ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 5ης Οκτωβρίου 2017 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 – Διεθνής δικαιοδοσία – Άρθρο 2, παράγραφος 1 – Διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων της κατοικίας του εναγομένου – Άρθρο 22, σημείο 4 – Αποκλειστική διεθνής δικαιοδοσία σε θέματα καταχωρίσεως ή κύρους τίτλων διανοητικής ιδιοκτησίας – Ένδικη διαφορά η οποία αφορά το ζήτημα κατά πόσον πρόσωπο ορθώς καταχωρίσθηκε ως δικαιούχος σήματος»

Στην υπόθεση C‑341/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Oberlandesgericht Ντύσελντορφ (δευτεροβάθμιο δικαστήριο Περιφέρειας Ντύσελντορφ, Γερμανία) με απόφαση της 14ης Ιουνίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Ιουνίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Hanssen Beleggingen BV

κατά

Tanja PrastKnipping,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Ilešič (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Prechal, A. Rosas, C. Toader και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Τ. Prast‑Knipping, εκπροσωπούμενη από τον P. Sohn, Rechtsanwalt,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Wilderspin και την M. Heller,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 13ης Ιουλίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 22, σημείο 4, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2001, L 12, σ. 1).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Hanssen Beleggingen BV (στο εξής: Hanssen), εταιρίας με έδρα στις Κάτω Χώρες, και της Tanja Prast‑Knipping, κατοίκου Γερμανίας, σχετικής με το ζήτημα της καταχωρίσεως της T. Prast‑Knipping ως δικαιούχου σήματος Μπενελούξ.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Ο κανονισμός 44/2001 αντικατέστησε, στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών, τη Σύμβαση της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 1982, L 388, σ. 7, στο εξής: Σύμβαση των Βρυξελλών). Ο κανονισμός αυτός αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1). Κατά το άρθρο 66, παράγραφος 1, του κανονισμού 1215/2012, ο κανονισμός αυτός «εφαρμόζεται μόνο στις αγωγές που ασκούνται, στα δημόσια έγγραφα που εκδίδονται ή καταγράφονται και στους δικαστικούς συμβιβασμούς που εγκρίνονται ή συνάπτονται κατά ή μετά την 10η Ιανουαρίου 2015».

4        Δεδομένου ότι η αγωγή στην υπόθεση της κύριας δίκης ασκήθηκε προ της 10ης Ιανουάριου 2015, η υποβληθείσα στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να εξετασθεί υπό το πρίσμα του κανονισμού 44/2001.

5        Το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού όριζε:

«Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.»

6        Το άρθρο 22 του ιδίου κανονισμού, το οποίο περιλαμβανόταν στο τμήμα 6 («Αποκλειστική διεθνής δικαιοδοσία») του κεφαλαίου ΙΙ, όριζε τα εξής:

«Αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η κατοικία, έχουν:

[…]

4)      σε θέματα καταχώρισης ή κύρους διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, σημάτων, σχεδίων και προτύπων και άλλων ανάλογων δικαιωμάτων τα οποία επιδέχονται κατάθεση ή καταχώριση, τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου η κατάθεση ή η καταχώριση ζητήθηκε, πραγματοποιήθηκε, ή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με κοινοτικό νομοθέτημα ή με διεθνή σύμβαση.

[…]»

7        Η διάταξη αυτή αντιστοιχούσε στο άρθρο 16, σημείο 4, της Συμβάσεως των Βρυξελλών.

 Η Σύμβαση Μπενελούξ

8        Η Σύμβαση Μπενελούξ περί διανοητικής ιδιοκτησίας (εμπορικά σήματα και σχέδια ή υποδείγματα), της 25ης Φεβρουαρίου 2005, την οποία υπέγραψαν στη Χάγη το Βασίλειο του Βελγίου, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών (στο εξής: Σύμβαση Μπενελούξ), ετέθη σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 2006.

