρέπει να εξετασθούν, όπως επισημαίνει η απόφαση περί παραπομπής, οι επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει η απουσία, στη χώρα καταγωγής του ενδιαφερομένου, κατάλληλων υποδομών υγείας για τη φροντίδα των σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών από τα βασανιστήρια που υπέστη από τις αρχές της χώρας αυτής. Πρέπει, συναφώς, να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί ότι οι σοβαρές βλάβες τις οποίες απαριθμεί το άρθρο 15, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/83 δεν μπορούν να απορρέουν απλώς από τις εν γένει ανεπάρκειες του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ο κίνδυνος επιδεινώσεως της καταστάσεως του πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος απορρέει από την ανυπαρξία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν αρκεί προκειμένου να παρασχεθεί η επικουρική προστασία, εκτός αν απορρέει από την εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 2014, M’Bodj, C‑542/13, EU:C:2014:2452, σκέψεις 35 και 36).

(βλ. σκέψεις 28-30, 35, 45, 49-51, 58 και διατακτ.)