9        Το άρθρο 1.2 της Συμβάσεως Μπενελούξ ορίζει:

«1.      Ιδρύεται Οργανισμός Μπενελούξ για τη Διανοητική Ιδιοκτησία (εμπορικά σήματα και σχέδια ή υποδείγματα) […]

2.      Τα όργανα του Οργανισμού είναι τα ακόλουθα:

[…]

c.      το Γραφείο Μπενελούξ για τη Διανοητική Ιδιοκτησία (εμπορικά σήματα και σχέδια ή υποδείγματα) […]».

10      Το άρθρο 1.5, παράγραφοι 1 και 2, της Συμβάσεως Μπενελούξ ορίζει:

«1.      Έδρα του Οργανισμού είναι η Χάγη.

2.      Το Γραφείο εδρεύει στη Χάγη.»

11      Το άρθρο 4.6, παράγραφος 1, της Συμβάσεως Μπενελούξ έχει ως εξής:

«Σε διαφορές εμπορικών σημάτων, σχεδίων ή υποδειγμάτων [η διεθνής δικαιοδοσία] καθορίζεται από τον τόπο κατοικίας του εναγομένου ή από τον τόπο στον οποίο η επίδικη ενοχή γεννήθηκε, εκπληρώθηκε ή πρέπει να εκπληρωθεί. Αυτός καθ’ εαυτόν ο τόπος καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως ή ο τόπος καταχωρίσεως εμπορικού σήματος, σχεδίου ή υποδείγματος δεν μπορεί επ’ ουδενί να αποτελέσει τη βάση διεθνούς δικαιοδοσίας.»

 Το γερμανικό δίκαιο

12      Το άρθρο 812 του Bürgerliches Gesetzbuch (Αστικού Κώδικα) περιλαμβάνεται στον τίτλο 26 αυτού, ο οποίος επιγράφεται «Ungerechtfertigte Bereicherung» (αδικαιολόγητος πλουτισμός), και προβλέπει στην παράγραφό του 1 ότι «[ό]ποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία με ζημία τρίτου χάρις σε παροχή του τρίτου ή με άλλον τρόπο έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

13      Στις 7 Σεπτεμβρίου 1979 εταιρία γερμανικού δικαίου που ανήκε στον Helmut Knipping και εδραστηριοποιείτο στον τομέα της παραγωγής στοιχείων κατασκευής, ιδίως δε παραθύρων, ζήτησε από το Office Benelux de la Propriété intellectuelle (marques et dessins ou modèles) [Γραφείο Μπενελούξ για τη Διανοητική Ιδιοκτησία (εμπορικά σήματα και σχέδια ή υποδείγματα)] (στο εξής: OBPI) την καταχώριση, ως εμπορικού σήματος Μπενελούξ, του ακόλουθου λεκτικού και εικονιστικού σημείου:

Image not found

14      Το OBPI καταχώρισε το σήμα αυτό ως ασπρόμαυρο υπό τον αριθμό 361604 (στο εξής: υπ’ αριθ. 361604 σήμα).

15      Η Hanssen είναι εταιρία ολλανδικού δικαίου η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα της εμπορίας θυρών και παραθύρων. Η εν λόγω εταιρία είναι δικαιούχος του υπ’ αριθ. 0684759 λεκτικού και εικονιστικού σήματος Μπενελούξ. Το σήμα αυτό συνίσταται στο λεκτικό και εικονιστικό σημείο το οποίο αποτελεί αντικείμενο και του υπ’ αριθ. 361604 σήματος, πλην όμως είναι καταχωρισμένο με τα χρώματα κυανό και κίτρινο.

16      Στις 9 Οκτωβρίου 1995 ο H. Knipping απεβίωσε.

17      Στις 14 Νοεμβρίου 2003 η Τ. Prast‑Knipping, προσκομίζοντας πιστοποιητικό από το οποίο προέκυπτε ότι ήταν η μοναδική κληρονόμος του H. Knipping, ζήτησε από το OBPI την καταχώρισή της ως δικαιούχου του υπ’ αριθ. 361604 σήματος.

18      Το OBPI προέβη στην εν λόγω καταχώριση.

19      Η καταχώριση αυτή αμφισβητήθηκε από τη Hanssen. Η Hanssen υποστηρίζει ότι το δικαίωμα επί του υπ’ αριθ. 361604 σήματος είχε αποτελέσει αντικείμενο αλλεπάλληλων μεταβιβάσεων προ του θανάτου του H. Knipping και ότι κατά τον χρόνο του θανάτου του δεν αποτελούσε πλέον μέρος της περιουσίας του. Κατά τη Hanssen, η καταχώριση της Τ. Prast‑Knipping ως δικαιούχου του σήματος αυτού στερείται, επομένως, ερείσματος.

20      Δεδομένου ότι δεν κατέστη δυνατή η φιλική επίλυση της διαφοράς, στις 8 Ιουνίου 2012 η Hanssen άσκησε αγωγή κατά της Τ. Prast‑Knipping ενώπιον του Landgericht Düsseldorf (πρωτοβάθμιου δικαστηρίου Περιφέρειας Ντύσελντορφ, Γερμανία), δικαστηρίου του τόπου κατοικίας της Τ. Prast‑Knipping. Η Hanssen στήριξε την αγωγή της σε αδικαιολόγητο πλουτισμό κατά το άρθρο 812 του Αστικού Κώδικα και αξίωσε να υποχρεωθεί η Τ. Prast‑Knipping να δηλώσει ενώπιον του OBPI ότι δεν αντλεί δικαιώματα από το εν λόγω σήμα και ότι παραιτείται από την καταχώρισή της ως δικαιούχου.

21      Με απόφαση της 24ης Ιουνίου 2015 το Landgericht Düsseldorf (πρωτοβάθμιο δικαστήριο Περιφέρειας Ντύσελντορφ) απέρριψε την αγωγή αυτή, με το σκεπτικό ότι το δικαίωμα επί του υπ’ αριθ. 361604 σήματος αποτελούσε μέρος της περιουσίας του H. Knipping κατά τον χρόνο του θανάτου του και ότι αυτό είχε μεταβιβασθεί νομοτύπως στην Τ. Prast‑Knipping αιτία καθολικής διαδοχής.

22      Κατά της εν λόγω αποφάσεως η Hanssen άσκησε έφεση ενώπιον του Oberlandesgericht Düsseldorf (δευτεροβάθμιου δικαστηρίου Περιφέρειας Ντύσελντορφ, Γερμανία).

23      Το δικαστήριο αυτό εκφράζει αμφιβολίες ως προς τη διεθνή δικαιοδοσία των γερμανικών δικαστηρίων. Εκτιμά ότι η δικαιοδοσία αυτή θα μπορούσε να θεμελιωθεί στο άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001, αλλά ότι είναι εξίσου πιθανόν να έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία τα δικαστήρια του κράτους μέλους καταχωρίσεως του επίδικου στην υπόθεση της κύριας δίκης σήματος –εν προκειμένω τα δικαστήρια των Κάτω Χωρών, λόγω της έδρας του OBPI στη Χάγη– δυνάμει του άρθρου 22, σημείο 4, του κανονισμού αυτού.

24      Εφόσον η ύπαρξη ή μη διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, το Oberlandesgericht Düsseldorf (δευτεροβάθμιο δικαστήριο Περιφέρειας Ντύσελντορφ) επιθυμεί την αποσαφήνιση του ζητήματος αυτού.

25      Κατά το αιτούν δικαστήριο, είναι, ειδικότερα, αναγκαίο να διευκρινισθεί αν αγωγή όπως η ασκηθείσα από τη Hanssen αφορά διαφορά σχετική με «θέματα καταχώρισης ή κύρους […] σημάτων» κατά την έννοια του άρθρου 22, σημείο 4, του εν λόγω κανονισμού. Όπως επισημαίνει το αιτούν δικαστήριο, η απόφαση της 15ης Νοεμβρίου 1983, Duijnstee (288/82, EU:C:1983:326), συνηγορεί υπέρ αρνητικής απαντήσεως επί του ερωτήματος αυτού, πλην όμως, δεδομένης της εξελίξεως του δικαίου των σημάτων η οποία έχει σημειωθεί από της δημοσιεύσεως της εν λόγω αποφάσεως, δεν είναι βέβαιο αν η απόφαση αυτή θα πρέπει να εξακολουθήσει να λαμβάνεται υπόψη.

26      Ως προς την εν λόγω εξέλιξη του δικαίου των σημάτων, το Oberlandesgericht Düsseldorf (δευτεροβάθμιο δικαστήριο Περιφέρειας Ντύσελντορφ) παραθέτει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της [Ευρωπαϊκής Ένωσης] (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 341, σ. 21) (στο εξής: κανονισμός 207/2009).

27      Το εν λόγω δικαστήριο αναφέρει επίσης ότι, από πλευράς διεθνούς δικαιοδοσίας, το σήμα Μπενελούξ παρουσιάζει ορισμένες ιδιαιτερότητες.

28      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Oberlandesgericht Düsseldorf (δευτεροβάθμιο δικαστήριο Περιφέρειας Ντύσελντορφ) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Καταλαμβάνει η έννοια της διαφοράς κατ’ άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού [44/2001], η οποία αφορά “θέματα καταχώρισης ή κύρους […] σημάτων”, και αγωγή κατά του προσώπου το οποίο έχει τυπικώς καταχωριστεί ως δικαιούχος σήματος της Μπενελούξ στο μητρώο σημάτων της Μπενελούξ με την οποία ζητείται να υποχρεωθεί ο εναγόμενος σε δήλωση ενώπιον του [OBPI] ότι δεν έχει δικαιώματα επί του επίμαχου σήματος και ότι παραιτείται από την καταχώρισή του ως δικαιούχου του σήματος;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

29      Με το ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινισθεί αν, κατ’ ορθή ερμηνεία, το άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001 εφαρμόζεται επί ενδίκων διαφορών οι οποίες αφορούν το ζήτημα κατά πόσον πρόσωπο έχει ορθώς καταχωρισθεί ως δικαιούχος σήματος.

30      Ενόψει της απαντήσεως επί του ερωτήματος αυτού, υπενθυμίζεται, κατ’ αρχάς, ότι κατά το παρελθόν το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001 διέπεται από τη λογική που διέπει και το άρθρο 16, σημείο 4, της Συμβάσεως των Βρυξελλών, ότι, επιπροσθέτως, το γράμμα των δύο διατάξεων είναι σχεδόν ταυτόσημο και ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλίζεται η συνέχεια κατά την ερμηνεία των δύο διατάξεων (απόφαση της 12ης Ιουλίου 2012, Solvay, C‑616/10, EU:C:2012:445, σκέψη 43).

31      Επισημαίνεται περαιτέρω ότι η έννοια της διαφοράς που σχετίζεται με «θέματα καταχώρισης ή κύρους […] [τίτλων διανοητικής ιδιοκτησίας]», για την οποία γίνεται λόγος στις εν λόγω διατάξεις, συνιστά «αυτοτελή έννοια», η οποία προορίζεται να έχει ομοιόμορφη εφαρμογή στο σύνολο των κρατών μελών (αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 1983, Duijnstee, 288/82, EU:C:1983:326, σκέψη 19, και της 13ης Ιουλίου 2006, GAT, C‑4/03, EU:C:2006:457, σκέψη 14).

32      Το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει, τέλος, ότι οι διατάξεις που επιβάλλουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία, όπως το άρθρο 16 της Συμβάσεως των Βρυξελλών και το άρθρο 22 του κανονισμού 44/2001, δεν πρέπει να ερμηνεύονται ευρύτερα απ’ όσο απαιτεί ο σκοπός τους, εφόσον έχουν ως αποτέλεσμα να στερούνται οι διάδικοι της επιλογής δικαστηρίου την οποία ειδάλλως θα είχαν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να υπάγονται εν τέλει οι διάδικοι στη δικαιοδοσία δικαστηρίου που δεν είναι το δικαστήριο της κατοικίας κανενός εξ αυτών (αποφάσεις της 10ης Ιανουάριου 1990, Reichert και Kockler, C‑115/88, EU:C:1990:3, σκέψη 9, και της 12ης Μαΐου 2011, BVG, C‑144/10, EU:C:2011:300, σκέψη 30).

33      Σκοπός του άρθρου 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001 είναι η αναγνώριση αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας επί διαφορών σχετικών με την καταχώριση ή το κύρος τίτλου διανοητικής ιδιοκτησίας στα δικαστήρια που τελούν σε σχέση ουσιαστικής ή νομικής εγγύτητας με το μητρώο, καθώς τα δικαστήρια αυτά είναι τα πλέον κατάλληλα να αποφαίνονται επί περιπτώσεων κατά τις οποίες αμφισβητείται το κύρος του τίτλου ή ακόμη και το υποστατό της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως ή της καταχωρίσεώς του (βλ., συναφώς, προκειμένου για το άρθρο 16, σημείο 4, της Συμβάσεως των Βρυξελλών, απόφαση της 13ης Ιουλίου 2006, GAT, C‑4/03, EU:C:2006:457, σκέψεις 21 και 22).

34      Υπό τις συνθήκες αυτές, σε υποθέσεις οι οποίες αφορούσαν τη διεθνή δικαιοδοσία στο πεδίο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, οσάκις η διαφορά δεν αφορά ούτε το κύρος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ούτε το υποστατό της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως ή της καταχωρίσεώς του, αυτή δεν εμπίπτει στην έννοια της διαφοράς που σχετίζεται με «θέματα καταχωρίσεως ή κύρους διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας» και, συνεπώς, δεν εμπίπτει στην αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο καταχωρίσθηκε ο τίτλος (αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 1983, Duijnstee, 288/82, EU:C:1983:326, σκέψεις 22 έως 25, και της 13ης Ιουλίου 2006, GAT, C‑4/03, EU:C:2006:457, σκέψεις 15 και 16).

35      Επομένως, δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αυτή διεθνή δικαιοδοσία διαφορά η οποία αφορά αποκλειστικώς το ζήτημα ποιος είναι ο δικαιούχος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας (απόφαση της 15ης Νοεμβρίου 1983, Duijnstee, 288/82, EU:C:1983:326, σκέψη 26).

36      Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με τα σημεία 26 έως 29 των προτάσεών του, η ερμηνεία αυτή μπορεί να τύχει εφαρμογής και σε υπόθεση σχετική με σήμα, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία δεν αφορά ούτε το κύρος ούτε την καταχώριση του σήματος, αλλά αποκλειστικώς το ζήτημα αν πρόσωπο το οποίο καταχωρίσθηκε ως δικαιούχος έχει πράγματι αυτήν την ιδιότητα.

37      Συγκεκριμένα, διαφορά η οποία δεν εμπερικλείει αμφισβήτηση της καταχωρίσεως του σήματος αυτού καθ’ εαυτό ή του κύρους του είναι ξένη τόσο προς «θέματα καταχώρισης ή κύρους […] σημάτων», κατά το άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001, όσο και προς τον σκοπό αυτής της διατάξεως. Επί του τελευταίου αυτού σημείου επισημαίνεται ότι το ζήτημα σε τίνος την προσωπική περιουσία περιλαμβάνεται τίτλος διανοητικής ιδιοκτησίας δεν εμφανίζει, κατά κανόνα, δεσμό ουσιαστικής ή νομικής εγγύτητας με τον τόπο καταχωρίσεως του τίτλου αυτού.

38      Αυτή η περίπτωση φαίνεται να συντρέχει εν προκειμένω. Πράγματι, όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, η διαφορά αφορά το δικαίωμα κυριότητας επί του υπ’ αριθ. 361604 σήματος μετά τον θάνατο του Η. Knipping, γεγονός που επιτάσσει να εξακριβωθεί αν το σήμα αυτό αποτελούσε μέρος της περιουσίας του Η. Knipping κατά τον χρόνο του θανάτου του.

39      Από το σύνολο των ανωτέρω εκτιμήσεων προκύπτει ότι διαφορά, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία αφορά αποκλειστικώς το ζήτημα ποιος πρέπει να θεωρηθεί δικαιούχος του επίδικου σήματος δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001.

40      Η ερμηνεία αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η νομοθεσία της Ένωσης περιλαμβάνει ορισμένες διατάξεις οι οποίες επιτρέπουν στον δικαιούχο τίτλου διανοητικής ιδιοκτησίας να αξιώσει τη μεταβίβαση στο δικό του όνομα της καταχωρίσεως η οποία είχε αρχικώς πραγματοποιηθεί επ’ ονόματι άλλου προσώπου.

41      Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται, ειδικότερα, στη νομοθεσία περί σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τονίζει ότι το άρθρο 18 του κανονισμού 207/2009 απονέμει, μεταξύ άλλων, στα δικαστήρια σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης την αρμοδιότητα να αποφαίνονται επί αιτήσεως του δικαιούχου σήματος για μεταβίβαση στο δικό του όνομα της καταχωρίσεως του σήματος η οποία είχε πραγματοποιηθεί από ειδικό πληρεξούσιο ή αντιπρόσωπό του. Εντούτοις, ενώ η διάταξη αυτή αφορά ειδικώς τις σχέσεις μεταξύ ειδικού πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου και του δικαιούχου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διαφορά της κύριας δίκης, η οποία αφορά σήμα Μπενελούξ, δεν φαίνεται να αφορά τέτοιες σχέσεις.

42      Όσον αφορά περαιτέρω το στοιχείο, το οποίο επίσης μνημονεύεται από το αιτούν δικαστήριο, ότι, από πλευράς διεθνούς δικαιοδοσίας, το σήμα Μπενελούξ εμφανίζει ορισμένες ιδιαιτερότητες, επισημαίνεται ότι, εν αντιθέσει προς την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 14ης Ιουλίου 2016, Brite Strike Technologies (C‑230/15, EU:C:2016:560), με την οποία το Δικαστήριο προσδιόρισε τη σχέση μεταξύ του κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας του άρθρου 4.6 της Συμβάσεως Μπενελούξ και εκείνου του άρθρου 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001, η υπόθεση της κύριας δίκης δεν αφορά ούτε την καταχώριση ή το κύρος του επίδικου σήματος Μπενελούξ ούτε ενδεχόμενες προσβολές του σχετικού δικαιώματος, ενώ εξάλλου, όπως προκύπτει από τα διαβιβασθέντα στο Δικαστήριο στοιχεία, το αίτημα της Hanssen δεν θεμελιώνεται σε καμία ουσιαστική διάταξη της Συμβάσεως Μπενελούξ. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι σχετικές με τη διεθνή δικαιοδοσία ιδιαιτερότητες της Συμβάσεως Μπενελούξ δεν ασκούν επιρροή στην υπόθεση της κύριας δίκης.

43      Λαμβανομένων υπόψη όλων των προεκτεθέντων, επιβάλλεται να δοθεί επί του προδικαστικού ερωτήματος η απάντηση ότι, κατ’ ορθή ερμηνεία, το άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού 44/2001 δεν εφαρμόζεται επί των ενδίκων διαφορών οι οποίες αφορούν το ζήτημα κατά πόσον πρόσωπο ορθώς καταχωρίσθηκε ως δικαιούχος σήματος.

 Επί των δικαστικών εξόδων

44      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

Κατ’ ορθή ερμηνεία, το άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, δεν εφαρμόζεται επί των ενδίκων διαφορών οι οποίες αφορούν το ζήτημα κατά πόσον πρόσωπο ορθώς καταχωρίσθηκε ως δικαιούχος σήματος.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.